Προσπαθώ να είμαι ψύχραιμος. Προσπαθώ να μη φοβάμαι. Τη χάνω την ψυχραιμία μου. Φοβάμαι, δεν το κρύβω. Νιώθω ανασφαλής. Μόνος. Ηλίθιος. Εκτεθειμένος. Αβουλος. Ενοχος. Νομίζετε δεν φταίω εγώ, δεν φταίτε εσείς; Ολοι φταίμε. Θα μιλήσω όμως μόνο για μένα. Θα γράψω μόνο για μένα. Κάθε φορά, κλείνοντας πίσω μου την πόρτα, έβγαζα ένα «αχ!». Ανακούφισης. Λες και το σπίτι ήταν ο παράδεισος που άφηνε απ’ έξω τα προβλήματα. Ελεγα «είναι άσχημο αυτό που γίνεται, αφορά όμως το γείτονα, όχι εμένα». Μπορεί να έλεγε και ο γείτονας το ίδιο. Σίγουρα το έλεγε.
Προσπαθούσα να στηρίξω το μικρόκοσμό μου. Εύκολα περνούσα στους αφορισμούς. Αμυνα. Ουσιαστικά, ποτέ δεν ήταν επίθεση. Φούντωνε όμως μια οργή μέσα μου. Από καιρό, 3-4 χρόνια τώρα. Εγραφα, εκτόνωση το γράψιμο. Όταν με ζόρισε η ζωή και ο μικρόκοσμος έπαψε να ισχύει, κατάλαβα ότι δε μπορώ να κατέβω στους δρόμους. Ισως να μη δικαιούμαι να κατέβω. Κάποια στιγμή δολοφόνησα και γω το πτώμα. Όταν έφτασαν στο απροχώρητο τα πράγματα, λίγες ημέρες μετά τις εκλογές, το πήραμε λίγο στο αστείο, κοροϊδεύαμε, γελούσαμε.
Οι αντιδράσεις, χαλαρές. «Λεφτά υπάρχουν». Ανέκδοτο. Γενικοί γραμματείς. Ανέκδοτο. Το κανό. Ανέκδοτο. Πολλά ανέκδοτα. Η Ευρώπη έχτιζε τάφο. Εμείς, φτιάχναμε ανέκδοτα για τον Καρ…Ρεν. «Θα μας πάρετε τα πάντα, αλλά ποτέ τα Prada». Ο χαβαλές είναι στο DNA. Εφτασαν τα τσιγάρα κοντά 5 ευρώ και καπνίζουμε για αντίσταση. Σε ποιον αλήθεια; Στον καρκίνο; Στις κουφάλες που επέβαλαν την αύξηση; Εναντίον τίνων αντιστεκόμαστε αλήθεια; Και αφού η αντίσταση είναι στο αίμα μας, γιατί αργήσαμε; Γιατί αργήσατε, έστω. Γιατί δεν βγήκε ο κόσμος στους δρόμους νωρίτερα; Τα λέγαμε, τα γράφαμε, επιβεβαιώθηκαν όλα με τον χειρότερο τρόπο. Τι περιμέναμε; Να βρει τα λεφτά; Δεν είχαμε αγοράσει ρούχα για πορείες; Δεν θέλαμε να χάσουμε το αγαπημένο μας τηλεοπτικό πρόγραμμα; Τώρα, πάει το πουλάκι, πέταξε. Αργά θυμήθηκαν ΓΣΕΕ, ΠΑΜΕ, ΕΛΑ, ΦΥΓΕ κι όπως αλλιώς θέλουν να λέγονται, να κατέβουν στο δρόμο. Αυτό δεν είναι διαμαρτυρία, είναι κηδεία.
Με τον πιο τραγικότρόπο η Ελλάδαβρέθηκε ξανά χθες στο επίκεντρο της προσοχής της παγκόσμιαςκοινής γνώμης. Ο θάνατος τριών εργαζομένωνπυροδότησεφόβους για την επικράτηση ανεξέλεγκτηςβίας.Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει πώς θα εξελιχθούν τα πράγματααπό εδώ και πέρα.Σίγουρα όμως χάθηκεη αθωότητα. Στο εξής κανείς δεν θα μπορεί να επικαλεστεί άγνοια για το πού μπορεί να οδηγήσουν τέτοιου είδους συμπεριφορές.Η φράση του Προέδρουτης Δημοκρατίαςκ. Κ. Παπούλια ότι βρισκόμαστε στο χείλος της αβύσσου δυστυχώς δεν είναι πλέον υπερβολική. Οπως βέβαια και η υπενθύμιση- προς όλους, εντός και εκτός Βουλής ότι η Ιστορία θα μας κρίνει όλους.
Πώς αντιδρούν τα περισσότερα άτομα αν, από τη μια μέρα στην άλλη, βρεθούν χωρίς εργασία; Οταν μάλιστα, για λόγους εντελώς άσχετους με τις εργασιακές τους ικανότητες, η απόλυσή τους συνεπάγεται την είσοδό τους σε ένα μακροχρόνιο και αδιέξοδο καθεστώς ανεργίας; Αραγε, πώς τα άτομα αυτά -αλλά και η κοινωνία στην οποία ανήκουν- επιχειρούν να «διαχειριστούν» και να «εκλογικεύσουν» την κατάσταση αποστέρησης του κοινωνικού τους ρόλου, που βιώνουν εξαιτίας της απώλειας ή της αδυναμίας εύρεσης εργασίας;
Οι συνήθεις κοινωνικοοικονομικές «εξηγήσεις», όσο ακριβείς κι αν φαίνονται, αφήνουν αναπάντητα αυτά τα καυτά ερωτήματα, και αυτό όχι από αδιαφορία αλλά από εγγενή αδυναμία: όταν επικεντρώνεται κανείς αποκλειστικά σε αφηρημένες οικονομικές παραμέτρους ή στις ανεξέλεγκτες διεθνείς χρηματοπιστωτικές εξελίξεις και στο πώς οι εξελίξεις αυτές επηρεάζουν τις τοπικές οικονομίες, δεν μπορεί παρά να παραβλέπει τις δραματικές συνέπειές τους στη ζωή των μεμονωμένων ατόμων. Σήμερα, παγκόσμια ημέρα εορτασμού της εργατικής τάξης, έχει κάποιο ενδιαφέρον να δούμε γιατί, σύμφωνα με πολλές επιστημονικές μελέτες, η αύξηση της ανεργίας αποτελεί μια μορφή κοινωνικής αυτοχειρίας.
Η καλπάζουσα ανεργία στον τόπο μας, αλλά και στις περισσότερες «αναπτυγμένες» κοινωνίες, είναι το προϊόν τής ολότελα ανορθολογικής επιλογής, κατά τη δεκαετία του 1970, να εναποθέσουμε το μέλλον των κοινωνιών μας στην άναρχη και ανεξέλεγκτη ανάπτυξη των αγορών.
Η πρόσφατη διεθνής οικονομική κρίση σε συνδυασμό με τις εγχώριες αδυναμίες διπλασίασαν την ανεργία στην Ελλάδα. Σύμφωνα με τις συντηρητικές εκτιμήσεις του υπουργού Εργασίας Ανδρέα Λοβέρδου: «Η ανεργία τώρα βρίσκεται στο 12% και αν προσθέσουμε τους απασχολούμενους που δουλεύουν 2 ώρες την ημέρα, τον μήνα ή την εβδομάδα, το ποσοστό ξεπερνά το 18% αυτή τη στιγμή· μπορεί να έχουμε και 20-21% στο τέλος της χρονιάς».
Μάλιστα, με δεδομένη την παρατεταμένη οικονομική ύφεση, την επόμενη δεκαετία η επέκταση της μόνιμης ανεργίας σε ολοένα και ευρύτερα στρώματα του πληθυσμού πρέπει να θεωρείται δεδομένη. Και η προοπτική μιας παρατεταμένης κατάστασης ανεργίας δεν απειλεί μόνο τους νέους κάτω των 25 ετών αλλά και τους άνω των 40 έως 60 ετών μεσήλικες, οι οποίοι ενώ έχουν εργαστεί επί σειρά ετών, εν μια νυκτί βρίσκονται απολυμένοι, χωρίς καμιά δυνατότητα επανένταξης στον κόσμο της εργασίας.
Το παραλυτικό αίσθημα αποκλεισμού
Η πρώτη συνέπεια της απώλειας της εργασίας είναι προφανώς η στέρηση μιας σταθερής πηγής εισοδημάτων απαραίτητων για την επιβίωση. Ομως, η παρατεταμένη κατάσταση ανεργίας έχει και άλλες δραματικές επιπτώσεις στην κοινωνική και ατομική ζωή των ανέργων· επιπτώσεις που, σε αρκετές περιπτώσεις, είναι πολύ πιο επώδυνες και καταστροφικές από την έλλειψη χρημάτων.
Το γεγονός αυτό, μολονότι υποβαθμίζεται ή και παραβλέπεται συστηματικά από τις αρμόδιες αρχές, εντούτοις επιβεβαιώνεται από πλήθος ειδικών ερευνών. «Οι πρώτες μελέτες για τις κοινωνικές και ψυχολογικές συνέπειες της ανεργίας πραγματοποιήθηκαν κατά τον Μεσοπόλεμο και είχαν επικεντρωθεί αποκλειστικά στην απειλή της φτώχειας, και ειδικότερα στις πιο ακραίες περιπτώσεις φτώχειας. Ελάχιστη σημασία είχε δοθεί τότε στον ρόλο της εργασίας στη διαμόρφωση της προσωπικής ταυτότητας», υποστηρίζει ο Duncan Gallie, καθηγητής Κοινωνιολογίας στην Οξφόρδη και διεθνώς αναγνωρισμένη αυθεντία στη μελέτη των επιπτώσεων της ανεργίας στις δυτικές κοινωνίες.
Από τις έρευνες του Gallie σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης προκύπτει ότι όχι μόνο οι κοινωνικο-οικονομικές αλλά και οι ψυχολογικές πτυχές της μακροχρόνιας ανεργίας καθορίζουν την αδυναμία επανένταξης πολλών ατόμων στην παραγωγή. Τα άκρως ενδιαφέροντα συμπεράσματα αυτών των ερευνών δημοσιεύτηκαν, μάλιστα, στο βιβλίο «Resisting marginalization», που επιμελήθηκε ο ίδιος ο Gallie.
Οι πρώτες σοβαρές μελέτες των ψυχολογικών επιπτώσεων της ανεργίας πραγματοποιήθηκαν το 1938 από τους Philip Eisenberg και Paul F. Lazarsfeld, οι οποίοι, αναλύοντας τις αντιδράσεις των ανέργων, αναγνώρισαν τρία τυπικά στάδια ή φάσεις.
Το πρώτο στάδιο χαρακτηρίζεται από την απόρριψη και τη συστηματική άρνηση της νέας κατάστασης: το άτομο αρνείται να αποδεχτεί ότι έχασε την εργασία του και ελπίζει ότι με κάποιο τρόπο θα επαναπροσληφθεί ή θα βρει άλλη καλύτερη εργασία. Ακολουθεί το στάδιο της απαισιοδοξίας και της ανησυχίας: ύστερα από αρκετές αποτυχημένες προσπάθειες εύρεσης εργασίας αρχίζει να συνειδητοποιεί τη δεινή κατάστασή του. Τότε, συνήθως έπειτα από εννιά μήνες ανεργίας, εισέρχεται στο στάδιο της απελπισίας και της κατάθλιψης: δεν βλέπει καμία διέξοδο ή προοπτική λύσης στο πρόβλημά του.
Εξάλλου, μετέπειτα έρευνες κοινωνικών ψυχολόγων έδειξαν ότι κάθε άνθρωπος τείνει να δημιουργεί μια εικόνα του εαυτού του ανάλογα με τους κοινωνικούς ρόλους που έχει αποδεχτεί και στη βάση αυτών των ρόλων διαμορφώνει τη σιγουριά που απαιτείται για τη «σωστή» κοινωνική ένταξή του. Επομένως, η απώλεια εργασίας επηρεάζει αρνητικά και τις δύο αυτές συμπληρωματικές διαστάσεις της ζωής μας: τόσο τον «πραγματικό» κοινωνικό μας ρόλο όσο και την «υποκειμενική» αυτοεκτίμησή μας.
Και ίσως γι’ αυτό οι περισσότεροι ειδικοί επιμένουν ότι το πιο ουσιαστικό σύμπτωμα της απώλειας εργασίας δεν είναι τόσο η έλλειψη χρημάτων όσο η απώλεια της αυτοεκτίμησης και του αυτοσεβασμού. Αυτή η διαβρωτική αίσθηση μιας «άχρηστης» και «επισφαλούς» ζωής στο περιθώριο της κοινωνίας οδηγεί τους ανέργους σε φαινομενικά απονενοημένες πράξεις, όπως το να περιφέρονται καθημερινά στον χώρο όπου εργάζονταν μέχρι πρόσφατα ή να συνεχίζουν να υπογράφουν στο βιβλίο παρουσιών της κλειστής εταιρείας (αυτό κάνουν καθημερινά οι άνεργοι των κλειστών Ναυπηγείων Σκαραμαγκά).
Η εσωτερίκευση αυτής της κατάστασης οδηγεί, κατά κανόνα, σε ενοχικά και αυτοευνουχιστικά αισθήματα που όχι μόνο καταστρέφουν κάθε προσπάθεια εξόδου από την «προσωπική» κρίση αλλά και εμποδίζουν την αναζήτηση εργασίας, ιδίως σε χαλεπούς οικονομικά καιρούς. Η αδράνεια και η ακινησία αποτελούν τα τυπικά γνωρίσματα μιας εσφαλμένης και ενοχικής «εσωτερίκευσης» του προβλήματος της ανεργίας ως προσωπικού προβλήματος των ανέργων που σχετίζεται, υποτίθεται, με κάποιες υποκειμενικές ελλείψεις ή αδυναμίες και όχι, όπως συμβαίνει στην πραγματικότητα, με τα αντικειμενικά οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα που επιβάλλουν τη βαρβαρότητα της ανεργίας.
Χαρακτηριστική είναι η αντίδραση των «γιάπηδων» που απροσδόκητα χάνουν την περίοπτη μέχρι χθες κοινωνική τους θέση. Μάνατζερ, διευθυντικά στελέχη επιχειρήσεων και επιτυχημένοι ελεύθεροι επαγγελματίες αρνούνται συστηματικά να αποδεχτούν το γεγονός ότι, παρά τις μέχρι τότε φιλότιμες προσπάθειές τους, βρέθηκαν τελικά οι ίδιοι στη θέση των θυμάτων του συστήματος που με τόση ενεργητικότητα και πάθος είχαν υπηρετήσει. Ολα τα στατιστικά στοιχεία επιβεβαιώνουν το γεγονός ότι η ανεργία στις υψηλές κοινωνικές τάξεις δεν γίνεται σχεδόν ποτέ αποδεκτή και τα άτομα αυτά αρνούνται ακόμη και να φανταστούν τη δυνατότητα να αλλάξουν εργασιακό καθεστώς ή να αναζητήσουν μιαν άλλη, κοινωνικά «υποδεέστερη» εργασία. Αντί να αντιδράσουν ενεργητικά πέφτουν σε κατάθλιψη, και όχι σπάνια οδηγούνται στην αυτοκτονία.
Το 1997 στην ταινία «The Full Monty» (στην αγγλική αργκό σημαίνει το πλήρες ξεγύμνωμα· στην Ελλάδα προβλήθηκε με τον ατυχή τίτλο «Αντρες με τα όλα τους») ο σκηνοθέτης Peter Cattaneo παρουσίασε με εξαιρετική ευαισθησία τις αντιδράσεις των διαφορετικών κοινωνικών τάξεων στην ανεργία: οι εργάτες, όσο κι αν απελπίζονταν για την καθημερινή τους επιβίωση, τελικά αντιστέκονταν στην κατάθλιψη. Αντίθετα, ο πρώην διευθυντής τους κατέφυγε σε μια ψευδαισθησιακή «λύση»: συνέχισε να βγαίνει κάθε πρωί από το σπίτι του άψογα ντυμένος, κρύβοντας ακόμη και από τη γυναίκα του το γεγονός ότι ήταν άνεργος.
Απ’ τη Σκύλλα στη Χάρυβδη
Αν, σύμφωνα με τη Βίβλο, η εργασία επιβάλλεται ως τιμωρία στην ανθρώπινη κατάσταση, στη μετανεωτερική κόλαση των αρχών του εικοστού πρώτου αιώνα η απώλεια της εργασίας βιώνεται ως η πλήρης απανθρωποποίηση των ανέργων. Παραδόξως, η «αλλοτριωτική» εργασία δημιουργούσε ανέκαθεν -και εξακολουθεί να δημιουργεί- ενεργούς κοινωνικούς δράστες και πολίτες. Η επιβεβλημένη σήμερα μαζική ανεργία φαίνεται, αντίθετα, να αλλοτριώνει από την ανθρώπινη κατάσταση μεγάλα τμήματα του πληθυσμού, καταδικάζοντάς τα σε μια πρωτόγνωρη κατάσταση κοινωνικής ανασφάλειας.
Το πόσο παραλυτικό ή αυτοκαταστροφικό θα είναι το αίσθημα κοινωνικού αποκλεισμού που αισθάνεται ο άνεργος εξαρτάται από υποκειμενικούς αλλά κυρίως από κοινωνικούς παράγοντες: από την αλληλεγγύη και την αποτελεσματική υποστήριξη του κράτους πρόνοιας μέσα στο οποίο ζει. Σύμφωνα με τις έρευνες του Duncan Gallie, στις βόρειες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, όπου το κράτος πρόνοιας είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένο, η περιθωριοποίηση και ο κοινωνικός αποκλεισμός των ανέργων βιώνεται διαφορετικά από ό,τι στις μεσογειακές χώρες του Νότου. Στον Βορρά η περιθωριοποίηση των ανέργων δεν οφείλεται τόσο στην έλλειψη ενός σταθερού μισθού (αφού τα επιδόματα ανεργίας τούς επιτρέπουν να ζουν αξιοπρεπώς) όσο στην απώλεια του κοινωνικού τους ρόλου και στο δυσάρεστο ενοχικό συναίσθημα ότι ζουν σε βάρος των άλλων. Στις μεσογειακές ευρωπαϊκές χώρες, αντίθετα, τη στήριξη των ανέργων αναλαμβάνει το στενό οικογενειακό τους περιβάλλον. Ομως, η οικονομική δυσχέρεια των περισσότερων οικογενειών, σε συνδυασμό με την απουσία ενός στιβαρού κράτους πρόνοιας, καθιστά ανυπόφορη τη ζωή των ανέργων στον Νότο και τους εξωθεί σε πιο βίαιες ή αυτοκαταστροφικές αντιδράσεις.
Σε ανάλογα συμπεράσματα κατέληξαν και οι έρευνες του Ofer Sharon, εβραϊκής καταγωγής κοινωνιολόγου που σήμερα εργάζεται στο ΜΙΤ (Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης στις ΗΠΑ). Ο Sharon μελέτησε τη συμπεριφορά 100 Αμερικανών και 100 Ισραηλιτών γιάπηδων που ξαφνικά βρέθηκαν στο δρόμο, ενώ μέχρι τότε εργάζονταν στον τομέα της βιομηχανίας υψηλής τεχνολογίας με χρυσούς μισθούς. Διαπίστωσε λοιπόν ότι «οι Ισραηλινοί μάνατζερ όταν δεν βρίσκουν εργασία τείνουν να αποδίδουν την ευθύνη στο κοινωνικό σύστημα και στους θεσμούς, ενώ οι Αμερικανοί κατηγορούν τον εαυτό τους. Συνεπώς οι πρώτοι αντιδρούν με μεγαλύτερο θυμό αλλά και με περισσότερη ενεργητικότητα, ενώ οι δεύτεροι τείνουν σταδιακά να χάνουν την εμπιστοσύνη στον εαυτό τους. Ουσιαστικά, οι Αμερικανοί θεωρούν ότι δεν βρίσκουν εργασία επειδή κάτι δεν πάει καλά με τους ίδιους».
Πάντως, τα μέχρι σήμερα διεθνή στατιστικά στοιχεία επιβεβαιώνουν ότι κάθε αύξηση της ανεργίας κατά 3% συνοδεύεται όχι μόνο από αύξηση της φτώχειας και καταστροφή του κοινωνικού ιστού μιας χώρας αλλά, όπως είδαμε, επιβαρύνει σοβαρά την ψυχική και σωματική υγεία των ανέργων (καταθλιπτικά συμπτώματα, αύξηση των ισχαιμικών καρδιακών και εγκεφαλικών επεισοδίων, απόπειρες αυτοχειρίας). Τα αμέσως επόμενα χρόνια, λόγω της παρατεταμένης οικονομικής ύφεσης που έχει επιβληθεί στη χώρα μας, το πρόβλημα της ανεργίας θα αναδειχθεί σε ένα από τα σοβαρότερα κοινωνικά μας προβλήματα. Ενα τεράστιο πρόβλημα που, εφόσον είμαστε ανίκανοι να το επιλύσουμε ως κοινωνία, οφείλουμε, τουλάχιστον, να το διαχειριστούμε με μεγαλύτερη κοινωνική αλληλεγγύη απ’ ό,τι στο παρελθόν. *
Μαζική «ανδρεκτομή»: η αντιστροφή των κοινωνικών ρόλων
Σύμφωνα με τα επίσημα στατιστικά στοιχεία, το τελευταίο μεγάλο κύμα απολύσεων στην Ευρώπη έπληξε περισσότερο τους άνδρες παρά τις γυναίκες.
Πιθανόν επειδή, κατά μέσο όρο, οι γυναίκες επιβαρύνουν λιγότερο τις εταιρείες αφού καταλαμβάνουν σε αυτές ενδιάμεσες και συνήθως εκτελεστικές θέσεις εργασίας (με ανάλογους μισθούς).
Το γεγονός αυτό οδήγησε πολλά ζευγάρια σε αντιστροφή των παραδοσιακών κοινωνικών ρόλων: η γυναίκα εργάζεται και συντηρεί την οικογένεια ενώ ο άντρας μένει στο σπίτι και κρατά τα παιδιά!
Αν αυτό το φαινόμενο γενικευτεί, τότε η ανεργία των ανδρών εκτός από την απώλεια του κοινωνικού τους ρόλου θα επιφέρει, εκ των πραγμάτων, μια βαθύτατη κρίση ταυτότητας. Δεδομένων των σημερινών αναγκών και του υψηλού κόστους της ζωής, ο περιορισμός μιας οικογένειας σε έναν μόνο μισθό επιβάλλει σοβαρούς περιορισμούς στις οικογενειακές δαπάνες (π.χ. θα πάρουν τα παιδιά από το ιδιωτικό σχολείο, θα στερηθούν την οικιακή βοηθό που φροντίζει τα παιδιά και το σπίτι κ.ο.κ.). Ξαφνικά, ο άνδρας του σπιτιού εξαναγκάζεται να αναλάβει τη φροντίδα του σπιτιού και των παιδιών, ενώ είναι εντελώς απροετοίμαστος για να το κάνει. Γεγονός που πολύ συχνά τον οδηγεί στην απελπισία, αφού όχι μόνο αρνείται να αποδεχτεί τη νέα του κατάσταση, λόγω της εκπαίδευσης και της ανδροκρατικής ανατροφής που έχει λάβει, αλλά και επειδή η ιδιαίτερα απαιτητική και χρονοβόρα ενασχόλησή του με τις οικιακές εργασίες και την ανατροφή των παιδιών του τού στερεί σχεδόν κάθε δυνατότητα -και οπωσδήποτε κάθε όρεξη- για να αναζητήσει μια νέα εργασία.
Και το χειρότερο, συχνά δεν μπορεί να στηριχτεί ούτε καν στην κατανόηση της γυναίκας του, η οποία αδυνατεί να κατανοήσει, πόσω μάλλον να αποδεχτεί, πού ακριβώς βρίσκεται το πρόβλημα. Η επιβεβλημένη «ανδρεκτομή» που συνεπάγεται η διεθνής οικονομική ύφεση ανατρέπει, από ό,τι φαίνεται, τους παραδοσιακούς, και ευρέως αποδεκτούς, διακριτούς ρόλους των δύο φύλων. Ο μεταμοντέρνος ερμαφροδιτισμός, που τείνει να επιβληθεί παντού στις δυτικές κοινωνίες, αποτελεί, άραγε, ένα εναλλακτικό, και εξίσου λειτουργικό, κοινωνικό μοντέλο για την αναδιευθέτηση των περίπλοκων σχέσεων ανάμεσα στα δύο φύλα;
— Τα νέα μέτρα που ανακοίνωσε η ελληνική κυβέρνηση για τη μείωση του ελλείμματος προκάλεσε πολλούς αναστεναγμούς στους Έλληνες πολίτες. Πολλά από αυτά ήταν αναμενόμενα μιας και ως γνωστόν, “την πληρώνουν” αυτοί που υπομένουν τα μέτρα χωρίς ουσιαστική αντίδραση. Ουδέν πολιτικό κόστος, λοιπόν για τους μεγάλους. Ο Όλι Ρεν πρότεινε τη δραστική μείωση μισθών των ήδη χαμηλόμισθων (ή μη), όμως το πραγματικό πρόβλημα της υπερχρέωσης της Ελλάδας δεν βρίσκεται στις σπατάλες, αλλά στο άκρως αναποτελεσματικό φορολογικό σύστημα που υπολειτουργούσε εδώ και χρόνια, με αποτέλεσμα να ανθίζει η παραοικονομία και οι οικονομικές ανισότητες να διογκώνονται. Δυστυχώς θα πρέπει να υπομείνουμε την όλη κατάσταση, η οποία δεν είναι και τόσο ευοίωνη.
Ένας άλλος τρόπος εξοικονόμησης (και μιλάμε για πολλά λεφτά) είναι η φορολογία των εκκλησιών, την οποία αρνούνται κατηγορηματικά οι πατέρες ημών… Εμείς ως ΕΟΕ καταδικάζουμε την στάση αυτή της εκκλησίας η οποία θα έπρεπε να συμβάλλει στην ανακούφιση των οικονομικών βαρών του πολίτη, αντί να αποποιείται αυτόν της το ρόλο. Εάν η εκκλησία δεν προτίθεται να βοηθήσει τον ελληνικό λαό σε τέτοιες δύσκολες ώρες, δεν υπάρχει κανένας απολύτως λόγος να καθυστερήσει ο χωρισμός της εκκλησίας και του κράτους. Τέλος, όλοι εμείς, τα μέλη της ΕΟΕ σας ευχόμαστε τα καλύτερα και φυσικά πάνω από όλα, καλή υπομονή στον καθημερινό προσωπικό σας Γολγοθά. Ελπίζουμε να σας δίνουμε κίνητρα και ενθουσιασμό για αναζήτηση, ξεφεύγοντας από τα προβλήματα της καθημερινότητας.
από την ΕΟΕ
ΠΑΡΙΣΙ Ποια είναι τα κλειδιά της ευτυχίας; Τα χρήματα, τα λούσα, τα υλικά αγαθά; Οχι, απαντά ο διάσημος γάλλος ψυχαναλυτής Φρανσουά Λελόρ – συγγραφέας του μπεστ σέλερ «Το ταξίδι του Εκτορα». Τα τρία βασικά προαπαιτούμενα για την ευτυχία, κατά τη γνώμη του, είναι να νιώθεις χρήσιμος, να έχεις φίλους και να είσαι περίεργος για τη ζωή. Σε συνέντευξη που παραχώρησε με αφορμή την ολοκλήρωση του τελευταίου του βιβλίου- του τέταρτου με ήρωα το alter ego του, τον νεαρό ψυχίατρο Εκτορ- ο 57χρονος Λελόρ είναι αφοπλιστικός: «Οταν ήμουν νέος έγραφα βιβλία για την αυτοπεποίθηση, τις διαταραχές της προσωπικότητας και τον εγκέφαλο- κλασική ψυχολογία.Το να γράψω ένα βιβλίο “αυτοβοήθειας”για την ευτυχία μού φαινόταν γελοίο» λέει.Ωριμάζοντας, άλλαξε: «Αρχισα να ασχολούμαι με την ευτυχίαόσο μεγάλωνα-τόσοτην προσωπικήμου ευτυχίαόσο και αυτή των ασθενών μου. Μερικοί ασθενείςείναι πολύ προνομιούχοι, άλλοιπολύ φτωχοί- όλοι όμως δείχνουννα είναι ιδιαίτερα αγχωμένοικαι απογοητευμένοι από τη ζωή. Ετσι άρχισα να αναρωτιέμαι αν εγώ ο ίδιος είμαι ευτυχισμένος» λέει.Τα συμπεράσματα περιέχονται στο μπεστ σέλερ του, που μέχρι στιγμής έχει πουλήσει 2,5 εκατ. αντίτυπα. «Το έγραψα σε έξι εβδομάδες,σαν παραμύθι. Με έκανε να σκεφτώ τη ζωή μου, τους ασθενείςμου, την ερευνητική μου δουλειά-να καταλάβω καλύτερα τι ήθελα» λέει.
Σήμερα ζει μόνιμα στην Ταϊλάνδη. Εχει παντρευτεί- πρώτη φορά στη ζωή του- μια νεαρή Βιετναμέζα και δηλώνει πολύ πιο ευτυχισμένος από ό,τι ήταν πριν από δέκα χρόνια.
«Στις δυτικές χώρες ο υλικός πλούτος έχει τριπλασιαστεί, αλλά η χαρά της ζωής δεν αυξήθηκε. Σε λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες, και ιδιαίτερα στην Ασία, όλοι ζουν με την ελπίδα πως αύριο τα πράγματαθα είναι καλύτερα. Στη Δύσηζούμε με τον φόβο πως θα τα χάσουμε όλα:φαινομενικά έχουμεπερισσότερη ελευθερία και επιλογές,αλλά αυτό αυξάνει τα άγχη μας» λέει ο Λελόρ.
Ο πλούτος όχι μόνο δεν φέρνει ευτυχία, αλλά συχνά αποδεικνύεται το μεγαλύτερο εμπόδιο: «Το να είσαι πλούσιος δεν σε εμποδίζει να είσαι ευτυχής, αλλά η σύνδεση μεταξύ των δύο είναι πολύ αδύναμηστις πλούσιες χώρες. Είναι δυσκολότερο να νιώσεις ικανοποίησηότανκάποιος άλλος βγάζειπερισσότερα εκατομμύρια από εσένα (…) Μόλις φτάσουμε σε ένα επίπεδο υλικής ευημερίας, συγκρίνουμετους εαυτούς μας με άλλαάτομα σε αυτό το επίπεδο και θέλουμε περισσότερα. Νέο σπίτι, νέο αμάξι- αλλά ύστερα από λίγουςμήνες αρχίζουμε πάλι να ζηλεύουμετους γύρω μας».
Επιπλέον το τι μπορεί να σε κάνει ευτυχισμένο διαφέρει έντονα από χώρα σε χώρα: στη Γαλλία, π.χ., οι άνθρωποι απολαμβάνουν περισσότερο το ποτό, το φαγητό, το σεξ ή μια καλή συζήτηση με φίλους, ενώ οι Βρετανοί είναι περισσότερο εθισμένοι στην κατανάλωση. Βέβαιον είναι πως κάποιοι άνθρωποι είναι καλύτερα «προγραμματισμένοι» από άλλους για την ευτυχία. Αφήστε που η ευτυχία είναι μεταδοτική: «Αν ήμασταν σκληροίθα έπρεπε να κάνουμε φίλους μόνο ευτυχισμένουςανθρώπους» λέει.
Και ο γάμος; «Στατιστικά, ο γάμοςμπορεί να σε κάνει πιο ευτυχισμένο,αλλά και πάλι μπορείς να ζεις μια συζυγική κόλαση. Καλύτερανα είσαι μόνος σουπαρά να βιώνεις μια καταστρεπτική σχέση» λέει. Οσο για τα παιδιά, συμβουλεύει τους γονείς να μην έχουν εξωπραγματικές απαιτήσεις: «Είναιπιο σημαντικό να μάθεις στα παιδιά πώς να προσαρμόζονται, πώς να δημιουργούν σχέσεις και να αναλαμβάνουν την ευθύνη για τη ζωή τουςπαρά πώς θα γίνουν πρώτοι στην τάξη τους».
Ο “πολύς” Bill Gates σε ομιλία του σε ένα γυμνάσιο, μίλησε για 11 κανόνες ζωής που δεν έμαθαν και δεν θα μάθουν στο σχολείο. Μιλάει για το πως οι «προοδευτικοί» δάσκαλοι δημιούργησαν μια γενιά χωρίς αίσθηση της πραγματικότητας και πως αυτή αντίληψη προετοιμάζει τα παιδιά να αποτύχουν στον πραγματικό κόσμο.
Για το χρήμα ξέχασε να πει κάτι….!!!!
Ερευνα επιβεβαιώνει ότι οι «ουσιαστικές» συζητήσεις μάς ικανοποιούν περισσότερο από τα κουτσομπολιάΜακάριοι οι αδαείς ή οι φιλοσοφούντες; Ποιοι άνθρωποι είναι πιο ευτυχισμένοι, όσοι ασχολούνται αποκλειστικά με τις ζωές των άλλων ή όσοι επιλέγουν και βρίσκουν πιο ενδιαφέροντα θέματα για να συζητήσουν;
Η ενασχόληση με ανούσια κουτσομπολίστικα θέματα, όπως π.χ. τι κάνουν στην προσωπική τους ζωή οι εφήμεροι κοινωνικοί «αστέρες» ή ποιος προηγείται στο τελευταίο ριάλιτι που παίζεται στην τηλεόραση, μπορεί να φαίνεται χαλαρωτική και ίσως ψυχολογικά «ανώδυνη», όπως, όμως, όλοι γνωρίζουμε, δεν μας προσφέρει κάποια ουσιαστική ικανοποίηση. Αντίθετα, αισθανόμαστε πολύ μεγαλύτερη ευχαρίστηση όταν συζητάμε για θέματα που μας ενδιαφέρουν πραγματικά. Σε αυτό και σε άλλα ενδιαφέροντα, αν και όχι ιδιαίτερα πρωτότυπα, συμπεράσματα κατέληξε μια έρευνα Αμερικανών ψυχολόγων, που δημοσιεύθηκε πρόσφατα στην επιστημονική επιθεώρηση «Psychological Science».
Οι ερευνητές, επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο της Αριζόνας και από το Πανεπιστήμιο Ουάσιγκτον στο Σεντ Λούις (WUSTL), αποφάσισαν να διερευνήσουν αν και κατά πόσο τα αισθήματα ικανοποίησης και ευτυχίας που δηλώνουν ότι βιώνουν τα άτομα αντανακλώνται και στα θέματα που συζητούν μεταξύ τους. Ζήτησαν, λοιπόν, από 79 εθελοντές φοιτητές, 32 άνδρες και 47 γυναίκες, να φορέσουν ένα κασετοφωνάκι, που επί τέσσερις ημέρες θα κατέγραφε τις συζητήσεις τους. Προέκυψε έτσι ένας σημαντικός όγκος δεδομένων, που ξεπέρασε τις 20.000 εγγραφές. Οι ερευνητές στη συνέχεια μελέτησαν αναλυτικά τις ηχογραφημένες συζητήσεις και, ανάλογα με το περιεχόμενό τους, τις ταξινόμησαν σε «ελαφριές» ή «εμβριθείς». Για να έχουν μάλιστα μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα, ζήτησαν από τους εθελοντές να συμπληρώσουν ερωτηματολόγια ψυχολογικής αξιολόγησης σχετικά με την προσωπικότητα και την ποιότητα ζωής τους.
Το πρώτο συμπέρασμα στο οποίο κατέληξαν ήταν ότι ο χρόνος που περνάει ένας άνθρωπος συντροφιά με τους συνανθρώπους του είναι ένας σαφής δείκτης ευτυχίας. Ετσι, από τους νέους που συμμετείχαν στην έρευνα, πιο ευτυχισμένοι ήταν εκείνοι που περνούσαν λιγότερο χρόνο μόνοι τους και περισσότερο χρόνο συζητώντας φιλικά με τους άλλους. Ομως, το μέγεθος της ευτυχίας τους φαίνεται πως επηρεάζεται σημαντικά και από το είδος των συζητήσεων που έκαναν μεταξύ τους. Πράγματι, από την έρευνα προέκυψε ότι, στη συντριπτική τους πλειονότητα, πολύ πιο ευτυχισμένοι ήταν οι νέοι οι οποίοι, όταν βρίσκονταν με άλλους, έκαναν ενδιαφέρουσες συζητήσεις και δεν περιορίζονταν στο να σχολιάζουν τα πιο πρόσφατα «επιτεύγματα» του τάδε ή της δείνα διασημότητας.
Φαίνεται, λοιπόν, ότι η έρευνα αυτή επιβεβαιώνει μια πολύ παλιά, αλλά, δυστυχώς, συστηματικά παραμελημένη σήμερα αλήθεια: εκτός από την παρουσία των άλλων, για την ικανοποίηση της ψυχολογικής μας ανάγκης για ευτυχία αποφασιστικό ρόλο παίζει και η επιλογή ουσιαστικής επαφής μαζί τους μέσα από τον διάλογο. Βέβαια, δεν πρέπει να παραβλέπουμε το γεγονός ότι αυτές οι διαπιστώσεις αφορούν κυρίως άτομα νεαρής ηλικίας, και μάλιστα ένα σχετικά μικρό δείγμα. Επίσης, όπως εύστοχα επισημαίνει η επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας, Simine Vazire, η συγκεκριμένη έρευνα δεν μπορεί να απαντήσει με ασφάλεια για το αν αυτό που κάνει τους ανθρώπους πιο ευτυχείς είναι οι βαθυστόχαστες «ουσιαστικές» συζητήσεις, ή το αντίστροφο, αν δηλαδή είναι το συναίσθημα ψυχικής ευεξίας, που συνήθως περιγράφουμε ως ευτυχία, αυτό που κάνει τα άτομα πιο εξωστρεφή και πρόθυμα να κάνουν εμβριθείς συζητήσεις. Πάντως, τα μέχρι στιγμής αμερικανικά ευρήματα απλώς επιβεβαιώνουν αυτό που υποστήριζε ο Σωκράτης πριν από δυόμισι χιλιάδες χρόνια: ο ανεξέταστος βίος είναι αβίωτος. Οι άνθρωποι ζουν πολύ καλύτερα όταν επιλέγουν να στοχάζονται και να συζητούν για τη ζωή τους.*
Όσο πιο υψηλό είναι το μορφωτικό επίπεδο μιας γυναίκας, τόσο περισσότερο φαίνεται ότι… το ρίχνει στο ποτό, σύμφωνα με μια νέα βρετανική έρευνα, η οποία διαπίστωσε ότι οι γυναίκες κάτοχοι πανεπιστημιακών πτυχίων τείνουν να καταναλώνουν περισσότερο αλκοόλ καθημερινά σε σχέση με τις λιγότερο μορφωμένες γυναίκες. Μια ανάλογη συσχέτιση ανάμεσα στην μόρφωση και την κατανάλωση αλκοόλ διαπιστώνεται και στους άνδρες, αλλά σε πολύ λιγότερο βαθμό. Η μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Social Science and Medicine» (Κοινωνική Επιστήμη και Ιατρική), έγινε από ερευνητές της Σχολής Οικονομικών του Λονδίνου (LSE), υπό την Φρανσέσκα Μποργκονόβι και την Μαρία Χουέρτα, σύμφωνα με τη βρετανική «Τέλεγκραφ». Οι ερευνήτριες μελέτησαν τις περιπτώσεις άνω των δέκα χιλιάδων 39χρονων γυναικών, που είχαν όλες γεννηθεί την ίδια εβδομάδα του 1970. Όπως διαπιστώθηκε, οι γυναίκες που έχουν τελειώσει το πανεπιστήμιο, έχουν περίπου διπλάσια πιθανότητα να πίνουν αλκοόλ κάθε μέρα και επίσης είναι πιο πιθανό να παραδεχτούν ότι έχουν πρόβλημα αλκοολισμού. Η έρευνα συμπέρανε ότι «οι καλύτερα μορφωμένες φαίνεται να είναι αυτές που αναπτύσσουν τις πιο προβληματικές συνήθειες κατανάλωσης αλκοόλ».
ΜΕΓΑΛΕΣ διαφορές στην ευημερία των χωρών του κόσμου διαπιστώθηκαν από την έρευνα του Ινστιτούτου Gallup σε 155 χώρες. Το ποσοστό των πολιτών που δηλώνουν ότι «ακμάζουν» είναι κάτω από 10% στις 41 από τις χώρες αυτές. Στην Ελλάδα, το ποσοστό αυτό βρίσκεται στο 31% και η χώρα μας καταλαμβάνει τη 19η θέση από τις 40 που εξετάστηκαν στην Ευρώπη. Θα πρέπει όμως να επισημανθεί ότι το αποτέλεσμα προέκυψε πριν την οικονομική κρίση…
Στην Ευρώπη, υπάρχει μια διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στις πλουσιότερες χώρες της Βόρειας, της Δυτικής και της Κεντρικής Ευρώπης και σε μερικές φτωχότερες χώρες στην Ανατολική και τη Νότια Ευρώπη. Η Βουλγαρία έχει τους λιγότερους πολίτες που πιστεύουν ότι ευημερούν (6%), ενώ οι περισσότεροι (όχι μόνο στην Ευρώπη, αλλά και σ΄ όλο τον κόσμο) βρίσκονται στη Δανία (82%), τη Φινλανδία (75%) και τη Νορβηγία (69%). Στις τελευταίες θέσεις, αλλά πριν από τη Βουλγαρία, βρίσκονται η Λετονία (11%), η Αλβανία (13%), η Ουγγαρία (13%), η ΠΓΔΜ (14%). Η Γαλλία, η Γερμανία και η Βρετανία, βρίσκονται περίπου στη μέση της κλίμακας με ποσοστά 35%, 43% και 54% αντιστοίχως των πολιτών τους να δηλώνουν ότι «ακμάζουν».
Το Gallup συγκέντρωσε τα στοιχεία για τις 155 χώρες από το 2005 ώς το 2009. Από τα αποτελέσματα προκύπτει ένα μεγάλο χάσμα παγκοσμίως, το οποίο υπογραμμίζει τις πολύ διαφορετικές αναπτυξιακές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι διάφορες χώρες. Στο άλλο άκρο από τη Δανία βρίσκεται το Τόγκο της Αφρικής, όπου το ποσοστό των πολιτών του που δηλώνουν ότι «ακμάζουν» είναι μόλις 1%. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε με προσωπικές και τηλεφωνικές συνεντεύξεις. Οι ερωτηθέντες ταξινομήθηκαν ανάλογα με τις απαντήσεις τους σ΄ αυτούς που «ακμάζουν» (thriving), σ΄ αυτούς που «αγωνίζονται» (struggling) και σ΄ αυτούς που «υποφέρουν» (suffering), ανάλογα με το πού κατατάσσουν τη σημερινή ζωή τους και αυτή που πιστεύουν ότι θα έχουν στο μέλλον. Η Αφρική έχει τη χαμηλότερη ευημερία, καθώς σε καμία χώρα της ηπείρου αυτής οι πολίτες που δηλώνουν ότι «ακμάζουν» δεν είναι περισσότεροι από 25%.
Το αληθινό και το δίκαιο έχουν απ' τη φύση μεγαλύτερη δύναμη από το ψέμα και το άδικο
Αριστοτέλης
Το να λες την αλήθεια είναι πάντοτε η καλύτερη μέθοδος και ασφαλέστερος δρόμος για τη ζωή
Μένανδρος
Αν δεν μπορείς να πείς την αλήθεια, δεν είσαι υποχρεωμένος να πείς ψέμα. Ανάμεσα τους υπάρχει η διέξοδος της σιωπής.