Λ Ο Γ Ο Τ Ε Χ Ν Ι Α    ΚΑΙ    Π Α Ι Δ Ε Ι Α (Δημοσιευμένο άρθρο)

Άρθρο δημοσιευμένο στο περιοδικό Διαδρομές, Καλοκαίρι 2010, τχ. 98, σσ. 6-12.

Λ Ο Γ Ο Τ Ε Χ Ν Ι Α    ΚΑΙ    Π Α Ι Δ Ε Ι Α

Ελένη Α. Ηλία

Αν θέταμε το ερώτημα : «ποιοι παράγοντες συμβάλλουν στην παιδεία, στην ανάπτυξη της προσωπικότητας, στην πνευματική καλλιέργεια ενός ατόμου», στην απάντησή μας θα ήταν σκόπιμο να προταχθεί η επαφή με τα λογοτεχνικά έργα. Καθώς οποιοδήποτε πεδίο δράσης στο οποίο αποκομίζουμε εμπειρίες συμβάλλει στην παιδεία μας, στη διαμόρφωση της προσωπικότητάς μας, τα έργα τέχνης, και ειδικότερα τα λογοτεχνικά κείμενα, που επιτρέπουν την ταύτιση του αναγνώστη με τους αφηγηματικούς ήρωες και έτσι του προσφέρουν εμπειρίες κοινωνικές και ψυχικές, συνιστούν ένα πολύ σημαντικό πλαίσιο μόρφωσης. Η τεράστια παιδαγωγική δύναμη της λογοτεχνίας είναι αποτέλεσμα της απόλαυσης που μας προσφέρει η αναγνωστική διαδικασία, καθώς απαιτεί την αντιληπτική δραστηριοποίησή μας προκειμένου να εννοήσουμε τα στοιχεία που υποδηλώνονται (Iser, W.,TheImpliedReader, TheJohnsHopkinsUniversityPress, BaltimoreandLondon, 1990, σ.31). Αυτή ωστόσο η παιδαγωγική δύναμη του λογοτεχνικού έργου δεν έχει δυστυχώς ίσως συνειδητοποιηθεί και αξιοποιηθεί επαρκώς από τους εμπλεκόμενους στην αγωγή των παιδιών. Το εν λόγω γεγονός συντελεί αναπόφευκτα στην επικρατούσα έλλειψη αξιών και θετικών πνευματικών προτύπων στο μεγαλύτερο μέρος της σύγχρονης νεολαίας. Ο Καζαντζάκης αναφέρεται στο παρακάτω απόσπασμα από το μυθιστόρημά του «Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά» (εκδ. Ελένης Ν. Καζαντζάκη, Αθήνα, σ. 283) στην ιδιότητα των λογοτεχνικών έργων να υποβάλλουν εμπειρίες, αξίες, ιδέες και γνώσεις:

Ο Ζορμπάς έξυσε το κεφάλι του:

                        -Είμαι ξεροκέφαλος είπε, εύκολα δεν μπαίνω στο νόημα…

                        Ε μωρέ αφεντικό, και να μπορούσες αυτά που λες να τα χόρευες

                        να τα καταλάβω! ΄Η να μπορούσες αφεντικό, όλα αυτά να μου τα

                        πεις σαν παραμύθι.

Προκειμένου να γίνει φανερή αφενός η παιδαγωγική δυνατότητα των λογοτεχνικών κειμένων και αφετέρου η ύπαρξη πλήθους έργων στην παγκόσμια λογοτεχνική παραγωγή, την κατάλληλη για το παιδικό και εφηβικό αναγνωστικό κοινό, τα οποία, υποβάλλοντας τις πλέον ουσιαστικές, οικουμενικές αξίες για την ανάπτυξη της ανθρώπινης προσωπικότητας, συνακόλουθα οδηγούν στην ευτυχία, θα παραθέσουμε ορισμένα μόνο ενδεικτικά αποσπάσματα. Ξεκινάμε με κείμενα που πραγματεύονται τη συμβολή του φυσικού κόσμου στην παιδεία και την ψυχική ισορροπία του ατόμου, η οποία στις μέρες μας έχει τόσο αγνοηθεί. Η αλλοτρίωση όπου οδηγεί την ανθρώπινη ύπαρξη η διάσταση με τη φύση, θα μπορούσε να καταπολεμηθεί με την ανάγνωση κειμένων που μυούν στα χαρακτηριστικά και τις αρχές της και κυρίως που προτρέπουν στην αναζήτηση ουσιαστικής επικοινωνίας μαζί της, στη θεώρησή της ως πλαισίου σοφίας και αυτογνωσίας. Ας σκεφτούμε στο σημείο αυτό την αισθητική ποιότητα των δημοτικών μας τραγουδιών, την αξεπέραστη, διεθνώς αναγνωρισμένη λογοτεχνική τους αξία, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι οι δημιουργοί τους ήταν άνθρωποι αναλφάβητοι. Είχαν όμως τη δυνατότητα της διαρκούς επαφής με τη φύση, είχαν το χρόνο να την παρατηρήσουν, ζούσαν στους δικούς της ρυθμούς.

Στον πρωταρχικό και καταλυτικό ρόλο της φύσης στην παιδεία του ατόμου αναφέρεται το εξής ποίημα του Καρυωτάκη:

                            Είκοσι χρόνια παίζοντας

                            αντί χαρτιά βιβλία,

                             είκοσι χρόνια παίζοντας,

                              έχασα τη ζωή.

                            Φτωχός τώρα ξαπλώνομαι,

                             μιαν εύκολη σοφία

                             ν’ ακούσω εδώ που πλάτανος

                             γέρος μου τη θροεί.

Στο ποίημα του Ναζίμ Χικμέτ «Πανσέληνος», από το οποίο παραθέτουμε τους πρώτους στίχους, η φύση λειτουργεί ως  καθρέφτης της ψυχής των ανθρώπων, όπου προβάλλονται οι σκέψεις και οι επιθυμίες τους. Τα πρόσωπα του ποιήματος, ερμηνεύοντας τα φυσικά στοιχεία με βάση τις ανάγκες τους και τις προσωπικές τους επιλογές και στάσεις ζωής, εκφράζουν, μάλλον όχι συνειδητά, τον εαυτό τους και κατακτούν την αυτογνωσία.

                              Την Πανσέληνο είδε στο Παρίσι ο θεονήστικος αλήτης

                               κι είπε: Απόψε το φεγγάρι μοιάζει σα χύτρα

                               με τον πάτο καλογανωμένο.

                               Πανσέληνος. Στο Φατήχ την είδε ένας νυχτοκλέφτης

                               και, απόψε, είπε, με παράθυρο μοιάζει το φεγγάρι

                              που έμεινεν ανοιχτό τη νύχτα.

                             ΄Ενας ιρλανδός πόλισμαν πανσέληνο είδε

                              και, με κλεφτοφάναρο, είπε, μοιάζει απόψε το φεγγάρι

                              κάποιου, που έδεσε σκάλα για ν ’ ανεβεί στον ουρανό

                              να κλέψει το χρυσάφι των άστρων.  

Η επίδραση του φυσικού κόσμου στον ανθρώπινο ψυχισμό και μάλιστα κατά την παιδική ηλικία, οπότε διαμορφώνονται τα διάφορα ατομικά ψυχικά χαρακτηριστικά, διαφαίνεται στο παρακάτω απόσπασμα από την Αιολική Γη του Βενέζη (εδ. Εστία,σ.308). Εδώ ο ώριμος πλέον αφηγητής, αναπολώντας την πορεία του ως πρόσφυγας  από τη Μικρασία στην Ελλάδα στην παιδική του ηλικία, απευθυνόμενος στην επίσης μικρή τότε αδερφή του, αναφέρεται στη ζωή του στη μικρασιατική ύπαιθρο, στις εμπειρίες που αποκόμισε ζώντας τα πρώτα παιδικά του χρόνια μέσα στη φύση, και αναγνωρίζει ότι αυτές  τον συνόδευσαν πάντα, τον στήριξαν και τον παρηγόρησαν στα δύσκολα χρόνια της προσφυγιάς:

΄Αρτεμη, εσύ κι εγώ δε θα ’μαστε ΄Αρτεμη, στην ξένη χώρα έρημοι.

Από δω και πέρα σ’ όλες τις μέρες, ως την άκρη του τέλους, δε

                          θα ’μαστε έρημοι….

            Στο εξαιρετικό, αλληγορικό βιβλίο του Εξυπερύ «Ο Μικρός Πρίγκιπας» (μτφρ. Στρατή Τσίρκα, εκδ. Ηριδανός, σσ. 13-14) εκφράζεται ακριβώς αυτή η σπουδαιότητα της παιδικής ηλικίας. Ο ήρωας του έργου έχει τη δυνατότητα να ανακαλύψει τον αληθινό εαυτό του, που δεν είναι τίποτα περισσότερο από την ξεχασμένη παιδικότητά του, όταν βρίσκεται μόνος στην έρημο της Σαχάρας, κινδυνεύοντας να χάσει τη ζωή του αν δεν καταφέρει να επισκευάσει τη βλάβη στο αεροπλάνο του μέσα στο πολύ μικρό διάστημα για το οποίο επαρκεί  το νερό που έχει μαζί του. Μακριά από τις συμβάσεις και τους συμβιβασμούς που επιβάλλει η κοινωνική ζωή, σε αυτές ακριβώς τις συνθήκες του κινδύνου, της περισυλλογής και της αυτοσυγκέντρωσης, ξανακερδίζει την αυτογνωσία του, που αποδίδεται με το πρόσωπο του Μικρού Πρίγκιπα:

Το πρώτο βράδυ λοιπόν αποκοιμήθηκα πάνω στην

                                 άμμο, χίλια μίλια μακριά από κάθε κατοικημένη γη…

Φαντάζεστε λοιπόν την έκπληξή μου, τα χαράματα,

                                 όταν μία μικρή αλλόκοτη φωνή με ξύπνησε, λέγοντας:

                                  -Σας παρακαλώ… Ζωγράφισέ μου ένα αρνί!

                                 Κοίταζα λοιπόν αυτήν την οπτασία γουρλώνοντας τα

                                 μάτια από κατάπληξη. Δεν πρέπει να ξεχνάτε ότι βρισκόμουν

                                 χίλια μίλια μακριά από κάθε κατοικημένη περιοχή. Κι

                                 όμως ο μικρός μου ανθρωπάκος δε μου φαινόταν να ’χει

                                 χαθεί, μήτε πεθαμένος από την κούραση, μήτε πεθαμένος

                                 από την πείνα, μήτε πεθαμένος από τη δίψα, μήτε πεθαμένος

                                 από το φόβο. Δεν έδειχνε καθόλου σαν παιδί που χάθηκε

                                  μέσα στη μέση της ερήμου, χίλια μίλια μακριά από κάθε

                                  κατοικημένη περιοχή.

             Η αυτογνωσία έχει αφετηρία την πλήρη συνειδητοποίηση ότι είμαστε εφήμεροι, ότι ο χρόνος μας είναι πεπερασμένος. Στους παρακάτω στίχους του δημοτικού τραγουδιού με τον τίτλο «Το Τραγούδι του Ντουνιά» αποδίδεται λοιπόν εξαιρετικά με την τεχνική της αντίθεσης αυτή η συντομία της ανθρώπινης ζωής, η οποία αντιδιαστέλλεται προς τη διάρκεια  ύπαρξης των βουνών:

Σαν τ’ όνειρο που είδα χτες, κοντά να ξημερώσει

                                      έτσ’ είναι τούτος ο ντουνιάς, ο ψεύτικος ο κόσμος.

                                      Σ’ αυτόν τον κόσμο που ‘μαστε άλλοι τον είχαν πρώτα

                                      σ’ εμάς τον παραδώσανε κι άλλοι τον καρτερούνε.

                                      Καλότυχα είναι τα βουνά, ποτέ τους δε γερνάνε,

                                  Το καλοκαίρι πράσινα και το χειμώνα χιόνι… (Νικολάου Γ. Πολίτη, Εκλογαί από τα Τραγούδια του ελληνικού λαού, σ.232)

Αν και η ανθρώπινη ύπαρξη κλονίζεται μπροστά στην επίγνωση του θανάτου, αυτή ακριβώς η πραγματικότητα τροφοδοτεί την ανθρώπινη αγωνιστικότητα και δημιουργικότητα. Η μετουσίωση  του υπαρξιακού άγχους σε δημιουργία διαφαίνεται θαυμάσια στο παρακάτω απόσπασμα του Καζαντζάκη:

Είμαστε σκουληκάκια μικρά μικρά, Ζορμπά, απάνω σ’ ένα

                 φυλλαράκι γιγάντιου δέντρου. Μερικοί άνθρωποι, οι πιο

                 ατρόμητοι, φτάνουν ως την άκρα του φύλλου. Από την άκρα

                 αυτή σκύβουμε, με τα μάτια ανοιχτά, τα αυτιά ανοιχτά κάτω

                 στο χάος. Ανατριχιάζουμε. Μαντεύουμε κάτω μας το φοβερό

                 γκρεμό…Κι έτσι σκυμμένοι στην άβυσσο, νογούμε σύγκορμα,

                 σύψυχα, να μας κυριεύει τρόμος. Από τη στιγμή εκείνη αρχίζει

                 … Σταμάτησα. ΄Ηθελα να πω: Από τη στιγμή εκείνη αρχίζει η

        ποίηση, μα ο Ζορμπάς δε θα καταλάβαινε και σώπασα ( ΄Ο. π., σ. 276).

          Χαρακτηριστικό της ανθρώπινης αγωνιστικότητας, της ανάγκης να θέτουμε σκοπούς στη ζωή προκειμένου να αντιμετωπίζουμε τις τραγικές καταστάσεις που δεν βρίσκονται   κάτω από τον έλεγχό μας και είναι ενάντιες στις επιλογές και τις επιθυμίες μας είναι το μυθιστόρημα «Γαλήνη» του Η. Βενέζη (εκδ. Εστία,232-233). Στο απόσπασμα που ακολουθεί εμφανίζεται ο ηλικιωμένος πατέρας που πριν από λίγο καιρό έχει χάσει το μοναχοπαίδι του, να αναφέρεται στην απόφασή του να δημιουργήσει ένα νέο τριανταφυλλώνα στην άνυδρη γη που έχει εγκατασταθεί πρόσφυγας, για να δώσει νόημα στην παραπέρα ζωή του:

                                    -Γιατί, λέει τέλος, δεν τ’ αφήνεις πια αυτό; …

                                    -Τη γη, του λέει, θέλοντας να πει για τη γη που

                                    άρχισε πάλι να τη σκαλίζει για τριαντάφυλλα,

                                   περνώντας τις ώρες της συμφοράς του, ο Δημήτρης Βένης.

                                    -Δεν υπάρχει πια τίποτ’ άλλο, παιδί μου,… Και πια δεν

                                   υπάρχει κανείς που να πιστεύει…                                                  

                                 Μουρμούρισε το γεροντάκι  γέρνοντας το κεφάλι»   .                           

            Ας περάσουμε στη συμβολή των λογοτεχνικών κειμένων στον πλέον σημαντικό στόχο της ανθρώπινης ζωής, που κατά τον  Αριστοτέλη στο έργο του «Τα Ηθικά Νικομάχεια» (τ. Β΄, μτφρ. Κυρ. Ζάμπα, εκδ. Ευθεία, Αθήνα, σ. 274) δεν είναι άλλος από την αναζήτηση της ευτυχίας. Στο πάρα πολύ διάσημο παγκοσμίως λογοτεχνικό έργο του Ρίτσαρντ Μπαχ, με τον τίτλο Ο Γλάρος Ιωνάθαν Λίβιγκστον (μτφρ. Γ. Κυπραίος, εκδ. Διόπτρα, Αθήνα, 1992, σσ. 61, 62), η ευτυχία συσχετίζεται με την ολοκλήρωση της προσωπικότητας, όπως άλλωστε υποστηρίζει και ο σύγχρονος φιλόσοφος ΄Εριχ Φρομ, αναφέροντας επακριβώς ότι «η πιο μεγάλη δυνατή ολοκλήρωση της προσωπικότητας, η πιο μεγάλη αυτογνωσία αποσκοπεί στη δύναμη και την ευτυχία του ατόμου»(Ο Φόβος μπροστά στην Ελευθερία, μτφρ. Δ. Θεοδωρακάτος, Αθήνα, 1971, σ. 276). Ο κύριος ήρωας του έργου του Μπαχ, ο νεαρός γλάρος Ιωνάθαν, έχει αφήσει τον κόσμο στον οποίο γεννήθηκε, όπου οι  γλάροι «είχαν τα μάτια τους σφαλιστά στις χαρές της πτήσης και χρησιμοποιούσαν τις φτερούγες τους μόνο σαν μέσο για να βρίσκουν την τροφή τους και να μάχονται γι’ αυτήν» (σ. 58), αναζητώντας τον Παράδεισο. Ο ηλικιωμένος γλάρος που έχει αναλάβει το ρόλο του εκπαιδευτή, του εξηγεί:

«Θ’ αρχίσεις να πλησιάζεις τον παράδεισο, Ιωνάθαν,

                           την στιγμή που θ’ αγγίξεις την τέλεια ταχύτητα. Και

                           τέλεια ταχύτητα δεν είναι να πετάς με χίλια μίλια

                           την ώρα ή μ’ ένα εκατομμύριο ή με την ταχύτητα

                           του φωτός. Κι αυτό γιατί κάθε αριθμός είναι από

                           μόνος του ένα όριο, ενώ η τελειότητα δεν έχει όρια.

                          Τέλεια ταχύτητα, γιε μου, σημαίνει το να είσαι εκεί…

                          Πάντα να θυμάσαι Ιωνάθαν, ότι ο Παράδεισος δεν

                          είναι ούτε τόπος ούτε χρόνος, γιατί αυτά τα δυο είναι

                          πράγματα που δεν έχουν κανένα νόημα».

Η έννοια της ευτυχίας, που αναφέρεται αλληγορικά ως Παράδεισος στο παραπάνω έργο, προσδιορίζεται με σαφήνεια   στο παγκοσμίως αγαπητό κλασικό παραμύθι «Η Πεντάμορφη και το Τέρας» της Ζαν Μαρί Λεπρένς Ντε Μπομόν (μτφρ. Μαρίνα Τουλγαρίδου, εκδ. Ερευνητές, 2005). Εδώ η ηρωίδα παρέμενε ευτυχισμένη και γι’ αυτό φαινόταν πεντάμορφη, ακόμα και όταν δυσκολεύονταν πολύ οι συνθήκες της ζωής της:

«-Για κοίτα τη μικρή μας αδελφή, έλεγαν οι αδερφές

                        της. Είναι τόσο χαζή που, ενώ ζει μες στη δυστυχία,

                        είναι ικανοποιημένη».

Μέσα από την αναγνωστική ταύτιση με το ελκυστικό, γοητευτικό αυτό λογοτεχνικό πρότυπο, μας υποβάλλεται η αντίληψη ότι  η πραγματικότητα δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να είναι ιδανική. Η ευτυχία συνεπώς σχετίζεται με την ψυχική πληρότητα που νιώθουμε, πηγάζει από την εσωτερική μας κατάσταση, από την ικανοποίηση ότι αξιοποιούμε το σύνολο των δυνατοτήτων μας για να πραγματοποιήσουμε τις επιδιώξεις μας. Καθώς λοιπόν πρόκειται για κατάσταση ανεξάρτητη από εξωτερικούς παράγοντες, βρίσκεται κατά πολύ κάτω από τον έλεγχό μας.

΄Ισως ορισμένα παιδιά και έφηβοι στις μέρες μας να έχουν ήδη ανακαλύψει τη σχέση της παιδείας, της αδιάκοπης προσπάθειας για την ολοκλήρωση της προσωπικότητας, με άλλα λόγια, με την ευτυχία. Για εκείνους που αγχωμένοι από την ένταση και την προσπάθεια για την κατάκτηση ενός επιμέρους στόχου δεν έχουν ακόμη συνειδητοποιήσει την ευδαιμονία, την ευτυχία που προκαλεί η παιδεία, η σοφία, η αυτογνωσία, θα την βιώσουν οπωσδήποτε σε κάποια περίοδο της ζωής τους μέσα από την ανάγνωση όχι μόνο των συγκεκριμένων έργων από τα οποία προέρχονται τα αποσπάσματα που ενδεικτικά παραθέσαμε εδώ, αλλά και πολλών άλλων σχετικών κειμένων. Γιατί ειδικότερα για τον  αναγνώστη της λογοτεχνίας δεν υπάρχει ευτυχώς τίποτα πιο αληθινό, πιο σημαντικό και πιο ελπιδοφόρο από αυτό που εκφράζει το ρητό «Γηράσκω αεί διδασκόμενος».