>
Λίγες λέξεις της Νεοελληνικής γλώσσας κρύβουν τη μαγεία της ιαχής αέρα! Μεγάλωσαν και μεγαλώνουν ελληνόπουλα που συγκινήθηκαν, δάκρυσαν, θαύμαζαν τον ηρωισμό των παλικαριών στα ελληνοαλβανικά σύνορα, το 1940. Ο παλμός αυτής της συγκίνησης δονούσε στην ιαχή αέρα και σε ό,τι αυτή αντιπροσώπευε στη μεταπολεμική Ελλάδα. Καμία λέξη δε συγκέντρωσε την ορμή και το δυναμισμό της νιότης, όσο η ιαχή αέρας.
Ελάχιστοι, όμως, γνωρίζουν ότι πρωτοακούστηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης 30 χρόνια πριν από το έπος του ΄40. Συγκεκριμένα, πρωτοχρησιμοποιήθηκε το 1908 από το 2ο τάγμα της Κρητικής πολιτοφυλακής του πρώτου τακτικού στρατού της Κρήτης, που τελούσε υπό την προστασία του ευρωπαϊκού στρατού. Χρησιμοποιήθηκε σε εκπαιδευτική πορεία, από κάποιον στρατιώτη, κατά τη διάρκεια ανεμοστρόβιλου και το επανέλαβαν, χάριν ευθυμίας, οι υπόλοιποι. Από τότε, το επαναλάμβαναν συχνά, κάθε φορά που διαλυόταν ή συντασσόταν το Τάγμα (αρχικά, ήταν, δηλαδή, μία ζητωκραυγή, ένα “πείραγμα”, και όχι πολεμική ιαχή). Στη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων (1912, 1913, Ήπειρο και Μακεδονία) η ιαχή διαδόθηκε από τους Κρήτες σε ολόκληρο το ελληνικό στράτευμα.
Στην αρχή, όμως, η καινοτομία αντιμετωπίστηκε με δυσπιστία, γιατί ο τακτικός στρατός χρησιμοποιούσε τις αρχαίες ιαχές: αλαλά ή αλαλαί ή ελελεύ ή το εξευρωπαϊσμένο : χιπ, χιπ, ουρρά (hip, hip, hurrah), άλλωστε οι περισσότεροι αξιωματικοί του στρατού μας είχαν εκπαιδευτεί στα στρατόπεδα της Γερμανίας, Γαλλίας, Αγγλίας.
Η πολεμική ιαχή «αέρα» επισημοποιήθηκε κατά τον ελληνοιταλικό πόλεμο και γι΄ αυτό συνέβαλαν, άθελα τους, οι Ιταλοί. Ο Ιταλικός φασιστικός στρατός χρησιμοποιούσε την ιαχή : «eja (προφ. : εγιά), eja, eja, alala». Ήταν μία ιαχή που είχε καθιερώσει ο ποιητής Gabriele d Annunzio (1863 – 1938) στη διάρκεια του πρώτου παγκοσμίου πολέμου (Αύγουστος του 1917). Ο ίδιος, ο ποιητής, αναφέρει ότι την επέβαλε στους αεροπόρους του (ήταν διοικητής αεροπορικού σμήνους) λέγοντας: «είναι καιρός να καταργήσουμε αυτό τον βαρβαρικό ήχο (εννοούσε το: Hip! Hip! Hip! hurrah) και στη θέση του θα βάλουμε το alala με το οποίο ο Αχιλλέας παρακινούσε τα άλογα του και το Λατινικό επιφώνημα eja».
Εικοσιτρία χρόνια αργότερα οι Ιταλοί εισβολείς θα χρησιμοποιήσουν στα βουνά της Πίνδου την ιαχή eja! eja! alala (ειρωνεία: να ήξεραν, άραγε, οι αγράμματοι Ιταλοί στρατιώτες ότι χρησιμοποιούσαν μία αρχαία ελληνική ιαχή για να σκοτώσουν τους σύγχρονους Έλληνες). Πάντως, η ηχητική ομοιότητα με την επανάληψη των φωνηέντων -α- και –ε- (στη λ.eja: προφέρεται εγιά) έφερε στο μυαλό των Ελλήνων την Κρητική ζητωκραυγή αέρα και ανταπέδωσαν καθιερώνοντας την λέξη αέρα, ως την πιο ηρωική ολόκληρης της ελληνικής ιστορίας. Η ιαχή αέρα έχει τον ίδιο αριθμό συλλαβών με το αλαλά (δεν αλλάζει ο ρυθμός) και περιλαμβάνει το –α- και το –ε-, που προφέρονται εύκολα, όταν τρέχουν οι στρατιώτες (περιλαμβάνονται, άλλωστε, και στο αλαλά και στο ελελευ, αλλά και στο eja)
– Στο Γράμμο και ο τακτικός και ο δημοκρατικός στρατός φώναζαν αέρα, όταν εξαπέλυαν επίθεση κατά των αδελφών. Αέρα σε ποιόν, βρε παλληκάρια; Ποιος είναι ο εχθρός; Γιατί να φύγει; Που να πάει;
28 Οκτωβρίου th, 2012 στις 20:26
>Ενδιαφέρουσα η ιστορία της ιαχής "αέρα"