ΕΡΓΑΣΙΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ
Κοσμάς Φουσέκης , Αθηνά Φιλάρετου , Δημήτρης Αγιούς Γ’2
DEAD MAN WALKING (ΘΑ ΖΗΣΩ 1995)
Η Αδελφή ‘Ελεν [Σούζαν Σαράντον] , μια σπλαχνική καλόγρια από τη Νέα Ορλεάνη , έρχεται σε επαφή με τον Μάθιου Πόνσελε [Σον Πεν] , έναν οργισμένο, πικρόχολο φυλακισμένο που περιμένει την εκτέλεσή του. Προσπαθώντας να τον στηρίξει πνευματικά και να του χαρίσει τη λύτρωση λίγο πριν το θάνατο , η Έλεν θα έρθει αντιμέτωπη με τα σκοτεινά βάθη της ψυχής του και να δει τις δικές της αντοχές να δοκιμάζονται…
ΤΟ ΠΡΑΣΙΝΟ ΜΙΛΙ
Το Πράσινο Μίλι είναι Αμερικανική δραματική ταινία φαντασίας, παραγωγής 1999, σε σκηνοθεσία και σενάριο του Φρανκ Ντάραμποτ. Αποτελεί μεταφορά του ομότιτλου μυθιστορήματος (1996) του Στίβεν Κινγκ. Στην ταινία πρωταγωνιστούν ο Τομ Χανς ως Πωλ Έτζκομπ και ο Μάικλ Κλαρκ Ντάνκαν ως Τζων Κόφφυ, ενώ δευτερεύοντες ρόλους έχουν οι Ντέιβιντ Μορς, Μπόνι Χαντ και Τζέιμς Κρόμγουελ. Συμμετέχει επίσης ο Νταμπς Γκρηρ στην τελευταία ταινία, ως ο ηλικιωμένος Πωλ Έτζκομπ. Η ταινία διηγείται τη ζωή του Πωλ Έτζκομπ ως δεσμοφύλακας της πτέρυγας των θανατοποινίτων κατά τη διάρκεια της Παγκόσμιας Οικονομικής Ύφεσης του 1929 στις Ηνωμένες Πολιτείες και των υπερφυσικών γεγονότων στα οποία υπήρξε μάρτυρας.
Η ΘΑΝΑΤΙΚΗ ΠΟΙΝΗ ΩΣ ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ
Μία γνωστή ρήση υποστηρίζει ότι : «ο άνθρωπος είναι φτιαγμένος για το μεγαλύτερο καλό αλλά και το μεγαλύτερο κακό συγχρόνως» και μία περίπτωση καταφανούς απόδειξής του είναι η θανατική ποινή. Οι ανθρώπινες κοινωνίες σε όλα τα στάδια της ιστορικής εξέλιξής τους, συνοδεύονται από τη βία και το έγκλημα ενώ η αντιμετώπισή τους καθώς και η τιμωρία των εγκληματιών αποτέλεσαν ζητήματα προβληματισμού από πολύ νωρίς. Η θανατική ποινή ως μέσο κολασμού που απειλούσε τα βαρύτερα των εγκλημάτων έχει μια μακραίωνη ιστορία καθώς αναφορές της υπάρχουν στις πρώτες ανατολικές θρησκείες, στην Ελληνική μυθολογία, συνεχίζει στο Μεσαίωνα και σε εποχές που η προστασία της ανθρώπινης ζωής δεν θεωρούνταν αυτονόητη και φτάνει μέχρι τη σημερινή εποχή όπου πλέον η ανθρώπινη ζωή έχει αποτελέσει αναμφισβήτητο πανανθρώπινο δικαίωμα, αναφαίρετο και κατοχυρωμένο τόσο συνταγματικώς όσο και με αμέτρητες διεθνείς συμβάσεις.
Στην ταινία “Πράσινο Μίλι” η θανατική ποινή θεωρούνταν κάτι το αναγκαίο με σκοπό να τιμωρηθούν τα άτομα που είχαν διαπράξει κάποιο έγκλημα και να παραδειγματιστούν μέσα από αυτού του είδους τιμωρίας όλοι οι άλλοι, αθώοι και εγκληματίες. Το είδος της ποινής εδώ είναι ο θάνατος σε ηλεκτρική καρέκλα. Το ίδιο ισχύει και στην άλλη ταινία , την “Dead man walking”, μόνο που εκεί το είδος της ποινής είναι οι θανατηφόρες ενέσεις. Με βάση τις δύο ταινίες , μπορεί για κάποιους η θανατική ποινή να ήταν ένας τρόπος για να τιμωρηθούν οι εγκληματίες και να παραδειγματιστούν όλοι οι άλλοι, όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε πως είναι μια πολλή βίαιη και αποτρόπαιη πράξη, η οποία καταπατά τα ανθρώπινα δικαιώματα και κόβει το νήμα της ζωής από πολλούς ανθρώπους από τους οποίους μερικοί μπορεί να μην την άξιζαν καν αυτή την τιμωρία.
Σε πολλές δημοκρατικές χώρες σήμερα καθώς και στην Ελλάδα αρκετές φορές επανέρχεται στο προσκήνιο το συγκεκριμένο θέμα καθώς πολλοί είναι αυτοί που υποστηρίζουν την επαναφορά της εφαρμογής της θανατικής ποινής ως μέσο κολασμού με τα κυριότερα επιχειρήματά τους να συνοψίζονται στα εξής:
Α) Η θανατική ποινή έχει απίστευτη εκφοβιστική και προληπτική δύναμη καθώς ο φόβος της ποινής του θανάτου αποθαρρύνει τον εγκληματία από την τέλεση εγκλήματος .Πολλοί επιστήμονες αναφέρουν ότι ακόμα και η φυλάκιση και οι λοιπές ποινές που επιβάλλονται από το ποινικό μας σύστημα λειτουργούν αποθαρρυντικά για τους μελλοντικούς εγκληματίες πόσο μάλλον η γνώση ότι μετά την τέλεση της πράξης , τους περιμένει η εκτέλεση. Αν λοιπόν τιμωρούνταν τόσο αυστηρά κάποια εγκλήματα πολλοί που τώρα προβαίνουν στην τέλεση αυτών σίγουρα θα αποθαρρύνονταν.
Β) Η ισάξια ανταπόδοση είναι η μόνη που αρμόζει σε άτομα που έχουν αφαιρέσει κάποια ανθρώπινη ζωή αλλά και σε περιπτώσεις άλλων εγκλημάτων που πλήττουν σοβαρά μια ανθρώπινη ζωή όπως είναι οι βασανισμοί, οι βιασμοί , η παιδεραστία, η εμπορία ναρκωτικών κ.ά. Πώς αλλιώς θα μπορούσαν να τιμωρηθούν τέτοιοι εγκληματίες που τυγχάνουν της κατακραυγής του κόσμου και συχνά χαρακτηρίζονται από την κοινή γνώμη ως «ανθρωπόμορφα τέρατα» αν όχι με την εσχάτη των ποινών που είναι η ποινή του θανάτου;
Γ) Η δικαίωση της οικογένειας του θύματος, επέρχεται μόνο με τη θανάτωση του δράστη. Κυρίως σε περιπτώσεις δολοφονιών, πέρα από την τιμώρηση του δράστη ένα σημαντικό ζήτημα που προκύπτει είναι και η δικαίωση των συγγενών και του άμεσου οικογενειακού περιβάλλοντος του θύματος οι οποίοι είναι πολύ πιθανόν να ζητούν εκδίκηση. Στην περίπτωση αυτή η θανατική ποινή έχει διπλό ρόλο καθώς και ανακουφίζει ψυχικά την οικογένεια του θύματος αλλά και αποφεύγονται έτσι φαινόμενα αυτοδικίας που παρατηρούνται πολύ συχνά σε τέτοιες περιπτώσεις και μπορεί να καταλήγουν σε έναν αιματηρό κύκλο αντεκδίκησης.
Δ) Η ισόβια κάθειρξη (που είναι 20 χρόνια) που απειλεί σήμερα τα βαρύτερα των εγκλημάτων δεν εγγυάται ότι ο δράστης δεν θα ξαναπροβεί στην τέλεση του ίδιου εγκλήματος. Εις επίρρωση ανάλογα με την κοινωνική και οικονομική δύναμη που διαθέτει ο δράστης, παρατηρείται το φαινόμενο η ισόβια κάθειρξη να μετατρέπεται ή να εξαγοράζεται με αποτέλεσμα ο δράστης μέσα σε λίγα χρόνια να είναι πάλι ελεύθερος και σε μεγάλο βαθμό να παραμένει ατιμώρητος. Ο εγκλεισμός κάποιου στη φυλακή ακόμη και αν είναι για όλη του τη ζωή (περιπτώσεις καταδίκης σε δις και τρις ισόβια) δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι ο δράστης δεν θα διαπράξει το ίδιο έγκλημα και μέσα στη φυλακή αλλά ούτε και μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο μιας πιθανής απόδρασής του. Η θανατική ποινή είναι η μόνη ποινή που μπορεί να εγγυηθεί τη σίγουρη τιμωρία του δράστη χωρίς να αφήνει κανένα περιθώριο αλλά είναι και η μόνη περίπτωση που οι εγκληματίες στέκονται ισάξια απέναντι στο νόμο, ανεξάρτητα από το ποιοι είναι.
Ε) Η θανατική ποινή, με την προϋπόθεση ότι αυτή γίνεται άμεσα, δεν επιβαρύνει το κράτος οικονομικά. Η λειτουργία των φυλακών απαιτεί μεγάλες οικονομικές δαπάνες με τις οποίες καταλήγει τελικά να επιβαρύνεται ο απλός φορολογούμενος πολίτης. Επιπροσθέτως, ο μακροχρόνιος εγκλεισμός κάποιου στη φυλακή και επιπλέον επιτείνει το φαινόμενο της υπερφόρτωσης των σωφρονιστικών ιδρυμάτων που έχει ως αποτέλεσμα να επικρατούν σε αυτά άθλιες και απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης λόγω του πολύ μεγαλύτερου αριθμού κρατουμένων που αναγκάζονται να φιλοξενούν από αυτόν που κανονικά θα έπρεπε και που είναι σχεδιασμένα να φιλοξενούν.
ΣΤ) Πλέον η επιστήμη και η τεχνολογία στις μέρες μας, είναι τόσο εξελιγμένες που μπορείς να αναλύσεις σκηνές εγκλήματος με πάσα ακρίβεια. Ιδιαίτερα η μέθοδος του DNA η οποία καθιστά το περιθώριο λάθους σε μηδενικά ποσοστά δεν αφήνει περιθώρια δικαστικής πλάνης. Στις περιπτώσεις όπου δε χωράει αμφιβολία για το δράστη του εγκλήματος, πρέπει να τιμωρείται παραδειγματικά.
Ζ) Η πολιτεία έχει το δικαίωμα της νόμιμης άμυνας και της αυτοπροστασίας απέναντι στους «εχθρούς» της, σε αυτούς δηλαδή που επιλέγουν να μην συμμορφωθούν με τους νόμους της και καταλήγουν να αποτελούν κίνδυνο για τους πολίτες της . Με τη θανατική ποινή εξουδετερώνει και αχρηστεύει εντελώς όλους αυτούς τους επικίνδυνους εγκληματίες ενώ αποσοβείται ο κίνδυνος της επανάληψης τέτοιων φρικτών εγκλημάτων.
Ωστόσο τα επιχειρήματα υπέρ της επιβολής της θανατικής ποινής συναντούν έναν ισχυρότατο αντίλογο με τις βασικές του θέσεις να συνοψίζονται στα εξής:
Α) Η θανατική ποινή δεν προλαμβάνει κανένα έγκλημα. Ιδιαίτερα όταν πρόκειται για καθ’ έξιν εγκληματίες ή ψυχρούς και φανατισμένους δολοφόνους οι οποίοι δεν υπολογίζουν καθόλου τη θανατική ποινή αφού πολλοί από αυτούς δεν διστάζουν να συμμετέχουν ακόμη και σε επιχειρήσεις αυτοκτονίας. Άλλωστε και στατιστικές πολλών χωρών έδειξαν ότι μετά την κατάργηση της θανατικής ποινής δεν αυξήθηκαν τα κακουργήματα. Στη Δανία για παράδειγμα το 1944 όταν οι Γερμανικές αρχές κατοχής διέλυσαν τη δανική αστυνομία επειδή τις σαμποτάριζε, αυξήθηκε ο αριθμός των εγκλημάτων γενικά, με εξαίρεση τις ανθρωποκτονίες και τα βαριά σεξουαλικά εγκλήματα, που έμειναν ανεπηρέαστα από το φόβο της αποκάλυψης και της τιμωρίας, παρ’ όλο που αυτά μπορούσαν να επισύρουν θανατική ποινή. Με άλλα λόγια, η αύξηση ή μείωση της πιθανότητας επιβολής θανατικής ποινής δεν επηρεάζει τους δράστες βαριών εγκλημάτων.
Β) Το σύστημα «οφθαλμός αντί οφθαλμού» είναι αναχρονιστικό και δεν μπορεί να εφαρμόζεται στις σύγχρονες δημοκρατικές κοινωνίες. Δεν μπορεί η κοινωνία να εφαρμόζει ως ποινή την ίδια η εγκληματική πράξη για την οποία κατηγορεί και καταδικάζει το δράστη καθώς έτσι δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος βίας. Με την επιβολή της θανατικής ποινής το κράτος μετατρέπεται σε ένα νομιμοποιημένο δολοφόνο με τη δική μας συναίνεση. Αν λοιπόν δίνουμε στο κράτος το δικαίωμα να δολοφονεί τους πολίτες του, τότε του δίνουμε το δικαίωμα να παραβιάσει και άλλα δικαιώματα.
Γ) Μπορεί με τη θανατική ποινή να επέρχεται ψυχική δικαίωση της οικογένειας του θύματος αλλά με το θάνατο του δράστη το θύμα δεν επιστρέφει στη ζωή. Άλλωστε η θανάτωση του δράστη είναι μια απόφαση την οποία δεν παίρνει το ίδιο το θύμα αλλά η οικογένεια του για λογαριασμό του χωρίς να είναι σίγουρη αν και το θύμα θα είχε την ίδια επιθυμία.
Δ) Ένα από τα σημαντικότερα μείον της θανατικής ποινής είναι το μη αναστρέψιμο αυτής σε περίπτωση δικαστικής πλάνης. Παρά την πρόοδο της εγκληματολογίας και της βιοϊατρικής οι οποίες έχουν ανακαλύψει διάφορες επιστημονικές μεθόδους για την εξιχνίαση εγκλημάτων, με κυριότερη και πιο γνωστή τη μέθοδο ανάλυσης DNA, η οποία εγγυάται υψηλά ποσοστά ακρίβειας, δεν λίγες οι περιπτώσεις που αυτές αποδεικνύονται λανθασμένες και οδηγούν στην καταδίκη λάθος ανθρώπων. Ανάλογη είναι και η περίπτωση όταν υπάρχουν ελαφρυντικά υπέρ του δράστη τα οποία δεν μπορούν να αποδειχθούν και αποδεικνύονται σε χρόνο μεταγενέστερο της εκτελέσεως.
Ε) Η λειτουργία των φυλακών μπορεί να είναι οικονομικά ζημιογόνος για το κράτος και ιδιαίτερα για τους πολίτες που επωμίζονται το οικονομικό βάρος της συντήρησής τους, αποτελεί όμως ένα «αναγκαίο κακό» , μια βασική προϋπόθεση για την διασφάλιση της προστασίας των πολιτών από άτομα που αποτελούν απειλή για το κοινωνικό σύνολο. Άλλωστε η οικονομική επιβάρυνση που προκαλείται από τους καταδίκους για τα εγκλήματα που απειλούν θανατική ποινή είναι αναλογικά πολύ μικρότερη σε σχέση με αυτή που προκαλείται από τους καταδίκους άλλων εγκλημάτων όπως πχ. Κατά της τιμής, των ηθών, της δημόσιας ασφάλειας κλπ. Άλλωστε η οικονομική επιβάρυνση του κράτους δεν μπορεί να σταθεί ως επιχείρημα απέναντι σε επιχειρήματα όπως είναι η αξία της ανθρώπινης ζωής.
ΣΤ) Το σωφρονιστικό σύστημα δεν πρέπει να αποβλέπει στην εκδίκηση αλλά να έχει σωφρονιστικό χαρακτήρα με τελική επιδίωξη την διόρθωση, επανένταξη και επανακοινωνικοποίηση του εγκληματία. Η θανατική ποινή ακυρώνει τη λειτουργία αυτή του σωφρονιστικού συστήματος και εξαλείφει κάθε πιθανότητα μετάνοιας και μεταμέλειας από τον εγκληματία καθώς «εν τω Άδη ουκ έστι μετάνοια».
Ζ) Βασικότερο καθήκον και πρωταρχική υποχρέωση της πολιτείας αποτελεί ο σεβασμός και η προστασία της ανθρώπινης ζωής και της αξίας της προσωπικότητας του κάθε ανθρώπου (άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματος του 1975). Ο εγκληματίας παρόλη την παραβατική συμπεριφορά του δεν στερείται την ανθρώπινη ιδιότητά του και η ζωή του δεν μπορεί να εξαιρεθεί αυτής της προστασίας. Σε κάθε δημοκρατικό καθεστώς η ανθρώπινη ζωή οφείλει να προστατεύεται απόλυτα χωρίς να εξαρτάται από καμία παράμετρο. Μόνον σε αυταρχικά και ολοκληρωτικά καθεστώτα συναντάται το φαινόμενο της περιφρόνησης της ανθρώπινης αξίας σε άτομα που εγκλημάτησαν.
Η) Η θανατική ποινή με το βάναυσο και απάνθρωπο χαρακτήρα της προκαλεί το κοινό αίσθημα, φανατίζει και εξάπτει το μίσος διχάζοντας την κοινωνία. Γενικά η χαλάρωση ή η υπερβολική αυστηρότητα στην επιβολή των ποινών μπορεί να λειτουργήσει καταλυτικά για την κοινωνική σταθερότητα, επιφέροντας αναταραχές, συγκρούσεις, αναρχία και να οδηγήσει ακόμα και στην διάλυση της κοινωνίας. Όλα αυτά αποδεικνύουν την αναποτελεσματικότητα του σωφρονιστικού συστήματος να διατηρήσει την έννομη τάξη με ηπιότερα προληπτικά μέτρα και οδηγεί στην ηθική καταρράκωση της κοινωνίας.
Σκοπός της ποινής θα πρέπει να είναι ο σωφρονισμός του εγκληματία, η αναμόρφωση του χαρακτήρα του με τη συνειδητοποίηση της πράξης του και του τιμήματος που πληρώνει και η προετοιμασία για την επανακοινωνικοποίησή του για οποιοδήποτε έγκλημα και αν έχει αυτός διαπράξει. Μέσα από την επιβολή των ποινών τονίζεται η ανάγκη του αλληλοσεβασμού και της αποδοχής των κανόνων της κοινωνίας, ενισχύεται η κοινωνική συνείδηση. Η ποινή ηθικοποιεί, εξανθρωπίζει, προϊδεάζει τον πολίτη για τις συνέπειες της απειθαρχίας του και του θυμίζει τις υποχρεώσεις του απέναντι στην πολιτεία. Όλες αυτές οι λειτουργίες της ποινής παύουν να υπάρχουν όταν πρόκειται για την εσχάτη των ποινών, τη θανατική ποινή η οποία πέρα από τον εκφοβιστικό της χαρακτήρα, ο οποίος ακόμα αμφισβητείται, όχι μόνο δεν δίνει στον εγκληματία την ευκαιρία να αλλάξει και να κοινωνικοποιηθεί αλλά αποτελεί και κατάφωρη παραβίαση του δικαιώματος της ζωής του. Η ανθρώπινη ζωή είναι αγαθό απαραβίαστο και η κρατική εξουσία δεν έχει κανένα δικαίωμα να την αφαιρεί για κανένα απολύτως λόγο. Η πολιτεία δεν μπορεί να μεριμνά πρώτα για την αυτοπροστασία της και μετά για τη προστασία των πολιτών της. Σε μια εποχή πολιτισμικής προόδου, η εκτέλεση της θανατικής ποινής, ακόμα και για το πιο στυγερό έγκλημα, αποτελεί παραβίαση των ανθρώπινων δικαιωμάτων , η θανατική εκτέλεση αποτελεί τη μέγιστη ηθική και φυσική βλάβη που μπορεί να υποστεί ένα άτομο από την πολιτεία.
Προσωπικές γνώμες των μαθητών
Με βάση λοιπόν όλα τα παραπάνω εμείς , τα τρία μέλη της ομάδας διαμορφώσαμε τις εξής γνώμες σχετικά με το ζήτημα της θανατικής ποινής :
Η θανατική ποινή είναι μια απάνθρωπη πράξη με την οποία τιμωρούνται άτομα που έχουν πράξει ενάντια στον νόμο και δεν τους δίνεται μια δεύτερη ευκαιρία για να διορθώσουν τα πράγματα όσο είναι δυνατό. Επίσης με την θανατική ποινή η κοινωνία δίνει βίαια παραδείγματα στον λαό και μας μαθαίνει να δολοφονούμε όποιον βρεθεί στον δρόμο μας και μας προκαλέσει για το οτιδήποτε. Αν ο κρατούμενος έχει καλή συμπεριφορά στην φυλακή και μετά από αρκετές συναντήσεις με ψυχολόγο δείχνει να έχει μετανιώσει για τις πράξεις του τότε θα πρέπει κατά την γνώμη μου να του δοθεί μια δεύτερη ευκαιρία. Όσο για τους συγγενείς των δολοφονημένων ατόμων θα πρέπει να ηρεμήσουν και να κοιτάξουν πιο καθαρά τα πράγματα και να λογικευτούν.
Αθηνά Φιλάρετου
Στο άκουσμα της θανατικής ποινής όλοι μας θα αρχίζαμε να διατυπώνουμε γνώμες του τύπου ‘ααα όχι εγώ ποτέ δε θα ζητούσα να επιβληθεί η θανατική ποινή εις βάρος ενός ανθρώπου ανεξαρτήτως εγκλήματος που θα είχε διαπράξει’. Παρακολουθώντας όμως τις ταινίες , παρατήρησα πως οι ίδιοι οι γονείς των θυμάτων επιζητούσαν να επιβληθεί η ποινή για τους δολοφόνους των παιδιών τους , θεωρώντας πως κατά κάποιο τρόπο θα έπαιρναν εκδίκηση για το χαμό τους. Είναι λοιπόν σχεδόν βέβαιο πως η ίδια ακριβώς σκέψη θα είχε περάσει και από το δικό μας το μυαλό σε στιγμή συναισθηματικής φόρτισης αν είχαμε βρεθεί σε παρόμοια κατάσταση. Θα σκεφτόμασταν πως θα ήταν άδικο να σκοτώνουν κόσμο αλλά ταυτόχρονα να συνεχίζουν τη ζωή τους είτε ελεύθεροι είτε φυλακισμένοι. Κατά τη γνώμη μου όμως δεν είναι αυτή η λύση , διότι πρώτα απ’ όλα η θανατική ποινή είναι μια πολύ βίαιη και αποτρόπαια πράξη η οποία καταπατά τα ανθρώπινα δικαιώματα και κόβει το νήμα της ζωής από ανθρώπους που μπορεί να μην την άξιζαν καν αυτήν την τιμωρία , όπως έγινε στην ταινία ‘Πράσινο μίλι’. Επίσης οι εγκληματίες , με το θάνατό τους , δεν έχουν τη δυνατότητα να μετανοήσουν και να μετανιώσουν για τις πράξεις τους , κάτι που μπορεί να τους άλλαζε ριζικά και σαν ανθρώπινους χαρακτήρες. Τέλος πιστεύω πως αν κάποιος ζητάει να επιβληθεί η θανατική ποινή σε εγκληματία ο οποίος για παράδειγμα είχε πράξει φόνο , τότε είναι σαν κάνει ακριβώς το ίδιο πράγμα ο ίδιος στον εγκληματία , κάτι το οποίο όπως προαναφέραμε καταπατά τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Κοσμάς Φουσέκης
Κατά την άποψή μου η θανατική δεν θα έπρεπε να εφαρμόζεται σε καμία περίπτωση, όποιο και να είναι το έγκλημα που έχει διαπραχτεί από οποιονδήποτε. Πιστεύω ότι ο οποιοσδήποτε αξίζει μια δεύτερη ευκαιρία για να μετανοήσει για το λάθος του. Για να αποδείξω πόσο χαζή είναι η συγκεκριμένη ποινή ‘σκοτώνουμε κάποιον που έχει σκοτώσει κάποιον για να δείξουμε στους υπόλοιπους ότι το να σκοτώνεις είναι λάθος’ , καταλήγω εις το συμπέρασμα ότι είμαι φανατικά κατά της θανατικής ποινής.
Δημήτρης Αγιούς
Παράρτημα: ο Τσεζάρε Μπεκαρία και η θανατική ποινή
Ο Τσεζάρε Μπεκαρία, Μιλάνο 1738-1794 ήταν Ιταλός εγκληματολόγος, οικονομολόγος, δημοσιολόγος και φιλόσοφος, συγγραφέας του μνημειώδους έργου Περί εγκλημάτων και ποινών [6], το οποίο συνέβαλε καθοριστικά στον ορθολογικό και ουμανιστικό αναπροσανατολισμό των ποινικών επιστημών και τη διαμόρφωση της λεγόμενης «Κλασικής Σχολής» του Ποινικού Δικαίου. Γεννήθηκε στο Μιλάνο και έζησε τα παιδικά του χρόνια σε ένα εξαιρετικά καταπιεστικό οικογενειακό περιβάλλον, το οποίο τον εξώθησε γρήγορα σε στάση αμφισβήτησης απέναντι στις παραδοσιακές αξίες και τα κρατούντα ήθη. Φοίτησε στο Ιησουιτικό Κολέγιο της Πάρμας και αργότερα σπούδασε νομικά στο πανεπιστήμιο της Παβίας. Η επαφή του με τα έργα του Διαφωτισμού καθώς και η γνωριμία του με τους αδελφούς Πιέτρο Βέρρι και Αλεσάντρο Βέρρι, στο σπίτι των οποίων, στο Μιλάνο συζητούσαν φιλοσοφικά, πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα, επηρέασαν σημαντικά την πνευματική διαμόρφωσή του. Έπειτα από προτροπή του Πιέτρο Βέρρι, ο Μπεκαρία έγραψε το πρώτο του δοκίμιο, που δημοσιεύτηκε στη Λούκκα το 1762 με τίτλο Περί των ανωμαλιών και της θεραπείας των νομισμάτων στο κράτος του Μιλάνου κατά το 1762. Ιδιαίτερα γοητεύτηκε από τις ιδέες του γαλλικού Διαφωτισμού (κυρίως των Ντιντερό, Μοντεσκιέ και Ρουσσώ) και αγωνίστηκε να βρει γι’ αυτές πεδίο εφαρμογής στο χώρο του Ποινικού Δικαίου, που τότε θεμελιωνόταν σε ένα απάνθρωπο και αυθαίρετο καθεστώς διαλεύκανσης του εγκλήματος, καταλογισμού ευθυνών και απόδοσης της δικαιοσύνης. Ύστερα από σχετικά μικρό χρονικό διάστημα, έγραψε την πραγματεία: Περί εγκλημάτων και ποινών, (1764), που προκάλεσε πάταγο στους νομικούς κύκλους και χαιρετίστηκε με άκρατο ενθουσιασμό από τα προοδευτικά πνεύματα της εποχής με σπουδαιότερο τον Βολταίρο. Μέσα σε δεκαοκτώ μήνες, το βιβλίο έκανε έξι εκδόσεις. Έχει μεταφραστεί στα γαλλικά από την Olympe de Gouges το 1766 και δημοσιεύθηκε με ένα ανώνυμο σχόλιο από τον Βολταίρο. Η αγγλική μετάφραση εμφανίστηκε το 1767. Μεταφράστηκε και σε πολλές άλλες γλώσσες. Το βιβλίο αναγνώσθηκε και στις Ηνωμένες Πολιτείες, μεταξύ άλλων και από τους Τζον Άνταμς και Τόμας Τζέφερσον.
Κατά την περίοδο 1768-1770 εργάστηκε ως πανεπιστημιακός καθηγητής των Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών στο Μιλάνο και στη συνέχεια (1771-1794) υπηρέτησε ως ανώτερος κρατικός υπάλληλος, ειδικός κυρίως σε οικονομικά ζητήματα. Στον τομέα αυτό η διδασκαλία του θεωρείται προδρομική των οικονομικών θεωριών του Άνταμ Σμιθ και του Τόμας Μάλθους. Τα μαθήματα και οι διαλέξεις του εκδόθηκαν μετά το θάνατό του, με τίτλο: Στοιχεία της δημόσιας οικονομίας (Elementi di economia pubblica, 1804). Αξιόλογο έργο του θεωρείται επίσης η φιλοσοφική πραγματεία: Έρευνες για τη φύση του ύφους (Ricerche informo alla natura dello stile), 1770).
https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A4%CF%83%CE%AD%CE%B6%CE%B1%CF%81%CE%B5_%CE%9C%CF%80%CE%B5%CE%BA%CE%B1%CF%81%CE%AF%CE%B1