Μύθος : Η όμορφη Αμυγδαλιά και ο παγωμένος βοριάς
Η Αμυγδαλιά ήταν μια όμορφη κόρη και κατοικούσε σ΄ ένα μεγάλο πύργο. Η μητέρα της την είχε μονάκριβη , τη λάτρευε τόσο πολύ και δεν την άφηνε το χειμώνα να βγει έξω ούτε μια φορά, για να μην κρυώσει. Έτσι , η Αμυγδαλιά καθόταν τις χειμωνιάτικες μέρες πίσω από το τζάμι του παραθύρου της , μέσα στη ζεστασιά του δωματίου της και από εκεί έβλεπε τη βροχή να πέφτει , τον άνεμο να λυσσομανάει και πολλές φορές να ξεριζώνει τα δέντρα , το χιόνι να στροβιλίζεται και να ντύνει κάτασπρη τη γη , τα σπουργιτάκια να ψάχνουν με κόπο να βρουν κάτι για να τσιμπήσουν.
Μια μέρα ο Βοριάς , ο πιο ψυχρός από τους ανέμους που φυσάνε στη γη, έτυχε να περάσει έξω από τον πύργο, είδε την Αμυγδαλιά πίσω από το παράθυρό της , τον θάμπωσε τόσο πολύ η ομορφιά της , την αγάπησε κι έβαλε σκοπό να την παντρευτεί. Αλλά…ποια κοπέλα θα δεχόταν να παντρευτεί τον άνεμο; Έτσι ο Βοριάς αποφάσισε να μεταμορφωθεί σε άνθρωπο. Είχε μαγική δύναμη και το κατάφερε πολύ εύκολα. Μεταμορφώθηκε λοιπόν σ΄ ένα ωραίο παλικάρι , σ΄ έναν ιππότη και μια μέρα στάθηκε έξω από το παράθυρο της Αμυγδαλιάς.
Η όμορφη κόρη θαμπώθηκε κι αυτή από την ομορφιά του παλικαριού και δεν άργησε να τον αγαπήσει.
-Γιατί δεν ανοίγεις το παράθυρό σου να σε δω από κοντά; τη ρώτησε μια μέρα ο Βοριάς.
-Δεν μπορώ , του απάντησε η Αμυγδαλιά .Όσο κρατάει ο χειμώνας η μητέρα μου δε μ΄ αφήνει να βγω από το δωμάτιό μου ούτε ν΄ ανοίξω το παράθυρό μου, γιατί είμαι τόσο ντελικάτη και θα κρυώσω. Θα πρέπει να περιμένεις να έρθει το καλοκαίρι.
-Το καλοκαίρι δεν περνώ από αυτά τα μέρη , της είπε ο Βοριάς. Να πεις στη μητέρα σου πως θέλω να σε παντρευτώ και τότε θα σ΄ αφήσει να βγεις από το δωμάτιό σου.
Μίλησε την ίδια εκείνη μέρα η Αμυγδαλιά στη μητέρα της για τον όμορφο νέο που είχε γνωρίσει και την παρακάλεσε να της επιτρέψει να τον παντρευτεί.
-Μα…ποιος είναι αυτός ο νέος; τη ρώτησε η μητέρα της. Πώς να σε παντρέψω με έναν άγνωστο; Κι έπειτα…πώς θα μπορέσεις να βγεις έξω με αυτό το κρύο; Άφησε να ζεστάνει ο καιρός και τότε μπορείς να βγεις για να γνωρίσεις από κοντά το νέο που αγαπάς.
-Να βγω έστω και για λίγο, την παρακάλεσε η Αμυγδαλιά.
-Μην είσαι τόσο βιαστική κόρη μου, τη συμβούλεψε πάλι η μητέρα της.Υπάρχουν τόσοι και τόσοι νέοι που θα ήθελαν να σε παντρευτούν. Μη δίνεις και τόση εμπιστοσύνη σε αυτόν τον άγνωστο.
Η Αμυγδαλιά όμως δεν άκουσε τη συμβουλή της μητέρας της και μια μέρα που εκείνη έλειπε από τον πύργο , ντύθηκε στα λευκά , σα νύφη , άνοιξε την πόρτα κι έτρεξε να συναντήσει τον ιππότη της και να φύγει μαζί του…
Ο Βοριάς την έσφιξε στην αγκαλιά του μα…ήταν τόσο παγωμένος και η Αμυγδαλιά ήταν τόσο άμαθη στο κρύο. Έτσι, δεν άργησε να παγώσει το σώμα της, να παγώσει η καρδιά της και να ξεψυχήσει…Δεν μπορούσε ποτέ να φανταστεί ότι ο νέος που αγαπούσε ήταν ο Βοριάς που παγώνει το καθετί στο πέρασμά του.
Ο θεός λυπήθηκε πολύ για το θάνατο της Αμυγδαλιάς και πάνω στον τάφο της έκανε ν΄ ανθίσει ένα δέντρο που πήρε τ΄ όνομά της. Από τότε, ακόμα και μέσα στο βαρύ χειμώνα , η αμυγδαλιά βιάζεται ν΄ ανθίσει. Τα λευκά της λουλούδια μοιάζουν με νυφικό πέπλο. Βιάζεται να συναντήσει τον αγαπημένο της Βοριά και να τον παντρευτεί. Κι εκείνος , παγώνει και μαραίνει χωρίς να το θέλει τα λουλούδια της…
Αφού διαβάσαμε τον μύθο και παίξαμε κουκλοθέατρο τα παιδιά ζωγράφισαν ότι τους έκανε εντύπωση …