Αρχείο ετικέτας Μάθημα των Θρησκευτικών (ΜτΘ)

ΘΕΣΕΙΣ, ΑΝΤΙΘΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΥΝΘΕΣΕΙΣ: ΣΚΕΨΕΙΣ ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΟ ΝΕΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ Θ. Ι. ΡΗΓΙΝΙΩΤΗ: «Επιστολή προς τον σκεπτόμενο άθεο»

Του Γ. Μ. ΒΑΡΔΑΒΑ· Θεολόγου 3ου ΓΕΛ Ηρακλείου
Πρόσφατα κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Λεξίτυπον» το νέο πόνημα του γνωστού θεολόγου εκ Ρεθύμνης Θ. Ι. Ρηγινιώτη με τίτλο: «Επιστολή προς τον σκεπτόμενο άθεο». Η προβληματική που απασχόλησε το συγγραφέα στο μυθιστόρημα του Εναντίον του Θεού (εκδόσεις Όμορφος Κόσμος, Ρέθυμνο 2006, βλ. σχετικό σημείωμα μας για το βιβλίο στην εφημερίδα «Πατρίς», αρ. φ. 17991/20-12-2006, σελ. 16) εδώ επεκτείνεται και διευρύνεται σε μια εξαντλητική διαπραγμάτευση. Στόχος του συγγραφέα είναι να πραγματώσει έναν οιονεί διάλογο με τον «σκεπτόμενο άθεο» της εποχής μας. Ο παραπάνω όρος δεν χρησιμοποιείται τυχαία από το συγγραφέα, δοθέντος του γεγονότος, ότι υπάρχουν άτομα που αυτοπροσδιορίζονται ως «άθεοι» αλλά εμφορούνται από τέτοιο βαθμό φανατισμού και καχυποψίας που καθιστούν απαγορευτική κάθε καλοπροαίρετη απόπειρα διαλόγου. Τα άτομα αυτά εμμένοντας με δογματισμό στις αθεϊστικές τους βεβαιότητες ουσιαστικά εγκλωβίζονται στην «απόλυτη αλήθεια» της «πίστης» τους στην ανυπαρξία του Θεού. Το οντολογικό ερώτημα, ωστόσο, είναι διαχρονικό και δεν προσφέρεται για επιδερμικές προσεγγίσεις ή ιδεολογικοποιημένες απολυτοποιήσεις του τύπου «άσπρο-μαύρο». Πέραν τούτου, σαφώς υπάρχουν και καλοπροαίρετοι άνθρωποι που μπορεί να δηλώνουν άθεοι, άθρησκοι, άπιστοι, αγνωστικιστές, σχετικιστές, σκεπτικιστές κ.α.π. (δικαίωμα τους βεβαίως, ελεύθεροι άνθρωποι είμαστε, δεν είναι εδώ Ιράν, όπως διατείνονται ορισμένοι) αλλά είναι ανοικτοί έμπρακτα στο διάλογο και τη γόνιμη ανταλλαγή επιχειρημάτων και απόψεων. Οι συγκεκριμένοι έχουν μια αρετή: έχουν μάθει να ακούνε και να σέβονται τη γνώμη του άλλου, ακόμα κι αν διαφωνούν· είναι με άλλα λόγια απροκατάληπτοι,γεγονός καθόλου αυτονόητο στους χαλεπούς καιρούς μας. Για να μην παρεξηγηθούμε, οι ανωτέρω παρατηρήσεις ισχύουν ενίοτε και για όσους δηλώνουν «ένθεοι», «πιστοί» κ.α.π., που δεν έχουν διάθεση να ακούσουν την αντίθετη άποψη αλλά θωρακίζονται πίσω από τις «βεβαιότητες» τους. Είναι σχεδόν σίγουρο ότι οι εν λόγω έχουν κατασκευάσει έναν χριστιανισμό «κατ’ εικόνα και ομοίωσιν» τους, έναν χριστιανισμό φονταμενταλιστικό και παραδοσιαρχικό, που δεν έχει καμιά σχέση με τον αυθεντικό χριστιανισμό.
Ο συγγραφέας προσπάθησε με τρόπο τω όντι εξαντλητικό να παρουσιάσει στα δοκίμια του την αυθεντική ορθοδοξία (αποστασιοποιούμενος επιτυχημένα από τις πολυποίκιλλες παραφθορές της), δίδοντας τη ζωντανή μαρτυρία της στους ρευστούς μετανεωτερικούς καιρούς μας. Είναι νομίζουμε γνωστό ότι λάθος εικόνα περί ορθοδοξίας έχουν διαμορφώσει τόσο οι «ένθεοι», όσο και οι «άθεοι». Οι πρώτοι εμμένουν σε μια παραδοσιαρχία που εκβάλλει στη λογική των αλήστου μνήμης θρησκευτικών οργανώσεων ή σε έναν πιετισμό προτεσταντικού τύπου ή σε έναν υφέρποντα φονταμενταλισμό που εγγίζει τα όρια του παλαιοημερολογητισμού. Φαίνεται, ωστόσο, να απουσιάζει η μέση οδός αφού από την άλλη πλευρά υπάρχει η λεγόμενη «εκσυγχρονιστική» μερίδα που εμμένει σε μια ελιτίστικη πρόσληψη της θεολογίας, καθιστώντας την τελευταία «θεολογία του σαλονιού», μια θεολογία για λίγους και εκλεκτούς θεολογίζοντες, στα όρια της σέκτας, μη έχουσα σχέση με τα προβλήματα, τα βάσανα, τις ανάγκες και τις πνευματικές ανησυχίες του λαού μας. «Αλλά ταύτα περιττά», καθότι γνωστά για να θυμηθώ την εισαγωγή του βιβλίου (σελ. 11). Από την άλλη πλευρά, η μερίδα των «αθέων» προσλαμβάνει στη συντριπτική της πλειοψηφία το χριστιανισμό με τους όρους της δυτικής σκέψης και διανόησης αγνοώντας το κοσμοσυστημικό ελληνικό παράδειγμα: αγνοούν πεισματικά και με ιδεολογική προκατάληψη το γεγονός ότι στον ελληνικό χώρο ποτέ δεν βιώσαμε φεουδαρχία, ιερά εξέταση, θρησκευτικούς πολέμους κ.α.π. αλλά αντιθέτως κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας άκμασαν οι ελληνικές κοινότητες, τα λεγόμενα κοινά, που όπως επαρκώς έχει αποδείξει ο καθηγητής Γιώργος Κοντογιώργης ήταν αυτοδιοίκητες, ήταν «κοινωνίες εν ελευθερία». Όλα αυτά αγνοούνται παντελώς και υιοθετούνται μεταπρατικά τα δυτικά ιδεολογήματα (E. Hobsbawm, B. Anderson, J. P.Fallmerayer κλπ)
Ο συγγραφέας δεν αγνοεί ότι ζούμε σε καιρούς μεταχριστιανικούς (βλ. σελ. 11) αλλά εκείνο που θέλει να μεταδώσει στον αναγνώστη είναι η αυθεντική ορθοδοξία, η πνευματική κληρονομιά της καθ’ ημάς Ανατολής, η παρακαταθήκη της νηπτικής και ασκητικής θεολογίας των αγίων, των οσίων και όλων όσοι διέβησαν τη χαρισματική οδό μέσω των τριών σταδίων (κάθαρση, φωτισμός, θέωση, βλ. μεταξύ πολλών, σελ. 221 κ.ε.), που όμως δεν πρέπει να απολυτοποιούνται, ούτε να ιδεολογικοποιούνται.
Eνθυμούμενος τις πολυποίκιλλες παραφθορές του χριστιανισμού ο συγγραφέας παραθέτει τα παρακάτω σοφά λόγια του π. Ι. Ρωμανίδη στο οπισθόφυλλο του βιβλίου: «Αν η Ορθοδοξία ήταν αυτή που διδάσκουν τα νεοελληνικά εγχειρίδια, εγώ σήμερα θα ήμουν άθεος».Αξίζει στο σημείο αυτό να θυμηθούμε τις καίριες επισημάνσεις του Χρήστου Γιανναρά: «Ἄν ὁ Θεὸς ὁριζόταν μὲ τοὺς κανόνες τῆς συλλογιστικῆς τῶν Σχολαστικῶν, μὲ τὶς ἐπιταγὲς ἀναγκαιότητας τοῦ νευτώνειου κοσμοειδώλου, μὲ τὶς κανονιστικὲς ἀπαιτήσεις ἤ ἠθικὲς σκοπιμότητες τῶν Διαφωτιστῶν, θὰ ἦταν «θεὸς» ὑποδεέστερος καὶ τῆς ἔκπληξης τοῦ ὑποατομικοῦ πεδίου. Τὸ συμπαντικὸ θαῦμα καὶ δράμα τῆς ἐλευθερίας μεταγραμμένο σὲ ψευδαισθήσεις εἰδωλοποιημένης αὐτάρκειας. Κι ὁ ἔρωτας κενὸ στολισμένο αἰσθήματα». (Χρ. Γιανναρά, Σχόλιο στο Άσμα Ασμάτων, εκδόσεις Δόμος, Αθήνα 2003, σελ.101)
Το βιβλίο περιλαμβάνει δοκίμια του συγγραφέα που έχουν δημοσιευθεί κατά καιρούς σε διάφορα έντυπα και ιστοσελίδες στο διαδίκτυο αλλά έχουν ξαναδουλευθεί και πήραν την τελική τους μορφή στο εν λόγω έργο.
Στο Α’ μέρος του βιβλίου (σελ. 15-125) με τίτλο «Η περί Θεού επιστήμη» ο συγγραφέας προσπαθεί να προσεγγίσει το περί Θεού ερώτημα μέσα από την ορθόδοξη προοπτική. Αναλύονται εξαντλητικά πλήθος συναφών θεμάτων εκ των οποίων σταχυολογούμε ελάχιστα μόνο εν συνεχεία: α) Ο νεώτερος αθεϊσμός (σελ. 18-22), β) Η γνώση του Θεού (σελ. 19, 45 κ.ε. και αλλ.), γ) Ορθοδοξία και Δύση (σελ. 22-28), δ) Περί αγάπης (σελ. 28 κ.ε., σελ. 40 κ.ε. και αλλ.), ε) Ήθος και ηθικισμός (σελ. 30-39), στ) Το ασκητικό βίωμα στο χριστιανισμό (σελ. 50 κ.ε., σελ. 59 κ.ε.), ζ) Η αποφατική θεολογία (σελ. 52), η) Η θεολογία ως θεοπτία (σελ. 55), θ) Ψευδείς πνευματικές εμπειρίες στην ορθοδοξία (σελ. 73 κ.ε.), ι) Η διάκριση των πνευμάτων (σελ. 90 κ.ε.), ια) Περί πίστεως (σελ. 105 κ.ε.).
Στο Β΄ μέρος του βιβλίου (σελ. 129-232) με τίτλο «Ιχνηλασίες σε μύθους και αλήθεια» ο συγγραφέας αναφέρεται σε ορισμένους αντιχριστιανικούς μύθους, τους οποίους και ανατρέπει τεκμηριωμένα, ενώ παράλληλα τον απασχολούν δογματικά και λειτουργικά θέματα. Ο πιο κλασικός εξ αυτών των μύθων, που επανέφερε στο προσκήνιο προ ετών η -ήδη ξεπερασμένη- μόδα του «ντανμπραουνισμού», αναφέρει ότι δήθεν ο χριστιανισμός που ξέρουμε πήρε την τελική του μορφή στην Α’ Οικουμενική σύνοδο της Νικαίας (325) από τον Μ. Κωνσταντίνο. Ο συγγραφέας ανατρέπει με πλήρη τεκμηρίωση τον εν λόγω μύθο (σελ. 129-134).
Τα ζητήματα της τριαδολογίας και της χριστολογίας, που αποτελούν την πεμπτουσία της ορθοδόξου διδασκαλίας, απασχολούν ιδιαίτερα το συγγραφέα (σελ. 135-162). Αναφέρεται αναλυτικά στις μαρτυρίες για την Αγία Τριάδα της Βίβλου (Παλαιάς και Καινής Διαθήκης) και στις μαρτυρίες των πατέρων και εκκλησιαστικών συγγραφέων της μεταποστολικής εποχής.
Το ακανθώδες ζήτημα των σχέσεων θρησκείας και επιστήμης απασχολεί ιδιαίτερα το συγγραφέα (βλ. σελ. 162-182), ο οποίος αναφέρεται στην εικονολογική γλώσσα του βιβλίου της Γενέσεως, στους ποικίλλους ανθρωπομορφισμούς αλλά και στις σχετικές αναφορές της πατερικής ερμηνευτικής, χωρίς να παραλείπει να αναφερθεί στο απαράδεκτο του δημιουργισμού και του εξ ΗΠΑ ορμώμενου «ευφυούς σχεδιασμού» (σελ. 179). Παράλληλα τονίζει ότι θρησκεία και επιστήμη έχουν διακριτούς ρόλους και δεν πρέπει να εμπλέκεται η μια στα ζητήματα της άλλης. Διαπιστώνει ότι δεν υπάρχει απόλυτη εμμένεια στις επιστημονικές διατυπώσεις (πρβλ π.χ. κβαντομηχανική, εντροπία, απροσδιοριστία κλπ): «(…) ο επιστημονικός κόσμος συνειδητοποιεί ότι υπάρχει μια πλευρά της πραγματικότητας -η πιο θεμελιώδης- απρόσιτη στην ανθρώπινη κατανόηση, καθότι εντελώς διαφορετική από την καθημερινή μας εμπειρία(…)» (σελ. 171). Κατά συνέπεια η ενδεχομενικότητα και η πιθανότητα αμβλύνουν τις όποιες θετικιστικές βεβαιότητες, όπως χαρακτηριστικά έχει επισημάνει ο γνωστός φυσικός Paul Davies: «Η επιστήμη, μέσω της κβαντικής μηχανικής, έχει σχεδόν διαψεύσει τον ισχυρισμό ότι «κάθε συμβάν έχει μια αιτία». (…) Η συμπεριφορά των υποατομικών σωματιδίων είναι γενικά απρόβλεπτη. Δεν γίνεται να είστε σίγουροι τι πρόκειται να κάνει ένα σωματίδιο από τη μια στιγμή στην άλλη» (Paul Davies, Θεός και μοντέρνα φυσική, β’ έκδοση, εκδόσεις Κάτοπτρο, Αθήνα 2009, σελ. 67).
Το συγγραφέα απασχολούν ακόμη καίρια θέματα λειτουργικής θεολογίας (σελ. 182-197), ιεραποστολικής στην Αφρική (Ουγκάντα- Κένυα, σελ. 197-207) και σωτηριολογίας (ένα σημαντικό δοκίμιο που δημοσιεύεται στις σελ. 208-232). Σχετικά με τη «μέση κατάσταση των ψυχών» (σελ. 225 κ.ε.) υπενθυμίζουμε ότι συνιστά θεολογούμενο για την ορθόδοξη εκκλησία.
Στον Επίλογο του βιβλίου δημοσιεύεται μια λίαν ενδιαφέρουσα «Επιστολή σε γονιό, που η έφηβη κόρη του είναι έγκυος» (σελ. 233-237) και ακολουθεί αναλυτική Βιβλιογραφία. 
Συνελόντι ειπείν, το βιβλίο αποτελεί ένα εξαιρετικό οδηγό για τον αυθεντικό χριστιανισμό μακριά από παραφθορές, παραναγνώσεις, «ιδιωτικές θεολογίες», θεολογισμούς, ηθικισμούς και εστετισμούς. Θα κλείσουμε με μια σπουδαία φράση του συγγραφέα: «(…) ο άνθρωπος καθώς γίνεται άγιος, είναι ουσιαστικά ελεύθερος, άσχετα από τις εξωτερικές συνθήκες ζωής του» (σελ. 33, υποσημείωση 24). Τεράστιο το διακύβευμα. Αντέχετε;
[Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Χανιώτικα Νέα», αρ. φ. 15808/13-7-2019, σελ. 42].

Με επιτυχία ολοκληρώθηκε η Επιστημονική Ημερίδα με θέμα: «Θρησκευτική Εκπαίδευση και Σύνταγμα – Συγκλίσεις και Πολώσεις»

πάνελ 1 φογγ

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Συνάντηση με θέμα «Θρησκευτική Εκπαίδευση και Σύνταγμα – Συγκλίσεις και Πολώσεις» διοργάνωσε ο Πανελλήνιος Θεολογικός Σύνδεσμος ‘Καιρός’ σε συνεργασία με το Τμήμα Θεολογίας, το Κέντρο Αριστείας ‘Jean Monnet’ της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ και την Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου. Η εκδήλωση φιλοξενήθηκε στο Α’ Αμφιθέατρο της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης το απόγευμα της Τρίτης 9 Απριλίου 2019. Την Επιστημονική ημερίδα χαιρέτισαν ο Κοσμήτορας της Θεολογικής Σχολής καθηγητής Εκκλησιαστικού Δικαίου Θεόδωρος Γιάγκου, ο Πρόεδρος του Τμήματος Θεολογίας καθηγητής Λειτουργικής Παναγιώτης Σκαλτσής και η Αντιπρόεδρος του ‘Καιρού’, θεολόγος-εκπαιδευτικός Αικατερίνη Πενιρτζή-Ζαχαράκη.

Η εκδήλωση άρχισε με τις τοποθετήσεις ειδικών, επί του θέματος, προσκεκλημένων. Πρώτη μίλησε η αν. καθηγήτρια Θρησκειολογίας του Τμήματος Θεολογίας (ΑΠΘ) Αγγελική Ζιάκα, με θέμα: «Η κατανόηση της πολλαπλότητας του θρησκευτικού φαινομένου στα Νέα Προγράμματα του Μαθήματος των Θρησκευτικών», κατά την οποία υποστήριξε την πολλαπλή ωφελιμότητα του μαθήματος για το ελληνικό σχολείο και την ελληνική κοινωνία, ενός μαθήματος συμπεριληπτικού χωρίς διακρίσεις θρησκευτικού και ομολογιακού χαρακτήρα, και με διάθεση συμφιλιωτική μεταξύ των μαθητών και των διαφορετικών πολιτισμικών και λοιπών ‘ταυτοτικών’ τους αναφορών. Ακολούθησε η τοποθέτηση της αν. καθηγήτριας Συγκριτικής Εκπαίδευσης (ΕΚΠΑ) Εύης Ζαμπέτα, με θέμα «Ο χαρακτήρας του Μαθήματος των Θρησκευτικών μετά τις πρόσφατες αλλαγές: κοσμικός ή ομολογιακός;», κατά την οποία ισχυρίσθηκε ότι ο χαρακτήρας του μαθήματος των Θρησκευτικών παραμένει κατά κύριο λόγο ομολογιακός και με τα Νέα Προγράμματα Σπουδών. Η αν. καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου (ΑΠΘ) Λίνα Παπαδοπούλου, στην εισήγησή της με θέμα «Η ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης σύμφωνα με το άρθρο 16 του Συντάγματος», υποστήριξε τον σεβασμό της θρησκευτικής συνείδησης καθώς και τις επιφυλάξεις της κατά πόσο στο μάθημα των Θρησκευτικών οι εκπαιδευτικοί θεολόγοι σέβονται την προσωπικότητα και τη διαφορετικότητα του κάθε μαθητή, χωρίς ιδεολογικές εξουσιαστικές τάσεις και συμπεριφορές. Υποστήριξε δε το δικαίωμα των απαλλαγών και του μη κρατικού παρεμβατισμού. Ο Δρ. Νομικής και Πρωτοδίκης Διοικητικών Δικαστηρίων Στέργιος Κοφίνης, με θέμα «Το μάθημα των θρησκευτικών ενώπιον του δικαστή», αποτύπωσε την κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει το μάθημα των θρησκευτικών ενώπιον του δικαστή με τις πρόσφατες αποφάσεις του ΣτΕ, αλλά και τις προσφυγές εναντίον του από δύο εκ διαμέτρου αντίθετες ιδεολογικά ομάδες, τον μητροπολίτη Πειραιώς Σεραφείμ, την Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων (ΠΕΘ) και γονείς από τη μια και την Ένωση Αθέων και γονείς από την άλλη. Περισσότερες επεξηγήσεις επί του θέματος για την δικαστική περιπέτεια και τη φύση των αγωγών κατά του μαθήματος των Θρησκευτικών έδωσε ο επίκ. καθηγητής Αστικού Δικαίου (ΕΚΠΑ) και Δικηγόρος του ‘Καιρού’ Παναγιώτης Νικολόπουλος, με την παρέμβαση του οποίου έκλεισε ο κύκλος των τοποθετήσεων. Ο κ. Νικολόπουλος υποστήριξε σθεναρά τη θέση ότι αν και φαινομενικά οι δύο ομάδες που κινούνται κατά των Ν. Φακέλων του ΜτΘ αλλά και το θέμα των απαλλαγών, εκκινούν από τελείως διαφορετικά ιδεολογικά κριτήρια και πεποιθήσεις, στην ουσία συγκλίνουν ως προς τους στόχους, που είναι η αποδυνάμωση ή η κατάργηση του μαθήματος στο ελληνικό δημόσιο σχολείο.

κοσμήτορας 2 + κοινό

Ακολούθησε ζωηρή συζήτηση την οποία διηύθυνε, όπως και το σύνολο της εκδήλωσης, ο αν. καθηγητής Κανονικού και Εκκλησιαστικού Δικαίου του Τμήματος Θεολογίας (ΑΠΘ) Νίκος Μαγγιώρος. Κατά τη συζήτηση τοποθετήθηκαν πολλοί συνάδελφοι θεολόγοι της Β΄βάθμιας και Γ΄βάθμιας εκπαίδευσης, αλλά και ένα μέρος νομικών που παρευρέθηκαν στην εκδήλωση, η οποία ολοκληρώθηκε γύρω στις 9μμ. Οι τοποθετήσεις εστίαζαν κυρίως στον τρόπο που ο σύγχρονος κόσμος διαλέγεται με παλαιές θεολογικές ιδέες και πολώσεις γύρω από τον χαρακτήρα του μαθήματος των θρησκευτικών αλλά και της θεολογίας. Η συζήτηση έκλεισε με την τελευταία τοποθέτηση από το ακροατήριο ενός νομικού και θεολόγου, ο οποίος αφού συνεχάρη τον ‘Καιρό’ για το άνοιγμα και την ικανότητα συζήτησης με πολλούς διαφορετικούς χώρους, κάτι το οποίο είναι μάλλον αδύνατον για τον «σκληρό» πυρήνα των εκφραστών της ΠΕΘ, όπως χαρακτηριστικά είπε, υπεραμύνθηκε της διαφύλαξης του ατομικού δικαιώματος απέναντι στο κράτος και του δικαιώματος των απαλλαγών.

ΠΗΓΗ

ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ ΔΡΩΜΕΝΑ

Επιστημονική Ημερίδα με θέμα: “Θρησκευτική Εκπαίδευση και Σύνταγμα: Συγκλίσεις και Πολώσεις”

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Το Τμήμα Θεολογίας του ΑΠΘ, ο Πανελλήνιος Θεολογικός Σύνδεσμος “ΚΑΙΡΟΣ», το Κέντρο Αριστείας Jean Monnet «Ευρωπαϊκός Συνταγματισμός και Θρησκεία” και η Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου διοργανώνουν Επιστημονική Ημερίδα με θέμα: “Θρησκευτική Εκπαίδευση και Σύνταγμα: Συγκλίσεις και Πολώσεις” την Τρίτη, 9 Απριλίου 2019 και ώρα: 17:30 στη Θεολογική Σχολή του ΑΠΘ (Α΄ Αμφιθέατρο – β΄ όροφος).

Πρόγραμμα

17:30 Χαιρετισμοί

18:00 Εισηγήσεις

Αγγελική Ζιάκα, Αν. Καθ. Θρησκειολογίας ΑΠΘ, Η κατανόηση της πολλαπλότητας του θρησκευτικού φαινομένου στα Νέα Προγράμματα του Μαθήματος των Θρησκευτικών

Εύη Ζαμπέτα, Αν. Καθ. Συγκριτικής Εκπαίδευσης ΕΚΠΑ, Ο χαρακτήρας του Μαθήματος των Θρησκευτικών μετά τις πρόσφατες αλλαγές: κοσμικός ή ομολογιακός;

Λίνα Παπαδοπούλου, Αν. Καθ. Συνταγματικού Δικαίου ΑΠΘ, Η ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης σύμφωνα με το άρθρο 16 του Συντάγματος

Στέργιος Κοφίνης, Δρ. Νομικής, Πρωτοδίκης Διοικητικών Δικαστηρίων, Το μάθημα των θρησκευτικών ενώπιον του δικαστή

Παρεμβαίνει ο Παν. Νικολόπουλος, Επικ. Καθ. Αστικού Δικαίου ΕΚΠΑ

19.30 Συζήτηση

Συντονίζει ο Νίκος Μαγγιώρος, Αν. Καθ. Κανονικού και Εκκλησιαστικού Δικαίου ΑΠΘ

Συνάντηση με θέμα: «Ο Χριστιανισμός στο Σύγχρονο Κόσμο»

ΚαιρόςΟ

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Πανελλήνιος Θεολογικός Σύνδεσμος «ΚΑΙΡΟΣ» και το Τμήμα Θεολογίας του Α.Π.Θ. διοργανώνουν συνάντηση με θέμα: «Ο Χριστιανισμός στο Σύγχρονο Κόσμο» την Παρασκευή 5 Απριλίου 2019 στις 17.00 στο αμφιθέατρο Α΄ της Θεολογικής Σχολής.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ

17.00. Έναρξη – Προσέλευση Συναδέλφων

17:1.5 Χαιρετισμοί:

Θεόδωρος Γιάγκου, Καθηγητής Κανονικού Δικαίου, Κοσμήτορας Θεολογικής Σχολής ΑΠΘ

Παναγιώτης Σκαλτσής, Καθηγητής Λειτουργικής, Πρόεδρος Τμήματος Θεολογίας ΑΠΘ

Χρήστος Καρακόλης, Καθηγητής Καινής Διαθήκης ΕΚΠΑ, Πρόεδρος Καιρού

Παρεμβαίνουν:

Μιλτιάδης Κωνσταντίνου, Καθηγητής Παλαιάς Διαθήκης ΑΠΘ, Η ευθύνη των μελών της Εκκλησίας για Οικουμενική προσέγγιση στην Ελλάδα.

Στυλιανός Τσομπανίδης, Καθηγητής Οικουμενικής Κίνησης ΑΠΘ, Ο ανοικτός Ορίζοντας των Νέων Προγραμμάτων Σπουδών του Μαθήματος των Θρησκευτικών προς την πολύμορφη Οικουμένη.

Φώτιος Διαμαντής, Δάσκαλος, Θεολόγος και Συντονιστής Εκπαίδευσης, Η συνεισφορά του Μαθήματος των Θρησκευτικών στις απαιτήσεις της σύγχρονης εποχής.

18:30. Συζήτηση

Συντονίζει η Μαρία Συργιάνη, Δρ Θεολογίας, πρ. Σχολική Σύμβουλος Θεολόγων.

ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ Β΄ ΛΥΚΕΙΟΥ. Θ.Ε.5. ΗΘΙΚΗ. 5.5. Ετερότητα

https://blogs.sch.gr/akalamatas/files/2019/01/5.5.-Ετερότητα.pdf

https://blogs.sch.gr/akalamatas/files/2019/01/ΓΙΑΝΝΗΣ-ΡΙΤΣΟΣ.-1998.-«Όταν-έρχεται-ο-Ξένος».pdf

Γόνιμη συνάντηση θεολόγων καθηγητών

Γράφει ο Α. Ι. Καλαμάτας

Η υπαρξιακή συνάντηση με συναδέλφους θεολόγους, έχω την ταπεινή γνώμη, πως ένα καλό αποτέλεσμα μπορεί να έχει: το μοίρασμα της αγωνίας και της αγάπης που ο καθένας από εμάς έχει για το μάθημα των Θρησκευτικών. Αυτό σήμερα επετεύχθη στη σημερινή επιμορφωτική ημερίδα που οργάνωσε ο νέος Συντονιστής Εκπαιδευτικού Έργου Θεολόγων Βορείου Αιγαίου κ. Νίκος Ματθαίου, η οποία φιλοξενήθηκε στην αίθουσα διδασκαλίας των πρώην ΠΕΚ Μυτιλήνης. Καθ’ όλη τη διάρκεια της ημερίδας, όλοι σχεδόν οι θεολόγοι του νησιού μας που παραβρέθηκαν σ’ αυτήν, κατέθεσαν τις απόψεις τους για την πορεία του Νέου Προγράμματος Σπουδών (ΝΠΣ) στα Θρησκευτικά, επισημαίνοντας ό,τι η εφαρμογή του στις σχολικές αίθουσες έχει θετικότατα αποτελέσματα, παρότι υπάρχουν ακόμη αρκετά πρακτικά προβλήματα που, κυρίως, αφορούν τη διδακτική μεθοδολογία.

Εκείνο που κυριάρχησε στη συζήτηση ήταν το γεγονός πως εμείς οι θεολόγοι καθηγητές μπορούμε να δώσουμε εκτίμηση στους μαθητές μας, μόνο όταν εξερχόμαστε από τον εαυτό μας, δίνοντας απλόχερα την αγάπη και τον έπαινό μας προς αυτούς. Μια τέτοια στάση, άλλωστε, μπορεί να τους βοηθήσει να γίνουν καλύτεροι. Και το μάθημα των Θρησκευτικών με το ΝΠΣ, όπως βέβαια, και παλαιότερα με τα Αναλυτικά Προγράμματα Σπουδών (ΑΠΣ), δείχνει το δρόμο της προσωπικής συνάντησης δασκάλου και μαθητή, αφού πάντοτε ως πρότυπο έχει τον ίδιο τον Χριστό, ο οποίος ήλθε και μας συνάντησε εκεί που ήμασταν εμείς, για να μας πάει εκεί που αυτός Αυτός είναι.

Όλοι σχεδόν οι συνάδελφοι που βρεθήκαμε σήμερα στην παραπάνω επιμορφωτική συνάντηση θέσαμε τον δάκτυλο μας επί τον τύπο των ήλων, προσδοκώντας να τεθεί τέλος στην παρατεταμένη διχόνοια των θεολόγων καθηγητών, διότι πιστεύουμε πως όλοι ανεξαιρέτως αγαπάμε τον Θεό και το μάθημά μας και αγωνιούμε για το μέλλον του. Κατά πως λέγει κι ο Αρχιμ. Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης στα ερμηνευτικά του σχόλια στο Περί Αγάπης έργο του αγίου Μαξίμου Ομολογητή: «αγαπάς το Θεόν: Τουτέστιν, θέλεις να αγαπάς τον Θεόν; Ό,τι δης μια, δυό, τρεις φορές ότι σε δυσκολεύει στην πνευματική ζωή, καλό, κακό, συμφέρον, μη συμφέρον, πνευματικό, υλικό, ό,τι και αν είναι, δος του μια και πέταξέ το μακριά», [(2015). Περί Αγάπης: Ερμηνεία στον Άγιο Μάξιμο. Πρόλογος π. Νικόλαος Λουδοβίκος. Επιμέλεια κειμένου – Σχολιασμός Ιερόν Κοινόβιον Ευαγγελισμού της Θεοτόκου Ορμύλιας. Αθήνα: Ίνδικτος, σ. 77].

Ευχάριστο, πράγματι, γεγονός ήταν και η παρουσία της Χορωδίας Βυζαντινής Μουσικής της Ιεράς Μητροπόλεως Μυτιλήνης, Ερεσού και Πλωμαρίου, η οποία πριν αρχίζει η επιμορφωτική ημερίδα έψαλε βυζαντινούς ύμνους. Ακόμη πιο ευχάριστο ήταν το γεγονός που η ημερίδα έκλεισε με παραδοσιακή μουσική, με τραγούδια που έπαιξαν και τραγούδησαν ο Συντονιστής Θεολόγων Β. Αιγαίου κ. Νίκος Ματθαίου – αξίζει εδώ να σημειωθεί πως εκτός από θεολόγος είναι και μουσικός – και ο καθηγητής μουσικής κ. Μιχάλης Δήσσος.

Πανελλήνιος Θεολογικός Σύνδεσμος ΚΑΙΡΟΣ για την αναβάθμιση της Θρησκευτικής Εκπαίδευσης. 2η ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΘΕΟΛΟΓΩΝ ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η Ορθόδοξη Θεολογία μέσα στη νεωτερική πολιτική θεωρία και πράξη» (Αθήνα, 9-11 Νοέμβριου 2018)

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Η Ορθόδοξη Θεολογία μέσα στη νεωτερική πολιτική θεωρία και πράξη, (9-11 Νοεμβρίου 2018)· Ελληνογαλλική Σχολή Ουρσουλινών (Ψυχάρη 10, Ν. Ψυχικό).
Η συνεχιζόμενη συζήτηση για το μάθημα των Θρησκευτικών εμπεριέχει πολύ ευρύτερα ερωτήματα που αφορούν το ρόλο του θεολόγου εκπαιδευτικού, τη λειτουργία του σχολείου και τελικά τη θέση της Ορθόδοξης θεολογίας ως έλλογης έκφρασης της πραγματικότητας της εκκλησιαστικής ζωής σε μια οργανωμένη κοινωνία που έχει τις δικές της προτεραιότητες και αγωνίες σήμερα και είναι πολύ διαφορετικές σε σχέση με το παρελθόν. Ο ρόλος της θεολογίας σε μια νεωτερική πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα δεν μπορεί να εξαντλείται στην εξιδανικευτική ρητορική της «συναλληλίας» Εκκλησίας και Πολιτείας, όταν από τη μια η σύγχρονη Δημοκρατία δεν θέλει να καθορίζεται με συγκεκριμένες θρησκευτικές διαφορές, επικαλείται τα ατομικά δικαιώματα, την ουδετεροθρησκία κ.λπ, ενώ από την άλλη η σύγχρονη παγκόσμια κοινωνικοοικονομική πραγματικότητα (εντεινόμενη ανισότητα, διαφθορά στην πολιτική, πόλεμοι και περιβαλλοντική καταστροφή) διαβρώνει στην πράξη τη δημοκρατία των λέξεων και των τύπων. Η αντιμετώπιση της μετανάστευσης είναι μικρό μόνο δείγμα αυτής της αντίφασης. Η Εκκλησία και η θεολογία έχουν λόγο για την σύγχρονη πολιτική πραγματικότητα ή αρκούνται στη διάσωση «μεριδίου» εξουσίας μέσα από την οποία θα διαβουκολούν το απομονωμένο δικό τους κοινό; Αυτός πρέπει να είναι ο ρόλος του θεολόγου ή η διαφύλαξη του προφητικού διακονήματος που απευθύνεται στο σύνολο της κοινωνίας; Κι αυτός ο προφητικός λόγος είναι μάθημα θεωρητικού διδακτισμού ή πράξη και παράδειγμα; Το μάθημα των Θρησκευτικών με τη σύγχρονη μορφή και τεχνική του δεν θα διαμορφωθεί ανάλογα; Αυτά τα ερωτήματα θα συζητηθούν στην εφετινή 2η Πανελλήνια Συνάντηση Θεολόγων που διοργανώνει ο ΚΑΙΡΟΣ από 9-11 Νοεμβρίου με αναγνωρισμένους Έλληνες και ξένους διανοητές και πανεπιστημιακούς δασκάλους αλλά και νέους μαζί με πεπειραμένους συναδέλφους της τάξης στη δημιουργία παιδαγωγικών εργαστηρίων. Η συμμετοχή στο πλούσιο μα και απαιτητικό αυτό συνεδριακό πρόγραμμα πιστοποιείται με χορήγηση βεβαίωσης συμμετοχής στο τέλος των εργασιών.
Δείτε το πρόγραμμα του συνεδρίου εδώ ή εδώ

Προσεγγίζοντας την πολυπλοκότητα ενός πάντοτε επίκαιρου ζητήματος

Του ΜΙΛΤΙΑΔΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ· Καθηγητού Θεολογικής Σχολής ΑΠΘ, τέως Κοσμήτορα

Η παρουσίαση των διαφορών ενός νέου προγράμματος σπουδών σε σχέση με παρόμοια παλαιότερα φαίνεται σε πρώτη προσέγγιση να είναι μια σχετικά απλή και εύκολη διαδικασία. Αρκεί να παραλληλίσει κανείς το περιεχόμενο του νέου προγράμματος με εκείνο των παλαιοτέρων, να παρουσιάσει τις τυχόν ομοιότητες ή τις διαφορές τους και να επιχειρήσει μια όσο το δυνατόν αντικειμενικότερη αξιολόγησή τους. Αυτή η φαινομενικά απλή διαδικασία, όμως, δεν είναι εντελώς απαλλαγμένη από δυσκολίες, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για τα προγράμματα του μαθήματος των Θρησκευτικών, καθώς η αξιολόγηση δεν έχει συνήθως να κάνει με την επισήμανση κάποιων ίσως λαθών ή με την ανάδειξη κάποιων θετικών στοιχείων, αλλά κάθε θετική εκτίμηση ορισμένων σημείων ενός προγράμματος εκλαμβάνεται συχνά και ως δήλωση προτίμησης προς μια συγκεκριμένη θεολογική τάση ή, αντίθετα, κάθε αρνητική κρίση αντιμετωπίζεται με ανάλογη κακοπιστία ως απαξίωση κάποιας άλλης τάσης. Παρά τη δυσκολία αυτή, όμως, υπάρχουν κάποια κριτήρια αξιολόγησης που θα μπορούσαν να θεωρηθούν “αντικειμενικά” και αυτά θα μπορούσαν να αποτελέσουν τη βάση της προσέγγισης του ζητήματος.

Κριτήρια αξιολόγησης

Ένα ασφαλές, σύμφωνα με τα παραπάνω, κριτήριο αξιολόγησης για κάποιο πρόγραμμα είναι το κατά πόσον αυτό λαμβάνει υπόψη του την πραγματικότητα του σύγχρονου σχολείου, στο οποίο φοιτούν πλέον πολλοί μαθητές που είτε στερούνται θρησκευτικών παραστάσεων είτε είναι και αλλόθρησκοι ή αλλόδοξοι, αλλά ενδεχομένως παρακολουθούν το μάθημα των Θρησκευτικών. Δυστυχώς στο σημείο αυτό το παλιό πρόγραμμα υστερεί σημαντικά, καθώς δεν κατορθώνει να αποφύγει τον κατηχητικό και ηθικιστικό τόνο.
Ένα δεύτερο κριτήριο είναι το παιδαγωγικό. Σήμερα αναγνωρίζεται από όλους σχεδόν η σημασία της ενεργητικής συμμετοχής των μαθητών στο μάθημα. Αυτό σημαίνει ότι τα εγχειρίδια του μαθήματος θα πρέπει να αποτελούν για τον μαθητή εργαλεία δουλειάς και όχι δοκίμια που απλώς πρέπει κανείς να τα διαβάσει και ενδεχομένως να τα αποστηθίσει. Ασφαλές, κατά συνέπεια, κριτήριο για την αξιολόγηση ενός προγράμματος είναι το κατά πόσον αυτό παρέχει στον μαθητή τη δυνατότητα να επεξεργαστεί τις πληροφορίες που του προσφέρονται, και κυρίως να αντιληφθεί τη σχέση του περιεχομένου του με τον πολιτισμό και τη σύγχρονη ζωή.
Αυτό το τελευταίο συνιστά ένα γενικότερο πρόβλημα για το μάθημα των Θρησκευτικών, καθώς με τον τρόπο που συχνά διδάσκονται δημιουργείται η εντύπωση στους μαθητές, και δυστυχώς η αρχική αυτή εντύπωση μετατρέπεται σταδιακά σε πεποίθηση, ότι τα Θρησκευτικά αναφέρονται σε κάποιες αφελείς ιστορίες του παρελθόντος ή, στην καλύτερη περίπτωση, σε κάποιες αλήθειες για τον Θεό, που όμως, είτε στη μία είτε στην άλλη περίπτωση, καμιά σχέση δεν έχουν με την καθημερινή ζωή και πραγματικότητα.

Η εκκλησία ως φορέας πραγματικού πολιτισμού

Ένα άλλο πρόβλημα που προκύπτει από την πρακτική που ακολουθείται στην ελληνική πολιτική πραγματικότητα σε ό,τι αφορά το μάθημα των Θρησκευτικών αποτελεί η εντύπωση που συνειρμικά δημιουργείται στους περισσότερους ότι το συγκεκριμένο μάθημα μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο διαπραγμάτευσης ανάμεσα στην Εκκλησία και στο Κράτος. Είναι όμως προφανές και σήμερα αναγνωρίζεται αυτό από όλο και περισσότερους ανθρώπους καλής θέλησης ότι το σχολικό θρησκευτικό μάθημα δεν μπορεί να υποκαταστήσει την κατήχηση των χριστιανών νέων που γίνεται ή πρέπει να γίνεται στο πλαίσιο της ενορίας και που αποσκοπεί στην καλλιέργεια χριστιανικής συνείδησης και στην παροχή χριστιανικής παιδείας. Ένα ομολογιακό μάθημα προϋποθέτει αυτόματα την απαλλαγή των μη ορθοδόξων μαθητών από την παρακολούθησή του, πράγμα που σημαίνει ότι μια μεγάλη μερίδα των μαθητών του δημόσιου σχολείου θα στερηθεί την πρόσβαση στη γνώση της ουσιαστικότερης πολιτισμικής παράδοσης του χώρου στον οποίο ζουν, καθώς δύσκολα μπορεί κανείς να αρνηθεί ότι με τον ένα ή τον άλλο τρόπο η ορθόδοξη παράδοση εκφράζει πολιτισμικά το σύνολο σχεδόν του ελληνικού λαού, πιστών και απίστων.
Έτσι, η Εκκλησία, ως φορέας πραγματικού πολιτισμού, στηριζόμενη στη μακραίωνη παράδοσή της, στις Γραφές της και στην πίστη της, μπορεί να αποτελέσει τον παράγοντα εκείνον που θα κινητοποιήσει τον πνευματικό κόσμο να βρει το θάρρος, ώστε να προβάλλει, μέσα σε μια εποχή απόλυτου ευτελισμού και απαξίωσης του ανθρώπινου προσώπου, τις διαχρονικές ανθρώπινες αξίες της αγάπης του αλληλοσεβασμού και της αλληλεγγύης. Όμως η θρησκευτική εκπαίδευση των νεαρών μελών μιας κοινωνίας παραμένει αποκλειστική υποχρέωση του Κράτους. Σε μια εποχή απόλυτου αποπροσανατολισμού και πνευματικής αποχαύνωσης το μάθημα των Θρησκευτικών, απαλλαγμένο από τα κατηχητικά χαρακτηριστικά του, μπορεί να λειτουργήσει ως μια φωνή ελπίδας που θα αντιπαραθέσει στα σημερινά αδιέξοδα το όραμα μιας κοινωνίας χωρίς αποκλεισμούς που θα αναζητήσει μια έντιμη διέξοδο ανάμεσα από τις παγίδες της απόλυτης ατομοκρατίας του “create your own myth” από τη μια μεριά και του ολοκληρωτισμού στον οποίο οδηγεί ο φονταμενταλισμός από την άλλη.

ΠΗΓΗ

Η ΕΠΟΧΗ

Μητροπολίτης Μεσσηνίας Χρυσόστομος: «Όποιος υπονομεύει τον διάλογο μεταξύ Εκκλησίας – Πολιτείας εξυπηρετεί ιδιοτελή συμφέροντα»

Τη θέση του για τη σημασία του Μαθήματος των θρησκευτικών σε μια σύγχρονη ευρωπαϊκή κοινωνία, καθώς και τον ρόλο του διαλόγου μεταξύ Εκκλησίας και Πολιτείας, αναλύει σε επιστολή του προς τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο και τους Συνοδικούς Αρχιερείς ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας Χρυσόστομος.

 Διαβάστε την επιστολή εδώ: ORTHODOXIA INFO

ΣΥΝΑΞΗ· τχ. 147 (Ιούλιος – Σεπτέμβριος 2018): Τεχνολογία και Ανθρωπολογία: Μια κρίσιμη σχέση.