Το ερώτημα «τι θέλει ένα παιδί από το γονιό του;» είναι το πρώτο που θα έπρεπε να απασχολεί τους γονείς. Εκείνοι, όμως, σπάνια αναρωτιούνται γι’ αυτό. Συνήθως σκέφτονται τι θέλουν εκείνοι από τα παιδιά τους. Συχνά παραπονιούνται ότι δεν τους ακούνε, ότι αδιαφορούν για τα μαθήματα, ότι δεν στρώνουν το κρεβάτι τους και ότι τους ενδιαφέρει η παρέα και η ζωή έξω από το σπίτι. Μόλις οι γονείς τελειώσουν τις «κατηγορίες», υπάρχει μια ερώτηση που αν τους την απευθύνετε, συνήθως, συνοδεύεται από μία σιγή δευτερολέπτων και χαμένα βλέμματα: «Αλήθεια, έχετε σκεφτεί τι περιμένω εγώ από εσάς;». Η ερώτηση-βόμβα βάζει τους γονείς σε σκέψεις. «Αλήθεια, τι θέλει το παιδί μου από μένα;». Κι ύστερα, γελώντας, απαντούν: «Αν σε ρωτούσα τι θες από εμένα θα μου έλεγες να σου πάρω οτιδήποτε θέλεις.» Τι κρίμα να πιστεύουν οι γονείς κάτι τέτοιο… Είναι η ώρα να αποκαλύψουμε τι πραγματικά θέλουν τα παιδιά από τους γονείς τους. -Θέλω να περνάω περισσότερο χρόνο μαζί τους, τίποτα άλλο.- Θέλω να συζητώ μαζί τους. -Θέλω να μου συμπεριφέρονται σαν να είμαι λίγο μεγαλύτερος. –Θέλω να με φροντίζουν, να με αγαπάνε και να με βοηθούν όταν έχω προβλήματα. -Θέλω να με κάνουν ευτυχισμένο. Θέλω να με σέβονται και να μην με αντιμετωπίζουνε σαν μικρό παιδί. -Θέλω να ασχολούνται μαζί μου περισσότερο, να μην στενοχωριούνται όταν φέρνω χαμηλούς βαθμούς στα τεστ. -Αυτό που θέλω να είναι πιο χαλαροί. Αυτό που ζητούν είναι να έχουν κοντά τους γονείς τους. Να μοιράζονται περισσότερο χρόνο μαζί. Αυτό το «μαζί» περιλαμβάνει επικοινωνία, ηρεμία, ασφάλεια και στιγμές ευτυχίας. Τα παιδιά φαίνεται να ζητούν το αυτονόητο. Τι κάνουν, όμως, οι γονείς για αυτό; Τι είναι αυτό που εμποδίζει τους γονείς να πλησιάσουν τα «θέλω» των παιδιών τους; Στην ουσία, οι γονείς μπερδεύουν τα δικά τους «θέλω» με τα «θέλω» των παιδιών. Οι απαιτήσεις της καθημερινής ζωής των ενηλίκων: η εργασία της μητέρας έξω από το σπίτι, οι πολλές ώρες εργασίας διαμορφώνει μια νέα κατάσταση στη σημερινή ελληνική οικογένεια. Ο λιγοστός χρόνος που απομένει για να συνυπάρξουν οι γονείς με τα παιδιά δεν μπορεί να είναι ποιοτικός χρόνος, καθώς υπάρχει κούραση και νεύρα. Οι απαιτήσεις της καθημερινής ζωής των παιδιών: τα παιδιά αντιμετωπίζονται πλέον περισσότερο ως «μαθητές» παρά ως «παιδιά». Στο πλαίσιο αυτό φορτώνονται με πολλές σχολικές εργασίες, ιδιαίτερα μαθήματα και… γονείς που φωνάζουν «ακόμη δεν τέλειωσες το διάβασμα;». Η σχέση γονιού-παιδιού μοιάζει με τη σχέση δασκάλου-μαθητή. Αποτέλεσμα; Ο γονιός παύει να είναι γονιός. Χαλάει τη σχέση του με το παιδί γιατί εκείνο «δεν διαβάζει» ή «δεν τελειώνει γρήγορα τα μαθήματά του» ή «χαζεύει». Λες και η σχέση τους πρέπει να περάσει μόνο μέσα από το κανάλι των σχολικών μαθημάτων για να εξελιχθεί. Κάθε γονιός που θέλει να ανταποκριθεί στα υγιή «θέλω» των παιδιών του αρκεί να ρωτήσει το παιδί του «τι θέλεις από εμάς, τους γονείς σου;». Ακόμη κι αν το παιδί αντιδράσει περίεργα, αν σας πει ότι «αυτό που θέλω είναι να μην με πρήζετε» κ.τ.λ., εσείς ρωτήστε πιο καθαρά: «πες μας τι θέλεις να κάνουμε, όχι τι δεν θέλεις να κάνουμε». Η απάντηση που θα λάβετε θα είναι ό,τι πιο σημαντικό σας έχει πει το παιδί σας. Συνοψίζοντας, φαίνεται ότι αυτό που δεν θέλουν τα παιδιά είναι η καταπίεση, το άγχος και οι πολλές ώρες εργασίας των γονέων τους. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι γονείς θα πρέπει να σταματήσουν να έχουν απαιτήσεις για καλύτερη επίδοση ή να σταματήσουν να εργάζονται. Εκείνο που χρειάζεται είναι να δουν τι μπορούν να αλλάξουν στη συμπεριφορά τους, ώστε οι ώρες που βρίσκονται σπίτι να αξιοποιούνται στη σχέση τους με το παιδί.