Μια σειρά υπηρεσιών στο Ίντερνετ καθιστά δυνατή την αναπαραγωγή εκατομμυρίων τραγουδιών, έναντι συνδρομής, εκμεταλλευόμενες τα δίκτυα κινητής τηλεφωνίας.
Αυτού του είδους οι υπηρεσίες που μπορούν να καταστήσουν δυνατό αυτό το σενάριο δεν είναι ακόμη ιδιαίτερα δημοφιλείς, ωστόσο οι μειώσεις στις τιμές των συνδρομών και οι εξελίξεις στην τεχνολογία μπορούν να φέρουν στο φως αυτές τις ιδέες. Για παράδειγμα, η Rhapsody International και η Thumbplay, προσφέρουν τη δυνατότητα επιλογής οποιουδήποτε τραγουδιού και αναπαραγωγής του από οποιαδήποτε φορητή συσκευή που συνδέεται στο Ίντερνετ μέσα από δίκτυα κινητής τηλεφωνίας, με συνδρομή που φτάνει τα 10 δολάρια τον μήνα.
Ωστόσο, δεδομένης της ευκολίας που προσφέρουν αυτού του είδους οι υπηρεσίες, δεν έχουν ακόμη εξαπλωθεί. Μεταξύ των λόγων συγκαταλέγονται το ελλιπές μάρκετινγκ, η δυσκολία στη χρήση και το γεγονός ότι οι καταναλωτές είναι περισσότερο εξοικειωμένοι με το κατέβασμα τραγουδιών από υπηρεσίες όπως το iTunes. Ταυτόχρονα, εκείνοι που ξοδεύουν λιγότερα από 120 δολάρια το χρόνο για την αγορά μουσικής, δε βλέπουν κάποιο όφελος σε αυτού του είδους τις υπηρεσίες.
Οι πάροχοι τέτοιων υπηρεσιών ελπίζουν ότι μπορούν να προσελκύσουν περισσότερους συνδρομητές με τη βελτίωση της κάθε πλατφόρμας, εκμεταλλευόμενοι τα δίκτυα κινητής τηλεφωνίας για να μεταδίδουν τη μουσική. ΟΙ καταναλωτές εξάλλου αισθάνονται όλο και πιο άνετα με τη χρήση υπηρεσιών που αποθηκεύουν δεδομένα σε απομακρυσμένους υπολογιστές, μια λειτουργία γνωστή και ως «cloud computing».
Οι συνδρομές αυτών των υπηρεσιών έχουν μειωθεί σε κόστος, ενώ η περαιτέρω χρήση τους από μεγαλύτερο αριθμό καταναλωτών μπορεί να μειώσει ακόμη περισσότερο τις χρεώσεις. Οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στο χώρο καταθέτουν πνευματικά δικαιώματα στις εταιρείες παραγωγής, που αναζητούν νέα κανάλια εσόδων που θα αντικαταστήσουν τις ολοένα μειωμένες πωλήσεις CD. Η πάλαι ποτέ επικερδής αγορά βρίσκεται σε καθοδική τροχιά, καθώς οι καταναλωτές στρέφονται στο Διαδίκτυο για να αγοράσουν μεμονωμένα τραγούδια ή να κατεβάσουν πειρατική μουσική.
Ένα πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι εταιρείες παροχής μουσικών υπηρεσιών είναι η εφαρμογή της σωστής τιμολογιακής πολιτικής που θα προσελκύσει όσο το δυνατόν περισσότερους καταναλωτές. Αν μόνο οι φανατικοί λάτρεις της μουσικής χρησιμοποιήσουν τις υπηρεσίες, το μόνο που θα συμβεί θα είναι η μετάθεση των εσόδων από τις πωλήσεις των CD προς αυτές τις υπηρεσίες, ζημιώνοντας τη μουσική βιομηχανία.
Σήμερα, ο μέσος Αμερικανός ξοδεύει 80 δολάρια το χρόνο για την αγορά μουσικής, ποσό που δε δικαιολογεί την εγγραφή σε τέτοιες υπηρεσίες. Η Σονάλ Γκάντι, αναλύτρια στη Forrester Research, προβλέπει ότι οι Αμερικανοί συνδρομητές τέτοιων υπηρεσιών θα φτάσουν τα πέντε εκατομμύρια μέχρι το 2014. Ο λόγος που δεν θα αυξηθούν περισσότερο είναι επειδή πολλοί δε θέλουν να είναι δεσμευμένοι με μηνιαίες χρεώσεις. Μία λύση θα μπορούσε να είναι η ενσωμάτωση τέτοιων υπηρεσιών στα συμβόλαια των υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας, την οποία εφάρμοσε η Vodafone για 450.000 συνδρομητές της, που απέκτησαν πρόσβαση σε δύο εκατομμύρια τραγούδια για επιπλέον χρέωση τριών ευρώ στο μηνιαίο πάγιο του συμβολαίου τους.
Ακόμη ένα πρόβλημα ήταν ότι τα τραγούδια που κατέβαζαν οι καταναλωτές στους υπολογιστές τους δεν μπορούσαν να αναπαραχθούν σε iPhone και iPod. Αυτό ωστόσο αλλάζει. Το μηνιαίο πρόγραμμα των δέκα δολαρίων της εταιρείας MOG, επιτρέπει στους συνδρομητές να κάνουν streaming των τραγουδιών απευθείας στο iPhone τους και σε συσκευές που λειτουργούν με Android, το λογισμικό της Google για κινητά τηλέφωνα. Ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας, Ντέιβιντ Χάιμαν, προβλέπει ότι τέτοιες υπηρεσίες θα αποδειχθούν τόσο δημοφιλής που τελικά θα αντικαταστήσουν τα CD. «Είναι κάτι εντελώς πρωτοποριακό, ειδικά για εκείνους που ξοδεύουν έξι με δέκα δολάρια το μήνα για την αγορά μουσικής», πρόσθεσε.
Κάθε μια από τις εταιρείες διαθέτει τεράστιους καταλόγους τραγουδιών από όλες τις μεγάλες δισκογραφικές εταιρείες. Η MOG για παράδειγμα, διαθέτει επτά εκατομμύρια τραγούδια, η Thumbplay οκτώ εκατομμύρια και η Rhapsody περισσότερα από εννέα εκατομμύρια τραγούδια. Καμία πάντως δεν έχει πρόσβαση σε συγκροτήματα που έχουν επιλέξει να μη διαθέτουν τις δημιουργίες τους στο Διαδίκτυο, όπως οι Beatles.