Αρχείο ετικέτας Επικαιρότητα

Μετανάστες, Αριστερά και πολιτική ορθότητα

Του ΤΑΚΗ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΥ

Οι επίμονες προσπάθειες ορισμένων ιστορικών να χαρακτηρίσουν την Επανάσταση του 1821 «φιλελεύθερη» επανάσταση δεν ξέρω τι επιστημονικό υπόβαθρο έχουν. Είναι όμως εμφανής η ιδεολογική τους πρόθεση. Και μόνον από την άποψη ότι απομονώνουν την παράμετρο του φιλελευθερισμού από την πολυπλοκότητα του φαινομένου. Όπως στην περίοδο της αριστερής ηγεμονίας προσπαθούσαν διάφοροι Κορδάτοι να αποδείξουν ότι η Επανάσταση υπήρξε ταξική.

Οι παράπλευρες απώλειες είναι εξίσου εμφανείς. Αν η Επανάσταση ήταν φιλελεύθερη τότε ο Σταυρός που βρίσκεται σε όλα τα λάβαρα και τις σημαίες της οφείλεται μάλλον σε λάθος των προγόνων μας που δεν ήξεραν για ποιον λόγο έχυναν το αίμα τους. Δεν έχει σημασία αν όλοι ορκίζονταν στην Αγία Τριάδα. Ούτε αν ζητούσαν την ευλογία του παπά. Υπάρχει και μια δεύτερη απώλεια. Σαν εμείς οι Έλληνες να προσπαθούμε να ξεχάσουμε ότι αποκτήσαμε την ελευθερία μας πολεμώντας εναντίον μουσουλμάνων. Και ότι οι οπλαρχηγοί στις αναμνήσεις τους άπιστους τους ανεβάζουν και άπιστους τους κατεβάζουν. Για να μην πω πόσες φορές εμφανίζεται η λέξη «αράπης» στα γραπτά τους.

Δυστυχώς για τους υπερασπιστές της πολιτικής ορθότητας η ελληνική Επανάσταση δεν ήταν πολιτικώς ορθή. Αυτά έχει η Ιστορία. Σε μπερδεύει. Θρησκευόμενοι δεν ήσαν μόνον οι αναλφάβητοι αγωνιστές. Θρησκευόμενος ήταν και ο Σολωμός και ο Παπαρρηγόπουλος που έχτισαν το οικοδόμημα της εθνικής συνείδησης. Και ο ένας και ο άλλος αποτύπωσαν στο έργο τους τα ίχνη ενός πολέμου κατά των Οθωμανών.

Η αποσιώπηση του ρόλου της θρησκείας δεν αφορά μόνον την Εκκλησία. Μας αφορά όλους, είτε είμαστε θρησκευόμενοι, είτε όχι. Είναι μια ιδεολογική παραμόρφωση που απευθύνεται περισσότερο στο σήμερα παρά στην Ιστορία. Σαν να θέλουμε να ξεχάσουμε ότι ο εχθρός, ο τύραννος εν προκειμένω, ήταν μουσουλμάνος. Και γιατί να το ξεχάσουμε; Μα γιατί εμείς οι Έλληνες είμαστε προορισμένοι να συμβιώσουμε με τους μουσουλμάνους. Δεν έχω αντίρρηση. Ούτε υποστηρίζω ότι το 2021 είναι ίδιο με το 1821. Εκείνο που υποστηρίζω είναι ότι δεν μπορείς να γράφεις την Ιστορία όπως σε βολεύει. Χλευάζουμε τον αγράμματο Πολάκη που εξίσωσε τον Κολοκοτρώνη με τον Βελουχιώτη. Δεν κάνει τίποτε διαφορετικό από τον εγγράμματο κ. Χατζή που τον εξισώνει με τον φιλελευθερισμό. Μάλλον δεν είναι τυχαίο ότι και οι δύο συναντήθηκαν στην υπεράσπιση του Κουφοντίνα.

Την πολιτική ορθότητα την ξεβολεύει η Ιστορία. Οι αριστεροί απ’ την άλλη έχουν πρόβλημα με το παρόν. Εχοντας χάσει το βάθρο της ιδεολογίας τους, το προλεταριάτο, ψάχνουν όπου γης κολασμένους για να σταθούν στα πόδια τους. Και οι μεν και οι δε συναντιούνται στον κόσμο του Ισλάμ. Οι μεν τον χρησιμοποιούν ως υποκατάστατο του προλεταριάτου που τους έχει εγκαταλείψει. Οι δε ως ενσάρκωση του «άλλου» που πρέπει να ανεχθείς ως διαφορετικό για να αποδείξεις ότι οι πολιτισμοί δεν έχουν σύνορα.

Τόσο απλά.

Οι μεγάλες ευρωπαϊκές κοινωνίες, όπως η γαλλική ή η αγγλική, αποδέχθηκαν τη μετανάστευση ως ιστορική συνέπεια της αποικιοκρατίας. Στην Ελλάδα είναι ένα φαινόμενο που δεν συνδέεται με την Ιστορία μας. Και δεν αναφέρομαι στη μετανάστευση από τις χώρες του ανατολικού μπλοκ. Αναφέρομαι στους μουσουλμανικούς πληθυσμούς που συρρέουν τα τελευταία χρόνια από την Ασία και την Αφρική. Μας βρήκαν ανέτοιμους, και ανίκανους να τους υποδεχθούμε. Και τότε ξεκίνησε μια εργώδης προσπάθεια της Αριστεράς για να πείσει την ελληνική κοινωνία να δεχθεί τον βιασμό ως ευκαιρία.

Το 2015 η κυβέρνηση Τσίπρα – Καμμένου κατάργησε τα θαλάσσια σύνορα. Το αποτέλεσμα ήταν να κλείσουν τα σύνορα προς την Ευρώπη. Δημιουργήθηκε το αίσχος της Μόριας από τους ανθρωπιστές και οι ΜΚΟ υποκατέστησαν το ελληνικό κράτος. Οργανώθηκε ο εποικισμός του κέντρου της Αθήνας. Και όσο η αριστεροδεξιά μας κυβέρνηση υποδεχόταν ταλαίπωρους για να λιαστούν, με τις ευλογίες της Ευρώπης, η κεντροδεξιά παρακολουθούσε σιωπηλή. Όσοι τολμούσαν να μιλήσουν χρίζονταν πάραυτα ακροδεξιοί. Η Αριστερά έβλεπε στις ροές των μεταναστών υποψήφιους ψηφοφόρους. Με την αφρόκρεμα της ελληνικής νεολαίας να μεταναστεύει στο εξωτερικό στην πολιτική σκηνή το νέο προλεταριάτο θα μπορούσε να γίνει η κρίσιμη μάζα. Σύμμαχοι των υπολογισμών της Αριστεράς οι μαχητές της πολιτικής ορθότητας. Κι ας ξέρουν ότι το Ισλάμ που υπερασπίζονται μισεί όχι μόνον τις ιδέες τους αλλά και τον τρόπο της ζωής τους.

Στη Γαλλία έχει ξεκινήσει μια δημόσια συζήτηση για τον «ισλαμοαριστερισμό» και τη διείσδυσή του στο πανεπιστήμιο. Μήπως ήρθε η ώρα να ξεκινήσει μια συζήτηση για τον τρόπο που μπορούμε να συμβιώσουμε με όλους αυτούς τους πληθυσμούς; Για να ανοίξει όμως η συζήτηση θα πρέπει πρώτα να απαλλαγούμε από τα ιδεολογήματα της πολιτικής ορθότητας και τον καιροσκοπισμό της Αριστεράς. Δύσκολο, το ξέρω, όμως μην ξεχνάμε ότι και αυτή η συμμαχία, όπως όλες οι παράταιρες συμμαχίες, στηρίζεται μόνον στη σιωπή όσων βλέπουν τις άγαρμπες ραφές τους.

ΠΗΓΗ

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Γιατί τόση βία;

Του ΠΑΝΤΕΛΗ ΣΑΒΒΙΔΗ

1. Η εικόνα του πεσμένου, και χτυπημένου βάναυσα, αστυνομικού είναι σοκαριστική. Η αντίδραση που δημιουργεί στην κοινή γνώμη είναι αγανάκτηση και η αγανάκτηση αυτή δεν, νομίζω, πως θα δικαιώσει τους διαδηλωτές. Η προσωπική βίαιη εμπειρία είτε διαδηλωτή, είτε αστυνομικού μας ενδιαφέρει. Αλλά, ένα γενικό ερώτημα που προβάλει είναι γιατί τόση βία;

2. Η απάντηση στο ερώτημα είναι θέμα έρευνας ειδικών επιστημόνων. Η δική μου προσέγγιση είναι πολιτική.

3. Όχι, μόνο, δεν έχει επέλθει το τέλος της Μεταπολίτευσης αλλά, προσωπικά πιστεύω, πως δεν επήλθε ούτε καν το τέλος του Εμφύλιου διχασμού. Του διχασμού της δεκαετίας του ’40. Διότι ο παλαιότερος διχασμός, ο διχασμός του ’16, εξέλιπε, ίσως, διότι εξέλιπαν και οι πολιτικοί χώροι που τον εξέφραζαν.

4. Η διάσταση του Εμφυλίου επηρέασε καθοριστικά μια κοινωνία που δεν ανέχεται και πολλές, διαφορετικές τάσεις. Ίσως και δεν μπορεί και να τις διαμορφώσει. Η πολιτική της παιδεία είναι ενστικτώδης. Από ένστικτο, κυρίως, και από οικογενειακή παράδοση τοποθετείται πολιτικά. Μια κοινωνία που δεν έχει συνειδητοποιήσει, ακόμη, τι συνέβη το 1989 και ένα μέρος της ζει με φανταστικούς μύθους περί χαμένου παραδείσου.

Το μετεμφυλιακό κράτος, η δεκαετία του ΄60, τα αναφομοίωτα ευρωπαϊκά κινήματα, η δικτατορία και ένας, εκ του ασφαλούς, «επαναστατισμός» μεταπολιτευτικός διαμόρφωσαν ένα πολιτικό υποσυνείδητο που ακόμη είναι ενεργό. Σταλινικά, μαοϊκά φιλοχοτζεικά, ακόμη και επαναστατικά κινήματα, μπορεί να μην υπάρχουν στη Ρωσία, την Κίνα, την Αλβανία ή τις χώρες της Λατινικής Αμερικής, πυρήνες, όμως, (σέχτες στην αριστερή ορολογία) υπάρχουν στην Ελλάδα.

Αυτό το πολιτικό υποσυνείδητο που διαμορφώθηκε στην Ελλάδα μετά τον εμφύλιο μεταβιβάζεται από γενιά σε γενιά. Ο λόγος, κατά την άποψή μου είναι η αδυναμία παραγωγής πολιτικής θεωρίας και σοβαρών πολιτικών σχηματισμών στην Ελλάδα. Ακόμη και οι αντιλήψεις του ευρωκομμουνισμού δεν είχαν απήχηση στην ελληνική κοινωνία. Οι όποιοι αναθεωρητές του κομμουνισμού που διψούσαν για εξουσία έπρεπε να αλλάξουν πολιτική για να την δουν. Να γίνουν, δηλαδή, ΣΥΡΙΖΑ. Τον οποίο, ΣΥΡΙΖΑ, ευνόησε η συγκυρία της οικονομικής χρεοκοπίας και η αγανάκτηση από ένα ανίκανο πολιτικό σύστημα που δεν μπορεί να διασφαλίσει ούτε την αναπαραγωγή του.

5. Υπήρξε ενεργοποίηση εμφυλιακών αντανακλαστικών και από την άλλη πλευρά του πολιτικού φάσματος. Της ακροδεξιάς. Δεν βρήκε απήχηση και διότι η κύρια μήτρα μέσα στην οποία λειτουργούσε εγκατέλειψε τα “κακά της παιδιά” και διότι οι ιδεολογικές της αναφορές είναι ξεπερασμένες.

6. Το “αριστερό υποσυνείδητο” της κοινωνίας τρέφεται από τις εξής παραμέτρους:

  • Μια αίσθηση ότι το κράτος πρέπει να φροντίζει για τα πάντα.
  • Την οικονομική κρίση
  • Την κρίση της πανδημίας
  • Την αίσθηση πως η εκτόνωση δικαιολογεί οποιαδήποτε συμπεριφορά
  • Την χρησιμοποίηση των ΑΕΙ από τα αριστερά κόμματα για αλίευση μελών και στελεχών. Πουθενά στην πραγματική ζωή οι συνθήκες δεν επηρεάζουν τα ενεργά κοινωνικά άτομα να αναζητήσουν πολιτικές διεξόδους στην αριστερά. Ούτε η μαρξιστική της μορφή που έχει αιχμή την οικονομία, ούτε η κοινωνική της που υποστηρίζει κάθε είδους μειονότητες και είναι, συνήθως, εθνομηδενιστική βρίσκουν απήχηση. Στα πανεπιστήμια η πρώτη επαφή των νέων με την πραγματικότητα τους καθιστά εύκολα θύματα μιας ψευδούς ιδεολογίας που όπου εφαρμόστηκε ως πολιτική πράξη ευνόησε τις νομενκλατούρες και όχι την κοινωνία.
  • Την ψευδαίσθηση ότι έχουμε να κάνουμε με μια νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση. Και, φυσικά, την δαιμονοποίηση του νεοφιλελευθερισμού.
  • Την έκλειψη του μεσαίου χώρου. Ο μανιχαϊσμός της κοινωνίας δεν ανέχεται μετριοπάθεια. Η κοινωνία τάσσεται με τους δύο ακραίους πόλους του πολιτικού φάσματος. Δεν είναι τυχαίο ότι έχουν επιβιώσει η Δεξιά και η Αριστερά. Και ότι οποιαδήποτε μετριοπαθής προσπάθεια δεν έχει καμιά τύχη.
  • Την κομματική αξιοποίηση του κράτους.

7. Οι παρενέργειες όλων αυτών είναι, σε ένα αστικό, κοινοβουλευτικό σύστημα η αξιωματική αντιπολίτευση να μην πιστεύει ούτε στους κανόνες του, ούτε στη λειτουργία του. Ορθότερα, η αξιωματική αντιπολίτευση “ψαρεύει” στην αριστερά αλλά δεν έχει ιδεολογία. Διότι σήμερα ιδεολογίας στερείται η αριστερά, πλην της μαρξιστικής της εκδοχής (που έχει μείνει στη μαρξιστική θεωρία και στις πρακτικές εφαρμογές της, κυρίως, τις λενινοσταλινικές).

8. Συντιθέμενη από στελέχη που επιζητούν πάση θυσία την εξουσία, αντί οιουδήποτε τιμήματος, αυτή η αριστερή αξιωματική αντιπολίτευση δέχεται στους κόλπους της οποιαδήποτε τάση μπορεί να της φέρει ψήφους και να την νομιμοποιήσει στους μικροχώρους της. Ακόμη και μορφές που υποστηρίζουν βίαιες και επαναστατικές δραστηριοποιήσεις. Αντιεξουσιαστές τους οποίους φρόντισε κατά την άσκηση της εξουσίας και βίαια αναρχικά ρεύματα..

9. Γνωρίζοντας πως δεν μπορεί να επιβιώσει πολιτικά και πολύ περισσότερο να διεκδικήσει την εξουσία στο πεδίο της πολιτικής αντιπαράθεσης, ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να διαμορφώσει ιδιαίτερες συνθήκες, όπως αυτές που τον έφεραν στην εξουσία την πρώτη φορά. Τότε εκμεταλλεύτηκε μια κοινωνική δυσαρέσκεια σήμερα προσπαθεί να ενεργοποιήσει ανάλογα αντανακλαστικά.

Αυτό επιχειρεί τις τελευταίες ημέρες. Προφανώς, θα γνωρίζει καλά, αν όχι όλος ο ΣΥΡΙΖΑ, τουλάχιστον, κάποια στελέχη του πως η “Αραβική Άνοιξη” ξεκίνησε με τη βάναυση συμπεριφορά τυνήσιων αστυνομικών προς έναν μικροπωλητή.

10. Τόσο στη Νέα Σμύρνη όσο και στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης τα χαρακτηριστικά που περιέγραψα παραπάνω είναι εμφανή.

11. Το φαινόμενο της κοινωνικής αντίδρασης είναι περίπλοκο και χαοτικό και αυτά που ανέφερα είναι πλευρές, μόνο, της εκδήλωσής του. Ας μην ληφθούν γραμμικά. Στους κόλπους όσων αντιδρούν υπάρχουν και άνθρωποι που δεν επηρεάζονται από κόμματα αλλά σε αντιδράσεις τους ωθούν οι αντιλήψεις που έχουν διαμορφώσει ή το ένστικτό τους. Δεν είναι όλα ούτε προδιαγεγραμμένα, ούτε οργανωμένα. Αυτόν τον πολύ κόσμο που αντιδρά αυθόρμητα επιχειρούν, και θα επιχειρήσουν απο δω και πέρα να χειραγωγήσουν, τα πολιτικά κόμματα που έχουν επιλέξει αυτού του είδους την πολιτική συμπεριφορά και πρακτική. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα από αυτά.

12. Ας πάμε, τώρα, σε δύο άλλες παραμέτρους. Ο ένας είναι η κυβέρνηση και ο άλλος οι διαμορφωτές του πολιτικού συστήματος.

13. Η κυβέρνηση δεν είχε την ικανότητα να αντιληφθεί τι έρχεται. Η αποσταθεροποίηση ξεκίνησε από την υπόθεση Κουφοντίνα και, τόσο τα κυβερνητικά στελέχη όσο και οι υποστηρικτές της αναπαρήγαγαν στο δημόσιο λόγο το στερεότυπο πως “η Δημοκρατία δεν εκβιάζεται, ούτε απειλείται, ούτε κινδυνεύει”.

Και, όμως, η Δημοκρατία και απειλείται και εκβιάζεται και αποσταθεροποιείται. Για να τα αποφύγει, χρειάζεται καλή διαχείριση της ύπαρξής της. Όχι, απλώς, ικανοποίηση του λαϊκού αισθήματος. Και, τώρα, μπορεί να υπάρχουν οπαδοί της αντίληψης πως πρέπει να οδηγηθεί η πολιτεία σε μια ακραία ρήξη με τις ομάδες που προκαλούν τις ταραχές. Είναι αυτή λύση; Μήπως εμβαθύνει η επιλογή αυτή τις πληγές; Είναι αυτό, εκείνο που έχει ανάγκη η χώρα αυτήν τη στιγμή;

14. Ενθαρρυμένη από τις αντιδράσεις της κοινής γνώμης η κυβέρνηση δεν φρόντισε να είναι προσεκτική στη διαχείριση της αστυνομικής συμπεριφοράς. Η δικαιολογία ότι και οι αστυνομικοί άνθρωποι είναι, δεν στέκει Άνθρωποι είναι αλλά ειδικά εκπαιδευμένοι. Υπάρχουν στιγμές που μια σπίθα αρκεί για να αποσταθεροποιήσει τη χώρα.

15. Βεβαίως, τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η κυβέρνηση είναι πολλά και σύνθετα και η ικανότητα των μελών της πεπερασμένη. Αλλά, πριν έρθεις σε μια τέτοια κατάσταση φροντίζεις τις εφεδρείες σου.

16. Τις μεγαλύτερες ευθύνες, όμως, τις έχει αυτό που αποκαλούμε “Σύστημα”. Το οποίο, για μια χούφτα δολάρια είναι διατεθειμένο να πουλήσει ακόμη και τη μάνα του. Όχι να ενδιαφερθεί για τη χώρα.

17. Ελέγχοντας τα Μέσα Ενημέρωσης, τα πολιτικά κόμματα και την όποια οικονομική ζωή απέμεινε, το “Σύστημα” δεν επιτρέπει να αναδιαμορφωθεί το πολιτικό σκηνικό. Αλλά ένα αστικό, κοινοβουλευτικό πολιτικό σύστημα δεν μπορεί να έχει αξιωματική αντιπολίτευση ένα μόρφωμα σαν το ΣΥΡΙΖΑ. Έτσι, υπάρχει μια αναντιστοιχία πολιτικού φάσματος και αναγκών της κοινωνίας και μια αναντιστοιχία λειτουργίας της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας με αξιωματική αντιπολίτευση τύπου ΣΥΡΙΖΑ.

18. Το αδιέξοδο που δημιουργείται στην πολιτική συνείδηση ενός ανθρώπου που δεν θέλει ούτε το ΣΥΡΙΖΑ, ούτε την κυβερνώσα παράταξη, μπορεί να είναι εκρηκτικό.

19. Οι διαχειριστές των πολιτικών υποθέσεων μπορεί να πιστεύουν και να υπηρετούν οποιαδήποτε ιδεολογία και πολιτική επιθυμούν. Δεν επιτρέπεται, όμως, να μην έχουν διαβάσει όχι τον Μαρξ αλλά τους μαρξιστές. Επειδή έχουν ασχοληθεί με τον εργάτη (εργαζόμενο) ως υποκείμενο έχουν αναλύσει τις επιδράσεις και χειραγωγήσεις του. Εκεί θα ανακαλύψουν, οι σημερινοί διαμορφωτές των πολιτικών υποθέσεων, τι σημαίνει και πως λειτουργούν οι ιδεολογικοί μηχανισμοί. Δεν έχουν καμία σχέση με αυτό που επιχειρεί η σημερινή κυβέρνηση.

Προϋπόθεση για να κερδίσεις την πολιτική εξουσία είναι να κυριαρχήσεις πρώτα ιδεολογικά. Αλλά και προϋπόθεση για να χάσεις την εξουσία είναι να απωλέσεις την ιδεολογική ηγεμονία.

ΠΗΓΗ

ΑΝΙΧΝΕΥΣΕΙΣ

Αφορμή η άρνηση του εμβολίου

Του ΧΡΗΣΤΟΥ ΓΙΑΝΝΑΡΑ

Μεγάλο μέρος του ιατρικού προσωπικού των δημόσιων νοσοκομείων στην Ελλάδα και μεγαλύτερο (ίσως) του νοσηλευτικού προσωπικού αρνούνται να εμβολιαστούν για προστασία από τον εφιάλτη του κορωνοϊού – ο Τύπος και τα ηλεκτρονικά ΜΜΕ έδωσαν έμφαση στην πληροφορία. Τα ερωτήματα που γεννώνται από αυτή την εντυπωσιακή, αυθόρμητη άρνηση είναι πολύ δύσκολο να βρουν ξεκάθαρη, πειστική απάντηση.

Φοβίζει, ασφαλώς, η διαπλοκή της ιδιοφυούς υπερσύγχρονης εργαστηριακής έρευνας με ένα ιλιγγιώδες οικονομικό κόστος, αλλά και με μια μυθώδη κερδοφορία, που ασφαλώς θα προκύψει από τέτοιας εμβέλειας εμπόρευμα. Φοβούνται οι έμπειροι των «επιστημών υγείας», γιατροί και νοσηλευτές, μήπως ένας τέτοιος εξωφρενικός πλουτισμός ξεστρατίσει την έρευνα (και τις βιομηχανικές εφαρμογές της) σε προτεραιότητες κυρίως ορέξεων πλούτου και δευτερευόντως στόχων δημόσιας υγείας.

Από την πρώτη κιόλας στιγμή, τα πανίσχυρα, μεγάλα στρατόπεδα που περίπου μοιράζονται τον πλανήτη σε επιρροή ισχύος «μοίρασαν» αυτονοήτως και την εκμετάλλευση της επιστημονικής έρευνας και των αποτελεσμάτων της σε τρία προϊόντα του ανταγωνισμού τους: κινέζικο εμβόλιο, ρώσικο, γερμανο-αμερικανικό. Τώρα η κυρία Μέρκελ, με τον απαιτούμενο «ανέμελο» ενθουσιασμό, συνδιαλέγεται, επιδιώκοντας κάτι σαν επανασχεδιασμό της παραγωγής και κατανομής των εμβολίων. Είναι μια κίνηση που μάλλον σχετικοποιεί τον ιατρικό και νοσηλευτικό σχεδιασμό, για χάρη της εξισορρόπησης παγιωμένων φιλοδοξιών ισχύος.

Φυσικά, οι διεθνείς πρωτοβουλίες, από μόνες τους, δεν δικαιολογούν γιατρούς και νοσηλευτές να παραγνωρίζουν τον εξ ορισμού φιλάνθρωπο (ακόμα και με αφελή νοο-τροπία «ανθρωπισμού») χαρακτήρα του εμβολίου. Ισως παραμονεύει η καχύποπτη πάντοτε φοβία όλων μας για τους ραγδαία πλουτίζοντες: Πρέπει να εμβολιαστεί περίπου το 60% του πληθυσμού της γης, για να δημιουργηθεί «ανοσία αγέλης» και ο γήινος πληθυσμός υπερβαίνει τα επτάμισι δισεκατομμύρια ατόμων. Επομένως, η παραγωγή και η διάθεση του εμβολίου σε τέτοιες ποσότητες ιλιγγιώδεις εύκολα θα καταστήσουν κάποιες μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες ισχυρότερες οικονομικά από ένα κράτος –ικανές να εκβιάσουν οργανωμένα κράτη.

Ασφαλώς υπάρχουν ήδη σήμερα ιδιώτες που η περιουσία τους ξεπερνάει το ΑΕΠ κρατών. Αυτή η υπεροχή καθεαυτήν δεν συνιστά οπωσδήποτε απειλή, ακυρώνει ωστόσο προκλητικά την κοινωνική λειτουργία και σκοποθεσία του χρήματος. Κοινωνία συγκροτείται, είχε ορίσει ο Αριστοτέλης, όταν η «χρεία» των ανθρώπων καλύπτεται με αμοιβαία αλληλεξυπηρέτηση των αναγκών τους («το αντιπεπονθός κατ’ αναλογίαν»): Οι ανάγκες μπορούν να κοινωνούνται, όταν συγκρίνονται και η σύγκριση – μέτρηση αποτυπώνεται σε κοινό νόμισμα (το νόμισμα μετράει «πόσα παπούτσια έχουν ίση αξία με ένα σπίτι ή με συγκεκριμένη ποσότητα τροφίμων»). Όταν το συγκεκριμένο νόμισμα-χρήμα αυτονομηθεί από την αμοιβαία αλληλεξυπηρέτηση (από μεγέθη πραγματικών αναγκών – την ανταλλαγή και τη δοσοληψία), αναιρείται το κοινωνικό γεγονός, η κοινωνία της χρείας, οι σχέσεις κοινωνίας της ζωής.

Στον 21ο αιώνα, όπου βρισκόμαστε, είναι πια φανερό ότι η λειτουργία της οικονομίας έχει αυτονομηθεί από τον στόχο της κοινωνίας των αναγκών. Ο κοινός τρόπος του βίου (πολιτισμός μας) καυχάται που είναι ατομοκεντρικός, πολιτισμός του cogito. Σκέπτομαι άρα υπάρχω, και υπάρχω σημαίνει κατέχω, κυριαρχώ, απολαμβάνω. Η χαρά της ζωής αντλείται από την κατοχή, κυριαρχία, ηδονή, όχι από τη σχέση, τη δημιουργική αυτοπροσφορά, τον αυθυπερβατικό έρωτα.

Ασφαλώς και συντηρούμε τη χρηστική ανάγκη να τιθασεύεται η εγωτική απληστία με συμβάσεις, «συντάγματα», νομοθεσίες. Συντηρούμε προσχήματα «δημοκρατίας», δήθεν «ελεύθερων επιλογών», κοινής χρησιμότητας θεσμών, αλλά ταυτόχρονα η ατομική κατασφάλιση θωρακίζεται με την απόλυτη προτεραιότητα του «ατομικού δικαιώματος». Για να υπάρξει και να λειτουργήσει «κοινωνία» σχέσεων, αναγκών, ελπίδας, χρειάζεται άλλη λογική, όχι ο εγωτισμός του ενστίκτου αυτοσυντήρησης. Στον σημερινό πολιτισμό του «δικαιώματος» ο άνθρωπος λογαριάζεται απρόσωπο άτομο, ουδέτερη μονάδα ομοειδούς συνόλου – δεν παράγει μοναδικότητα μέσα από τη δυναμική σχέσεων κοινωνίας, αντλεί χρηστική μοναδικότητα από έναν Αριθμό Δελτίου Ταυτότητας, Αριθμό Φορολογικού Μητρώου, ΑΜΚΑ ή όποια άλλη σύμβαση. Επαρκεί ως ταυτότητα η συμβατικά αριθμημένη διαφορά, η νομική (κρατική) υπηκοότητα. Και «υπήκοος» σημαίνει: υποταγή σε όποιο κράτος (εξουσία) μας αντιπαρέχει ταυτότητα.

Η ίδια χρηστική λογική παρέχει στο άτομο και πολλαπλή υπηκοότητα – η ταυτότητα δεν απηχεί υπαρκτική μοναδικότητα, μόνο επιλογή αυτοκαθορισμού. Η ισχύς του «δικαιώματος» υπερβαίνει το πεδίο επιλογών συμπεριφοράς, διεκδικεί και το πεδίο της ύπαρξης: η εξουσία θεσμοποιεί πολλαπλούς γάμους, επιλογή αλλαγής του φύλου, αλλαγή της επωνυμίας. Τίποτε σήμερα, σε πανανθρώπινη κλίμακα, δεν προϋποθέτει τον άνθρωπο ως «ζώον κοινωνικόν». Ο ατομισμός είναι ο αυτονόητος υποχρεωτικός άξονας της λογικής του βίου. Το άτομο ξέρει μόνο να επιλέγει, όχι να κοινωνεί.

Το ατομοκεντρικό μας, σήμερα, ακοινωνησίας «παράδειγμα» είναι παγιδευμένο στον αυγουστίνειο και προτεσταντικό νομικισμό (ατομική αξιομισθία, ατομική σωτηρία) – αυτόν κηρύττουν (προπαγανδίζουν) σχεδόν η ολότητα επισκόπων και ιεροκηρύκων μας. Το προσδοκώμενο δεν είναι ένας χαρισματικός πρωθυπουργός, αλλά ίσως κάποιοι εκκλησιαστικής αυθεντικότητας επίσκοποι. Ίσως.

ΠΗΓΗ

Χρῆστος Γιανναρᾶς. ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ: Χάρισμα Φίλων

Θεοφάνεια, κράτος και εκκλησία στα όρια των παρεπομένων της ευπείθειας

Γράφει ο ΣΩΤΗΡΗΣ ΜΗΤΡΑΛΕΞΗΣ· Εντεταλμένος Διδάσκων Φιλοσοφίας στο ΕΚΠΑ & Ερευνητικός Εταίρος στο Πανεπιστήμιο του Winchester.

Στον απόκρημνο κόσμο της μελέτης των σχέσεων εκκλησίας – κράτους, πολλοί Έλληνες μελετητές αρέσκονται στο να λένε πως ειδικά στην Ελλάδα, και στις ορθόδοξες μεταβυζαντινές χώρες εν γένει, υφίσταται μια «συναλληλία εκκλησίας και κράτους», ένα μοντέλο που δεν συναντάται στη Δύση αλλά σχετίζεται με τη βυζαντινή κληρονομιά. Σπανίως διατυπώνεται σαφώς το ότι κάτι τέτοιο δε μοιάζει ισχύει με κανέναν τρόπο: καμία απολύτως ιδιαιτερότητα του ελληνικού μοντέλου εν συγκρίσει με την μεγάλη ποικιλία δυνητικών σχέσεων εκκλησίας και κράτους φαίνεται δεν υφίσταται (άλλωστε, σε συγκεκριμένα ευρωπαϊκά πρότυπα δομήθηκαν οι σχέσεις Ορθόδοξων εκκλησιών και νεωτερικών εθνικών κρατών, με πρώτη την Ελλάδα). Το μύθευμα αναπαράγεται στο πλαίσιο μιας ελπιζόμενης, φαντασιώδους γενεαλογίας. Αυτό όμως που σίγουρα υπάρχει στην Ελλάδα είναι μια σχέση υπαλληλίας, όχι συναλληλίας, της εκκλησίας στο κράτος. Ο αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος πάσχισε για χρόνια να διαγράψει μια εναλλακτική, μια διέξοδο και μια απελευθέρωση από αυτό το μοντέλο για το μέλλον της εκκλησίας στην Ελλάδα, αλλά εις μάτην, πολλές φορές συναντώντας την σθεναρή αντίσταση και μήνη της Συνόδου.

Η συνέχεια του άρθρου εδώ: ORTHODOXIA INFO

«Τι θα πη πατρίδα, τι θα ειπή φιλοτιμία, αρετή, τιμιότη»

Του ΧΡΗΣΤΟΥ ΓΙΑΝΝΑΡΑ

Μάλλον θα συμφωνούσαμε όλοι με την απλοϊκή διαπίστωση ότι «θα είναι κρίσιμη η καινούργια χρονιά». Η γενίκευση γίνεται εύκολα παραδεκτή, ο καθένας μας έχει στον νου του και μια διαφορετική πιστοποίηση κρισιμότητας. Δυσκατάποτος είναι ο ρεαλισμός του συγκεκριμένου και η ιεράρχηση προτεραιοτήτων.

Πρέπει να γίνεται όλο και περισσότερο φανερό ότι έχουν μεταλλαχθεί οι όροι (προϋποθέσεις) και οι τρόποι (θεσμικές λειτουργίες) του ανθρώπινου βίου. Κάποτε η ανθρώπινη ύπαρξη λειτουργούσε στο πεδίο των σχέσεων (οικογένεια, κοινότητα, πόλις, πατρίδα), σήμερα επιβιώνει, πρωταρχικά, με θωράκιση του εγώ (χαλαρή έως ανύπαρκτη οικογενειακή συνοχή, χρηστική εκδοχή του σχολείου και της μάθησης, απρόσωπη συνύπαρξη σε πολυκατοικίες και μεγαλουπόλεις, κράτος που εξυπηρετεί πρωτίστως συμφέροντα εξουσιαστικής ολιγαρχίας).

Αυτονόητη και με ακαταμάχητη δυναμική η προτεραιότητα του ατομοκεντρισμού, ως καθολικευμένου τρόπου του βίου. Οι άλλοτε κοινωνίες μεταλλάσσονται σε μάζες, οι λειτουργίες συνοχής αλλοτριώνονται σε θωρακισμένες με «δικαιώματα» αλλοπρόσαλλες συμπεριφορές. Η άλλοτε αστυνομία έχει μετασχηματιστεί σε στράτευμα ενδοαστικό και με εχθρό εντόπιο, νεολαίο συμπολίτη, με νυχθήμερο το πείσμα του για φονικό.

Θα έλεγε κανείς ότι ζούμε, διασωληνωμένοι όλοι, στην «κάψουλα» της εγωτικής, απρόσωπα συλλογικής αυτοάμυνας, έρμαια του ακοινώνητου φόβου, θύματα κάθε παρανοϊκής διαστροφής των «δικαιωμάτων του ατόμου». Και αγωνιώδες το ερώτημα: Υπάρχει δυνατότητα να αντισταθούμε, περιθώριο άμυνας στην καθολικευμένη πια αυτοκαταστροφική υστερία;

Οι γενικολογίες είναι άγονες, τόσο ως διαπιστώσεις όσο και ως υποδείξεις. Να εστιάσουμε λοιπόν την αναζήτηση ελπίδας στη δική μας χώρα, στις δυνατότητες και προοπτικές της.

Ρεαλιστικό δεδομένο της ελλαδικής πραγματικότητας, η ιδιαιτερότητά της: Διακόσια χρόνια τώρα, παλεύει απεγνωσμένα να γίνει κάτι άλλο από αυτό που είναι, και δεν τα καταφέρνει, βυθίζεται όλο και πιο βαθιά στη σύγχυση, στην παραλυτική ανημπόρια, στην ντροπή της ανικανότητας. Γιατί και πού μπερδευόμαστε, πού «μπλοκάρουμε»;

Οι επαναστάτες του 1821 μοιάζει να ήξεραν πολύ καλά ποιοι είναι και τι θέλουν: Ήταν πολίτες – οπλίτες του «μαρμαρωμένου βασιλιά», στόχο είχαν να ξαναπάρουνε την Πόλη και την Αγιά-Σοφιά. Ο Ελληνισμός για τους τότε Έλληνες δεν ήταν «εθνικότητα», ήταν άλλος πολιτισμός, ριζικά άσχετος με τον νομικισμό του θρησκειοποιημένου Χριστιανισμού της Δύσης και την παιδαριώδη μεταφυσική του Ισλάμ. Το πώς διολισθήσαμε οι νεωτερικοί Ελληνώνυμοι από την εμπειρία της πολιτισμικής διαφοράς στα αφελή ιδεολογήματα του εθνικισμού και από την εκκλησιαστική εόρτια κοινωνία στον ηθικισμό και νομικισμό του Αυγουστίνου και του Ακινάτη, ήταν το μεθόδευμα, εκπληκτικό και δόλιο, των «Μεγάλων Δυνάμεων» της Ευρώπης.

Κάθε πτυχή και βήμα αυτής της διολίσθησης απαιτεί κοπιώδη σπουδή, το τελικό κατόρθωμα παραποίησης της Ιστορίας ήταν κατάληξη ευφυέστατης στρατηγικής. Θα άξιζαν ίσως μια απόπειρα τιτλοφόρησης οι πτυχές και τα βήματα: Η αρχική, οργισμένη αντίδραση της ευρωπαϊκής «Ιερής Συμμαχίας» σε μια ακόμα εξέγερση των Ελλήνων. Η ταυτόχρονη έκρηξη σε Μολδοβλαχία και Πελοπόννησο, που βεβαίωνε τη συνοχή του ενιαίου ελληνικού χώρου. Οι πρώτες νίκες των εξεγερμένων, παρά τη φρικωδία της οθωμανικής αντεκδίκησης. Πώς άρχισε να τεχνουργείται, σαν αυτονόητος, ο διχασμός των Ελλήνων – «να πάρουμε την Πόλη και την Αγιά-Σοφιά» ή να μιμηθούμε «τα πεφωτισμένα και λελαμπρυσμένα της Εσπερίας έθνη-κράτη»;

Τα βαρβαρικά στίφη, που είχαν εισβάλει στην Ευρώπη, από τον 4ο κιόλας μ.Χ. αιώνα, διεκδικούσαν, όχι μόνο τους τίτλους της άλλοτε ρωμαϊκής κυριαρχίας και της εκκλησιαστικής πρωτοκαθεδρίας, αλλά και το κύρος των συνεχιστών της αρχαίας ελληνικής κληρονομιάς. Με αυτή την αξίωση σχεδίασαν λύση συμβιβασμού με τους εξεγερμένους «Γραικούς»: Να γίνει ανεκτό ένα ελληνώνυμο κρατίδιο, τυπικά ανεξάρτητο, στην πραγματικότητα υποτελές (οικονομικά, πολιτικά, ιδεολογικά) προτεκτοράτο της Δύσης. Να περιλαμβάνει τις ένδοξες αρχαιοελληνικές τοπωνυμίες: Αθήνα, Ελευσίνα, Κόρινθο, Αργος, Μυκήνες, Σπάρτη, Ολυμπία, Θήβα, Δελφούς, Χαιρώνεια κ.λπ.

Καταγωγικά εξαρτημένο από ευρωπαϊκά δάνεια.

Επιλέγεται ο Καποδίστριας ως πρώτος Κυβερνήτης, αποδείχνεται δύσχρηστος, η αγγλική στρατιωτική αποστολή οργανώνει άψογα τη δολοφονία του. Επόμενη κίνηση είναι η ωμή και απροσχημάτιστη καθυπόταξη του κρατιδίου σε βαυαρική διακυβέρνηση – η Ελλάδα παραδίνεται στη δυναστεία των Βίττελσμπαχ αρχικά, των Γλύκσμπουργκ στη συνέχεια.

Εδαφικά καθηλωμένο στη δυτική όχθη του Αιγαίου, το παντελώς μεταπρατικό, ελληνώνυμο κρατίδιο, αποκύημα της ευρωπαϊκής αυθαιρεσίας και κάποιων αιώνων αχαλίνωτου φθόνου, θα γιορτάσει φέτος (2021) τα διακόσια χρόνια από το πηγαίο θαύμα του 1821. Θα γίνουν εορτασμοί, με κατασκευασμένο το «εόρτιο» κλίμα από διάσημους, χρυσοπληρωμένους τεχνουργούς του εντυπωσιασμού – το πόπολο, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ, κυρίως χωρίς περίσκεψιν, θα καταναλώνει «εθνική περηφάνια». Αν γινόταν ένα θαύμα, και σε κάθε έκφανση του πανηγυριώτικου εορτασμού να υπήρχε ένα χαμίνι, όπως στο παραμύθι του Άντερσεν, να φωνάξει την αλήθεια – «ο βασιλιάς είναι γυμνός»! Κοντολογίς, να επαναλάβει τον σπαραγμό του Μακρυγιάννη: «Αν μας έλεγε κανένας αυτήνη τη λευτεριά οπού θα γευόμαστε, θα περικαλούσαμε τον Θεόν να μας αφήσει εις τους Τούρκους άλλα τόσα χρόνια, να γνωρίσουν οι άνθρωποι τι θα πη πατρίδα, τι θα ειπή θρησκεία, τι θα ειπή φιλοτιμία, αρετή, τιμιότη».

ΠΗΓΗ

Χρήστος Γιανναράς. Ιστοσελίδα: Χάρισμα Φίλων

Ο φόβος παραφυλάει τα έρημα. Να συγκρατήσουμε τα δεδομένα της περιπέτειας και να πλουτίσουμε από την εμπειρία της κλεισούρας

Του ΣΤΕΛΙΟΥ ΡΑΜΦΟΥ

Το 2020 ήταν ένας χρόνος ανοίκειος. Μας τρόμαξε κυρίως με την πλανητική πανδημία του κορωνοϊού, μας υποχρέωσε να βάλουμε εντός παρενθέσεως την κοινωνική μας ζωή και να τραβηχτούμε, κάποτε πανικόβλητοι, στη σκιά μιας σκυθρωπής στενότητος. Η απειλή του θανατηφόρου ιού αποσταθεροποιητική καθ’ εαυτήν, αφύπνισε βαθύτερες εσωτερικές εγγραφές, διαλυτικές για τη συναισθηματική μας ισορροπία και ενότητα. 

Ωστόσο και αν παραχώσουμε τη δοκιμασία στις αναμνήσεις μας, όπως υπόσχονται τα εμβόλια, οι φοβίες θα παραμένουν, έτοιμες να επανέλθουν με ανάλογα αίτια. Δεν έχει ιδιαίτερη σημασία εάν, μετά την πανδημία, για κάποιο διάστημα ξεδώσουμε αγχολυτικά επιδιδόμενοι στην κατανάλωση, στα γενετήσια ή στην υπερτίμηση των γηίνων εις βάρος του υπερφυσικού. Τέτοιες συμπεριφορές δεν αλλάζουν τίποτε, καθώς αποτελούν άλλη όψη του ίδιου νομίσματος. Απεναντίας ενδιαφέρει να συγκρατήσουμε τα δεδομένα της περιπέτειας και να πλουτίσουμε από την εμπειρία της κλεισούρας και του φόβου, εκτιμώντας πράγματα τα οποία προηγουμένως υποτιμούσαμε, όπως τη συνυπευθυνότητα. 

Στην ιστορία της πανδημίας, ο φόβος ήταν διπρόσωπος. Φόβος να μη χάσουμε τη ζωή μας, αλλά και άρνηση να φερόμαστε προσεκτικά ώστε να μην κινδυνεύσουν άλλοι, δηλαδή φόβος να μη στερηθούμε την ελευθερία μας. Ο μεγάλος αριθμός των ανθρώπων ακολούθησε τα μέτρα προστασίας, ενώ αισθητά λιγότεροι, αρκετοί όμως για να διευκολύνουν τη διασπορά του ιού, «αντιστάθηκαν», αρνούμενοι τη μασκοφορία είτε συμμετέχοντας σε ιδιωτικές γιορτές και δημόσιες συγκεντρώσεις. Αφήνω όσους θεώρησαν υπερβολικές τις προφυλάξεις. 

Πρόκειται για δύο αντιθετικά φοβικές συμπεριφορές με κοινό χαρακτηριστικό απωθημένες αρχαϊκές επιθυμίες, οι οποίες υπό την πίεση του κινδύνου της λοιμώξεως επανέρχονται με διαφορετικό μήνυμα, καθοριστικό των μορφών και της εντάσεως του φόβου: Tην άμυνα της απομονώσεως και την άμυνα των δημοσίων και ιδιωτικών μουσικοχορευτικών συνάξεων. 

Στον φόβο τους για τις συνέπειες της ασθένειας, πολλοί από την πρώτη κατηγορία προέβαλαν το άγχος μιας εσωτερικής καταστροφής. Οσο για τους θωρακισμένους στο απυρόβλητο, υποτίθεται, της νεότητος και διαφόρων ψευδαισθήσεων, αντιρρησίες της ατομικής και της κοινωνικής ευθύνης, κι αυτοί από φόβο αντέδρασαν – τον ανυπόφορο εκείνο φόβο της ελευθερίας. Αρνήθηκαν την επιλογή του αυτοπεριορισμού, για να εγκλειστούν στις στιγμές του παρόντος και στην ταραχή της προσωρινότητος. 

Και οι δύο στάσεις είναι αμυντικές, είτε για εγκλεισμό πρόκειται είτε για διαμαρτυρομένη διασκέδαση. Η εύλογη, ψυχαναγκαστική όμως απομόνωση, όπως και παρορμητική εξανάσταση της αγνοίας κινδύνου, αφαιρούν εξίσου από τη ζωή τη συνεκτική της δύναμη και πλήττουν τη συνύπαρξη, παροδικά οι πρώτοι, στρατηγικά οι δεύτεροι. Το επιρρωνύουν οδυνηρά τα φαινόμενα ενδοοικογενειακής βίας, όπου ο σύντροφος γίνεται αντίπαλος ή εχθρός, και η άμεση βία των βομβιστικών διαδηλώσεων είτε η συγκεκαλυμμένη των παραβιάσεων. Και τις δύο περιπτώσεις υποκινούν αγχώδεις παλινδρομήσεις απωθημένων ενορμήσεων, ως μονιμότερων ψυχικών δομών τόσο των φοβικά απειλουμένων ατόμων όσο και των ιδεολογικά εγκλείστων ελευθεριακών ή συνωμοσιολογικών κινήσεων. 

Τι παίζεται στην κλεισούρα, όποια κι αν είναι αυτή; Το πάθος για επιβεβαίωση και αναγνώριση φουσκώνει και οι εντάσεις ανέρχονται. Ο φόβος εγκαθίσταται ως συνήθης και ανυποχώρητη διάθεση, εφόσον οι απωθημένες επιθυμίες δεν κατονομάζονται ώστε να βρουν εκπλήρωση. Επανέρχονται όμως φαντασιωσικά στις ψυχικές δομές της ανασφάλειας ή της αμφισβητήσεως. Στην τελευταία μάλιστα περίπτωση, ο φόβος πάει με αδυναμία να νοιάζομαι και να αγαπώ και την ίδια στιγμή να αισθάνομαι αδύνατος και απροστάτευτος. 

Ελλείψει εμβολίου, ο εγκλεισμός ήταν το μόνο δραστικό φάρμακο κατά του κορωνοϊού. Μιλάμε για επιλογή με τις δικές της ενέργειες και παρενέργειες, η οποία όμως θα μπορούσε να γίνει παραγωγική υπό τον όρο να αναρωτιόμαστε στη συνθήκη της για το νόημα της ζωής μας και της ζωής των άλλων. 

Εκείνος που απομονώνεται φοβικά και εκείνος ο οποίος αμφισβητεί αναγνωρίζουν στη στάση τους μια προέκταση του Εγώ τους. Εντούτοις το Εγώ μόνο του, ως έλλογη εσωστρέφεια, μπορεί να καταντήσει καθρέφτης ψευδαισθήσεων για να κοιτάζεσαι ναρκισσιστικά και να χάνεις τον εαυτό σου. Το παθαίνουμε σαν άτομα, το έχουμε πάθει σαν λαός, κατ’ εικόνα του παρελθόντος μας. Η εξωστρέφεια του Εγώ εκδηλώνεται με την ορμή· Στην αναστοχαστική εσωστρέφεια του Εγώ κατοικεί ο εαυτός μας. Εαυτός είναι η υπέρβαση του Εγώ από τον ψυχισμό μας. Λέμε αυτοσεβασμός, 
όχι εγωσεβασμός. 

Ο νάρκισσος στη θέση του εαυτού βάζει ένα Εγώ με διαστάσεις Υπερεγώ και γι’ αυτό μαζί με τη μοναδικότητά του έχει πάντοτε δίκιο. Δεν έχει δρόμο προς τον αυτογνωρισμό. Με δεδομένη την αδυναμία του να αγαπήσει άλλον από το Εγώ του, μένει να ανακαλύψει τον εαυτό του και να τον πάρει θεραπευτικά στα χέρια του. Να αντιτάξει στα παραληρήματα του μεγαλείου την αυτοπεποίθηση. 

Αυτοπεποίθηση δεν δίνει το «ξέρεις ποιος είμαι εγώ;» ούτε το Εγώ ως παράμετρος του Εμείς. Στην τελευταία περίπτωση έχουμε αγέλη με την ψυχολογία της, όχι ανοιχτή κοινωνία. Αυτοπεποίθηση δίνει ένα Εγώ με ορίζοντα τον εαυτό του, κάτι που εν προκειμένω ενσαρκώνουν οι γιατροί και οι νοσηλευτές, δότες ζωής με κίνδυνο της ζωής τους. Υπαγορεύουν με τον τρόπο τους μια πολιτική με κοινό παρονομαστή όλων των επιμέρους στόχων της την αυτοπεποίθηση. Μια στρατηγική με πολιορκητικό κριό των τειχών της κλεισούρας την παιδεία και τον πολιτισμό και αρχή σταθερή να νικήσει η ζωή, σαν αγάπη για όλα, τη φοβία του θανάτου. 

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Ανατρεπτικός Χριστός, ευσεβιστές χριστιανοί

Του ΧΑΡΙΔΗΜΟΥ ΤΣΟΥΚΑ / Καθηγητή στα Πανεπιστήμια Κύπρου και Warwick

Ήταν συγκεντρωμένοι στο προαύλιο της εκκλησίας. Όταν τελείωσε η κεκλεισμένων των θυρών Θεία Λειτουργία μπήκαν συνωμοτικά στον ναό να κοινωνήσουν. Ο ιερέας δεν έφερε αντίρρηση. Το δικαιολόγησε, υποθέτω, όπως διάφοροι οψίμως αντιεξουσιαστές μητροπολίτες – ο νόμος του Θεού υπερισχύει του νόμου των ανθρώπων! Αναρωτιέμαι αν η περιφρόνηση της εγκόσμιας, νόμιμης εξουσίας θα εκδηλωθεί και με την αποποίηση του εγκόσμιου, κρατικού μισθού.

Σε καιρό πανδημίας, αρκετοί ιεράρχες συμπεριφέρονται σαν μέλη μιας ακόμη συντεχνίας – υπερασπίζονται τον προκάτ σχηματοποιημένο ρόλο τους. Και αρκετοί πιστοί δίνουν την εντύπωση ότι συμπεριφέρονται σαν καταναλωτές θρησκευτικών υπηρεσιών. Αμφότεροι αντιλαμβάνονται την πίστη ως ιδεολογικοποιημένο κώδικα ηθικής συμπεριφοράς.

Ο πιστός που, σε συνθήκες πανδημίας, δεν συμπεριφέρεται με τον προκάτ σχηματοποιημένο τρόπο κινδυνεύει να εκληφθεί ως ύποπτος ολιγοπιστίας. Αν θεωρήσει ότι η εκκλησία μπορεί να μολυνθεί από τον κορωνοϊό, τότε δείχνει ότι δεν πιστεύει αρκετά στη δύναμη του Θεού. Η ιδεολογικοποιημένη πίστη δημιουργεί συνθήκες ευσεβιστικής πλειοδοσίας: δείχνω ότι είμαι ευσεβής, ιδιαίτερα όταν κινδυνεύω, εκκλησιαζόμενος χωρίς μάσκα ή μεταλαμβάνοντας τη Θεία Κοινωνία. Με βλέπεις ότι το κάνω και, μη θέλοντας να εμφανιστείς ολιγόπιστος, παρακινείσαι να το κάνεις κι εσύ. Κάπως έτσι, η ευσεβιστική μίμηση καταλήγει να συμβάλλει στη μετάδοση του ιού σε χώρους θρησκευτικής λατρείας.

Την ευσεβιστική πλειοδοσία της εποχής του στηλίτευε ο Ιησούς, συχνά με αυστηρή γλώσσα. Ο ευσεβισμός καλλιεργεί την τυπολατρία, ενθαρρύνει την έπαρση και αποκόπτει το άτομο από την ουσιαστική εμπειρία της μετοχής του στον Θεό. Ο Ιησούς είναι σαφής: όταν προσεύχεσαι μη μιμείσαι αυτούς που επιδεικνύουν την προσευχή τους στις συναγωγές και στις πλατείες· προτίμησε το ιδιαίτερο δωμάτιό σου (Ματθ. στ΄, 5).

Η ιδεολογικοποιημένη πίστη υποδηλώνει την κατοχή μιας απάντησης (διατύπωσης, νοητικού σχήματος), η οποία έχει ορισθεί από την ιερατική εξουσία. Παρέχοντάς του βεβαιότητα, η απάντηση θωρακίζει τον ιδεολόγο πιστό. Ο Ιησούς μετατρέπεται σε είδωλο. Η πίστη σε Αυτόν, παρατηρεί ο Εριχ Φρομ, καθίσταται το υποκατάστατο για τη δική μας πράξη αγάπης. Εφόσον ο Χριστός αγαπά για λογαριασμό μας, απαλλασσόμαστε από την υποχρέωση να εντάξουμε τη διδασκαλία του στη ζωή μας· ξεφεύγουμε από την εσωτερική ταραχή που επιφέρει η απομάκρυνση από την εγωκεντρικότητα. Ο Ιησούς γίνεται λάβαρο, δεν συνιστά παράδειγμα υπέρβασης του εγώ. Η πίστη αλλοτριώνεται σε ευσεβιστική επίδειξη.

Η αλλοτριωμένη πίστη οδηγεί σε καταγέλαστη εμμονή. Μετά τη μόλυνσή του από τον κορωνοϊό, ο μητροπολίτης Ιερισσού Θεόκλητος δήλωσε: «Διαβεβαιώνω (…) ότι ο κορωνοϊός δεν με επεσκέφθη στον Ιερό Ναό Αγίου Δημητρίου Θεσσαλονίκης, ούτε σε οποιονδήποτε άλλο χώρο θρησκευτικής λατρείας». Πώς το γνωρίζει ο Σεβασμιώτατος; Πού εδράζεται η βεβαιότητά του για τη μετάδοση λοιμωδών νοσημάτων; Μήπως ανεπίγνωστα εκφράζει την αγωνία του υπαλλήλου να προστατεύσει τον ρόλο του, εμφανίζοντας αξιωματικά τον ναό ως χώρο απρόσβλητο από τον κορωνοϊό;

Η πίστη ως ενεργός μετοχή στον αγαπητικό τρόπο ύπαρξης –μετοχή, δηλαδή, στην ελευθερία από τον εγωτισμό– είναι ένας εσωτερικός προσανατολισμός της ψυχής. Η πίστη δεν συνιστά προσκόλληση σε δόγμα ή ρόλο αλλά είναι «σχέση» και «διαδικασία» – σχέση αγάπης με τον συνάνθρωπο, διαδικασία αυθυπέρβασης χάριν του Άλλου. Προσανατολισμένοι στον συνάνθρωπό μας, προτάσσουμε τις ανάγκες του, υπερβαίνοντας την ατομοκεντρικότητά μας. Η σχέση αγάπης είναι μια αέναη κίνηση κένωσης του εγώ, δίχως εγγυήσεις επιτυχίας.

Στη διδασκαλία του Ιησού είναι υπέροχη η διαρκής υπέρβαση παραδεδομένων σχημάτων που παγιδεύουν το άτομο στην εγωτική αυτάρκεια· είναι συναρπαστική η αντι-τυπολατρία του –η αντι-σχηματολαγνεία του– χάριν της ουσιαστικής μετοχής στην αγαπητική σχέση. Οι Φαρισαίοι λ.χ. συχνά του θέτουν ερωτήματα προερχόμενα από παραδεδομένα σχήματα πίστης. Ο Ιησούς αμφισβητεί τις προκείμενες των ερωτημάτων και τα αναπλαισιώνει, διότι τον ενδιαφέρει η βαθύτερη –αγαπητική– αλήθεια.

Όταν του λένε τυπολατρικά, π.χ., ότι οι μαθητές του παραβαίνουν την παράδοση, εφόσον τρώνε ψωμί με ακάθαρτα χέρια, ο Ιησούς απαντά επανορίζοντας την «ακαθαρσία»: το σημαντικό δεν είναι να φάει κανείς με ακάθαρτα χέρια, αλλά να μην εξέρχονται από την καρδιά του ακάθαρτες σκέψεις (Ματθ., ιε΄, 17-20 ).

Όλη η συζήτηση για τον μέγιστο αριθμό των εκκλησιαζομένων τις ημέρες των εορτών (πιστοί ανά τ.μ.) είναι μια συζήτηση διαμορφωτών πολιτικής και ευσεβιστών χριστιανών. Καταλαβαίνω τους πρώτους, απογοητεύομαι από τους δεύτερους. Η στάση του μη ευσεβιστή χριστιανού είναι αυτή της μοναχικής μητέρας, η οποία, παρότι λαχταρά απίστευτα να βρεθεί με τα παιδιά της τα Χριστούγεννα, όπως κάθε Χριστούγεννα, τα προτρέπει με οδύνη να μείνουν μακριά της αυτή τη φορά για να μην τα εκθέσει σε κίνδυνο. Τέτοια αγαπητική αυθυπέρβαση δεν είδα από την εκκλησιαστική ιεραρχία. Δεν τόλμησαν να πουν αυτο-ανατρεπτικά: «Αδελφοί, μην εκκλησιάζεσθε εν μέσω πανδημίας. Προστατεύστε την υγεία σας. Προστατεύστε την υγεία των συνανθρώπων σας. Προσευχηθείτε ταπεινά στα σπίτια σας. Ο Θεός κατανοεί».
Είναι εύκολο να μιλάς για τον Χριστό. Είναι εξόχως άβολο να ζεις χριστιανικά.

ΠΗΓΕΣ

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟ ΑΤΟΜΟ

Αντιεπιστημονικές και αντικοινωνικές δοξασίες ιερωμένων

Του ΠΑΝΤΕΛΗ ΜΠΟΥΚΑΛΑ

Οι πολεμικού τόνου τίτλοι, «αντάρτικο μητροπολιτών», «ανταρσία ιερέων» κ.ο.κ., κι από κοντά οι παραλλαγές τού «μολών λαβέ», λ.χ. «εμείς θα λειτουργήσουμε κι ελάτε να μας συλλάβετε», δημιουργούν την εντύπωση ότι βρισκόμαστε σε εποχή απηνούς διωγμού του χριστιανισμού. Σε εποχή που υποχρεώνει τους κληρικούς να υψώσουν λάβαρα επανάστασης, τους δε πιστούς, αν όχι να μαρτυρήσουν άχρι θανάτου, για να επιβεβαιώσουν το φρόνημά τους, τουλάχιστον να θέσουν εν κινδύνω τη ζωή τους και τη ζωή των οικείων τους. Ωστε να αποδείξουν την πίστη τους και να συμπεριληφθούν στη βασιλεία των ουρανών.

Φυσικά και δεν διώκεται η κυρίαρχη Ορθοδοξία στην Ελλάδα και στην Κύπρο, αφού και στη Μεγαλόνησο ηχούν σάλπιγγες εξέγερσης. Στην Κύπρο πρωτοστατεί ο μητροπολίτης Μόρφου, ο οποίος κατάφερε να εντάξει ακόμα και τον Αστερίξ στους σκοτεινούς συνωμότες που απεργάζονται δεινά για τον χριστιανισμό. Εδώ, εξέχουσα θέση ανάμεσα στους αντάρτες δεσπότες –που εκτός των άλλων αποδεικνύονται επιδέξιοι στα θορυβοποιά επικοινωνιακά τεχνάσματα– έχει ο άγιος Κερκύρας. Αυτός που παρότρυνε το ποίμνιό του να στέλνει ψεύτικα sms, να λέει ότι θα πηγαίνει να αθληθεί και αντ’ αυτού να εκκλησιάζεται. Επαψε φαίνεται το ψεύδος να συναριθμείται στα αμαρτήματα. Ο ισχυρισμός του μητροπολίτη Νεκτάριου, άλλωστε, ότι «δεν υπάρχουν μέτρα ούτε για τα πολυκαταστήματα ούτε για τα σούπερ μάρκετ», δεν βρίσκεται ιδιαίτερα κοντά στην αλήθεια.

Φαίνεται επίσης πως έπαψε να έχει ισχυρό αντίκρισμα στον νου των πλέον φιλόδοξων ιεραρχών, όσων επείγονται να θέσουν ζήτημα διαδοχής του «ενδοτικού» αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου, η εντολή σεμνότητας που έδωσε ο Ιησούς στους μαθητές, στον Μυστικό Δείπνο. Ενώ είχαν μόλις ακούσει από τον διδάσκαλό τους ποια είναι η καινή διαθήκη, αλλά και ότι κάποιος εξ αυτών θα τον προδώσει, «εγένετο φιλονεικία εν αυτοίς, το τις αυτών δοκεί είναι μείζων»… Μείζων, τους είπε ο Χριστός, μάλλον απογοητευμένος, είναι όποιος διακονεί, όχι όποιος κάθεται στο τραπέζι και ευωχείται.

Η οικουμενική εμπειρία ενός έτους πανδημίας έδειξε ότι οι τόποι λατρείας, ανεξαρτήτως θρησκείας ή δόγματος, εύκολα μετατρέπονται σε υπερμεταδότες. Η δοξασία μερίδας των ιεραρχών (αλλά και της κίτρινης μερίδας του Τύπου) ότι συνωμότησε το σύμπαν κατά της Ορθοδοξίας είναι αποκύημα αχαλίνωτης φαντασίας. Η δεύτερη δοξασία τους, ότι η δική μας θρησκεία είναι απρόσβλητη στη νόσο, αφήνει αδιάφορη την επιστήμη. Αλλά δυστυχώς και τον κορωνοϊό.

ΠΗΓΗ

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Μάσκες καλυπτήριες και μάσκες αποκαλυπτικές

Του ΠΑΝΤΕΛΗ ΜΠΟΥΚΑΛΑ

Χιλιάδες μαθητές διδάχτηκαν φέτος, για πρώτη φορά, ότι πολεμικό χαρακτήρα μπορεί να προσλάβει και η τελετουργική έναρξη της εκπαιδευτικής χρονιάς, όχι μονάχα οι καταληκτικές μέρες των Πανελλαδικών Εξετάσεων, ανέκαθεν – και παντελώς αναίτια – πολεμικές. Ας ελπίσουμε ότι η πρώτη φορά θα είναι και η τελευταία. Οτι του χρόνου τέτοιον καιρό ο κορωνοϊός θα έχει ηττηθεί και τα παιδιά θα πάνε στο σχολείο δίχως να χρειαστεί να μαλώσουν με τη μητέρα τους μπροστά στο σχολείο για τη μάσκα. Και δίχως να δουν τον πατέρα τους να δέρνει τον δάσκαλό τους. Ας ενηλικιωθούν κατ’ οίκον οι τυπικώς ώριμοι. 

Αργά ή γρήγορα, η μασκομαχία θα υποβιβαστεί σε μια ασήμαντη παράγραφο της σύγχρονης Ιστορίας, αν βέβαια ο ακόρεστος επεκτατισμός του ανθρώπινου γένους εις βάρος του περιβάλλοντος πάψει να αιμοδοτεί άγνωστα μικρόβια. Επί του παρόντος, παραμένει ένα ζήτημα που διχάζει τις κοινωνίες και προκαλεί πάθη. Πάθη που πολύ συχνά είναι μασκαρεμένα. Κάτω από το υποκριτικό ενδιαφέρον για την υγεία των παιδιών κρύβεται το αντιδραστικό μίσος κατά της πολιτικής και η απέχθεια απέναντι στον επιστημονικό λόγο. 

Η επιστήμη με τις αντιφάσεις και τις ελλιπείς ακόμα γνώσεις της για τη δράση της COVID-19, και η πολιτική με τα πολλά λάθη της, προσφέρουν λαβές στους συνωμοσιολόγους αρνητές της πανδημίας, είτε θρησκόληπτοι είναι είτε ιδεοληπτικοί της Ακροδεξιάς, η οποία πρωτοστατεί στην Ελλάδα, στη Γερμανία, στις ΗΠΑ. Η διαφορά, όμως, δεν είναι ασήμαντη: Οι επιστήμονες ομολογούν ότι οδεύουν ψάχνοντας, ότι δεν τα ξέρουν όλα, ότι λαθεύουν· κι αν κάποιος εξ αυτών σπεύσει να υπηρετήσει πολιτικές επιδιώξεις μετερχόμενος σοφίσματα και αλχημείες, βρίσκει αμέσως σφοδρό αντίλογο και εκτίθεται. Εμείς, ως ευρύ κοινό, ίσως δεν το αντιληφθούμε ποτέ, η επιστημονική κοινότητα όμως έχει τη δική της εσωτερική μνήμη και το δικό της «ποινολόγιο».

Αντίθετα, οι πολιτικοί, καταχρηστικά παντογνώστες, οδεύουν από τη μια σιγουριά στην επόμενη και στη μεθεπόμενη, κι ας μην έχει γερά θεμέλια καμιά τους. Δεν σφάλλουν ποτέ, δεν μεροληπτούν, δεν παίζουν με συμφέροντα. Και επειδή κάτι τέτοιο δεν ισχύει, η δυσπιστία απέναντί τους επιτείνεται, και στο έδαφος αυτό θρασομανούν όλα τα ζιζάνια του ανορθολογισμού. Αίφνης, οι μάσκες-αλεξίπτωτα που μοιράστηκαν σε ορισμένα σχολεία καλύπτουν μεν σχεδόν όλο το πρόσωπο, αποκαλύπτουν δε αμετροεπείς τους επαίνους που απένειμε η κυβέρνηση στον εαυτό της προ εορτής, περί πλήρους ετοιμότητας. Θα υπάρξει ειλικρινής συγγνώμη έστω γι’ αυτό;

ΠΗΓΗ
Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Να επιστρέψουν στα θρανία και οι «ξεσκολισμένοι»

Του ΠΑΝΤΕΛΗ ΜΠΟΥΚΑΛΑ

Για τα παιδιά, τίποτε πιο πολύτιμο από το σχολείο τους. Και όχι μόνο για τη Γραμματική, την Ιστορία ή τα Μαθηματικά. Εκεί, με τις φιλίες και τις κόντρες τους, γίνονται ανθρωπάκια κι έπειτα πολίτες. Εκεί αποσπώνται αναγκαστικά από τη γονική υπερπροστασία, δάσκαλο κακό, και αντιλαμβάνονται πως η ζωή βρίσκεται έξω από το κινητό και το λάπτοπ· δάσκαλος σαγηνευτικός ο «γυάλινος κόσμος», πλην παραπλανητικός.

Τα σχολεία πρέπει να ανοίξουν. Αυτονόητο. Υπό την προϋπόθεση ότι θα ικανοποιηθεί ένα δεύτερο αυτονόητο: η προστασία της υγείας των εκπαιδευόμενων, των εκπαιδευτικών και κάθε εμπλεκομένου. Με τάξεις των 25 μαθητών, το υγειονομικό πρωτόκολλο θα τηρείται όσο και στα μέσα μαζικής μεταφοράς, όπου απαγορεύεται η γειτνίαση καθήμενων επιβατών αλλά ο όρθιος συνωστισμός κρίνεται ακίνδυνος από ειδήμονες, που (ας ενδώσουμε στον λαϊκισμό) ίσως έχουν να μπουν στο μετρό από τα εγκαίνιά του.

Η έναρξη της χρονιάς δεν είναι αυτοσκοπός. Ούτε, προς Θεού, επιτρέπεται να αποφασιστεί «για να κινηθεί η οικονομία», όπως λένε με αγοραίο κυνισμό ημεδαποί και αλλοδαποί πολιτικοί και οικονομικοί παράγοντες, που για τα δικά τους παιδιά έχουν πιθανόν εξασφαλίσει την άνεση ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων. Και αυτό λαϊκιστικό ακούγεται, καταγγελτέα εντούτοις η κατάφωρη πραγματικότητα.

Στα θρανία, πάντως, οφείλουμε να επιστρέψουμε και όλοι όσοι νιώθουμε ή δηλώνουμε από ετών ξεσκολισμένοι, διδάχοι πια: πολιτικοί, εκπαιδευτικοί, γονείς, οι δημοσιολογούντες, οι πυροβολητές των κοινωνικών δικτύων. Στόχος, η επανεκπαίδευση στην αλφαβήτα της συνεννόησης έστω για τα στοιχειώδη, λ.χ. για τη χρησιμότητα της μάσκας, που μόνο η συνωμοσιολαγνική παράνοια την αμφισβητεί.

Ιδιαίτερα όσοι ασκούν την εξουσία οφείλουν να παρακολουθήσουν ορισμένα υποχρεωτικά μαθήματα. Το πρώτο αποσκοπεί στο να τους πείσει, επιτέλους, ότι οφείλουν να υποτάσσουν τις πελατειακές αγωνίες τους στον επιστημονικό λόγο· καθημερινά προστίθενται αποκαλύψεις που βεβαιώνουν ότι κρίσιμες αποφάσεις θεμελιώνονται στην πολικάντικη υπουργική πανεπιστημοσύνη, όχι στην τεκμηριωμένη γνώμη των ειδικών. Το δεύτερο μάθημα επιδιώκει να υπενθυμίσει στους κυβερνώντες ότι κυβερνούν, ότι δηλαδή δουλειά τους δεν είναι να αντιπολιτεύονται την αντιπολίτευση, και μάλιστα με ατακαδόρικη ψευτοειρωνεία. Το τρίτο μάθημα αφορά την εξοικείωσή τους με την οργάνωση, τη μέθοδο, τη συνέπεια. Προς το παρόν, όμως, φαίνεται πως είναι πανεπιστημιακού επιπέδου για τους μισούς υπουργούς, καίτοι «ξεσκολισμένους».

ΠΗΓΗ

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ