12η Ενότητα
Ιωάννης ο Χρυσόστομος
Μέγας Πατέρας της Εκκλησίας, Οικουμενικός Δάσκαλος κι ένας από τους Τρεις Ιεράρχες, μαζί με τον Μέγα Βασίλειο και τον Γρηγόριο τον Θεολόγο. Η Εκκλησία τον ονόμασε Χρυσόστομο για την ωραιότητα των λόγων του, ενώ για τη ρητορική δεινότητα ονομάστηκε «Δημοσθένης του Χριστιανισμού». Γεννήθηκε στην Αντιόχεια (σημερινή Αντάκια Τουρκίας) το 347. Έμεινε ορφανός από πατέρα σε μικρή ηλικία και ανατράφηκε με τη φροντίδα της μητέρας του Ανθούσας. Σπούδασε ρητορική κοντά στον φημισμένο δάσκαλο της εποχής Λιβάνιο. Ο δάσκαλός του τον εκτιμούσε τόσο πολύ για την ευφυΐα και τη ρητορική του δεινότητα, που έλεγε πως θα τον άφηνε διάδοχό του στη σχολή, αν δεν τον είχαν κερδίσει οι Χριστιανοί.
Μετά τις σπουδές του δικηγόρησε για λίγο στην Αντιόχεια και στη συνέχεια έφυγε για την έρημο, όπου ασκήτευσε. Το 381 επανήλθε στην Αντιόχεια για να χειροτονηθεί διάκονος και αργότερα πρεσβύτερος. Κατά τη διάρκεια της ιεροσύνης του διακρίθηκε για την ερμηνεία των Γραφών, το κήρυγμα και την ποιμαντική του δράση. Σύντομα, η φήμη του ξεπέρασε τα στενά όρια της Αντιόχειας και στα τέλη του 397 κλήθηκε στην Κωνσταντινούπολη για να διεκδικήσει τον αρχιεπισκοπικό θρόνο. Στις 15 Δεκεμβρίου του ίδιου χρόνου, η Ενδημούσα Σύνοδος των επισκόπων τον εξέλεξε στον αρχιεπισκοπικό θρόνο της Κωνσταντινούπολης, παρά την αντίδραση του Αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας Θεόφιλου, που προωθούσε τον δικό του υποψήφιο. Ενθρονίστηκε στις 26 Φεβρουαρίου του 398.
Πρώτος του στόχος ήταν η αναδιοργάνωση της Εκκλησίας, καθώς πίστευε ότι η ηθική εξυγίανση της κοινωνίας προϋπέθετε την εξυγίανση του κλήρου και των αρχόντων. Τα κηρύγματά του επισήμαναν τις εκτροπές όλων των κοινωνικών τάξεων και διακήρυσσαν την ανάγκη επιστροφής στο αυθεντικό περιεχόμενο της χριστιανικής ζωής, ιδιαίτερα των κληρικών και των αρχόντων. Έτσι, ήταν σχεδόν προδιαγεγραμμένο ότι θα ερχόταν σε σύγκρουση με πολλούς από τους εκκλησιαστικούς και πολιτικούς άρχοντες της εποχής του. Δεν δίστασε να αντιταχθεί και προς την αυτοκράτειρα Ευδοξία, με αποτέλεσμα να εξοριστεί δύο φορές. Στη δεύτερη εξορία του, καθ’ οδόν προς τα Κόμανα του Πόντου πέθανε στις 14 Σεπτεμβρίου του 407, σε ηλικία 60 ετών.
Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος αναδείχθηκε σε μέγιστο εκκλησιαστικό συγγραφέα. Το έργο του είναι εντυπωσιακό, τόσο σε έκταση, όσο και σε θεολογική πληρότητα. Αποτελείται από ομιλίες, πραγματείες και επιστολές. Το πιο γνωστό έργο του στον πολύ κόσμο είναι η Θεία Λειτουργία (Λειτουργία του Χρυσοστόμου), που τελείται κατά κύριο λόγο κάθε Κυριακή στις Εκκλησίες.
Η μνήμη του Αγίου Ιωάννη του Χρυσόστομου εορτάζεται στις 13 Νοεμβρίου από την Ορθόδοξη Εκκλησία και στις 13 Σεπτεμβρίου από την Καθολική Εκκλησία. Επιπλέον, η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά την Ανακομιδή των Λειψάνων του στις 27 Ιανουαρίου και μαζί με την Καθολική Εκκλησία τους Τρεις Ιεράρχες στις 30 Ιανουαρίου.
Κείμενο – Μετάφραση
Ἔστωσαν δύο ἁμαρτωλοί, ὁ μέν κολαζόμενος, ὁ δέ μή κολαζόμενος. | Ας υποθέσουμε ότι υπάρχουν δύο αμαρτωλοί, ο ένας τιμωρείται, ενώ ο άλλος όχι. |
Μή λέγε, μακάριος οὗτος, ὅτι πλουτεῖ, | Να μη λες ότι αυτός είναι ευτυχισμένος, επειδή πλουτίζει, |
ὀρφανούς ἀποδύει, χήρας βιάζεται. | γδύνει τους ορφανούς και επιτίθεται στις χήρες. |
Καίτοι οὐ νοσεῖ, ἀλλ’ ἁρπάζων εὐδοκιμεῖ, | Αν και δεν αρρωσταίνει, αλλά προοδεύει αρπάζοντας, |
τιμῆς μεγάλης ἀπολαύει καί δυναστείας, | απολαμβάνει μεγάλης τιμής και εξουσίας |
οὐδέν τῶν ἀνθρωπίνων κακῶν ὑπομένει· | και δεν υποφέρει από καμιά ανθρώπινη δυστυχία· |
ἀλλά τοῦτον μάλιστα θρήνει, | αυτόν αντίθετα να τον θρηνείς παρά πολύ, |
ὅτι καί νοσεῖ καί οὐ θεραπεύεται. | διότι και νοσεί και δε θεραπεύεται. |
Ἐάν ἴδῃς τινά ὑδέρω κατεχόμενον, | Αν δεις κάποιος να υποφέρει από υδρωπικία, |
καί μή τρέχοντα πρός τόν ἰατρόν, | και να μην πηγαίνει στο γιατρό, |
ἀλλά τράπεζαν ἔχοντα Συβαριτικήν, | αλλά να έχει τραπέζι βαρυφορτωμένο με εδέσματα, |
μεθύοντα καί ἐπιτείνοντα τήν νόσον, | να μεθάει και να χειροτερεύει την ασθένεια, |
μακαρίζεις τοῦτον, ἢ ταλανίζεις; | αυτόν τον θεωρείς ευτυχισμένο ή δυστυχισμένο; |
Ἐάν δέ ἕτερον ἴδῃς ὑδέρω κατεχόμενον, | Κι αν δεις κάποιον άλλον που να υποφέρει από υδρωπικία, |
ἰατρικῶν ἀπολαύοντα χειρῶν, λιμῷ ἑαυτόν ἐκδιδόντα, | να απολαμβάνει ιατρικής φροντίδας, να αποφεύγει το φαγητό, |
φαρμάκοις προσκαρτεροῦντα πικροῖς, | να παίρνει με υπομονή πικρά φάρμακα, |
οὐχί τοῦτον πολύ μᾶλλον ἐκείνου μακαρίζεις; | αυτόν δεν τον θεωρείς πολύ περισσότερο ευτυχισμένο από εκείνον; |
Ὡμολόγηται· ὁ μέν γάρ νοσεῖ, καί οὐ θεραπεύεται· | Είναι κοινά παραδεκτό· ο ένας νοσεί και δε θεραπεύεται· |
ὁ δέ νοσεῖ, καέ ἀπολαύει ἰατρείας. | ο άλλος νοσεί και απολαμβάνει θεραπείας. |
Ἐπίπονος μέν ἡ ἰατρεία, ἀλλ’ ὠφέλιμον αὐτῆς τό τέλος. | Επίπονη βέβαια η θεραπεία, αλλά είναι ωφέλιμος ο σκοπός της. |
Οὕτως ἐστί καί ἐν τῷ παρόντι βίῳ. | Το ίδιο συμβαίνει και με την παρούσα ζωή. |
Ἰωάννης Χρυσόστομος, Περὶ Λαζάρου, PG 48.1030-1031 (διασκευή)
Πατήστε εδώ για να εκτυπώσετε τη μετάφραση
Πατήστε εδώ για το διαδραστικό σχολικό βιβλίο
Λεξιλόγιο
τέλος = το τέρμα/ η λήξη/ μεταφορικά: ο θάνατος/ το αποτέλεσμα / ο σκοπός/ ο φόρος
το τελεστήριον = τόπος ιεροτελεστίας
τελεστικός = κατάλληλος να κάνει κάτι/ κατάλληλος για μύηση
τελευτώ = τελειώνω/ πεθαίνω
η τελευτή = το τέλος / ο φυσικός θάνατος
τελεσιουργώ = οδηγώ σε αποτέλεσμα
τελεσιουργός = αποτελεσματικός
δημοτελής = αυτός που τελείται με έσοδα της πολιτείας/ αυτός που τελείται με τη συμμετοχή του λαού
υπερτελής = αυτός που ξεχωρίζει
τελώ = κάνω, εκτελώ, πραγματοποιώ
η τέλεσις = η εκτέλεση, η πραγματοποίηση
ο τελεστής = α.ε. αρχηγός / μυσταγωγός/ ν.ε. όρος των μαθηματικών και της φυσικής
τελικός = αυτός που αναφέρεται στο τέλος / στο σκοπό
τέλειος = άριστος / πλήρης
η τελειότης–ητα = εντέλεια, ακεραιότητα
τελειω – ώνω = οδηγώ στο τέλος/ εξαντλώ/ τελειοποιώ
η τελείωσις = η τελειοποίηση , συμπλήρωση
το τελείωμα = η ολοκλήρωση/ το ακραίο μέρος (π. χ του υφάσματος 0
τελειωτικός = α. ε. αποτελεσματικός/ ν.ε. οριστικός
τελευταίος = έσχατος
τελεσφορώ = επιτυγχάνω/ καταβάλλω φόρο
τελεσφόρος = αποτελεσματικός
ο τελετάρχης = ο αρχηγός της τελετής
διατελώ = έχω κάποιο αξίωμα, ιδιότητα
αποτελώ = σχηματίζω μαζί με κάποια άλλα στοιχεία
εκτελώ = πραγματοποιώ / σκοτώνω/ ερμηνεύω μουσικό έργο
επιτελώ = πραγματοποιώ
συντελώ = συμμετέχω στην προσπάθεια
αποτελειώ –ώνω = ολοκληρώνω/ θανατώνω δίνοντας το τελευταίο χτύπημα
αυτοτέλεια = ανεξαρτησία
εντέλεια = τελειότητα
πολυτελής = πολυδάπανος , πολυέξοδος
υποτελής = υπόδουλος/ αυτός που είναι υποχρεωμένος να πληρώνει φόρο
ατελής = ανολοκλήρωτος, ελλιπής/ ο απαλλαγμένος από τους φόρους
ατέλεια = ελάττωμα / απαλλαγή από φόρους
ημιτελής = μισοτελειωμένος
ευτελής = φτηνός/ κατώτερης ποιότητας
τελεσίδικος = αυτός που έχει αποφασιστεί οριστικά, ο αμετάκλητος
η τελειότης–ητα = εντέλεια, ακεραιότητα
τελειω – ώνω = οδηγώ στο τέλος/ εξαντλώ/ τελειοποιώ
τελεσφορώ = επιτυγχάνω/ καταβάλλω φόρο
τελεσφόρος = αποτελεσματικός
ο τελετάρχης = ο αρχηγός της τελετής
διατελώ = έχω κάποιο αξίωμα, ιδιότητα
αποτελώ = σχηματίζω μαζί με κάποια άλλα στοιχεία
τελεσίγραφο = είδος διπλωματικού εγγράφου/ έγγραφο με μη διαπραγματεύσιμους όρους
τελειοποίηση = το να κάνεις κάτι τέλειο
τελειόφοιτος = ο φοιτητής που διανύει το τελευταίο έτος των σπουδών του
εκτέλεση = πραγματοποίηση/ θανάτωση/ απόδοση μουσικού έργου
εκτελεστικός = αυτός που αναφέρεται στην εκτέλεση
ατελέσφορος = ο μη αποτελεσματικός
ιδιοτελής = αυτός που αποβλέπει στο προσωπικό του συμφέρον
ιεροτελεστία = τέλεση θρησκευτικής λειτουργίας
Γραμματική
1. Προστακτική ενεστώτα ρ. εἰμί και παρακειμένου των βαρύτονων ρημάτων ε.φ.
Ο τύπος ἔστωσαν του κειμένου της Ενότητας είναι τύπος προστακτικής ενεστώτα τον ρ. εἰμί. |
Κλίση προστακτικής ενεστώτα ρ. εἰμί
____ |
|
β΄ εν. |
ἴσθι |
γ΄ εν. |
ἔστω |
|
____ |
β΄ πληθ. |
ἔστε |
γ΄ πληθ. |
ἔστων, ἔστωσαν, ὄντων |
Προστακτική Παρακειμένου
Η προστακτική του παρακειμένου των βαρύτονων ρημάτων σχηματίζεται τόσο περιφραστικά (πιο εύχρηστος τύπος) από την ενεργητική μετοχή παρακειμένου του ρήματος και την προστακτική ενεστώτα του ρ. εἰμί, π.χ. λελυκώς, -υῖα, -ός ἴσθι, όσο και μονολεκτικά (σπάνια), π.χ. λέλυκε, λελυκέτω κτλ.
π.χ
Κλίση προστακτικής παρακειμένου βαρύτονων ρημάτων ε.φ.
κεκελευκώς, – υῖα, -όςκεκελευκώς, – υῖα, -ός |
ἴσθιἔστω |
κεκελευκότες, – υῖαι, -ότακεκελευκότες, – υῖαι, -ότα |
ἔστεἔστων, ἔστωσαν, ὄντων |