Σύντομο βιογραφικό-εργογραφικό σημείωμα από το Βαγγέλη Φουντά:
Ο Διονύσης Σαββόπουλος είναι ένας σύγχρονος Έλληνας συνθέτης και τραγουδιστής. Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη στις 2 Δεκεμβρίου 1944.Εγκατέλειψε τη Νομική Σχολή της Θεσσαλονίκης, για να ασχοληθεί με το τραγούδι. Άρχισε την καριέρα του το 1964, παίζοντας σε μπουάτ. Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας φυλακίστηκε δύο φορές, τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο του 1967. Έγραψε τραγούδια με πολιτικό, ρομαντικό και σκωπτικό περιεχόμενο. Γνωστά του τραγούδια είναι : «Τι έπαιξα στο Λαύριο», «Η Συννεφούλα», « Σαν τον Καραγκιόζη», «Μη μιλάς άλλο για αγάπη» και το «Ντιρλάντα».΄Εχει κυκλοφορήσει 25 δίσκους.Ενδεικτικά αναφέρουμε: Φορτηγό, Το περιβόλι του τρελού, Μπάλλoς, Η ρεζέρβα, Ο χρονοποιός, Αχαρνής. Σαββόραμα, Ο πυρήνας. Επίσης, έχει κυκλοφορήσει δίσκος με αποσπάσματα από τραγούδια που ερμήνευσε ο Σαββόπουλος μαζί με τους φιλοξενούμενους του στην ιστορική τηλεοπτική του εκπομπή «ΖΗΤΩ το ελληνικο τραγούδι».
Θέμα: Η αμηχανία του ποιητή να τραγουδήσει στα παιδιά της υποβαθμισμένης περιοχής του Λαυρίου.
Ενότητες
1η ενότητα, στιχ. 1-8 «Δεν ξέρω τι να παίξω…στις δύο η ώρα»: Ο τραγουδιστής και τα παιδιά του Λαυρίου.
2η ενότητα, στιχ. 9-14 «Ζούμε μέσα σ’ ένα όνειρο…ο μεγάλος κι ο μικρός»: Η σχέση της
ανθρώπινης ζωής με το χρόνο.
3η ενότητα, στιχ. 15-22 «Δεν ξέρω τι να παίξω…μέσα στην πόλη»: Ο τραγουδιστής ψάχνει έναν τρόπο να μιλήσει στους μεγάλους.
Το Λαύριο
– ο Σαββόπουλος αφιερώνει το τραγούδι του στα παιδιά του Λαυρίου
– πρόκειται για μια υποβαθμισμένη περιοχή
– οι κάτοικοί του αντιμετωπίζουν οικονομικά προβλήματα (χαμηλόμισθα
επαγγέλματα, αυξημένη ανεργία)
Τα παιδιά
– ο τραγουδιστής ξέρει ότι δεν μπορεί να πει ψέματα στα παιδιά, γιατί
εκείνα έχουν την ικανότητα ν’ αντιλαμβάνονται τα πάντα
– μεγαλύτερη αδυναμία νιώθει να τραγουδήσει για τα παιδιά του Λαυρίου
– στο βλέμμα τους υπάρχει η αγωνία για το πώς θα ξεπεραστούν οι
οικονομικές δυσκολίες των οικογενειών τους
Οι μεγάλοι
– ο τραγουδοποιός αμηχανία νιώθει όταν επιχειρεί ν’ απευθυνθεί και
στους ενηλίκους
– δεν του είναι εύκολο να παρουσιάσει διαφορετική την πραγματικότητα
– όλοι γνωρίζουν τα προβλήματα που καθορίζουν τις ζωές τους
– την απογοήτευση και την αδυναμία τους μπορεί ο τραγουδιστής να τις
διακρίνει στα μάτια τους, κάθε φορά που τους συναντά μέσα στην πόλη
– η ζωή των μεγάλων «όνειρο που τρίζει»
αυταπάτες
κοινωνία γεμάτη προβλήματα
ενοχή γιατί θα κληροδοτήσουν στα παιδιά τους έναν κόσμο τον
οποίο δεν εγκρίνουν ούτε οι ίδιοι
Ο χρόνος
– ο τραγουδιστής διατυπώνει τις σκέψεις του για το πέρασμα του χρόνου
και τις μεταβολές που φέρνει στην ανθρώπινη ζωή
– το πέρασμα του χρόνου, αντί να φέρνει σταθερότητα και ικανοποίηση,
είναι γεμάτο αβεβαιότητα
«ο χρόνος ο αληθινός»
– ο ουσιαστικός χρόνος
– ο χρόνος που αφιερώνουμε σε όλα όσα μας γεμίζουν
– χρόνος με αγαπημένα πρόσωπα / πράγματα / δραστηριότητες
– η αληθινή διάσταση του χρόνου βρίσκεται στη δύναμη της ανθρώπινης
ζωής, μέσα στα μάτια των παιδιών
– ο ουσιαστικός χρόνος ταυτίζεται με τα παιδιά
– όμως είναι «εξόριστος» = σπάνιος, δυσεύρετος, τον έχουμε διώξει από
τη ζωή μας, καθώς αφιερώνουμε όλο μας το χρόνο στις υποχρεώσεις
της καθημερινότητας
Ο τραγουδοποιός
– αυτοσαρκασμός («μεγάλος με τιράντες και γυαλιά», «ασχημοπαπαγάλος»)
– το πέρασμα του χρόνου έχει αλλοιώσει την όψη του
– τον έχει μεταβάλει σε «ασχημοπαπαγάλο»: επαναλαμβάνει τα ίδια
πράγματα, χωρίς να έχει τη δύναμη να αλλάξει την κατάσταση
– αυστηρή κριτική της εμφάνισής του
– δίνει μεγαλύτερη βαρύτητα στην ποιότητα και το περιεχόμενο των
συνθέσεών του και την ευθύνη του ως καλλιτέχνη
– προβάλλει την αδυναμία του καλλιτέχνη να μιλήσει για τα σοβαρά
κοινωνικά προβλήματα, καθώς δεν μπορεί να προσφέρει άμεσες λύσεις
– διστάζει να απευθύνει τα συνηθισμένα του τραγούδια στο ακροατήριο
του Λαυρίου.
– θεωρεί ότι ο τραγουδιστής έχει ευθύνη απέναντι στο κοινό του
– εκφράζει την ανασφάλεια που νιώθει μεγαλώνοντας, καθώς τα
προβλήματα των ανθρώπων γύρω του παραμένουν ανεπίλυτα
– το γεγονός αυτό τον βαραίνει και τον κάνει να συμμετέχει στη
συναισθηματική κατάσταση των ανθρώπων που συναντά γύρω του,
πολύ περισσότερο των παιδιών, τα οποία ξέρει πολύ καλά πως δεν
μπορεί να ξεγελάσει
– προτιμά να μην τους διασκεδάσει με ελαφρά τραγουδάκια
– στη δική τους αγωνία έρχεται να τραγουδήσει και το δικό του φόβο για
τις συνθήκες που θα διαμορφώσουν τη ζωή των ανθρώπων στο μέλλον
και την αμηχανία του να συνθέσει στίχους που να ανταποκρίνονται στις
περιστάσεις
Συναισθήματα τραγουδιστή
– αδυναμία να βρει ένα τραγούδι κατάλληλο να παίξει για τα παιδιά που
κατοικούν στο Λαύριο
– αμηχανία
– ανασφάλεια
– συμπαράσταση
– λύπη
– φόβος για το μέλλον
Σχήματα λόγου
Προσωποποιήσεις: στιχ. 13-14 « Μα ο χρόνος ο αληθινός – είναι ο γιος μας ο μεγάλος κι ο μικρός»
Μεταφορές: στιχ. 9 «Ζούμε σ’ ένα όνειρο που τρίζει»
Παρομοιώσεις: στιχ. 10 «σαν το ξύλινο ποδάρι της γιαγιάς μας», στιχ. 12 «σαν μικρό παιδί»
Επαναλήψεις: στιχ.1 & 15 «Δεν ξέρω τι να παίξω στα παιδιά» – «Δεν ξέρω τι να παίξω στα παιδιά»,
11-13 «Μα ο χρόνος ο αληθινός» – «Μα ο χρόνος ο αληθινός».
Εικόνες: στιχ. 3 «Είμαι μεγάλος, με τιράντες και γυαλιά», στιχ. 7 «και μας κοιτάζουν με μάτια σαν
κι αυτά», στιχ. 21-22 «και σε κοιτάζουν…όταν γυρνάς μέσα στην πόλη».
Αντιθέσεις: στιχ. 1 & 6 «Δεν ξέρω…» – «τα ξέρουν όλα», στιχ. 14 «ο μεγάλος» – «ο μικρός»
Γλώσσα
– απλή
– καθημερινή