Ο Δεκέμβριος είναι ο δωδέκατος μήνας και τελευταίος του Γρηγοριανού Ημερολογίου, με διάρκεια 31 ημερών. Η ονομασία του ετυμολογείται από τη λατινική λέξη December, η οποία προέρχεται από το αριθμητικό decem (δέκα), επειδή στο αρχαίο δεκάμηνο ρωμαϊκό ημερολόγιο ο Δεκέμβριος ήταν ο δέκατος κατά σειρά μήνας.
Στη συνέχεια, με την προσθήκη του Ιανουαρίου και του Φεβρουαρίου, το ρωμαϊκό ημερολόγιο έγινε δωδεκάμηνο. Ο Δεκέμβριος μετακινήθηκε στη δωδέκατη θέση, αλλά διατήρησε την παλιά του ονομασία. Στο λαϊκό καλαντάρι ο Δεκέμβριος ονομάζεται Ασπρομηνάς και Χιονιάς για το πυκνό του χιόνι.Ο Δεκέμβριος ή Δεκέμβρης είναι πρώτος μήνας του χειμώνα μα τελευταίος του χρόνου. Τα πρώτα μεγάλα κρύα, τα χιόνια στα βουνά αλλά και στα πεδινά και κυρίως η μεγάλη, παγκόσμια πια, γιορτή των Χριστουγέννων, με τα λαμπιόνια και τα φώτα παντού, τις εξορμήσεις και τα ταξίδια, τα χειμερινά ρούχα και τα κασκόλ, τις βιτρίνες των καταστημάτων, τα γιορτινά τραπέζια και τους φίλους, χαρίζουν στον Δεκέμβριο μια μοναδική γοητεία. Εκτός από τα Χριστούγεννα, που κυριαρχούν τον Δεκέμβριο, ξεχωριστή θέση έχουν οι γιορτές της Αγίας Βαρβάρας (4 Δεκεμβρίου), Αγίου Σάββα (5 Δεκεμβρίου) και Αγίου Νικολάου (6 Δεκεμβρίου).
Πατήστε πάνω στην εικόνα κι ακούστε ένα όμορφο τραγούδι για τον Δεκέμβρη.
Ακολουθούν οι στίχοι του τραγουδιού :
Κάποτε, μικρό παιδάκι, χώθηκα στην καμινάδα
μες στου χρόνου εκεί την στάχτη, μες στο μαύρο καταρράχτη
‘κει που κρύβονται οι ώρες, τα μελλούμενα, οι αιώνες
και τα όνειρα κρυμμένα κι όλοι οι άνθρωποι είναι ένα
Είδα θάλασσα ν’ απλώνει απ’ των αστεριών την σκόνη
το χρυσό που έγινε αλάτι μέσα στου Χριστού τη φάτνη
είδα το χαρτί που ομιλεί, είδα τον Άγιο Βασίλη
των ονειροπόλων μόχθους, τους μικρούς κρυφούς μου πόθους
Τους κακούς και τους γαϊδάρους κι όλους του καλικαντζάρους
που όλο κόβουνε στον ανήλιο, κόβουν της ζωής το ξύλο
σπάν’ κλωστές, τα ρούχα λύνουν και ότι γράφεις σου το σβήνουν
να σε πάνε εκεί σου τάζουν που ποτέ δεν εορτάζουν
Κι ύστερα βγήκα στο χιόνι κι όλοι οι άνθρωποι ήταν μόνοι
οι καρδιές όλο κρυώναν γιατί οι γιορτές τελειώναν
κι όπως είδα τα αγιασμένα, τα παλιά, τα ξεχασμένα
λέω να τα πεις ωραία για να κάνουμε παρέα