Του ΤΑΚΗ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΥ
Ο κ. Μπαμπινιώτης στο άρθρο του της περασμένης Κυριακής –«Γλωσσική ακηδία, ένα μείζον θέμα»– περιορίστηκε στο ζήτημα της χρήσης ξένων λέξεων. Προσωπικά, δεν έχω αντίρρηση στις ελληνοποιήσεις, αρκεί να μη σου βγάζουν το μάτι με την επιτήδευσή τους. Προτιμώ να χρησιμοποιώ τη λέξη διαδίκτυο αντί για ιντερνέτ, για παράδειγμα, λέξη που τη χρωστάμε στον κ. Μπαμπινιώτη. Το θέμα, όμως, δεν είναι εκεί.
Κανείς δεν μπορεί να κατηγορήσει τους δύο αιώνες του νεοελληνικού κράτους για γλωσσική «ακηδία». Αντιθέτως· ήταν τέτοιο το ενδιαφέρον μας για τους τύπους της γλώσσας, που ώς και νεκρούς είχαμε. Μπορεί να πέφτω έξω, αλλά δεν ξέρω άλλο ευρωπαϊκό έθνος που να επιδόθηκε με τέτοιο πείσμα σε γλωσσικό εμφύλιο όπως εμείς με την καθαρεύουσα και τη δημοτική. Μόνο για ακηδία δεν μπορείς να κατηγορήσεις τον Μιστριώτη. Όμως πόση ζημιά έκανε στην καθαρεύουσα και κατ’ επέκταση στα ελληνικά; Ο Συκουτρής αποκαλούσε τον Παναγή Λορεντζάτο «Μιστριώτη της δημοτικής». Εννοούσε πολύ απλά ότι το ζήτημα δεν είναι η δημοτική ή η καθαρεύουσα. Το ζήτημα είναι οι τυπολάτρες που τις υπηρετούν. Η ρυθμιστική τυπολατρία που στεγνώνει τη γλώσσα απ’ τους χυμούς του αισθητηρίου και του αισθήματος. Όπως έλεγε και πάλι ο Συκουτρής: Ο 19ος αιώνας έβγαλε φιλολόγους. Φιλόσοφους δεν έβγαλε. Παραφράζοντάς τον να πω: Λεξικά έχουμε. Τη γλώσσα ψάχνουμε.
Πρόσφατο παράδειγμα. Μια βουλευτής η οποία αποκάλεσε τον κ. Μητσοτάκη «επιδειξία» ενώ ήθελε να τον αποκαλέσει «επιδειξιομανή». Το λεξικό Μπαμπινιώτη, όπως και το λεξικό Δημητράκου τις δίνουν συνώνυμες. Το «Χρηστικό λεξικό της Ακαδημίας» ξεχωρίζει τον επιδειξία ως ψυχιατρικό όρο, που σημαίνει όποιον αρέσκεται να επιδεικνύει τα όργανά του. Πέρα από τα λεξικά, όμως, υπάρχει και το γλωσσικό αισθητήριο. Αυτό που σου επιτρέπει να διαχωρίζεις τον έναν από τον άλλο. Και οι δύο μπορεί να φορούν «γκαμπαρντίνα». Ο επιδειξιομανής τη φοράει για να επιδείξει την κομψότητά του – κάτι ευγενές και μάλλον συμπαθές. Ο επιδειξίας για να επιδείξει ό,τι κρύβεται μέσα της – κάτι αγενές και σαφώς απεχθές. Ε ναι, οι λέξεις δημιουργούν αίσθημα.
Στο λεξικό Μπαμπινιώτη, στη λέξη «φιλέλληνας» αναφέρονται οι σημασίες της. Στο τέλος υπάρχει το σχόλιο που δίνει παράδειγμα λέξεων οι οποίες σχηματίζονται με τον ίδιο τρόπο. Εκεί βλέπουμε τη λέξη «φιλόζωος». Θα μπορούσε να γράψει «φιλότεχνος», «φιλόμουσος» ή «φιλανθής», όμως έγραψε «φιλόζωος». Όσο και αν βιάζεσαι, την ώρα που το γράφεις κάτι σε τσιμπάει. Ε ναι, οι λέξεις δημιουργούν αίσθημα.
Το γλωσσικό αίσθημα μπορεί να είναι άυλη αξία, όμως δεν είναι μεταφυσική. Είναι του κόσμου τούτου. Δημιουργείται και καλλιεργείται από τα έργα των ανθρώπων, τη σκέψη τους και την ευαισθησία τους. Τράπεζά του είναι η λογοτεχνία. Με την ευρεία σημασία της. Όχι μόνον η ποίηση ή η πεζογραφία, αλλά και η ιστορία, η φιλοσοφία, οι επιστήμες, η πολιτική ή η δημοσιογραφία. Τα ελληνικά δεν κινδυνεύουν απ’ το lockdown, το kickboxing ή το τένις, που έχει αντικαταστήσει την αντισφαίριση της εφηβείας μου. Τα ελληνικά κινδυνεύουν από την απονέκρωση των αισθητηρίων τους οργάνων.
Και για την απονέκρωση αυτή ευθύνεται κατά μείζονα λόγο η εκπαίδευση. Διδάσκονται ως άχθος αρούρης. Σαν ένα σύνολο από κανόνες που ρυθμίζουν τη χρήση τους. Από τον Κοραή ώς σήμερα αφορίζουμε για τους κανόνες, αλλά δεν αναρωτιόμαστε για τη χρήση τους. Πώς θα πείσουμε το Ελληνόπουλο ότι χρειάζεται να μάθει ελληνικά όχι μόνον επειδή είναι υποχρέωσή του, αλλά επειδή μπορεί να απολαύσει και κείμενα και σκέψεις για τον εαυτό του και τον κόσμο;
Ο κ. Μπαμπινιώτης έχει καθιερωθεί ως ο λαϊκός ηγέτης της ελληνικής γλώσσας. Φτιάχνει λέξεις, φτιάχνει ορθογραφία και ορίζει δασμούς εισαγωγής. Τα λεξικά του θεωρούνται εργαλείο εκ των ων ουκ άνευ για τους εκπαιδευτικούς. Τους προσφέρει σαφείς οδηγίες συναρμολόγησης για τις εκθέσεις ιδεών. Επιτίθεται στο «Χρηστικό λεξικό της Ακαδημίας» διότι θεωρεί ότι το δικό του έργο έχει κλείσει οριστικά και διά παντός το θέμα.
Η γλώσσα μας έζησε έναν εμφύλιο κοντά δύο αιώνων για να αποφασίσει για την τρίτη κλίση και το απαρέμφατο. Οι τύποι της γλώσσας είναι σημαντικότεροι απ’ την ίδια τη γλώσσα. Και πού βρίσκεται η γλώσσα πέρα από τους τύπους της; Την απάντηση τη δίνει ο Ελύτης: «Όπου κι αν βρίσκεστε αδελφοί μνημονεύετε Διονύσιο Σολωμό και μνημονεύετε Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη».
Ο Μπαμπινιώτης εξαντλεί το κύρος του για να επαναφέρει τη φροντίδα στους τύπους. Ως ταλαντούχος λαϊκός ηγέτης, ξέρει ότι απευθύνεται σε όσους έχουν χάσει το γλωσσικό τους αίσθημα. Και τους ρίχνει σωσίβια. Δεν χρειάζεται να διαβάσεις Παπαδιαμάντη όταν έχεις στο γραφείο σου Μπαμπινιώτη.
ΠΗΓΗ