Ξενοφώντας


Ο Πελοποννησιακός πόλεμος κρίθηκε από … την πείνα

Μαρ 20104

405  π.Χ.: τελευταία φάση του Πελοποννησιακού πολέμου. Οι αντίπαλοι στόλοι αναμετρούν τις δυνάμεις τους στο Αιγαίο.  Όταν ο Λύσανδρος, επικεφαλής του  στόλου των Λακεδαιμονίων και των συμμάχων τους,  ανηφορίζει πλέοντας προς τον Ελλήσποντο, είναι αποφασισμένος να τελειώσει τον πόλεμο. Κι έχει συνειδητοποιήσει  ότι δεν έχει τις δυνάμεις για να αναμετρηθεί μαζί τους ως ίσος προς ίσον. Γι’ αυτό οι Αθηναίοι θα πρέπει να νικηθούν ένδοθεν. Και κυριολεκτώ: από το στομάχι.

Έχει σχεδιάσει ένα πονηρό σχέδιο στο μυαλό του: βασικός του στόχος είναι ο αποκλεισμός των αθηναϊκών εμπορικών πλοίων να επιστρέψουν στην Αθήνα μεταφέροντας  τρόφιμα από τον Εύξεινο Πόντο, τη μοναδική πλέον πηγή τροφοδοσίας,  αφού η Αίγυπτος  είχε αποκλειστεί αρκετές δεκαετίες πριν, από το 454 π.Χ., που οι Πέρσες κυριαρχούν  ξανά στη χώρα μετά την  αποτυχημένη συνεργασία των Αθηναίων με τους Αιγύπτιους εναντίον τους.

Επί δέκα χρόνια η πολιορκία στη Δεκέλεια που είχε συμβουλεύσει ο Αλκιβιάδης τους Σπαρτιάτες δεν επέφερε ουσιαστική ενόχληση στους Αθηναίους, εφόσον εξασφάλιζαν τον ανεφοδιασμό τους από τη θάλασσα μέσω των Μακρών Τειχών. Αυτό όμως προϋποθέτει ελεύθερη ναυσιπλοΐα,  έναν σημαντικό παράγοντα, τη  σημασία του οποίου  οι Αθηναίοι δεν έλαβαν σοβαρά υπ’ όψιν τους, καθώς απ’ αυτόν εξαρτιόταν κυριολεκτικά η επιβίωσή τους. Συμπεριφέρονται σα να είναι οι αιώνια νικητές με την ανάμνηση της νίκης του  προηγούμενου έτους στις Αργινούσες, παρ’ ό,τι τους είχε αφήσει πικρές εμπειρίες μετά την καταδίκη των στρατηγών.  Έπρεπε όμως να θυμούνται ότι σ΄ έναν πόλεμο οι ήττες διαδέχονται τις νίκες και το αντίστροφο και ότι οι Σπαρτιάτες ήταν πολύ ισχυροί μετά την οικονομική τους ενίσχυση από τους Πέρσες.

Ο Λύσανδρος φροντίζει να εξασφαλίσει τροφοδοσία για το στόλο του κυριεύοντας τη συμμαχική προς τους Αθηναίους Λάμψακο. Το γεγονός ότι δε στόχευσε στον ανθρώπινο πληθυσμό, «τ δ λεθερα σματα πντα φκε Λσανδρος», επιβεβαιώνει την άποψη ότι τον ενδιέφερε αποκλειστικά η τροφοδοσία του στόλου του, που αποτελούσε πρόβλημα ζωτικής σημασίας για την παραμονή του  μακριά από την πατρίδα. Δεν είναι καθόλου τυχαίο που ο Ξενοφώντας επισημαίνει τις κινήσεις των αντιπάλων σε σχέση με τη δυνατότητα εξασφάλιση τροφής. Ούτε ότι  την πρώτη μέρα που οι Aθηναίοι θα έρθουν να αντιπαραταχθούν μπροστά στο λιμάνι της Λαμψάκου, παρά τις πυρετώδεις προετοιμασίες του δεν παραλείπει να φροντίσει για το στομάχι των ανδρών του: «σμανεν ες τς νας  ριστοποιησαμνους εσβανειν».

Δεν ξεχνάμε ότι στην Ιλιάδα ο Οδυσσέας σθεναρά αντιτίθεται στον Αχιλλέα που -μετά τη συμφιλίωση του με το Αγαμέμνονα- θέλει να οδηγήσει εσπευσμένα τους στρατιώτες στη μάχη χωρίς να λάβουν τροφή,  και καταφέρνει να γίνει αποδεκτή η παρέμβαση του.

 Ο Λύσανδρος αγκυροβολώντας στη Λάμψακο έχει επιλέξει το πιο κατάλληλο σημείο,  κερδίζοντας διπλά: από τη μια επιλύει το δικό του πρόβλημα επισιτισμού και από την άλλη φέρνει τον αντίπαλο σε δύσκολη θέση στερώντας του κάθε βολικό κοντινό αγκυροβόλιο. Έχει φροντίσει με τις στρατηγικές του κινήσεις να έχουν οι Αθηναίοι να επιλέξουν ανάμεσα σε δυνατότητες που καμία δεν είναι άριστη:  ή να αγκυροβολήσουν κοντά του απροστάτευτοι χωρίς  τρόφιμα ή μακρύτερα στη Σηστό, όπου όμως δεν θα μπορούν να αξιοποιήσουν τις ναυτικές δυνατότητές τους.

Όταν οι Αθηναίοι  πληροφορούνται την κατάληψη της Λαμψάκου από  τους εχθρούς εσπευσμένα αναχωρούν προς την κατεύθυνση αυτή. Σταματούν για λίγο να ανεφοδιαστούν στη  Σηστό και συνεχίζουν να φτάσουν όσο πιο κοντά γίνεται στο Λύσανδρο, ένα λάθος που εκείνη τη στιγμή δε συνειδητοποιούν. Δεν προνοούν για το διαρκή επισιτισμό τους, όπως έχει κάνει ο Λύσανδρος, κι αυτό θα αποτελέσει μοιραίο λάθος για τις επόμενες  κινήσεις τους. Το λάθος αυτό οι αθηναίοι στρατηγοί με αλαζονεία το προσπερνούν αδιάφορα ακόμα κι όταν ο Αλκιβιάδης έρχεται να τους υποδείξει τα λάθη τους.

Για πέντε συνεχείς ημέρες επωφελούμενοι από τη χαλαρή πειθαρχία της ηγεσίας οι στρατιώτες αποβιβάζονται και διασκορπίζονται στη χερσόνησο της Καλλίπολης φτάνοντας ως τη Σηστό προκειμένου να εξασφαλίσουν τρόφιμα που θα επιτρέψουν την παραμονή τους στο χώρο. Βάσει των συνηθειών της εποχής, ουσιαστικά της αδυναμίας  ανεφοδιασμού από τη βάση, ο επισιτισμός γινόταν κατά τη διάρκεια της εκστρατείας με λεηλασία εχθρικών πόλεων ή με υποστήριξη των συμμαχικών. Καθώς η αποικία τους, η Λάμψακος, έχει κυριευτεί από τους Σπαρτιάτες και η συμμαχική τους πόλη, η Σηστός, βρίσκεται κάπως μακριά, οι Αθηναίοι αναγκάζονται να απομακρύνονται από  τα πλοία τους αφήνοντάς τα αφύλακτα σε περίοδο  πολέμου, όταν ο αντίπαλος βρίσκεται μόλις 15 στάδια μακρύτερα! Αυτή η ηγεσία που επιτρέπει τέτοια ασυγχώρητα λάθη ονομάζεται στην καλύτερη περίπτωση ανίκανη, ενώ αιωρείται μια υποψία προδοσίας σε αρκετούς αρχαίους συγγραφείς.

Το λογικά αναμενόμενο δεν άργησε να συμβεί: οι πληροφορίες που ο Λύσανδρος συλλέγει για τις κινήσεις των Αθηναίων καθημερινά, για να αποκλείσει κάθε περίπτωση λάθους, τον οδηγούν στη στιγμή που περίμενε για να εξαπολύσει την αιφνιδιαστική του επίθεση. Ήταν υπόθεση μιας ώρας, σύμφωνα με τον Πλούταρχο, να τερματίσει έναν πόλεμο που διήρκεσε 27 χρόνια. Κι αυτό, γιατί οι Αθηναίοι πήγαιναν να βρουν φαγητό!!!!

Το ένστικτο της αυτοσυντήρησης, και  κυρίως σε ό,τι έχει κάνει  με την τροφή, θεωρείται η πιο ισχυρή δύναμη που κινεί τα νήματα της ιστορίας. Η ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού καταγράφει τη λογική πορεία του ανθρώπου να επιβληθεί στα ένστικτά του, να τα υπερνικήσει και να προχωρήσει πέρα απ’ αυτά. Μια Αθήνα που μετατράπηκε τον 5ο αι. π.Χ. σε μια τεράστια δύναμη, ιμπεριαλιστική -δεν το αγνοούμε, σίγουρα προϋποθέτει μια  ισχυρή δόση κυριαρχίας του ισχυρού πάνω στον αδύναμο. Δε λησμονούμε εντούτοις ότι η δύναμη αυτή μεγαλούργησε στον τομέα της τέχνης και των πολιτειακών θεσμών. Αλλά να βρεθεί ηττημένη, επειδή δε φρόντισε να εξασφαλίσει τροφή, είναι κάτι που κυριολεκτικά μας αφήνει άφωνους.

Θα πρέπει να δούμε πέρα από τη ανικανότητα μερικών  προσώπων που είχαν αναλάβει την ευθύνη του στρατεύματος. Θα πρέπει να ερμηνεύσουμε τη χαλάρωση και την απειθαρχία του ως σύμπτωμα της αδιαφορίας προς τα κοινά ή έστω μη  ενσυνείδητης συμμετοχής σ’ αυτά.

Η ήττα τους δεν οφείλεται στην αριθμητική υπεροχή του αντιπάλου ούτε στο στρατηγικό σχέδιο  που ήταν ανώτερο του δικού τους. Πρόκειται για δική τους ανυπαρξία σχεδιασμού που ουσιαστικά χαρίζει στον αντίπαλο τη νίκη.

Οι Αθηναίοι στα χρόνια που ακολούθησαν  δυσκολεύτηκαν πολύ να συνηθίσουν στην ιδέα του ηττημένου όχι μόνο γιατί ήταν για ένα αιώνα περίπου οι κυρίαρχοι του ελλαδικού χώρου, αλλά γιατί ίσως η ήττα τους προέκυψε τόσο ανόητα. Από κει και  πέρα οι διαδόσεις για προδοσία έδιναν και έπαιρναν. Τι θα είχαν να κερδίσουν αλήθεια 6 άνθρωποι παραδίδοντας την πόλη τους στους εχθρούς; Δεν πρόκειται όμως για μια ειρηνική παράδοση κατόπιν συμφωνίας, αλλά για μια σκληρή αιματοχυσία πάνω από 30.000 ανθρώπους. Η θεωρία της προδοσίας είναι η μόνη εξήγηση  που μπορεί να καλύψει τόσα ανόητα λάθη. 

Η ήττα εξαιτίας της έλλειψης τροφής δεν είναι σπάνιο φαινόμενο στην πολεμική ιστορία. Μια υπόμνηση στην παράδοση των 300 Σπαρτιατών στρατιωτών στη Σφακτηρία μετά από λίγες βδομάδες πολιορκίας (72 ημέρες) που είχαν ως αποτέλεσμα την κατανάλωση τροφίμων, είναι αρκετό  για να καταδείξει τη σημασία του παράγοντα αυτού: ήταν αρκετή για την ανατροπή του της ιερής σπαρτιατικής αρχής του ή ταν ή  επί τας. Όταν οι Σπαρτιάτες για πρώτη φορά στην ιστορία τους μετά τη σκληρή εκπαίδευση της αγωγής καταλήγουν να παραδοθούν από έλλειψη τροφής, δεν εκπλήσσεται κανείς αν αυτό συμβαίνει στους Αθηναίους, τη στιγμή μάλιστα που τα μέτρα πειθαρχίας είναι πολύ χαλαρά.

 Δεν είναι βέβαια η πρώτη φορά που συμβαίνει αυτό στους Αθηναίους. Οκτώ μόλις χρόνια νωρίτερα στο λιμάνι των Συρακουσών ο αθηναϊκός στόλος ενεργώντας κινούμενος πρωτίστως από το ένστικτο της αυτοσυντήρησης και κάτω από τα ασθενή μέτρα στρατιωτικής πειθαρχίας και τότε είχε πέσει για μια ακόμη φορά στην παγίδα του Πελοποννησιακού στόλου. Τότε εμπνευστής του δόλιου σχεδίου ήταν ο Κορίνθιος Αρίστων, ο οποίος προγραμμάτισε την έξοδο των Αθηναίων από τα πλοία  στέλνοντας εμπόρους στην παραλία να παρασύρουν τους Αθηναίους ναύτες έξω από τα πλοία τους, ενώ κατά την απουσία τους βρήκε την ευκαιρία να επιτεθεί.

Αν η ήττα στις Συρακούσες είχε διαγραφεί από τη μνήμη τους και με μεγάλη ομολογουμένως ψυχική δύναμη μπόρεσαν να συνεχίσουν τον πόλεμο, θα έπρεπε να θυμούνται την πιο πρόσφατη ήττα τους στο Νότιο από το Λύσανδρο 2 χρόνια νωρίτερα, καθώς και τον ύπουλο αιφνιδιαστικό τρόπο με τον οποίο εκείνος είχε ενεργήσει.

Αργότερα ο Λύσανδρος διευκολύνει την επιστροφή  των Αθηναίων στην πόλη τους σκεφτόμενος με απλά μαθηματικά: λογαριάζοντας τα αντιστρόφως ανάλογα ποσά των τροφίμων με τους καταναλωτές.  Αργότερα πάλι ο Θηραμένης μεθοδεύει την άνευ όρων υποταγή των συμπολιτών του ροκανίζοντας το χρόνο με ασύστατες δικαιολογίες που εκείνοι άκριτα αποδέχονται, καθώς στο μοιραίο τετράμηνο της απουσίας του τα ελάχιστα πλέον  τρόφιμα οδηγούν τους Αθηναίους να του ανανεώσουν την εμπιστοσύνη να διαπραγματευτεί για λογαριασμό τους τους όρους της ειρήνης με τους Πελοποννησίους.

Όταν διαμορφώνονται  οι ταπεινωτικοί όροι, που μεταφράζονται ούτε λίγο ούτε πολύ σε διαγραφή της Αθήνας από τον πολιτικό χάρτη, είναι πια αργά για ν’ αντιδράσουν: η πείνα και οι αλλεπάλληλοι θάνατοι εξαιτίας της αξιολογούν την αποδοχή ειρήνης με τους όποιους όρους ως σωτηρία. Έτσι η  Αθήνα καταπονημένη από την πείνα αναγκάζεται να υπογράψει τη θανατική της καταδίκη και στη συνέχεια να το γιορτάσει κιόλας πανηγυρίζοντας κατά το γκρέμισμα των  τειχών.

Δεν είναι η πρώτη ούτε η τελευταία φορά που ο εχθρός εκμεταλλεύεται την ανάγκη ικανοποίησης του ενστίκτου αυτοσυντήρησης. Οι Σπαρτιάτες εφορμούν στου Αθηναίους όταν πλησιάζουν στον Ασίναρο ποταμό για να πιουν νερό.

Μια μικρή υπενθύμιση της παροιμίας:  Η καλή νοικοκυρά πριν πεινάσει μαγειρεύει.

2,1,28-29

Νοέ 20094

2128-9.pdf

2,1, 28-29

Οκτ 200923

2128-29.pdf


2,1,25-6

Οκτ 200921

21-25-26.pdf

Ξενοφώντα Ελληνικά, 2,1, 27

Οκτ 200914

2-1-27.pdf

Ξενοφώντα Ελληνικά, 2,1, 16-19

Οκτ 200914

21-16-19.pdf

Ξενοφώντα Ελληνικά, 2, 1, 22-24

Οκτ 200914

21-22-24.pdf

2,2,3-4 παρελθόν και παρόν των προσώπων

Οκτ 20095

Το παρόν των προσώπων

 

Ἐν δὲ ταῑς Ἀθήναις τῆς Παράλου ἀφικομένης νυκτὸς ἐλέγετο ἡ συμφορά

καὶ  οἰμωγή ἐκ τοῡ Πειραιῶς διὰ τῶν Μακρῶν τειχῶν    εἰς ἄστυ διῆκεν, ὁ ἕτερος τῷ ἑτέρῳ παραγγέλλων▪

ὤστε ἐκείνης τῆς νυκτὸς οὐδείς ἐκοιμήθη, (πάσχον πρόσωπο =θύμα)

   οὐ μόνον τοὺς ἀπολωλότας πενθοῡντες, ἀλλὰ πολὺ μᾶλλον ἔτι αὐτοί ἑαυτούς,  νομίζοντες πείσεσθαι

 

 

το παρελθόν των προσώπων

 

οἷα ἐποίησαν (Ενεργούν πρόσωπο = θύτης)

Ø  Μηλίους τε Λακεδαιμονίων ἀποίκους ὄντας, κρατήσαντες πολιορκίᾳ, 

Øκαὶ Ἱστιαιέας

Øκαὶ  Σκιωναίους

Øκαὶ Τορωναίους

Ø καὶ Αἰγινήτας

Ø καὶ ἄλλους πολλοὺς τῶν Ἑλλήνων. 

 

Τῇ δ’ ὑστεραία ἐκκλησίαν  ἐποίησαν,

ἐνἔδοξε

Ø         τούς λιμένας ἀποχῶσαι πλὴν ἑνὸς

Ø καὶ τὰ τείχη εὐτρεπίζειν

Øκαὶ φυλακάς ἐφιστάναι 

Øκαὶ τἆλλα πάντα ὡς εἰς πολιορκίαν παρασκευάζειν τὴν πόλιν.  


ΞΕΝΟΦΩΝΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ: ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ

Οκτ 20095

Βιβλίο 2, κεφάλαιο 1, παράγραφοι 16-27

Οι Αθηναίοι, έχοντας ως ορμητήριό τους τη Σάμο, άρχισαν να λεηλατούν τη χώρα του βασιλιά και έπλεαν εναντίον της Χίου και της Εφέσου και άρχισαν να προετοιμάζονται για ναυμαχία. Εξέλεξαν στρατηγούς, επιπλέον σ’ αυτούς που υπήρχαν, το Μένανδρο, τον Τυδέα, (και) τον Κηφισόδοτο. Ο Λύσανδρος αναχωρεί από τη Ρόδο παραπλέοντας την Ιωνία προς τον Ελλήσποντο, για να εμποδίσει την αναχώρηση των πλοίων και ενάντια στις πόλεις που είχαν αποστατήσει απ’  αυτούς. Έβγαιναν και οι Αθηναίοι από τη Χίο στην ανοιχτή θάλασσα, γιατί η Ασία ήταν εχθρική σ’  αυτούς. Ο Λύσανδρος έπλεε παραλιακά από την Άβυδο στη Λάμψακο, η οποία ήταν σύμμαχος των Αθηναίων. Οι κάτοικοι της Αβύδου και οι άλλοι ακολουθούσαν πεζοί (από τη στεριά). Αρχηγός τους ήταν ο Θώρακας ο Λακεδαιμόνιος. Αφού έκαναν επίθεση στην πόλη, την κυριεύουν με έφοδο και τη λεηλάτησαν οι στρατιώτες, αφού ήταν πλούσια και γεμάτη από κρασί και σιτηρά και όλα τα άλλα εφόδια. Τους πολίτες τους άφησε όλους ελεύθερους ο Λύσανδρος.

Οι Αθηναίοι πλέοντας από κοντά αγκυροβόλησαν στον Ελαιούντα της Χερρονήσου με εκατόν ογδόντα πλοία. Εκεί λοιπόν όταν (προ)γευμάτιζαν, φτάνει σ’  αυτούς η είδηση σχετικά με τη Λάμψακο και αμέσως ανοίχτηκαν στη Σηστό. Από εκεί, αφού εφοδιάστηκαν με τρόφιμα, έπλευσαν προς τους Αιγός Ποταμούς. Απείχε ο Ελλήσποντος από εκεί περίπου δεκαπέντε στάδια. Εκεί λοιπόν άρχισαν να δειπνούν.

Ο Λύσανδρος την επόμενη νύχτα, όταν ήταν όρθρος, έδωσε εντολή,  αφού προγευματίσουν, να επιβιβαστούν στα πλοία, και αφού έκανε όλες τις προετοιμασίες σα να επρόκειτο για ναυμαχία  και αφού τοποθέτησε τα παραπετάσματα, προειδοποίησε να μην κινηθεί κανείς από τη θέση του ούτε να βγει ανοιχτά στη θάλασσα. Οι Αθηναίοι με την ανατολή του ήλιου παρατάχτηκαν μπροστά στο λιμάνι σε μέτωπο σα (να επρόκειτο) για ναυμαχία. Επειδή όμως ο Λύσανδρος δεν έβγαλε τα καράβια του να τους αντιμετωπίσει και η μέρα είχε προχωρήσει, αναχώρησαν πίσω στους Αιγός Ποταμούς. Ο Λύσανδρος τότε διέταξε τα γρηγορότερα από τα καράβια του να ακολουθούν τους Αθηναίους, και αφού παρατηρήσουν τι κάνουν όταν αποβιβαστούν, να επιστρέψουν και να του το αναφέρουν. Και δεν αποβίβασε (τους ναύτες) από τα καράβια, παρά αφού αυτά γύρισαν. Αυτά τα έκανε για τέσσερις μέρες. Και οι Αθηναίοι ανοίγονταν στο πέλαγος εναντίον του.

Ο Αλκιβιάδης, όταν παρατήρησε πάνω από τα τείχη από τη μια μεριά τους Αθηναίους να έχουν αγκυροβολήσει σε ανοιχτή παραλία όχι κοντά σε κάποια πόλη και να αναζητούν τροφή από τη Σηστό, ενώ τους εχθρούς μέσα σε λιμάνι κοντά σε πόλη να έχουν τα πάντα, είπε ότι αυτοί δεν έχουν αγκυροβολήσει σε καλό μέρος, και τους συμβούλευε να μετακινηθούν σε άλλο αγκυροβόλιο στη Σηστό μέσα σε λιμάνι και κοντά σε πόλη. Αν είστε εκεί, θα ναυμαχήσετε, είπε, όταν θέλετε. Οι στρατηγοί όμως, και κυρίως ο Τυδέας και ο Μένανδρος, τον διέταξαν να απομακρυνθεί, γιατί αυτοί τώρα ήταν στρατηγοί και όχι εκείνος. Και αυτός έφυγε.

Ο Λύσανδρος, όταν ήταν η πέμπτη μέρα που οι Αθηναίοι έπλεαν εναντίον τους, είπε σ’  αυτούς που τους ακολουθούσαν με διαταγή του, όταν τους παρατηρήσουν να έχουν αποβιβαστεί και διασκορπιστεί στη Χερσόνησο (πράγμα που έκαναν πολύ περισσότερο κάθε μέρα και γιατί αγόραζαν τα τρόφιμα από μακριά και γιατί περιφρονούσαν πια το Λύσανδρο, επειδή δεν έβγαζε τα καράβια του εναντίον τους), αφού αποπλεύσουν πίσω σε αυτόν να σηκώσουν ψηλά μια ασπίδα στη μέση της διαδρομής. Αυτοί έκαναν αυτά, όπως τους διέταξε.

 

Βιβλίο 2, κεφάλαιο 1, παράγραφοι 28-29

 

Ο Λύσανδρος τότε  αμέσως έδωσε σύνθημα να πλεύσουν όσο πιο γρήγορα μπορούσαν, και πήγαινε μαζί και ο Θώρακας με το πεζικό. Ο Κόνωνας, όταν είδε την επίθεση, έδωσε σήμα να τρέξουν  αμέσως στα πλοία με όλες τους τις δυνάμεις. Καθώς όμως οι άνθρωποι ήταν διασκορπισμένοι, άλλα πλοία βρέθηκαν με δυο σειρές κωπηλάτες, άλλα με μια σειρά και άλλα ήταν εντελώς άδεια. Το πλοίο του Κόνωνα και άλλα επτά γύρω απ’ αυτό με όλο το πλήρωμά  τους και η Πάραλος ανοίχτηκαν στο πέλαγος όλα μαζί, ενώ όλα τα άλλα τα κυρίευσε ο Λύσανδρος κοντά στην ακτή. Τους περισσότερους άνδρες τους συνέλαβε στη στεριά, μερικοί όμως κατέφυγαν στα μικρά οχυρά. Ο Κόνωνας φεύγοντας με τα εννέα πλοία, όταν αντιλήφθηκε ότι οι Αθηναίοι είχαν καταστραφεί, αφού προσορμίστηκε στην Αβαρνίδα, το ακρωτήριο της Λαμψάκου, πήρε από εκεί τα μεγάλα πανιά των καραβιών του Λυσάνδρου, και ο ίδιος με τα οκτώ πλοία αναχώρησε για την Κύπρο στον Ευαγόρα, ενώ η Πάραλος προς την Αθήνα για να αναγγείλει τα γεγονότα.

 

Βιβλίο 2, κεφάλαιο 1, παράγραφοι 30-32

 

Ο Λύσανδρος στη συνέχεια οδήγησε στη Λάμψακο και τα πλοία και τους αιχμαλώτους και όλα τα άλλα, και από τους στρατηγούς συνέλαβε και άλλους και το Φιλοκλή και τον Αδείμαντο. Τη μέρα που τα έκανε αυτά, έστειλε το Θεόπομπο από τη Μίλητο, τον πειρατή, στη Λακεδαίμονα για να αναγγείλει τα γεγονότα, ο οποίος, αφού έφτασε την τρίτη μέρα, τα ανακοίνωσε.

Μετά από αυτά ο Λύσανδρος, αφού συγκέντρωσε τους συμμάχους, έδωσε εντολή να συσκεφτούν για τους αιχμαλώτους. Τότε λοιπόν διατυπώνονταν πολλές κατηγορίες για τους Αθηναίους,  και για τις παρανομίες που είχαν ήδη διαπράξει και για αυτά που είχαν αποφασίσει να κάμουν, αν νικούσαν στη ναυμαχία, να κόψουν δηλαδή το δεξί χέρι όσων θα συλλαμβάνονταν ζωντανοί και επειδή, όταν κυρίεψαν δυο τριήρεις, μία από την Άνδρο και μία από την Κόρινθο, πέταξαν από αυτές στη θάλασσα όλους τους άνδρες. Ο Φιλοκλής ήταν ο στρατηγός των Αθηναίων, ο οποίος τους θανάτωσε. Λέγονταν και άλλα πολλά και τελικά αποφάσισαν να θανατώσουν από τους αιχμαλώτους όσους ήταν Αθηναίοι εκτός από τον Αδείμαντο, επειδή αυτός μόνο στην εκκλησία του δήμου είχε αντίθετη άποψη στο ψήφισμα για το κόψιμο των χεριών. Κατηγορήθηκε όμως από κάποιους ότι πρόδωσε τα πλοία. Ο Λύσανδρος, αφού ρώτησε πρώτα το Φιλοκλή, ο οποίος  πέταξε στη θάλασσα τους Ανδριώτες και τους Κορινθίους, τι άξιζε να πάθει, αφού αυτός άρχισε να παρανομεί στους Έλληνες, τον έσφαξε.

 

 

Βιβλίο 2, κεφάλαιο 2, παράγραφοι 1-2

 

Αφού τακτοποίησε τα πράγματα στη Λάμψακο, έπλεε ενάντια στο Βυζάντιο και στην Καλχηδόνα. Οι κάτοικοι τον υποδέχονταν, αφού άφησαν  ελεύθερους σύμφωνα με συνθήκες τους φρουρούς των Αθηναίων. Εκείνοι οι οποίοι πρόδωσαν στον Αλκιβιάδη το Βυζάντιο κατέφυγαν τότε στον Πόντο και αργότερα στην Αθήνα και έγιναν Αθηναίοι. Ο Λύσανδρος και τους φρουρούς των Αθηναίων και, αν κάπου έβλεπε κάποιον άλλο Αθηναίο, έστελνε (άφηνε ελεύθερο να φύγει) στην Αθήνα, προσφέροντας ασφάλεια μόνο σ’ εκείνους που έπλεαν προς τα κει και όχι προς άλλο μέρος, γνωρίζοντας ότι όσο περισσότεροι συγκεντρώνονταν στην πόλη και στον Πειραιά, γρηγορότερα θα τελείωναν τα απαραίτητα (τρόφιμα). Αφού άφησε  αρμοστή στο Βυζάντιο και στην Καλχηδόνα το Σθενέλαο, που ήταν Λάκωνας, ο ίδιος αναχώρησε στη Λάμψακο και επισκεύαζε τα πλοία.

 

Βιβλίο 2, κεφάλαιο 2, παράγραφοι 3-4

 

Στην Αθήνα, όταν έφτασε η Πάραλος τη νύχτα, διαδιδόταν η συμφορά, και θρήνος από τον Πειραιά μέσα από τα Μακρά Τείχη μεταδιδόταν στην πόλη, καθώς ο ένας το ανακοίνωνε στον άλλο. Ώστε εκείνη τη νύχτα δεν κοιμήθηκε κανείς, γιατί πενθούσαν όχι μόνο τους νεκρούς, αλλά πολύ περισσότερο ακόμα οι ίδιοι τους εαυτούς τους , επειδή πίστευαν ότι θα πάθουν  όσα έκαναν στους κατοίκους της Μήλου, οι οποίοι ήταν άποικοι των Λακεδαιμονίων, όταν τους νίκησαν σε πολιορκία, και στους κατοίκους της Ιστιαίας και της Σκιώνης και της Τορώνης και της Αίγινας και σε πολλούς άλλους Έλληνες. Την επομένη όμως συγκάλεσαν συνέλευση του λαού, στην οποία αποφάσισαν να επιχωματίσουν τα λιμάνια εκτός από ένα και να επισκευάζουν τα τείχη και να τοποθετούν φρουρούς και ως προς όλα τα άλλα να προετοιμάζουν την πόλη σα να επρόκειτο για πολιορκία.


Μετάφραση   2,2, 16-23

 

Ο Λύσανδρος έστειλε στους εφόρους ανάμεσα σε άλλους Λακεδαιμονίους τον Αριστοτέλη, ο οποίος ήταν Αθηναίος πολιτικός εξόριστος, για να ανακοινώσει ότι αποκρίθηκε στο Θηραμένη ότι εκείνοι είναι αρμόδιοι σε θέματα ειρήνης και πολέμου. Ο Θηραμένης και οι άλλοι πρέσβεις, όταν ήταν στη Σελλασία και ρωτήθηκαν για ποιο λόγο είχαν έρθει, είπαν ότι (είχαν έρθει) με απόλυτη εξουσία για το θέμα της ειρήνης και  μετά από αυτά οι έφοροι διέταξαν να τους καλέσουν. Όταν ήρθαν, συγκάλεσαν συνέλευση, στην οποία εξέφραζαν αντιρρήσεις οι Κορίνθιοι και οι Θηβαίοι κυρίως, αλλά και πολλοί άλλοι Έλληνες, να μη συνθηκολογούν με τους Αθηναίους, αλλά να  τους καταστρέφουν.

Οι Λακεδαιμόνιοι όμως αρνήθηκαν να υποδουλώσουν μια πόλη ελληνική που είχε προσφέρει μεγάλες υπηρεσίες στους πολύ σοβαρούς κινδύνους  που είχαν προκύψει στην Ελλάδα, αλλά δέχονταν να συνάψουν ειρήνη με τον όρο, αφού γκρεμίσουν τα Μακρά Τείχη και τα τείχη του Πειραιά και αφού παραδώσουν τα πλοία εκτός από δώδεκα και αφού δεχτούν την επιστροφή των πολιτικών εξόριστων, θεωρώντας τους ίδιους εχθρούς και φίλους με τους Λακεδαιμονίους, να τους ακολουθούν σε στεριά και θάλασσα, όπου τυχόν τους οδηγούν. Ο Θηραμένης και οι πρέσβεις που ήταν μαζί του έφεραν πίσω στην Αθήνα αυτούς τους όρους.

Καθώς αυτοί έμπαιναν στην πόλη, άρχισε να τους περικυκλώνει μεγάλο πλήθος, επειδή φοβούνταν μήπως είχαν γυρίσει άπρακτοι, γιατί δεν υπήρχε πια περιθώριο να καθυστερούν, εξαιτίας του πλήθους των νεκρών από την πείνα. Την επομένη ανάγγελναν οι πρέσβεις με ποιους όρους δέχονταν οι Λακεδαιμόνιοι να συνάψουν ειρήνη. Μιλούσε εξ ονόματος αυτών ο Θηραμένης υποστηρίζοντας ότι πρέπει να πείθονται στους Λακεδαιμόνιους και να γκρεμίζουν τα τείχη. Καθώς λίγοι του έφεραν αντιρρήσεις, ενώ πολύ περισσότεροι συμφώνησαν, αποφάσισαν να δεχτούν την ειρήνη. Μετά από αυτά και ο Λύσανδρος κατέπλευσε στον Πειραιά και οι πολιτικοί εξόριστοι επέστρεψαν και τα τείχη άρχισαν να γκρεμίζουν με μεγάλη προθυμία με τη συνοδεία μουσικής αυλητρίδων, επειδή πίστευαν ότι εκείνη την ημέρα άρχιζε η ελευθερία στην Ελλάδα.

 

2,4, 39-43

Αφού ολοκληρώθηκαν αυτά, ο Παυσανίας διέλυσε το στράτευμα, ενώ η ομάδα του Πειραιά (οι δημοκρατικοί) ανέβηκαν ένοπλοι στην ακρόπολη και έκαναν θυσία στην Αθηνά. Αφού κατέβηκαν, οι στρατηγοί συγκάλεσαν συνέλευση του λαού, όπου ο Θρασύβουλος είπε:

Εγώ σας συμβουλεύω, είπε, άνδρες της πόλεως (ολιγαρχικοί) να γνωρίσετε τους εαυτούς σας. Και θα τους γνωρίσετε πάρα πολύ καλά, αν αναλογιστείτε για ποιο λόγο εσείς πρέπει να καυχιέστε, ώστε να επιχειρείτε να μας εξουσιάζετε.  Για ποιο λόγο είστε πιο δίκαιοι; Αλλά ο λαός, αν και ήταν φτωχότερος από σας, δε διέπραξε ποτέ ως τώρα καμιά αδικία ενώπιόν σας για τα χρήματα. Εσείς όμως, αν και είστε πλουσιότεροι απ’  όλους, έχετε διαπράξει πολλές αισχρές πράξεις για το κέρδος. Αφού όμως δεν έχετε καμιά σχέση με τη δικαιοσύνη, εξετάστε αν άραγε  πρέπει να καυχιέστε για την ανδρεία σας.  Και ποια κρίση γι’  αυτό μπορεί να είναι καλύτερη, παρά το πώς πολεμήσαμε μεταξύ μας; Αλλά θα μπορούσατε να ισχυριστείτε ότι υπερέχετε σε εξυπνάδα, (εσείς) οι οποίοι αν και είχατε και τείχος και όπλα και χρήματα και τους Πελοποννήσιους (ως) συμμάχους έχετε νικηθεί από εκείνους που δεν είχαν τίποτε απ’ αυτά; Αλλά νομίζετε ότι πρέπει να καυχιέστε για τη σχέση σας με τους Λακεδαιμονίους;  Πώς, οι οποίοι βέβαια όπως παραδίδουν τα σκυλιά που δαγκώνουν, αφού τα δέσουν με θηλιά, έτσι και εκείνοι, αφού σας παρέδωσαν στον αδικημένο αυτό λαό, έφυγαν βιαστικά;

Δεν έχω βέβαια εγώ καμιά αξίωση, άνδρες, να παραβείτε εσείς  τίποτα από αυτά που ορκιστήκατε, αλλά και αυτό κοντά στα άλλα χαρίσματά σας να επιδείξετε, ότι και τους όρκους σας τηρείτε και όσιοι  είστε.

Αφού είπε αυτά και άλλα παρόμοια και ότι δεν πρέπει να προκαλούν καμιά ταραχή, αλλά να τηρούν τους πατροπαράδοτους νόμους, διέλυσε τη συνέλευση.

Και τότε αφού όρισαν άρχοντες περνούσαν (ήσυχα) την πολιτική τους ζωή. Αργότερα όμως, όταν άκουσαν ότι οι (τριάντα) από την Ελευσίνα στρατολογούν ξένους μισθοφόρους, εκστράτευσαν εναντίον τους με όλες τους τις δυνάμεις και τους στρατηγούς τους, όταν ήρθαν σε διαπραγματεύσεις, τους σκότωσαν, ενώ τους άλλους, αφού έστειλαν (σ’ αυτούς) τους φίλους και συγγενείς,  τους έπεισαν να συμφιλιωθούν. Και αφού έδωσαν όρκους ότι αληθινά δε  θα μνησικακήσουν, ακόμα και τώρα ζουν αρμονικά ως πολίτες και ο λαός μένει πιστός στους όρκους.

πλάνο 2,2,3-4

Οκτ 20095

 

ὤστε ἐκείνης τῆς νυκτὸς οὐδείς ἐκοιμήθη,

οὐ μόνον τοὺς ἀπολωλότας πενθοῡντες,

ἀλλὰ πολὺ μᾶλλον ἔτι αὐτοί ἑαυτούς,

νομίζοντες πείσεσθαι

οἷα ἐποίησαν

Μηλίους τε

 Λακεδαιμονίων ἀποίκους ὄντας,

κρατήσαντες πολιορκίᾳ,

καὶ Ἰστιαίας

καὶ Σκιωναίους

καὶ Τορωναίους

καὶ Αἰγινήτας

καὶ ἄλλους πολλούς

 τῶν Ἑλλήνων.

 

« Παλιότερα άρθρα


Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση
Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων