Αρχείο ετικέτας Γιώργος Θεοτοκάς

Το δίλημμα: υποτέλεια ή συντριβή

Του ΧΡΗΣΤΟΥ ΓΙΑΝΝΑΡΑ

Αν υπάρχει ένα ακαταμάχητο τεκμήριο της παρακμής μας των σημερινών Ελλήνων, δεν είναι η ολοκληρωτική οικονομική χρεοκοπία του κωμικού μας κρατιδίου ούτε η ανίατη, μικροπρεπέστατη συμφεροντολαγνεία όσων διαχειρίζονται την εξουσία και όσων τη διεκδικούν. Δεν είναι η κατακόρυφη πτώση επιπέδου της κατά κεφαλήν καλλιέργειας, μέσα σε ελάχιστα χρόνια, ο εξωφρενικός πρωτογονισμός της δημόσιας «πληροφόρησης» και «ψυχαγωγίας», η ανυποληψία του σχολείου, ο ιλιγγιώδης εκπεσμός των πανεπιστημίων. Δεν είναι ο αδίστακτος σε αναισχυντία αμοραλισμός, η διαστροφή ως «δικαίωμα», η αρνησιπατρία ως κορδακισμός, η ατιμία ως προϊόν. Ούτε είναι το ξέφρενο ξεπούλημα κάθε στοιχείου κοινωνικής περιουσίας – οδικών δικτύων, λιμανιών, αεροδρομίων, σιδηροδρόμων, ηλεκτροδότησης, τηλεπικοινωνιών, υποδομών τουρισμού – δεν απομένει τίποτε από αυτά και από ανάλογα απειράριθμα «τζιβαϊρικά πολυτίμητα». Το εφιαλτικότερο τεκμήριο παραίτησής μας των Ελλήνων από τη μετοχή στην Ιστορία είναι ότι παρακάμψαμε απεγνωσμένες προειδοποιήσεις για τον επερχόμενο εφιάλτη του ιστορικού μας τέλους.

Ποιος από τους επαγγελματίες της εξουσίας έδειξε ποτέ ότι γνωρίζει και παίρνει στα σοβαρά τις εκκλήσεις για πολιτική εντιμότητα, ανιδιοτέλεια και σωφροσύνη, που κατέθεταν οι Νέστορες του δημόσιου βίου; Σύμβολα ελληνοπρέπειας και χαρισματικής ωριμότητας, ο Σεφέρης, ο Ελύτης, ο Πικιώνης, ο Θεοτοκάς, ο Λορεντζάτος, ο Τσαρούχης, ο Μάνος Χατζιδάκις και όσοι ανάλογοι. Δεν έχει ακουστεί ένας πολιτικός (ένας, για δείγμα) να δείξει ότι τους πρόσεξε ή, τουλάχιστον, ότι έχει διαβάσει τον μάλλον κορυφαίο της διαγνωστικής οξυδέρκειας που γνώρισε στις μέρες μας η ελληνική κοινωνία: τον Παναγιώτη Κονδύλη.

Θα περίμενε κανείς, όσοι φιλοδοξούν σήμερα να ασκήσουν πολιτική στην Ελλάδα, να κυκλοφορούν έχοντας παραμάσχαλα τη «Θεωρία πολέμου» του Κονδύλη και έχοντας αποστηθίσει, τουλάχιστον, το «Επίμετρο: Γεωπολιτικές και στρατηγικές παράμετροι ενός ελληνοτουρκικού πολέμου». Το 1997 εκδεδομένο το βιβλίο, και μέσα σε δεκαπέντε μόλις χρόνια οι προβλέψεις του επαληθεύονται με απίστευτη ακρίβεια. Έγραφε: «Η Ευρωπαϊκή Ένωση (και πάντως τα ισχυρότερα μέλη της), μη μπορώντας να δώσει στην Τουρκία όλα όσα επιθυμεί, θα επιδιώκει να την κατευνάσει με ελληνικά έξοδα, πιέζοντας δηλαδή την Ελλάδα να δεχθεί τις τουρκικές αξιώσεις στο Αιγαίο και στην Κύπρο…

Θα δούμε μια ακόμη από τις τραγικές ειρωνείες, τις οποίες τόσο συνηθίζει η Ιστορία: Ενώ δηλαδή η Ελλάδα προσανατολίστηκε ψυχή τε και σώματι στην Ευρώπη για να διασφαλισθεί από τον τουρκικό κίνδυνο, ακριβώς ο ευρωπαϊκός της προσανατολισμός θα μεταβληθεί σε όργανο de facto μετατροπής της σε δορυφόρο της Τουρκίας». ΠΡΟΓΝΩΣΗ ΠΡΩΤΗ, επαληθευμένη εκπληκτικά.

«Δεν αποκλείεται η ελληνική πλευρά… να αρχίσει κάποτε να θεωρεί κι η ίδια τις υποχωρήσεις έναντι της Τουρκίας ως αυτονόητο μέρος και καθήκον του “εξευρωπαϊσμού” της – αφού μάλιστα οι “πολιτισμένοι άνθρωποι” που έχουν ξεπεράσει τους “εθνικιστικούς αταβισμούς”, δεν ξεκινούν πολέμους… για κυριαρχικά δικαιώματα»! ΠΡΟΓΝΩΣΗ ΔΕΥΤΕΡΗ, ψηλαφητά επαληθευμένη.

«Η ελληνική πλευρά πρέπει να κατανοήσει έμπρακτα ότι… οι σύμμαχοι αξίζουν για σένα τόσο, όσο αξίζεις εσύ γι’ αυτούς. Καμιά συμμαχία και καμιά προστασία δεν κατασφαλίζει, όποιον βρίσκεται μαζί της σε σχέση μονομερούς εξάρτησης. Τα “δίκαια” της Ελλάδας δεν εντυπωσιάζουν κανέναν, όσο πίσω τους βρίσκεται ένας παρίας με διαρκώς απλωμένο το χέρι, κάποιος που ζει από δάνεια, επιδοτήσεις και “προγράμματα στήριξης”». ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ – ΠΡΟΓΝΩΣΗ ΤΡΙΤΗ, ανατριχιαστικά ρεαλιστική.

«Σε ορισμένους κρίσιμους τομείς, όπως ο δημογραφικός, το παιχνίδι, ξέρουμε από τώρα ότι είναι χαμένο… Η Ελλάδα μεταβάλλεται σταθερά σε χώρα με περιορισμένα κυριαρχικά δικαιώματα… αποδεικνύοντας πόσο είναι πιθανό να μετατραπεί σε δορυφόρο της Τουρκίας, ακριβώς μέσω του “ευρωπαϊκού δρόμου”… Στον βαθμό όπου η Ελλάδα θα καθίσταται, ανεπαίσθητα, γεωπολιτικός δορυφόρος της Τουρκίας, ο κίνδυνος πολέμου θα απομακρύνεται, οι ψευδαισθήσεις θα αβγατίζουν και η παράλυση θα γίνεται ακόμα ηδονικότερη, εφόσον η υποχωρητικότητα θα αμείβεται με αμερικανικούς και ευρωπαϊκούς επαίνους, που τους χρειάζεται κατεπειγόντως ο εκσυγχρονιζόμενος Βαλκάνιος – αρκεί να χρηματοδοτείται ο παρασιτικός καταναλωτισμός». ΠΡΟΓΝΩΣΗ ΤΕΤΑΡΤΗ, επαληθευμένη χειροπιαστά.

«Την κάμψη της ελληνικής αντίστασης κάτω από την πίεση του υπέρτερου τουρκικού δυναμικού, οι Έλληνες θα συνηθίσουν σιγά σιγά να την ονομάζουν “πολιτισμένη συμπεριφορά”, “υπέρβαση του εθνικισμού”, “εξευρωπαϊσμό”… Το σημερινό δίλημμα είναι αντικειμενικά τρομακτικό και ψυχολογικά αφόρητο: η ειρήνη σημαίνει για την Ελλάδα δορυφοριοποίηση και ο πόλεμος σημαίνει συντριβή. Η υπέρβαση του διλήμματος αυτού… απαιτεί την επιτέλεση ηράκλειου άθλου, για τον οποίο η ελληνική κοινωνία, έτσι όπως είναι, δεν διαθέτει τα κότσια. Οι μετριότητες, υπομετριότητες και ανθυπομετριότητες που συναπαρτίζουν τον ελληνικό πολιτικό και παραπολιτικό κόσμο, δεν έχουν το ανάστημα να θέσουν και να λύσουν ιστορικά προβλήματα τέτοιας έκτασης και τέτοιου βάθους… Βρισκόμαστε σε συλλογική αναζήτηση της ιστορικής ευθανασίας». ΠΕΜΠΤΗ ΠΡΟΓΝΩΣΗ αυτή, και τελεσίγραφο.

Τι μπορεί να προσφέρει οποιοσδήποτε δημόσιος λόγος, όταν δεκαπέντε χρόνια μετά από ένα τέτοιο κείμενο, οι κυβερνήσεις στην Ελλάδα εξακολουθούν να στελεχώνονται με τη λογική της συλλογικής ευφραντικής ασχετοσύνης.

ΠΗΓΗ

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Τα “λογοτεχνικά μας σκουπίδια”

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Τι πανικός είναι αυτός με τα βιβλία της Μαντά, της Δημουλίδου και όλων αυτών των τυχάρπαστων συγγραφέων, που πολλές γκλαμουράτες κυρίες διαβάζουν, είναι ένα πρόβλημα που πρέπει σοβαρά να απασχολήσει τον μελλοντικό ιστορικό της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Επισκέπτεσαι ένα βιβλιοπωλείο, στοίβες οι τίτλοι των βιβλίων της Μαντά, της Δημουιλίδου και των συναφών δήθεν «λογοτεχνών». Απολαμβάνεις το μπάνιο σου στη θάλασσα και η ματιά σου πέφτει στα ίδια ονόματα και τους ίδιους τίτλους: Λένα Μαντά, Η εκδίκηση των αγγέλων, Χρυσηίδα Δημουλίδου: Οι δαίμονες δεν έχουν πνεύμα, και πάει λέγοντας.

Κι εύλογα αναρωτιέσαι: τελικά αυτή είναι η κατάσταση της Νεοελληνικής μας Λογοτεχνίας; Η απάντηση, νομίζω, ότι δεν είναι δύσκολη. Παραφράζοντας αυτά που γράφει ο Γιώργος Θεοτοκάς στο Ελεύθερο Πνεύμα, το δικαίως αποκαλούμενο μανιφέστο της γενιάς του ’30, καταλήγεις στο συμπέρασμα ότι όταν τελειώσεις το διάβασμα των παραπάνω βιβλίων, οι ήρωες και οι ηρωίδες των ιστοριών τους «διαλύονται σαν καπνός». Κι αυτή η λογοτεχνική αναιμική κατάσταση δεν αντέχεται πια άλλο.

ΑΛΕΞΗΣ ΑΚΡΙΘΑΚΗΣ, “Επανάσταση”, (ακρυλικό), Αθήνα 1967· Ιδιωτική Συλλογή.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΘΕΟΤΟΚΑΣ, “Η έξοδος από τον μηδενισμό”

«[…] Θα πρέπει, κάποτε, να αρχίσουμε να υπερνικούμε την κατάπληξη, που μας έχουν προκαλέσει οι επιστημονικές ανακαλύψεις της τελευταίας περιόδου και να συλλάβουμε ξανά τις σωστές αναλογίες των πραγμάτων. Είναι, νομίζω, απαράδεκτα απλοϊκή η άποψη που ακούεται συχνά και που ένας επιστολογράφος μού την επαναλαμβάνει, ότι “τον καιρό των σπούτνικ και των λούνικ και εκατό χρόνια μετά την έκδοση του έργου του Δαρβίνου, δεν μπορούμε πια να στριφογυρίζουμε ανερμάτιστα γύρω στο θρησκευτικό θέμα”. Τα “σπούτνικ” και τα “λούνικ” δεν φαίνεται να άλλαξαν τίποτα βασικό στη λειτουργία του πνεύματος. Από αρκετούς αιώνες, είχαμε συνειδητοποιήσει ότι μας περιβάλλει το άπειρο. Το ότι σήμερα στέλνουμε μέσα στο άπειρο μηχανές, δεν μεταβάλλει ουσιαστικά την πνευματική μας σχέση με το σύμπαν. Και οι γνώσεις μας για την εξέλιξη των βιολογικών ειδών πλουτίζονται ακατάπαυστα από τις σύγχρονες έρευνες. Αυτά όλα όμως δεν εμποδίζουν μεγάλους επιστήμονες του καιρού μας, πρωτοπόρους της πυρηνικής φυσικής, της κοσμολογίας, της βιολογίας και της ανθρωπολογίας, να πιστεύουν σε μια Πρώτη Αρχή – ή όπως αλλιώς διατυπωθεί τούτη η έννοια – η οποία, κατ’ αυτούς, είτε απλώς υπάρχει πριν από το σύμπαν με τους φυσικούς νόμους, με τις αλυσιδωτές πυρηνικές αντιδράσεις του και με την εξέλιξη των ειδών που έπλασε τον άνθρωπο μέσα σε εκατομμύρια χρόνια, είτε και επεμβαίνει στην πορεία του κόσμου.

Εύλογα λοιπόν υποστηρίζεται πως το θρησκευτικό συναίσθημα κι η επιστημονική σκέψη κινιούνται σε διαφορετικά επίπεδα που είναι δυνατό να συνυπάρχουν, μέσα σε πολλές και πολύ αναπτυγμένες συνειδήσεις, χωρίς να αγγίζονται […]».

ΓΙΩΡΓΟΣ ΘΕΟΤΟΚΑΣ, «Η έξοδος από το μηδενισμό», στο: Πνευματική πορεία, εκδ. Εστία, Αθήνα 1994, 129-130, [απόσπασμα], ολόκληρο το άρθρο στις σσ. 129-133.

Υ. Γ. Αυτές οι σκέψεις του Γιώργου Θεοτοκά, για πρώτη φορά δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό Νέα Εστία, τχ. 781 (1960) 91-92· ολόκληρο το άρθρο ψηφιοποιημένο εδώ: Νέα Εστία

Για τον Θεοτοκά βλ., το καλό άρθρο του ΔΗΜΗΤΡΗ ΤΖΙΟΒΑ, “Η μυθιστορηματική πορεία του Γιώργου Θεοτοκά. Άτομο, Ιστορία, Μεταφυσική. Γιώργος Θεοτοκάς (1905-1966). Εκατό χρόνια από τη γέννησή του”, Νέα Εστία, τχ. 1784 (2005)856-888· [και εδώ: Η μυθιστορηματική πορεία του Γιώργου Θεοτοκά. Άτομο, Ιστορία, Μεταφυσική. Γιώργος Θεοτοκάς (1905-1966). Εκατό χρόνια από τη γέννησή του]