Πόσο παρούσα είναι η λογοτεχνία στην τρυφερή ηλικία των μαθητών, στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση δηλαδή; Μια έρευνα που διενεργήθηκε τον περασμένο Νοέμβριο σε εκπαιδευτικούς του νομού Αττικής, της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης (και θα δημοσιευτεί ολόκληρη στο επόμενο τεύχος του περιοδικού «Διαβάζω») τα αποτελέσματα είναι αποκαρδιωτικά: η λογοτεχνία αντιμετωπίζεται ως συμπλήρωμα και δεν υπάρχει ούτε καν στο Ωρολόγιο Πρόγραμμα. Η λογοτεχνία είναι δηλαδή, όπως σημειώνει η καθηγήτρια κ. Αντα Κατσίκη-Γκίβαλου στο κείμενο, (απ? όπου η «Κ» προδημοσιεύει αποσπάσματα και συμπεράσματα) «η μεγάλη απούσα από το δημοτικό σχολείο». Χωράει κάπου, στο δίωρο του «Ανθολογίου» και «ακριβώς επειδή η λογοτεχνία δεν διδάσκεται ως χωριστό αντικείμενο, τις περισσότερες φορές καταστρατηγείται για να καλυφθούν κενά που δημιουργήθηκαν στην ύλη των μαθημάτων της Γλώσσας ή των Μαθηματικών συνηθέστερα».
Οι εκπαιδευτικοί πάντως που πήραν μέρος στην έρευνα είναι κατηγορηματικοί. Πιστεύουν (σε ποσοστό 70,4%) ότι η θέση της Λογοτεχνίας στο Αναλυτικό Πρόγραμμα Σπουδών δεν βελτιώθηκε καθόλου ή λίγο, και πιστεύουν επίσης, κατά 89% ότι διασφαλίζεται «καθόλου» ή «λίγο» η σχέση του μαθητή με τη Λογοτεχνία. Κι αυτό ενώ στο Πρόγραμμα Σπουδών υπάρχει η επισήμανση ότι: «κρίνεται σκόπιμη η μερική αποσύνδεση της διδασκαλίας των λογοτεχνικών κειμένων από τη διδασκαλία του γλωσσικού μαθήματος, γιατί η λογοτεχνία παίζει ένα σημαντικό ρόλο στη γλωσσική και γενικότερα στην αισθητική καλλιέργεια του ατόμου, στην ευαισθητοποίησή του απέναντι στα προβλήματα της ζωής».
Οι υπεύθυνοι της έρευνας (Γιάννης Παπαδάτος, σχολικός σύμβουλος Π.Ε., και κριτικός παιδικής λογοτεχνίας και Δημήτρης Πολίτης, λέκτορας στο Πανεπιστήμιο Πατρών) θεωρούν «σχετικά ορθή» αυτή τη θέση, συμπληρώνουν ότι «θα περίμενε κανείς ότι μια τέτοια αποσύνδεση θα εξασφάλιζε τη θέση της Λογοτεχνίας στο «Ωρολόγιο Πρόγραμμα», κατοχυρώντας τον «δικό» της χρόνο σε εβδομαδιαία βάση. Κάτι τέτοιο όμως δεν συμβαίνει. Σχετικά υπάρχει μόνο μια «οδηγία» του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, η οποία προβλέπει ότι κάθε πέντε δίωρα γλωσσικού μαθήματος θα ακολουθεί ένα δίωρο που θα καλύπτεται από κείμενα του Ανθολογίου Λογοτεχνικών Κειμένων». Και στην έρευνα οι εκπαιδευτικοί δηλώνουν, σε ποσοστό 64,4%, ότι το γλωσσικό μάθημα εμποδίζει «αρκετά» ή «πολύ» την ουσιαστική προσέγγιση των λογοτεχνικών κειμένων.
Και ένα τελευταίο, αλλά ουδόλως έσχατο σημείο της έρευνας: οι εκπαιδευτικοί της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης θεωρούν, με το συντριπτικό ποσοστό του 98,3% εξαιρετικά αναγκαία την ύπαρξη ενημερωμένων σχολικών βιβλιοθηκών, για όλα τα γνωστικά αντικείμενα και τη Λογοτεχνία!
Ετσι, η σχέση των μικρών μαθητών με τη λογοτεχνία εξαρτάται από την ευαισθησία και το ιδιαίτερο ενδιαφέρον κάποιων εκπαιδευτικών, και από το οικογενειακό περιβάλλον φυσικά.