Αρχική » ΜΕΤΣΟΒΟ

Πρόσφατα άρθρα

Ιστορικό

Kατηγορίες

ΜΕΤΣΟΒΟ

Το Μέτσοβο είναι μια ορεινή κωμόπολη του νομού Ιωαννίνων σε υψόμετρο 1.160μ. Παραδοσιακός οικισμός, βρίσκεται στο ανατολικό άκρο του νομού, κοντά στα όρια με το νομό Τρικάλων, στις βόρειες πλαγιές, ανάμεσα στα βουνά της μεγαλύτερης οροσειράς της Ελλάδος, της Πίνδου. Οι κάτοικοί του, που σύμφωνα με την απογραφή του 2001 ανέρχονται σε 3.195 κατοικους, είναι κυρίως Βλάχικης καταγωγής, ασχολούνται λιγότερο με τη γεωργία και περισσότερο με την κτηνοτροφία. Στο Μέτσοβο έχουν χαρακτηριστεί διατηρητέα μνημεία το μοναστήρι της Θεοτόκου, κοντά στο Μετσοβίτικο ποταμό, το Μοναστήρι του Αγίου Νικολάου νότια της κωμόπολης και το μοναστήρι της Ζωοδόχου πηγής στη θέση Κιάτρα Ρόσσια (που σημαίνει στα Βλάχικα κόκκινος βράχος/λιθάρι). Στην κωμόπολη λειτουργεί από το 1955 το Λαογραφικό Μουσείο του Ιδρύματος Τοσίτσα (Αρχοντικό Τοσίτσα) το οποίο περιλαμβάνει παραδοσιακά ξυλόγλυπτα έπιπλα, υφαντά και κεντήματα, χρυσοκέντητες φορεσιές, διακοσμητικά και χρηστικά αντικείμενα, όπλα, νομίσματα, αγροτικά σκεύη και εικόνες της περιόδου 1650-1850. Το χειμώνα υπάρχουν οργανωμένα χιονοδρομικά κέντρα (Καρακόλι και Πολιτσιές) τα οποία σε συνδυασμό με την γραφικότητα του τοπίου αποτελούν πόλο έλξης πολλών επισκεπτών. Από το 1988 λειτουργεί η Πινακοθήκη Ε. Αβέρωφ όπου εκτίθενται 250 περ. πίνακες αξιολόγων ζωγράφων του 19ου και 20ου αιώνα. Σύμφωνα με μία άποψη η λέξη Μέτσοβο προέρχεται από τα σλαβικά «μέτσκα» (αρκούδα) και «όβο» (χωριό).

 

 

ΙΣΤΟΡΙΑ: Το 15ο αιώνα το Μέτσοβο περιήλθε υπό την οθωμανική κυριαρχία και έγινε τμήμα του σαντζακίου των Ιωαννίνων. Μέχρι τότε ήταν ένα μικρό και φτωχό χωριό, το οποίο κατά το επόμενο διάστημα γνώρισε σταδιακή ανάπτυξη λόγω της στρατηγικής του θέσης και της ανάθεσης από την οθωμανική εξουσία της φύλαξης των ορεινών οδικών αρτηριών και του ανεφοδιασμού του οθωμανικού στρατού. Ταυτόχρονα, το Μέτσοβο εξασφάλισε μια σειρά προνομίων το 1430 και – κυρίως – κατά το 1659, που του προσέφεραν ευρεία αυτονομία. Ακολούθησε η αλματώδης αύξηση του πληθυσμού του Μετσόβου, μέσω της προσέλκυσης κατοίκων από γειτονικές και όχι μόνο περιοχές. Καθ’ όλη την τελευταία περίοδο της Οθωμανικής κυριαρχίας (18ος αιώνας-1913) ο πληθυσμός του Μετσόβου και της Βόρειας Πίνδου υπέφερε από ληστρικές επιδρομείς, ενώ κατά την τοπική ελληνική επανάσταση του 1854, η πόλη λεηλατήθηκε από τα οθωμανικά στρατεύματα και τους άνδρες του Θεόδωρου Γρίβα, πρώην στρατηγού του Ελληνικού στρατού, κατά τη σύγκρουσή τους για τον έλεγχο της πόλης. Κατά τον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο το Μέτσοβο κάηκε από συμμορίες. Το τελευταίο δεκαήμερο του Οκτωβρίου του 1912 στρατεύματα εθελοντών από την Κρήτη με περίπου 340 στρατιώτες του τακτικού Ελληνικού Στρατού υπό το συνταγματάρχη Μήτσα προέλασαν μέσω της Θεσσαλίας στην τότε ελληνοτουρκική μεθόριο στις κορυφές ανατολικά του Μετσόβου. Στις 31 Οκτωβρίου 1912 τα ελληνικά στρατεύματα, βοηθούμενα από ανταρτικές ομάδες από την Ήπειρο και εθελοντές από το Μέτσοβο, έχοντας διασχίσει την κορυφογραμμή Κατάρας-Ζυγού κατά τη διάρκεια της νύχτας, επιτέθηκαν στην τουρκική φρουρά του Μετσόβου, που αποτελείτο από 205 στρατιώτες και δύο κανόνια. Η μάχη κράτησε μέχρι τις 4 μ.μ., οπότε οι Οθωμανοί στρατιώτες της φρουράς ύψωσαν λευκή σημαία και παραδόθηκαν. Μετά την απελευθέρωση του Μετσόβου, δημιουργήθηκε το απόσπασμα Μετσόβου, το οποίο, αποτελούμενο από τακτικά και εθελοντικά σώματα, αντιμετώπισε με επιτυχία τις προσπάθειες των τουρκικών δυνάμεων για ανάκτηση της κωμόπολης. Αργότερα, με την αναδιοργάνωση των ελληνικών δυνάμεων στο μέτωπο της Ηπείρου, δημιουργήθηκε στην κωμόπολη η Ταξιαρχία Μετσόβου, που συμμετείχε στις επιχειρήσεις για την κατάληψη του Μπιζανίου. Τόσο κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο όσο και κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο το Μέτσοβο ήταν πρωτεύουσα ενός κράτους-μαριονέτας, που προσπάθησαν να δημιουργήσουν οι Ιταλοί.

ΕΜΠΟΡΙΟ-ΠΡΟΙΟΝΤΑ: Oι έμποροι στο Μέτσοβο ήταν γυρολόγοι, που δραστηριοποιήθηκαν πολύ στις εμπορικές συναλλαγές τόσο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία όσο και στην ευρύτερη περιοχή της Ευρώπης. Το Μέτσοβο είναι ακόμα γνωστό για την παρασκευή δύο τυριών, με την ονομασία μετσοβόνε (Προϊόντων Ονομασίας Προέλευσης (ΠΟΠ)) και μετσοβέλας. Ένα σημαντικό τμήμα του πληθυσμού απασχολείται στις βιοτεχνίες ξύλου αλλά και γάλακτος (γιαούρτι, βούτυρο, γραβιέρα και κεφαλογραβιέρα) καθώς και στις βιοτεχνίες βαρελιών, κυψελών και ειδών λαϊκής τέχνης (υφαντά, ασημικά, ξυλόγλυπτα κ.α.). Επίσης φημίζεται για την παραγωγή κρασιού με πιο γνωστό παρασκευαστή τον αμπελώνα του κατωΐου της οικογενείας των Αβέρωφ.

 

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση