Πρωτοχρονιάτικα κάλαντατης Ρούμελης
(του Γιάννη Γ. Γαϊτάνη)
«Τα ελληνικά κάλαντα με τη δομή και τη λειτουργία τους έρχονται να επιβεβαιώσουν ότι το ουσιαστικό νόημα της μουσικής παράδοσης είναι η έκφραση και η επικοινωνία μέσα από σύμβολα και διαδικασίες που αντέχουν στους αιώνες, γιατί απευθύνονται στις βαθύτερες ανάγκες κι ελπίδες του κάθε ανθρώπου» μας λέει ο Λάμπρος Λιάβας.
Στη Ρούμελη τα παιδιά κατά παρέες, από σπίτι σε σπίτι κρατώντας σιδερένια τρίγωνα καμιά φορά φλογέρα και τουμπελέκι ή πέταλο αλόγου για τρίγωνο, τραγουδώντας τα κάλαντα φέρνουν το χαρμόσυνο άγγελμα της γέννησης του Χριστού, τα Χριστούγεννα και τον ερχομό του νέου Χρόνου, την Πρωτοχρονιά.Τα φιλέματα απ’ τη νοικοκυρά και τον νοικοκύρη που επισκέπτονται είναι χρήματα και γλυκά, παλιότερα ήταν καρύδια, κάστανα και μήλα.Εκτός από τα καθιερωμένα και γνωστά στο Πανελλήνιο κάλαντα:
«Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά ψιλή μου δεντρολιβανιάκι αρχή καλός μας χρόνοςεκκλησιά με τ’ άγιο ΘρόνοςΆγιος Βασίλης έρχεταιάρχοντες το κατέχετεαπό την ΚαισαρείαΣυ ‘σαι αρχόντισσα κυρία».
Στη Ρούμελη (Φουρνάς Ευρυτανίας) ανάλογα με την περίσταση τα παιδιά τραγουδούν τα παρακάτω κάλαντα:
1. Σε νιόπαντρο ζευγάρι:
«Εν’ αντρονίτσι τρυφερό
και νιοστεφανωμένο που το στεφάνων’ ο Χριστόςμε το δεξί το χέρι.Με το δεξί με το ζερβίμε το ‘να και με τ’ άλλο».
2. Σε μικρό – νεογέννητο παιδί:
«Ένα μικρό μικρούτσικομικρό και χαϊδεμένοπου το κρατεί η μανούλα τουστα δυο χρυσά της χέρια.Τριγύρω στο σπιτάκι τουβασιλικό μαζώνειβασιλικό και βάρσαμοκαι δυο κλωνάρια μούσκο.-Μυρίζει τη μανούλα τουμυρίζει τον τατά τουμυρίζει και τη βάβα τουκι όλη τη γειτονιά του».
3. Σε κορίτσι της παντρειάς:
«-Κυρά μ’ τη θυγατέρα σου
τη μικροχαϊδεμένη,την έλουζες, την χτένιζεςστο σύννεφο την κρύβεις-Και σπάραξε το σύγνεφοκαι λάμπ’ η κόρη μέσα,την είδ’ ο γιος του βασιλιάτην είδ’ ο γιος του ρήγα.Την είδε τ’ αρχοντόπουλο‘πο μέσ’ απ’ την πόλη.-Δε θέλω ‘γω το βασιλιάδε θέλω ‘γω το ρήγα.Μόν’ θέλω τ’ αρχοντόπουλοπου ‘πεσε να πεθάνει».
4. Σε οικογένειες που έχουν παιδιά ανύπαντρα:
«Παλικαρίτσι μ’ όμορφο με το στριφτό μουστάκιπου σείσαι και λυγίσαινα ρίξεις στο σημάδι.Και κόπ’κε η φούντα τέσσερακαι το γαϊτάνι πέντε.Στους ουρανούς το διάζονταιστους κάμπους το μαζεύουνκαι στον αφρό της θάλασσαςκάθονται και το πλένουν».ή«Έχουν δυο καλούς αϊτούςκαι δυο καλά ξεφτέριατο να γυρεύ’ να παντρευτείτ’ άλλο ν’ αρραβωνιάσει.Γυρεύ’ από ψηλή μεριάκαι από γιωργάδα μάνα.Γυρεύει τη βασίλισσαμε τη βασιλοπούλα.Σαν τα γυρεύει δώστε τακαλός αυτός π’ τα παίρνει».
. Σε σπίτια που είχαν ξενιτεμένους:
«Έρχετ’ αφέντης έρχετιστους κάμπους καβαλάρηςΦέρνει μουλάρια δώδεκακαι μούλες δεκαπέντε.Στη μούλα την ανακαριάέρχετ’ αφέντ’ς καβάλα,και πίσω ‘πο τη σέλα τουτρεις Φραγκοπούλες φέρνει».ή«Έρχετ’ ο γιόκας έρχεταιστο γρίβα καβαλάρηςστο γρίβα και στον κόκκινοκαι στην καθάρια σέλλα.Και μπρος από τη σέλλα τουο ήλιος ανατέλλεικαι πίσω ‘πο τη σέλλα τουφεγγάρι βασιλεύει».
6. Σε σπίτι γραμματισμένου:
«Γραμματικέ, γραμματικέ,
γραμματικέ και ψάλτη
που ‘χεις τον ουρανό χαρτί
τη θάλασσα μελάνικαι λέρωσες τα ρούχα σουτα χρυσοκεντημένα.Σ’ εννιά ποτάμια τα ‘πλυνανκαι έβαψαν τα ποτάμια».
Δεν έλειπαν όμως και τα περιπαιχτικά άσματα. Προπαντός σ’ εκείνες τις νοικοκυρές που δεν άνοιγαν την πόρτα στους καλανδιστές.
«Κυρά μ’ στη στάχτη κάθ(ι)σ(ι)κι ο κ… σου πορδίζει.Με το ‘να χέρι ζύμωνεςμε τ’ άλλο ξύν ‘ς τον κ….».ή
«Κυρά μ’ στη στάχτη κάθ(ι)σ(ι)κι ο κ… σου ξεφ’σάει,κι απ’ του πολύ του φύσημαέσπασ(ι) τον τσουκάλι».
Φυσικά δεν τραγουδούσαν όλο το τετράστιχο έξω από την πόρτα του σπιτιού αλλά κάπως μακρύτερα για να ‘χουν καιρό να φύγουν σε περίπτωση ανεπιθύμητης επίθεσης της νοικοκυράς που προσέβαλαν.θα είναι παράλειψη αν δεν αναφερθεί πως σε κάθε σπίτι οι καλανδιστές άλλαζαν ευχές με τους νοικοκυραίους, όπως “Χρόνια πουλλά κι τ’ χρόν'”, “Καλή χρουνιά”.
Στο κοινωνικό φαινόμενο του εθίμου εκφράζονται οι συνήθειες και η ηθική συμπεριφορά του λαού, όπως έχουν διαμορφωθεί από τη μακρόχρονη παράδοση της ομαδικής ζωής. Αποτελούν αθροίσματα βιοτικής πείρας, που με την γενικότερη ανταπόκριση της λαϊκής ομοψυχίας, συχνά επιβάλλονται και σ’ αυτόν ακόμα τον νόμο. Κι έχουν κάποτε τόση δύναμη, που τον αναγκάζει να υποχωρήσει και να τα τυλίξει με την ισχύ του. Συχνά τα κοινωνικά, θρησκευτικά, οικογενειακά και εργασιακά έθιμα στάθηκαν και σοβαρές αφορμές για την τέχνη. Αφθονούν στη παγκόσμια λογοτεχνική και καλλιτεχνική γραμματεία οι δημιουργίες με πλαίσιο τη λαογραφική παρακαταθήκη.Μεγαλύνεται μέσα στην αγνότητα του εθίμου, ο άνθρωπος, αναμετρώντας και την εσωτερική του ζωή. Συγκινείται από την ομορφιά και την ανθρωπιά της λαϊκής ώρας. Ελευθερώνεται από τα πάθη μέσα στη τρυφερότητα της απλής, ανεπιτήδευτης ζωής, καθώς τον θερμαίνουν και οι παιδικές μνήμες, ιδιαίτερα αυτές τις γιορτινές μέρες.Είναι ζωή το έθιμο, γνήσια ζωή που χαρίζει στο θνητό την ψυχική αγαλλίαση, την πραότητα, την κοινωνική αδελφοσύνη, το γλυκύτατο μύθο της βιοτικής πληρότητας και ευδαιμονίας.Τα γνήσια ελληνικά παραδοσιακά κάλαντα παρουσιάζουν ομοιότητες με τα δημοτικά μας τραγούδια και συνοδεύονται από φλογέρα η τρίγωνο.
Στη Ρούμελη συνεχίζεται η λαϊκή παράδοση και στις πόλεις και στα χωριά οι μικροί υμνωδοί καλαντίζουν με στίχους γεμάτους ευχές και αισιοδοξία για τη νέα χρονιά.
Πηγή: «ΣΤΕΡΕΑ ΕΛΛΑΣ», τ. 16 Δεκέμβριος 2010Επιμέλεια – Ανάρτηση: Τάκης Ευθυμίου
Ετικέτες: ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ
Αφήστε μια απάντηση