Βασίλης Γεργατσούλης, «Μακαρόνια με… μακαρόνια» (μυθιστόρημα), εκδόσεις 24 Γράμματα.
Σε όλα τα βιβλιοπωλεία
και online https://24grammata.com/product/00679/
Μπορείτε, ακόμα, να τα παραγγείλετε και τηλεφωνικά 210 612 70 74,
αντικαταβολή, κούριερ, παράδοση την επόμενη εργάσιμη
ΔΩΡΕΑΝ ΕΞΟΔΑ ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ ΓΙΑ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑ
του ιδίου από τις εκδ. 24γράμματα «Πέντε κραυγές» https://24grammata.com/product/00573/
Είναι όμορφο να βλέπεις τι εντύπωση κάνει το λογοτεχνικό σου έργο σε αναγνώστες. Παραθέτω μερικές απόψεις-κρίσεις:
Το σχόλιο της Ντόρας Παπαγεωργίου:
Λίγο τα σχόλια στο οπισθόφυλλο (….τι σόι παραμύθια γράφετε στα βιβλία σας οι λαογράφοι; Τα βιβλία είναι νεκρά πράγματα. Η αφήγηση θέλει τζάκι και παρέα. Θέλει ζωντανούς ανθρώπους να καβγαδίζουν και να φιλιώνουν….), λίγο η περιέργεια από τον τόσο ιδιαίτερο τίτλο, καθώς και το εξαιρετικό σχόλια της Μαίρης Βαβουράκη, με οδήγησαν να πάρω στα χέρια μου το βιβλίο του εκλεκτού δάσκαλου, συγγραφέα και φίλου Βασίλη Γεργατσούλη. Και από την πρώτη ήδη σελίδα ήρθε η έκπληξη. Το διάβασα απνευστί. Ολοζώντανο κείμενο (βοηθά και η πρωτοπρόσωπη αφήγηση), πλουσιότατο λεξιλόγιο, πρωτότυπο περιεχόμενο, εξαιρετική ηθογράφηση των χαρακτήρων, θεατρικότητα. Διδάκτωρ λαογραφίας εξάλλου και ο ίδιος ο συγγραφέας, εύστοχα κινείται σε γνώριμα εδάφη από τη δική του προσωπική έρευνα και ενασχόληση και μας μυεί στα άδυτα της επιστήμης του και στους προβληματισμούς που ενίοτε αυτή γεννά.
Ένας ολόκληρος κόσμος, μακριά από το δικό μας αφιλόξενο αστικό περιβάλλον ξεδιπλώνεται στις σελίδες του βιβλίου. Η ηρωίδα, η Μελπομένη ( …γλυκό όνομα, έχει και μέλι στην αρχή του…. ) είναι μια χαρακτηριστική αγράμματη μεν, -αλλά όχι αμόρφωτη όπως χαρακτηριστικά η ίδια δηλώνει,- γυναίκα ενός χωριού που η φήμη της ως πολυλογού, πιο γρήγορα ταξιδεύει από την γλώσσα της. Αυτή, της κουβαλά στο σπίτι, δύο λαογράφους που αναζητούν παλιές ιστορίες και παραμύθια για να τα καταγράψουν.
– Θα μου πείτε ένα παραμύθι, κυρία Μελπομένη;
– Όταν υπάρχει η ζωή, τι τα θες τα παραμύθια γιε μου;
Κάπως έτσι αρχίζουν να ξεδιπλώνονται ιστορίες. Παραμύθια και πραγματικότητα, φαντασία και λογική, αλήθειες και ψέματα, μισές κι ολόκληρες ιστορίες, όλα μπλέκονται σε ένα κουβάρι δυσεπίλυτων προβληματισμών. Επιστρατεύεται αυτό το αστείρευτο και πηγαίο χιούμορ της Μελπομένης, προκειμένου να αναδειχθεί η σημασία του παραμυθιού για τα ανθρώπινα, η δύναμή του στον αντίποδα της ανθρώπινης αδυναμίας. Γιατί μπορείς να καταγράψεις μια συνομιλία στο μαγνητόφωνο. Όμως αυτή την άμορφη και διάχυτη αίσθηση της ατμόσφαιρας, την γκριμάτσα, το τρεμούλιασμα της φωνής, τον ψυχισμό του συνομιλητή, πώς να τα χωρέσεις σε σελίδες; Κι αν τα χωρέσεις, τότε τα έχεις σκοτώσει. Γιατί παύουν να είναι ζωντανά. Να ζυμώνονται, να αλλάζουν, να ταξιδεύουν.
– Παραμύθια δεν θέλατε; Παραμύθια θα σας πω. Αλλά με τους δικούς μου όρους, δηλώνει η Μελπομένη.
Αν και η ίδια ζει μια συμβατική ζωή στο χωριό, η φαντασία της και τα ερεθίσματα του χώρου, την οδηγούν σε μια άφοβη σύνδεση με το εξωλογικό και εντέλει επιλέγει να κινείται απελευθερωτικά και έξω από παραδεδομένες αντιλήψεις.
Και το τέλος; Ανατρεπτικό, λυτρωτικό, σοφό και ταυτόχρονα …τόσο γευστικό όσο ένα τραπέζι με μακαρόνια, με μακαρόνια, με… μακαρόνια.
ΥΓ.: Κάποιοι λέτε πως είστε μεγάλοι για παραμύθια, μα…. παραδεχτείτε το. Όλοι ψάχνετε το παραμύθι σας.
Βασίλη συγχαρητήρια! Ευχαριστώ για την απόλαυση που μου έδωσαν τα μακαρόνια με μακαρόνια σου.
Το σχόλιο της Μαίρης Βαβουράκη:
Ο μονόλογος της τρισχαριτωμένης κυρίας Μελπομένης διαβάζεται μονορούφι. Αν και είναι ανάλαφρος και διασκεδαστικός, έχει , ωστόσο, πολλά ενδιαφέροντα σημεία για να σταθείς, να προβληματιστείς να επανεκτιμήσεις καταστάσεις, να δεις τα πράγματα κι από μια άλλη σκοπιά ή και να συνειδητοποιήσεις κάποια πράγματα που γνώριζες , μα είχες προσπεράσει χωρίς να τα σκεφτείς.
Η κυρία Μελπομένη εκπροσωπεί τις παλιές γυναίκες που ήξεραν να λένε παραμύθια, που αν και αγράμματες γνώριζαν απ έξω κι ανακατωτά τα άγραφα τις παράδοσης, που χωρίς να έχουν ίσα δικαιώματα με τους άντρες μελετούσαν από το σπίτι τους, τους χαρακτήρες των ανθρώπων και τις εκφάνσεις της ζωή κι είχαν πάντα κάτι σοφό να πουν γι αυτά ,που έπλεκαν δαντέλες καθισμένες στα πεζούλια της γειτονιάς παρέα με τις γειτόνισσες…
Παρ όλο , όμως που εκπροσωπεί την παραδοσιακή γυναίκα η πολυλογού και καθ’ όλα συμπαθέστατη ηρωίδα παρουσιάζει και μια βασική διαφορά απ αυτήν. Απεχθάνεται το τετριμμένο παραδοσιακό στοιχείο, Θεωρεί βαρετη την ακριβή επανάληψη ενώ αγαπά το εύπλαστο, το εξελίξιμο, το διαφορετικό. Σέβεται και αγαπά την παράδοση χωρίς να προσκολλάται σ αυτή. Τολμά με τα παραμύθια της να την πάρει από το χέρι και να την περπατήσει σε δρόμους περισσότερο μοντέρνους προσαρμόζοντας την στη σύγχρονη εποχή και κάνοντας το παραμύθι πιο προσιτό στους σημερινούς νέους. Όλα αυτά τα καταφέρνει χωρίς να προκαλέσει σε κανέναν δυσφορία εκτός ίσως από τον κύριο Τρύφωνα Ψαχνογυρευόπουλο, αλλά και σ αυτόν μόνο για λίγο.
Αν λοιπόν δεν ήταν αγράμματη – διότι μορφωμένη είναι όπως δηλώνει η ίδια κι εμείς συμφωνούμε μαζί της- θα μπορούσε με τα γραπτά της ίσως, όπως ” δίνει κλώτσο στην ανέμη να γυρίσει , παραμύθι ν αρχινήσει” , να δώσει κλωτσιά και σ αυτόν τον κόσμο να κάνει ένα βήμα παρακάτω…
(Δεν ξέρω αν ο συγγραφέας συμφωνεί μαζί μου , μα εγώ έτσι τη σχεδίασα στο νου μου την αξιαγάπητη κυρία Μέλπω)
Αγαπώ την κυρία Μελπομένη, γιατί μ έκανε να διαβάζω 141 σελίδες μ ενα μόνιμο χαμόγελο, γιατί θυμήθηκα τη γιαγιά μου κ την κυρία Ευσεβία με τις δαντέλες τους και τ αστεία τους κι εμένα να τους κρατάω τις κλωστές να τυλίγουν τα κουβάρια και γιατί σε κάποιο σημείο τα λόγια της μου έφεραν στο νου τα λόγια μιας πολύ αγαπημένης μου καθηγήτριας στο Πανεπιστήμιο, της Λίτσας Χατζοπούλου που μας έλεγε: ” Διαβάστε Ό, τι σοβαρό θέλετε μέχρι τα 30. Από τα 30 και μετά μόνο Μίκυ Μάους και Ποπάυ”
Πολύ αγαπάμε κυρία Μελπομένη!
Το σχόλιο της Άννας Καραγιάννη:
Ένα εξαιρετικό μυθιστόρημα για τη λαϊκή λογοτεχνία με κωμικό χαρακτήρα που κερδίζει τον αναγνώστη από την πρώτη στιγμή. Ο τρόπος γραφής και αφήγησης, τα κωμικά στοιχεία που περιέχει και το ύφος του, κατορθώνουν να ευθυμήσουν τον αναγνώστη, να τον κάνουν να γελάσει, αλλά παράλληλα να τον ενημερώσουν για τη λαϊκή παράδοση και να τον προβληματίσουν.
Το προτείνω ανεπιφύλακτα!!!
Παραθέτω το κείμενο της Νίκης Σκουτέρη για το μυθιστόρημα “Μακαρόνια με… μακαρόνια” του Βασίλη Γεργατσούλη, εκδόσεις 24 Γράμματα:
Ως λαογραφία ορίζεται εκείνη η επιστήμη που ασχολείται με όλες τις εκφάνσεις του λαϊκού πολιτισμού. Εξετάζει, καταγράφει και ταξινομεί όλα όσα ένας λαός κατά παράδοση λέγει, ενεργεί και πράττει σε συλλογικό επίπεδο ψυχικής και κοινωνικής ζωής του λαού σε τοπικό ή εθνικό επίπεδο και συνεπώς ποικίλει. Κατηγορίες, τις οποίες θα μπορούσε κανείς να διακρίνει ως αντικείμενο έρευνας της λαογραφικής επιστήμης στον πνευματικό βίο αποτελούν και τα παραμύθια. (Πληροφορίες από Bικιπαίδεια)
Για να τα μελετήσει όμως ως μέθοδο χρησιμοποιεί μικρές ομάδες ανθρώπων, τις εξετάζει στο φυσικό τους περιβάλλον. Οι λαογραφικές αφηγήσεις είναι λεπτομερειακές διότι από εκεί αντιλαμβανόμαστε την τοπική ιστορία αλλά κι ερμηνευτικές διότι έτσι κατανοούμε την συμπεριφορά μιας κοινωνίας κυρίως σε τοπικό επίπεδο.
Για να καταγραφεί στην περίπτωσή μας ένα παραμύθι ο λαογράφος οφείλει να αναζητήσει ένα τοπικό ή και ξεχασμένο παραμύθι, να το καταγράψει με οπτικοακουστικό υλικό και με ημερολογιακές καταχωρήσεις. Φυσικά πρέπει να αναζητηθούν οι πηγές και οι παλαιότερες αναφορές σε ένα συγκεκριμένο παραμύθι που αναζητά ο λαογράφος με ευρήματα από το παρελθόν ώστε να ταξινομηθούν σε συλλογές και οπτικοακουστικού υλικού που μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως μαρτυρία.
Η αναφορά αυτή στην λαογραφική επιστήμη, στην τεχνική της και στη μεθοδολογία της κρίνω ότι είναι απαραίτητη διότι μόνο έτσι θα μπορέσουμε να κατανοήσουμε καλύτερα τις εξελίξεις και τα γεγονότα που σηματοδοτούν το μυθιστόρημα «Μακαρόνια με … μακαρόνια» του λαογράφου, εκπαιδευτικού και συγγραφέα Βασίλη Γεργατσούλη των εκδόσεων 24 γράμματα. Στο μυθιστόρημα κυριαρχεί έντονα το χιούμορ και η ανάγνωση κυλά φυσικά και αβίαστα με έντονη την περιέργεια για την εξέλιξη της υπόθεσης.
Η ιστορία ξεκινά με έναν λαογράφο που πηγαίνει σε ένα χωριό για να καταγράψει παραμύθια από μια αγράμματη ηλικιωμένη αφηγήτρια που η ίδια όμως θεωρεί τον εαυτό της πιο έξυπνη από τον επιστήμονα. Άθελά της και λόγω της απλότητάς της θα σύρει τον λαογράφο σε κωμικοτραγικές περιπέτειες προσπαθώντας να υπερασπιστεί όρκους προς τον σύζυγό της και τα παραμύθια που η γιαγιά της την μύησε σε αυτά. Ο κ. Γεργατσούλης μας προβληματίζει ευχάριστα και μας κάνει να γελάσουμε στο βιβλίο του, περνώντας ευχάριστα τον χρόνο ανάγνωσής μας. Η ηρωίδα , η κ. Μελπομένη είναι μια χωριάτισσα πολυλογού, όπως την αποκαλούν οι συντοπίτες της. Πεισματάρα, ισχυρογνώμων, απρόβλεπτη, εύστροφη, σταράτη στο λόγο της, ευτυχισμένη από τη ζωή της, περήφανη και αγράμματη κατορθώνει να διδάξει τους δύο λαογράφους ότι ένα λαϊκό παραμύθι αποτελείται από «μακαρόνια με …μακαρόνια». Ο κ. Γεργατσούλης μας εισάγει στον τόπο και τον χρόνο αλλά και στον χαρακτήρα των ανθρώπων. Η γραφή του χαρακτηρίζεται από ρεαλισμό ενώ έντονη είναι και η ηθικότητα των ηρώων του. Ο συγγραφέας χειρίζεται την εξέλιξη της ιστορίας με δεξιοτεχνία λόγω και των γνώσεών του. Παραστατικές εικόνες , εκφραστικά μέσα , αποφθεγματικό ύφος, λαογραφικά στοιχεία , κωμικές καταστάσεις ολοκληρώνουν το εξαιρετικό αυτό μυθιστόρημα.
Ένα βιβλίο που αξίζει να βρίσκεται σε κάθε σπίτι και μόνο ευχάριστες εντυπώσεις και χαμόγελα θα προσφέρει. Σημαντικό είναι να αναφέρω ότι το μυθιστόρημα βραβεύτηκε στον 34ο Πανελλήνιο Λογοτεχνικό Διαγωνισμό της Π.Ε.Λ.
Εύχομαι να αγαπηθεί και να ταξιδέψει παντού!
©Νίκη Σκουτέρη, 19/08/2021
Αφήστε μια απάντηση