Η τσάντα στο σχολείο (2)

«Η τσάντα μου σκέφτεται και γράφει για την παραμονή της στο σχολείο»

      Παρασκευή πρωί και ο Δημήτρης ξύπνησε νωρίς, όπως συνήθως. Κι όμως η σημερινή μέρα δεν θα είναι όπως οι άλλες. Το Υπουργείο Παιδείας έχει στείλει εντολή για την παραμονή της τσάντας στο  σχολείο, μία Παρασκευή κάθε μήνα.

     Έλα και πες μου τώρα, σε τι θα βοηθήσει; Είπαν ότι, είναι σημαντικό οι ιδιοκτήτες μας να έχουν, μία φορά τον μήνα, δημιουργικό χρόνο με τους γονείς τους. Δεν ξέρω τι είναι αυτό, αλλά για να το λένε θα είναι σημαντικό.

     Ο Δημήτρης άρχισε να βάζει βιβλία στις θήκες μου. Γλώσσα, μαθηματικά, ιστορία, γεωγραφία, εικαστικά και άλλα όπως Ιστορία για την Δευτέρα. Στην πιο κρυφή μου τσέπη έχωσε γρήγορα – γρήγορα το αγαπημένο του αρκουδάκι, για να μου κρατά συντροφιά τις μέρες που θα είμαστε χώρια.

     Ήπιε  το γάλα του, φόρεσε το μπουφάν του και με μία γρήγορη κίνηση με έριξε στην πλάτη του. Μετά από λίγη ώρα φτάσαμε στο σχολείο. Οι ώρες του μαθήματος κύλησαν γρήγορα κι έφτασε εκείνη η «φοράδα» η ώρα που ο Δημήτρης μου είπε:

     –  Καλό Σαββατοκύριακο μικρέ, να προσέχεις».

     Δεν πρόλαβα να το καταλάβω και το σχολείο είχε αδειάσει από παιδιά και είχε γεμίσει από τσάντες. Άλλες έκλαιγαν, άλλες ήταν πανικόβλητες και οι υπόλοιπες κρατιόμασταν. Μες τον πανικό και τις φωνές η τσάντα του Βασίλη, του φίλου μου, με ρώτησε :

     –  Τι εννοείς «φοράδα» μέρα;

    –  Το λένε οι μεγάλοι.

    –  Τι λένε;

   –  Εκείνη την «φοράδα» μέρα οι Γερμανοί μπήκαν στην Ελλάδα. Δεν το έχεις ακούσει που το λένε;

    –  Ωχ! Εσύ και η βαρηκοΐα σου. Αποφράδα είναι η μέρα.

     Ξαφνικά ανακαλύπτουμε ότι όλες οι τσάντες γελούσαν με το περιστατικό. Προσωπικά πειράχτηκα λίγο αλλά απ’ την άλλη με τα γέλια έφυγαν τα κλάματα. Με την κουβέντα και τα αστεία έφτασε η νύχτα. Βολευτήκαμε καλά – καλά στα θρανία και ρίξαμε κάτι ύπνους τρικούβερτους.

     Την άλλη μέρα τα πράγματα ήταν πιο δύσκολα γιατί όσο και αν δεν ήθελα να το παραδεχτώ ο Δημήτρης μου έλειπε πολύ. Εκεί που δεν είχαμε τι να κάνουμε, ακούσαμε φωνές παιδιών να πλησιάζουν και τσακιστήκαμε να φτάσουμε όλες στα παράθυρα. Τι να δούμε, τα παιδιά της Ε’ τάξης, δηλαδή της τάξης μας, ήρθαν στο προαύλιο του σχολείου. Όλες οι τσάντες πιστέψαμε ότι ήρθαν να μας σώσουν από την βαρεμάρα, αλλά δυστυχώς είχαν έρθει να παίξουν.

     Απογοήτευση, πίκρα και εγκατάλειψη. Συναισθήματα άσχημα και η υπόλοιπη μέρα γέμισε πόνο. Ο ύπνος ήταν η μοναδική μου σωτηρία.

     Η Κυριακή με γέμισε με αισιοδοξία. Ήξερα ότι οι μέρες απελπισίας, βαρεμάρας και εγκατάλειψης τελειώνουν, έτσι έκανα θετικές σκέψεις, δηλαδή ότι ο Δημήτρης θα έρθει να με πάρει. Τότε θυμήθηκα το αρκουδάκι του που μου είχε δώσει για να μου κρατάει συντροφιά και τότε το αγκάλιασα πιο σφικτά. Τότε κατάλαβα πόσο πολύ με αγαπάει ο Δημήτρης, ο δικός μου Δημήτρης.

     Την Δευτέρα μόλις μπήκε στην τάξη με ρώτησε «Σου έλειψα;».

 

Μαθητής : Δημήτρης Φ. Τζαβάρας

Τάξη :       Ε’ Δημοτικού

Σχολείο :   Δημοτικό Σχολείο Χαβαρίου.

Αφήστε μια απάντηση