Ταξιδιωτικές εντυπώσεις
Κόφινας
Η ενημερωτική πινακίδα της Δ/νσης Δασών Ηρακλείου είναι η επιβεβαίωση του σημείου εκκίνησης μιας σχεδόν κάθετα ανοδικής πορείας. Με εμψυχωτή την πινακίδα που στοχεύει στην κορυφή μπορούμε να ξεκινήσουμε την κοπιαστική ανάβαση. Τα ενημερωτικά κόκκινα βέλη πάνω στους βράχους μπορεί να αλλοιώνουν το τοπίο, είναι όμως πολύτιμοι οδηγοί.
Ειδικά στο σημείο που έχει χώρο μόνο για ένα πόδι, στο χείλος του γκρεμού, το κόκκινο βέλος είναι η μοναδική σωτηρία από τη ρίψη στο κενό. Είναι το σημείο που η αναπνοή σταματά από μια αίσθηση ιερού τρόμου.
Σε κατάσταση ημιαιθρίας, από τον Κόφινα διακρίνονται τα νότια παράλια της Κρήτης. Όμως αυτή τη μέρα δεν ευτύχησα να απλώσω το βλέμμα μου στο «απέραντο γαλάζιο» του Λιβυκού. Ένα γήινο δέρμα ομίχλης κινείται βιαστικά ανηφορίζοντας κι αυτό προς την κορυφή του Κόφινα. Και, καθώς κινείται γρηγορότερα από μένα, συσκοτίζει περιορίζοντας την ορατότητα του τοπίου και (απο)καλύπτοντας την άγρια ομορφιά του… Ίσως ίσως όμως τελικά να κρύβει και τις δυσκολίες της πορείας μου για να μη με απογοητεύσει, καθώς θα μου εμφανίσει την εικόνα μιας αποθαρρυντικής διαδρομής.
Ανεβαίνοντας μένει πίσω σε μικρή απόσταση το λευκό χάος του βάθους και της ομίχλης.
Είναι πάρα πολλά τα σημεία όπου το πέρασμα δοκιμάζει τις αντοχές της θέλησής μου. Ἐνα ακόμα δύσκολο σημείο που φέρνει τα βήματα ελάχιστα μακριά από το χάος. Όταν ανηφορίσεις τα απότομα σκαλοπάτια και κοιτάξεις πίσω σου το βάθος και το λευκό χάος, ξυπνά ο τρόμος… Η σκέψη ότι πρέπει να βαδίσω πάνω στο βράχο στο χείλος του γκρεμού, κάτω από τον οποίο χάσκει το κενό, κάνει το στομάχι μου να σφίγγεται… Άλλοτε πλησιάζω στο κενό χωρίς φόβο κι εκπλήσσομαι με τον εαυτό μου.
Σε λίγα σημεία σκαλοπάτια αρκετά βολικά, αν κρίνεις από την αγριάδα του τοπίου, και -όπου κρίνεται απαραίτητο- προστατευτικά βοηθήματα ενισχύουν την πορεία ανάβασης. Ένα σημείο της ανηφορικής πορείας δοκιμάζει τους μυς των ποδιών με ψηλά σκαλοπάτια, προσφέρει όμως από τα πλάγια ασφάλεια στο σώμα. Στα πιο δύσκολα σημεία της διαδρομής επιστρατεύονται “άλλα κόλπα” … Ένα ξύλινο κιγκλίδωμα ελίσσεται παρακολουθώντας τα πιο επικίνδυνα σημεία της διαδρομής. Ένα μικρό τμήμα σχετικά ομαλής πορείας κι ένα άλλο προστατευμένο σημείο της διαδρομής, προϊόν της ανθρώπινης αρωγής.
Το μονοπάτι ελίσσεται προστατευμένο από το ξύλινο κιγκλίδωμα, που όμως σε ορισμένα σημεία μάς προδίδει νικημένο από τις δυσκολίες, αφήνοντας αβοήθητα καχεκτικά δέντρα να αντέξουν μόνα τους τις αντιξοότητες. Άσπρα μυτερά βράχια και μικρόσωμα δέντρα γαντζωμένα απελπισμένα πάνω τους δίνουν το στίγμα του άγριου τοπίου που η ομίχλη υπογραμμίζει.
Κι εκεί που τα βράχια κατακλύζουν το χώρο, η ζωή καταφέρνει να εδραιωθεί όπως όπως, όμως τα καταφέρνει. Σηματωρός τα απελπισμένα δέντρα, γερτά στη φορά του ανέμου χαμηλώνουν το μπόι τους στις απαιτήσεις των συνθηκών. Ένα καχεκτικό δέντρο γαντζωμένο στην κατωφέρεια του εδάφους υπομένει και επιμένει. Ένα άλλο σέρνεται στο έδαφος προσπαθώντας να γεφυρώσει το χάσμα των βράχων που άνοιξαν στο πέρασμα του χρόνου και ίσως- ίσως τον ίδιο το χρόνο…
Υποταγή;
Εξυπνάδα;
Επιλογή;
Προσαρμογή;
Φυσική επιλογή;
Πάντα οι Μινωίτες οδηγοί της σκέψης μου. Πόσα πόδια πάτησαν τις ίδιες πέτρες εδώ και χιλιάδες χρόνια ανηφορίζοντας προς τον ίδιο στόχο: την κορυφή; Ένα θραύσμα αρχαίου αγγείου σφηνωμένο στο βράχο… Η μορφή του βράχου στη δεξιά γωνία σχηματίζει το πρόσωπο αρχαίου φιλοσόφου. Αναρωτιέμαι κάθε στιγμή πόσα κουρασμένα πόδια, πόσες κοφτές ανάσες τράβηξαν την ίδια πορεία με μένα μυρίζοντας, αγγίζοντας, χαϊδεύοντας τα πλάσματα της φύσης.
Η τελευταία πινακίδα για την κορυφή σε ένα πλάτωμα. Ένας απλός σωρός πέτρες που συγκέντρωσαν κάποιοι ως ενθύμιο της κατάκτησης της κορυφής…
Στο φαράγγι της Σαμαριάς
Κάθε βήμα και μια εικόνα. Αν και όλα φτιάχτηκαν από τα ίδια υλικά (νερό πέτρα και βλάστηση), κανένα σημείο δεν είναι ίδιο με άλλο. Σε κάθε ματιά χιλιάδες εικόνες συνωστίζονται να χωρέσουν στη μνήμη διεκδικώντας καθεμιά μια θέση που την αξιώνει με την ιδιαιτερότητα της ομορφιάς της. Πώς να προσπεράσεις αυτή την ομορφιά χωρίς να μην της αφιερώσεις ούτε μια λέξη; Αλλά και τόση ομορφιά σε ποιες λέξεις να χωρέσει; Η ανέγγιχτη ομορφιά της φύσης σε αμέτρητες φωτογραφίες ανακαλεί στη μνήμη την αίσθηση του Παραδείσου.
Απανωτά στενέματα και απλώματα, οι δίπλες των βράχων, στριφογυρίζουν έτσι όπως τους οδηγεί ο ποταμός στη βάση του και προχωρούν οδηγώντας το βλέμμα στο θαύμα της δημιουργίας …
Δέντρα -στο σχήμα που τους έδωσε ο χρόνος- κρεμασμένα θαρρείς στην άκρη του πουθενά, κι όμως κρατιούνται γερά κι αντέχουν στον ορμητικό άνεμο, στις καταρρακτώδεις βροχές. Κρύβονται και παραμένουν για μήνες αθέατα στην ομίχλη περιμένοντας υπομονετικά την άνοιξη να φανερώσουν τη δύναμη που τα κράτησε στη ζωή.
Εκεί που κάποτε ήταν ένα χωριό, τώρα είναι ένας σταθμός για τους περαστικούς. Να ζήσεις τη νύχτα μέσα στην αγκαλιά της φύσης ακουμπώντας κατάστηθα στο κορμί της γης, δίπλα στον ποταμό που ταξιδεύει τα λιγοστά πια νερά του διηγούμενος τις μπόρες του χειμώνα, με τις ανάσες των δέντρων να συντροφεύουν τα όνειρα μιας άλλης ζωής, ελεύθερης και ήμερης, μακριά από τον ψευτοπολιτισμό μας.
Εκεί που άλλοτε ήταν τα σπίτια ανθρώπων που ζούσαν αυτή την ομορφιά σε αποκλειστικότητα, τώρα κατασκηνώνουν στα ερείπιά τους περιηγητές. Ένα χωριό νεκροταφείο … ένα χωριό μουσείο. Η συγκίνηση εκείνων που … διωγμένοι για προστασία αναγκάστηκαν να φύγουν… Στην επιστροφή τους το μάτι δροσερεύει από το δάκρυ που καίει η θλίψη ενός άγνωστου τοπίου τουριστικά εξωραϊσμένου, αλλά ξένου πια …
Το μάτι ακολουθεί τη ροή του ποταμού που στριφογυρίζει ψάχνοντας κι εκείνος βατό μονοπάτι, αλλάζοντας κάθε φορά το δρόμο του προσαρμόζοντάς τον ανάλογα με τις συνθήκες. Η συνεχής ροή των υδάτων του ποταμού ανάμεσα στις πέτρες παγώνει μόνο από το φωτογραφικό φακό. Ήρεμα, στάσιμα σχεδόν νερά με το χρώμα της αγνότητας του Παραδείσου. Αλλού ορμητικά και θυμωμένα από τα εμπόδια που στήνονται μπροστά του. Στους ελιγμούς του κουράζεται μέχρι να βρει κατάλληλο πέρασμα, καθώς έπρεπε να κουβαλά τόσους όγκους που κινδύνευαν οι όχθες του. Ένα δέντρο στέκεται ακλόνητο στη μέση της κοίτης του. Ποια δύναμη το κράτησε όρθιο στο πέρασμα του ορμητικού ποταμού;
Θαύμα ομορφιάς, μια χαρακιά στο βράχο για να φανούν σ΄ όλη τους τη μεγαλοπρέπεια τα Λευκά Όρη. Τα ολόρθα βράχια εκμηδενίζουν την παρουσία σου, όταν υψώσεις το βλέμμα σου πάνω τους. Εκεί που στενεύει ο χώρος και ο ορίζοντας, που χρειάζεται να υψώσεις ψηλά το κεφάλι για να δεις ουρανό, εκεί που οι πλευρές του κόσμου πάνε να σμίξουν και να σε συνθλίψουν, νιώθεις ασήμαντος, με δέος μπροστά στο ανεξιχνίαστο μυστήριο της δημιουργίας, αναζητώντας απεγνωσμένα το δημιουργό που δεν άφησε κανένα σημάδι πίσω του παρά μόνο τα δημιουργήματά του, για να προκαλεί την ακόρεστη κα αγιάτρευτη επιθυμία μας να τον ψάχνουμε διαρκώς κάθε φορά που αντικρίζουμε το θαύμα.
Ο βράχος απορροφά το φως, εξομοιώνεται μαζί του, εξαϋλώνεται σιγά σιγά και, καθώς το βράδυ επέρχεται, γίνεται ένας σκούρος αποτροπιαστικός όγκος φοβερός και δυσπρόσιτος αόρατος με την ομίχλη, τερατώδης μέσα στην απειλή του σκότους.
Εκεί που νομίζεις ότι η αγριάδα είναι η βασίλισσα του χώρου, σε αιφνιδιάζει η παρουσία εξωτικών εικόνων ήμερης ομορφιάς. Ξαφνικά το τοπίο ημερεύει. Το έδαφος γίνεται ομαλό. Το πράσινο των δέντρων ντύνει το γυμνό τοπίο, το ημερεύει και το γλυκαίνει. Το φρέσκο φύλλωμα είναι το νέο φόρεμα της ζωής. Λουλούδια συντροφεύουν τους χείμαρρους, κρύβουν τις δυσκολίες και τις παγίδες. Θαρρείς πως βρίσκεσαι κάπου αλλού. Πώς γαληνεύει η ψυχή που είχε παρασυρθεί από τις εντάσεις και τις οξείες γραμμές της φύσης, τις συγκρούσεις και τις εντάσεις, τις άκρες και τα αδιέξοδα, τους γκρεμούς και τα χάσματα, τις χαράδρες, τα απροσπέλαστα και τα απρόσιτα σημεία.
Η βάση του πεύκου γίνεται φιλόξενος χώρος για τους κατάκοπους επισκέπτες του χώρου. Η ομορφιά είναι δωρεάν, μια δωρεά της φύσης και του δημιουργού της, όποιος κι αν είναι αυτός. Κάθεσαι ακουμπώντας στον κορμό του και αγωνίζεσαι να βρεις τον ήλιο που κρύβεται πίσω από τα κλαδιά φλερτάροντας με τη ματιά σου.
Ένα από τα θαύματα με τα οποία μας τιμά ενίοτε η φύση -άγνωστο ποιο μαγικό χέρι το έπλασε- εκεί που και τα πτώματα της φύσης αποτελούν έργα τέχνης, με χρώματα κλεμμένα, θαρρείς, από άλλους χώρους, σε τι να διαφέρει άραγε από τον παράδεισο;
Ένα οπτικό παραλήρημα σε καλεί να μοιραστείς μαζί του τη φθαρτότητα.
>Επιστροφή από τη Μήλο
>
Η Μήλος σταθερά απομακρύνεται με την ταχύτητα του πλοίου. Οι χθεσινές κοντινές ακτές αρχίζουν να γίνονται όλο και πιο μακρινές αναμνήσεις. Μέσα σ’ ένα μουντό τοπίο θαλάσσιας ομίχλης περιορισμένης ορατότητας. Αντιστεκόμενη στον άνεμο, νιώθοντας τις θαλασσοσταλίδες να αιωρούνται σαν κουρτίνες. Το κατάστρωμα έχει αδειάσει σχεδόν πλέον. Μόνο ο αέρας, τα κύματα, ο αραιωμένος καπνός του φουγάρου που από τον αέρα σκορπιέται παντού και λίγοι τολμηροί ή θρασείς που δεν εννοούν ν’ αποδεχτούν ότι οι διακοπές τελείωσαν, ότι το ταξίδι σύντομα ολοκληρώνεται. Οι άλλοι έχουν ήδη συμβιβαστεί με το κομφορμιστικό πνεύμα της τεχνητής πραγματικότητας, αποφεύγοντας τις φυσικές οχλήσεις που ενδυναμώνουν το πνεύμα και το σώμα.
Η ψηλότερη κορφή της Μήλου μπροστά μας νεφοσκεπής έχει ήδη αρχίσει να προετοιμάζεται για το χειμώνα που την περιμένει. Άγονη και μόνη χωρίς την ανθρώπινη παρουσία.
Γεμάτο πληγές το σώμα της με ή χωρίς τη θέλησή της άφησε να το λεηλατήσουν ανελέητα οι άνθρωποι για να εισπράξουν τους θησαυρούς της από το υπέδαφος, αφού το έδαφος δεν τους επέτρεπε να επιβιώσουν. Τρύπες, σπηλιές, κατακόμβες, ορύγματα: γεμάτη σημάδια από το χρόνο και τον άνθρωπο κραυγάζει τα πάθη της σιωπηλή, ξερή και άγονη, δεχόμενη αδιαμαρτύρητα τους επισκέπτες, καλωσορίζοντάς τους εγκάρδια, και σκύβοντας το κεφάλι υποτακτικά για να βουτηχτεί στη μακρά χειμερινή μοναξιά της προσδοκώντας το επόμενο καλοκαίρι για να ξαναμιλήσει με τη σιωπή της.
Πολύχρωμη, ιριδίζουσα ή θαμπή, γοητευτική, μυστηριώδης, πολυμορφική ξέρει να δείχνει σ’ αυτούς που ξέρουν να ψάξουν. Από τις ψηλές κορφές της ως το υπέδαφος και ως τον πάτο των γαλαζοπράσινων νερών της διαυγής και πεντακάθαρη. Άγονα βράχια σκληρά ή μαλακά, υαλώδη ή πετρώδη, άσπρα, κόκκινα, κίτρινα. Φαινομενικά φτωχή μα αφάνταστα πλούσια για ερευνητές κάθε είδους, αρκεί ο ερευνητής να γνωρίζει πού να ψάξει και να έχει τη μέθοδο να το επιτύχει
Ένα νησί που σε παραινεί, σε διδάσκει, σε συμβουλεύει ότι η επιφάνεια δεν είναι επαρκής, ότι πρέπει ν ‘ αφαιρέσεις το λεπτό ή χοντρό δέρμα, το πρόχειρο ή προσεγμένο για να βρεις το ζητούμενο.
Τι χαρακτήρες ανθρώπων πλάθει αυτός ο τόπος ; Σίγουρα αγωνιστικούς, επίμονους, αποφασιστικούς, υπομονετικούς, με αρκετή αυτοπεποίθηση, αλλά και αυτογνωσία, που καταλαβαίνουν τα όρια τους και εκείνα της φύσης για να μπορέσουν να πλάσουν τη σχέση της επικοινωνίας που θα τους επιτρέψει να επιβιώσουν: για να πάρουν χωρίς να καταστραφούν, για να πάρουν και να αξιοποιήσουν, για να πάρουν και να μην καταστρέψουν αυτό που απομένει, αλλά να το διαφυλάξουν, ώστε να μπορέσουν να ξαναχτυπήσουν την πόρτα της φύσης που αδιαμαρτύρητα θα δώσει. Άρα το δίδαγμα λέει ότι μπορείς να πάρει όταν μάθεις πώς να πάρεις, κι αυτό όταν μάθεις να μαθαίνεις, αρχίζοντας πρώτα από τον εαυτό σου.
Ο ασπρογάλαζος δρόμος που αφήνει πίσω του το πλοίο με κάνει να αναλογιστώ ότι ο Έλληνας Οδυσσέας ταξιδευτής περιπλανώμενος ερευνητής θα πρέπει μαζί με τις αποσκευές του να κουβαλούσε από κάθε ταξίδι του κι ένα απολογιστικό πακέτο χρήσιμο για το επόμενο ταξίδι, αν βέβαια το αξιοποιούσε.
Κι η μοναξιά του άδειου ορίζοντα όπου το γαλάζιο της θάλασσας διαδέχεται το ουράνιο γαλάζιο με τα σύνορά τους να μην είναι πάντοτε ευδιάκριτα.
Ο άνθρωπος μπορεί να επιβιώσει σ’ όλους τους χώρους. Όχι όμως χωρίς προσπάθεια. Όχι χωρίς μέθοδο. Όχι χωρίς προγραμματισμό. Η φύση δείχνει τις δυνάμεις της και του κλείνει με υπονοούμενο το μάτι να στραφεί στο δικό του υπέδαφος, ν’ αναζητήσει το δικό του ορυκτό πλούτο που χρειάζεται εξόρυξη και που θα μείνει πάντα θαμμένος και επομένως άγνωστος και ουσιαστικά ανύπαρκτος, αν δεν είναι πρώτα πρώτα υποψιασμένος κι έπειτα αν δε δραστηριοποιηθεί για να τον φέρει στην επιφάνεια, να τον εκθέσει και να τον αξιοποιήσει.
>Καρφί Λασιθίου, μινωικό ιερό κορυφής
>
Ανηφόρισα στο Καρφί προσπαθώντας να καταλάβω τι οδηγούσε για αιώνες του ανθρώπους εδώ πάνω, στις εσχατιές του ορίζοντα, για να λατρέψουν τους θεούς τους. Η κόπωση του σώματος κατά την ανοδική πορεία, και μάλιστα για έναν απροπόνητο όπως εγώ, αποζημιώνεται σε κάθε σου βήμα από μια νέα εικόνα, λες κι ένα αόρατο χέρι σπρώχνει μαλακά την πλάτη σου υποβοηθώντας σε να περπατήσεις το δύσκολο μονοπάτι που οδηγεί στην κορυφή, όπου το μόνο που μπορείς πια ν’ αρθρώσεις είναι «Θεέ μου» ή απλά «Θεέ».
Έχοντας εκπληρώσει το δύσκολο στόχο της κοπιαστικής ανάβασης και της κατάκτησης της κορυφής, αφού ηρεμήσω τους χτύπους της καρδιάς μου, για τους οποίους δεν ευθύνεται μόνο η κατακόρυφη σχεδόν πεζοπορία, μπορώ να ανταμείψω τον εαυτό μου με την πολυτέλεια της ανάπαυσης.
Αλλά αυτό δεν κρατά για πολύ. Πώς να καθίσεις για πολύ σε ένα σημείο, όταν τόση ομορφιά κωδικοποιημένη σε εικόνες σε προκαλεί; Μετατοπίζομαι λοιπόν συνεχώς αναζητώντας καλύτερη ή απλώς διαφορετική θέα. Επιλέγω ένα σημείο όπου από κάτω μου χάσκει το χάος. Η κομμένη ανάσα, η ζάλη από την υψοφοβία δεν είναι ικανές να με εμποδίσουν να πάψω να κοιτάζω. Τα άκρα προκαλούν τη σκέψη μου. Νιώθω την ανάγκη να ξεφύγω από τα όριά μου.
Αφήνω το μάτι μου ελεύθερο να περικυκλώσει το χώρο, να τον κλείσει και να τον φυλακίσει, να τον κρατήσει για πάντα, αλλά εκείνο λαίμαργο και αχόρταγο δεν μπορεί να σταθεί πουθενά, αλλά βουλιμικά καταπίνει εικόνες , που όμως ξέρω ότι δε θα σταθούν για πολλή ώρα στη μνήμη μου. Βοηθός μου η τεχνολογία για να παγώσω το χρόνο και να κρατήσω την εικόνα ενός δευτερόλεπτου, γιατί, κι αν ακόμα το θέλω, η επόμενη στιγμή δε θα είναι η ίδια. Σταθερός συνοδός μου ο άνεμος που χαϊδεύει ή δέρνει, μουρμουρίζει ή ουρλιάζει στα μυτερά χαράκια που ορθώνονται φύλακες στις κορυφογραμμές.
Σε κάθε πέτρα σε κάθε βήμα σταματώ για να φυλακίσω μια εικόνα στο φακό, να καταγράψω μια σκέψη, απελπισμένα να κρατήσω το χρόνο που φεύγει, να μην πω πώς έφυγα από εδώ χωρίς να αγγίξω έστω και ελάχιστα την ομορφιά του.
Καθώς ο ήλιος ανεβαίνει, το φως από διαφορετική γωνία, κάθετα πια, πέφτει πάνω στα πράγματα διώχνοντας τις σκιές. Προηγουμένως το φως δεν τα είχε αποκαλύψει όλα. Τα πράγματα αποκαλύπτονται πλέον ολόγυμνα χωρίς να μπορούν να κρατήσουν προστατευμένο στη σκιά το μισό εαυτό τους. Είναι πλέον απροστάτευτα μπροστά μου, στο έλεός μου, στην περιέργειά μου, σε κάθε διάθεσή μου να τα αγκαλιάσει μαλακά ή να τα αρπάξει βίαια και αποφασιστικά, να τα εξουσιάσει, να νιώσει ότι έχει τον έλεγχο πάνω τους, ότι μπορεί να επηρεάσει την πορεία τους, ότι δεν είναι ένας ξένος κι αδιάφορος, αλλά υπάρχει ένας στενός σύνδεσμος μεταξύ τους, του οποίου η ταυτότητα παραμένει ακόμα απροσδιόριστη.
Πριν το φως αρχίσει να λιγοστεύει και να δημιουργεί και πάλι σκιές, πριν αρχίσει να παραμορφώνει την πλευρά που είδα, πρέπει να το αξιοποιήσω. Πάντα μ’ άρεσε να κοιτάζω κατάματα το φως . Ήθελα να κλέψω κάτι από τη λάμψη του, μα κυρίως ήθελα να μάθω την πηγή και τα μυστικά του, να το κοιτάξω κατάματα, κόντρα, ακόμα κι αν διαπίστωνα ότι αυτό μου στερούσε τη διαύγεια της όρασης κι ίσως έβλαπτε, αν γινόταν κατ’ εξακολούθησιν, την ίδια την όραση. Μήπως πρέπει ν’ αλλάξω μέθοδο; Να βλέπω καθαρά τα πράγματα, όπως φωτίζονται από το φως, βρισκόμενη πίσω από τα πράγματα, για να μην αλλοιώνει η σκιά μου την καθαρότητα της μορφής τους; Αυτό βέβαια σημαίνει ότι πρέπει διαρκώς να μετακινούμαι και ν’ αλλάζω οπτική γωνία προσαρμοζόμενη στη γραμμή του φωτός.
Οι ματιές μου αρχίζουν να μου προκαλούν ζάλη. Δεν είναι εύκολο να αποθηκεύσεις στη μνήμη σου τόσο δυνατές εικόνες, που καθεμιά τους σε αφήνει ξέπνοο με την αγριάδα της ομορφιάς της, τον πρωτογονισμό, αλλά και την καθαρότητα και την παρθενικότητά της. Ο τόπος απομακρυσμένος από τους ανθρώπους έχει διασώσει σε αρκετά μεγάλο βαθμό την ιδιαιτερότητα της φυσιογνωμίας του.
Ο άνεμος κινδυνεύει να με παρασύρει. Έχει πάψει πια να χαϊδεύει. Έχει αγριέψει άραγε από την ανθρώπινη παρουσία που διασαλεύει την ησυχία του, την αυθεντικότητά της ύπαρξής του; Ας μετακινηθώ και πάλι. Εμπιστεύομαι ένα ψηλό βράχο μπροστά μου σαν τείχος ότι δε θα αφήσει το σώμα μου να ριχτεί στο κενό και αφήνομαι να ακουμπήσω με την πλάτη σ’ ένα άλλο βράχο. Το σώμα μου ίσα ίσα που χωρά ανάμεσά τους. Μόνο το κεφάλι μου προεξέχει από τον ορίζοντα του πρώτου βράχου. Αυτή η στάση που το σώμα μου αφήνεται να ενωθεί με τους βράχους μου παρέχει μια κάποια ασφάλεια για να μείνω σαν πολιορκούμενη από το κενό και τον ορίζοντα. Στο βράχο που ακουμπά η πλάτη μου έρπει ένας μικρός θάμνος. Είναι τόσο μικρός που ίσα ίσα καλύπτει με το φτενό του φύλλωμα σα χαλί τα κενά που δημιουργήθηκαν στο πέρασμα του χρόνου από τη διάβρωση. Επιβίωση όπως όπως, με όποιους όρους.
Τοποθετώ προσεκτικά το πόδι μου στα κενά των βράχων. Δε θέλω η μικρή μου περιπέτεια να καταντήσει μια μεγάλη οδυνηρή περιπέτεια. Επιλέγω βράχους με ιδιάζον σχήμα σε θέση προεξέχουσα να μοιραστώ καθισμένη πάνω της τη θέα που κι εκείνη αιώνια απολαμβάνει, που ο βίαιος άνεμος, η καταιγιστική βροχή και τα παγωμένα χιόνια δεν έχουν καταφέρει να φθείρουν αρκετά. Έχει βρει τον τρόπο της να επιβιώνει. Αξίζει το σεβασμό μου. Κι αμέσως μετά τη ντροπή μου. Με τρόμο σηκώνομαι από πάνω της. Νιώθω σα να έχω κάνει βεβήλωση, ιεροσυλία.
Στέκομαι παραπέρα καθώς δεξιά μου προς την ανατολή περιμένουν να φωτογραφηθούν πεζούλες: κάποτε τον καιρό μεγαλύτερης φτώχειας θα δέχονταν τον ιδρώτα του ανθρώπινου μόχθου. Η πρώτη στο βάθος σχεδόν κυκλικού σχήματος ίσως να ήταν αλώνι, ίσως η ορχήστρα ενός θεάτρου για πανάρχαιες τελετουργίες.
Προχωρώ όλο και περισσότερο. Πού θέλω να φτάσω; Καταλήγω σε ένα σημείο σε περίοπτη θέση. Είμαι τυχερή που η τύχη μου επιφύλαξε συνθήκες μεγάλης ορατότητας, ώστε να διακρίνω πέρα από τη Ντία και δυτικά μέχρι τη Ροδιά. Από τη μια πλευρά ο χώρος των ανθρώπινων δυνατοτήτων και έργων: η γη της επαγγελίας του λασιθιώτικου κάμπου. Από την άλλη χάσκει κάτω από τα πόδια σου το κενό της πτώσης που σε τραβά σα μαγνήτης. Το αεράκι που ολοένα δυναμώνει σε ωθεί ν’ αφήσεις την επαφή σου με το έδαφος και ν’ απογειωθείς προς τον άγνωστο χώρο του άλλου χάους που υψώνεται πάνω σου. Ανάμεσα σε δυο κενά, με την εποπτεία του επίγειου, ατενίζω το τρίτο κενό της θάλασσας, που σε περίπτωση περιορισμένης ορατότητας τα όριά της σβήνουν και συγχέονται με του ουρανού.
Αναρωτιέμαι πώς ο μινωίτης πιστός βίωνε τη λατρεία της Μεγάλης Μητέρας σε ανάλογο κλιματολογικό περιβάλλον. Η ανάβαση των μινωιτών στο σημείο που τους επέτρεπε να προσεγγίσουν πληρέστερα το χώρο, του οποίου ένιωθαν ότι αποτελούν μικρές μονάδες, τους οδήγησε στην κατάκτηση μιας ισορροπίας και αρμονίας που κερδίζεται με απλό και φυσικό τρόπο, που προσφέρει χαρά, όπως φαίνεται από τα χρώματα και τις μορφές μέσα στη μινωική τέχνη. Έρχεται να ευχαριστήσει τους θεούς αναγνωρίζοντας ότι σ’ αυτούς οφείλει τα αγαθά της γης και της ίδιας της ζωής. Ατενίζοντας αφ’ υψηλού σε περίπτωση καθαρότητας της ατμόσφαιρας αποκτούσε μια ευρεία και σφαιρική αντίληψη των πραγμάτων που οφείλεται στο μακρινό πλάνο. Μπροστά η θάλασσα που θυμίζει πως κυκλώνει το νησί και πίσω ο λασιθιώτικος κάμπος με το σχεδόν κυκλικό του σχήμα ζαλίζει με την έννοια του κύκλου. Χαιρόμενος την ομορφιά της ζωής αισθάνεται ικανοποίηση και αυτοπεποίθηση για τη δική του μικρή, αλλά ουσιώδη συμβολή και ενισχύει την αυτοπεποίθηση και την ελπίδα του βλέποντας τη γη ετήσια να ανθίζει και να καρπίζει για χάρη του. Η ομαδική ανάβαση και λατρεία αναδεικνύει το πνεύμα συναδέλφωσης και συνεργασίας τόσο στη δύσκολη πορεία όσο και στη μετοχή και κοινωνία της ομορφιάς που απολαμβάνουν. Σε μια αγαστή συνεργασία με το περιβάλλον και τους υπόλοιπους ενοικούντες σ’ αυτό ο μινωίτης συνειδητοποιεί ότι οι άνθρωποι δεν αποτελούν εχθρό ο ένας για τον άλλο, αλλά βοηθό απέναντι στον κοινό στόχο που είναι το άγνωστο. Θέλουν να μοιραστούν τα συναισθήματα και τις εμπειρίες
Από την άλλη συνειδητοποιώντας τη φθαρτότητα , ακροβατώντας ανάμεσα στην ασφάλεια και στην ανασφάλεια, τη σωτηρία και την απώλεια, τη ζωή και το θάνατο περιορίζοντας την έπαρση και αλαζονεία του συνειδητοποιεί τα όρια του και συσχετίζοντάς τα με εκείνα της φύσης θέτοντας τη ζωή του στα όρια της χρυσής ισορροπίας του μέτρου. Προσπαθώ να φανταστώ το τοπίο σε κατάσταση νεφελώδη ή ομιχλώδη, που είναι η συνηθέστερη ακόμα και πολλές ημέρες του καλοκαιριού. Καθώς , όπως λένε οι επιστήμονες, οι κλιματολογικές συνθήκες δεν αλλάζουν ριζικά στο πέρασμα 3-4 χιλιετιών, προσπαθώ να μεταφερθώ πίσω στο χρόνο. Το μάτι μετεωριζόμενο στο γαλακτώδες τοπίο, όπου χάνονται τα σύνορα του ουρανού και γης, αγωνίζεται να διαπεράσει το λευκό χάος της ομίχλης αναζητώντας διέξοδο στο φως. Πολύ μακρύτερα από τους ανθρώπους, πιο κοντά στον αέρα παρά στη γη και στους ανθρώπους, χάνει την επαφή του με την πραγματικότητα διεκδικώντας μέσα από τη φυγή από την πραγματικότητα το δρόμο που οδηγεί στη γνώση.
Όταν στο πρόσωπό του αισθανόταν το υγρό άγγιγμα της ομίχλης ή το απαλό χάδι και άλλοτε το άγριο χτύπημα του αέρα, ένιωθε άραγε ότι ήταν έρμαιο των φυσικών δυνάμεων, ένιωθε το φόβο του για το άγνωστο να υποχωρεί στην προσδοκία της λατρείας της θεότητας ή δεν μπορούσε να τιθασεύσει τους χτύπους της καρδιάς του; Κι όταν η ομίχλη σερνόταν στο έδαφος συνιστώντας κατάσταση «ορατότητας μηδέν» περνώντας κύματα κύματα ανάμεσα από τους ανθρώπους, διαπερνώντας τα σώματα των πιστών, μουσκεύοντας τα πάντα (ανθρώπους ,ζώα, κτίρια) με ρυθμό βιαστικό, εξαφανιζόμενη τόσο γρήγορα όσο βιαστικά ήρθε, αφήνοντας τη ζωογόνο δροσιά της ή οδηγώντας στα τυφλά τα βήματά τους ν’ απέχουν χιλιοστά από το κενό, με την αδρεναλίνη να εκτοξεύει την ένταση στα ύψη και να οδηγεί στην έκσταση βγάζοντάς τον έξω από τα όρια του υλικού εαυτού του , αφού προηγουμένως έχει βουτήξει στο απόλυτο κενό του φόβου, του κενού και του απείρου, αποτίνασσε από πάνω του το δέρμα του φιδιού, μένοντας αναγεννημένος, αναπλασμένος, έτοιμος να συνεχίσει ή να ξαναρχίσει τη ζωή του από την αρχή. Φόβος. Βύθιση. Ανάταση. Έκσταση. Λύτρωση. Κάθαρση.
Σίγουρα είχε προλάβει να τοποθετηθεί στα όρια του. Η θέση του εξουσιαστή, του ισχυρού δεν του ανήκε. Συνειδητοποιούσε την αδυναμία και τη μικρότητα που χαρακτηρίζει τόσο τον άνθρωπο, όσο και τα άλλα όντα της φύσης. Αν ήθελε να ισορροπήσει, θα έπρεπε να αποδεχτεί αυτό το ρόλο ισοτιμίας, συνεργασίας και συμπόρευσης.
Πριν πάρει το δόμο της επιστροφής, τα πνευμόνια του είχαν φουσκώσει όχι μόνο από τον καθαρό αέρα, το δεδομένο που είχε σεβαστεί και δεν είχαν φθείρει όπως ο σύγχρονος άνθρωπος, αλλά κυρίως από μια αίσθηση πληρότητας που προέκυπτε από τη συνειδητοποίησης της αρμονίας και ισορροπίας με τη φύση, που τους επέτρεπε να συνεχίσουν τη ζωή τους, αναγεννημένοι, αναπλασμένοι, έτοιμοι να συνεχίσουν ή να ξαναρχίσουν τη ζωή τους από την αρχή απολαμβάνοντας κάθε στιγμή τους, σίγουροι ότι μέχρι την επόμενη ανάβαση η προσμονή της κορυφής που θα τους περιμένει πάντα εκεί θα γεμίζει την ψυχή τους με υψηλές προσδοκίες συνταύτισης με το περιβάλλον και το θεό, που στην συνείδησή τους ταυτίζονταν.
Σήμερα μετά από τόσα χρόνια, όταν ο άνθρωπος έχει φτάσει πολύ ψηλότερα, όταν έχει κατακτήσει και την ψηλότερη κορυφή της γης , εκείνη των Ιμαλάϊων 8.688 μ., και προχωρώντας ακόμα ψηλότερα , ξεφεύγοντας από τα νενομισμένα όρια της γνώσης του, καταρρίπτοντας ή υπερνικώντας τους φυσικούς νόμους (βαρύτητα) πώς αισθάνεται; Συνειδητοποιεί ότι κάποιοι άλλοι, κι αυτοί πολύ λίγοι είναι που πάτησαν στο φεγγάρι και όχι ο ίδιος , έστω κι αν το φαντάστηκε, αλλά περιορισμένος στον τεχνητό χώρο που του στενεύει τους ορίζοντες , τις διαδρομές του σώματος και της σκέψης, συνειδητοποιεί ότι έχει φτάσει πολύ χαμηλότερα, όπου τα πόδια του με δυσκολία τον ανεβάζουν σ’ αυτές τις χαμηλές κορυφές, που ουσιαστικά τώρα πια διαφεντεύουν και τις απολαμβάνουν μόνο τα κατσίκια και τα όρνια, και όχι εκείνος ο μεγάλος και ισχυρός. Σήμερα διαπιστώνουμε τα σημάδια της ληστρικής επιδρομής που άφησε άνθρωπος συλώντας ακόμα και τους τάφους ανθρώπων που έφτασαν τόσο ψηλά για να αναφωνήσουν αυθόρμητα «Θεέ μου». Γιατί ο άνθρωπος θέλει να γκρεμίσει αυτό που οι άλλοι χτίζουν; Γιατί δε σέβεται ούτε τον ύπνο των νεκρών; Γιατί είναι τόσο απελπισμένα προσκολλημένος στην ύλη κοιτάζοντάς την από τόσο κοντά που του κρύβει τον ορίζοντα, επιτρέποντάς του να βλέπει μόνο τον εαυτό του; Συνειδητοποιεί ότι η λογική δεν είναι αποτελεσματικό μέσο ή η αξιοποίησή του δεν έγινε με τον πιο εποικοδομητικό τρόπο, όταν κατώτερα πλάσματα χαίρονται περισσότερα απ’ αυτόν. Οι μόνοι που μπορούν άφοβα να χαίρονται τη θέα είναι τα ζώα. Τα κατσίκια έχουν ανοίξει τα δικά τους μονοπάτια. Αφήνουν το στίγμα τους φροντίζοντας στη διαιώνιση του κύκλου της γονιμότητα ς της γης. Ακούω και το φτεροκόπημα των πουλιών στον αέρα. Τα όρνια απλά κυνηγούν το θήραμά τους εποπτεύοντας από ψηλά ή αφήνονται στα εναέρια ρεύματα ζώντας αυτά μόνο την ουσία και το θαύμα της φύσης.
Το μέτρο της λογικής σε κρατά εντός κύκλου και τροχιάς, αλλά για να γνωρίσεις άγνωστους πλανήτες, θα πρέπει να ξεφύγεις από την πεπατημένη τροχιά και να ορίσεις δική σου. Χωρίς βαρύτητα να σε συγκρατεί κινδυνεύεις να χαθείς, ελπίζεις όμως να κάνεις αυτό το βήμα που θα σε φέρει πιο κοντά στο άγνωστο, που θα κάνει το άγνωστο λιγότερο άγνωστο. Χρειάζεται όμως να έχεις μια σταθερή βάση, αυτή που δεν έχασαν ποτέ οι μινωίτες: πατώντας γερά τα πόδια τους στη γη, ακόμα κι όταν κινδύνευαν να χάσουν την ισορροπία τους από τους πειρασμούς της εξωτερικής ή της εσωτερικής τους φύσης, έβρισκαν πάντα την απάντηση που τους επανέφερε εντός τροχιάς.
Άραγε έχει μεγαλύτερη αξία το βίωμα ή η συνειδητοποίησή του; Υποθέτω ότι οι μινωίτες είχαν κερδίσει και τα δύο. Το βίωμα αποτελεί βέβαια την προϋπόθεση της συνειδητοποίησης , το εμπειρικό υλικό αποτελεί τη βάση που επεξεργάζεται η νόηση, σύμφωνα με τον Καντ. Φυσικά το ερώτημα, όπως και τόσα άλλα , θα μείνει αναπάντητο. Βασανιζόμενη και δοκιμαζόμενη στο χώρο της φιλοσοφίας αρκετά χρόνια έχω καταλάβει ότι μόνο προσωπικές υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε και, στην καλύτερη περίπτωση, να ανταλλάσσουμε τις υποθετικές μας εκτιμήσεις, ίσως όχι για να βρούμε μια απάντηση, που πολύ φοβάμαι ότι διαρκώς ξεγλιστρά από τα χέρια μας, και να κάνουμε κάτι άλλο: να απλώσουμε το χέρι στο συνοδοιπόρο, να σφίξουμε το δικό του για να μοιραστούμε την αγωνία του αγνώστου που μερικές στιγμές πάει να γίνει αβάστακτη.
>Σούγια: το τρίγωνο της θάλασσας
Αδημονείς να το δεις να ξεπροβάλλει μπροστά σου κάπου, σε κάποια στροφή, σίγουρος ότι υπάρχει, ακόμα κι αν δε φαίνεται, ότι υπάρχει και σε περιμένει, ξεχειλίζοντας τη δεξαμενή των προσδοκιών σου με υποσχέσεις που σηματοδοτούν την πορεία σου.
Η παιδική φαντασία προσπαθεί να συμπληρώσει τα κενά, να παραμερίσει τα εμπόδια που δημιουργούν τα βουνά, τα βουνά που εξάπτουν την φαντασία και που ταυτόχρονα την κάνουν δημιουργική, που την προκαλούν να βρει και να φτάσει αυτό που βρίσκεται πίσω τους, αθέατο, ορατό μόνο με τη φαντασία, ιδανικά ωραίο, αφού η όρασή σου δεν μπορεί να αλλοιώσει καμιά πλευρά της.
Στις στροφές του δρόμου η θάλασσα φαίνεται πιο κοντινή και μετά πάλι χάνεται εντείνοντας την προσμονή: παιχνίδια προσέγγισης και απομάκρυνσης που εξάπτουν τα συναισθήματα και τη σκέψη. Η πανοραμικότητα της απόστασης, η κάθοδος της προσέγγισης και της στένωσης του ορίζοντα είναι αναγκαίες εναλλαγές του τοπίου, συνθέτοντας το γοητευτικό συναισθηματικό μαρτύριο της διαδρομής.
Κάποια στιγμή μια μόνο στροφή σε χωρίζει από την υδάτινη απλωσιά, από το γαλάζιο σώμα που κείτεται μπροστά σου και σε περιμένει να εισβάλλεις μέσα της, να παίξεις μαζί της, να κοιτάξεις πάνω από την επιφάνεια το διάφανο βυθό της. Άλλοτε ο αέρας σηκώνει τα κύματα κάνοντάς σε να υψωθείς και να βυθιστείς μαζί τους προσπαθώντας να μη βρέξεις το κεφάλι σου. Ή όταν ο άνεμος έχει αγριέψει για τα καλά, ξεσηκώνοντας την χοντρή σκούρα άμμο από την παραλία μαστιγώνει το σώμα σου κάνοντάς σε να μαζευτείς σε μια μπάλα περιορίζοντας την επιφάνεια που θα υποφέρει από τα χτυπήματα, αντέχοντας όμως ακόμα να υπομένει, θέλοντας να παρατείνεις το χρόνο παραμονής κοντά της, αρνούμενος να στερηθείς την παρουσία της.
Τα χοντρά βότσαλα με τα χρώματα και τους ιριδισμούς τους αποκαλύπτουν ένα βίαιο εκκωφαντικό πόλεμο, όταν συγκρούονται μεταξύ τους παρασυρμένα από τη σφοδρότητα των κυμάτων που τα οδηγεί μέτρα αρκετά μέχρι το δρόμο. Ποιος θα τολμούσε να φανταστεί ότι στερεά αυτά, με την πυκνότητα της ύλης τους ως πλεονέκτημα, θα γίνονταν έρμαια του υγρού στοιχείου, ηττημένα και με πληγές που οδηγούν στη λείανση και ισοπέδωση της επιφάνειάς τους εξαιτίας ακριβώς αυτής της υπεροχής τους; Απροστάτευτα, νικημένα από τη σφοδρή νοτιά που έρχεται να πέσει πάνω τους και να τα παρασύρει με όλη της την ορμή, κινημένη η ίδια από ποιες δυνάμεις άραγε, που εκτονώνει λυτρωτικά τη έντασή της πάνω στη σκληρή και ανθεκτική τους επιφάνεια, που όμως είναι σύντομη χρονικά, για να σε ανταμείψει στη συνέχεια με το πιο αστραφτερό χαμόγελο του ήλιου, όταν διώχνοντας το συναισθηματικό της φορτίο έχει εκτονωθεί και γαληνέψει. Χωρίς να δώσει μια εξήγηση. Χωρίς να ζητήσει συγγνώμη.
Αναγκάζοντας τα δέντρα να επιβιώσουν με την προϋπόθεση ότι την αναγνωρίζουν ως αρχηγό τους, ως νικήτρια και κυρίαρχο, μαρτυρώντας όμως ότι έχουν κι αυτά τον τρόπο να επιβιώνουν: την υποχώρηση και την υποταγή.
Από τη στροφή περιμένεις το καραβάκι να ξεπροβάλλει για να μετρήσεις το χρόνο και να επιβεβαιώσεις τον καιρό από την απόσταση από τη στεριά και από την ταχύτητά του. Για λίγο ο δρόμος γεμίζει παροδικούς επισκέπτες που σε λίγο εξαφανίζονται αφήνοντας πάλι το τοπίο στη σιωπή του και στο δικό του αγώνα. Ο άνθρωπος περαστικός, τυχαίος παρατηρητής των αγώνων και των αγωνιών της ομορφιάς και του θυμού της, έρχεται να την πλησιάσει μόνο όταν αποκαμωμένη από τον αγώνα της έχει παραδοθεί, αδυνατώντας να σταθεί κοντά της, όταν δίνει τον πιο σκληρό αγώνα της, όταν υποφέρει από τις δυνάμεις της φύσης, όταν δεν έχει να του προσφέρει κάτι. Ανεχόμενη την ιδιοτέλειά του, την αρπαγή των θησαυρών της μουγκρίζει μόνη την οργή της διώχνοντας τρομοκρατημένο εκείνον που θα έπρεπε να βρίσκεται κοντά της εκείνη τη στιγμή και να τον ακούει.
Χριστιανική θρησκευτική τελετή κοντά στο χώρο Μινωικού Ιερού Κορυφής
Δεν υπάρχουν λόγια να περιγράψουν το θέαμα: καθισμένη σε βράχους που μετρούν το χρόνο με τα σημάδια στο κορμί τους ως πληγές κοιτάζω μπροστά μου στο Β την ολόφωτη εκκλησία. Κόσμος πηγαινοέρχεται, ανεβοκατεβαίνει ασθμαίνοντας, μουρμουρίζοντας συνεχώς, θαυμάζοντας και ίσως απορώντας.
Ευθεία μπροστά και πίσω από τον τετράκλιτο ναό κείτεται ολόφωτη και λαμπυρίζουσα η πόλη του Ηρακλείου βουτώντας φωτισμένη στο νυχτερινό Αιγαίο. Αριστερά η κορυφογραμμή του Ψηλορείτη με απλωμένα στην ποδιά του κάμπου μπροστά του μικρά ή μεγαλύτερα χωριά. Δεξιά σπινθιρίζουσα από τα κοντινά φώτα η σύγχρονη κωμόπολη των Αρχανών διατηρώντας τον παραδοσιακό της χαρακτήρα. Και πάνω της η σχεδόν ολόφωτη σελήνη, αρχόντισσα τ’ ουρανού, ακολουθούμενη από την Αφροδίτη ή Πούλια που μέχρι το πρωί θα έχει αλλάξει όνομα και γένος (Αυγερινός) εμφανίστηκε τη στιγμή που ο ήλιος βάφτιζε σε ολοκόκκινο ουρανό τις βουνοκορφές, το φιλί του αποχαιρετισμού της μέρας, γεμάτος υποσχέσεις για την επιστροφή του.
Φώτα παντού. Φυσικά και τεχνητά. Των χωριών, των κωμοπόλεων, των πόλεων ως εκεί που φτάνει το μάτι, αλλά κυρίως οι δυνατοί προβολείς που μετατρέπουν τη νύχτα σε μέρα. Ένας τεράστιος φωτεινός σταυρός μ’ αυτά. Κι όμως κανείς δε γοητεύεται. Όλοι πηγαινοέρχονταν όταν ο ήλιος άφηνε τις τελευταίες ανάσες του πυρπολώντας τις κορυφογραμμές της δύσης και συνάμα την ψυχή τους. Με κινητά, φωτογραφικές μηχανές και κάμερες μετακινούνταν από δω κι από κει να καταγράψουν σε ανεξίτηλο υλικό ένα μηδαμινό σημείο της γραμμής του χρόνου, ένα απειροελάχιστο από την ομορφιά του. Ένα φαινόμενο που επαναλαμβάνεται κάθε μέρα κι όμως δεν το ‘χει χορτάσει κανείς. Οι περισσότεροι σπεύδουν να φωτογραφηθούν σ’ αυτό το φόντο ζευγαρώνοντας τον εαυτό τους με την ομορφιά του.
Ο δίσκος της σελήνης σπανιότερος αναμένεται με μεγάλη προσμονή από την άλλη πλευρά και τα βλέμματα στρέφονται μια δεξιά και μια αριστερά να μη χάσουν πόντο από την ομορφιά ούτε του ενός ούτε του άλλου.
Άραγε…
Άραγε, σκέφτομαι,
Είναι το ίδιο όπως πριν από χιλιάδες χρόνια;
Τότε που άνθρωποι ανέβαιναν εδώ πάνω για να απευθύνουν την προσευχή, την παράκληση, την ευχαριστία σε άλλες θεότητες;
Ναι, η ίδια προσέλευση, ίσως και μεγαλύτερη, καθώς διευκολύνεται από τα ΜΜΣ,
τα δώρα,
η επικοινωνία,
οι εκπρόσωποι της θεότητας,
η ανώτερη δύναμη,
ο λόγος που αναπέμπεται σ’ αυτή, αλλά…
Αλλά το συναίσθημα;
Το θρησκευτικό συναίσθημα είναι το ίδιο;
Η μήπως ο υλικός μας βίος δεν του άφησε θέση να εγκατασταθεί; Η λογική μας γκρέμισε τους θεούς… Η υπεροψία του ανθρώπου που μεγεθύνει τα επιτεύγματά του, ώστε να αισθάνεται ότι η θέση του μπορεί να παραμερίσει εκείνη του θεού, η μοναξιά που φθείρει το αίσθημα επικοινωνίας ακόμα και προς το θεό, τα ποικίλα φάρμακα που δρουν ως υποκατάστατα της ανάγκης ύπαρξης μιας σκέπης, καθώς νεκρώνουν τη σκέψη και τα συναισθήματα..
Ναι, δέσποτα, θορυβούμε…
Θορυβούμε χωρίς λόγο, ενώ θα έπρεπε να σιωπούμε γεμάτοι απορία ίσως και ντροπή για την άγνοια και την ασημαντότητά μας.
Μιλάμε χωρίς ν’ ακούμε
Κοιτάζουμε χωρίς να βλέπουμε
Προσευχόμαστε χωρίς λόγια
Ανάβουμε κερί χωρίς να βλέπουμε φως
Είναι τόσο τεράστιο το εγώ που μας κρύβει τον κόσμο
Δυο νεαροί δίπλα μου συζητούν ήρεμοι και πότε πότε περιεργάζονται κοιτάζοντας δεξιά κι αριστερά . Τι τους έφερε εδώ πάνω; Πώς βιώνουν την ανθρωποσύναξη; Πώς αισθάνονται τη μεταμόρφωση ;
Ποια δική τους μεταμόρφωση προσδοκούν;
Ιερό κορυφής…
Ναι, εδώ είναι κορυφή, ένα μικρό σημείο του απέραντου γήινου κόσμου, κι ακόμα μικρότερο στα όρια του σύμπαντος, που αγνοούμε.
Δε βρήκα αυτό που έψαχνε η ψυχή μου. Δεν ξέρω τι έλειπε, δεν ξέρω τι θα έπρεπε να κάνω
Είδα ανθρώπους να εκμεταλλεύονται τους άλλους αυτή την ιερή στιγμή για χρήματα
Είδα ανθρώπους πεινασμένους για άρτο , αλλά όχι για Θεό
Πολύ φοβάμαι ότι ήρθαν για το θέαμα, για τη σελήνη, από περιέργεια
Για να φορέσουν τα καλά τους, για να κάνουν κάτι διαφορετικό από τη ρουτίνα
Αλλά είναι ιερό; Ποιες συμπεριφορές ανθρώπων έχουν ιερότητα;
Είδα άγνωστους να φλερτάρουν στον οίκο του Θεού
«Ζητώ» Θεό!!!
Σπήλαιο Σκοτεινού 27 2 2010
Φόρεσα «τα καλά μου» -όπως ταίριαζε- και μπήκα στο ιερό της φύσης, στο ανεξερεύνητο της γης, στο ναό του χρόνου, που ζει στο δικό του κόσμο, τον μυστήριο και σιωπηλό, τον άγνωστο και ανεξερεύνητο, τον διαθέσιμο μόνο στους τολμηρούς…. Συνειδητά αποφασίζω να βυθιστώ στο άγνωστο, εκεί που κανείς δε θα με αναζητήσει• ούτε η τεχνολογία.
Κι όμως κι εδώ ο άνθρωπος άφησε το στίγμα του δηλώνοντας εξουσιαστής του χώρου: μια συκιά αναγκάστηκε να γίνει αψίδα για να ικανοποιήσει τα ανθρώπινα γούστα, ένας βράχος ισοπεδωμένος από την πτώση στη μια του πλευρά μετατράπηκε σε κάθισμα.
Κι όμως• πάντα η ίδια μαγεία… κι όσο περισσότερο βυθίζεσαι το δέος μεγαλώνει, η ανησυχία για το άγνωστο εντείνεται, η απορία και ο θαυμασμός γιγαντώνονται. Όσο απομακρύνεσαι από το ορατό ανοίγει η σκέψη, πλαταίνει η φαντασία, ελευθερώνεται ο νους, αποδεσμεύεται από τις έγνοιες, ξεχνά τα βάρη, ενώνεται μ΄ αυτό στο οποίο ανήκει. Η βροχή των αιώνων, αέναη, ηχεί, σχηματίζει, μορφοποιεί, ρέει «σα να σταμάτησε όλη η κακία του κόσμου». Η ηρεμία της σιωπής, η προστασία της μήτρας, το τραγούδι του νερού, η παρέα των βράχων, η συνομιλία με το χρόνο, το φως της εισόδου, το σκοτάδι του άγνωστου, ο φόβος, η ελπίδα …
Όλα τα άλλα ακούγονται πολύ μακρινά σαν τον άνεμο που εξακολουθεί να ταλαιπωρεί τους κλώνους των δέντρων έξω από την είσοδο της σπηλιάς. Οι ταπεινές γαζίες σειούνται σύγκορμες, ανυπεράσπιστες αγνές κοπέλες αφήνονται στον άνεμο της εφηβείας, στην ορμή του ώριμου αρσενικού, ριγούν στο χάδι του, τραντάζονται από το πάθος του, ταλαντεύονται, κλίνουν από την ορμή του και μένουν παθητικά ακίνητες στην απουσία του περιμένοντας ξανά τον ερχομό του.
Οι πέτρινοι γίγαντες της εισόδου κλείνουν το δρόμο προς το φως διαγράφοντας τη δική τους μορφή. Το κεφάλι, η νεκροκεφαλή, φύλακας της εισόδου… η επιθανάτια αγωνία ….κοιτάζοντας το σκότος του άγνωστου αποτυπωμένο στα χαρακτηριστικά με τα κλειστά μάτια, το στόμα ορθάνοιχτο, γδαρμένο το πρόσωπο, το σώμα κατασπαραγμένο, σπρωγμένο πίσω, ατενίζοντας ψηλά σα να δέχτηκε απρόσμενο χτύπημα … Μια πρώτη προειδοποίηση του τάφου που έμαθαν ν΄ ανοίγουν κι οι άνθρωποι, όπως η φύση, για να τυλίξουν το σώμα σε μια αιώνια ζωή.
Μυρουδιά θυμιάματος που καίγεται … ψευδαίσθηση; Ο ρόλος των αισθήσεων δοκιμάζεται και κρίνεται εδώ μέσα. Δοκιμάζω τη φωνή μου στη φυσική τεχνολογία της μεγαφώνισης. Η φωνή είναι κεραυνός• αφύσικη εδώ μέσα• τα αγριοπερίστερα για λίγο τρομάζουν• έπειτα η «τάξη» αποκαθίσταται. Ένα μου λείπει: ο φωτισμός, μα ίσως τελικά να είναι βεβήλωση το τεχνητό φως• θα πρέπει να έρθεις εδώ να δεις «ιδίοις όμμασιν». Τα μάτια ανοίγουν διάπλατα να χωρέσουν την αιωνιότητα του χρόνου, μα ξέρω πως είναι μάταιο: καμία ματιά, κανένας φακός δεν μπορεί να ανιχνεύσει το μυστήριο. Συνήθως το κεφάλι στρέφεται στο φως … αναζητώντας την αλήθεια. Ποτέ δε σκέφτηκε να κάνει το αντίθετο: να κοιτάξει το …σκοτάδι …
Ο κόσμος του εκκωφαντικού θορύβου της σιωπής, αφήνει μακριά όλα τα άλλα. Η μοναδική καταιγίδα ήχου στη σιωπή είναι αυτή που κάνει ο ήχος του νερού στο σύντομο τελευταίο ταξίδι της σταγόνας από την οροφή του σπηλαίου στο δάπεδο.. Το νερό ακατάπαυστα κουβεντιάζει: σαν ποταμός, σα ρυάκι, σαν τραγούδι, σα μοιρολόγι, σα λυγμός, σαν τα τελευταία δάκρυα … Οι ομιλίες του νερού με τη πέτρα είναι η αρχή μιας αιώνιας στέρεας ζωής, που το αποτέλεσμά τους θα φανεί στο χρόνο. Περιμένω τις σταγόνες να κάνουν το ταξίδι τους, μα εκείνες αργούν• έχουν το δικό τους ρυθμό… Τ΄ αυτιά τεντώνονται ν΄ αρπάξουν και τον παραμικρό ήχο. Εδώ ο μόνος ήχος που φτάνει από το εξωτερικό περιβάλλον είναι ο θόρυβος του ανέμου στα δέντρα, κι αυτός μακρινός: συγχέεται με τον ήχο της σταγόνας• ορμητικός εκείνος, αποφασιστική εκείνη … καθένας στον κόσμο του.
Στην έξοδο η κάθαρση. Νιώθω κιόλας τη λύτρωση. «Κούφα» η ψυχή … «κούφα» τα βήματα ανηφορίζουν τα σκαλοπάτια που οδηγούν στην έξοδο. Η αναπνοή ασθμαίνουσα αγωνίζεται ν΄ ανασύρει από μέσα μου τα τελευταία ίχνη του ασήκωτου βάρους της ζωής. Το βάρος σιγά σιγά αρχίζει να ελευθερώνεται.
Να ήταν εδώ η μόνιμη κατοικία μου! «Άνθρωπος των σπηλαίων»: δεν ξέρω γιατί η φράση χρησιμοποιείται υποτιμητικά, για να δηλώσει την πρωτόγονη φάση του ανθρώπου, κι ως εκ τούτου την κατώτερη. Αφήνω το χώρο σ΄ εκείνα τα πλάσματα που το επέλεξαν ως μόνιμη κατοικία τους, που δεν έχουν ανάγκη τα φορτία εκείνα που ο άνθρωπος τα χαρακτηρίζει πολιτισμό.
Γυρνώ το κεφάλι μου σ΄ ένα χαιρετισμό• όχι αποχαιρετισμό. Τώρα το ξέρω καλά• είμαι σίγουρη: αυτός είναι ο ναός της ψυχής μου. Εδώ η ψυχή αίρεται στη λύτρωση μέσα από τη βύθιση στο χάος, στην ανάσταση μέσα από την πτώση στο βάθος, στην κάθαρση μέσα από το βάπτισμα στο χρόνο.
Ευχαριστώ για την ξενία και τη φιλότητα, τις διαχρονικές αξίες. Σαν τον κλέφτη παίρνω μερικές μόνο εικόνες να ΄χω να θυμάμαι στο ταξίδι της σκέψης στο χρόνο. Μέσα από τις αντιθέσεις η περατότητα του χώρου ανακινεί την ιδέα του χρονικά άπειρου. Στον περιορισμένο χώρο μεγεθύνεται η επιθυμία για την αλήθεια. Προσπαθώ να κρατήσω φεύγοντας λίγη από την ομορφιά της αλήθειας του..
Καθώς το σκοτάδι επέρχεται, το σπήλαιο συνεχίζει ομαλά, χωρίς οχλήσεις, τη φυσική του ζωή μέσα στην εύγλωττη σιωπή, τη λάλο σιωπή …
Ανηφορίζοντας στο Γιούχτα
Μετά από μήνες γυμνή η φύση με περίμενε στην ερημιά της κρατώντας τρυφερά στα σπλάχνα της την υπομονή. Το φως καραδοκούσε παντού, άσπριζε τις πέτρες, γυάλιζε την ψυχή μου.
Η κορυφή αστράφτει πάντα. Είναι η μόνη που ξεχωρίζει. Τα άσπρα βράχια κέρδισαν τη λάμψη τους με το σκληρό αέρα, τον ήλιο, την ομίχλη, τις ανελέητες καταιγίδες, κι ακόμα προβάλλουν πανίσχυρες προσελκύοντας το πέταγμα των ελεύθερων και εκείνων που διψούν για ελευθερία. Μόνα στη εγκατάλειψη του χειμώνα, αλλά φρεσκοπλυμένα και αστραφτερά, δυνατά, χωρίς παράπονα στέκουν στα πόδια τους και περιμένουν αδιαμαρτύρητα στη σιωπή τους να δείξουν την περήφανη ομορφιά της μοναξιάς τους.
Οι μυρωδάτοι θάμνοι περιμένουν ένα άγγιγμά για να απελευθερώσουν το θαύμα τους. Ένα σύννεφο ανάερο, άπιαστο, αόρατο που δεν μπορείς να το επιβεβαιώσεις ούτε και να το αρνηθείς. Ένα ακόμη παιχνίδι της φύσης που παίζει με τις αισθήσεις μας μαγεύοντας τις και ξεγελώντας τις. Το ακουμπώ ξανά και ξανά για να το αναγκάσω να παραδεχτεί ότι είμαι εγώ που του προκαλώ την απελευθέρωση των μυστικών του δυνάμεων, ότι με χρειάζεται για να αποδείξει τις χάρες του. Η ζωή ολοφάνερη και μυστική …
Η αγριελιά στην άκρη του γκρεμού, στα όρια της γης, του σταθερού και της αστάθειας, έχει τρελαθεί στο φύσημα του αγέρα παραδομένη στο ρυθμό του. Το ερωτικό τους φλερτάρισμα οδηγεί ελεύθερα τη σκέψη μου σε οργασμούς δημιουργίας και το συναίσθημα σε εκρηκτικούς παροξυσμούς. Ας μπορούσε να σταματήσει ο θόρυβος της μηχανικής μας ζωής για να μπορέσω να χαρώ το σιωπηλό τραγούδι σας…
Κάθε εικόνα ανασαλεύει τα έγκατά μου ψάχνοντας να βρει να συγκινήσει ό,τι πιο ευαίσθητο κρύβεται στις πτυχές της μνήμης των αποθηκευμένων εμπειριών, να ξυπνήσει την επιθυμία για νέες, να προκαλέσει νέους κραδασμούς.
Αποδέχομαι το δροσερό χάδι στο δέρμα του προσώπου μου, το κυμάτισμα των μαλλιών, το μισοκλείσιμο των βλεφάρων, το άνοιγμα των χειλιών, όταν κοντεύει να σταματήσει η αναπνοή από το φύσημα του αέρα. Εισχωρώντας κάτω από τα ρούχα, παγώνοντας τα μέλη μου, ανατριχιάζοντας το δέρμα, συσπειρώνοντας το κορμί ν΄ αντέξει τα δικά της μηνύματα αποτελεί ένα παιχνίδι δύναμης και εξουσίας, αλλά κι ένα ερωτικό και φευγαλέο κάλεσμα.
Χαίρομαι την ελευθερία του πετάγματος των πουλιών, τη ζωή χωρίς κανόνες και ζηλεύω. Αυτό που κερδίζεις είναι ανάλογο εκείνων που είσαι διατεθειμένος να θυσιάσεις για να το αποκτήσεις, σκέφτομαι…
Κλείνω ηδονικά τα μάτια στο άπλετο φως του ήλιου. Η όραση είναι ακατάλληλη αίσθηση στον έρωτα …
Επίσκεψη στον αρχαιολογικό χώρο της Κνωσού
Το έδαφος έχει γίνει σκόνη πια από τα εκατομμύρια πόδια που το πάτησαν κατά τη επίσκεψή τους ερχόμενα από όλα τα μέρη του κόσμου παρακινημένοι από μύθους τεράτων, πανέμορφων γυναικών, δυναμικών βασιλισσών, δαιδαλωδών κτισμάτων. Εκεί που ο μύθος συμπλέκεται με ασαφή τρόπο με την πραγματικότητα ξεπροβάλλει μπροστά τους η εικόνα του βασιλιά που αξιώθηκε τον τίτλο του δίκαιου κριτή στον Άδη, ο μύθος της κόρης Ευρώπης που αρπάχτηκε για την ομορφιά της και έδωσε το όνομα σε ολόκληρη ήπειρο, το πρώτο πέταγμα του ανθρώπου στους αιθέρες, που νίκησε τη βαρύτητα και απέδειξε ότι ο άνθρωπος μπορεί να νικήσει και να υποτάξει τη φύση, ο ανήσυχος αιώνιος Οδυσσέας που διασχίζει τις θάλασσες. Ένας κόσμος σιωπής που προσπαθεί απεγνωσμένα να στείλει μηνύματα με τα λιγοστά υλικά απομεινάρια που η γνώση και η φαντασία των αρχαιολόγων συμπλήρωνε.
Παρατηρώ τους επισκέπτες που, στο χρόνο της σύντομης παραμονής τους στο νησί μας, επιλέγουν οπωσδήποτε αυτό το χώρο ως πρωταρχικό για την επίσκεψή τους. Σιωπηλές φιγούρες, ολόκληρες ομάδες συσπειρωμένες γύρω από τον ξεναγό με ύφος ιερής σιγής παρακολουθούν να μάθουν το μυστήριο του ιδεώδους κόσμου που χάθηκε από μια φυσική καταστροφή. Η τραγικότητα της απώλειας του ιδεώδους πάντα συγκινούσε τους ανθρώπους…
Σύγχρονα βήματα πάνω στις αρχαίες πέτρες, σύγχρονες γλώσσες που δεν μπορούν ν΄ αποκρυπτογραφήσουν ακόμα τη γλώσσα του πολιτισμού το έδαφος του οποίου πατούν. Βλέμματα που διαπερνούν τους τοίχους, τα χωρίσματα και τις απαγορεύσεις, στην προσπάθειά τους να συνθέσουν έναν κόσμο τις περισσότερες φορές όπως θα ήθελαν οι ίδιοι να είναι. Φλας αναβοσβήνουν, κάμερες τραβούν ασταμάτητα. Η μυρουδιά του πεύκου αιωρείται στην ατμόσφαιρα σαν αλλοτινό θυμίαμα.
Το παγώνι πέρασε αθόρυβα δίπλα μου. Κοντοστάθηκε μπροστά μου για μερικές φωτογραφίες, έχοντας συνηθίσει την ανθρώπινη παρουσία και ίσως τελικά διεκδικώντας την προσοχή, κι ύστερα αμέριμνα προχώρησε τη βόλτα του στον αρχαιολογικό χώρο. Για μια στιγμή ζήλεψα το δικαίωμα που κανείς δεν του αμφισβητεί να κυκλοφορεί ανεμπόδιστα σε όλους τους χώρους.
Άνθρωποι που κοντοστέκονται, διαβάζουν τις ενημερωτικές πινακίδες, τις αντιπαραβάλλουν με το χώρο κι ύστερα προχωρούν παραπέρα. Ο μύθος μαζί με τα λιγοστά υλικά απομεινάρια τούς επιτρέπει να ανασυνθέσουν στο μυαλό τους και να διασώσουν στο χρόνο -οριστικά αυτή τη φορά- το ορατό τμήμα ενός κόσμου ως ονειρικό όπου το καλό θριαμβεύει μαγικά.
Η αγανάκτηση για το μοντέλο ενός συγκεντρωτικού μονάρχη που συγκέντρωνε για λογαριασμό του το συντριπτικό μέρος της γεωργικής παραγωγής ακόμα και του θαλάσσιου εμπορίου παραμερίστηκε γρήγορα στα πλαίσια οικοδόμησης της εικόνας ενός ιδεατού κόσμου. Τα πέπλο της σιωπής που σκεπάζει τις πέτρες, το βάρος των αιώνων που καλύπτει το διάστημα του χρόνου, η ανάγκη εύρεσης επιτέλους προστατευτικού καταφύγιου ελπίδας μαζί με το δικαίωμα στο όνειρο ενός ιδεατού κόσμου κράτησε στο απυρόβλητο το μινωικό πολιτισμό.
http://www.panoramio.com/user/1832830/tags/Knossos%20palace
http://www.panoramio.com/user/1832830/tags/Heraklion%20Archaeological%20museum
http://www.panoramio.com/user/1832830/tags/minoan%20civilization
Επιστροφή από τη Μήλο
Η Μήλος σταθερά απομακρύνεται με την ταχύτητα του πλοίου. Οι χθεσινές κοντινές ακτές αρχίζουν να γίνονται όλο και πιο μακρινές αναμνήσεις. Μέσα σ’ ένα μουντό τοπίο θαλάσσιας ομίχλης περιορισμένης ορατότητας. Αντιστεκόμενη στον άνεμο, νιώθοντας τις θαλασσοσταλίδες να αιωρούνται σαν κουρτίνες. Το κατάστρωμα έχει αδειάσει σχεδόν πλέον. Μόνο ο αέρας, τα κύματα, ο αραιωμένος καπνός του φουγάρου που από τον αέρα σκορπιέται παντού και λίγοι τολμηροί ή θρασείς που δεν εννοούν ν’ αποδεχτούν ότι οι διακοπές τελείωσαν, ότι το ταξίδι σύντομα ολοκληρώνεται. Οι άλλοι έχουν ήδη συμβιβαστεί με το κομφορμιστικό πνεύμα της τεχνητής πραγματικότητας, αποφεύγοντας τις φυσικές οχλήσεις που ενδυναμώνουν το πνεύμα και το σώμα.
Η ψηλότερη κορφή της Μήλου μπροστά μας νεφοσκεπής έχει ήδη αρχίσει να προετοιμάζεται για το χειμώνα που την περιμένει. Άγονη και μόνη χωρίς την ανθρώπινη παρουσία.
Γεμάτο πληγές το σώμα της με ή χωρίς τη θέλησή της άφησε να το λεηλατήσουν ανελέητα οι άνθρωποι για να εισπράξουν τους θησαυρούς της από το υπέδαφος, αφού το έδαφος δεν τους επέτρεπε να επιβιώσουν. Τρύπες, σπηλιές, κατακόμβες, ορύγματα: γεμάτη σημάδια από το χρόνο και τον άνθρωπο κραυγάζει τα πάθη της σιωπηλή, ξερή και άγονη, δεχόμενη αδιαμαρτύρητα τους επισκέπτες, καλωσορίζοντάς τους εγκάρδια, και σκύβοντας το κεφάλι υποτακτικά για να βουτηχτεί στη μακρά χειμερινή μοναξιά της προσδοκώντας το επόμενο καλοκαίρι για να ξαναμιλήσει με τη σιωπή της.
Πολύχρωμη, ιριδίζουσα ή θαμπή, γοητευτική, μυστηριώδης, πολυμορφική ξέρει να δείχνει σ’ αυτούς που ξέρουν να ψάξουν. Από τις ψηλές κορφές της ως το υπέδαφος και ως τον πάτο των γαλαζοπράσινων νερών της διαυγής και πεντακάθαρη. Άγονα βράχια σκληρά ή μαλακά, υαλώδη ή πετρώδη, άσπρα, κόκκινα, κίτρινα. Φαινομενικά φτωχή μα αφάνταστα πλούσια για ερευνητές κάθε είδους, αρκεί ο ερευνητής να γνωρίζει πού να ψάξει και να έχει τη μέθοδο να το επιτύχει
Ένα νησί που σε παραινεί, σε διδάσκει, σε συμβουλεύει ότι η επιφάνεια δεν είναι επαρκής, ότι πρέπει ν ‘ αφαιρέσεις το λεπτό ή χοντρό δέρμα, το πρόχειρο ή προσεγμένο για να βρεις το ζητούμενο.
Τι χαρακτήρες ανθρώπων πλάθει αυτός ο τόπος ; Σίγουρα αγωνιστικούς, επίμονους, αποφασιστικούς, υπομονετικούς, με αρκετή αυτοπεποίθηση, αλλά και αυτογνωσία, που καταλαβαίνουν τα όρια τους και εκείνα της φύσης για να μπορέσουν να πλάσουν τη σχέση της επικοινωνίας που θα τους επιτρέψει να επιβιώσουν: για να πάρουν χωρίς να καταστραφούν, για να πάρουν και να αξιοποιήσουν, για να πάρουν και να μην καταστρέψουν αυτό που απομένει, αλλά να το διαφυλάξουν, ώστε να μπορέσουν να ξαναχτυπήσουν την πόρτα της φύσης που αδιαμαρτύρητα θα δώσει. Άρα το δίδαγμα λέει ότι μπορείς να πάρει όταν μάθεις πώς να πάρεις, κι αυτό όταν μάθεις να μαθαίνεις, αρχίζοντας πρώτα από τον εαυτό σου.
Ο ασπρογάλαζος δρόμος που αφήνει πίσω του το πλοίο με κάνει να αναλογιστώ ότι ο Έλληνας Οδυσσέας ταξιδευτής περιπλανώμενος ερευνητής θα πρέπει μαζί με τις αποσκευές του να κουβαλούσε από κάθε ταξίδι του κι ένα απολογιστικό πακέτο χρήσιμο για το επόμενο ταξίδι, αν βέβαια το αξιοποιούσε.
Κι η μοναξιά του άδειου ορίζοντα όπου το γαλάζιο της θάλασσας διαδέχεται το ουράνιο γαλάζιο με τα σύνορά τους να μην είναι πάντοτε ευδιάκριτα.
Ο άνθρωπος μπορεί να επιβιώσει σ’ όλους τους χώρους. Όχι όμως χωρίς προσπάθεια. Όχι χωρίς μέθοδο. Όχι χωρίς προγραμματισμό. Η φύση δείχνει τις δυνάμεις της και του κλείνει με υπονοούμενο το μάτι να στραφεί στο δικό του υπέδαφος, ν’ αναζητήσει το δικό του ορυκτό πλούτο που χρειάζεται εξόρυξη και που θα μείνει πάντα θαμμένος και επομένως άγνωστος και ουσιαστικά ανύπαρκτος, αν δεν είναι πρώτα πρώτα υποψιασμένος κι έπειτα αν δε δραστηριοποιηθεί για να τον φέρει στην επιφάνεια, να τον εκθέσει και να τον αξιοποιήσει.
- Ασκήσεις στη γλωσσική διδασκαλία
- Γενικά
- Διαγωνίσματα Ξενοφώντα
- Διαγωνίσματα στα λατινικά
- εικόνες
- Θουκυδίδη Ασκήσεις
- ιστορικά
- καλλι-τεχνικά
- κείμενο Ξενοφώντα με συντακτική αναγνώριση
- κριτικά
- Λατινικά ασκήσεις
- Λατινικά εργασίες
- Λατινικά κείμενο
- λογοτεχνικά
- μινωικός πολιτισμός
- Νεοελληνική Λογοτεχνία
- νο-ήματα
- Ξενοφώντα Ασκήσεις
- Ξενοφώντας
- ομηρικά
- Ομήρου Ιλιάδα
- Ομήρου Οδύσσεια
- σπήλαια
- Ταξιδιωτικές εντυπώσεις
- Τεστ στα Λατινικά
- φιλο-σοφικά
- φιλοσοφία
- blogs.sch.gr
- PANORAMIO
- video
- Ασύγχρονη τηλεκπαίδευση
- Βιβλιοθήκη Εκπ.Λογισμικού ΕΛ/ΛΑΚ
- Δικτυακή πύλη sch.gr
- Εκπ/κό υποστηρικτικό υλικό
- Ηλ. περιοδικό e-Emphasis
- Ηλεκτρονικές κάρτες
- Ηλεκτρονική Διαχείριση Τάξης η-τ@ξη
- Ιστολόγιο Ομάδας ανάπτυξης blogs.sch.gr
- ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
- Μαθητική πύλη students.sch.gr
- ΜΙΝΩΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΚΝΩΣΣΟΣ / MINOAN CIVILIZATION KNOSSOS KING MINOS
- ΝΟΜΟΣ ΧΑΝΙΩΝ: ΦΥΣΙΚΕΣ ΟΜΟΡΦΙΕΣ, ΙΣΤΟΡΙΑ, ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
- ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟ ΑΤΟΜΟ
- Υπηρεσία video ΠΣΔ