Αρχείο ετικέτας Παιδεία

Η γηραλέα εκπαίδευση

Γράφει ο ΤΑΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ

Νεαρόν Έθνος; Ή γηραιόν Έθνος; Αν υπολογίσουμε τα μόλις διακόσια χρόνια της κρατικής μας υπόστασης μάλλον θα πρέπει να αποδεχθούμε το νεαρόν της ηλικίας μας, με ό,τι κι αν αυτό συνεπάγεται, ελαφρυντικό ή επιβαρυντικό. Αν όμως θέλουμε να μετρήσουμε την εμβέλεια της αυτοσυνειδησίας μας, τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τον εαυτό μας μάλλον θα κλίνουμε προς τη δεύτερη εκδοχή. Η εκπαίδευση δίνει το στίγμα της πορείας μας μέσα σ’ αυτά τα διακόσια χρόνια. Μια συνεχής αναζήτηση της σύνθεσης ανάμεσα στο νεαρόν της ύπαρξής μας και το γηραιόν της συνείδησής μας. Ανάμεσα στη νεανική ορμή και το βάρος της κόπωσης.

Στα τρία τελευταία κυριακάτικα άρθρα μου επιχείρησα να αναδείξω την κόπωση της ελληνικής εκπαίδευσης. Με στόχο τη Μέση Εκπαίδευση. Αδυναμία κατανόησης κειμένου μέσω της διδασκαλίας της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας, απώθηση των κλασικών σπουδών, εξαιτίας του τρόπου με τον οποίον διδάσκονται τα Λατινικά αλλά και τα Αρχαία Ελληνικά, και φυματική αντίληψη της Ιστορίας, ελληνικής ή ευρωπαϊκής, εξαιτίας του τρόπου που διδάσκεται η Ιστορία. Να θυμίσω απλώς ότι Ιστορία διδάσκουν φιλόλογοι, ή καθηγητές Αγγλικών ή Γαλλικών, που για να σταθούν μέσα στην τάξη είναι υποχρεωμένοι να αποστηθίσουν χωρία του εγχειριδίου. Η αποστήθιση είναι μέθοδος διδασκαλίας. Και δεν περιορίζεται στα λεγόμενα «φιλολογικά» μαθήματα. Καθηγητής Μαθηματικών μου είπε ότι πολλοί από τους αριστούχους ξέρουν να λύνουν τις εξισώσεις, όμως αδυνατούν να εξηγήσουν «με δικά τους λόγια» τη μέθοδο που ακολούθησαν για να τις λύσουν.

Σύμπτωμα γήρανσης; Ας αποφανθούν οι ειδικοί. Εγώ αυτό που θέλω να εντοπίσω είναι η αδυναμία της εκπαίδευσης να παρακολουθήσει την πορεία της ελληνικής κοινωνίας. Μας αρέσει να λέμε ότι η ελληνική κοινωνία κάνει άλματα που ξεπερνούν την πολιτική της εκπροσώπηση. Το ίδιο θα μπορούσαμε να πούμε και για την εκπαίδευση, κυρίως τη μέση εκπαίδευση που διαμορφώνει τις μελλοντικές ελίτ.

Γηρασμένη εκπαίδευση; Τα παιδιά μας αισθάνονται ανίσχυρα όταν καλούνται να κατανοήσουν ένα κείμενο. Τα παιδιά μας δεν έχουν τον εξοπλισμό για να διατυπώσουν τον συλλογισμό που τους επέτρεψε να λύσουν την εξίσωση. Τα χλευάζουμε επειδή μπερδεύουν τον Κολοκοτρώνη με τον Λεωνίδα; Μάλλον τον εαυτό μας πρέπει να χλευάσουμε που τα έμαθε ότι η διαφορά του ενός από τον άλλον είναι η απόσταση στις σελίδες του εγχειρίδιου.

Η εκπαίδευση είναι γηρασμένη. Κουράστηκε διακόσια χρόνια τώρα να προσπαθεί να αποδείξει τη θαλερή νεότητά της, πότε με το γλωσσικό, πότε με την υποταγή της στον «προοδευτικό συνδικαλισμό» των λειτουργών της, πότε με τις συντηρητικές αγκυλώσεις των «καθαρών» της. Την κούρασαν, την εξάντλησαν όλ’ αυτά δεκαετίες τώρα. Ναι, πρόκειται για δεκαετίες, και το συσσωρευμένο γήρας δεν σβήνει με νομοθετικά διατάγματα.

Διαβάζω με ενδιαφέρον τα σχέδια του υπουργείου Παιδείας. Πολλαπλό βιβλίο, εκ των ων ουκ άνευ, νέα βιβλία, απαραίτητα. Και μένω με την απορία. Πώς θα τα διδάξουν όσοι θα κληθούν να τα διδάξουν; Όσοι έχουν εθισθεί στο ένα βιβλίο της αποστήθισης και έχουν ταυτίσει την εκπαίδευση με αυτό; Και πώς θα επιλέξουν από το «πολλαπλό» βιβλίο αυτό που θεωρούν καταλληλότερο;

Κλείνω την εορταστική χρονιά σχολιάζοντας την εκπαίδευση, τη μέση εκπαίδευση. Επειδή πιστεύω ότι οι δυσπλασίες της και οι αντιφάσεις της αναδεικνύουν με τον πιο εύγλωττο τρόπο τις αντιφάσεις της πορείας των διακοσίων ετών. Κυρίως τη σύγκρουση ανάμεσα στο «νεαρόν» του Έθνους και το «πολιτισμικό» του γήρας. Θα είχε ενδιαφέρον αν άλλοι, αρμοδιότεροι εμού, ιστορικοί διάβαζαν τα διακόσια αυτά χρόνια της κρατικής μας ύπαρξης μέσα απ’ αυτήν την προοπτική αντίθεση, το «νεαρόν» του πολιτικού Έθνους και το «γηραλέον» του πολιτισμικού Έθνους. Χωρίς να είμαι ιστορικός θεωρώ ότι αυτή είναι η βασική αντίθεση της σύγχρονης ύπαρξής μας. Και γι’ αυτό δεν πρέπει να την απωθούμε. Ας σταθούμε απέναντί της. Είναι η εικόνα μας στον καθρέφτη.

Καλή χρονιά και μη φοβόμαστε τις αντιφάσεις μας. Ας τις κοιτάξουμε κατάματα. Έχουμε τόσα να φοβηθούμε που αυτές μοιάζουν με πολυτέλεια. Την πολυτέλεια της μιας εβδομάδας αργίας που δικαιούμαι.

ΠΗΓΗ: Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

ΚΑΙ ΕΔΩ: 

ΓΥΝΑΙΚΕΙΑ ΚΑΚΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΤΥΠΑ ΠΑΙΔΕΙΑΣ

Του Τάσου Χατζηαναστασίου· Εκπαιδευτικού / Δρ. Ιστορίας ΑΠΘ

Στο εξαιρετικό δοκίμιο του Άγγελου Τερζάκη: «Έλεγχος της δημοκρατικής ιδέας» που ανθολογείται στο βιβλίο των Νέων Ελληνικών της Γ΄ τάξης των ΕΠΑΛ και έχει μπει και στις πανελλήνιες εξετάσεις των ΓΕΛ, παραλείπεται το τελευταίο και κατά τη γνώμη μου θαυμάσιο και πάντα διδακτικό κομμάτι που είναι εξαιρετικά επίκαιρο αυτές τις μέρες που τα εγκλήματα με θύματα γυναίκες γίνονται και πάλι, δυστυχώς, θέμα συζήτησης: «Υπάρχει όμως κι ένα άλλο στάδιο βαρβαρότητας που πρέπει να ξεπεραστεί, για να είναι ένας λαός άξιος της Δημοκρατίας: το στάδιο του θαυμασμού προς τη βαναυσότητα. Η χοντρή πλάνη να την περνάει κανείς για δύναμη. Συναντούμε κοινωνικά σύνολα που δεν ξέρουν, δεν υποπτεύονται τι κρύβεται πίσω από τη βαναυσότητα: πόση ουσιαστική αδυναμία, πόση ανάγκη για άμυνα, πόση μεταμφιεσμένη μνησικακία, πόσα συμπλέγματα, πόση περιφρόνηση προς το ανθρώπινο γένος, πόσοι παράγοντες αστάθμητοι και σκοτεινοί. Η πραγματική δύναμη είναι κατά πολύ πιο δύσκολα εξακριβώσιμη απ’ ότι πιστεύει ο κόσμος. Εμφανίζεται αθόρυβη και σεμνή εκεί που κανένας σχεδόν δεν το φαντάζεται στο εργαστήρι του σοφού, στο κελί του αγίου, στη φυλακή του επαναστάτη. Σπανιότατα στο προσκήνιο. Γιατί δύναμη ανθρώπου θα πει ένα και μόνο: δύναμη ψυχής. Κι αυτή φανερώνεται στη μοναχικότητα και στον κατατρεγμό όχι στην αγορά και στο θρίαμβο». 

Η αποκατάσταση της πραγματικής έννοιας της δύναμης είναι εξαιρετικά επίκαιρη αυτές ειδικά τις μέρες με τα τόσο αποτρόπαια παραδείγματα εκδήλωσης της βαναυσότητας της δύναμης ως κατεξοχήν χαρακτηριστικού του αντρικού φύλου. Είναι επείγουσα ανάγκη, αν θέλουμε μία καλύτερη κοινωνία και καλύτερες ανθρώπινες σχέσεις, υγιέστερη και ουσιαστικότερη επικοινωνία μεταξύ των φύλων, πραγματική δημοκρατία σε τελική ανάλυση, να υπενθυμίζουμε σε κάθε ευκαιρία στο σπίτι και στο σχολείο ότι πραγματική δύναμη είναι η ψυχική κι ότι η σωματική δύναμη πρέπει να τίθεται στην υπηρεσία του ασθενέστερου και όχι να χρησιμοποιείται για να επιβάλει τα πιο άγρια και ταπεινά ένστικτα.

Όσο κι αν ενοχλεί ορισμένους γιατί επιχειρούν να εκμεταλλευτούν τέτοια φαινόμενα για να επιβάλουν τα ιδεολογήματα του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού, που επενδύει στον κατακερματισμό των συλλογικών ταυτοτήτων και εν τέλει και του ίδιου του ατόμου, διαθέτουμε ως πολιτισμός τις αξίες και τα πρότυπα που μπορούν, εφόσον τα αναδείξουμε, να αντιπαλέψουν τη λατρεία της δύναμης ως βίαιης επιβολής είτε σε ατομικό, όπως συμβαίνει σε τόσα περιστατικά αντρικής κυρίως βίας είτε σε συλλογικό επίπεδο, όπως συμβαίνει με την επιθετικότητα της Τουρκίας. Τα πρότυπα αυτά δεν είναι άλλα από τα διαχρονικά πρότυπα της δικής μας, αλλά και κάθε άλλης απελευθερωτικής παράδοσης, στα οποία αναφέρεται κι ο Τερζάκης: του σοφού, του αγίου και του ήρωα-προμάχου, του αγωνιστή που υπερασπίζεται το δίκιο. Είναι το πρότυπο του «καλού καγαθού» συμπληρωμένου με αυτά της σοφίας και της καλοσύνης που πρώτος ο Πλάτωνας είχε τονίσει: «πάσα τε επιστήμη χωριζομένη δικαιοσύνης και της άλλης αρετής πανουργία, ου σοφία φαίνεται».

Πρότυπα υπάρχουν λοιπόν και είναι απολύτως αναγνωρίσιμα και σεβαστά από το συλλογικό μας θυμικό. Το ίδιο όμως αναγνωρίζουμε και τη δυνατότητα του ανθρώπου για το χειρότερο, τη σκοτεινή εκείνη πλευρά του εαυτού που κάνει ακόμη και τα πιο προικισμένα και ξεχωριστά άτομα ικανά για τα χειρότερα εγκλήματα. Απέναντι σε αυτά ο δικός μας πολιτισμός έχει δημιουργήσει την τραγωδία ως μάθημα αποτροπής που υπενθύμιζε τη βέβαιη επιβολή της Νεμέσεως, της τιμωρίας από τους θεούς, σε όσους διέπρατταν ύβριν, μία αντίληψη που θα διατηρηθεί και στον χριστιανισμό που θα κρατήσει με διαφορετική πλέον, ηθική, σημασία την έννοια της αρετής ως πρότυπο ζωής και θα καταδικάσει την «αμαρτία».

Ο σύγχρονος άνθρωπος όμως «σκοτώνοντας τον Θεό», μη έχοντας τον Θεό του, όπως λέμε, περιφρονεί κάθε ηθική επιταγή αναγάγοντας την «απελευθέρωση της επιθυμίας (που θα γίνει ο τάφος της κάθε εξουσίας, σύμφωνα με ένα αντεξουσιαστικό σύνθημα της δεκαετίας του ’80)» σε κυρίαρχο πρότυπο ζωής. Η αμφισβήτηση της κατεστημένης ηθικής και κυρίως της υποκρισίας που τη χαρακτηρίζει υπήρξε, φυσικά, αναγκαία. Έφτασε όμως στο σημείο να δώσει άλλοθι στην έκφραση ταπεινών και εγκληματικών ενστίκτων, όπως η παιδεραστία, ο βιασμός, η κακοποίηση γενικότερα, στο όνομα της «σεξουαλικής απελευθέρωσης» και της περιφρόνησης κάθε ηθικού φραγμού. Αυτό σε συνδυασμό με μία ανατροφή των παιδιών και ειδικά των αγοριών χωρίς όρια, με τα μυαλά τους φουσκωμένα με την ιδέα ότι μπορούν να «γ…ούν και να δέρνουν» ατιμώρητα τόσο από το σπίτι όσο και από το σχολείο της παραίτησης από την επιβολή ορίων, γέννησε τα τέρατα με τα οποία «πέφτουμε», τάχα, «από τα σύννεφα» όταν αντιμετωπίζουν τις γυναίκες ως αντικείμενα χρήσης για ατομική ικανοποίηση. Τώρα που γνωρίζουμε ότι δεν είναι όλες οι επιθυμίες «καλές» και ότι δεν είναι δυνατόν να μεγαλώνουμε αγόρια που δε σέβονται κανέναν κανόνα γιατί έχουν μάθει να τους επιτρέπονται τα πάντα, είμαστε σε θέση να αναθεωρήσουμε τη στάση μας. Οφείλουμε λοιπόν να αποκαταστήσουμε στην κλίμακα αξιών μας εκείνα τα πρότυπα παιδείας που αντί να διαλύουν την κοινότητα σε εξατομικευμένες οντότητες που ανταγωνίζονται η μία την άλλη μέσα από άπειρες ταυτότητες, όπου η κάθε μία διεκδικεί την απόλυτη αλήθεια για τον εαυτό της, θα της επιτρέψουν να ανασυγκροτηθεί στη βάση του αλληλοσεβασμού και της αλληλεγγύης, της πραγματικής αποδοχής και ανεκτικότητας αλλά και της επιβολής ορίων που χαλιναγωγούν την τάση του ανθρώπου προς το «κακό», στο όνομα της ενότητας.

ΠΗΓΗ

HUFFPOST