ailiadi's blog

"Ποίηση, ζωγραφική, ιστορία, πολιτισμός ως έννοιες αδιαπραγμάτευτες"

Ποιητικές περιηγήσεις Αμαλίας Κ. Ηλιάδη

Κάτω από: ΓενικάΑΜΑΛΙΑ ΗΛΙΑΔΗ στις 7:14 μμ στις 14 Απριλίου, 2008

Ποίηση Αμαλίας Κ. Ηλιάδη, φιλολόγου-ιστορικού

amalia3

“Προσωπική αναζήτηση”

Προσκυνητής θα βγω στο δρόμο

για την πόλη τη δικιά μου

Το αστέρι μου θα μ΄ οδηγεί

με ζέστη και με κρύο

μέσα σ΄ερήμους άνυδρες

πάνω από χλοερά λιβάδια

θ’ απλώνεται ένα σύννεφο

για να με προστατεύει απ΄τις επιβουλές

όσων φθονούνε το ταξίδι μου…

Το πέρας του αίσιο θά’ ρθει

τη μέρα εκείνη που η πόλη μου

θα λάμψει στον ορίζοντα

μέσα από χίλια φώτα μαγικά.

30/07/1997

Από την ποιητική συλλογή της Αμαλίας Κ. Ηλιάδη ” Η φωνή της σιωπής” ποιήματα , Τρίκαλα, Νοέμβριος 2006, ISBN 960-88210-4-5

” Αδυναμία”

Ζέστη σαν τη φωτιά

πυρπολεί τα δειλινά μου τα θλιμμένα

Πεινασμένο σκυλί η καρδιά

που αναζητά αφέντη

Η αυτονομία είναι κάποτε σκληρή πολύ.

Γίνεται βαριά σα δύσχρηστο κόσμημα.

Τότε πείνα και δίψα έχω

για έρωτα, προσκόλληση κι εξάρτηση

για “αρρώστια” και θυσία.

Από την ποιητική συλλογή της Αμαλίας Κ. Ηλιάδη “Εσωτερικός Μονόλογος” Ποιήματα 1997-1999. Τρίκαλα 2003, Πρότυπες Θεσσαλικές Εκδόσεις. ISBN 960-7146-82-4

“Ταξίδι στο κέντρο της γης”

Πήρα μια βάρκα και ξανοίχτηκα στης γης το κέντρο.

Έπλευσα τον Αχέροντα, το πιο πλατύ ποτάμι

απ’ το εύρος των ψυχών που καταπίνει ηδονικά…

Κι οι μακρινοί μου πρόγονοι,

κι όσοι απ’ τους ήρωές τους με συντρόφευσαν,

γοργά με χαιρετούσαν απ’ τις όχθες του.

Όλοι συγκεντρωμένοι εκεί.

Σα σε μεγάλο πανηγύρι του Μεσαίωνα:

Ο Αχιλλέας κι ο Αγαμέμνονας

σα φίλοι αγκαλιασμένοι, πίναν το κρασί της λησμονιάς…

Κι ο Οδυσσέας, της φυλής μας το πιο ωραίο σύμβολο,

καθότανε παράμερα και κάπνιζε…

Η Θεοφανώ, βυζαντινή πριγκίπισσα αιμοσταγής,

γιατί άντρες πολλούς είχε ξεκάνει από της εξουσίας την αγάπη,

μες στα χρυσά πλουμίδια της έγνεφε ηδονικά…

Κι η Άννα, η λογιοτάτη αρχόντισσα, η Πορφυρογέννητη Κομνηνή

που την Αλεξιάδα έγραψε,

σκυμμένη πάνω από βιβλία συλλογιόταν…

τη ματαιότητα της εξουσίας και των φθαρτών πραγμάτων…

Να κι ο Βουλγαροκτόνος που, ζωσμένος το ξίφος του,

άγρια ατενίζει τον ορίζοντα…

Πιο πέρα ο Ψελλός, ως “ύπατος των φιλοσόφων”

ραδιουργίες μηχανάται, μιλώντας μ’ έναν απ’ τους αυλικούς…

Κι η βάρκα μου γλιστράει, σαν το χέλι στο νερό,

πάνω απ’ το σκοτεινό βυθό του ποταμού

που μέσα του αναδεύονται, όπως τα φύκια και τα χόρτα,

άλλες ψυχές, παλιότερες, μα άγνωστες για τους πολλούς…

Σε λίγο φτάνει πια στη μέρα, στη ζωή…

Η έξοδος απ’ το σκοτάδι είναι στενή…

Την ώρα που η βάρκα μου ορμάει προς το φως,

“ήταν εξαίσιο ταξίδι” αναλογίζομαι…

“Η λάβα σκέπασε την Πομπηϊα”

Πατώ γερά στη γη.

Ξαπλώνω μέσα της.

Σέρνομαι σα σκουλήκι στην πράσινη φλούδα της

Αφουγκράζομαι τους παλμούς της.

Οι δονήσεις στα έγκατά της

ενεργοποιούν το ηφαίστειο μέσα μου.

Αρχίζει να ρέει λάβα απ’ την καρδιά μου.

Λάβα καυτή, παχύρρευστη και σκούρα.

Σκεπάζει τον κόσμο στο διάβα της.

Έτσι τον προστατεύει απ’ των αιώνων τη φθορά.

Κι η ζωγραφιά του κόσμου, ανεξίτηλη,

σαν ζωντανή τοιχογραφία της Πομπηίας,

σφράγισε την ύλη μου τη μαλακή,

χαράχτηκε για πάντα στον μέσα βράχο μου.

Τώρα παρατηρώ τον κόσμο μέσα μου κι ευφραίνομαι:

Σπίτια, εργαστήρια, εικόνες καθημερινές,

σκηνές της αγοράς αστείες,

χρώματα ζωηρά στους τοίχους

ανοίγουν τη ζωή μου την κλειστή στο φως.

Τρίκαλα, 6/1/1998

“Εκάτη”

Χρειάζομαι ετερόκλητα υλικά

θα πλάσω έναν άνθρωπο, γι’ αυτό.

Γεμάτος αντιφάσεις και ασύμπτωτα,

δεν ξεχωρίζει στεγανά το καλό απ’ το κακό

Όλα μπερδεύονται σ’ έναν τρελλό χορό

Οι γέφυρες γκρεμίστηκαν

Τα σύνορα υποχώρησαν σ’ ορμές πρωτόγνωρες

Συγχώνευση, ηφαίστειο, λάβα τρέχει

Καπνός απ’ τον κρατήρα,

κρύβει τη Σελήνη

Τη μαγική Εκάτη των Αρχαίων

σαν την ψυχή του ανθρώπου,

χλωμή, γεμάτη αντιφάσεις.

25/7/1998

“Οι ιδέες μου”

Ένα γραφείο ταπεινό για ν’ ακουμπήσω τις ιδέες μου,

που παράταιρες κείτονται στους δρόμους,

βρώση σκυλιών αναίσθητων

Τις ιδέες μου θα τις περιμαζέψει ο άνεμος,

αντί να τις σκορπίσει στα πέρατα του κόσμου,

σ’ ένα γραφείο ταπεινό,

σημάδι υπομονής, μόχθου κι ελπίδας

Οι ιδέες μου θα κρυφτούν στο φτωχικό γραφείο

για να γλιτώσουν απ’ τους ανίδεους, τα σκυλιά

ενός κόσμου αρρωστημένου και πανάθλιου.



Δεν υπάρχουν σχόλια »

Χωρίς σχόλια ακόμα.

RSS κανάλι για τα σχόλια του άρθρου.

Αφήστε μια απάντηση