Ξενοφώντας


Περίληψη: Βιβλίο 2. Κεφάλαιο 4. Παράγραφοι 1-23

Σεπ 200929

 Για να γλιτώσουν από τις αυθαιρεσίες των Τριάντα, οι οποίες πληθαίνουν μετά την εκτέλεση του Θηραμένη, πολλοί Αθηναίοι καταφεύγουν στις γειτονικές πόλεις, τα Μέγαρα και τη Θήβα. Ένας απ’ αυτούς, ο Θρασύβουλος, με 70 άνδρες καταλαμβάνει το οχυρό της Φυλής έξω από την Αθήνα, ενώ οι Τριάντα εξαιτίας της χιονόπτωσης δεν καταφέρνουν να τους επιτεθούν, και για να προστατεύσουν την ύπαιθρο από ενδεχόμενες λεηλασίες στέλνουν στρατιωτικές δυνάμεις σε μια περιοχή κοντά στη Φυλή. Ο Θρασύβουλος με τους άνδρες του, που έχουν γίνει περίπου 700, πλησιάζουν τη νύχτα την ομάδα των ολιγαρχικών και το πρωί τους επιτίθενται αιφνιδιαστικά και στη  συνέχεια επιστρέφουν στη Φυλή. Μετά από αυτό οι Τριάκοντα δεν νιώθουν ασφαλείς και αποφασίζουν να καταλάβουν την Ελευσίνα, για να την έχουν ως καταφύγιο σε ώρα ανάγκης. Με ύπουλο τρόπο συλλαμβάνουν και οδηγούν όλους τους Ελευσίνιους αιχμάλωτους στην Αθήνα, όπου η συνέλευση με φανερή ψηφοφορία μπροστά στη σπαρτιατική φρουρά αναγκάζεται να ψηφίσει την εκτέλεσή τους.Στο μεταξύ ο Θρασύβουλος με 1000 περίπου άνδρες ανηφορίζει στον Πειραιά και οι Τριάντα σπεύδουν εκεί με όλες τους τις δυνάμεις: τους τρισχιλίους, τους ιππείς και τη σπαρτιατική φρουρά. Οι δημοκρατικοί συσπειρώνονται  τότε στο λόφο της Μουνιχίας, ενώ οι ολιγαρχικοί στην Ιπποδάμειο αγορά, και από κει αρχίζουν να ανηφορίζουν το λόφο, στον οποίο βρίσκονται οι δημοκρατικοί.Λίγο πριν αρχίσει η μάχη ο Θρασύβουλος μιλά στους άνδρες του για να τους εμψυχώσει, υπενθυμίζοντάς τους την πρόσφατη νίκη  τους και τα εγκλήματα των Τριάντα και τονίζοντας τα πλεονεκτήματα της θέσης στην οποία βρίσκονται έναντι των αντιπάλων τους.Ο Θρασύβουλος ακολουθούσε τις συμβουλές του μάντη, που είχε πει να μην επιτεθούν, αν δεν χτυπηθεί κάποιος δικός τους και τότε θα ορμούσε μπροστά ο μάντης, θα σκοτωνόταν, αλλά οι δημοκρατικοί θα νικούσαν. Πραγματικά έτσι και έγινε: ο μάντης σκοτώθηκε και οι δημοκρατικοί νίκησαν τρέποντας σε φυγή τους ολιγαρχικούς, ενώ σκότωσαν αρκετούς από τους Τριάντα και από τους δέκα άρχοντες. Σεβάστηκαν μάλιστα τους νεκρούς, από τους οποίους αφαίρεσαν τον οπλισμό, όχι όμως και τους χιτώνες.Κατά  την ανταλλαγή των νεκρών άρχισαν να συζητούν. Ένας από αυτούς, ο Κλεόκριτος, απευθυνόμενος στους ολιγαρχικούς προσπάθησε να τους συγκινήσει, υπενθυμίζοντάς τους το κοινό παρελθόν και τη σκληρότητα των πράξεων των Τριάντα και στη συνέχεια  τους κάλεσε να πάψουν να υπακούν σ’ αυτούς, αφού τους οδήγησαν σε εμφύλια σύγκρουση, ενώ θα μπορούσαν να ζήσουν ειρηνικά όπως πριν.Οι ολιγαρχικοί αποσύρουν τους άνδρες τους, για να μην ακούν τον Κλεόκριτο, και επιστρέφουν στην Αθήνα. Την επομένη όσοι έχουν απομείνει από τους Τριάκοντα δεν μπορούν να αποφασίσουν τι να κάνουν ενώ και οι τρισχίλιοι είναι διχασμένοι: όσοι έχουν διαπράξει εγκλήματα φοβούνται και μένουν ανυποχώρητοι, ενώ οι υπόλοιποι προτείνουν να αντισταθούν στους Τριάντα. Τελικά αποφασίζουν την καθαίρεση των Τριάντα και εκλέγουν 10 νέους άνδρες, έναν από κάθε φυλή.

Προτεινόμενες εργασίες στα Ελληνικά του Ξενοφώντα (Βιβλίο 2, Κεφ. 1, παρ. 16-32)

Σεπ 200924

Η ναυμαχία στους Αιγός Ποταμούς: διαφάνειες  στο power point (ο χώρος και η διεξαγωγή της ναυμαχίας)

Η επίσκεψη του Αλκιβιάδη στο στρατόπεδο των Αθηναίων και ο διάλογος με τους Αθηναίους στρατηγούς (δραματοποίηση)

Σκέψεις ενός  σπαρτιάτη ναύτη καθώς όλη μέρα στο κουπί περιμένει εντολή του Λύσανδρου

Κεφ. 22: Ο Λύσανδρος επιβάλλει πειθαρχία στους ναύτες του

Κεφ. 24: Ο Λύσανδρος εξηγεί στους ναύτες των κατασκοπευτικών πλοίων  τι πρέπει να κάνουν.

Συζήτηση Αθηναίων ναυτών όταν την πρώτη μέρα πλέουν πίσω στους Αιγός Ποταμούς από τη Λάμψακο.

Συζήτηση σπαρτιατών ναυτών όταν την πρώτη μέρα βλέπουν τους Αθηναίους να  πλέουν πίσω στους Αιγός Ποταμούς από τη Λάμψακο.

Κατασκοπεία των Αθηναίων από τα πλοία του Λύσανδρου (συζήτηση των ναυτών καθώς παρακολουθούν τις κινήσεις των Αθηναίων)

Το στρατιωτικό ημερολόγιο του Λύσανδρου το βράδυ της  πρώτης ημέρας που έφτασε στη Λάμψακο

Προσωπικό ημερολόγιο του Λύσανδρου το βράδυ της  πρώτης ημέρας που έφτασε στη Λάμψακο

Προσωπικό ημερολόγιο ενός Αθηναίου ναύτη το βράδυ της  πρώτης ημέρας που έφτασαν στη Λάμψακο

Προσωπικό ημερολόγιο ενός Σπαρτιάτη ναύτη το βράδυ της  πρώτης ημέρας που έφτασαν στη Λάμψακο

Κεφ. 27: Ο Λύσανδρος εξηγεί στους κατασκόπους την τελευταία φάση του σχεδίου του

Το στρατιωτικό ημερολόγιο του Λύσανδρου το βράδυ της  5ης ημέρας στη Λάμψακο μετά τη ναυμαχία

Διάλογος σπαρτιατών στρατιωτών τη νύχτα μετά τη ναυμαχία στους Αιγός Ποταμούς

Προσωπικό ημερολόγιο ενός Σπαρτιάτη ναύτη μετά τη ναυμαχία στους Αιγός Ποταμούς

Το προσωπικό ημερολόγιο του Κόνωνα καθώς αποχωρεί από τη Λάμψακο στην Κύπρο

Το κείμενο της αναφοράς του Λύσανδρου στους εφόρους

Ρεπορτάζ στη Σπάρτη: οι Σπαρτιάτες πληροφορούνται τη νίκη του στόλου τους στους Αιγός Ποταμούς

Σκέψεις ενός ναύτη της Παράλου καθώς ταξιδεύει στην Αθήνα να αναγγείλει την είδηση της καταστροφής στους Αιγός Ποταμούς

Ζωγραφική απεικόνιση της ναυμαχίας στους Αιγός Ποταμούς

Μουσική σύνθεση βασισμένη στη ναυμαχία στους Αιγός Ποταμούς

Ρεπορτάζ στην Αθήνα με θέμα την ανακοίνωση της καταστροφής στους Αιγός Ποταμούς

Ρεπορτάζ στη Σπάρτη με θέμα την ανακοίνωση της καταστροφής στους Αιγός Ποταμούς

Κινηματογραφική ταινία της ναυμαχίας στους Αιγός Ποταμούς

Η συνέλευση της Πελοποννησιακής συμμαχίας για την τύχη των αιχμαλώτων (δραματοποίηση)

Ρεπορτάζ στην Αθήνα για την αναγγελία της είδησης της καταστροφής στους Αιγός Ποταμούς

Ταινία μικρού μήκους με θέμα την ανακοίνωση της είδησης της καταστροφής στους Αιγός Ποταμούς στην Αθήνα.

Συνέλευση στην Αθήνα την επομένη της αναγγελίας της καταστροφής στους Αιγός Ποταμούς (δραματοποίηση)

 

 

Αρετές του έργου του Ξενοφώντα

Σεπ 200919

σαφήνεια – ακρίβεια στην έκφραση

απόλυτη ακρίβεια στην περιγραφή των χώρων όπου εξελίχτηκαν τα γεγονότα

ζωντάνια γραφής που θυμίζει ικανό ρεπόρτερ

ιδεολογική συνέπεια

δραματική ένταση σε μεμονωμένες σκηνές

“εντιμότητα” – αντικειμενικότητα

απλότητα ύφους

καθαρότητα νοημάτων

ποικιλία θεμάτων και ενδιαφερόντων

“αττική μέλισσα” – “αττική μούσα”

 

Σημαντικές χρονολογίες στη ζωή του Ξενοφώντα

Σεπ 200919


431/429

γέννηση – (δήμος Ερχιάς Αττικής) Αθήνα

431/429 –401

Αθήνα

401-399

εκστρατεία στην Ασία (εμφύλιος πόλεμος Περσών: Κύρος -Αρταξέρξης)

μάχη στα Κούναξα ήττα Κύρου κάθοδος Μυρίων

399

μισθοφόρος του βασιλιά Σεύθη των Οδρυσών

συνεργασία με μικρασιατικές πόλεις

396

γνωριμία με τον Αγησίλαο

394

μάχη στην Κορώνεια (Βοιωτία) νίκη Σπαρτιατών

“προξενία” στη Σπάρτη

εγκατάσταση στο Σκιλλούντα

371

μάχη στα Λεύκτρα (Βοιωτία) ήττα Σπαρτιατών

370

εγκατάσταση στην Κόρινθο

365;

άρση αθηναϊκού ψηφίσματος για την εξορία του Ξενοφώντα

επιστροφή στην Αθήνα

355;

θάνατος

*395-386: Βοιωτικός ή Κορινθιακός πόλεμος –Ανταλκίδειος ειρήνη

Αθηναίοι, Κορίνθιοι, Μεγαρείς, Βοιωτοί –Σπαρτιάτες

 

Εισαγωγικά στην αρχαία Ελληνική ιστοριογραφία

Σεπ 200919

Ιστοριογραφία: η καταγραφή των ιστορικών γεγονότων σε χρονολογική σειρά

Και οι ανατολικοί λαοί ασχολήθηκαν με αυτή την προσπάθεια, αλλά το έργο τους ασχολείται με τα κατορθώματα  των ηγεμόνων και με τη διαιώνιση της δόξας του θεού.

Τα βιβλία της Π. Δ. αποτελούν μάλλον ομολογία πίστεως.

Κάτι ανάλογο συμβαίνει στην Κίνα: προσανατολισμός στους αξιωματούχους και ενδιαφέρον για πρακτικές συμβουλές

Ελλάδα: διάκριση πραγματικού – φανταστικού (διαμόρφωση επιστημονικής  μεθόδου)

απόδοση σε ύφος λογοτεχνικό

Λογογράφοι: η α΄ προσπάθεια ιστορικής καταγραφής

προφορικές παραδόσεις

ταξιδιωτικές περιγραφές

ενδιαφέρον για την παράκτια ναυσιπλοΐα και τοπικά έθιμα

μυθογραφία

γενεαλογία

κατάλογοι με τα ονόματα αρχόντων, αξιωματούχων, αθλητών, ολυμπιονικών

ορθολογική έρευνα

Ηρόδοτος

πατέρας της ιστορίας

θέμα: η προσπάθεια των Περσών να εξαπλωθούν σε Ασία, Ευρώπη και Αφρική

χαρακτηρίζει το έργο του ιστορίην = έρευνα

γράφει για να μην ξεχαστούν σημαντικά έργα των ανθρώπων

η καταγραφή της ιστορίας συνυφαίνεται με τη γεωγραφία και εθνογραφία

αξιολογεί την αξιοπιστία των πηγών του και εκθέτει τη δική του γνώμη για τα αίτια των πολέμων

Θουκυδίδης

θέμα: η ιστορία του πελοποννησιακού πολέμου

έφερε νέο πνεύμα και νέα μέθοδο στη ιστορική επιστήμη

επίπονη έρευνα της ιστορικής αλήθειας

αναζήτηση αιτίων και διάκριση από τις αφορμές

σκοπός του να δώσει ένα  “κτήμα ες αεί” στην ανθρωπότητα

Ξενοφών: αποδέσμευση από τη πόλη και από το συγκλονιστικό ιστορικό γεγονός

Πολύβιος: Ιστορίαι: 220-168: από την αρχή του Β΄ Καρχηδονιακού πολέμου ως την οριστική επιβολή  της ρωμαϊκής κυριαρχίας στις ελληνικές πόλεις και στους συνασπισμούς τους

με ποιο τρόπο και με ποια μορφή πολιτεύματος ολόκληρη η οικουμένη υποτάχθηκε σε λιγότερο από 53 χρόνια στη Ρώμη

πρότυπο ως προς την αντικειμενικότητα και την ανάγκη αυτοψίας και διερεύνησης των πηγών ο Θουκυδίδης

Διόδωρος ο Σικελιώτης 1ος αι. π.Χ.:  40 βιβλία παγκόσμιας ιστορίας από το μυθικό παρελθόν ως τις μέρες του

Πλούταρχος 1ος – 2ος αι. μ.Χ.

Δε θεωρεί τον εαυτό του ιστορικό, αλλά βιογράφο.

ενδιαφέρεται να δώσει μάθημα ηθικής στους νέους και να φωτίσει άγνωστες πτυχές της ζωής των ιστορικών προσώπων

44 βιογραφίες (22 ζευγάρια παραλλήλων βίων)

Αρριανός 2ος αι. μ.Χ. : Αλεξάνδρου Ανάβασις

σε 7 βιβλία εξιστορείται την εκστρατεία  του Μ. Αλεξάνδρου από την αρχή της ως τη μέρα του θανάτου του

η πιο αξιόπιστη πηγή μελέτης για τον Αλέξανδρο

ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ

Σεπ 200919

 

Βιβλίο 2, κεφάλαιο 1, παράγραφοι 16-27

Οι Αθηναίοι, έχοντας ως ορμητήριό τους τη Σάμο, άρχισαν να λεηλατούν τη χώρα του βασιλιά και έπλεαν εναντίον της Χίου και της Εφέσου και άρχισαν να προετοιμάζονται για ναυμαχία. Εξέλεξαν στρατηγούς, επιπλέον σ’ αυτούς που υπήρχαν, το Μένανδρο, τον Τυδέα, (και) τον Κηφισόδοτο. Ο Λύσανδρος αναχωρεί από τη Ρόδο παραπλέοντας την Ιωνία προς τον Ελλήσποντο, για να εμποδίσει την αναχώρηση των πλοίων και ενάντια στις πόλεις που είχαν αποστατήσει απ’  αυτούς. Έβγαιναν και οι Αθηναίοι από τη Χίο στην ανοιχτή θάλασσα, γιατί η Ασία ήταν εχθρική σ’  αυτούς. Ο Λύσανδρος έπλεε παραλιακά από την Άβυδο στη Λάμψακο, η οποία ήταν σύμμαχος των Αθηναίων. Οι κάτοικοι της Αβύδου και οι άλλοι ακολουθούσαν πεζοί (από τη στεριά). Αρχηγός τους ήταν ο Θώρακας ο Λακεδαιμόνιος. Αφού έκαναν επίθεση στην πόλη, την κυριεύουν με έφοδο και τη λεηλάτησαν οι στρατιώτες, αφού ήταν πλούσια και γεμάτη από κρασί και σιτηρά και όλα τα άλλα εφόδια. Τους πολίτες τους άφησε όλους ελεύθερους ο Λύσανδρος.

Οι Αθηναίοι πλέοντας από κοντά αγκυροβόλησαν στον Ελαιούντα της Χερρονήσου με εκατόν ογδόντα πλοία. Εκεί λοιπόν όταν (προ)γευμάτιζαν, φτάνει σ’  αυτούς η είδηση σχετικά με τη Λάμψακο και αμέσως ανοίχτηκαν στη Σηστό. Από εκεί, αφού εφοδιάστηκαν με τρόφιμα, έπλευσαν προς τους Αιγός Ποταμούς. Απείχε ο Ελλήσποντος από εκεί περίπου δεκαπέντε στάδια. Εκεί λοιπόν άρχισαν να δειπνούν.

Ο Λύσανδρος την επόμενη νύχτα, όταν ήταν όρθρος, έδωσε εντολή,  αφού προγευματίσουν, να επιβιβαστούν στα πλοία, και αφού έκανε όλες τις προετοιμασίες σα να επρόκειτο για ναυμαχία  και αφού τοποθέτησε τα παραπετάσματα, προειδοποίησε να μην κινηθεί κανείς από τη θέση του ούτε να βγει ανοιχτά στη θάλασσα. Οι Αθηναίοι με την ανατολή του ήλιου παρατάχτηκαν μπροστά στο λιμάνι σε μέτωπο σα (να επρόκειτο) για ναυμαχία. Επειδή όμως ο Λύσανδρος δεν έβγαλε τα καράβια του να τους αντιμετωπίσει και η μέρα είχε προχωρήσει, αναχώρησαν πίσω στους Αιγός Ποταμούς. Ο Λύσανδρος τότε διέταξε τα γρηγορότερα από τα καράβια του να ακολουθούν τους Αθηναίους, και αφού παρατηρήσουν τι κάνουν όταν αποβιβαστούν, να επιστρέψουν και να του το αναφέρουν. Και δεν αποβίβασε (τους ναύτες) από τα καράβια, παρά αφού αυτά γύρισαν. Αυτά τα έκανε για τέσσερις μέρες. Και οι Αθηναίοι ανοίγονταν στο πέλαγος εναντίον του.

Ο Αλκιβιάδης, όταν παρατήρησε πάνω από τα τείχη από τη μια μεριά τους Αθηναίους να έχουν αγκυροβολήσει σε ανοιχτή παραλία όχι κοντά σε κάποια πόλη και να αναζητούν τροφή από τη Σηστό, ενώ τους εχθρούς μέσα σε λιμάνι κοντά σε πόλη να έχουν τα πάντα, είπε ότι αυτοί δεν έχουν αγκυροβολήσει σε καλό μέρος, και τους συμβούλευε να μετακινηθούν σε άλλο αγκυροβόλιο στη Σηστό μέσα σε λιμάνι και κοντά σε πόλη. Αν είστε εκεί, θα ναυμαχήσετε, είπε, όταν θέλετε. Οι στρατηγοί όμως, και κυρίως ο Τυδέας και ο Μένανδρος, τον διέταξαν να απομακρυνθεί, γιατί αυτοί τώρα ήταν στρατηγοί και όχι εκείνος. Και αυτός έφυγε.

Ο Λύσανδρος, όταν ήταν η πέμπτη μέρα που οι Αθηναίοι έπλεαν εναντίον τους, είπε σ’  αυτούς που τους ακολουθούσαν με διαταγή του, όταν τους παρατηρήσουν να έχουν αποβιβαστεί και διασκορπιστεί στη Χερσόνησο (πράγμα που έκαναν πολύ περισσότερο κάθε μέρα και γιατί αγόραζαν τα τρόφιμα από μακριά και γιατί περιφρονούσαν πια το Λύσανδρο, επειδή δεν έβγαζε τα καράβια του εναντίον τους), αφού αποπλεύσουν πίσω σε αυτόν να σηκώσουν ψηλά μια ασπίδα στη μέση της διαδρομής. Αυτοί έκαναν αυτά, όπως τους διέταξε.

 

Βιβλίο 2, κεφάλαιο 2, παράγραφοι 28-29

Ο Λύσανδρος τότε  αμέσως έδωσε σύνθημα να πλεύσουν όσο πιο γρήγορα μπορούσαν, και πήγαινε μαζί και ο Θώρακας με το πεζικό. Ο Κόνωνας, όταν είδε την επίθεση, έδωσε σήμα να τρέξουν  αμέσως στα πλοία με όλες τους τις δυνάμεις. Καθώς όμως οι άνθρωποι ήταν διασκορπισμένοι, άλλα πλοία βρέθηκαν με δυο σειρές κωπηλάτες, άλλα με μια σειρά και άλλα ήταν εντελώς άδεια. Το πλοίο του Κόνωνα και άλλα επτά γύρω απ’ αυτό με όλο το πλήρωμά  τους και η Πάραλος ανοίχτηκαν στο πέλαγος όλα μαζί, ενώ όλα τα άλλα τα κυρίευσε ο Λύσανδρος κοντά στην ακτή. Τους περισσότερους άνδρες τους συνέλαβε στη στεριά, μερικοί όμως κατέφυγαν στα μικρά οχυρά. Ο Κόνωνας φεύγοντας με τα εννέα πλοία, όταν αντιλήφθηκε ότι οι Αθηναίοι είχαν καταστραφεί, αφού προσορμίστηκε στην Αβαρνίδα, το ακρωτήριο της Λαμψάκου, πήρε από εκεί τα μεγάλα πανιά των καραβιών του Λυσάνδρου, και ο ίδιος με τα οκτώ πλοία αναχώρησε για την Κύπρο στον Ευαγόρα, ενώ η Πάραλος προς την Αθήνα για να αναγγείλει τα γεγονότα.

 

Βιβλίο 2, κεφάλαιο 2, παράγραφοι 30-32

Ο Λύσανδρος στη συνέχεια οδήγησε στη Λάμψακο και τα πλοία και τους αιχμαλώτους και όλα τα άλλα, και από τους στρατηγούς συνέλαβε και άλλους και το Φιλοκλή και τον Αδείμαντο. Τη μέρα που τα έκανε αυτά, έστειλε το Θεόπομπο από τη Μίλητο, τον πειρατή, στη Λακεδαίμονα για να αναγγείλει τα γεγονότα, ο οποίος, αφού έφτασε την τρίτη μέρα, τα ανακοίνωσε.

Μετά από αυτά ο Λύσανδρος, αφού συγκέντρωσε τους συμμάχους, έδωσε εντολή να συσκεφτούν για τους αιχμαλώτους. Τότε λοιπόν διατυπώνονταν πολλές κατηγορίες για τους Αθηναίους,  και για τις παρανομίες που είχαν ήδη διαπράξει και για αυτά που είχαν αποφασίσει να κάμουν, αν νικούσαν στη ναυμαχία, να κόψουν δηλαδή το δεξί χέρι όσων θα συλλαμβάνονταν ζωντανοί και επειδή, όταν κυρίεψαν δυο τριήρεις, μία από την Άνδρο και μία από την Κόρινθο, πέταξαν από αυτές στη θάλασσα όλους τους άνδρες. Ο Φιλοκλής ήταν ο στρατηγός των Αθηναίων, ο οποίος τους θανάτωσε. Λέγονταν και άλλα πολλά και τελικά αποφάσισαν να θανατώσουν από τους αιχμαλώτους όσους ήταν Αθηναίοι εκτός από τον Αδείμαντο, επειδή αυτός μόνο στην εκκλησία του δήμου είχε αντίθετη άποψη στο ψήφισμα για το κόψιμο των χεριών. Κατηγορήθηκε όμως από κάποιους ότι πρόδωσε τα πλοία. Ο Λύσανδρος, αφού ρώτησε πρώτα το Φιλοκλή, ο οποίος  πέταξε στη θάλασσα τους Ανδριώτες και τους Κορινθίους, τι άξιζε να πάθει, αφού αυτός άρχισε να παρανομεί στους Έλληνες, τον έσφαξε.

 

 

 

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

 

2, 2, 1-2

 

Αφού τακτοποίησε τα πράγματα στη Λάμψακο, έπλεε ενάντια στο Βυζάντιο και στην Καλχηδόνα. Οι κάτοικοι τον υποδέχονταν, αφού άφησαν  ελεύθερους σύμφωνα με συνθήκες τους φρουρούς των Αθηναίων. Εκείνοι οι οποίοι πρόδωσαν στον Αλκιβιάδη το Βυζάντιο κατέφυγαν τότε στον Πόντο και αργότερα στην Αθήνα και έγιναν Αθηναίοι. Ο Λύσανδρος και τους φρουρούς των Αθηναίων και, αν κάπου έβλεπε κάποιον άλλο Αθηναίο, έστελνε (άφηνε ελεύθερο να φύγει) στην Αθήνα, προσφέροντας ασφάλεια μόνο σ’ εκείνους που έπλεαν προς τα κει και όχι προς άλλο μέρος, γνωρίζοντας ότι όσο περισσότεροι συγκεντρώνονταν στην πόλη και στον Πειραιά, γρηγορότερα θα τελείωναν τα απαραίτητα (τρόφιμα). Αφού άφησε  αρμοστή στο Βυζάντιο και στην Καλχηδόνα το Σθενέλαο, που ήταν Λάκωνας, ο ίδιος αναχώρησε στη Λάμψακο και επισκεύαζε τα πλοία.

 

 

2, 2, 3-4

 

Στην Αθήνα, όταν έφτασε η Πάραλος τη νύχτα, διαδιδόταν η συμφορά, και θρήνος από τον Πειραιά μέσα από τα Μακρά Τείχη μεταδιδόταν στην πόλη, καθώς ο ένας το ανακοίνωνε στον άλλο. Ώστε εκείνη τη νύχτα δεν κοιμήθηκε κανείς, γιατί πενθούσαν όχι μόνο τους νεκρούς, αλλά πολύ περισσότερο ακόμα οι ίδιοι τους εαυτούς τους , επειδή πίστευαν ότι θα πάθουν  όσα έκαναν στους κατοίκους της Μήλου, οι οποίοι ήταν άποικοι των Λακεδαιμονίων, όταν τους νίκησαν σε πολιορκία, και στους κατοίκους της Ιστιαίας και της Σκιώνης και της Τορώνης και της Αίγινας και σε πολλούς άλλους Έλληνες. Την επομένη όμως συγκάλεσαν συνέλευση του λαού, στην οποία αποφάσισαν να επιχωματίσουν τα λιμάνια εκτός από ένα και να επισκευάζουν τα τείχη και να τοποθετούν φρουρούς και ως προς όλα τα άλλα να προετοιμάζουν την πόλη σα να επρόκειτο για πολιορκία.


Μετάφραση   2,2, 16-23

 

Ο Λύσανδρος έστειλε στους εφόρους ανάμεσα σε άλλους Λακεδαιμονίους τον Αριστοτέλη, ο οποίος ήταν Αθηναίος πολιτικός εξόριστος, για να ανακοινώσει ότι αποκρίθηκε στο Θηραμένη ότι εκείνοι είναι αρμόδιοι σε θέματα ειρήνης και πολέμου. Ο Θηραμένης και οι άλλοι πρέσβεις, όταν ήταν στη Σελλασία και ρωτήθηκαν για ποιο λόγο είχαν έρθει, είπαν ότι (είχαν έρθει) με απόλυτη εξουσία για το θέμα της ειρήνης και  μετά από αυτά οι έφοροι διέταξαν να τους καλέσουν. Όταν ήρθαν, συγκάλεσαν συνέλευση, στην οποία εξέφραζαν αντιρρήσεις οι Κορίνθιοι και οι Θηβαίοι κυρίως, αλλά και πολλοί άλλοι Έλληνες, να μη συνθηκολογούν με τους Αθηναίους, αλλά να  τους καταστρέφουν.

Οι Λακεδαιμόνιοι όμως αρνήθηκαν να υποδουλώσουν μια πόλη ελληνική που είχε προσφέρει μεγάλες υπηρεσίες στους πολύ σοβαρούς κινδύνους  που είχαν προκύψει στην Ελλάδα, αλλά δέχονταν να συνάψουν ειρήνη με τον όρο, αφού γκρεμίσουν τα Μακρά Τείχη και τα τείχη του Πειραιά και αφού παραδώσουν τα πλοία εκτός από δώδεκα και αφού δεχτούν την επιστροφή των πολιτικών εξόριστων, θεωρώντας τους ίδιους εχθρούς και φίλους με τους Λακεδαιμονίους, να τους ακολουθούν σε στεριά και θάλασσα, όπου τυχόν τους οδηγούν. Ο Θηραμένης και οι πρέσβεις που ήταν μαζί του έφεραν πίσω στην Αθήνα αυτούς τους όρους.

Καθώς αυτοί έμπαιναν στην πόλη, άρχισε να τους περικυκλώνει μεγάλο πλήθος, επειδή φοβούνταν μήπως είχαν γυρίσει άπρακτοι, γιατί δεν υπήρχε πια περιθώριο να καθυστερούν, εξαιτίας του πλήθους των νεκρών από την πείνα. Την επομένη ανάγγελναν οι πρέσβεις με ποιους όρους δέχονταν οι Λακεδαιμόνιοι να συνάψουν ειρήνη. Μιλούσε εξ ονόματος αυτών ο Θηραμένης υποστηρίζοντας ότι πρέπει να πείθονται στους Λακεδαιμόνιους και να γκρεμίζουν τα τείχη. Καθώς λίγοι του έφεραν αντιρρήσεις, ενώ πολύ περισσότεροι συμφώνησαν, αποφάσισαν να δεχτούν την ειρήνη. Μετά από αυτά και ο Λύσανδρος κατέπλευσε στον Πειραιά και οι πολιτικοί εξόριστοι επέστρεψαν και τα τείχη άρχισαν να γκρεμίζουν με μεγάλη προθυμία με τη συνοδεία μουσικής αυλητρίδων, επειδή πίστευαν ότι εκείνη την ημέρα άρχιζε η ελευθερία στην Ελλάδα.


 

2,4, 39-43

Αφού ολοκληρώθηκαν αυτά, ο Παυσανίας διέλυσε το στράτευμα, ενώ η ομάδα του Πειραιά (οι δημοκρατικοί) ανέβηκαν ένοπλοι στην ακρόπολη και έκαναν θυσία στην Αθηνά. Αφού κατέβηκαν, οι στρατηγοί συγκάλεσαν συνέλευση του λαού, όπου ο Θρασύβουλος είπε:

Εγώ σας συμβουλεύω, είπε, άνδρες της πόλεως (ολιγαρχικοί) να γνωρίσετε τους εαυτούς σας. Και θα τους γνωρίσετε πάρα πολύ καλά, αν αναλογιστείτε για ποιο λόγο εσείς πρέπει να καυχιέστε, ώστε να επιχειρείτε να μας εξουσιάζετε.  Για ποιο λόγο είστε πιο δίκαιοι; Αλλά ο λαός, αν και ήταν φτωχότερος από σας, δε διέπραξε ποτέ ως τώρα καμιά αδικία ενώπιόν σας για τα χρήματα. Εσείς όμως, αν και είστε πλουσιότεροι απ’  όλους, έχετε διαπράξει πολλές αισχρές πράξεις για το κέρδος. Αφού όμως δεν έχετε καμιά σχέση με τη δικαιοσύνη, εξετάστε αν άραγε  πρέπει να καυχιέστε για την ανδρεία σας.  Και ποια κρίση γι’  αυτό μπορεί να είναι καλύτερη, παρά το πώς πολεμήσαμε μεταξύ μας; Αλλά θα μπορούσατε να ισχυριστείτε ότι υπερέχετε σε εξυπνάδα, (εσείς) οι οποίοι αν και είχατε και τείχος και όπλα και χρήματα και τους Πελοποννήσιους (ως) συμμάχους έχετε νικηθεί από εκείνους που δεν είχαν τίποτε απ’ αυτά; Αλλά νομίζετε ότι πρέπει να καυχιέστε για τη σχέση σας με τους Λακεδαιμονίους;  Πώς, οι οποίοι βέβαια όπως παραδίδουν τα σκυλιά που δαγκώνουν, αφού τα δέσουν με θηλιά, έτσι και εκείνοι, αφού σας παρέδωσαν στον αδικημένο αυτό λαό, έφυγαν βιαστικά;

Δεν έχω βέβαια εγώ καμιά αξίωση, άνδρες, να παραβείτε εσείς  τίποτα από αυτά που ορκιστήκατε, αλλά και αυτό κοντά στα άλλα χαρίσματά σας να επιδείξετε, ότι και τους όρκους σας τηρείτε και όσιοι  είστε.

Αφού είπε αυτά και άλλα παρόμοια και ότι δεν πρέπει να προκαλούν καμιά ταραχή, αλλά να τηρούν τους πατροπαράδοτους νόμους, διέλυσε τη συνέλευση.

Και τότε αφού όρισαν άρχοντες περνούσαν (ήσυχα) την πολιτική τους ζωή. Αργότερα όμως, όταν άκουσαν ότι οι (τριάντα) από την Ελευσίνα στρατολογούν ξένους μισθοφόρους, εκστράτευσαν εναντίον τους με όλες τους τις δυνάμεις και τους στρατηγούς τους, όταν ήρθαν σε διαπραγματεύσεις, τους σκότωσαν, ενώ τους άλλους, αφού έστειλαν (σ’ αυτούς) τους φίλους και συγγενείς,  τους έπεισαν να συμφιλιωθούν. Και αφού έδωσαν όρκους ότι αληθινά δε  θα μνησικακήσουν, ακόμα και τώρα ζουν αρμονικά ως πολίτες και ο λαός μένει πιστός στους όρκους.

Περίληψη: Βιβλίο 2. Κεφάλαιο 4. Παράγραφοι 1-23

Σεπ 200919

Για να γλιτώσουν από τις αυθαιρεσίες των Τριάντα, οι οποίες πληθαίνουν μετά την εκτέλεση του Θηραμένη, πολλοί Αθηναίοι καταφεύγουν στις γειτονικές πόλεις, τα Μέγαρα και τη Θήβα.

Ένας απ’ αυτούς, ο Θρασύβουλος, με 70 άνδρες καταλαμβάνει το οχυρό της Φυλής έξω από την Αθήνα, ενώ οι Τριάντα εξαιτίας της χιονόπτωσης δεν καταφέρνουν να τους επιτεθούν, και για να προστατεύσουν την ύπαιθρο από ενδεχόμενες λεηλασίες στέλνουν στρατιωτικές δυνάμεις σε μια περιοχή κοντά στη Φυλή. Ο Θρασύβουλος με τους άνδρες του, που έχουν γίνει περίπου 700, πλησιάζουν τη νύχτα την ομάδα των ολιγαρχικών και το πρωί τους επιτίθενται αιφνιδιαστικά και στη  συνέχεια επιστρέφουν στη Φυλή.

Μετά από αυτό οι Τριάκοντα δεν νιώθουν ασφαλείς και αποφασίζουν να καταλάβουν την Ελευσίνα, για να την έχουν ως καταφύγιο σε ώρα ανάγκης. Με ύπουλο τρόπο συλλαμβάνουν και οδηγούν όλους τους Ελευσίνιους αιχμάλωτους στην Αθήνα, όπου η συνέλευση με φανερή ψηφοφορία μπροστά στη σπαρτιατική φρουρά αναγκάζεται να ψηφίσει την εκτέλεσή τους.

Στο μεταξύ ο Θρασύβουλος με 1000 περίπου άνδρες ανηφορίζει στον Πειραιά και οι Τριάντα σπεύδουν εκεί με όλες τους τις δυνάμεις: τους τρισχιλίους, τους ιππείς και τη σπαρτιατική φρουρά. Οι δημοκρατικοί συσπειρώνονται  τότε στο λόφο της Μουνιχίας, ενώ οι ολιγαρχικοί στην Ιπποδάμειο αγορά, και από κει αρχίζουν να ανηφορίζουν το λόφο, στον οποίο βρίσκονται οι δημοκρατικοί.

Λίγο πριν αρχίσει η μάχη ο Θρασύβουλος μιλά στους άνδρες του για να τους εμψυχώσει, υπενθυμίζοντάς τους την πρόσφατη νίκη  τους και τα εγκλήματα των Τριάντα και τονίζοντας τα πλεονεκτήματα της θέσης στην οποία βρίσκονται έναντι των αντιπάλων τους.

Ο Θρασύβουλος ακολουθούσε τις συμβουλές του μάντη, που είχε πει να μην επιτεθούν, αν δεν χτυπηθεί κάποιος δικός τους και τότε θα ορμούσε μπροστά ο μάντης, θα σκοτωνόταν, αλλά οι δημοκρατικοί θα νικούσαν. Πραγματικά έτσι και έγινε: ο μάντης σκοτώθηκε και οι δημοκρατικοί νίκησαν τρέποντας σε φυγή τους ολιγαρχικούς, ενώ σκότωσαν αρκετούς από τους Τριάντα και από τους δέκα άρχοντες. Σεβάστηκαν μάλιστα τους νεκρούς, από τους οποίους αφαίρεσαν τον οπλισμό, όχι όμως και τους χιτώνες.

Κατά  την ανταλλαγή των νεκρών άρχισαν να συζητούν. Ένας από αυτούς, ο Κλεόκριτος, απευθυνόμενος στους ολιγαρχικούς προσπάθησε να τους συγκινήσει, υπενθυμίζοντάς τους το κοινό παρελθόν και τη σκληρότητα των πράξεων των Τριάντα και στη συνέχεια  τους κάλεσε να πάψουν να υπακούν σ’ αυτούς, αφού τους οδήγησαν σε εμφύλια σύγκρουση, ενώ θα μπορούσαν να ζήσουν ειρηνικά όπως πριν.

Οι ολιγαρχικοί αποσύρουν τους άνδρες τους, για να μην ακούν τον Κλεόκριτο, και επιστρέφουν στην Αθήνα. Την επομένη όσοι έχουν απομείνει από τους Τριάκοντα δεν μπορούν να αποφασίσουν τι να κάνουν ενώ και οι τρισχίλιοι είναι διχασμένοι: όσοι έχουν διαπράξει εγκλήματα φοβούνται και μένουν ανυποχώρητοι, ενώ οι υπόλοιποι προτείνουν να αντισταθούν στους Τριάντα. Τελικά αποφασίζουν την καθαίρεση των Τριάντα και εκλέγουν 10 νέους άνδρες, έναν από κάθε φυλή.

Περίληψη 2, 3, 50-56

Σεπ 200919

Η βουλή δείχνει ευνοϊκές διαθέσεις στο Θηραμένη μετά την απολογία του. Ο Κριτίας, που προβλέπει την αθώωση του αντιπάλου του, συνομιλεί με τους Τριάκοντα και ύστερα από ομόφωνη απόφαση, καλεί μπροστά στους βουλευτές τους ένοπλους νεαρούς. Παρουσιάζεται ως προστάτης των δικαστών από μια ενδεχόμενη δικαστική πλάνη και δηλώνει ότι αυτός, οι λοιποί τριάκοντα και οι μαχαιροφόροι νέοι δε θα το επιτρέψουν. Στη συνέχεια διαγράφει -με τη συγκατάθεση των τριάκοντα- το όνομα του Θηραμένη από τον κατάλογο των τρισχιλίων και προκαταλαμβάνει τη θανατική καταδίκη του.

Ο Θηραμένης μόλις άκουσε τη θανατική του καταδίκη αναπήδησε στο βωμό της βουλής και από εκεί απηύθυνε θερμή και νόμιμη παράκληση στους βουλευτές να τον προστατεύσουν κατά το νόμο. Είναι όμως βέβαιος για το θάνατό του και θέλει με αυτό να αποδείξει σε όλους πόσο άδικοι και ασεβείς είναι οι Τριάκοντα. Στο τέλος εκφράζει την έκπληξή του για την απάθεια των βουλευτών, ενώ πρέπει να ξέρουν ότι τους περιμένει η ίδια τύχη. Στη συνέχεια εισέρχονται οι Ένδεκα, και ο Κριτίας τους παραδίδει τον καταδικασμένο Θηραμένη με την εντολή να τον εκτελέσουν.

Οι εντολοδόχοι του Κριτία αποσπούν βίαια το Θηραμένη από το βωμό, ενώ αυτός επικαλείται  ως μάρτυρες θεούς και ανθρώπους. Η βουλή φοβισμένη από τα διαδραματιζόμενα και αμήχανη σιωπά. Το θύμα το σέρνουν μέσα από την αγορά, ενώ διαμαρτύρεται. Τον απειλεί ο Σάτυρος, αλλά εκείνος του απαντά με ειρωνεία. Κι όταν πίνει το κώνειο έχει το ψυχικό σθένος να κάνει χιούμορ, γεγονός που επαινεί και ο ιστορικός.

 

Η ναυμαχία στους Αιγός ποταμούς: Η προδοσία του Αδείμαντου και το τέλος του πελοποννησιακού πολέμου

Ιούλ 200929

Η ναυμαχία στους Αιγός ποταμούς:

Η προδοσία του Αδείμαντου και το τέλος του πελοποννησιακού πολέμου

 

Η εργασία που έχετε μπροστά σας είναι προϊόν προβληματισμού που προέκυψε  και μας απασχόλησε κατά τη διάρκεια της χρονιάς  στην τάξη που έδωσε  αφορμή  να διατυπωθούν διαφορετικές απόψεις που  διεύρυναν την ιστορική ματιά μας. Οι παρακάτω σκέψεις έχουν διατυπωθεί με αφορμή τη φράση τιάθη μέντοι πό τινων προδοναι τς νας, που αναφέρεται στον Αδείμαντο.

Αρχικά σχηματίζουμε την εντύπωση  ότι ο  Ξενοφώντας προσπερνά βιαστικά το όνομα του Αδείμαντου, χωρίς να διατυπώσει κανένα σχόλιο. Η αοριστία όσον αφορά τους κατηγόρους και το χρόνο της κατηγορίας κάνει το ύφος του ιστορικού σιβυλλικό και αόριστο.

Ας ανακεφαλαιώσουμε τα ιστορικά γεγονότα  μέχρι την αναφορά του Ξενοφώντα στον Αδείμαντο. Η ναυμαχία στους Αιγός ποταμούς έχει τελειώσει με τη συντριπτική ήττα των Αθηναίων οι οποίοι έχασαν τα 171 από τα 180 πλοία τους. Ο Λύσανδρος συσκέπτεται με τους συμμάχους για την τύχη των αιχμαλώτων. Ακούγονται οι σκληρές κατηγορίες που βαραίνουν τους Αθηναίους και, αφού έχει εκδοθεί το αποτέλεσμα που βάσει της οπτικής του Ξενοφώντα επιρρίπτει την ευθύνη στους Αθηναίους, ο ιστορικός αφήνει αιωρούμενη την εκδοχή της προδοσίας του Αδείμαντου χωρίς κανένα σχόλιο, πράγμα που μας αναγκάζει να ξαναδιαβάσουμε τα γεγονότα, προκειμένου να εκδώσουμε ως αναγνώστες την ετυμηγορία μας για τους υπεύθυνους . Γιατί, αν αληθεύει αυτή η άποψη, τότε θα πρέπει να δούμε διαφορετικά και την προσωπικότητα του Λυσάνδρου,  όπως παρουσιάζεται στο κείμενο, και την ευθύνη  των Αθηναίων στρατηγών για τους οποίους ο ιστορικός τηρεί μια απαξιωτική στάση.

Θα πρέπει να ξεκινήσουμε από τον ιστορικό, μιας κι αυτός είναι ο σύνδεσμός  του αναγνώστη με τα πρόσωπα και τα γεγονότα του κειμένου. Στο χρόνο των γεγονότων ο Ξενοφών, περίπου 22 χρόνων, βρίσκεται στην Αθήνα και συμπεραίνουμε ότι δεν πήρε μέρος στη ναυμαχία, γιατί αλλιώς θα είχε θανατωθεί από το Λύσανδρο μαζί με όλους τους άλλους Αθηναίους. Έζησε την καταστροφή της Αθήνας στην Αθήνα. Έγραψε για την καταστροφή αυτή όμως μετά από πολλές περιπέτειες που συνέβησαν στην πολιτική και προσωπική του ζωή σε έδαφος φίλα διακείμενο προς τους Σπαρτιάτες στο Σκιλλούντα της Ηλείας με την εύνοια που δείχνει στο πρόσωπό του ο Σπαρτιάτης βασιλιάς Αγησίλαος, για χάρη του οποίου ο ίδιος πρόδωσε την πατρίδα του το 495 στη μάχη της Κορώνειας, ώστε να του έχουν τιμητικά παραχωρήσει το κτήμα αυτό, όπου και επιδίδεται με όλη την ησυχία του στη συγγραφή. Έχει αποχωρήσει από την Αθήνα πολύ νωρίτερα παίρνοντας μέρος στην εκστρατεία εναντίον του Αρταξέρξη,  ίσως και λόγω της αμφισβητούμενης δράσης του, ολιγαρχικός ων, κατά τη διάρκεια της οκτάμηνης διακυβέρνησης των Τριάκοντα που αποτέλεσε μια από τις πιο σκοτεινές σελίδες στην ιστορία της Αθήνας και του ίδιου. Η λέξη προδοσία είναι μια λέξη που ο ίδιος έχει βιώσει προσωπικά,καθώς  έχει (αυτό)εξοριστεί από την πατρίδα του, μια λέξη που επικυρώθηκε με την ερήμην καταδίκη του. Για τον Ξενοφώντα η λέξη προδοσία είναι μια λέξη με ιδιαίτερη σημασιολογική βαρύτητα:  «στο σπίτι του κρεμασμένου δε μιλάνε για σκοινί»…

Το γεγονός της ήττας στους Αιγός Ποταμούς το έζησε από την αθηναϊκή σκοπιά,  το συνέγραψε υπό φιλολακωνική σκοπιά και στα χρόνια που πέρασαν μέχρι τον αδιευκρίνιστο χρόνο της συγγραφής είχε την ευκαιρία να διαμορφώσει την προσωπική του άποψη για τα γεγονότα.

Ανεξάρτητα από την άποψη που υποστηρίζει το σχολικό βιβλίο για την αντικειμενικότητα του Ξενοφώντα στην παρουσίαση των ιστορικών γεγονότων ο ιστορικός αναγνώστης οφείλει να κάνει τη δική του έρευνα.

 

Ας διαβάσουμε την ιστορία όπως την παρουσιάζει ο Ξενοφώντας 2,1,16-32 χωρίς να λάβουμε υπ’ όψιν μας τη φράση τιάθη μέντοι πό τινων προδοναι τς νας.

Ο Λύσανδρος ανηφορίζει από το νότιο Αιγαίο προς τον Ελλήσποντο με συγκεκριμένους και προδιαγραμμένους σκοπούς έχοντας επιλέξει το έδαφος στο οποίο θα ξεκαθαρίσει τελειωτικά τους λογαριασμούς του με τους Αθηναίους. Έχοντας το γνώθι σ’ αυτόν του εαυτού του, των συμμαχικών του δυνάμεων, καθώς και των δυνάμεων των αντιπάλων, πιο σωστά αναγνωρίζοντας την ναυτική υπεροχή του εχθρού, έχει τη σύνεση να μην αναμετρηθεί μαζί τους ακόμα, αν και  έχει δημιουργήσει πολυάριθμο στόλο χάρη και στις προσωπικές του σχέσεις με τον  τότε πρίγκιπα Κύρο, που είναι διατεθειμένος να κομματιάσει το θρόνο του για να του δώσει χρήματα. Αναγνωρίζει την πολυετή πείρα των Αθηναίων στο θαλάσσιο χώρο, καθώς η στρατιωτική ικανότητα των Σπαρτιατών περιορίζεται στο χερσαίο, όπου βέβαια κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει την υπεροχή τους , αλλά και τα χρήματα που έχει καταφέρει να πάρει παρά την παρελκυστική πολιτική του Αλκιβιάδη, που αυτό τον καιρό δρα εις βάρος της Σπάρτης έχει καταφέρει να αποκτήσει τους πιο ακριβοπληρωμένους και επομένως ικανούς κωπηλάτες. Θα πρέπει βέβαια να υποθέσουμε ότι και οι Αθηναίοι με τον ίδιο τρόπο είχαν αποκτήσει τα πληρώματα των 180 πλοίων τους, που πρέπει να ανέρχονται σε έναν αριθμό πάνω από 30.000 που δεν μπορεί να συμπληρώσει η Αθήνα ούτε από τους ελεύθερους πολίτες της ούτε από τους μέτοικους. Εκτιμώντας ρεαλιστικά και χωρίς παρωπίδες ή εξωραϊσμούς την κατάσταση κρίνει άστοχη μια αναμέτρηση με τον αθηναϊκό στόλο στο ανοιχτό πέλαγος ή δεν τολμά να αντιμετωπίσει όλες τις δυνάμεις του. Είναι σοφία να βλέπεις τις αδυναμίες σου και ανοησία, όπως αποδείχτηκε, το αντίθετο για τους Αθηναίους.

Ακόμα κι αν υπήρξε προδοσία, αυτή δεν αναιρεί τα εγκληματικά στρατηγικά λάθη της αθηναϊκής ηγεσίας ως προς την επιλογή του χώρου, τις δυνατότητες ανεφοδιασμού, την απουσία κατασκοπείας και αντικατασκοπείας, την ανοχή απειθαρχίας και χαλάρωσης των πληρωμάτων που απομακρύνονται από τα καράβια τους. Όλα αυτά τα λάθη βέβαια, η αμέλεια, μπορούν να δικαιολογηθούν και να καλυφθούν πίσω από μια προδοσία. Αν οι Αθηναίοι είχαν αγκυροβολήσει στη Σηστό και όχι τόσο κοντά στον εχθρό σε απόσταση 10 έως 20 λεπτών το πολύ, αν υπολογίσουμε τη μέγιστη ταχύτητα που μπορούν να αναπτύξουν οι τριήρεις (γύρω στους 10 κόμβους για να καλύψει απόσταση μικτότερη από 3 χιλιόμετρα,  όπως επισημαίνει ο Αλκιβιάδης του Πλουτάρχου, θα μπορούσε ο Λύσανδρος να εφαρμόσει την αιφνιδιαστική του επίθεση. Κατ’ αρχήν  δε θα υπήρχε λόγος να απομακρύνονται από το πλάι τους, οπότε ο Λύσανδρος δε θα τα έβρισκε ποτέ αφύλακτα, οπότε δεν υπήρχε ποτέ η περίπτωση να τους επιτεθεί αναγνωρίζοντας την ανωτερότητά τους. Ο Αλκιβιάδης που έχε πληρώσει με άσχημο τρόπο, την απομάκρυνση του από τη στρατιωτική και πολιτική σκηνή τη  Αθήνας για δεύτερη φορά, μετά την αιφνιδιαστική επίθεση του Λύσανδρου στο Νότιο, όπου ξεγέλασε τον Αντίοχο που είχε αφήσει στη θέση του,  ξέρει ότι ο Λύσανδρος είναι ένας άνθρωπος ικανός για όλα, απρόβλεπτος, που πρέπει ανά πάσα στιγμή και με κάθε τρόπο να φυλάγεσαι απ’ αυτόν και όχι να του προσφέρεσαι εντελώς απροστάτευτος. Οι Αθηναίοι ήταν εντελώς ανίκανοι ή ήταν χαλαροί εξαιτίας μιας προαποφασισμένης προδοτικής συμπεριφοράς; Η υποτίμηση του αντιπάλου είναι ικανή να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα λάθη τους ή πρέπει να  αποδεχτούμε την εκδοχή της προδοσίας;

 

Το ερώτημα είναι: μια ενδεχόμενη προδοσία του Αδείμαντου μειώνει πόντους από τη βαθμολογία μας στα ηγετικά προσόντα του Λύσανδρου και αθωώνει τους Αθηναίους στρατηγούς για την ήττα τους;

Η ιστορία στα χρόνια που έφτασαν ως τις μέρες μας δε συνδέει το τέλος του πελοποννησιακού πολέμου με μια προδοσία, όπως έγινε για παράδειγμα με τη μάχη των Θερμοπυλών. Διαφορετικός πόλεμος θα μου πείτε. Εθνικοαπελευθερωτικός ο  ένας, εμφύλιος ο άλλος με το μοναδικό ιστορικό  Ξενοφώντα να βρίσκεται στη μέση σε ένα πολύ ευαίσθητο ρόλο, αν κρίνουμε μάλιστα και από την επιστροφή του κατά το τέλος της ζωής του στην Αθήνα.

Ο Λύσανδρος είχε ανάγκη από ένα προδότη να νικήσει τον ισχυρότερο στα ναυτικά αντίπαλο του , καθώς κάτι τέτοιο θα μείωνε τις στρατιωτικές του ικανότητες ή απλώς θα διευκόλυνε το έργο του; Ή ούτως ή άλλως ο Λύσανδρος θα τα κατάφερνε και χωρίς εξωτερική βοήθεια;  Το ερώτημα που παραμένει προς απάντηση είναι : όταν ο Λύσανδρος ανηφορίζει το Αιγαίο κατευθυνόμενος προς τον Ελλήσποντο, παρασύρει τον αντίπαλο του σε μια θανάσιμη παγίδα γνωρίζοντας τις αδυναμίες του, έχοντας φροντίσει να αγκυροβολήσει σε ένα απόλυτα ασφαλές μέρος για όσο χρόνο χρειαστεί, καθώς ο ανεφοδιασμός από τη βάση ήταν αδύνατος. Το γεγονός όμως ότι οι Αθηναίοι αγκυροβολούν 15 στάδια μόλις μακριά του και όχι στη Σηστό που θα τους επέτρεπε να έχουν την ίδια ασφάλεια μ’ εκείνον δεν είναι θέμα δικής του ευφυΐας, αλλά εσφαλμένης πολιτικής της αθηναϊκής πολιτικής ηγεσίας .

 Το γεγονός ότι ο Ξενοφών δεν αναφέρει το όνομα του Κόνωνα παρά μόνο στην παρ 28, όταν αρχίζει η επίθεση και αναφέρεται στους Αθηναίους γενικά, ενώ τους Σπαρτιάτες τους αντιπροσωπεύει επάξια το όνομα του Λυσάνδρου, επιλογή ίσως ανάλογη του πολιτεύματός τους, δείχνει μια απαξιωτική ή τουλάχιστον υποτιμητική στάση προς τους συμπατριώτες του. Και τον ίδιο το Λύσανδρο όμως δεν αντιμετωπίζει χωρίς χρωματιστά γυαλιά, αν λάβουμε υπόψη μας τις προσωπικές σχέσεις του με τον Αγησίλαο και τις μεταβληθείσες σχέσεις του Αγησίλαου με το Λύσανδρο εξαιτίας των πολιτικών φιλοδοξών του τελευταίου. Όταν γράφει ο Ξενοφώντας, ο Λύσανδρος έχει σκοτωθεί και ο Ξενοφών δε θέλει να στεναχωρήσει το φίλο και προστάτη του Αγησίλαο, του οποίου οι σχέσεις είχαν ψυχρανθεί με το Λύσανδρο.

 Μια υποψία προδοσίας θα στερούσε πόντους εκτίμησης στις στρατηγικές ικανότητες του Λυσάνδρου. Όμως ο Λύσανδρος ήταν ένας άνδρας ικανός για όλα, και το απέδειξε και η μετέπειτα πολιτική δράση του, η προώθηση στο θρόνο του κατά τα άλλα ακατάλληλου βάσει των θεσμών της Σπάρτης Αγησίλαου και η προσπάθεια να τροποποιήσει τους ίδιους τους πολιτικούς θεσμούς της Σπάρτης μεταβάλλοντας το βασιλικό αξίωμα από κληρονομικό σε αιρετό, στο οποίο είχε βλέψεις ο ίδιος αποκλειόμενος από τους θεσμούς λόγω καταγωγής, δείχνουν ότι μπορούσε να κάνει τα πάντα.

 Ο Λύσανδρος παρουσιάζεται νομοταγής: αμέσως μετά τη νίκη κάνει την αναφορά του στη Σπάρτη μέσω ενός πειρατή. Στο διπλωματικό του οπλοστάσιο του βρίσκονται κάθε είδους άνθρωποι που μπορεί να του φανούν χρήσιμοι: ο Μιλήσιος πειρατής Θεόπομπος, ο Αθηναίος  πολιτικός εξόριστος Αριστοτέλης. Ξέρει ποιον πρέπει να χρησιμοποιήσει και πού. Σε θέσεις εξουσίας βέβαια δεν εμπιστεύεται παρά μόνο Σπαρτιάτες ( στην ηγεσία του πεζικού το Θώρακα το Λακεδαιμόνιο, καθώς και αρμοστές στο Βυζάντιο και στη Χαλκηδόνα). Σε οποιαδήποτε άλλη θέση μπορεί να χρησιμοποιήσει οποιονδήποτε. Ένας τέτοιος άνθρωπος υποτιμάται ή όχι όταν χρησιμοποιεί έναν ακόμα προδότη στο έργο του;

 

 Ομολογουμένως ο Ξενοφώντας αφήνει αδιευκρίνιστο  το  κρίσιμο για την ερμηνεία των γεγονότων σημείο : η αποστολή κατασκοπευτικών πλοίων πίσω από τους Αθηναίους επί πέντε ημέρες συνεχώς έγινε για να γνωρίσει τις κινήσεις των Αθηναίων ή απλώς για να επιβεβαιώσει τις υποψίες του ότι οι Αθηναίοι διασκορπίζονταν αναζητώντας τρόφιμα στη Χερσόνησο; Κι αν πρόκειται για επιβεβαίωση,  είναι μια προσωπική του υποψία που στηρίχτηκε στις άριστες γνώσεις γεωμορφολογίας ή στις πληροφορίες ενός προδότη;

Εκεί που δεν ταιριάζει το δέρμα του λιονταριού πρέπει να χρησιμοποιούμε το δέρμα της αλεπούς.

 

Οι άριστες ηγετικές ικανότητες του Λύσανδρου είτε έτσι είτε αλλιώς δε μειώνονται ακόμα κι αν ο Ξενοφώντας τσιγκουνεύεται μια καλή κουβέντα για τον τεράστιο άθλο που επιτέλεσε: να τελειώσει ένα πόλεμο 27 χρόνων μέσα σε μια ώρα, όπως γράφει ο Πλούταρχος στο βίο του Λύσανδρου. Και ο Πλούταρχος δε φείδεται επαινετικών σχολίων για τον Σπαρτιάτη. Στα χρόνια που πέρασαν ως την εποχή του ο χρόνος λειτούργησε πολλαπλασιαστικά στη φήμη του Λύσανδρου, έχοντας αρχίσει βέβαια ενώ ήταν ακόμα εν ζωή: είναι ο μόνος εν ζωή που στήθηκε άγαλμα προς τιμήν του και τα Ηραία στη Σάμο μετονομάστηκαν σε Λυσάνδρεια.  Άλλος ο σκοπός, τα πρόσωπα, η εποχή, το γραμματειακό είδος.

Το ερώτημα είναι: ανεξάρτητα από τα χρώματα με τα οποία ήθελε να σκιαγραφήσει ο Ξενοφώντας το Λύσανδρο, εκτός κι αν έχει αφομοιωθεί προς το λακωνικό πνεύμα της εκφραστικής συντομίας, πώς παρουσιάζονται οι Αθηναίοι; Ο Ξενοφώντας τους έχει απογυμνώσει εντελώς, έχει καταδείξει όλα τα λάθη τους κι αυτά βήμα προς βήμα, σταδιακά.

Έχει «αδειάσει» τον Κόνωνα, με την απαξιωτική του σιωπή, η  οποία βέβαια κρύβει και μια κατά μέτωπον επίθεση κατηγοριών. Εκεί που το μένος του ξεσπά ανελέητο είναι στην παρουσίαση των νεοεκλεγέντων στρατηγών που η παρουσίασή  τους στην αρχή της εξιστόρησης γεμίζει τον αναγνώστη με προσδοκίες που σταδιακά διαψεύδονται. Δημιουργεί βέβαια ένα κλίμα ανησυχίας, καθώς μας υποψιάζει ή για την ανεπάρκεια των υπαρχόντων ή για την κρισιμότητα της περίστασης ή και για τα δυο. Αποφεύγει βέβαια ή αποσιωπά να μας πει ότι ο Τυδεύς είναι γιος του Λάμαχου, ενός από τους τρεις Αθηναίους στρατηγούς στη Σικελική εκστρατεία, που έχασε τη ζωή του, και να δικαιολογήσει έτσι τη θρασύτατη λεκτική  επίθεσή του στον Αλκιβιάδη. Δεν τους προστατεύει αναφέροντας στοιχεία που βρίσκουμε σε άλλες  πηγές ότι ο Αλκιβιάδης πραγματικά ήθελε να τους κλέψει τη δόξα της νίκης και να δημιουργήσει κατάλληλες  συνθήκες για την επανάκλησή του στην Αθήνα, προσφέροντας στην υπηρεσία τους δέκα χιλιάδες Θράκες που ήταν πρόθυμοι να ακολουθήσουν τις διαταγές του. Ένας ακόμα προδότης με πολύπλευρο ρόλο στο πλαίσιο του πολέμου που ο Ξενοφών σκιαγραφεί με πολύ αδρές γραμμές και στη συγκεκριμένη περίπτωση παρουσιάζει με φωτεινά χρώματα για να αναδείξει τα λάθη των άλλων.

Ο Πλούταρχος στη βιογραφία του Αλκιβιάδη προστατεύει τον βιογραφούμενό του με την υποψία ότι η αποχώρηση του Αλκιβιάδη παρά τις απεγνωσμένες προσπάθειες να μεταπείσει τους ξεροκέφαλους αρχηγούς ήταν αποτέλεσμα της διαπίστωσης ενός αιωρούμενου κλίματος προδοσίας.

Ο Ξενοφώντας παρουσιάζει το Λύσανδρο ως ένα ικανότατο αρχηγό που στηρίχτηκε σε τρεις παράγοντες ταυτόχρονα:  την αξιοποίηση των ηγετικών του προσόντων, την άψογη συνεργασία του με τα πληρώματα του σπαρτιατικού στόλου που είχαν εκπαιδευτεί βάσει της σπαρτιατικής αγωγής να πειθαρχούν τυφλά στις εντολές των ανωτέρων και στην εκμετάλλευση των αδυναμιών του αντιπάλου. Ο Πλούταρχος προσθέτει σ’ αυτά και μια ανθρώπινη πλευρά του  Λυσάνδρου, που συνεννοείται συνεχώς με τους τριήραρχους και το Θώρακα και άλλοτε απειλεί και άλλοτε εμψυχώνει πριν από κρίσιμες στιγμές: όταν οι Αθηναίοι στέκονται έξω από το λιμάνι της Λαμψάκου και προκαλούν σε ναυμαχία ή πριν την κρίσιμη αιφνιδιαστική επίθεση. Ο Ξενοφώντας τον έχει απογυμνώσει σε μια στρατιωτική μηχανή που διατάζει και απειλεί, χωρίς να λαμβάνει υπόψη του ότι πάνω απ’ όλα έχει να κάνει με ανθρώπους. Ίσως ο Ξενοφώντας ζώντας από κοντά τη σκληρή σπαρτιατική εκπαίδευση της αγωγής θεωρεί δεδομένο και για τον αναγνώστη ότι η σπαρτιατική πειθαρχία είναι μια δεδομένη κατάσταση. Δε λαμβάνει όμως υπόψη του ότι τη στιγμή αυτή στα πλοία βρίσκονται και μισθοφόροι, ακριβοπληρωμένοι με τη βοήθεια των περσικών χρημάτων, που όμως δεν έχουν λάβει τη σπαρτιατική αγωγή να θυσιάζουν τη ζωή τους υπέρ πατρίδος, αλλά να μισθώνουν το σώμα τους.

Πληροφορίες για την προδοσία του Αδείμαντου θα βρούμε σε πολλά κείμενα στους αιώνες που ακολούθησαν. Τα πιο κοντινά στα γεγονότα κείμενα  είναι τα Ελληνικά του Ξενοφώντα και ο λόγος του Λυσία Κατά Αλκιβιάδου. Ο γνωστός ρήτορας Λυσίας πήρε μέρος στη ναυμαχία στους Αιγός ποταμούς ως τριήραρχος ενός από τα πλοία που σώθηκαν. Δεν ξεχνάμε βέβαια ότι ήταν μέτοικος, δηλαδή άνθρωπος με περιορισμένα πολιτικά δικαιώματα, αλλά με όλες τις υποχρεώσεις ενός Αθηναίου πολίτη, που πολύ εύκολα θα μπορούσε να ξεσπάσει πάνω του η οργή των Αθηναίων καθότι πήρε μέρος στη ναυμαχία. Τι πιο λογικό να θελήσει  να κάνει από το να αποσείσει από πάνω του κάθε σκιά ενδεχόμενης κατηγορίας ρίπτοντας τα βάρη σε ένα ήδη βεβαρημένο πρόσωπο, τον Αλκιβιάδη;

Το γεγονός ότι ο Αδείμαντος ήταν ο μοναδικός που γλίτωσε τη ζωή του από το πλήθος των αθηναίων αιχμαλώτων και μάλιστα των στρατηγών που κατηγορούνταν για προδοσία  προσφέρει ίσως το οφθαλμοφανές επιχείρημα μιας αδιάσειστης προδοσίας. Το γεγονός  ότι ήταν ο μόνος που στην Αθήνα έδωσε αρνητική ψήφο στο θέμα της αποκοπής των χειρών δεν πρέπει να μας ξαφνιάζει για ανθρώπους που τολμούν μόνοι αυτοί να εναντιώνονται στο κοινωνικό σύνολο υποστηρίζοντας τις απόψεις τους. Το παράδειγμα του Σωκράτη κατά τη δίκη των στρατηγών μετά τη ναυμαχία στις Αργινούσες είναι αρκετό να μας πείσει. Το γεγονός όμως ότι ένας ηθικά ακέραιος άνθρωπος όπως αυτός, αν δεχτούμε αυτή την εκδοχή,  στη συνέχεια βρέθηκε υπό τις εντολές του Λυσάνδρου πραγματικά μπορεί να μας ξαφνιάσει. Μα τι μπορούσε να κάνει ένας άνθρωπος που όλη η ευθύνη ενός πολέμου έχει πέσει πάνω του και καλείται ως εξιλαστήριο θύμα να πληρώσει τα λάθη άλλων; Να επιστρέψει στην Αθήνα και να αντιμετωπίσει την μήνιν των Αθηναίων, ενώ και ο ίδιος ο Κόνων λογικά σκεπτόμενος διέφυγε στην Κύπρο; Μήπως ήταν εξάλλου ο μόνος που αναζήτησε αλλού πολιτική στέγη κινούμενος από το ένστικτο της αυτοσυντήρησης; Αλκιβιάδης (από τους Θουρίους, όταν κλήθηκε για απολογία στην Αθήνα), Δημάρατος, Ιππίας, Θεμιστοκλής είναι μερικά χαρακτηριστικά ονόματα που δείχνουν το ευμετάβλητο της ανθρώπινης συμπεριφοράς που καθορίζεται από τα ταπεινά  ένστικτα και όχι ανώτερα κίνητρα, τη λογική ή την ηθική. Ο Σωκράτης δεν έχει επιδείξει ακόμα το ηθικό του ανάστημα στο χρόνο των γεγονότων, και εξάλλου αποτελεί τη φωτεινή  εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα. Ο Ξενοφών αν και το έχει υπόψη του κατά το χρόνο της συγγραφής, το αφήνει ασχολίαστο.

Ας σκεφτούμε μερικές ακόμη παραμέτρους. Ο Ξενοφών δε θα μπορούσε να ελπίσει ποτέ σε μιαν ανάκληση της εξορίας του και ίσως ίσως να μην το επιθυμούσε κιόλας.  Έγραψε το έργο του για να διαβαστεί στη Σπάρτη. Μετά τη μάχη της Μαντίνειας τον βλέπουμε πιθανόν στην Αθήνα, όπου τα έργα του αναγνώστηκαν δημόσια. Πιθανόν να έκανε τροποποιήσεις στο έργο του για να μπορέσει να γίνει δεκτό κι εκεί. Μήπως η φράση αυτή ήταν μια μεταγενέστερη προσθήκη του για να απαλύνει το κλίμα της επιστροφής του, τώρα πια που Αθήνα και Σπάρτη δεν ήταν δυο εχθροί, αλλά δυο ενωμένες πόλεις εναντίον ενός τρίτου εχθρού, της Θήβας,  δυο πόλεις εξίσου αποδυναμωμένες, όπου δε φαίνεται να έχει σημασία ποιος φταίει για το αποτέλεσμα, όταν το σημαντικό είναι το ίδιο το γεγονός;

 

Η άλλοτε μεγάλη, ισχυρή ιμπεριαλιστική Αθήνα που θρηνεί όταν φτάνει ξαφνικά, εκεί που δεν το περίμενε, η είδηση της καταστροφής και οι επαπειλούμενες συνέπειες της ασύνετης πολιτικής τους παρά τα τόσα λάθη τους αδυνατούν να τα αναγνωρίσουν, απόδειξη ότι τα επαναλαμβάνουν είναι αναμενόμενη πράξη πολιτικής ανωριμότητας να θέλουν να τα επιρρίψουν σε κάποιον άλλο. Το προφανές, το πρόχειρο θύμα,  ο Αδείμαντος,  είναι αυτό από το οποίο αρπάζονται εκείνη τη στιγμή. Πέντε χρόνια αργότερα δεν έχουν ηρεμήσει, καθώς δεν τολμούν να αποδεχτούν και να αναγνωρίσουν τα λάθη τους, να δουν τον εχθρό στον καθρέπτη, και δεν ησυχάζουν μέχρι να βρουν ένα εξιλαστήριο θύμα μεγαλύτερου κύρους και ευρύτερου βεληνεκούς στο πρόσωπο του Σωκράτη.

Το τι διέσωσε η ιστορία των αιώνων που ακολούθησαν είναι αυτό: ότι δε θα μπορούσε μια τόσο ισχυρή δύναμη να ηττηθεί παρά μόνο με προδοσία. Όταν προσπαθείς να κρυφτείς πίσω από το δάχτυλό σου και οι πηγές είναι μόνο Αθηναϊκές μπορούμε να βρούμε μια λογική απάντηση. Η ιδιάζουσα σχέση του Ξενοφώντα που είναι η κύρια και σημαντικότερη πηγή μας με τον ιδιότυπο ρόλο του με πρόσωπα και πράγματα δεν ξεκαθαρίζει με ακρίβεια την αλήθεια των γεγονότων. Πιθανές πηγές που χάθηκαν τυχαία ή σκόπιμα, πληροφορίες που διαστρεβλώθηκαν, σε μια εποχή τόσο μακρινή από αυτή στην οποία αναφερόμαστε κρατούν την αλήθεια στο σκοτάδι. Συμπάθειες και προτιμήσεις των ιστορικών, αλλά και του αναγνώστη του ίδιου δεν μπορούν ποτέ να αποκλειστούν. Η αλήθεια μένει πάντα μακριά μας όσο και σε τόσα άλλα θέματα. Θα ήμουν ευχαριστημένη  προβληματισμός μας  προκαλούσε ένα εποικοδομητικό διάλογο που αποκάλυπτε και άλλες οπτικές.

Θηραμένης 2, 2, 16-23

Ιούλ 200916

Ο Θηραμένης είναι μια σημαντική πολιτική μορφή  της Αθήνας που πρωταγωνιστεί στην Αθήνα μετά την ήττα της στους Αιγός Ποταμούς, κατά τη διάρκεια του διαστήματος της διαμόρφωσης των όρων της ειρήνης. Πετυχαίνει με τις ρητορικές του ικανότητες να πείσει τον αθηναϊκό λαό να τον στείλουν στο Λύσανδρο για να ξεκαθαρίσει τις διαθέσεις των Σπαρτιατών στο θέμα των τειχών, ένα θέμα που αφορούσε ιδιαίτερα τους Αθηναίους, αφού η διατήρησή τους εγγυόταν την πολιτική ύπαρξη της πόλης. Οι Αθηναίοι μη έχοντας πολλές επιλογές και καθώς έχουν επικρατήσει οι ολιγαρχικοί μετά την ήττα της δημοκρατικής παράταξης τον εμπιστεύονται , αλλά αυτός προδίδει με τον πιο αναίσχυντο τρόπο την εμπιστοσύνη τους ροκανίζοντας σκόπιμα το χρόνο που οδηγεί μέρα με τη μέρα όλο και πιο κοντά τους συμπολίτες του στο θάνατο. Άπονος και αδιάφορος στην αγωνία ανθρώπων που αργοπεθαίνουν, άνθρωποι με τους οποίους γεννήθηκε και ανατράφηκε, τους οδηγεί σε ένα αργό και βασανιστικό θάνατο – το χειρότερο ίσως- από λιμοκτονία. Δείχνει ικανός με αυτή του την πράξη να χρησιμοποιήσει οποιοδήποτε μέσο προκειμένου να πετύχει το σκοπό του, που δεν είναι άλλος παρά μια θέση εξουσίας στην αναμενόμενη ολιγαρχική κυβερνώσα τάξη. Ένας στόχος ατομικός που έρχεται σε σύγκρουση με τα συμφέροντα της πόλης που δε διστάζει να προδώσει εκμεταλλευόμενος την αδυναμία της για να αναδειχτεί στον πολιτικό στίβο. Είναι λογικό ότι το ψέμα στην καθυστέρηση είναι μια αναμενόμενη δικαιολογία για να καλύψει την απάτη του, πετυχαίνοντας όχι βέβαια  με τη δύναμη της ψυχής του, αλλά  με τα ρητορικά του τεχνάσματα και να πείσει τους συμπατριώτες του να του αναθέσουν μια τιμητική θέση στην επίσημη αντιπροσωπεία στη Σπάρτη για τη διαμόρφωση των όρων της ειρήνης. Εκεί δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να σιωπά, αφού δε θέλει οι απόψεις του να έρθουν σε σύγκρουση με την ολιγαρχική Σπάρτη, η οποία θα συμβάλλει στην πολιτική του ανάδειξη. Εξάλλου το κλίμα της συνέλευσης, ακόμα και να ήθελε, δε θα επέτρεπε οποιαδήποτε αντίδραση, αφού οι ισχυροί σύμμαχοι της Σπάρτης μελετούν την ολοκληρωτική καταστροφή της Αθήνας. Ενώ εκεί διατηρεί παθητική και άβουλη στάση, όταν  επιστρέφει στην Αθήνα, δραστηριοποιείται στην εκκλησία του δήμου προκειμένου να πείσει τους Αθηναίους να αποδεχτούν τους ταπεινωτικούς και εξευτελιστικούς όρους της ειρήνης, προϊόν  της διπλωματικής του δράσης. Προτιμά να κυβερνά πάνω σε ένα πολιτικό ερείπιο, αυτό που αποτελεί πια η Αθήνα, αρκεί να είναι αρχηγός, αντί να αγωνιστεί να διασώσει την πολιτική της ύπαρξη. Και, όπως φαίνεται, οι συνθήκες είναι κατάλληλες για να κερδίσει ο Θηραμένης, ένα άτομο χωρίς πολιτικές αξίες, την πολιτική θεσούλα, στην οποία επιθυμεί να ανεβεί, για να αναδείξει το χαμηλό πολιτικό του ανάστημα. 

« Παλιότερα άρθραΠιο πρόσφατα άρθρα »


Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση
Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων