Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ
Πολλοί ήταν οι ιεράρχες που στη σημερινή γιορτή της Παναγιάς, μπροστά στα τηλεοπτικά κανάλια άδραξαν την ευκαιρία και με αφορμή την “εισβολή” των αντιεξουσιαστών σε ιερούς ναούς, δριμύτατα επιτέθηκαν σ’ αυτούς ζητώντας τους μάλιστα να αλλάξουν νοοτροπία και να μην βεβηλώνουν ιερούς θρησκευτικούς χώρους. Κανείς, βέβαια, απ’ όλους αυτούς τους ιεράρχες, που σφιχταγκαλιασμένοι με ποικίλου χρώματος πολιτικάντηδες, γιορτινή σήμερα μέρα δεν μπήκε στον κόπο πρώτα αυτός να ζητήσει συγνώμη για ότι στραβό και ανάποδο η γενιά του έχει κληροδοτήσει προς τους νέους. Η καταδίκη πάντοτε είναι εύκολη υπόθεση. Η συγνώμη, όμως, απαιτεί θάρρος και αυτοκριτική. Ευχής έργο θα ήταν ο κάθε ιεράρχης να στήσει τη δική του γέφυρα επικοινωνίας με κάθε αντίπαλο, ακόμη και με αυτούς που “μπουκάρουν” στους ιερούς ναούς και όλα τα σπάνε. Γέφυρα όπως ακριβώς την περιγράφει ο Ίβο Άντριτς στο παρακάτω κείμενό του: “από όλα εκείνα τα πράγματα που ένας άνθρωπος στρέφεται στο να διεκδικήσει στο πέρασμα του χρόνου, τίποτα στα μάτια του δεν είναι πιο ευαίσθητο και πολύτιμο από μια γέφυρα. Οι γέφυρες είναι πιο αναγκαίες, πιο ιερές, πιο επιθυμητές ακόμα κι από τους τόπους λατρείας. Ανήκοντας στον κάθε ένα, και όλες το ίδιο για όλους χρήσιμες, κτισμένες πάντα με ορθολογισμό σε ένα μέρος όπου ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων έχουν αποφασίσει, έχουν μεγαλύτερη διάρκεια από άλλα κτίσματα και δεν εξυπηρετούν σε τίποτα απόκρυφο ή καταραμένο. Παντού στον κόσμο, οπουδήποτε οι στοχασμοί μου αναζητούν ή θαυμάζουν κάτι, εκστατικά έρχονται ενώπιόν μου σιωπηλά γεφύρια σαν μια αιώνια και αδιάκοπα ανικανοποίητη επιθυμία να συνδέσει, να επανασυνδέσει και να ενώσει ότι ανθίζει μπροστά στα πνεύματα και στα μάτια μας, έτσι ώστε να μην υπάρχουν διαιρέσεις, αντιπαραθέσεις και μοιραστές. Συμβαίνει το ίδιο στα όνειρά μου και στην πολυμήχανη φαντασία μου. Ακούγοντας κάποτε την πιο πικρή αλλά πιο όμορφη μουσική που ένιωσα ποτέ μου, είδα ξαφνικά μπροστά μου ένα πέτρινο γεφύρι. Τελικά όλα εκείνα με τα οποία η ζωή βρίσκει δρόμο για να εκφραστεί – σκέψεις, χαμόγελα, λέξεις, σημεία, βλέμματα – οδηγούν σε μια άλλη όχθη μόνο με τη βοήθειά τους και μόνο εκεί αποκτούν το πραγματικό τους νόημα. Κάθε τι εκεί, είναι εκεί για να το υπερβείς ή για να το γεφυρώσεις: χάος, θάνατος, στέρηση νοήματος. Κάθε τι είναι μια μετάβαση. Μια γέφυρα που οι άκρες της είναι χαμένες στο άπειρο και που τελικά όλες οι γέφυρες αυτού του κόσμου μοιάζουν μπροστά της με παιδικά παιχνίδια, χλωμά σύμβολα. Και όλες μας οι ελπίδες, απλώνονται σε αυτή την άλλη πλευρά της γέφυρας“.[*]
[*] Μεταφρασμένο από τον Αντώνη Πλατανιά κείμενο του Ίβο Άντριτς, δημοσιευμένο στο περιοδικό Ίνδικτος, τχ. 9 (Καλοκαίρι 1999) 312-313. Ο Ίβο Άντριτς, Σερβοκροάτης στην καταγωγή, είναι ο συγγραφέας του εξαιρετικού μυθιστορήματος Το γεφύρι του Δρίνου, μτφρ. Χρήστος Γκούβης, εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 1997, [οι υπογραμμίσεις είναι δικές μου].
Κωνσταντίνος Παρθένης (1878-1967), Παναγία με βιβλίο. Ιδιωτική Συλλογή. Σ’ ένα ακαθόριστο χώρο η Παναγία, καθισμένη και ακουμπώντας σε τραπέζι διαβάζει την Αγία Γραφή. Πίσω της οι πτυχώσεις μίας κουρτίνας και ο γαλανός ουρανός με λευκά συννεφάκια· ΠΗΓΗ: eikastikon