Έπεσε στα χέρια μου πριν λίγο καιρό ένα βιβλίο που ακουγόταν πολύ πριν κάποια χρόνια: Το Ημερολόγιο μιας Ξενέρωτης (Ιστορίες από μια όχι και τόσο κομψή Πριγκίπισσα του Πάγου). Δεν έχω εικόνα για τώρα, αλλά υποψιάζομαι ότι η βιομηχανία των ευπώλητων όλο και κάποια άλλα καινούρια θα θέλει να προωθήσει. Τώρα λοιπόν, πάμε να κάνουμε μια ψύχραιμη κριτική!
1. Προσέξτε τον τίτλο, που μεταφράζει το dork ως “ξενέρωτη”. Προσπαθούσα πολλή ώρα να αντιληφθώ ποια είναι η σχέση της λέξης με το περιεχόμενο, αλλά τελικά θυμήθηκα ότι έτσι κάνουν στα ευπώλητα: αλλάζουν τα φώτα στα βιβλία, γιατί πρέπει να προκαλέσουν και να κάνουν πωλήσεις. Βέβαια η λέξη ξενέρωτη αποπνέει αέρα των ’80s, αλλά δεν έχει σημασία!
2. Η διαλογική μορφή είναι όντως πολύ ελκυστική για τα παιδιά, αν και αναπαράγει κλισέ αμερικανο-αγγλικής κουλτούρας, πράγμα που ούτως ή άλλως γίνεται παντού, σόσιαλ, τηλεόραση κλπ. Στα συν και ο εσωτερικός μονόλογος, σε αυτές τις ηλικίες ειδικά. Σου το αναγνωρίζω αυτό, Ημερολόγιο.
3. “Ξενεράμα”, “παίδες”, και άλλα σημεία όπου η μεταφράστρια προσπαθεί να δώσει τον καλύτερο εαυτό της, αλλά κάτι δεν κουμπώνει… Ωχ, ναι, θα είναι φαίνεται που οι μεταφραστές κάνουν τόση δουλειά και συνήθως πληρώνονται ψίχουλα. “Τρατζικ” και Ο-ΜΙ-ΤΖΙ! Βέβαια αν είσαι παιδί, νομίζεις απλά ότι το βιβλίο γράφτηκε στα “ελληνικά”, διότι υπάρχει μεγάλη αυτοπεποίθηση, και φυσικά έχει γίνει… δουλίτσα από τα μεταγλωττισμένα… ΤΖΙΖΑΣ! (Μετά σου λένε ότι η μετάφραση εμπλουτίζει τη γλώσσα!) “Ένιγουέι”…
4. Θα πρέπει να είναι πολύ ωραία να είσαι η συγγραφέας. Λογικά, θα τη δούμε με πιτζάμες και παντόφλες με λαγουδάκια να καλλιεργεί μωβ λουλούδια και να δημιουργεί παντελώς άχρηστες χειροτεχνίες, όταν δεν γράφει, καθώς είναι περήφανη ξενέρωτη η ίδια. Σούπερ το κλισεδάκι στο “βιογραφικό”! Διότι, τι θέλει ο κόσμος; Να ξέρει ότι η επιτυχία στους συγγραφείς φαίνεται από το πόσο κάααααθονται.
5. Οι γνωστές εικόνες – σκίτσα που συνηθίζονται πια στα ίδιας κατηγορίας παιδικά βιβλία από εφημεριδόχαρτο βρίσκω ότι είναι αρκετά περιοριστικές για την φαντασία των παιδιών. Δώρο άδωρο, όταν διαβάζεις και δεν ακονίζεται η φαντασία, λοιπόν. Θα μπορούσες απλά να αφήσεις το παιδί να βλέπει κινούμενα σχέδια. Εντάξει, λίγο καλύτερα. Μάλλον…
6. Για να μην έχετε αγωνία, στο τέλος ο Μπράντον το αγκαλιάζει το κορίτσι. Αλλά επειδή είμαστε και μοντέρνοι άνθρωποι, αφήνουμε ένα “δεν ξέρω πώς με βλέπει στ’ αλήθεια” να αιωρείται. Είπαμε. Μην μας περάσουν για παλιομοδίτες.
Συμπέρασμα: Απενοχοποιήστε την οθόνη! Σοβαρά τώρα, είπαμε αυτή θα είναι μια ψύχραιμη κριτική: Πρώτα εξετάστε τι θέλετε από ένα βιβλίο εσείς, ως ενήλικας, και έπειτα αν θέλετε το ίδιο για τις μικρές ηλικίες του περιβάλλοντός σας. Αν θέλετε κάποιες ώρες μεσημεριανής ηρεμίας με ευχάριστη ανάγνωση από τα παιδιά, αυτά τα βιβλία προσφέρονται μια χαρά. Αν θέλετε να καλλιεργήσουν την δημιουργική τους ικανότητα και την κριτική τους σκέψη, δοκιμάστε να διαβάσετε πρώτα εσείς όχι ευπώλητα, και παράλληλα κάντε την προσευχή σας. Πάντως, υπάρχει λόγος που στα σχολεία του αγγλοσαξωνικού κόσμου διδάσκεται ο Μόμπι Ντικ και όχι η Ξενέρωτη, και αξίζει ένα μπράβο στη συγγραφέα που το αναδεικνύει… Με λίγα λόγια: Είναι ένα τίμιο βιβλίο.