Στην εποχή του τσιμέντου και της πολυκατοικίας
ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ
ΜΑΡΙΑ ΙΟΡΔΑΝΙΔΟΥ
Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1897, κόρη του Υδραίου Νικόλα Κριεζή, μηχανικού του εμπορικού ναυτικού και της Πολίτισσας Ευφροσύνης Μάγκου. Ήλθε για λίγο στον Πειραιά για να επιστρέψει πάλι στην Κωνσταντινούπολη όπου και φοίτησε στο Αμερικάνικο Κολέγιο. Το 1914 βρέθηκε στο Βατούμ της τότε Ρωσικής Αυτοκρατορίας καλεσμένη από ένα θείο της για διακοπές αλλά αποκλείστηκε εκεί με το ξέσπασμα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και την Οκτωβριανή Επανάσταση στη συνέχεια. Έμεινε πέντε χρόνια εκεί και σ΄αυτό το διάστημα φοίτησε στο γυμνάσιο της Σεβαστουπόλεως.
Το 1919 επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη και εργάστηκε σε αμερικανική εμπορική εταιρεία. Το 1920 πήρε μετάθεση για την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, όπου ήρθε σε επαφή με τους πνευματικούς κύκλους, έγινε μέλος του κομμουνιστικού κόμματος Αιγύπτου και το 1923 παντρεύτηκε τον εκπαιδευτικό Ιορδάνη Ιορδανίδη, καθηγητή στο «Βικτόρια Κόλετζ». Μετά το γάμο της εγκαταστάθηκε με το σύζυγο και τη μητέρα της στην Αθήνα, όπου εργάστηκε στην πρεσβεία της Σοβιετικής Ένωσης. Το 1931 χώρισε από τον Ιορδανίδη, με τον οποίο είχε στο μεταξύ αποκτήσει δυο παιδιά. Το 1939 απολύθηκε από την πρεσβεία και ξανάρχισε να ασχολείται με τα μαθήματα ξένων γλωσσών. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής καταστράφηκε το σπίτι της και η ίδια διώχτηκε και κλείστηκε σε διάφορα στρατόπεδα.
Εξαιτίας των συνθηκών της ζωής της η Ιορδανίδου απέκτησε μεγάλη γλωσσομάθεια και εργάστηκε ως ιδιωτική υπάλληλος. Έγινε γνωστή στο λογοτεχνικό χώρο με το έργο Λωξάντρα, που έγραψε σε ηλικία 65 χρονών, το 1962, και γνώρισε πολλές επανεκδόσεις. Η Λωξάντρα περιγράφει με μεγάλη ζωντάνια και χιούμορ τα έθιμα και τη ζωή των Ελλήνων της Πόλης και βασίζεται στις αναμνήσεις της Ιορδανίδου πριν από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Είναι ουσιαστικά η ιστορία της γιαγιάς της [1]. Τη ζωή της στη Ρωσία περιγράφει η Ιορδανίδου στο βιβλίο της Διακοπές στον Καύκασο (1965), ενώ στο Σαν τα τρελά πουλιά (1978) μιλά για τα χρόνια στην Αλεξάνδρεια και την Αθήνα κατά το Μεσοπόλεμο. Τελευταίο της έργο είναι Η αυλή μας (1981).
Τα έργα της γνώρισαν μεγάλη εκδοτική επιτυχία. Βραβεύτηκε το 1978 από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως με τον Χρυσό Σταυρό και το Οφίκιο της Αρχόντισσας του Οικουμενικού Θρόνου. Πέθανε στις 6 Νοεμβρίου του 1989 και κηδεύτηκε στο νεκροταφείο της Νέας Σμύρνης.
ΠΗΓΗ: https://el.wikipedia.org/
Στην εποχή του τσιμέντου και της πολυκατοικίας : Απόσπασμα από το βιβλίο της “Η αυλή μας”
Ανάλυση
ΘΕΜΑ: ” Η ζωή στις πολυκατοικίες των μεγάλων πόλεων, η τυποποιημένη ζωή των ανθρώπων και η αποξένωσή τους τόσο μεταξύ τους όσο και από τους βασικούς τους ρόλους όπως της μητρότητας και της νοικοκυράς. “
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ: Κοινωνικό.
ΧΩΡΟΣ : Ένα δυάρι σε μια πολυκατοικία της Νέας Σμύρνης (Αθήνα) ΧΡΟΝΟΣ : απροσδιόριστος
ΓΛΩΣΣΑ: απλή, καθημερινή με στοιχεία προφορικού λόγου.
ΥΦΟΣ: Απλό , καθημερινό ύφος, ειρωνικό , που το περνάει με χιούμορ και ανάλαφρη διάθεση. Αποστασιοποιείται από τη ζωή που και η ίδια ζει για να την αποδοκιμάσει.
ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΕΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ
-
αφηγήτρια : ομοδιηγητική – δραματοποιημένη (είναι μία από τους ήρωες του αποσπάσματος)
-
αφήγηση : πρωτοπρόσωπη
-
αφηγηματικοί τρόποι: αφήγηση, περιγραφή, διάλογος, εσωτερικός μονόλογος, σχόλιο.
ΣΧΗΜΑΤΑ ΛΟΓΟΥ
Προσωποποιήσεις / Μεταφορές: «….τα διαμερίσματα που δε βλέπουν στο δρόμο», «Εκεί που θα κουρνιάσει να πιει το καφεδάκι της», «…να αφουγκραστεί την ανάσα του σπιτιού της» «Έγινε πετσί και κόκαλο».
Παρομοιώσεις: «…και θυμίζει κατάστρωμα βαποριού», «Στέκεται μπροστά σου σαν κολόνα πάγου…».
Ασύνδετο σχήμα: «Σου έβαλε την πρίζα για την τηλεόραση… το χαμηλό τραπέζι…».
Επαναλήψεις: «Έχω ένα εσωτερικό δυάρι» – «Εσωτερικά τα λένε τώρα…», «Μα και η αυλή δε λέγεται πια αυλή αλλά…», «όλο μπαλκονόπορτες» – «μπαλκονόπορτα», «κάμαρα, και η κάθε κάμαρα…», «Αλλάζουν οι καιροί, αλλάζουν και οι άνθρωποι», «οι άνθρωποι» – «οι άνθρωποι γίνανε αγγλοπρεπείς», «Έχασαν οι Ρωμιοί τη ρωμιοσύνη τους», «Δεν ξέρεις καλά καλά αν είναι συγκάτοικος…» – «τα μούτρα των συγκατοίκων μου ας μην τα ξέρω», «Ξέρω όμως τη φωνή τους …Ξέρω της διπλανής μου τον αναστεναγμό…», «το βογκητό …»«Βογκά τα βράδια… βογκά και τη νύχτα», «ακούω το ξυπνητήρι της» «Όλα αυτά ακούονται», «που η πόρτα του» – «στην πόρτα του δικού μου», «ακούς σπαραχτικές φωνές» – «σπαραχτικές φωνές παιδιού, φωνές πόνου…» – «η σπαραχτική φωνή πάλι…» – «Και πάλι η φωνή», «ακούτε στο δρόμο» – «από το δρόμο ακούγεται», «-Πού πας;»…-Πάω να πιάσω», «-Τρελάθηκες;» – «πραγματικά, τρελάθηκα», «την εκδικείται, πώς αλλιώς μπορεί να την εκδικηθεί», «αγόρασε δικό της διαμέρισμα …Το διαμέρισμα….».
Εικόνες (Περιγραφές προσώπων, τοπίων, αντικειμένων): «Στιςπερισσότερες απ’ αυτές τις πολυκατοικίες …μοιάζει με διάδρομος »,«Σου έβαλε την πρίζα… και οι δύο τεράστιες πολυθρόνες της μόδας»,«Δεν υπάρχει κατάλληλη γωνιά …την ανάσα του σπιτιού της», «Τα μούτρα των συγκατοίκων μου… και μας χωρίζει ένας τοίχος» (ηχητική εικόνα), §7 «Από το λουτροκαμπινέ… του δικού μου διαμερίσματος», «Εκεί πάλι ακούς …Δε μίλησα», «Το αυτοκίνητο του σχολείου… Το παιδί από μέσα ωρύεται», «Ακούω ένα βράδυ…-Τρελάθηκες;», «- Το παιδάκι από τον καιρό… Έγινε πετσί και κόκαλο».
Αντιθέσεις (Λεκτικές / Νοηματικές): «δε βλέπουν στο δρόμο» «αλλά στην αυλή», «δε λέγεται αυλή» – «αλλά ακάλυπτος χώρος», «η νοικοκυρά την “κόχη” της» – «Ξένο πράμα», «συγκάτοικος είναι» «ξένος», «Τα μούτρα των συγκατοίκων μου ας μην τα ξέρω» – «Ξέρω όμως τη φωνή τους, το βήχα τους. Ξέρω της διπλανής μου τον αναστεναγμό και το βογκητό».
ΕΝΟΤΗΤΕΣ
Α ΕΝΟΤΗΤΑ : Ζούμε….τοίχο : Τα διαμερίσματα χωρίς προσωπικά στοιχεία- διακόσμηση, ομοιομορφία.
Χαρακτηριστικά κατοικιών :
Χαρακτηριστικά πολυκατοικιών : Απρόσωπα κτίρια με προαποφασισμένη διακόσμηση χωρίς κανένα σημάδι προσωπικού στοιχείου. Μονότονα και στενάχωρα που θυμίζουν τσιμεντένια κλουβιά, σκοτεινά, χωρίς αυλή (την αντικατέστησαν τα μπαλκόνια) . Το περιβάλλον αυτό επηρεάζει και την προσωπικότητα των ανθρώπων που είναι αποξενωμένοι μεταξύ τους. .
Β ΕΝΟΤΗΤΑ : «Αλλάζουν….. ένας τοίχος»: Η ζωή των ενοίκων
Οι σχέσεις μεταξύ των ενοίκων είναι τυπικές έως και απρόσωπες, δεν γνωρίζονται μεταξύ τους και φυσικά δεν ενδιαφέρονται ο ένας για τον άλλο (με εξαίρεση την ηρωίδα μας). Σημαντική η φράση : ” Έχασαν οι ρωμιοί τη «ρωμιοσύνη» τους: τα χαρακτηριστικά της ελληνικής τους ταυτότητας: κοινωνικότητα, φιλία, φιλοξενία, φιλία.
Γ΄ΕΝΟΤΗΤΑ: «Από το λουτροκαμπινέ….. ησυχάσαμε» : Η σχέση μητέρας – παιδιού του διπλανού διαμερίσματος.
Πρόκειται για μια εργαζόμενη μητέρα γεμάτη άγχος που επιδρά αρνητικά στο παιδί της. Του φέρεται βίαια και αυταρχικά , δεν του αφιερώνει το χρόνο που δικαιούται και τελικά δεν ανταποκρίνεται σωστά στο μητρικό της ρόλο και στις υποχρεώσεις που απορρέουν από αυτόν. Η αφηγήτρια παρεμβαίνει επικρίνοντας τη στάση της και προσπαθώντας να βοηθήσει έτσι και να βελτιώσει την ποιότητα ζωής του παιδιού όμως η μητέρα δεν δέχεται τις παρατηρήσεις της.
Η ΖΩΗ ΣΤΙΣ ΜΕΓΑΛΟΥΠΟΛΕΙΣ (Τραγούδια , άρθρα)
Στίχοι
Στον τσιμεντένιο κήπο μου έλα απόψε
να σε κεράσω
στη λεωφόρο με τη ραγισμένη άσφαλτο
και τις λακκούβες
Έλα να τρέξουμε μέσ’ τ’ αυτοκίνητα
να σκαρφαλώσουμε στις στέγες
είχε μια πηχτή ζέστη όλη μέρα σήμερα
έλα να κολυμπήσουμε στα συντριβάνια
με τα περίεργα φυτά και τ’ αγριεμένα μάτια
Στον τσιμεντένιο κήπο μου έλα απόψε
να σε κεράσω
εμφιαλωμένα όνειρα απ’ τη στενή οθόνη με τα σήριαλ
Έλα να βυθιστούμε στη μιζέρια της
να παίξουμε σκουπιδοπόλεμο
παιδιά φυλακισμένα σε μπαλκόνια σκούζουν
έλα να τους χαρίσουμε ένα παραμύθι
κι ένα σιδεροπρίονο σ’ ένα καρβέλι
Στον τσιμεντένιο κήπο μου έλα απόψε
να σε κεράσω
στην πόλη μου με την τρύπια καρδιά
και τα φουγάρα
Έλα επάνω στην κίτρινη μπουλντόζα μου με το πελώριο σπαστό της χέρι
ν’ ανοίξουμε ένα δρόμο ίσιο κι ατέλειωτο
και μιαν αλάνα μαγική κι απέραντη
να παίζουν τα παιδιά της τσιμεντούπολης.
ΑΥΤΟΣ Ο ΚΟΣΜΟΣ Ο ΜΙΚΡΟΣ Ο ΜΕΓΑΣ
Η ζωή που δεν έζησα…
Τι σκέπτονται τα παιδιά 13 και 14 χρόνων όταν «Μια πολυκατοικία χτίζεται στη θέση μιας μονοκατοικίας»Πόσους μαθητές έχει η τάξη σας;
Τριάντα δύο.
Και πόσοι από εσάς μένετε σε μονοκατοικία;
Σηκώνονται τα χέρια. Μετράω. Ενα, δύο τρία…. οκτώ. Μάλιστα. Αυτό ήταν. Το ποσοστό έκλινε υπέρ των αρχικών ανησυχιών μου. Τι μπορεί να ξέρουν οι σημερινοί 13άρηδες και 14άρηδες της Αθήνας για τη ζωή σε ένα σπίτι με αυλή, με κήπο, με μυρωδιές από τριαντάφυλλα, νυχτολούλουδα και παιδικά γέλια…
Ηταν πριν από λίγες ημέρες όταν διαβάζοντας την έκθεση της Ζωής «Μια πολυκατοικία χτίζεται στη θέση μιας μονοκατοικίας» ξαφνιάστηκα. Περιμένοντας ένα συμβατικό κείμενο έκθεσης, βρέθηκα μπροστά σε ένα μικρό λογοτεχνικό έργο. «Η καθηγήτριά μας» μου είπε «μας άφησε ελεύθερους να αναπτύξουμε το θέμα, χωρίς τους περιοριστικούς κανόνες μιας έκθεσης. Να γράψουμε όπως το αισθανόμαστε».
Αναζητώντας το αίσθημα των παιδιών βρεθήκαμε στο ιδιωτικό σχολείο «Αγιος Ιωσήφ» στην Πεύκη, στην τάξη της Β´ Γυμνασίου, για να μιλήσουμε με τους μαθητές για τις εμπειρίες μιας ζωής που οι περισσότεροι δεν έζησαν, με εξαιρέσεις το διάστημα των διακοπών τους ή τη βραχύχρονη παραμονή τους στα χωριά των παππούδων τους.
«Η αφορμή» λέει η φιλόλογος της τάξης, κυρία Μαγδαληνή Καραμήτσου, «δόθηκε από τα κείμενα που διδάσκονται στο μάθημα της λογοτεχνίας. Μιλήσαμε αρκετά για το θέμα, το αναπτύξαμε σε όλες τις προεκτάσεις του κοινωνικές, οικονομικές, πολιτιστικές ,μοιράστηκαν σημειώσεις με τις αντιθέσεις μονοκατοικίας – πολυκατοικίας και όταν έφθασε η ώρα να γράψουν τα παιδιά σκέφθηκα ότι θα ήταν ενδιαφέρον ο κάθε μαθητής να το αναπτύξει όπως εκείνος νομίζει καλύτερα. Είναι η πρώτη φορά που βάζω σε τάξη το συγκεκριμένο θέμα και το αποτέλεσμα ήταν πολύ καλό. Τα καινούργια βιβλία μάς ανοίγουν δρόμους και οι μαθητές, όταν τους δοθεί η κατάλληλη βοήθεια, έχουν τη δυνατότητα να μας εκπλήσσουν συχνά».
Μεγαλώνοντας με απαγορεύσεις
Στην τάξη επικρατεί σχετική αμηχανία. «Εχουμε τρακ» λένε οι περισσότεροι, αλλά σπεύδουν να μας ζητήσουν να μείνουμε όσο θέλουμε… Η Ελενα, η Ελλη, ο Δημοσθένης, ο Κωνσταντίνος, η Ζωή ορθώνουν τον δικό τους λόγο απέναντι στα πολυώροφα κτίρια:
«Ζω σε διαμέρισμα, αλλά έχω περάσει τις διακοπές μου σε μονοκατοικία. Είναι διαφορετικά.Εχεις αυλή, μπορείς να παίξεις με τους φίλους σου, λείπουν οι απαγορεύσεις και τα μη. Δεν σκέφτεσαι αν θα ενοχλήσεις τους επάνω ή τους κάτω. Στο διαμέρισμα είναι αλλιώς…».
«Στην πολυκατοικία δεν υπάρχει η έννοια της γειτονιάς, της παρέας. Είμαστε ξένοι μεταξύ μας. Πιστεύω ότι υπάρχουν και οικονομικοί λόγοι που τσακώνονται οι ένοικοι και δεν μιλούν μεταξύ τους. Τα κοινόχρηστα, η χρήση του καλοριφέρ, οι ώρες κοινής ησυχίας. Ο καθένας έχει τα προβλήματά του. Δεν τον νοιάζει τι κάνει ο διπλανός του».
«Εγώ έμενα 12 χρόνια σε διαμέρισμα. Πρόσφατα μετακομίσαμε σε μονοκατοικία. Η διαφορά είναι μεγάλη. Τώρα έρχονται παιδιά από τη γειτονιά στην αυλή μας, παίζουμε, έχω κάνει περισσότερες παρέες σε ελάχιστο χρονικό διάστημα. Στο καινούργιο μας σπίτι όμωςέγινε κάτι με το οποίο δεν συμφωνώ. Μας είχαν πει να μην κόψουμε όλα τα δέντρα. Πως είναι υποχρεωτικό να κρατήσουμε έξι στην αυλή μας. Πράγματι αυτό έγινε. Χτίστηκε το σπίτι μας αλλά μετά κόψαμε άλλα δύο δέντρα για να είναι μεγαλύτερη και πιο ωραία η αυλή.Αυτό δεν ήταν καθόλου σωστό. Φταίμε και εμείς που καταστρέφεται το περιβάλλον...».
Οσο για τη γνώμη τους σχετικά με το πού θα κατοικούσαν τόσοι άνθρωποι οι οποίοι ήρθαν από την επαρχία στην πρωτεύουσα αναζητώντας δουλειά, οι απαντήσεις μπορεί σε πρώτο επίπεδο να είναι απλοϊκές, έχουν όμως τη δική τους σημασία:
«Επρεπε να είχε οργανωθεί καλύτερα η εσωτερική μετακίνηση του πληθυσμού. Να δημιουργηθούν, όπως και στο εξωτερικό, βιομηχανικές περιοχές με οικισμούς έξω από την πόλη, ώστε να διατηρηθούν η Αθήνα και οι άλλες μεγάλες πόλεις όπως ήταν παλιά».
«Να χτίζονταν πολυκατοικίες με αυλές, να υπήρχαν πάρκα και ελεύθεροι χώροι. Το περιβάλλον αντιπροσωπεύει και το πρόσωπο της πόλης που θέλουμε. Ή να δινόταν η ευκαιρία να γίνουν βιομηχανίες και εκτός της πρωτεύουσας. Στην περιφέρεια…».
Πώς μπορεί όμως ένα παιδί που μεγαλώνει παίζοντας με τον… υπολογιστή του να γνωρίζει τα συναισθήματα που δημιουργούνται όταν γκρεμίζεται μια μονοκατοικία ή ακόμη και το δέσιμο που υπάρχει με τοίχους γερασμένους από αναμνήσεις; «Δεν χρειάζεται να το ζήσεις για να το καταλάβεις. Το νιώθεις γιατί είναι κάτι που σου λείπει. Θα ήθελες να είναι έτσι η ζωή σου, αλλά δεν γίνεται». Μα και το διαμέρισμα είναι το σπίτι που γεννήθηκες, που μεγάλωσες, που γνώρισες χαρές και λύπες. Δεν θα έπρεπε να αισθάνεσαι το ίδιο «δέσιμο»; τους ρωτάς. Αλλά η απάντηση έρχεται αφοπλιστική: «Ζώντας με απαγορεύσεις δεν μπορείς να χρησιμοποιήσεις το σπίτι σου όπως θέλεις· δεν το αισθάνεσαι δικό σου!».
Τι μπορεί να γίνει;
Κοιτάζοντας αυτά τα νέα παιδιά, τα απόλυτα, που μπορούν ακόμη ανιδιοτελώς να αμφισβητούν, που μπορούν να ανατρέψουν το παρόν μας και το μέλλον τους, κάνεις την ερώτηση που πολλές φορές θέλεις να θέσεις στον εαυτό σου αλλά την αποφεύγεις γιατί πονάει: Εσείς όταν μεγαλώσετε θα μετακομίζατε από αυτή την απρόσωπη πόλη για να ζήσετε μια άλλη ζωή, σαν αυτή που περιγράφετε στις εκθέσεις σας; Αμηχανία. Δύσκολη η απάντηση. Και αυτές που δόθηκαν πιο κοντά στα δικά μας status: «Δεν ξέρω αν θα μετακόμιζα. Αν υπήρχαν οι κατάλληλες οικονομικές προϋποθέσεις… Αν είχα δουλειά στην επαρχία… Αν είχα εξασφαλιστεί επαγγελματικά και υπήρχαν και οι προοπτικές», αν… Ολα αυτά τα «αν» που μετέτρεψαν εκατοντάδες επαρχιώτες σε Αθηναίους είναι πάλι μπροστά μας. Και τι θα γίνει; Αν ήταν στο χέρι σας να αλλάξετε την υπάρχουσα εικόνα της πρωτεύουσας, τι θα κάνατε; Θα την γκρεμίζατε; Εδώ ακούγεται το αυθόρμητο γέλιο και ένα «μακάρι!» για να ειπωθούν στη συνέχεια οι προτάσεις:
* «Να φύγουν τα εργοστάσια από την πόλη και να γίνουν πάρκα. Γιατί και οι περιοχές γύρω από την πρωτεύουσα όπου υπάρχουν μονοκατοικίες “πνίγονται” από τα φουγάρα».
* «Να δοθούν ενισχύσεις σε όσους θέλουν να χτίσουν μονοκατοικίες, γιατί είναι πολύ πιο ακριβό το να χτίσεις ένα σπίτι από το να αγοράσεις ένα διαμέρισμα».
* «Να δώσουν χρήματα σε όσους έχουν μονοκατοικίες, γιατί είναι πολύ ακριβή η συντήρησή τους. Ενας φτωχός δύσκολα θα διατηρήσει σήμερα το πατρικό του. Θέλει πολλά χρήματα. Γι’ αυτό το δίνει αντιπαροχή. Για να εξασφαλίσει και τα παιδιά του. Εξάλλου το διαμέρισμα παρέχει περισσότερες ανέσεις…».
* «Υπάρχει τρόπος να κάνουμε πιο όμορφο το περιβάλλον που ζούμε: να ζωγραφίσουμε τους τοίχους των πολυκατοικιών· να κάνουμε γκραφίτι με όμορφα ζωντανά χρώματα».
Είναι και αυτό μια λύση, σκέφτεσαι φεύγοντας. Και θυμάσαι ένα διαφορετικό γκραφίτι. Κάτι τούβλα στον τοίχο του πατρικού σου που δεν είχαν ασπριστεί και τα χρησιμοποιούσες ως πίνακα για να λύνεις προβλήματα μαθηματικών παριστάνοντας τη δασκάλα στα φιλαράκια της γειτονιάς σου. Σε μια αυλή, μακριά, πολύ μακριά από το διαμέρισμα όπου μένεις σήμερα. Και συλλογιέσαι πως εκείνη η απορία στο τραγούδι που σιγομουρμούριζες «πώς να χωρέσει τ’ όνειρο σε κάμαρη δυο πήχες» δεν έχει βρει την απάντηση ούτε σε διαμερίσματα των 100 τ.μ. που στοιβαγμένα το ένα επάνω στο άλλο ακουμπούν ουρανό. Ισως τη βρείτε πίσω από τις γραμμές των εκθέσεων που ακολουθούν…
Γυρίζεις από τη δουλειά σου κατάκοπος. Δεν σταματάς να σκέφτεσαι την ώρα που θα φτάσεις στο σπιτάκι σου και η γυναίκα σου θα σου σερβίρει το ταπεινό μεσημεριανό σου γεύμα. Και τότε στη γωνία, μετά το παντοπωλείο του κυρ Θανάση, τη βλέπεις.
Μια μικρή πινακίδα μπροστά από το σπίτι του γείτονά σου: «Κατεδάφισις εντός τριών ημερών». Ενα σπίτι θα γκρεμιστεί. Είναι ολοφάνερο ότι στη θέση του θα φυτρώσει μια γκρίζα πολυκατοικία, από αυτές που έχουν αρχίσει να πνίγουν το κέντρο. Η χαρούμενη διάθεσή σου αλλάζει στη στιγμή. Δεν το είχες καταλάβει ακόμη, φτωχέ εργάτη, πως το μέλλον δεν είναι τα καλυβάκια και οι παράγκες αλλά το ύψος όσο μεγαλύτερο τόσο καλύτερα…
Το απόγευμα, κι ενώ εσύ ακόμη σκέφτεσαι την πινακίδα, ο γείτονας, χαρούμενος και ευτυχισμένος, σε επισκέπτεται. «Καλώς ήρθες», λες και ας μην το εννοείς. Πώς είναι δυνατόν να βάζεις στο σπίτι σου αυτόν που γκρεμίζει τα όνειρα του παππού του και αυτό που έφτιαξε πετραδάκι πετραδάκι ο πατέρας του; Και τώρα, θρονιασμένος στην πολυθρόνα, σου απαριθμεί τα θετικά του πολέμου που άνοιξε με τις αναμνήσεις του.
Θα είναι μεγαλύτερο, λέει, και πιο άνετο. Τα παιδιά θα παίζουν με τα παιδιά των ενοικιαστών και θα έχουν τα δικά τους δωμάτια. Αλλά το σπουδαιότερο, είναι αντιπαροχή. Εκτός του δικού τους διαμερίσματος θα έχουν άλλα τρία για να νοικιάζουν, επιπλέον εισόδημα στον μικρό μισθό που τώρα παίρνουν.
Μιλάει λες και θέλει να σε πείσει. Ωστόσο δεν γελάστηκες… Στο τέλος σού λέει ότι οι εργολάβοι ενδιαφέρονται και για το δικό σου σπίτι. Εσύ αγριεύεις, φουντώνεις και τον πετάς έξω. Σκέφτεσαι ότι δεν θα γίνεις δολοφόνος του παρελθόντος, όπως ο «αγαπημένος» σου γείτονας. Θα ζήσεις και θα πεθάνεις σ’ αυτό το σπίτι που γεννήθηκαν τα παιδιά σου. Εκείνα με τη σειρά τους θα γεράσουν μέσα σ’ αυτούς τους τοίχους όπου θα ζήσουν και τα εγγόνια σου. Σου φαίνεται αφάνταστα άσχημο να αφήσεις αυτά τα τούβλα, που το καθένα μετράει και μία ημέρα της ζωής σου. Το τσιμέντο που χρειάστηκε τον ιδρώτα του πατέρα σου για να πήξει.
Σηκώνεσαι και πας να ακουμπήσεις το χέρι σου στον τοίχο. Νιώθεις έναν παλμό. Το σπίτι αυτό κλείνει μέσα του πολλά, μαζί κλείνει και μια καρδιά. Τη δική σου, ταπεινέ, που όσο ζωηρά και να χτυπάει τώρα, κάποτε θα σταματήσει και θα επέλθει σκοτάδι. Διότι και τα καλύτερα πράγματα τελειώνουν κάποτε.
Την άλλη μέρα ο φτωχός οικογενειάρχης, εσύ, θα υπογράψεις το συμβόλαιο αντιπαροχής. Η καρδιά σου όμως θα σε πονέσει. Θα σε πονέσει, όπως το κατάρτι της «Αργούς» πόνεσε τον Ιάσονα, γέρο πια, στον ναό του Ποσειδώνα, μια φορά κι έναν καιρό… Ζωή Γαϊτανάρου
Η Καλαμάτα, η ηλιόλουστη πρωτεύουσα της Μεσσηνίας, μου είχε φανεί υπέροχη, μια όμορφη πόλη με ωραία σπίτια και κτίρια. Ωστόσο η γιαγιά μου είχε άλλη γνώμη. Δεν ήταν η πόλη που γνώριζε από παλιά, με τις μονοκατοικίες και τους μεγάλους κήπους. Τώρα οι περισσότερες από αυτές τις μονοκατοικίες είχαν μεταμορφωθεί σε πανύψηλες ψυχρές πολυκατοικίες με τσιμεντένιες αυλές.
Περπατούσαμε πολλή ώρα στους δρόμους ψάχνοντας για σπίτια γνωστών και φίλων, αλλά μάταια. Λίγες από αυτές τις όμορφες μονοκατοικίες γλίτωσαν· αυτά τα σπιτάκια με τους κήπους γεμάτους από κατιφέδες, βιολέτες, κρίνα και τριαντάφυλλα, πολλά τριαντάφυλλα, δεν υπήρχαν πια.
Ξαφνικά στρίβοντας στην οδό Πολυχάρους αντικρίσαμε μια πολυκατοικία ψηλή, επιβλητική αλλά προσεγμένη και φρεσκοβαμμένη. Δίπλα σ’ αυτήν βρισκόταν μια παλιότερη πολυκατοικία και ένα σπιτάκι με αφρόντιστο κήπο. Ανάμεσα σ’ αυτά τα δύο λοιπόν, κάποτε υπήρχε το σπίτι του παππού μου.
Η γιαγιά μου μόλις το είδε αυτό το θέαμα συγκινήθηκε. Το σπίτι που τη φιλοξένησε σε καλές και άσχημες στιγμές και που της έδωσε καταφύγιο σε δύσκολους καιρούς δεν υπήρχε πια. Αυτό το όμορφο σπίτι με τους κάτασπρους τοίχους, τη σκεπή από κεραμίδια, με τον κήπο τον γεμάτο με τριαντάφυλλα ήταν μια ανάμνηση.
Πριν από δέκα περίπου χρόνια οι συγγενείς του παππού μου μη μπορώντας να το συντηρήσουν το πούλησαν και έτσι σήμερα υψώνεται στη θέση του μια πολυώροφη πολυκατοικία.
Στεναχωρήθηκα εκείνη τη στιγμή για τη γιαγιά μου και όλους αυτούς που αφήνουν τα σπίτια τους να γκρεμίζονται μαζί με όλα τους τα όνειρα, τις ελπίδες και τις στιγμές… Οικονόμου Έλενα
Κάθομαι και σκέφτομαι: «Άραγε, ήταν τόσο πολύ μεγάλη η ανάγκη να γκρεμιστεί το σπίτι;».
Κι όμως η μαμά είπε πως ήταν. Δεν ρώτησε όμως τη γιαγιά. Δεν τη ρώτησε αν συμφωνούσε στο να γκρεμιστεί το σπίτι της για την κατασκευή αυτής της πολυκατοικίας. Ηταν πιστεύω το πιο μεγάλο λάθος της μαμάς. Αναρωτιέμαι πώς μπόρεσε να το κάνει.
Οι τοίχοι αυτού του σπιτιού για τη γιαγιά κουβαλούσαν πάνω τους αναμνήσεις· χιλιάδες αναμνήσεις ανεκτίμητης αξίας. Μόλις η γιαγιάκα έμαθε πως το σπίτι της γκρεμίστηκε, αμέσως γκρεμίστηκαν και σ’ αυτή τα πάντα μέσα της.
Με τον χαμό αυτού του σπιτιού χάθηκαν τα πάντα. Χάθηκαν όμως υλικά πράγματα, γιατί οι στιγμές, οι αξέχαστες αυτές στιγμές που περάσαμε όλοι μαζί μέσα του, θα μείνουν στις σκέψεις μας και θα μας φέρνουν ένα συναίσθημα χαράς και λύπης μαζί.
Για παρηγοριά έχω πει στην καλή μου γιαγιούλα να σκέφτεται πως καθώς αυτό το σπίτι γκρεμιζόταν, χιλιάδες μικρά περιστέρια άνοιξαν τα φτερά τους και πέταξαν ψηλά για να καταφέρουν να ξεφύγουν.
Πετούσαν και το καθένα είχε μέσα του μια ξεχωριστή στιγμή. Πέταξαν ψηλά και ήρθαν και σταμάτησαν μέσα στην ψυχή μας. Εκεί βρήκαν πάλι το σπίτι τους. Ενα σπίτι ίδιο μ’ εκείνο, το προηγούμενο, από το οποίο είχαν φύγει!
Τώρα κάθε φορά που θα περνάμε από εκεί θα αντικρίζουμε μια επίσης όμορφη πολυκατοικία, μα πάντα θα θυμόμαστε πως κάποτε στη θέση της υπήρχε ένα ακόμη πιο όμορφο αρχοντικό. Το αρχοντικό της γιαγιάς μου. Αναστασία Σοφού
Κάποτε έβγαινα πολύ συχνά βόλτα με τους γονείς μου. Στον δρόμο απ’ όπου περνούσαμε υπήρχε μια σειρά από πολύ όμορφες μονοκατοικίες.
Μία όμως ξεχώριζε! Ήταν αυτή που είχε μια όμορφη μαύρη εξώπορτα. Μπορούσε κανείς να διακρίνει, μέσα απ’ τα χαμηλά κάγκελα, έναν μεγάλο καταπράσινο κήπο με τα μικρά πολύχρωμα άνθη του. Στο βάθος, πίσω από ένα τεράστιο δέντρο, υπήρχε μια πολύ όμορφη μονοκατοικία, που μπροστά είχε τρία σκαλοπάτια και ένα μεγάλο σιντριβάνι. Παρατηρούσε κανείς ακόμη τα χαρακτηριστικά πράσινα παραθυρόφυλλα και τα κόκκινα κεραμίδια.
Μια μέρα όμως περνώντας από εκεί αντί να δούμε την όμορφη μονοκατοικία είδαμε δύο μπουλντόζες μέσα στον κήπο. Η μία ξερίζωνε τα όμορφα φυτά και η άλλη γκρέμιζε το σπίτι.
Τραγικές φιγούρες οι ιδιοκτήτες που κλαίγανε βλέποντας να ξεριζώνονται οι αναμνήσεις τους. Ηταν πλέον αναγκασμένοι να το γκρεμίσουν για να φτιάξουν στη θέση του μια πολυκατοικία και αυτό γιατί δεν μπορούσαν πια να συντηρούν το σπίτι.
Εξάλλου, έλεγαν, η τεχνολογία, η άνεση, η μόδα απαιτούσαν μια πολυκατοικία. Σε αυτήν τα έξοδα ήταν λιγότερα και οι ανέσεις άπειρες, σε σχέση με εκείνο το μικρό σπίτι. Όμως δεν πιστεύανε αυτά τα λόγια. Τα κλάματά τους και τα πρόσωπά τους το πρόδιδαν. Ίσως να μιλούσαν έτσι προσπαθώντας να παρηγορηθούν. Άδικα όμως…
Μετά από λίγο καιρό περνώντας από εκεί είδαμε το απάνθρωπο θέαμα. Μια γκρίζα πολυκατοικία που καθόταν εκεί κρύα, περιτριγυρισμένη από μια καθημερινότητα, την τεχνολογία, που όσο πάει μας απομονώνει από τον κόσμο και μας μετατρέπει σε ανθρώπους αγέλαστους, που έχουν ξεχάσει τι θα πει κοινωνία και αγάπη για τον άνθρωπο. Έλλη Ανεμογιάννη-Σινανίδη
ΠΗΓΗ: http://www.tovima.gr/culture/article/?aid=122487
Οι δυσκολίες μιας σύγχρονης οικογένειας…
Συγγραφέας Μαρία Κυριακίδου
Συχνά μια οικογένεια αναστατώνεται από τα προβλήματα που παρουσιάζονται κατά την ανάπτυξη των παιδιών της. Προβλήματα όπως επιθετικότητα, καταστροφικότητα, αυτοτραυματισμοί, αϋπνία, εφιάλτες/ταραγμένος ύπνος, βραδινή ενούρηση, ακράτεια, προβλήματα στην διατροφή (βουλιμία ή και ανορεξία),
ανυπακοή, χαμηλή σχολική επίδοση, μοναξιά, θλίψη, χρήση/κατάχρηση ουσιών, εξαρτήσεις, κρίσεις πανικού κ.α, μπορούν να οδηγήσουν όλη την οικογένεια σε κρίση και αδιέξοδο.
Μια προσεκτική θεώρηση, δυστυχώς τις περισσότερες φορές εκ των υστέρων, αποκαλύπτει πως σε κάθε οικογένεια πριν από την εμφάνιση οποιωνδήποτε προβλημάτων στα παιδιά, διαδραματίζονται για μεγάλο χρονικό διάστημα μια σειρά από επικίνδυνες και ανησυχητικές καταστάσεις που προϊδεάζουν για τα όσα μέλλεται να ακολουθήσουν. Οι γρήγοροι και απαιτητικοί ρυθμοί ζωής, η κούραση, η εξάντληση, οι οικονομικές δυσκολίες, οδηγούν στην απουσία των γονιών από την ζωή των παιδιών και στην αδυναμία τους να είναι σε εγρήγορση για να παρέμβουν πριν από την εμφάνιση των προβλημάτων.
Από την άλλη στην σύγχρονη εποχή η οικογένεια μένει μόνη και αβοήθητη σε μια κοινωνία καταναλωτική που χαρακτηρίζεται από άγχος, υπερένταση, επιθετικότητα, εγκληματικότητα, ανασφάλεια, αδικία και απογοήτευση. Κανένας γονιός δεν μπορεί να βασιστεί στην ασφάλεια, την φροντίδα, το νοιάξιμο και την ηθική στήριξη της γειτονιά, του χωριού ή της πόλης του. Αντίθετα χρειάζεται να επενδύει ενέργεια και χρόνο για να προφυλάσσει τα παιδιά του από τους εξωτερικούς κινδύνους.
Αποτέλεσμα όλης αυτής της κατάστασης είναι να επηρεάζονται οι οικογενειακές διεργασίες και οι σχέσεις. Ενώ λοιπόν ζούμε στη εποχή της πληροφόρησης, της ενημέρωσης και της κατάρτισης, οι γονείς συχνά αδυνατούν να αντιδράσουν σε όσα συμβαίνουν στις οικογένειες τους.
Αμφιθυμία και αντιφατικότητα στην ανατροφή των παιδιών. Συχνά οι γονείς από ανασφάλεια αποζητούν «συνταγές» στον ρόλο τους ως γονείς που όμως δεν μπορούν να εφαρμοστούν πάντα με το ίδιο τρόπο σε κάθε περίπτωση. Είναι λάθος να προσπαθεί ένας γονιός να εφαρμόσει στο παιδί του οτιδήποτε έχει ακούσει ότι είναι καλό, χωρίς να λάβει υπ’ όψη του την μοναδικότητα του, τον χαρακτήρα του, τις ανάγκες του αλλά και την οικογενειακή πραγματικότητα που ισχύει. Κάθε γονιός οφείλει να αναζητήσει αυτό που ταιριάζει καλύτερα στην δική του οικογένεια, στον δικό του οικογενειακό ρυθμό.
Δυσκολία στην οριοθέτηση των παιδιών. Τα παιδιά συχνά προσπαθούν να θέσουν υπό δοκιμασία και αμφισβήτηση τα όρια των κανόνων. Άλλωστε δεν είναι αυτονόητο ότι γνωρίζουν να λειτουργούν με κανόνες και όρια. Μπορεί μάλιστα να τα δοκιμάζουν με έναν τέτοιο τρόπο που να γεμίζουν τους γονείς με ενοχές. Θα πρέπει να είναι ξεκάθαρο πως κάθε παιδί χρειάζεται ένα πλαίσιο αναφοράς. Χρειάζεται να ξέρει τι επιτρέπεται και τι όχι έτσι ώστε να μπορεί να ορίσει το προστατευτικό του πλαίσιο, να νιώσει ασφάλεια και να μάθει να κινείται με ευθύνη, με δικαιώματα αλλά και υποχρεώσεις. Γι’ αυτό και τα παιδιά που κάνουν ότι θέλουν, που δέχονται ελάχιστα όρια, δεν είναι και κατ’ ανάγκη ευτυχισμένα και ήρεμα. Γκρινιάζουν, παραπονούνται περισσότερο, δεν ευχαριστιούνται εύκολα και δεν σταματούν να αποζητούν περισσότερα. Όσο λοιπόν και αν νιώθει ενοχές ένας γονιός για το πόσα προσφέρει στο παιδί του, για τον χρόνο που του λείπει και την ενέργεια- διάθεση που πολλές φορές δεν έχει για να ασχοληθεί μαζί του, δεν μπορεί να τα αναπληρώνει με την κατάργηση των κανόνων και των ορίων γιατί έτσι το αφήνει επί της ουσίας μόνο, ανορίοτο, ανεξέλεγκτο και απροστάτευτο.
Επιβολή των κανόνων ως τιμωρία. Όπως είπαμε και παραπάνω τα όρια και οι κανόνες λειτουργούν ως ένα προστατευτικό πλαίσιο μέσα στο οποίο μπορεί να μάθει να κινείται, να εξερευνά και να κοινωνικοποιείται ένα παιδί με ασφάλεια. Όταν όμως οι κανόνες δίνονται ως μορφή τιμωρίας και επιφορτίζονται με συναισθήματα θυμού και αγανάκτηση από μεριάς των γονιών, τότε ενδέχεται το παιδί να τους αντιληφθεί ως μέτρα που περιορίζουν, που εκφράζουν την αυταρχικότητα, την έλλειψη κατανόησης και αγάπης.
Άκαμπτοι και δυσλειτουργικοί κανόνες και όρια. Στην περίπτωση αυτή οι γονείς επιμένουν στην σταθερή και κατά γράμμα εφαρμογή των κανόνων με ένα τρόπο όμως άκαμπτο και δυσλειτουργικό. Είναι απαραίτητο από τους γονείς, ανά διαστήματα να διερευνάται η λειτουργικότητα των κανόνων ανάλογα με την προσωπικότητα, την ανάπτυξη και την ηλικία των παιδιών. Είναι μεγάλο προσόν για μια οικογένεια να διαθέτει σταθερότητα αλλά και ευλυγισία. Κάθε τι ισχύει ανάλογα τον χρόνο, την στιγμή, τους ανθρώπους, τις σχέσεις και τα συμβάντα που αφορά. Διαφορετικά αναμένονται μεγάλες συγκρούσεις, εντάσεις και πόλωση μεταξύ γονιών και παιδιών.
Προβληματική επικοινωνία. Ο τρόπος για να μπορούν οι άνθρωποι να εκφράζουν τα συναισθήματα, τις σκέψεις, τις επιθυμίες και τις αντιλήψεις τους με τρόπο ικανοποιητικό και λειτουργικό είναι κάτι που μαθαίνεται κατά την εξελικτική τους διαδικασία και αποτελεί βασική προϋπόθεση για την ομαλή ανάπτυξη της συναισθηματικής νοημοσύνης και της κοινωνικοποίησης. Στόχος να μπορεί να μεταδίδει κανείς μηνύματα στο περιβάλλον του και να μπορεί να δέχεται με έναν τρόπο που να προάγεται η κατανόηση, η αναγνώριση, η συνεργασία, η συνεννόηση και η σχέση. Δυστυχώς πολλές φορές το αρχικό πρόβλημα στις οικογένειες είναι η επικοινωνία. Κρυμμένα συναισθήματα, κρυμμένες σκέψεις που δεν φανερώνονται, πράγματα που λέγονται με πλάγιους τρόπους και δημιουργούν παρεξηγήσεις, πράγματα που δεν λέγονται ποτέ και δημιουργούν ανασφάλειες, εντάσεις, θυμούς και προβληματισμούς, αυστηρή κριτική και έντονες επικρίσεις, υπερβολές, γενικεύσεις, και άλλες πολλές παρόμοιες προβληματικές καταστάσεις επικοινωνίας, ουσιαστικά αποτελούν γόνιμο έδαφος για την ανάπτυξη οποιασδήποτε μελλοντικής προβληματικότητας .
Συντροφική σχέση των γονιών. Συχνά αναφέρονται οι αρνητικές επιδράσεις ενός διαζυγίου στα παιδιά και ενοχοποιούνται για όλα οι διαλυμένες οικογένειες. Στην πραγματικότητα εξίσου καταστροφική στην εξέλιξη ενός παιδιού είναι και η επίδραση μιας τυπικής, συμβατικής, συγκρουσιακής ή και αδιάφορης σχέσης μεταξύ των γονιών. Το ζευγάρι είναι αυτό που φτιάχνει την οικογένεια του και με τον τρόπο ζωής του, με την ποιότητα της σχέσης του όχι μόνο δίνει το παράδειγμα στα παιδιά του αλλά δημιουργεί και το κλίμα της οικογένειας του. Μια οικογένεια λοιπόν όπου οι γονείς δεν χωρίζουν αλλά δεν επικοινωνούν, δεν αγαπιούνται, δεν φέρονται με σεβασμό ο ένας στον άλλον, δεν φροντίζουν ο ένας τον άλλον και δεν συμπορεύονται, κινδυνεύει να ασκήσει εξίσου (αν όχι και μεγαλύτερη) καταστροφική επίδραση στην ζωή και την ανάπτυξη των παιδιών της απ’ αυτήν που ασκεί ένα διαζύγιο.
Συναισθηματική εκμετάλλευση των παιδιών. Όταν οι σχέσεις του ζευγαριού δεν είναι ομαλές, έχουν κατακλυστεί από συναισθήματα θυμού, οργής, απογοήτευσης, θλίψης και η επικοινωνία μεταξύ τους έχει καταντήσει να είναι ένας συνεχής πόλεμος εξουσίας, κατάκτησης και νίκης, παρουσιάζεται το φαινόμενο της συναισθηματικής εκμετάλλευσης των παιδιών, δηλαδή της χρησιμοποίησης τους για την ενίσχυση του ζευγαριού στον μεταξύ τους πόλεμο. Δυστυχώς χωρίς να μπορούν να συνειδητοποιήσουν τις επιπτώσεις της στάσης τους, οι γονείς οδηγούνται σ’ αυτό που κατά τα άλλα με κάθε τρόπο θα ήθελαν να αποφύγουν, δηλαδή να επιβαρύνουν, να πληγώσουν και να επηρεάσουν αρνητικά τα παιδιά τους. Τα παιδιά χρησιμοποιούνται είτε ως κάδος σκουπιδιών όπου το ζευγάρι «πετάει τα σκουπίδια» που έχει ο ένας για τον άλλον (αλληλοκατηγορίες π.χ η μάνα σου είναι…, ο πατέρας σου έκανε….), είτε ως σάκος του μποξ όπου το ζευγάρι εκτονώνει όσα συναισθήματα δημιουργούνται από την μεταξύ τους σχέση (θυμό, απογοήτευση, λύπη π.χ αυξάνω τις τιμωρίες και την αυστηρότητα μου για να μην με «καβαλήσεις» και εσύ σαν τον πατέρα σου, θυμώνω που ακούς δυνατά μουσική όταν γυρίζω από την δουλειά γιατί αδιαφορείς και εσύ σαν την μάνα σου, έχω τα νεύρα μου και τελικά εσύ θα την πληρώσεις..), είτε ως δικαστής που ακούει τα προβλήματα τους και πρέπει να πάρει το μέρος κάποιου, εναντίον του άλλου, είτε ως ιερέας που πρέπει να ακούει τις εξομολογήσεις αλλά να κρατάει μυστικά, είτε ως ψυχολόγος που πρέπει να ακούει και να τους βοηθά είτε ως οσιομάρτυρας που πρέπει να θυσιαστεί, που πρέπει να κάνει υπομονή, που πρέπει να είναι σε όλα τέλειος και να ξεκουράσει τους ταλαιπωρημένους γονείς του. Τα παιδιά όμως ούτε οφείλουν, ούτε μπορούν αλλά πολύ περισσότερο ούτε τους βοηθά να γνωρίζουν και να εμπλέκονται στα συντροφικά προβλήματα του ζευγαριού. Αυτά αποτελούν αποκλειστική ευθύνη του ίδιου του ζευγαριού να τα διαχειριστεί και να τα επιλύσει.
Δεν μπορεί κανείς εύκολα να αμφισβητήσει την πρόθεση των γονιών να βοηθήσουν με αγάπη και φροντίδα τα παιδιά τους να μεγαλώσουν μέσα σε μια ασφαλή και ήρεμη οικογένεια. Ούτε βέβαια θα μπορούσε να διεκδικήσει κανείς τον τίτλο του τέλειου γονιού.
Στόχος όλων όσων αναφέρθηκαν δεν είναι η κριτική και η καταδίκη των γονιών. Αρκετά ταλαιπωρούνται από μόνοι τους με αμφιβολίες, δυσκολίες, προβληματισμούς, ανασφάλειες και ενοχές. Μοναδικός στόχος είναι η ενημέρωση και ευαισθητοποίηση σε σχέση με μια σειρά προβληματικών καταστάσεων όπως αυτές που αναφέρθηκαν παραπάνω, που παρότι ως ένα βαθμό είναι φυσιολογικό να διαδραματίζονται στις οικογένειες, αν όμως καταλήξουν να είναι μια παγιωμένη οικογενειακή συνθήκη, κινδυνεύουν να προκαλέσουν ή και να συνδεθούν με διάφορα προβλήματα που θα παρουσιάσουν τα παιδιά. Είναι λοιπόν προτιμότερο να μιλάμε για παρέμβαση και πρόληψη σε επίπεδο επικοινωνίας και σχέσεων, πάρα για θεραπεία και παρέμβαση σε προβλήματα και διαταραχές των παιδιών.
ΠΗΓΗ: http://www.iator.gr/2011/12/08/oi-dyskolies-mias-sygxronis-oikogeneias-iato/
Η Λωξάνδρα