Του… σχολειού τα παραμύθια…

ΟΙ ΠΑΡΑΜΥΘΑΔΕΣ ΤΗΣ ΕΚΤΗΣ

Οι μαθητές της Στ΄τάξης βάλθηκαν να μας ταξιδέψουν σε μερη μαγικά και παραμυθένια! Έφτιαξαν, λοιπόν, σε ομάδες τα δικά τους παραμύθια που καμιά φορά το τέλος τους είναι κάπως… απρόσμενο και αντρεπτικό! Απολαύστε τα, λοιπόν!!!

 

«ΤΑ 4 ΟΝΕΙΡΟΠΟΛΑ ΠΑΙΔΙΑ»

Μια φορά και δυο καιρούς  ήταν  τέσσερις φίλοι, δύο αγόρια που τους έλεγαν Έντι και Μιχάλη και δύο κορίτσια που τα έλεγαν Δανάη και Ιωάννα.Τα παιδιά αυτά ήταν πολύ ενωμένα σαν… αδέλφια! Ώσπου μια μέρα και τα τέσσερα παιδιά είδαν το ίδιο παράξενο όνειρο. Ονειρεύτηκαν έναν παραδεισένιο κόσμο που τον έλεγαν ΟΝΕΙΡΟΠΑΓΙΔΑ. Την επόμενη μέρα ξύπνησαν γεμάτα περιέργεια. Συναντήθηκαν, μίλησαν για το όνειρο και διαπίστωσαν ότι είδαν το ίδιο ακριβώς. Έτσι  αποφάσισαν να κινήσουν γη και ουρανό ώστε να  βρουν αυτόν τον παραδεισένιο κόσμο. Το ταξίδι ήδη είχε αρχίσει. Ξεκίνησαν από την Ευρώπη αλλά δεν βρήκαν κανένα στοιχείο, συνέχισαν στην Ασία αλλά πάλι δεν βρήκαν κάτι. Κάποια στιγμή η Ιωάννα απελπίστηκε και είπε:

-Δεν θα βρούμε ποτέ αυτόν τον κόσμο γιατί απλά ήταν ένα όνειρο…!

-Μην απελπίζεσαι Ιωάννα, ξέρω πως υπάρχει κάπου εκεί έξω, είπε η Δανάη.

Κι έτσι, συνέχισαν το ταξίδι τους στην Αφρική. Μόλις έφτασαν εξαντλημένοι σε μία Έρημο ο Έντι ανακάλυψε κάτι…και φώναξε:

-Παιδιά! Νομίζω πως βρήκα κάτι, κοιτάξτε!!!

Ήταν ένας πολύτιμος χάρτης. Τράβηξαν τον χάρτη όλοι μαζί, επειδή είχε καταπλακωθεί από την άμμο. Όταν τον διάβασαν, λέει ο Μιχάλης:

-Είναι ο χάρτης που οδηγεί στην ΟΝΕΙΡΟΠΑΓΙΔΑ!

Αφού βρήκαν τον χάρτη, άρχισαν να φτιάχνουν ένα διαστημόπλοιο και όταν το ολοκλήρωσαν, ξεκίνησαν να πάνε στη Σελήνη. Βρήκαν πολλά εμπόδια, όμως τα κατάφεραν να φτάσουν! Όταν περπάτησαν για πρώτη φορά στη Σελήνη ένιωσαν μαγευτικά. Γύρισαν όλη τη Σελήνη και τελικά βρήκαν την πόρτα που οδηγούσε στον παραμυθένιο κόσμο της ΟΝΕΙΡΟΠΑΓΙΔΑΣ. Από τότε δεν τους ξαναείδε ποτέ κανείς, ούτε αυτούς, ούτε αυτή την μαγική πόρτα…

Δανάη Τσεντούρου

Ιωάννα Κελεπούρη

Έντι Ράντου

Μιχάλης Παπασπυρόπουλος

                

«Η  Πρωτομαγιά και οι περιπέτειές της»

Ήταν μια φορά και έναν καιρό ένα κοριτσάκι που ήταν 10 χρονών. Ζούσε σε ένα χωριό που ονομαζόταν Σούλι. Πήγαινε σε ένα χρωματιστό, πανέμορφο αλλά μικρό σχολείο. Το όνομά της ήταν Πρωτομαγιά!

Στο σχολείο όλα τα παιδιά την κοροϊδεύανε, παρόλο που ήταν όμορφη. Κάποια μέρα η Πρωτομαγιά δεν άντεχε άλλο στο σχολείο της  και έφυγε, χωρίς να το πει στους γονείς της. Όταν οι γονείς της πήγαν να την πάρουν δε την βρήκαν εκεί και πανικοβλήθηκαν. Καθώς  περνούσε η ώρα έψαχναν σε όλα τα σοκάκια του χωριού χωρίς αποτέλεσμα.

Η Πρωτομαγιά στο δρόμο της συνάντησε ένα όμορφο αγόρι που της μίλησε.

-Γιατί κλαις;

– Όλα τα παιδιά στο σχολείο μου με βρίζουν και με  κοροϊδεύουν, απάντησε εκείνη.

– Γιατί σε κοροϊδεύουν;

-Γιατί ονομάζομαι Πρωτομαγιά.

-Τόσο ωραίο όνομα; της είπε, και αυτοί σε κοροϊδεύουν; Γύρνα πίσω στο σχολείο σου και αγνόησέ τους όλους.

Η Πρωτομαγιά τον άκουσε και πήγε στο σχολείο. Από τότε εκείνο το αγόρι την αγάπησε και τα υπόλοιπα παιδιά δεν την κοροϊδεύαν και την αγαπούσαν κι εκείνα.

Μια μέρα τους είπε ότι το όνομά της είναι έτσι γιατί γεννήθηκε πρώτη Μάϊου.

Στο τέλος η Πρωτομαγιά ήταν ευτυχισμένη και έγιναν όλοι φίλοι της. Και έζησαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα…

Αλεξία Γαζετά

Σπύρος Μαργαρώνης

Κωνσταντίνος Τριανταφύλλου

Λυδία Βορύλλα

 

 

Μία φανταστική ιστορία

Μια φορά και ένα καιρό, σε ένα δάσος μακρινό, ζούσε ο καλός ο λύκος, που λεγόταν Νίκος

και η κακιά κοκκινοσκουφίτσα που λεγόταν Μηλίτσα.

Μια φορά ο λύκος αποφάσισε την γιαγιά του να επισκεφτεί χωρίς να ξέρει τι θα τον βρει.

Ο λύκος στον δρόμο συνάντησε την κοκκινοσκουφίτσα που τον ρώτησε «Που πας?» και αυτός της απάντησε «Πάω μια βολτίτσα στην γιαγιά, πάω φάρμακα και φαγητά που τα πήρα με μεγάλη μου χαρά»».

Η κοκκινοσκουφίτσα χωρίς να του μιλήσει πήγε στο σπίτι της, το βέλος της να ετοιμάσει και αν χρειαστεί με το σκοινί της να την κρεμάσει.

Άρχισε να ετοιμάζεται πονηρά για να κοροϊδέψει την αθώα γιαγιά. Χτύπησε την πόρτα στην γιαγιά μες στην πονηριά.

Ο φόβος της γιαγιάς όταν την είδε μπροστά της δεν περιγράφεται ούτε με τα χειρότερα όνειρά της.

Κατάφερε την γιαγιά στην ντουλάπα να κλείσει χωρίς να την ρωτήσει.

Ντύθηκε και την γιαγιά μιμήθηκε και δεν κουνήθηκε από το κρεβάτι μέχρι να έρθει ο λύκος από το πιο σύντομο μονοπάτι.

Ο λύκος την κατάλαβε με μιας γιατί ξέρει να ξεχωρίζει τους τρόπους ψευτιάς.

Φώναξε δυνατά για να έρθουν τα ζώα τα τολμηρά.

Έδιωξαν για πάντα την κοκκινοσκουφίτσα και η γιαγιά με τον λύκο δώσανε αγκαλίτσα.

Και ζήσανε αυτοί καλά και εμείς καλύτερα!!!

Ρέιντι Μουτσάι

Ελένη Αγγελοπούλου

Γιάννης Βορύλλας

Αναστασία Χριστοπούλου

 

«Ο Πίτερ-Παν και οι Πειρατές της Καραϊβικής»

             Μια φόρα και έναν καιρό σε ένα απομονωμένο και ερημικό σπίτι κοντά στη θάλασσα ζούσε ένα αγόρι ο Πίτερ, μαζί με την μικρή του αδελφή την Αλίκη.

Ένα βράδυ που κοιμόντουσαν, η Αλίκη ξύπνησε χωρίς να το καταλάβει ο Πίτερ και είδε από το παράθυρο του δωματίου του ένα άγνωστο φως στη θάλασσα και από κάτω ένα πανί με μια νεκροκεφαλή. Το καράβι αυτό ήταν στην κατοχή των Πειρατών της Καραϊβικής. Το φως ερχόταν όλο και πιο κοντά. Έτσι η Αλίκη δεν κρατήθηκε από τον φόβο της και έτρεξε πανικοβλημένη στο δωμάτιο, όπου ξύπνησε τον Πίτερ. Μετά από λίγα λεπτά το φως σταμάτησε στην αμμουδιά μπροστά στο σπίτι τους. Ο Πίτερ βγήκε έξω και είδε κάποιους άντρες  να βγαίνουν από το καράβι. Ο Πίτερ τους ρώτησε:

-Τι θέλετε; Ποιοι είστε;

-Είμαστε οι Πειρατές της Καραϊβικής και θέλουμε να έρθετε μαζί μας.

-Γιατί; Τι ζητάτε από μας;

-Αν μας βοηθήσετε να βρούμε  τον θησαυρό θα σας δώσουμε ένα μέρος του.

-Ποιον θησαυρό;

-Το θησαυρό της νεότητας.

– Πού βρίσκεται αυτός  ο θησαυρός;

– Στη Χαβάη.

-Ωραία λοιπόν! Φύγαμε!

Ο Πίτερ είπε στην Αλίκη να ετοιμάσει ρούχα για να πάνε μαζί με τους πειρατές. Μετά από λίγα λεπτά ανέβηκαν στο καράβι οι δυο τους και έφυγαν. Οι πειρατές, κατά την διάρκεια του ταξιδιού, τους εξήγησαν πως ψάχνουν για αυτό τον αμύθητης αξίας θησαυρό και επέλεξαν να τους πάρουν μαζί τους, γιατί ήξεραν ότι τα δύο παιδιά είχαν χάσει τους γονείς τους από πολύ μικρά, άρα είχαν ανάγκη από χρήματα για να ζήσουν καλύτερα. Αυτό έκανε τον Πίτερ και την Αλίκη να νιώσουν λίγη ανακούφιση παραπάνω.

Φτάσανε στο νησί του θησαυρού μετά από δύο ώρες. Ύστερα από κάμποση έρευνα βρήκαν το μέρος που ήταν θαμμένος ο  θησαυρός και άρχισαν να σκάβουν. Όταν τελικά το βρήκαν, τον μετέφεραν στο καράβι και ξεκίνησαν το ταξίδι της επιστροφής. Μόλις έφτασαν στο σπίτι των παιδιών, έκαναν τη μοιρασιά. Τα δύο μικρά αδέλφια γύρισαν σπίτι τους τρομερά ευχαριστημένα. Με αυτά τα χρήματα του θησαυρού θα μπορούσαν τώρα να επισκευάσουν το σπίτι τους και να ζήσουν μια πολύ καλύτερη ζωή…!

Χριστίνα Κελεπούρη

Ανδρέας Τζελέπης

Ρετζίνο Κέφα

Δανάη Λέντζα


Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΕΠΟΧΩΝ

             Μια φορά και έναν καιρό, ψηλά στον ουρανό, υπήρχε μια πόλη, η Ουρανούπολη. Τα τρία ομορφότερα κορίτσια της πόλης ήταν η Συννεφένια , η Χιονένια και η Ηλιόλουστη. Τα τρία κορίτσια ήταν κόρες του βασιλιά Ουρανού.

Η Συννεφένια ήταν η πιο ευαίσθητη κόρη κι όταν έβλεπε τον πατέρα της και τις αδελφές της να είναι στεναχωρημένες , έβγαινε στο μπαλκόνι της και δάκρυζε και τότε στη Γη έπεφταν οι σταγόνες της βροχής. Η δεύτερη κόρη ήταν η Χιονένια, η οποία το βράδυ σκεπαζόταν με το πουπουλένιο κάτασπρο πάπλωμά της και κάθε πρωί που ξύπναγε έβγαινε έξω στο μπαλκόνι της και το τίναζε, έτσι ώστε στη Γη να πέφτουν χιονονιφάδες. Η τρίτη και τελευταία κόρη ήταν το πιο γλυκό και ευγενικό κορίτσι της Ουρανούπολης. Κάθε φορά που έβλεπε τις αδελφές τις να έχουν διαφωνίες και να τσακώνονται, αυτή έμπαινε στη μέση και τις χώριζε με αγάπη, με αποτέλεσμα να έχει ηλιοφάνεια στη Γη. Το μόνο κακό που είχε η Ηλιόλουστη ήταν ότι φοβόταν τους ανθρώπους.

Μια μέρα στην Ουρανούπολη, η Συννεφένια έκλαιγε όλη μέρα οι αδελφές της απογοητευμένες δε μπορούσαν να κάνουν τίποτα για να μη κλαίει η αδελφή τους. Έτσι αποφάσισαν να δράσουν με τις δυνάμεις τους. Πρωί πρωί η Ηλιόλουστη, έδειχνε Αγάπη προς τους ανθρώπους, με αποτέλεσμα να βρέχει και να χιονίζει και να έχει ηλιοφάνεια ταυτόχρονα. Οι άνθρωποι ήταν προβληματισμένοι, δεν ήξεραν τι να κάνουν. Αφού συνεχιζόταν αυτό το περίεργο καιρικό φαινόμενο, οι άνθρωποι αποφάσισαν να επισκεφτούν την Ουρανούπολη.            Αρχικά συγκεντρώθηκαν όλοι σε ένα μέρος της Αθήνας και ταξίδεψαν με πολλά, μεγάλα διαστημόπλοια έως την Ουρανούπολη. Τα καιρικά φαινόμενα άρχισαν να γίνονται ακόμα πιο περίεργα και πιο ισχυρά. Δυο μήνες αργότερα μετά από πολλές προσπάθειες των ανθρώπων, έφτασαν στην Ουρανούπολη. Εκεί βρήκαν τις δύο κόρες να τσακώνονται άγρια και την Ηλιόλουστη να προσπαθεί να τις χωρίσει. Ο κόσμος τρόμαξε και άρχισαν να συζητάνε μεταξύ τους τι μπορούσαν να κάνουν με τη συνεργασία της Ηλιόλουστης.

Μετά από πολλές ημέρες συζήτησης κατέληξαν πως υπάρχει μόνο μία λύση, να χωριστεί ο χρόνος σε εποχές και κανένα κορίτσι να μην έχει παράπονο, ώστε να μην υπάρχουν διαφωνίες ανάμεσα στις δύο αδελφές. Ο μόνος τρόπος για να χωριστούν οι εποχές δίκαια ήταν ρίχνοντας κλήρο. Όμως μια κοπέλα θα είχε έξι μήνες αντί για τρεις, επειδή υπάρχουν τέσσερις εποχές. Τα αποτελέσματα της κλήρωσης ήταν η Συννεφένια να πάρει τους μήνες Σεπτέμβρη, Οκτώβρη και Νοέμβρη. Η Χιονένια πήρε τους μήνες Δεκέμβρη, Γενάρη, Φλεβάρη και η Ηλιόλουστη, με τους πολλούς μήνες, το Μάρτη, τον Απρίλη, τον Μάη, τον Ιούνιο, τον Ιούλιο και τον Αύγουστο. Από εκεί προέρχονται και οι τέσσερις εποχές του χρόνου. Από τότε δεν ξανατσακώθηκαν οι τρεις αδερφές και μάλιστα η μια αφήνει την άλλη να μπαίνει στην εποχή της.

Και έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα!!!

Χριστίνα Λιαρομμάτη

Νεκτάριος Παπασταθόπουλος

Αργύρης Φέρλελης

Ανδρέας Θανόπουλος

 

 

ΔΕΝΤΡΟΤΡΕΛΟΜΠΕΡΔΕΜΑΤΑ

Μια φορά και έναν καιρό όπως σε όλα τα παραμύθια έτσι και αυτό,

σε ένα δάσος μαγικό ένα πάρτι θα γινότανε τρελό!

Σε ένα δεντρόσπιτο φανταστικό η Μίνι το πάρτι ετοίμαζε με κέφι και χαρά ,

ώσπου ξαφνικά οι φίλοι της εμφανίστηκαν να την βοηθήσουν και όλους να τους καταπλήξουν!

Το πάρτι είναι έτοιμο! Οι φίλοι όλοι εκεί, ο Μπάρμπας και ο Μακουίν, ο Πλούτο και ο Μίκι, ο Φινέας και ο Φέρμπ , η Τίνκερμπελ και ο Πίτερ Παν, που θα έκαναν το παν , για να είναι εκεί!

Ξάφνου η μάγισσα εμφανίστηκε και τους ρώτησε:

Μάγισσα: Που είναι η πρόσκληση μου; Εγώ δεν είμαι καλεσμένη;

Μίνι: Εγώ την πρόσκληση την έστειλα με το δεντροταχυδρομείο!

Όμως η μάγισσα δεν την πίστεψε, νευρίασε, και τους μεταμόρφωσε όλους σε βάτραχους! Όλους εκτός… από τον Πλούτο και την Τίνκερμπελ!

Τίνκερμπελ: Οχ τι έπαθαν όλοι; Είμαι σίγουρη ότι θα το έκανε η μάγισσα.

Πλούτο: Είδα ότι κρατούσε κάτι χρωματιστά μπαλόνια που έγραφαν τα ονόματα των φίλων μας!

Τίνκερμπελ: Ας πάμε στο φρικτό της δεντρόσπιτο τα μεσάνυχτα όπου όλοι θα κοιμούνται.

Πλούτο: Γουφφ , ωραία ιδέα!!! Και τα μπαλόνια να σκάσουμε !

Το ΄παν και το καναν!

Τα μεσάνυχτα πήγαν στο φρικτό δεντρόσπιτο της μάγισσας για να ελευθερώσουν τους φίλους τους . Πήγαν λοιπόν στο σπίτι έψαξαν και βρήκαν τα μπαλόνια.

Πλούτο: Εδώ είναι τα μπαλόνια! Ας τα πάρουμε και ας φύγουμε !

Μα η γάτα η Φουφί τους είδε και πήγε να τους γρατζουνίσει.

Πάνω στην  βιασύνη της τα  μπαλόνια έσκασε  και τους φίλους τους   ελευθέρωσε!!!

Έφυγαν γρήγορα και βιαστικά για το σπίτι της Μίνι .

Στο τέλος το πάρτι έγινε και όλοι χαρούμενοι έτρωγαν και έπιναν .

Το παραμύθι μας αυτό στο τέλος του έχει φτάσει και όλοι χαρούμενοι είναι εντάξει !!!

Ιωάννα Βαρβιτσιώτη      

Κωνσταντίνος  Μίνκαν                               

Χριστίνα Μουτσάι

Λήδα Νικολάου

Κωνσταντίνα  Παναγοπούλου                                    

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *