Αρχείο ημέρας 20 Οκτωβρίου 2015

Πραγματοποιήθηκε η Συνέντευξη Τύπου του ΚΑΙΡΟΥ / ΑΝΟΙΚΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ “ΚΑΙΡΟΥ” προς τον Υπουργό Παιδείας για τα Θρησκευτικά

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Ο Πανελλήνιος Θεολογικός Σύνδεσμος «ΚΑΙΡΟΣ» έδωσε στη δημοσιότητα Ανοικτή Επιστολή προς τον Υπουργό Παιδείας, κ. Νίκο Φίλη, με την οποία τον καλεί να προχωρήσει στην άμεση εφαρμογή του νέου Προγράμματος Σπουδών που έχει ήδη εκπονηθεί από το Υπουργείο για το Μάθημα των Θρησκευτικών.

Σε συνέντευξη τύπου, που πραγματοποιήθηκε σήμερα Τρίτη 20/10/2015 στην αίθουσα συνεδριάσεων του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Αθηνών (Ακαδημίας 18), οι εκπρόσωποι του ΚΑΙΡΟΥ εξήγησαν κάτι που δεν είναι γνωστό στην κοινή γνώμη· πως υπάρχει επεξεργασμένο Πρόγραμμα Σπουδών, με το οποίο τα Θρησκευτικά αναβαθμίζονται σε ένα σύγχρονο, ανοιχτό, μη-κατηχητικό και μη-ομολογιακό μάθημα, που απευθύνεται σε όλα τα παιδιά του ελληνικού σχολείου ανεξάρτητα από την εθνική και θρησκευτική προέλευσή τους. Το νέο αυτό πρόγραμμα έχουν εκπονήσει οι υπηρεσίες του υπουργείου, το δε κομμάτι που αφορά το Δημοτικό και το Γυμνάσιο έχει ήδη εφαρμοστεί πιλοτικά σε μεγάλο αριθμό σχολείων.

Την παρουσίαση ξεκίνησε ο σχολικός σύμβουλος θεολόγων Άγγελος Βαλλιανάτος, ο οποίος μίλησε για τις τάσεις και τα διαφορετικά μοντέλα που υπάρχουν για τη διδασκαλία των θρησκειών σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Το Συμβούλιο της Ευρώπης, είπε, θεωρεί αναγκαία τη διδασκαλία της θρησκείας όπως και των μη-θρησκευτικών απόψεων, με τρόπο που να μην προσβάλλονται οι θρησκευτικές πεποιθήσεις των μαθητών και των γονέων τους. Σημείωσε δε ότι μετά την επίθεση στο περιοδικό Charly Hebdo, μελετάται ακόμα και στη Γαλλία, που είναι η μήτρα του κοσμικού κράτους, η διδασκαλία περί των θρησκειών στο πλαίσιο της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης, ώστε οι Γάλλοι πολίτες να μπορούν να κατανοήσουν το θρησκευτικό φαινόμενο, στις καλές και στις κακές του πλευρές.

Στη συνέχεια ο Δρ. θεολογίας και εκπαιδευτικός Θανάσης Παπαθανασίου ανέλυσε τους λόγους που καθιστούν αναγκαία σήμερα τη θρησκευτική εκπαίδευση ως ένα απαραίτητο μέσο για τον θρησκευτικό γραμματισμό των αυριανών Ελλήνων πολιτών, είτε είναι πιστοί είτε όχι. Και σημείωσε πως ενώ η θρησκευτική άποψη του καθενός είναι και πρέπει να είναι ελεύθερη προσωπική επιλογή, εντούτοις το ίδιο το φαινόμενο των θρησκειών, καθώς και οι πολιτικές και κοινωνικές συνέπειες της θρησκευτικής ένταξης, αφορούν τη δημόσια σφαίρα. Συμμετέχουν στη γενεαλογία και στην πορεία του σύγχρονου κόσμου. Δεν μπορεί λοιπόν, είπε, η πολιτεία να αντιμετωπίζει το θρησκευτικό φαινόμενο σαν ιδιωτική υπόθεση.

Ο Πρόεδρος του ΚΑΙΡΟΥ, Δημήτρης Μόσχος, επίκουρος καθηγητής της Θεολογικής Αθηνών, περιέγραψε αναλυτικά τους στόχους, το περιεχόμενο, και τη διδακτική μεθοδολογία του νέου προγράμματος σπουδών. Είπε ότι το πρόγραμμα αυτό βασίζεται σε ένα σύγχρονο μοντέλο θρησκευτικού μαθήματος, όπου η θρησκεία αντιμετωπίζεται ως συστατικό στοιχείο της ιστορίας και του πολιτισμού ενός τόπου. Με την έννοια αυτή, είπε, το συγκεκριμένο πρόγραμμα εστιάζει στη χριστιανική ορθόδοξη παράδοση, αλλά με γνωσιακή και όχι κατηχητική λογική, παρέχοντας παράλληλα συστηματική προσέγγιση στις άλλες θρησκείες. Και διευκρίνισε πως δεν πρόκειται, όπως πολλοί νομίζουν, για θρησκειολογία, διότι κάτι τέτοιο δεν ταιριάζει παιδαγωγικά στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Κλείνοντας τη συνέντευξη, ο εκπαιδευτικός Βασίλης Ξυδιάς, ο οποίος είχε και τον συντονισμό της συζήτησης, ανέλυσε τα βασικά σημεία της Ανοικτής Επιστολής προς τον Υπουργό, καλώντας τον εκ μέρους του ΚΑΙΡΟΥ να εγκαταλείψει την αναποφασιστικότητα των προκατόχων του, και να προβεί από την επομένη κιόλας σχολική χρονιά, 2016-2017, στην εφαρμογή του νέου προγράμματος.

Χολαργός, 20 Οκτωβρίου 2015

Με εκτίμηση

Το Διοικητικό Συμβούλιο του ΚΑΙΡΟΥ

ΑΝΟΙΚΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ “ΚΑΙΡΟΥ” προς τον Υπουργό Παιδείας για τα Θρησκευτικά.

 
Ανακοινώθηκε σε ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ σήμερα ΤΡΙΤΗ 20/10/2015.

Κύριε υπουργέ,

ΕΦΑΡΜΟΣΤΕ ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΤΟ ΝΕΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΓΙΑ ΤΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ

«Ουδέν κακόν αμιγές καλού. Και απ’ αυτόν τον κανόνα δεν εξαιρείται ο πρόσφατος θόρυβος για τις απαλλαγές από τα Θρησκευτικά, δεδομένου ότι έστω και με αυτόν τον τρόπο ήρθε στο φως η αμηχανία της ελληνικής πολιτείας σε ό,τι αφορά τη θέση και τον χαρακτήρα της θρησκευτικής αγωγής στο ελληνικό σχολείο. Παρακάμπτοντας λοιπόν το έλασσον, που είναι το θέμα των απαλλαγών, θα θέλαμε να επιστήσουμε την προσοχή σας στο μείζον, που είναι το θέμα αυτού καθαυτού του Μαθήματος των Θρησκευτικών: σε ποιους μαθητές απευθύνεται, ποιοι είναι οι παιδαγωγικοί του στόχοι, ποιο είναι το αντικείμενό του και ποια είναι η διδακτική του μεθοδολογία.

Κατά τη γνώμη μας, που αποτελεί και γνώμη μεγάλου τμήματος των Ελλήνων θεολόγων, η θεμιτή και εφικτή λύση για τη διδασκαλία των Θρησκευτικών στη σύγχρονη Ελλάδα είναι ένα μάθημα μη-ομολογιακό και μη-κατηχητικό, που απευθύνεται σε όλους τους μαθητές και τις μαθήτριες του ελληνικού σχολείου ανεξάρτητα από την εθνική και θρησκευτική τους προέλευση· ένα μάθημα που προσεγγίζει τη θρησκεία ως διαχρονική ανθρώπινη πραγματικότητα και ως τμήμα της ιστορίας και του πολιτισμού του λαού μας, φέρνοντας παράλληλα τα παιδιά σε επαφή με τις κύριες θρησκευτικές παραδόσεις όλου του κόσμου, ώστε μέσα από τη μελέτη, την έρευνα και τη συνεργασία, να μπορούν να αντιμετωπίσουν την προκατάληψη και την έλλειψη ανεκτικότητας και να προωθήσουν την αλληλοκατανόηση και τον σεβασμό στην ετερότητα.

Περί όλων αυτών ακούσαμε διάφορα τις τελευταίες μέρες· άλλα εκ των οποίων μας έκαναν να αναθαρρήσουμε, άλλα να χαμογελάμε πικρά, και άλλα μας τρόμαξαν. Γι’ αυτό και δεν θεωρούμε ότι είναι η στιγμή για πολλά λόγια· το αίτημά μας είναι ένα και απλό. Κύριε υπουργέ, έχετε τη λύση στο συρτάρι σας. Δεν έχετε παρά να την εφαρμόσετε από την επομένη κιόλας σχολική χρονιά 2016-17: είναι τα νέα Προγράμματα Σπουδών του Μαθήματος των Θρησκευτικών για Δημοτικό, Γυμνάσιο και Λύκειο, σχεδιασμένα και επεξεργασμένα από τις αρμόδιες επιστημονικές επιτροπές του υπουργείου σας, μέλη των οποίων ήταν πανεπιστημιακοί δάσκαλοι, σχολικοί σύμβουλοι και μάχιμοι εκπαιδευτικοί της τάξης. Ειδικά μάλιστα το πρόγραμμα για το Δημοτικό και το Γυμνάσιο έχει εφαρμοστεί πιλοτικά σε πολλά σχολεία, υπάρχει κατατεθειμένη η αξιολόγησή του από τους εκπαιδευτικούς που το εφάρμοσαν, και δεν μένει παρά η γενικευμένη κανονική εφαρμογή του.

Πρέπει δε να τονιστεί ότι οι ειδικές επιστημονικές επιτροπές που εκπόνησαν το πρόγραμμα αξιοποίησαν τον προβληματισμό και τη συνεισφορά μεγάλου αριθμού συναδέλφων. Μ’ άλλα λόγια, το πρόγραμμα αυτό έχει προκύψει σε μεγάλο βαθμό «από τα κάτω» (βλ. και τη Διακήρυξη Αρχών του ΚΑΙΡΟΥ, Δεκέμβριος 2009). Δεν είναι ένα αυθαίρετο διοικητικό δημιούργημα, και δεν έχει καμία σχέση με πολιτικές επιλογές της α΄ ή της β΄ κυβέρνησης.

Κατανοούμε ότι η προτεινόμενη αλλαγή συνιστά σημαντική μεταρρύθμιση, που προκαλεί αμηχανία και γεννά αμφιβολίες σε πολύ κόσμο, αλλά είναι η λύση που συναντά τις μαθησιακές ανάγκες των μαθητών και μαθητριών του ελληνικού σχολείου και απαντά στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ελληνική κοινωνία. Το άλλο θα ήταν ή να περάσουμε στον κατακερματισμό του σώματος των μαθητών, υιοθετώντας διαφορετικά μαθήματα για κάθε θρησκευτική κοινότητα, και μεταθέτοντας την ευθύνη τους στη Διοικούσα Εκκλησία και στις άλλες ομολογιακές και θρησκευτικές κοινότητες, ή να διαιωνίσουμε το σημερινό αμήχανο και αντιφατικό καθεστώς, όπου ο χαρακτήρας του μαθήματος διαμορφώνεται ανάλογα με το ποιος εκπαιδευτικός της πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης το διδάσκει.

Κατανοούμε επίσης την αμηχανία της Διοικούσας Εκκλησιαστικής Ιεραρχίας, η οποία αισθάνεται ότι ανατρέπεται έτσι ένα καθεστώς πολλών δεκαετιών. Αυτό όμως δεν είναι κατ’ ανάγκη κακό. Ιδίως όταν σε παλαιότερες περιόδους το σχολικό μάθημα υποκαθιστούσε την πνευματική κατήχηση που η Εκκλησία όφειλε να παρέχει στα μέλη της, και που είναι ατελέσφορο να γίνεται σε σχολική τάξη. Ίσως είναι λοιπόν αυτή μια καλή ευκαιρία για να αναλάβει η ίδια η Εκκλησία την ευθύνη της κατήχησης των μελών της – ανηλίκων και ενηλίκων – και θα ήταν πολύ μεγάλη τιμή και χαρά μας, αν μπορούσαμε να συμβάλουμε κι εμείς σ’ αυτό.

Κύριε υπουργέ, ας μην υπάρχει καμία παρανόηση επ’ αυτού. Η σχολική θρησκευτική αγωγή δεν είναι παραχώρηση προς την Εκκλησία και δεν εντάσσεται στις σχέσεις Εκκλησίας – Κράτους. Είναι αμιγής υποχρέωση της ελληνικής πολιτείας προς όλους ανεξαίρετα τους πολίτες της. Από την άποψη αυτή είναι λάθος το σχολικό Μάθημα των Θρησκευτικών να εμφανίζεται ως αντικείμενο διαπραγμάτευσης μεταξύ της πολιτικής και της εκκλησιαστικής ηγεσίας. Ο διάλογος είναι ασφαλώς επιβεβλημένος με κάθε ενδιαφερόμενο, πολύ περισσότερο με τους εκπροσώπους της Εκκλησίας. Άλλο όμως διάλογος για την εύρεση του ορθού και του αληθούς, και άλλο διαπραγμάτευση για τα μερίδια της εξουσίας.

Δεν σας κρύβουμε ότι δηλώσεις και διατυπώσεις που κυκλοφορούν στα Μέσα Ενημέρωσης και αποδίδονται σε σας ή σε συνεργάτες σας, μας κάνουν να ανησυχούμε για πιθανή υπαναχώρηση από την εφαρμογή του νέου Προγράμματος Σπουδών – είτε προς μια δήθεν πιο «προοδευτική» αλλά στην ουσία της ξεπερασμένη κατεύθυνση (π.χ. αμιγής θρησκειολογία), είτε προς μια πιο «συντηρητική» (ένας Θεός ξέρει ποια). Και τα δύο αυτά ενδεχόμενα θα ακύρωναν ολοσχερώς την υπάρχουσα σήμερα δυνατότητα μιας ιστορικής τομής στην ελληνική εκπαίδευση προς όφελος των παιδιών.

Ζητούμε λοιπόν να προχωρήσετε σ’ αυτή την ώριμη από κάθε άποψη αλλαγή χωρίς τους δισταγμούς και τις υπαναχωρήσεις των προκατόχων σας. Δεν είναι τόσο φοβερό. Εσείς καλείστε να πάρετε μια διοικητική απόφαση. Το κύριο βάρος της εφαρμογής του νέου Προγράμματος Σπουδών του Μαθήματος των Θρησκευτικών θα το σηκώσουμε εμείς, οι εκπαιδευτικοί του ελληνικού σχολείου».

Με εκτίμηση

Το Διοικητικό Συμβούλιο του ΠΘΣ ” ΚΑΙΡΟΣ…”

ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ· Αρχιεπισκόπος Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας· Η βία εν ονόματι της θρησκείας βιάζει την ουσία της θρησκείας.

ΔΙΕΘΝΗΣ ΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ
“Θρησκευτικός και πολιτιστικός πλουραλισμός και ειρηνική συνύπαρξη στη Μέση Ανατολή” (18-20 Οκτωβρίου 2015). ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ – ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ
Υπό του Αρχιεπισκόπου Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ (Γιαννουλάτου)
Η ενσυνείδητη αποδοχή του θρησκευτικού και πολιτιστικού πλουραλισμού και η ειρηνική συνύπαρξη των διαφόρων κοινοτήτων μπορούν να προέλθουν από δυο αντίθετες αφετηρίες. Είτε από την αδιαφορία για τη θρησκευτική πίστη είτε από τη συνειδητή βίωση της ουσίας της θρησκείας. Αντιστρόφως, η θρησκευτική μισαλλοδοξία ανάμεσα σε συνυπάρχουσες θρησκευτικές κοινότητες και πολιτιστικές παραδόσεις είναι δυνατόν να αναπτυχθεί α) από σπέρματα θρησκευτικού τύπου, π.χ. από έναν ακραίο φανατισμό β) από μη θρησκευτικές ρίζες π.χ. παράγοντες πολιτικούς, εθνικιστικούς, που χρησιμοποιούν τη θρησκεία για άλλες επιδιώξεις. Όλες αυτές οι ρίζες εξακολουθούν να είναι ισχυρές στην περιοχή της Μέσης Ανατολής.
Πάντως, ο ανθρώπινος πόθος για παγκόσμια ειρήνη παραμένει εναγώνιος . Κάθε λοιπόν προσπάθεια για μελέτη και αντιμετώπιση του πολυσύνθετου αυτού προβλήματος αποτελεί πολύτιμη προσφορά. Αξίζουν συνεπώς ολόψυχα συγχαρητήρια στο Υπουργείο Εξωτερικών της Ελληνικής Δημοκρατίας, στον επικεφαλής εξοχώτατο Υπουργό Εξωτερικών Καθηγητή κ. Νικόλαο Κοτζιά και τους εκλεκτούς συνεργάτες του, για την πρωτοβουλία να οργανωθεί το παρόν Διεθνές Συνέδριο. Χαιρετίζουμε με ιδιαίτερη χαρά την έναρξη των εργασιών του και ευχόμεθα πολύκαρπη επιτυχία. Επιτρέψατέ μου εισαγωγικά να επισημάνω εν συντομία τρία σημεία.
1. Προσωπικά πιστεύω ότι η καλλιέργεια μιας υγιούς θρησκευτικής συνειδήσεως αποτελεί το σταθερότερο θεμέλιο της ειρηνικής συνυπάρξεως. Και όχι η θρησκευτική αδιαφορία.
Στις μονοθεϊστικές θρησκείες που δεσπόζουν στη Μέση Ανατολή διαπιστώνονται: α) αναζήτηση εσωτερικής ειρήνης˙ β) η χαλιναγώγηση της επιθετικότατος˙ γ) αρχές ειρηνικής συμβιώσεως˙ δ) επιδίωξη ειρηνικών σχέσεων με το Θεό˙ ε) παροτρύνσεις για την διατήρηση της ειρήνης σε όλη την ανθρωπότητα. Οι χριστιανοί ιδιαίτερα προσβλέπουν σε «Θεό Ειρήνης» και εκζητούν την επέμβαση Του.
Οι υπεύθυνοι μέσα στις θρησκευτικές κοινότητες οφείλουμε να καλλιεργήσουμε μια ειρηνική θεολογία και ανθρωπολογία, αντλώντας από τον πλούτο των θρησκευτικών μας αρχών και από τις καλύτερες σελίδες των παραδόσεών μας. Ιδιαίτερα καλούμεθα να στηλιτεύσουμε κάθε μορφή βίας. Τονίζοντας το χρέος παντός ανθρώπου να σέβεται τη θρησκευτική ελευθερία των συνανθρώπων του. Η βία εν ονόματι της θρησκείας βιάζει την ουσία της θρησκείας. Και κάθε έγκλημα στο όνομα της θρησκείας είναι έγκλημα κατά της ίδιας της θρησκείας. Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να χρησιμοποιεί το λάδι της θρησκείας, για να δυναμώνει τη φωτιά των συγκρούσεων. Η θρησκεία είναι θείο δώρο, που γαληνεύει τις καρδιές, θεραπεύει τις πληγές και φέρνει πλησιέστερα άτομα και λαούς.
2. Η ειρήνη συνδέεται άμεσα με τη δικαιοσύνη. Ένας άδικος κόσμος δεν μπορεί να είναι ειρηνικός. Σαφής κανόνας στην Παλαιά Διαθήκη είναι: “ποιεῖν δίκαια καὶ ἀληθεύειν ἀρεστὰ παρὰ Θεῷ μᾶλλον ἢ θυσιῶν αἷμα.”(Παρ. 21,3) Στον αιώνα μας, η ειρήνη και η δικαιοσύνη έχουν προσλάβει ένα ακόμα συνώνυμο: ανάπτυξη. Η φτώχεια παραμένει ο χειρότερος τύπος βίας. Όταν οι άνθρωποι στερούνται των στοιχειωδών μέσων για την επιβίωσή τους, δεν είναι παράξενο να στρέφονται προς άλλες κατευθύνσεις και να υιοθετούν ακραίες θρησκευτικές αντιλήψεις για την επίτευξη μιας δίκαιης κοινωνίας.
Προφανώς, υπάρχει μια γενικότερη ευθύνη των μεγάλων δυνάμεων για τις κρίσεις της Μέσης Ανατολής. Αποφάσεις για βίαιες αλλαγές ηγεσιών και καθεστώτων, προμήθεια οπλισμού, απάθεια στις παράπλευρες απώλειες, με θύματα εκατομμυρίων αθώων και τεράστια κύματα προσφύγων, μόλυνση του περιβάλλοντος και καταστροφή σπάνιων μνημείων του πολιτισμού. Καιρός πλέον όλοι οι υπεύθυνοι να αποτινάξουν τον λήθαργο και να δράσουν επείγοντος και αποτελεσματικά, για την κατάπαυση της τρομερής αιματοχυσίας.
Η ειρήνη και η ασφάλεια θα εδραιωθούν με τη φροντίδα για κοινωνική δικαιοσύνη και ανάπτυξη των φτωχότερων κοινωνιών του πλανήτη. Θα είναι τραγικά πολιτικό λάθος, λόγω αμελείας ή υπεροψίας, να αφήνουμε να εξελιχθεί ένα νέο πολύμορφο προλεταριάτο, το οποίο θα καταχρασθεί την πνευματική “ατομική ενέργεια” μιας θρησκευτικής παραδόσεως.
3. Τελικά, το αντίθετο της ειρήνης δεν είναι ακριβώς ο πόλεμος, αλλά ο εγωκεντρισμός. Ο ατομικός, ο συλλογικός, ο εθνικός, ο φυλετικός. Αυτός επιστρατεύει τις ποικίλες μορφές βίας, που φονεύουν με διάφορους τρόπους την ειρηνική συμβίωση. Αυτός είναι ο εμπνευστής και τροφοδότης των μεγάλων ή μικρότερων συγκρούσεων και αυτός αδιάκοπα ανανεώνει το μίσος.
Το αντίδοτο στον εγωκεντρισμό δεν είναι οι γενικόλογες συμβουλές ούτε οι ποικίλοι νόμοι και οι κρατικοί μηχανισμοί καταστολής˙ αλλά η ενδυνάμωση της αγάπης μέσα στην κοινωνία. Μιας πολυδιάστατης έμπρακτης αγάπης που δεν περιορίζεται από σύνορα, προκαταλήψεις, ή κάθε είδους διακρίσεις. Εδώ βρίσκεται και η τεράστια δυνατότητα και συμβολή μιας υγιούς θρησκευτικής συνειδήσεως. Αυτή, ακόμα και σε συνθήκες μακροχρόνιων συγκρούσεων, χαρίζει τη δύναμη της συγχωρητικότητος και της συμφιλιώσεως. Η δύναμη της αγάπης, τελικά, είναι εκείνη που μπορεί να νικήσει την αγάπη της δύναμης, η οποία διαρκώς καταστρέφει την ειρήνη. Αστείρευτη πηγή αγάπης παραμένει η αλήθεια, την οποία με τον πιο λιτό και συγκλονιστικό τρόπο διατύπωσε ο ευαγγελιστής Ιωάννης: «Ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστί, καὶ ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ ἐν τῷ Θεῷ μένει καὶ ὁ Θεὸς ἐν αὐτῷ.»(Ά Ιω. 4: 16).
Εύχομαι ολόψυχα, μέσα από τις εισηγήσεις, τις συζητήσεις και τον γενικότερο προβληματισμό της διασκέψεως μας, να αντλήσουμε πολύτιμο υλικό για μια πληρέστερη εμβάθυνση στο κρίσιμο θέμα που μας απασχολεί. Και να συνεχίσουμε με περισσότερο ενθουσιασμό να είμαστε εργάτες ειρήνης, με τη βεβαιότητα ότι ο αδιάκοπος αγώνας για την ειρήνη, τη δικαιοσύνη και την αλληλεγγύη είναι ό,τι πιο ουσιαστικό και πολύτιμο μπορεί κανείς να προσφέρει για την επιβίωση και την πολιτιστική ανάπτυξη της Μέσης Ανατολής.
ΠΗΓΗ