Δύο Ζώα – Δύο ιστορίες. Μυστικά από τον κόσμο της Φύσης
Στο πλαίσιο του προγράμματος eTwinning, οι μαθητές μας αποφάσισαν να εξερευνήσουν τον συναρπαστικό κόσμο δύο ξεχωριστών ζώων: του Κρι-Κρι, το αγριοκάτσικο της Κρήτης, και της Κόκκινης Αλεπούς, ενός από τα πιο έξυπνα και προσαρμοστικά ζώα της φύσης. Συλλέξαμε πληροφορίες, εικόνες και ενδιαφέροντα στοιχεία για τη ζωή τους, το περιβάλλον τους και τη σημασία της προστασίας τους. Μέσα από τη συνεργασία με άλλα ευρωπαϊκά σχολεία, μάθαμε πόσο σημαντικό είναι να γνωρίζουμε και να αγαπάμε την άγρια ζωή που μας περιβάλλει.
ΤΑ ΚΡΙ ΚΡΙ
Το κρι-κρι, μερικές φορές αποκαλούμενο κρητική αίγα, αγρίμι, κρητικός αίγαγρος, είναι ένα μεγάλο οπληφόρο θηλαστικό γηγενές της ανατολικής Μεσογείου, το οποίο σήμερα βρίσκεται μόνο στην Κρήτη και τρία μικρά νησάκια κοντά της, του Δία Θεοδώρου και στους Άγιους Πάντες. Το κρί-κρί έχει ανοιχτόχρωμη καφέ γούνα με μια πιο σκούρα λωρίδα γύρω από το λαιμό του. Το αρσενικό έχει μεγάλα κέρατα τα οποία διευθύνονται προς τα πίσω. Το θηλυκό έχει μικρό σώμα, πιο λίγο τρίχωμα και μικρότερα κέρατα από το αρσενικό. Το κρι-κρι φτάνει σε μήκος 1,5μ. και σε ύψος τα 80εκ. Για το αρσενικό χρησιμοποιείαι το όνομα «αγρίμι» ενώ για τα θηλυκά “σανάδα”. Κάνουν μεγάλα άλματα, ενώ μπορούν πολύ εύκολα να ανεβαίνουν σε κατακόρυφα βράχια.
ΙΣΤΟΡΙΑ
Το κρι-κρι πιστεύεται ότι εισήχθη στη Μινωική εποχή, ενώ θεωρείται ενδημικό είδος της Κρήτης. Παλιότερα ήταν κοινό σε όλο το Αιγαίο αλλά το τελευταίο του καταφύγιο είναι στις κορυφές των Λευκών Ορέων στη δυτική Κρήτη.Το 1960, το κρι-κρι ήταν απειλούμενο είδος διότι ήταν η μόνη πηγή κρέατος για τους αντάρτες την εποχή της Κατοχής στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η απειλή για το κρι-κρι ήταν ο κυριότερος λόγος ανακήρυξης της Σαμαριάς ως εθνικού δρυμού στις αρχές της δεκαετίας του ’60. Λένε ότι το αγρίμι ήταν το ιερό ζώο της Σφακιανής θεάς Βριτόμαρτης της Δίκτυννας, κι αυτό φαίνεται από την στήλη του Δικτυνναίου ναού. Ιερό ζώο ήταν και για άλλο ένα λόγο. Έθρεψε με το γάλα του τον θεό Δία. Άλλωστε είναι πολύ γνωστή η ιστορία του θηλυκού αγριμιού, που το όνομα της ήταν Αμάλθεια, που πλησίαζε πρωί και βράδυ τον Δία και του πρόσφερε το γεμάτο με γάλα μαστάρι της. Τέλος, ιερό ζώο ονομαζόταν και από τότε που ο θεός Απόλλων έπαιρνε μαζί του το αγριμάκι που του είχε χαρίσει ο ιερέας Καρμάνωφ και γι’ αυτό παριστάνεται από μερικούς αγαλματοποιούς να ακολουθείται από αυτό.
ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ
Η περίοδος κύησης διαρκεί 170 μέρες κατά μέσο όρο. Το θηλυκό γεννά το Μάιο, συνήθως ένα μικρό αλλά, και πιο σπάνια, δύο μικρά. Τα μικρά είναι ικανά να ακολουθούν την μητέρα τους αμέσως μετά την γέννηση τους. Παύουν να θηλάζουν και να φεύγουν απ’ την μητέρα τους έπειτα από έξι μήνες. Τα θηλυκά ωριμάζουν στην ηλικία ενάμισι ή δυόμισι ενώ τα αρσενικά στα τρεισήμισι με τέσσερα χρόνια.
ΚΟΚΚΙΝΗ ΑΛΕΠΟΥ
Η κόκκινη αλεπού (Vulpes vulpes) είναι το πιο διαδεδομένο είδος αλεπούς στον κόσμο και ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα άγρια ζώα. Έχει συνολικό μήκος 90-110 εκ., βάρος 4-8 κιλά κατά μέσο όρο. Έχει συνήθως κοκκινοκίτρινο τρίχωμα, λευκή κοιλιά, μαύρα πόδια και χαρακτηριστική φουντωτή ουρά με λευκή άκρη. Βρίσκεται σχεδόν σε όλο το βόρειο ημισφαίριο, Ευρώπη, Ασία, Βόρεια Αμερική και έχει εισαχθεί στην Αυστραλία. Στην Ελλάδα είναι πολύ κοινή, κυρίως σε ορεινές και ημι-ορεινές περιοχές
Είναι Παμφάγο ζώο, τρώει μικρά θηλαστικά, πουλιά, έντομα, φρούτα, ακόμα και ανθρώπινα υπολείμματα τροφής. Προσαρμόζεται πολύ εύκολα και μπορεί να ζήσει σε δάση, αγρούς, ακόμα και κοντά σε ανθρώπινους οικισμούς. Δραστηριοποιείται κυρίως το σούρουπο ή την νύχτα. Ζει μόνη της, εκτός από την περίοδο αναπαραγωγής.
ΙΣΤΟΡΙΑ
Η κόκκινη αλεπού εμφανίστηκε πριν από περίπου 3–4 εκατομμύρια χρόνια. Ανήκει στην οικογένεια των Κανιδών και θεωρείται ένα από τα πιο επιτυχημένα θηλαστικά χάρη στην εκπληκτική της προσαρμοστικότητα. Εξαπλώθηκε φυσικά σε Ευρώπη, Ασία, Βόρεια Αμερική, ενώ αργότερα μεταφέρθηκε από τον άνθρωπο και στην Αυστραλία. Από την αρχαιότητα ήταν σύμβολο πονηριάς, εξυπνάδας και επιβίωσης. Οι αρχαίοι Έλληνες την αναφέρουν σε μύθους και παραμύθια, με πιο γνωστό το μοτίβο της «πονηρής αλεπούς». Στη μεσαιωνική Ευρώπη εμφανίζεται σε λαϊκές ιστορίες όπως ο Ρενάρδος (Reynard), όπου παρουσιάζεται ως έξυπνο και δόλιο ζώο. Σε ασιατικούς πολιτισμούς (Ιαπωνία, Κορέα, Κίνα) η αλεπού συνδέεται με υπερφυσικές μορφές, όπως η κιτσούνε – πλάσματα με μαγικές ιδιότητες. Με την εξάπλωση των ανθρώπινων οικισμών η αλεπού προσαρμόστηκε εξαιρετικά καλά και πλέον ζει ακόμα και μέσα σε πόλεις. Σε ορισμένες χώρες αποτέλεσε στόχο κυνηγιού, άλλοτε για τη γούνα της και άλλοτε ως «επιβλαβές» ζώο. Παρά τις πιέσεις, ο πληθυσμός της παγκοσμίως παραμένει σταθερός, γεγονός που δείχνει την ικανότητά της να επιβιώνει σε πολλές συνθήκες.


