Αρχείο ετικέτας Αδαμάντιος Κοραής

Κοραής: Βοηθήστε μας, ευτυχείς Αμερικανοί

Του ΤΑΚΗ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΥ

«Βοηθήστε μας, ευτυχείς Αμερικανοί. Δεν είναι ελεημοσύνη που ζητάμε. Αλλά σας προσφέρουμε κι εμείς ένα τρόπο να αυξήσετε τη δική σας ευτυχία». Eτσι καταλήγει η επιστολή του Αδαμάντιου Κοραή στον Τόμας Τζέφερσον. Την έχει γράψει από το Παρίσι στις 10 Ιουλίου του 1823. Ο Κοραής είναι 75 ετών. Έχει εκδώσει ήδη πολλούς τίτλους στην «Ελληνική Βιβλιοθήκη» του, βιβλιοθήκη κειμένων της κλασικής ελληνικής γραμματείας, από τον Πλούταρχο ώς τον Αριστοτέλη και τον Ιπποκράτη. Σε επόμενη επιστολή του θα παραπονεθεί για τον κάματο της υγείας του. Ο Τζέφερσον είναι 80. Εχει αποσυρθεί από την πολιτική από το 1809. Αφού εξάντλησε τη δεύτερη προεδρική του θητεία ως τρίτος πρόεδρος των ΗΠΑ. Το 1823 τον απασχολεί το πανεπιστήμιο που ο ίδιος έχει ιδρύσει στη Βιρτζίνια. Είναι το πρώτο εκπαιδευτικό ίδρυμα στην πολιτεία του όπου ισχύει η αρχή της ανεξιθρησκίας. Οι φοιτητές δεν υποχρεούνται να ορκισθούν σε κάποια από τις κυρίαρχες προτεσταντικές σέχτες για να γίνουν δεκτοί. Αρκεί να έχουν «λειτουργική» γνώση των αρχαίων ελληνικών και των λατινικών. Κοινώς αρκεί να μπορούν να διαβάσουν ένα κείμενο στα λατινικά ή στα αρχαία ελληνικά.

Τις πληροφορίες τις αντλώ από το τελευταίο τεύχος της επιθεώρησης Athens Review of Books. Σ’ αυτό ο ομότιμος καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας Περικλής Βαλλιάνος παρουσιάζει για πρώτη φορά μεταφρασμένη στα ελληνικά την αλληλογραφία του Αδαμάντιου Κοραή με τον Τόμας Τζέφερσον, συνοδεύοντάς τη με εκτενή σχολιασμό για τον ελληνικό Διαφωτισμό και το πνευματικό κίνημα του «αντι-κοραϊσμού» που τον συνόδευσε. Και βέβαια, αναφερόμενος στον ελληνικό Διαφωτισμό, δεν μπορεί να μην αναφέρει τον πιο έγκυρο μελετητή του, τον Πασχάλη Κιτρομηλίδη: «Πώς άραγε συνέβη η έκλειψη από το ευρωπαϊκό προσκήνιο μιας μορφής στην οποία αναφερόταν διαρκώς ο 19ος αιώνας; Μια απάντηση θα ήταν: ο εξοστρακισμός της από την ίδια της την πατρίδα». Όντως, έχοντας εμπειρία από τις εκδόσεις των αρχαίων στα γαλλικά «Belles Lettres», οι αναφορές των σχολιαστών στον Κοραή είναι στην ημερήσια διάταξη. Ας πούμε όμως ότι όλ’ αυτά ανήκουν στην Ιστορία μας. Δεν το λέω για να υποβαθμίσω τη σημασία τους. Το λέω για να τα βάλω στη θέση τους. Το ζητούμενο δεν είναι ο Κοραής. Το ζητούμενο είναι ο τρόπος που ένας Ελληνας βλέπει τη χώρα του, η οποία, όταν γράφει τις επιστολές του, δεν υπάρχει ακόμη. Η Ελλάδα του Κοραή είναι μια εν δυνάμει πραγματικότητα, σε αντίθεση με την εμπράγματη Ελλάδα του Μακρυγιάννη. Για τον Κοραή η δύναμη που θα οδηγήσει την Ελλάδα στο «εν δυνάμει» της είναι η παιδεία της. Ως παιδεία, δε, αντιλαμβάνεται την κλασική σκέψη, απ’ τα Νικομάχεια Ηθικά του Αριστοτέλη ώς τον Ιπποκράτη.

Όποιος ενδιαφέρεται για την αλληλογραφία Κοραή με τον Τζέφερσον ας ανατρέξει στο τελευταίο τεύχος της επιθεώρησης Athens Review of Books. Έχει ενδιαφέρον από πολλές απόψεις. Φαντασθείτε σήμερα έναν  Έλληνα λόγιο που συναντάει σ’ ένα δείπνο στο Παρίσι έναν πρόεδρο των ΗΠΑ και στη συνέχεια του στέλνει επιστολές για να του ζητήσει να τον βοηθήσει στην οργάνωση του πολιτεύματος της πατρίδας του. Και εκείνος του απαντάει. Αδιανόητο; Μάλλον αδιανόητο.

Δεν ήταν όμως αδιανόητο ούτε για τον Κοραή ούτε για τον Τζέφερσον. Κι όταν ο Τζέφερσον παίρνει τις επιστολές του Κοραή που τον γνώρισε στο Παρίσι μπορεί να τις διαβάσει και να τις καταλάβει, διότι το αίτημά τους έχει κοινή αναφορά με τα δικά του αιτήματα: «Φόρο τιμής προς τα Πνεύματα του Ομήρου σας, του Δημοσθένους σας και προς τον λαμπρό αστερισμό των Σοφών και των Ηρώων των οποίων το αίμα τρέχει ακόμη στις φλέβες σας».

Και πάνω στην κοινή αναφορά στήνει το οικοδόμημα της διαφοράς. Ελευθερία της θρησκείας, ελευθερία του προσώπου, ελευθερία του Τύπου. Στην εκπνοή των άπνοων εορτασμών για τα διακόσια χρόνια, η αλληλογραφία Κοραή και Τζέφερσον αναδεικνύει την πνοή μιας δυναμικής Ελλάδας, της Ελλάδας του Διαφωτισμού.

ΠΗΓΗ: Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄. Διακόσια χρόνια από τον απαγχονισμό του

Του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΑΣΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΥ· Θεολόγου Καθηγητή

Στις 10 Απριλίου 1821 ήταν Κυριακή του Πάσχα. Μετά από τη Θεία Λειτουργία, ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄ συνελήφθη από τους Οθωμανούς. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας τον κρέμασαν στην κεντρική πύλη του Πατριαρχείου. Έκτοτε, η πύλη αυτή βάφτηκε σε μαύρο χρώμα και δεν έχει ανοίξει ξανά σε ένδειξη πένθους.

Ακόμη και σήμερα η προσωπικότητα και το έργο του Γρηγορίου (κυρίως ο “αφορισμός” του Υψηλάντη και των άλλων επαναστατών) δέχεται κριτική (ως εδώ καλά) και αρκετά συχνά κακόπιστη και παραθεωρώντας πηγές και μαρτυρίες (λέγε με “ιστορική αναθεώρηση”, επειδή έτσι το θέλει η ιδεολογία μου). Εδώ όχι καλά.

Τα “δήγματα” εναντίον του Γρηγορίου είχαν αρχίσει από την εποχή του. Είναι γνωστή η φαρμακερή ατάκα του Κοραή (σημαντική η δράση του, αλλά έως ενός σημείου). Πολυαγαπημένο παιδί των σημερινών ιστορικών αναθεωρητών, κυρίως επειδή τα “έχωνε” στην Εκκλησία. Λίγες ημέρες μετά τον απαγχονισμό του Πατριάρχη, ο Κοραής (παλιός γνώριμος του Γρηγορίου από την εποχή της Σμύρνης) έγραψε σε επιστολή του: “Ω, τον ηλίθιον Σουλτάνον. Τους φίλους του σφάζει, αντί να τους φορέσει καυτάνι”.

Το ότι βέβαια ο Κοραής ζούσε στην ασφάλεια του σαλονιού του στο Παρίσι και όχι στην καυτή ανάσα του Σουλτάνου, όπως ο Γρηγόριος, θα το συνυπολογίσουμε;

Το ότι ο Κοραής ήταν ένας διανοητής και φιλόλογος και ο Γρηγόριος (ως Πατριάρχης των Ρουμ) υπεύθυνος για όλους τους Χριστιανούς, τους οποίους ο Σουλτάνος απειλούσε με γενική σφαγή, θα το υπολογίσουμε;

Εμείς οι σύγχρονοι (γνωστοί για …τον ηρωισμό μας) τι θα κάναμε εάν είχαμε τη θέση του Γρηγορίου; Θα πηγαίναμε με θάρρος στο Σουλτάνο (από τους πιο αιμοβόρους σε όλη τη διάρκεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας) και θα του λέγαμε “η Επανάσταση θα γίνει, θες δεν θες”; Υπό το βάρος μάλιστα τόσων σφαγών για προηγούμενες Επαναστάσεις, που είχαν καταπνιγεί στο αίμα; Θα ανοίγαμε και την Αγιά Σοφιά να κάνουμε την πρώτη Θεία Λειτουργία και να εκπληρώσουμε τις λαϊκές προφητείες; Τσάμπα ερμηνείες “ηρωισμού”, αφού ήδη γνωρίζουμε τα αποτελέσματα; Και τελικά οι Τούρκοι γιατί κρέμασαν τον Γρηγόριο στην κεντρική πύλη του Πατριαρχείου, αφού ήταν “δικός τους άνθρωπος”; Για πλάκα ή επειδή κατάλαβαν το αυτονόητο, ότι δηλαδή ο αφορισμός ήταν υπεκφυγή και διπλωματικός ελιγμός για να αποσοβηθεί η γενική σφαγή του λαού στην Κωνσταντινούπολη ως αντίποινα; Και γιατί κανείς (αν και Ορθόδοξοι Χριστιανοί) δεν πήρε στα σοβαρά τον αφορισμό; Ούτε καν οι “αφορισμένοι”;

Η τραγική (όντως) ειρωνεία του θέματος είναι ότι οι Οθωμανοί κατάλαβαν περισσότερα από όσα κάποιοι καταλαβαίνουν ακόμη και σήμερα. Στη διαταγή για τον απαγχονισμό του Πατριάρχη, την οποία κρέμασαν στο λαιμό του, έγραφαν μεταξύ των άλλων: “διέπραξε ξεκάθαρα μια πράξη προδοσίας και όντας Μοραϊτης στην καταγωγή, συμμετείχε στη στάση που ξέσπασε ανάμεσα στο ποίμνιό του”. Προδότης ο Γρηγόριος για τους Οθωμανούς, προδότης και για τους ιστορικούς αναθεωρητές!!

Ας δούμε και τον αφορισμό του Υψηλάντη, όπως ακριβώς είναι: ένα εκκλησιαστικό κείμενο με θεολογικές αναφορές. Και όταν εξετάζουμε ένα ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟ κείμενο, θα πρέπει να το μελετάμε με τις προδιαγραφές του. Όπως συμβαίνει με τα Νομικά, Ιατρικά και τα λοιπά. Αλλιώς τα κακοποιούμε.

Μεγάλη συζήτηση για την οποιαδήποτε σχέση (αν υπάρχει) ιστορικών και ιστοριολογούντων με τα εκκλησιαστικά κείμενα, τη θεολογική γλώσσα και τις θεολογικές και ποιμαντικές προϋποθέσεις σύνταξης και ερμηνείας τους. Αρκετά συχνά διαβάζουμε και ακούμε τα απίστευτα, σε σημείο να τραβάμε τα μαλλιά μας (και κάποιοι έχουμε πολλά…).

Μεγάλη συζήτηση και: 

α) για το “πάσα ψυχή εξουσίαις υπερεχούσαις υποτασσέσθω” (προς Ρωμαίους, κεφ. 13,1) του Αποστόλου Παύλου (ας μην ξεχνάμε ότι και ο Χριστός απογοήτευσε τους Ιουδαίους ζηλωτές, που ως Μεσσίας δεν κίνησε εξέγερση εναντίον των κατακτητών και απίστων Ρωμαίων),

β) για τους χαρακτηρισμούς “προδότης”, “ήρωας”, όταν αποδίδονται σε εκκλησιαστικά πρόσωπα κατά τη διάρκεια ενόπλων εξεγέρσεων, 

γ) για τα σύνορα και για την προάσπισή τους και 

δ) γενικότερα για την απώλεια οποιασδήποτε ζωής και για οποιοδήποτε λόγο με βάση την ορθόδοξη θεολογία. 

Μεγάλα θέματα που κάποια στιγμή πρέπει να ανοίξουν.

Ας επιστρέψουμε στον αφορισμό του Υψηλάντη από τον Γρηγόριο. Εκκλησιαστικός αφορισμός λοιπόν με ενεργητική διάθεση δεν υπάρχει. Μόνο με παθητική. Στη διάρκεια του Βυζαντίου όμως και κυρίως κατ΄επίδραση της Δύσης υπάρχουν κι άλλοι “αφορισμοί”, κυρίως για πολιτικούς, αλλά και προσωπικούς λόγους. Στην Τουρκοκρατία ακόμη και πρωτοπαπάδες “αφόριζαν” για να αποτρέπουν τους Χριστιανούς να λύνουν τις διαφορές του στους Τούρκους καδήδες. Ο “αφορισμός” του Υψηλάντη (για την ιστορική ακρίβεια ήταν δυο οι “αφορισμοί”) είχε πολλές ασάφειες και διατυπώσεις, που για τους γνώστες (πλην των Οθωμανών) ήταν ευκρινείς. Ο Σουλτάνος μάλιστα δεν εμπιστευόταν τον Πατριάρχη και γι’ αυτό έστειλε και δικούς του Τουρκοκρητικούς, που γνώριζαν την ελληνική γλώσσα, για να παρακολουθούν τις δυο συνόδους.

Περί της εγκυρότητας (από εκκλησιαστικής και κανονικής πλευράς) του “αφορισμού” του Υψηλάντη έχει γράψει ολόκληρο βιβλίο ο Πέτρος Γεωργαντζής. (Ο “αφορισμός” του Αλέξανδρου Υψηλάντη, εκδ. Παρουσία, Καβάλα 1988). Εξαιρετικά σύντομα αναφέρω το συμπέρασμα της παραπάνω μελέτης ότι ένας αφορισμός για να έχει εγκυρότητα αναφέρεται κυρίως σε αιρετικούς που διαδίδουν αιρετικές απόψεις σε θεολογικά ζητήματα. Απαιτείται κλήτευση του αιρετικού σε Σύνοδο, όπου οι Συνοδικοί ενεργούν ελεύθερα και με το θάρρος της γνώμης. Επίσης, το κείμενο του αφορισμού “πρέπει να είναι οπωσδήποτε διατυπωμένο σε έγκλιση οριστική απλή και όχι δυνητική ή ευχετική, χρόνο δε ενεστώτα παροντικό ή άχρονο και όχι αποπειρατικό, και σε β’ πρόσωπο”.

Ο καθένας καταλαβαίνει ότι όλα αυτά δεν ίσχυσαν στην περίπτωση του Υψηλάντη και των άλλων επαναστατών με το πρόσθετο στοιχείο ότι η Πατριαρχική Σύνοδος, εκτός του ότι δεν ήταν ανεπηρέαστη, επίτηδες δεν είχε και απαρτία.

Δυο μικρά σχόλια για τις άλλες δυο αφοριστικές εγκυκλίους του Γρηγορίου: τη μία το 1798 κατά των Γάλλων του Ναπολέοντα, που είχαν καταλάβει τα Επτάνησα και την άλλη το 1819 κατά των Μαθηματικών και της Φυσικής.

Με τον Ναπολέοντα είχε θορυβηθεί όλος ο ευρωπαϊκός κόσμος και κυρίως η Ρωσία και η Οθωμανική Αυτοκρατορία, που είχαν μάλιστα συμφωνήσει και για κοινή στρατιωτική δράση στα Επτάνησα και στη Δυτική Στερεά Ελλάδα, προκειμένου να εκδιώξουν τους Γάλλους. Τι εγκύκλιο έπρεπε να στείλει ο Πατριάρχης; Καλώς τον Ελευθερωτή; Επίσης, από ποιούς να ελευθερωθούν οι Επτανήσιοι (και τους απέτρεπε ο Γρηγόριος); Από τους Οθωμανούς; Έλεος πια! Σε όσους έχω διαβάσει για την εγκύκλιο του 1798 αποκρύπτουν (εντέχνως και πονηρώς) ότι στα Επτάνησα ΔΕΝ ΥΠΗΡΧΕ οθωμανική κατοχή. Επίσης, αποκρύπτουν ότι η εγκύκλιος του Γρηγορίου και οι μετέπειτα κινήσεις του απέτρεψαν την παρουσία Οθωμανικού Στρατού στην περιοχή για κατάπνιξη τυχόν εξεγέρσεων. Βρε, τι προδότης είναι αυτός!! Να σημειωθεί επίσης ότι οι Γάλλοι ήταν φορείς αθεϊστικών και κατά του κλήρου ιδεών (κατά του Ρωμαιοκαθολικισμού βέβαια, αφού αυτή την εμπειρία είχαν και όχι της Ορθόδοξης Εκκλησίας). Ας θυμηθούμε επίσης ότι ο Γρηγόριος ήταν Πατριάρχης των Ορθοδόξων Χριστιανών και όχι στρατιωτικός διοικητής (αν και η δράση του στα Επτάνησα είχε στρατηγική).

Σχετικά με την εγκύκλιο του 1819: Η συνήθης τακτική των ιστορικών αναθεωρητών είναι να αναφέρονται γενικώς στο Διαφωτισμό. Ο ευρωπαϊκός διαφωτισμός (ως μετακένωση του υστεροβυζαντινού – τα περιγράφει άψογα ο καθηγητής του Παντείου Γ. Κοντογιώργης) είχε ουσιώδεις διαφορές με τον λεγόμενο Νεοελληνικό, κυρίως σε επίπεδο προσώπων, αλλά και ιδεών. Οι Ευρωπαίοι Διαφωτιστές ήταν στην πλειοψηφία τους άθεοι και κατά του κλήρου (έχοντας την εμπειρία του Ρωμαιοκαθολικισμού – επαναλαμβάνω), ενώ οι Έλληνες Διαφωτιστές ήταν κυρίως ορθόδοξοι και οι περισσότεροι κληρικοί.

Παρόλα αυτά, η διδασκαλία των θετικών επιστημών εκείνα τα χρόνια είχε έναν ακόμη “κίνδυνο” για τους Ορθοδόξους. Ή τουλάχιστον έτσι το έβλεπαν στο Φανάρι. Να αποτελέσει έναν ακόμη Δούρειο Ίππο για την επέκταση του προτεσταντικού μισσιοναρισμού (κυρίως) και για την Ρωμαιοκαθολική (κυρίως ουνιτική) εισβολή στους ορθοδόξους πληθυσμούς. Ο Γρηγόριος Ε΄ ήταν Πατριάρχης των Ρωμιών, όχι καθηγητής Πανεπιστημίου. Το ποίμνιό του ήθελε να διαφυλάξει από τον “κίνδυνο” (με τα τότε δεδομένα).

Οι διώξεις κατά κάποιων Διαφωτιστών δεν είχαν καμιά σχέση με το σχέδιο του γενικού ξεσηκωμού. Έγιναν για την προάσπιση του ορθοδόξου δόγματος (καλώς ή κακώς) και σύμφωνα με τα δεδομένα της εκκλησιαστικής παιδείας της εποχής. Για παράδειγμα, ο ιερέας Θεόφιλος Καϊρης ανακάτευε την ορθόδοξη θεολογία με το θεοσοφισμό. Ήταν λοιπόν αυτονόητο  ότι θα τον εγκαλέσει η ανωτέρα προϊσταμένη του αρχή. Επίσης, δεν έγιναν για να κρατούν τον κόσμο σε γενική αμάθεια. Ένα απλό γκουγκλάρισμα “Ο Γρηγόριος Ε΄ και η παιδεία” θα δώσει άφθονο υλικό σε κάθε καλοπροαίρετο αναγνώστη.

Αρκεί (και σε αυτό και σε όλα τα παραπάνω) να συνεκτιμά τρεις συντεταγμένες: τις πηγές, τα δεδομένα της εποχής και την ιδιότητα του Γρηγορίου.

ΠΗΓΗ

Εκπαιδευτικές και Θεολογικές Αταξίες

Μπαμπινιώτη έχουμε, τον Παπαδιαμάντη χάσαμε

Του ΤΑΚΗ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΥ

Ο κ. Μπαμπινιώτης στο άρθρο του της περασμένης Κυριακής –«Γλωσσική ακηδία, ένα μείζον θέμα»– περιορίστηκε στο ζήτημα της χρήσης ξένων λέξεων. Προσωπικά, δεν έχω αντίρρηση στις ελληνοποιήσεις, αρκεί να μη σου βγάζουν το μάτι με την επιτήδευσή τους. Προτιμώ να χρησιμοποιώ τη λέξη διαδίκτυο αντί για ιντερνέτ, για παράδειγμα, λέξη που τη χρωστάμε στον κ. Μπαμπινιώτη. Το θέμα, όμως, δεν είναι εκεί.

Κανείς δεν μπορεί να κατηγορήσει τους δύο αιώνες του νεοελληνικού κράτους για γλωσσική «ακηδία». Αντιθέτως· ήταν τέτοιο το ενδιαφέρον μας για τους τύπους της γλώσσας, που ώς και νεκρούς είχαμε. Μπορεί να πέφτω έξω, αλλά δεν ξέρω άλλο ευρωπαϊκό έθνος που να επιδόθηκε με τέτοιο πείσμα σε γλωσσικό εμφύλιο όπως εμείς με την καθαρεύουσα και τη δημοτική. Μόνο για ακηδία δεν μπορείς να κατηγορήσεις τον Μιστριώτη. Όμως πόση ζημιά έκανε στην καθαρεύουσα και κατ’ επέκταση στα ελληνικά; Ο Συκουτρής αποκαλούσε τον Παναγή Λορεντζάτο «Μιστριώτη της δημοτικής». Εννοούσε πολύ απλά ότι το ζήτημα δεν είναι η δημοτική ή η καθαρεύουσα. Το ζήτημα είναι οι τυπολάτρες που τις υπηρετούν. Η ρυθμιστική τυπολατρία που στεγνώνει τη γλώσσα απ’ τους χυμούς του αισθητηρίου και του αισθήματος. Όπως έλεγε και πάλι ο Συκουτρής: Ο 19ος αιώνας έβγαλε φιλολόγους. Φιλόσοφους δεν έβγαλε. Παραφράζοντάς τον να πω: Λεξικά έχουμε. Τη γλώσσα ψάχνουμε.

Πρόσφατο παράδειγμα. Μια βουλευτής η οποία αποκάλεσε τον κ. Μητσοτάκη «επιδειξία» ενώ ήθελε να τον αποκαλέσει «επιδειξιομανή». Το λεξικό Μπαμπινιώτη, όπως και το λεξικό Δημητράκου τις δίνουν συνώνυμες. Το «Χρηστικό λεξικό της Ακαδημίας» ξεχωρίζει τον επιδειξία ως ψυχιατρικό όρο, που σημαίνει όποιον αρέσκεται να επιδεικνύει τα όργανά του. Πέρα από τα λεξικά, όμως, υπάρχει και το γλωσσικό αισθητήριο. Αυτό που σου επιτρέπει να διαχωρίζεις τον έναν από τον άλλο. Και οι δύο μπορεί να φορούν «γκαμπαρντίνα». Ο επιδειξιομανής τη φοράει για να επιδείξει την κομψότητά του – κάτι ευγενές και μάλλον συμπαθές. Ο επιδειξίας για να επιδείξει ό,τι κρύβεται μέσα της – κάτι αγενές και σαφώς απεχθές. Ε ναι, οι λέξεις δημιουργούν αίσθημα.

Στο λεξικό Μπαμπινιώτη, στη λέξη «φιλέλληνας» αναφέρονται οι σημασίες της. Στο τέλος υπάρχει το σχόλιο που δίνει παράδειγμα λέξεων οι οποίες σχηματίζονται με τον ίδιο τρόπο. Εκεί βλέπουμε τη λέξη «φιλόζωος». Θα μπορούσε να γράψει «φιλότεχνος», «φιλόμουσος» ή «φιλανθής», όμως έγραψε «φιλόζωος». Όσο και αν βιάζεσαι, την ώρα που το γράφεις κάτι σε τσιμπάει. Ε ναι, οι λέξεις δημιουργούν αίσθημα.

Το γλωσσικό αίσθημα μπορεί να είναι άυλη αξία, όμως δεν είναι μεταφυσική. Είναι του κόσμου τούτου. Δημιουργείται και καλλιεργείται από τα έργα των ανθρώπων, τη σκέψη τους και την ευαισθησία τους. Τράπεζά του είναι η λογοτεχνία. Με την ευρεία σημασία της. Όχι μόνον η ποίηση ή η πεζογραφία, αλλά και η ιστορία, η φιλοσοφία, οι επιστήμες, η πολιτική ή η δημοσιογραφία. Τα ελληνικά δεν κινδυνεύουν απ’ το lockdown, το kickboxing ή το τένις, που έχει αντικαταστήσει την αντισφαίριση της εφηβείας μου. Τα ελληνικά κινδυνεύουν από την απονέκρωση των αισθητηρίων τους οργάνων.

Και για την απονέκρωση αυτή ευθύνεται κατά μείζονα λόγο η εκπαίδευση. Διδάσκονται ως άχθος αρούρης. Σαν ένα σύνολο από κανόνες που ρυθμίζουν τη χρήση τους. Από τον Κοραή ώς σήμερα αφορίζουμε για τους κανόνες, αλλά δεν αναρωτιόμαστε για τη χρήση τους. Πώς θα πείσουμε το Ελληνόπουλο ότι χρειάζεται να μάθει ελληνικά όχι μόνον επειδή είναι υποχρέωσή του, αλλά επειδή μπορεί να απολαύσει και κείμενα και σκέψεις για τον εαυτό του και τον κόσμο;

Ο κ. Μπαμπινιώτης έχει καθιερωθεί ως ο λαϊκός ηγέτης της ελληνικής γλώσσας. Φτιάχνει λέξεις, φτιάχνει ορθογραφία και ορίζει δασμούς εισαγωγής. Τα λεξικά του θεωρούνται εργαλείο εκ των ων ουκ άνευ για τους εκπαιδευτικούς. Τους προσφέρει σαφείς οδηγίες συναρμολόγησης για τις εκθέσεις ιδεών. Επιτίθεται στο «Χρηστικό λεξικό της Ακαδημίας» διότι θεωρεί ότι το δικό του έργο έχει κλείσει οριστικά και διά παντός το θέμα.

Η γλώσσα μας έζησε έναν εμφύλιο κοντά δύο αιώνων για να αποφασίσει για την τρίτη κλίση και το απαρέμφατο. Οι τύποι της γλώσσας είναι σημαντικότεροι απ’ την ίδια τη γλώσσα. Και πού βρίσκεται η γλώσσα πέρα από τους τύπους της; Την απάντηση τη δίνει ο Ελύτης: «Όπου κι αν βρίσκεστε αδελφοί μνημονεύετε Διονύσιο Σολωμό και μνημονεύετε Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη».

Ο Μπαμπινιώτης εξαντλεί το κύρος του για να επαναφέρει τη φροντίδα στους τύπους. Ως ταλαντούχος λαϊκός ηγέτης, ξέρει ότι απευθύνεται σε όσους έχουν χάσει το γλωσσικό τους αίσθημα. Και τους ρίχνει σωσίβια. Δεν χρειάζεται να διαβάσεις Παπαδιαμάντη όταν έχεις στο γραφείο σου Μπαμπινιώτη.

ΠΗΓΗ

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ