του G.J. White
Μου ζήτησαν με απλούς όρους να εξηγήσω τι συμβαίνει στην Ελλάδα.
Σκέφτηκα πολύ γιατί είναι δύσκολο με απλούς όρους να εξηγήσεις μια τόσο πολύπλοκη κατάσταση και αποφάσισα να σας πω μια ιστορία που και εμένα μου είπαν από ένα μικρό Ιρλανδικό χωριό.
Είναι μία υγρή ημέρα σε ένα μικρό ιρλανδικό χωριό. Βρέχει ακατάπαυστα και οι δρόμοι είναι άδειοι.
Οι καιροί είναι δύσκολοι, όλοι χρωστάνε και ο καθένας ζει με πίστωση.
Αυτή τη συγκεκριμένη μέρα, ένας πλούσιος Γερμανός τουρίστας εμφανίζεται στο χωριό, σταματά το αυτοκίνητο του έξω από ένα τοπικό ξενοδοχείο, πλησιάζει την Reception αφήνοντας 100 Euro σαν εγγύηση για να ελέγξει τα επάνω δωμάτια και αν βρει κάποιο της αρεσκείας του να περάσει τη νύχτα εκεί.
Ο ξενοδόχος του δίνει μερικά κλειδιά και μόλις ο επισκέπτης αρχίζει να ανεβαίνει τα σκαλιά, αρπάζει τα 100 Euro από το τραπέζι και τρέχει στο διπλανό κατάστημα του χασάπη για να ξεπληρώσει το χρέος του. Ο χασάπης παίρνει τα 100 Euro και αμέσως πάει λίγο πιο κάτω για να ξεπληρώσει το χρέος του στον χοιροτρόφο. Μετά ο χοιροτρόφος σπεύδει με τα 100 Euro να πληρώσει τον λογαριασμό του στον προμηθευτή ζωοτροφών. Ο τύπος που δουλεύει εκεί λαμβάνει τα 100 Euro και τρέχει να πληρώσει τα ποτά που χρωστάει στο μπαράκι του χωριού.
Ο ιδιοκτήτης του μπαρ δίνει πονηρά κάτω από το τραπέζι τα 100 Euro που χρωστούσε σε μία γυναίκα θαμώνα του μπαρ, η οποία τον τελευταίο καιρό έχει μείνει άνεργη και έχει αναγκαστεί να προσφέρει έξτρα υπηρεσίες σε μοναχικούς άντρες. Η γυναίκα χώνει τα 100 Euro βαθιά μέσα στην τσέπη του τζην της και με γοργό βήμα καταφτάνει στο ξενοδοχείο που βρίσκεται ο Γερμανός τουρίστας.
Επιτέλους ξεπληρώνει εκείνο το δωμάτιο που είχε νοικιάσει πριν μερικές ημέρες. Τα 100 Euro τα παραλαμβάνει, ποιος άλλος, ο ξενοδόχος. Τα ακουμπά αμέσως στην Reception, εκεί που τα είχε αφήσει ο πλούσιος τουρίστας, έτσι ώστε να μην κινήσει την παραμικρή υποψία.
Ο Γερμανός, μετά από λίγο, κατεβαίνει από τα σκαλιά, δηλώνοντας ότι δεν του άρεσε κάποιο από τα δωμάτια. Παίρνει τα 100 Euro πίσω, μπαίνει στο αυτοκίνητό του και εγκαταλείπει το χωριό.
Κανένας δεν παρήγαγε τίποτα. Κανένας δεν κέρδισε τίποτα.
Όμως οι κάτοικοι του χωριού έπαψαν να χρωστούν και μπορούν τώρα να ατενίζουν το μέλλον με αισιοδοξία.
Κάπως έτσι δεν λειτουργούν τα Μνημόνια;
Από τη φανατική αναγνώστρια του blog, annaki
Αααα ποτέ δεν ξεχνάς τις πηγές σου…Με συγκίνησες πάλι…
Μόνο που στα μνημόνια υπάρχει ένας ακόμη παράγοντας που διαιωνίζει αυτήν την κατάσταση…οι τόκοι…