Η Γκερνίκα (Guernica στα ισπανικά ή Γκουέρνικα, με λατινική απόδοση στα ελληνικά), είναι το διασημότερο ίσως έργο του Πάμπλο Πικάσο.
Αυτός ο τεράστιος καμβάς (3,54×7,82μ.) περιγράφει την απανθρωπιά, τη βιαιότητα και την απόγνωση του πολέμου.
Ήταν παραγγελία της δημοκρατικής κυβέρνησης της Ισπανίας για τη Διεθνή Έκθεση του Παρισιού το 1937[2]. Ο Πικάσο εμπνεύστηκε το έργο όταν, στις 26 Απριλίου της ίδιας χρονιάς, στα πλαίσια του Ισπανικού Εμφυλίου Πολέμου, Γερμανοί πιλότοι της αεροπορίας των εθνικιστών βομβάρδισαν την κωμόπολη Γκερνίκα της Χώρας των Βάσκων.
Στο βομβαρδισμό εκείνο σκοτώθηκαν 1.650 άνθρωποι και ισοπεδώθηκε το 70% της πόλης με 32 τόνους εκρηκτικά.
Ο Πικάσσο πληροφορήθηκε τα γεγονότα από την εφημερίδα Le Soir, μόνο την 1η Μαΐου και το ολοκληρώνει στις 3 Ιουνίου του 1937
Ο Πικάσο απέφυγε να ζωγραφίσει αεροπλάνα, βόμβες ή ερείπια. Οι δύο κυρίαρχες μορφές του έργου είναι ένας ταύρος και ένα πληγωμένο άλογο με διαμελισμένα κορμιά και τέσσερις γυναίκες που ουρλιάζουν κρατώντας νεκρά μωρά.
Αρχικά ο Πικάσο πειραματίστηκε με χρώμα, αλλά τελικά κατέληξε στο άσπρο-μαύρο και αποχρώσεις του γκρι, καθώς θεώρησε ότι έτσι δίνει μεγαλύτερη ένταση στο θέμα.
Πολλές φορές μετακίνησε φιγούρες και μορφές πριν καταλήξει στην οριστική τους θέση.
«Η αφαίρεση του χρώματος και του αναγλύφου αποτελεί διακοπή της σχέσης του ανθρώπου με τον κόσμο: όταν διακόπτεται,δεν υπάρχει πια η φύση ή η ζωή»
Η διαδικασία της ζωγραφικής του πίνακα αποτυπώθηκε σε μια σειρά φωτογραφιών από τη διασημότερη ερωμένη του Πικάσο, την Dora Maar, μια διακεκριμένη καλλιτέχνιδα. Συνολικά σαράντα πέντε σχέδια μας έχουν σωθεί τα οποία προετοιμάζουν την τελική Γκερνίκα].
Όταν πρωτοεμφανίστηκε ο πίνακας, οι αντιδράσεις ήταν μάλλον αρνητικές.
Ο βάσκος τοιχογράφος Χοσέ Μαρία Ουτσενάι δήλωσε: «Για έργο τέχνης είναι ένα από τα φτωχότερα της παγκόσμιας παραγωγής.
Πρόκειται για πορνογραφία 7×3».
Γερμανικό έντυπο έγραψε ότι πρόκειται για «σύμφυρμα από ανθρώπινα μέλη που θα μπορούσε να είχε ζωγραφήσει τετράχρονος».
Σταδιακά το γενικό αίσθημα άρχισε να μεταστρέφεται και το έργο περιόδευε για να ενισχύσει τον αγώνα των Δημοκρατικών. Η περιοδεία σταμάτησε όταν ο Φράνκο κατέλαβε την εξουσία το 1939 και, με το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, το έργο φυγαδεύτηκε στις ΗΠΑ, για να αποφευχθεί η καταστροφή του.
Η Γκερνίκα έμεινε στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης για πολλά χρόνια και ο Πικάσο είχε δηλώσει πως δε θα επέστρεφε στην Ισπανία προτού αποκατασταθεί πλήρως η δημοκρατία. Το 1974 υπήρξε συμβάν βανδαλισμού του έργου με κόκκινη μπογιά, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τη σφαγή του Μάι Λάι στο Βιετνάμ.
Το 1981 η Γκερνίκα επιστράφηκε στην Ισπανία και εκτέθηκε αρχικά στο Casón del Buen Retiro και κατόπιν στο Μουσείο ντελ Πράδο, προστατευμένη με αλεξίσφαιρο τζάμι και οπλισμένους φρουρούς, για το φόβο νέου βανδαλισμού.
Το 1992 ο πίνακας μεταφέρθηκε στη σημερινή του θέση στο Εθνικό Μουσείο Τέχνης Βασίλισσα Σοφία στη Μαδρίτη, του οποίου έγινε το διασημότερο και σπουδαιότερο έκθεμα.
Τα τελευταία χρόνια ακούγεται συχνά η πρόταση να μεταφερθεί στο Μουσείο Γκούγκενχαϊμ στο Μπιλμπάο, το οποίο βρίσκεται λίγα μόλις χιλιόμετρα από την κωμόπολη Γκερνίκα, πράγμα με το οποίο δε συμφωνεί ούτε η ισπανική κυβέρνηση, ούτε η διοίκηση του Μουσείου Τέχνης Βασίλισσα Σοφία.