
O Ναός της του Θεού Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη.
του EDWIN A. GROSVENOR*
«ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ Η ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ;»
Είναι η πρώτη ερώτηση που κάνει κάθε ξένος καθώς το ατμόπλοιο στρίβει το ακρωτήριο Σαράι Μπουρνού από το Μαρμαρά ή κατεβαίνει το Βόσπορο από τη Μαύρη Θάλασσα: «Πού είναι η Αγία Σοφία;», «Ποια είναι η Αγία Σοφία;».
Τα μάτια κάθε ταξιδιώτη αποζητούν να διακρίνουν το περίγραμμα της. Κάθε διήγηση για δοξασίες και θρύλους που την περιβάλλουν καταναλώνεται με δίψα. Συνεπαρμένος, ο επισκέπτης προσηλώνεται στην παρατήρηση των τοίχων, των κιόνων, των αψίδων, των ψηφιδωτών της.
Μετά από χρόνια, στην ησυχία του σπιτιού του, το μεγαλειώδες σχήμα της Αγίας Σοφίας είναι αυτό που, ευκρινέστερα απ’ οτιδήποτε άλλο, προβάλλει στις αναμνήσεις από την Κωνσταντινούπολη.
Και δεν είναι περίεργο. Για πολλούς, Κωνσταντινούπολη δεν σημαίνει παρά Αγία Σοφία. Χιλιάδες άνθρωποι δεν ξέρουν τίποτε για τα υπέροχα τείχη της πόλης, ούτε σχημάτισαν ποτέ μια νοερή εικόνα από το Βόσπορο, κι όμως το όνομα του ξακουσμένου ναού της τους είναι οικείο. Ακόμα και για εκείνους που δεν τη γνωρίζουν παρά ελάχιστα, η Αγία Σοφία ταυτίζεται με ό,τι πιο μεγαλειώδες, πιο δοξασμένο, πιο ιστορικό και πιο ιερό υπάρχει μέσα στα επιτεύγματα της χριστιανικής αρχιτεκτονικής.
Κατά μία έννοια η Αγία Σοφία διαφέρει από οποιοδήποτε άλλο παλαιό μνημείο της Κωνσταντινούπολης. Οι άλλες αρχαιότητες της πόλης ανήκουν ολοκληρωτικά στο παρελθόν δεν έχουν μέλλον. Τα ταλαιπωρημένα τείχη του Θεοδόσιου δεν θα μπορέσουν ποτέ πια να αντέξουν το σάλο του πολέμου. Πάνω από το σπασμένο Όφι των Δελφών, στον Ιππόδρομο, κανείς χρησμός δεν θα περάσει πια σ’ ένα μελλοντικό ικέτη. Ο ρόλος τους στην ιστορία του κόσμου έχει τελειώσει. Είναι αρχαία, κλασικά, σεβάσμια. Κάθε ημέρα που περνά μας απομακρύνει όλο και περισσότερο απ’ τους καιρούς για τους οποίους χτίστηκαν και από τις αιτίες για τις οποίες σχεδιάστηκαν.
Η Αγία Σοφία ανήκει κι αυτή στο παρελθόν. Ήταν το 537, μία ολόκληρη γενιά πριν από τη γέννηση του Μωάμεθ του Προφήτη, που ο μεγάλος τρούλος της υψώθηκε στον ουρανό, τόσο αιθέριος όσο σήμερα. Κι όμως, μπορούμε να πιστέψουμε ότι αυτή η εκκλησία θα έχει ένα μέλλον εξίσου ένδοξο με το παρελθόν της και ίσως, χωρίς καμιά υπερβολή, ακόμα ενδοξότερο.
Ο ΜΩΑΜΕΘ Β’ ΣΤΟ ΑΠΟΓΕΙΟ ΤΗΣ ΔΟΞΑΣ ΤΟΥ
Ο σουλτάνος Μωάμεθ ο Β’ εκείνη την ημέρα της κατάκτησης απέδειξε περισσότερο από ποτέ τη βαθύνοια του, τη φιλοσοφημένη στάση του, τη μεγαλοσύνη του. Ένας Οθωμανός στρατιώτης, μεθυσμένος από τη νίκη ή το φανατισμό, κατέστρεφε τα μωσαϊκά της Αγίας Σοφίας με ένα ρόπαλο. «Μην τα αγγίζεις» φώναξε ο Πορθητής. Με ένα και μόνο χτύπημα σώριασε καταγής τον βάρβαρο νεκρό. Μετά, λέγεται ότι πρόσθεσε χαμηλόφωνα: «Ποιος ξέρει αν σε άλλη εποχή υπηρετήσουν διαφορετική θρησκεία από του Ισλάμ…». Ποιο θα είναι άραγε το μέλλον αυτού του ναού; Αυτό ούτε η πιο καλπάζουσα φαντασία μπορεί να το συλλάβει. Στη λαϊκή δοξασία, ένας Έλληνας ιερέας τελούσε λειτουργία όταν η έξαλλη στρατιά του σουλτάνου έσπασε τις πόρτες. Κρατώντας το σταυρό στο χέρι, ο ιερέας αποτραβήχτηκε αργά σε κάποιο από τα μυστικά δωμάτια, κι εκεί, με το σταυρό, προσμένει ακόμα.
Η επιβλητική εκκλησία της Αγίας Σοφίας υψώνεται στην κορυφή και στη δυτική πλευρά του πρώτου λόφου, μόλις πέρα από τα όρια του αρχαίου Βυζαντίου. Σήμερα, με συγκεχυμένες πια και άμορφες γραμμές, τριγυρισμένη καθώς είναι από τέσσερις ογκώδεις μιναρέδες, πνιγμένη μέσα σε γιγάντια αντερείσματα, γκροτέσκα μέσα σε φαρδιές λωρίδες που έχουν βαφτεί εναλλάξ κίτρινες και λευκές, γεμίζει τον ορίζοντα του βλέμματος από κάθε κατεύθυνση.
ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΣΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΕΤΡΟΥ
Όπως ο καθεδρικός ναός του Αγίου Πέτρου στη Ρώμη, έτσι κι η ιστορία της Αγίας Σοφίας μας πάει πίσω, σε μια αδιάρρηκτη αλυσίδα, μέχρι τον ίδιο τον Κωνσταντίνο. Είναι ταιριαστή σύμπτωση που αυτοί οι ναοί – ο ένας το μεγαλύτερο ιερό του δυτικού καθολικισμού κι ο άλλος της ανατολικής ορθοδοξίας – χτίστηκαν για πρώτη φορά και οι δύο από τον πρώτο χριστιανό αυτοκράτορα. Ακόμα μία σύμπτωση είναι ότι ο ιδρυτής τους δεν προόριζε κανέναν από τους δύο ναούς για μητρόπολη ούτε της νέας ούτε της παλαιάς Ρώμης. Η διάκριση αυτή, για μεν την Κωνσταντινούπολη, επιφυλασσόταν για την εκκλησία της Αγίας Ειρήνης, για δε τη Ρώμη, για τον Άγιο Ιωάννη του Λατερανού.
Η Αγία Σοφία θεμελιώθηκε το 326, στη θέση ενός ειδωλολατρικού ναού. Στα εγκαίνια ήταν παρών ο Κωνσταντίνος, ο οποίος είχε επιστρέψει από τη Σύνοδο της Νίκαιας λίγους μήνες νωρίτερα.
Αφιερώθηκε στη Θεία Σοφία, τη Σοφία του Λόγου ή το Λόγο του Θεού – δηλαδή στον ίδιο το Χριστό.
Όταν, το έτος 532, καταστράφηκε από πυρκαγιά, ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός αποφάσισε να την αποκαταστήσει σε βαθμό μεγαλοπρέπειας πρωτόγνωρο: Να δημιουργήσει ένα οικοδόμημα που θα ήταν η εξιλέωση για κάθε παράπτωμα και αμαρτία του ως ηγεμόνα.
Ένα ναό που θα θύμιζε την κατατρόπωση της αταξίας και της εξέγερσης, και την έλευση της ειρήνης και της ηρεμίας στην πρωτεύουσα και την αυτοκρατορία. Ένα ναό που θα ενσάρκωνε τη δόξα του και που οι επόμενες γενιές θα τον αντίκριζαν σαν θαλερό μνημείο της βασιλείας του. Ένα ναό που θα τιμούσε και τη μνήμη της αυτοκράτειρας του, Θεοδώρας, εκείνης που με τη γενναιοφροσύνη της είχε σώσει το θρόνο που κινδύνευε, εκείνης που η εικόνα της βρισκόταν αποτυπωμένη μαζί με τη δική του πάνω σε κάθε νόμισμα και που το όνομα της έστεκε πλάι στο δικό του πάνω σε κάθε διάταγμα. Θα ήταν ένας ναός αντάξιος των ιδρυτών του και – όσο μπορούσαν να εξασφαλίσουν η τέχνη των ανθρώπων και οι δυνατότητες, που μοιάζαν τώρα να προσφέρονται απεριόριστες – αντάξιος του Σωτήρα για τη λατρεία του οποίου προοριζόταν.
ΜΕΓΑΛΟΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΑΣ
Ως κύριος αρχιτέκτονας για την κατασκευή της Αγίας Σοφίας επιλέχθηκε ο Ανθέμιος από τις Τράλλεις, ο ικανότερος, όπως λέγεται, αρχιτέκτονας και μηχανικός του αιώνα. Πρώτος απ’ όλους τους Έλληνες χρησιμοποίησε τη δύναμη του ατμού — «ένας άνδρας» λέει ο Αγαθίας «ικανός να μιμηθεί σεισμούς και κεραυνούς». Συνεργάτες του ήταν ο Ισίδωρος από τη Μίλητο και ο Ιγνάτιος, που είχε αποκαταστήσει τον Αυγουστεώνα, αρχιτέκτονες σχεδόν ισάξιοι του Ανθέμιου σε ικανότητα και φήμη.Ο Ιππόδρομος μπροστά στην Αγία Σοφία όπως ήταν μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα.
Ειπώθηκε ότι ένας άγγελος αποκάλυψε στον αυτοκράτορα τα σχέδια της Αγίας Σοφίας μέσα σε όνειρο, όχι βέβαια στο σύνολο τους και με κάθε λεπτομέρεια, αλλά εκείνη τη μοναδική ιδέα, την κύρια σύλληψη, που οι αρχιτέκτονες αργότερα θα ανέπτυσσαν και θα της έδιναν μορφή. Κι αυτή ήταν η ιδέα ενός τρούλου, που θα είχε τη μεγαλύτερη δυνατή διάμετρο, που θα ήταν τμήμα του μεγαλύτερου δυνατού κύκλου, θα υψωνόταν σε ιλιγγιώδες ύψος και θα υποβασταζόταν από όσο το δυνατόν λιγότερα στηρίγματα. Η αποκάλυψη δεν βρισκόταν στην απλή σύλληψη ενός τρούλου – που δεν αποτελούσε νέα ιδέα, έστω κι αν στη συνέχεια μονοπωλήθηκε σχεδόν από μία και μοναδική σχολή – αλλά στο τελειότερο συνταίριασμα όλων αυτών των όρων. Ο Ανθέμιος δεν θα ανέπτυσσε απλώς ένα ήδη υπάρχον σύστημα ούτε και θα γινόταν ταπεινός αντιγραφέας του. Η βυζαντινή αρχιτεκτονική με το έργο αυτό θα έφτανε στην πλήρη ακμή της σχεδόν μονομιάς. Η Αγία Σοφία ήταν «ταυτόχρονα προάγγελος και υπέρτατη έκφραση ενός νέου ρυθμού».
ΜΙΑ ΥΠΕΡΟΧΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ
Σ’ όλη την αυτοκρατορία στάλθηκαν προκηρύξεις για το έργο που είχε ξεκινήσει ο Ιουστινιανός και καλούσαν πιστούς και ευσεβείς να συνεισφέρουν. Πατριωτισμός, προσωπική φιλοδοξία, επιθυμία για την εύνοια του αυτοκράτορα, ελπίδα για προβιβασμό, όλα αυτά, συνταιριασμένα με ειδωλολατρική σχεδόν δεισιδαιμονία και γνήσια ευσέβεια, εξασφάλισαν τη μέγιστη δυνατή ανταπόκριση. Αφού αναφερόμαστε στην Αγία Σοφία του Ιουστινιανού λογικό είναι οι αδρές γραμμές να αποτυπώνουν τη δική του δόξα. Είναι όμως περισσότερο προϊόν και δημιούργημα ενός λαού που βίωνε την καλύτερη στιγμή του, την χρυσή εποχή του. Είναι η έκρηξη ενθουσιασμού ενός ολόκληρου αιώνα παρά η αργή οικοδόμηση αυτοκρατορικής ισχύος. Σ’ αυτό το κτίσμα τότε επικεντρώθηκαν σχεδόν όλα, και έτσι παραμένει από τότε. Είναι όλη η ψυχή της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Συνεισφορές έρχονταν από την Ευρώπη, την Ασία, την Αφρική, ακόμη και από τις πιο απομακρυσμένες επαρχίες. Οι πλούσιοι έδιναν από το περίσσευμα τους. Ήταν όμως πολλές κι οι φτωχές χήρες που έδωσαν ό,τι είχαν και δεν είχαν. Αυτοκρατορικοί, εθνικοί, ιδιωτικοί θησαυροί έρρεαν σαν ποτάμι καθώς το έργο προχωρούσε. Όταν οι επίγειοι πόροι δεν αρκούσαν, η εξ ουρανού βοήθεια δεν έλειπε. Ένας άγγελος, έλεγαν, με τη μορφή νεαρού αγωγιάτη, είχε οδηγήσει αρκετά μουλάρια μέσα σε μυστικές σπηλιές και τα είχε φέρει πίσω με τα πανέρια φορτωμένα χρυσάφι. Ο ίδιος ο Ιουστινιανός είχε καταπιαστεί με το χτίσιμο του ναού, πλάι στους εργάτες. Ο μύθος αναφέρει ότι οι αγγελικοί αρωγοί ήταν ακούραστοι, όπως κι εκείνος. Τη νύχτα, όταν κοιμόνταν όλοι καταπονημένοι από την εντατική δουλεία – εκτός απ’ τους φρουρούς -, οι τοίχοι εξακολουθούσαν να υψώνονται από αόρατα χέρια.
ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ
Κάποτε, την ώρα που οι εργάτες ξεκουράζονταν στη μέση της ημέρας, ένας άντρας με λευκή ενδυμασία εμφανίστηκε ξαφνικά στο αγόρι που φύλαγε τα εργαλεία τους και του είπε να ξαναφωνάξει γρήγορα τους άντρες στη δουλειά τους. Το αγόρι δίσταζε να αφήσει το πόστο του και τότε ο ξένος του είπε προσπαθώντας να τον πείσει: «Θα μείνω εγώ εδώ ώσπου να γυρίσεις». Ο μικρός έτρεξε να ειδοποιήσει τους εργάτες αλλά, πριν επιστρέψει, κάποιος είπε την ιστορία στον αυτοκράτορα. Εκείνος αποφάνθηκε ότι ο λευκοντυμένος ξένος ήταν άγγελος. Έδωσε στο αγόρι πολλά χρήματα και το έστειλε αμέσως σε μια μακρινή επαρχία της αυτοκρατορίας, αφού πρώτα τον έβαλε να ορκιστεί ότι ποτέ δεν θα γυρνούσε πίσω. Οι κατώτερες τάξεις πιστεύουν ότι, κάπου γύρω από την Αγία Σοφία, ο άγγελος που ξεγελάστηκε προσμένει ακόμα το αγόρι να γυρίσει.
Πίστευαν ότι κάποια ουράνια μουσική ψυχαγωγούσε τους εργάτες όταν κουράζονταν. Ο αυτοκράτορας δεν παρέλειπε να βλέπει σημαδιακά όνειρα όταν υπήρχε αμφιβολία ως προς κάποια ακανθώδη λεπτομέρεια. Έτσι, όταν οι αρχιτέκτονες δεν συμφωνούσαν κάποια στιγμή για το σχήμα της αψίδας, ένας άγγελος εμφανίστηκε στον αυτοκράτορα σε ένα όραμα και του υπέδειξε ότι πρέπει να είναι τριπλή -όπως τελικά έγινε-, σε αναγνώριση της Αγίας Τριάδας. Οι τόσοι θρύλοι, που ακόμη διαφυλάσσονται με αγάπη και επαναλαμβάνονται, «αποδεικνύουν», όπως λέει ο Bayet, «πώς αυτό το τεράστιο έργο πέρασε μέσα στη λαϊκή φαντασία».
«ΝΕΝΙΚΗΚΑ ΣΕ, ΣΟΛΟΜΩΝ!»
Ο ναός ήταν έτοιμος για καθιέρωση στις 24 Δεκεμβρίου του 537. Η μεγάλη λιτανεία ξεκίνησε από το ναό της Αγίας Αναστασίας, πέρασε μεγαλόπρεπα δίπλα από τον Ιππόδρομο και το Μεγάλο Ανάκτορο, μέσα από τον Αυγουστεώνα και κατευθύνθηκε στη νότια πύλη του εσωτερικού νάρθηκα. Εκεί, ο Ιουστινιανός έβγαλε το στέμμα του – μόνο τότε με τόση ευχαρίστηση – και το απέθεσε στα χέρια του πατριάρχη Μηνά. Κατόπιν, μόνος του, διάβηκε την κεντρική πύλη και, πάλι μόνος, προχώρησε μέχρι τον άμβωνα. Με ψυχή γεμάτη από το μεγαλείο που εκπληρώθηκε και από απέραντη ευγνωμοσύνη, αναφώνησε τα λόγια που δεν θα σβήσουν ποτέ από τη μνήμη όσο αντέχει η Αγία Σοφία. Τα είπε μάλιστα τόσο μεγαλόφωνα ώστε κι αυτοί που δεν είχαν περάσει το κατώφλι τα άκουσαν: «Ας είναι δοξασμένος ο Θεός που με αξίωσε να κάμω αυτό το έργο. Νενίκηκά σε, Σολομών». Την ώρα που μιλούσε είχε σταθεί δίπλα σε ένα μεγαλειώδες ψηφιδωτό το οποίο απεικόνιζε το Σολομώντα να κοιτά γύρω του με απορία και θαυμασμό.
Εκείνη την ημέρα όλος ο πληθυσμός της πρωτεύουσας γιόρτασε με έξοδα του αυτοκράτορα. Επιπλέον, 30.000 μεζούρες στάρι και εκατοντάδες κιλά χρυσάφι μοιράστηκαν στους φτωχούς. Το πρωί των Χριστουγέννων ο ναός άνοιξε για να μπορέσει να εκκλησιαστεί το κοινό. Οι ευχαριστίες και οι πανηγυρισμοί κράτησαν δύο εβδομάδες περίπου.
Ολόκληρη η κατασκευή, που τώρα στεκόταν μεγαλειώδης κι ολοκληρωμένη, είχε αναδυθεί από τις στάχτες της σε διάστημα μικρότερο από έξι χρόνια – χρόνος εκπληκτικά σύντομος. Τέτοιο επίτευγμα, δηλαδή το να υλοποιηθεί τόσο γρήγορα, θα είχε σταθεί αδύνατο αν η ευσεβής συνεισφορά του έθνους δεν ήταν αντάξια εκείνης του αυτοκράτορα. Ο ναός του Αγίου Πέτρου στη Ρώμη χρειάστηκε 120 χρόνια για την ανέγερση του· του Αγίου Παύλου στο Λονδίνο 35 χρόνια, η Νοτρ Νταμ στο Παρίσι 72 χρόνια, ο Καθεδρικός του Μιλάνου πάνω από 500 χρόνια, ο Καθεδρικός της Κολονίας 615 χρόνια. Είναι σίγουρα εκπληκτικό το πως η Αγία Σοφία, που ολοκληρώθηκε αιώνες πριν αυτοί οι σεβάσμιοι χριστιανικοί ναοί ξεκινήσουν καν, δεν χρειάστηκε ούτε έξι χρόνια!
ΤΟ ΔΑΠΑΝΗΡΟΤΕΡΟ ΟΙΚΟΔΟΜΗΜΑ ΠΟΥ ΧΤΙΣΤΗΚΕ ΠΟΤΕ ΑΠΟ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΑ ΧΕΡΙΑ
Το κόστος παραμένει ακόμη στο πλαίσιο της εικασίας. Ίσως η προσεκτική και λεπτομερής εκτίμηση του Έλληνα ιστορικού, καθηγητή Παπαρρηγόπουλου, είναι κοντά στην αλήθεια. Υπολογίζει την αξία της γης και το κόστος των υλικών, της εργασίας, της διακόσμησης και των εκκλησιαστικών σκευών σε περίπου 324 εκατομμύρια ελληνικές δραχμές, ή περίπου 64 εκατομμύρια δολάρια [της εποχής].
Η κοινή εκτίμηση για το κόστος του ναού του Αγίου Πέτρου είναι 240 εκατομμύρια φράγκα, ή λιγότερο από 48 εκατομμύρια δολάρια. Πρέπει να έχουμε κατά νου ότι κανένας άλλος χριστιανικός ναός δεν συγκρίνεται με την Αγία Σοφία όσον αφορά την ποικιλία και τη σπανιότητα των μαρμάρων και, πάνω απ’ όλα, την αφειδώλευτη χρήση αργύρου, χρυσού και πολύτιμων λίθων στη διακόσμηση και τα ιερά σκεύη.
Η δαπάνη για την Αγία Σοφία ήταν αναμφίβολα υψηλότερη από αυτήν οποιουδήποτε άλλου ιερού χώρου που δημιουργήθηκε ποτέ από χριστιανικό λαό προς δόξαν του Θεού του.
Σήμερα είναι εντελώς αδύνατο να φανταστούμε, έστω αμυδρά, πώς πρέπει να ήταν αυτός ο ναός έτσι όπως τον αντίκρισε ο Ιουστινιανός. Όλα όσα μπορούσαν να δημιουργήσουν η δύναμη, ο πλούτος, η τέχνη, οι ικανότητες και η ευσέβεια του πολιτισμένου κόσμου ήταν εκεί, σ’ αυτό τον επιβλητικό χώρο. Υπέρλαμπρος, ο ναός εκτεινόταν και υψωνόταν μπροστά στη γοητευμένη ματιά του αυτοκράτορα.
Από τότε, αμέτρητα αντερείσματα, μεγάλα και μικρά, ψηλά και χαμηλά, κτίσματα κάθε είδους, έχουν συσσωρευτεί τριγύρω του, πνίγοντας και παραμορφώνοντας το σχήμα του. Το φως πολλών απ’ τα παράθυρα έχει κρυφτεί και πολλά ακόμα έχουν κλείσει.
Με τη μουσουλμανική λατρεία, τα ψηφιδωτά, αν και διατηρήθηκαν, έχουν καλυφθεί. Έχουν σβηστεί οι σταυροί