Φεβ 27 2010

Άρθρα του/της ΑΡΓΥΡΗ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΟΥ

Ερχονται δύσκολες μέρες; Κοιμηθείτε περισσότερο!

Κάτω από: ΕΡΕΥΝΑ,ΥΓΕΙΑ

 epi11-thumb-medium.jpg

Το «πλεόνασμα» ύπνου λειτουργεί ευεργετικά για την υγεία μας και βελτιώνει σημαντικά τις επιδόσεις μας

Ο ύπνος, ως γνωστόν, δεν… τρέφει μόνο τα παιδιά, αλλά και τους μεγάλους. Η λαϊκή αυτή ρήση, η οποία αναφέρεται στα μεγάλα «αποθέματα» ύπνου που χρειάζεται ο ραγδαία αναπτυσσόμενος νεανικός οργανισμός, φαίνεται να ισχύει, για διαφορετικούς λόγους, και για τον ενήλικο οργανισμό.

Οι ενήλικοι μπορεί μεν να μην αναπτύσσονται με τους ίδιους ρυθμούς που αναπτύσσονται τα παιδιά και οι έφηβοι, συχνά όμως εργάζονται πολύ περισσότερες ώρες από όσες αναπαύονται.

Πρόσφατες μελέτες έδειξαν ότι η χρόνια, έστω και μερική, στέρηση του ύπνου λειτουργεί συσσωρευτικά και επιβαρύνει την καλή λειτουργία του οργανισμού μας. Εδειξαν επίσης ότι ο «χαμένος» ύπνος δεν αναπληρώνεται σχεδόν ποτέ εκ των υστέρων, γεγονός το οποίο μακροπρόθεσμα μπορεί να υπονομεύσει όχι μόνο τη σωματική υγεία μας αλλά και τις ψυχικές και νοητικές μας λειτουργίες, όπως η ηρεμία, η ικανότητα συγκέντρωσης και η μνήμη. Αν μάλιστα η περιστασιακή αποστέρηση ύπνου μετεξελιχθεί σε χρόνια αϋπνία, τότε μπορεί να οδηγήσει ακόμη και σε μείωση της ιστολογικής μάζας των περιοχών του εγκεφάλου που εμπλέκονται στο σχηματισμό νέων αναμνήσεων!

Τα τελευταία χρόνια όλες οι σχετικές έρευνες καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι ο ύπνος είναι ένα εξαιρετικά σύνθετο νευροφυσιολογικό φαινόμενο, η σπουδαιότητα του οποίου για την ψυχοσωματική μας υγεία είχε μάλλον παραγνωριστεί. Ανθρωποι, όπως ο Ναπολέων ή η Μάργκαρετ Θάτσερ, που φημίζονταν για τον ελάχιστο χρόνο που αναπαύονταν καθημερινά, με βάση τα πρόσφατα δεδομένα δεν θα έπρεπε να αποτελούν καθόλου αντικείμενο θαυμασμού. Αντίθετα, σημαντικοί στοχαστές και επιστήμονες, όπως ο Αϊνστάιν, ήταν και μεγάλοι υπναράδες. Ο Αϊνστάιν, για παράδειγμα, κοιμόταν κατά μέσον όρο δέκα ώρες την ημέρα.

Πρόσφατα το Στρατιωτικό Ερευνητικό Ινστιτούτο Walter Reed (WRAIR), η μεγαλύτερη στρατιωτική υπηρεσία βιοϊατρικών ερευνών των ΗΠΑ, διενήργησε μια έρευνα για τη σημασία του ύπνου σε άτομα που ζουν σε αντίξοες συνθήκες ή που χρειάζεται να βρίσκονται σε συνεχή εγρήγορση για πολλές ώρες, όπως π.χ. οι στρατιωτικοί. Τα πρώτα συμπεράσματα της έρευνας αυτής, η οποία δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί, δημοσιεύθηκαν στο τελευταίο τεύχος του περιοδικού «Journal of Sleep Research», επισήμου οργάνου της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Μελέτης Υπνου. Και από ό,τι φαίνεται τα συμπεράσματα αυτά δεν αφορούν μόνο τους στρατιωτικούς, αλλά και μια πολύ μεγάλη κατηγορία ανθρώπων που εργάζονται εντατικά.

Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη μελέτη, οι επιπλέον ώρες ύπνου όχι μόνο δεν είναι απώλεια χρόνου από τις καθημερινές μας δραστηριότητες, αλλά μπορεί να λειτουργήσουν σαν ένα πολύτιμο «απόθεμα» ενέργειας που κινητοποιείται όποτε χρειαστεί να είμαστε σε εγρήγορση για πολλές ώρες. Με άλλα λόγια, κάθε επιπλέον ώρα ύπνου αποθηκεύεται στο «θησαυροφυλάκιο» του οργανισμού μας και από εκεί ανασύρεται όταν έχουμε να αντιμετωπίσουμε μια δύσκολη και κοπιαστική μέρα: όταν έχουμε κοιμηθεί αρκετά τις προηγούμενες μέρες, θα νιώθουμε λιγότερο κουρασμένοι και πολύ πιο παραγωγικοί όταν πρέπει να αντιμετωπίσουμε δύσκολες καταστάσεις.

Η ερευνητική ομάδα του WRAIR, με επικεφαλής τη δρα Τρέισι Ραπ (Tracy Rupp), «επιστράτευσε» για τις ανάγκες της έρευνάς της 24 εθελοντές, 11 άνδρες και 13 γυναίκες. Και ζήτησε από τους μισούς να πέφτουν για ύπνο στις εννέα το βράδυ και να κοιμούνται δέκα ώρες για μία εβδομάδα, ενώ από τους άλλους μισούς να εξακολουθήσουν να κοιμούνται όσο και πριν. Επειτα από μία εβδομάδα χορταστικού για τους μεν και κανονικού για τους δε ύπνου, όλοι οι εθελοντές υποχρεώθηκαν να κοιμηθούν μόνο τρεις ώρες κάθε βράδυ επί μία εβδομάδα. Κατόπιν υποβλήθηκαν σε δοκιμασίες ελέγχου των γνωσιακών τους δεξιοτήτων προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσον αυτές είχαν επηρεαστεί από την έλλειψη ύπνου.

Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι στους εθελοντές που διέθεταν «αποθέματα» ύπνου η υποχρεωτική στέρηση του ύπνου επηρέαζε πολύ λιγότερο τις νοητικές τους ικανότητες από ό,τι σε εκείνους που συνέχισαν να κοιμούνται όσο και πριν από το πείραμα. Οι πρώτοι μάλιστα αναπλήρωσαν πολύ πιο γρήγορα τον «χαμένο» ύπνο απ’ ό,τι οι δεύτεροι.

Η σημασία αυτής έρευνας είναι πως για πρώτη φορά επιβεβαιώνεται πως ο πλεονάζων ύπνος μπορεί να αναπληρώνει μια μελλοντική στέρηση ύπνου. Βέβαια, οι επιστήμονες δεν είναι ακόμη σε θέση να υπολογίσουν επακριβώς πόσες ώρες ύπνου πρέπει να «αποταμιεύει» ο οργανισμός μας προκειμένου να νιώσει όσο το δυνατόν λιγότερο τις βλαβερές συνέπειες της έλλειψής του. Οι περισσότεροι ειδικοί που μελετούν τον ύπνο θεωρούν ότι ιδανικό θα ήταν να κοιμόμαστε το ένα τρίτο της ημέρας, δηλαδή σε κάθε δύο ώρες εγρήγορσης αντιστοιχεί μία ώρα ύπνου. Αυτό όμως μπορεί να διαφέρει από άτομο σε άτομο. Πάντως, νέες έρευνες δείχνουν ότι στο καθημερινό ισοζύγιο του ύπνου θα πρέπει πλέον να συνυπολογίζονται, πέρα από το νυχτερινό ύπνο, και οι ώρες που ξεκλέβει κάποιος μέσα στην ημέρα για να πάρει ένα σύντομο υπνάκο.

Το μεγάλο ερώτημα για τους επιστήμονες βέβαια παραμένει: Γιατί δημιουργείται αυτό το απόθεμα ύπνου; Και ποιοι εγκεφαλικοί μηχανισμοί εμπλέκονται για τη δημιουργία του; Επόμενος στόχος των επιστημόνων είναι να μελετήσουν, με τη βοήθεια των σύγχρονων μεθόδων απεικόνισης του εγκεφάλου, τι ακριβώς συμβαίνει στον εγκέφαλο ενός ατόμου που «αποταμιεύει» ώρες ύπνου. Πριν από λίγο καιρό Αμερικανοί επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο Στάνφορντ ανακάλυψαν στον εγκέφαλο διαφόρων ζώων μια ιδιαίτερη κατηγορία νευρώνων, τους οποίους αποκάλεσαν «νευρώνες της ανάπαυσης», επειδή ενεργοποιούνται όταν οι υπόλοιποι νευρώνες του φλοιού παραμένουν ανενεργοί, όταν δηλαδή ο εγκέφαλος «αναπαύεται» από τις καθημερινές ασχολίες της ημέρας προκειμένου να ανακτήσει τις δυνάμεις του και να ανασυγκροτηθεί. Αυτοί οι νευροεπιστήμονες δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο οι συγκεκριμένοι και εξαιρετικά δραστήριοι νευρώνες να παίζουν κάποιο ρόλο στη διαδικασία της ανάπαυσης του εγκεφάλου και στην ανάκτηση των νοητικών λειτουργιών, που ανασυγκροτούνται κατά τη διάρκεια του βαθέος ύπνου. Οι ειδικοί διαπίστωσαν επίσης ότι ο αριθμός των νευρώνων αυτών είναι ευθέως ανάλογος με το εύρος των κυμάτων που καταγράφονται μέσω ηλεκτροεγκεφαλογράφου στη διάρκεια αυτής της φάσης. Με άλλα λόγια, εξαρτάται από την κόπωση που έχει συσσωρεύσει στη διάρκεια της ημέρας το κοιμώμενο υποκείμενο. Αν η ύπαρξη των νευρώνων αυτών επιβεβαιωθεί και στον ανθρώπινο εγκέφαλο, ενδεχομένως να αποτελέσει το κλειδί για την εξήγηση του μηχανισμού του πλεονάζοντος ύπνου. *

Δεν υπάρχουν ακόμη σχόλια




Σχόλια (RSS)

Αφήστε μια απάντηση