Δημοσιεύθηκε στην Γ΄ ΤΑΞΗ, ΙΣΤΟΡΙΑ Γ΄

1. Στους Κίκονες, στους Λωτοφάγους και στους Κύκλωπες

.jpg

ΟΙ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΕΣ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ

Ο Οδυσσέας έφυγε µε δώδεκα καράβια από την Τροία. Όταν όµως ξανοίχτηκαν τα πλοία του στο Αιγαίο, οι θεοί έστειλαν άγριους ανέµους που τα έσπρωξαν βόρεια, στη χώρα των Κικόνων. Ο Οδυσσέας και οι σύντροφοί του άρπαξαν απ’ τους Κίκονες ζώα και γλυκό κρασί και κάθισαν στην αµµουδιά να φάνε. Τότε όµως τους επιτέθηκαν όλοι οι Κίκονες µαζί κι έγινε άγρια µάχη. Πολλοί πολεµιστές σκοτώθηκαν κι οι άλλοι µπήκανε στα καράβια γρήγορα κι έφυγαν µέσα σε άγρια καταιγίδα.

Ταξίδεψαν νότια ως τον κάβο Μαλέα. Τότε άρχισε να φυσά βοριάς που έσπρωξε τα καράβια µακριά, στην Αφρική. Έτσι έφτασαν στη χώρα των Λωτοφάγων.

.jpg Βγήκανε στη στεριά κι ο Οδυσσέας έστειλε τρεις απ’ τους συντρόφους του να δουν τι άνθρωποι ζούσαν σ’ αυτή τη χώρα. Οι σύντροφοί του πήγαν κι όταν συνάντησαν τους Λωτοφάγους, εκείνοι τους έδωσαν να φάνε λωτούς, που ήταν φρούτα µαγεµένα! Αµέσως ξέχασαν πατρίδα και συντρόφους και δεν ήθελαν να φύγουν από εκεί. Ανήσυχος ο Οδυσσέας πήγε να τους βρει. Τους πήρε µε το ζόρι κι αµέσως διέταξε τα καράβια να σαλπάρουν.

Μέρες πολλές ταξίδευαν, ώσπου οι άνεµοι τους έφεραν στο νησί των Kυκλώπων. Μόνο το πλοίο του Οδυσσέα πλησίασε εκεί. Τα άλλα έντεκα καράβια έµειναν σ’ ένα νησάκι απέναντι.

8Άραξαν το καράβι κι ο Οδυσσέας µε δώδεκα συντρόφους βγήκαν έξω. Κοντά στη θάλασσα είδαν µια θεόρατη σπηλιά και µπήκαν µέσα. Παντού υπήρχαν δοχεία µε γάλα και καλάθια µε τυρί και πλήθος αρνάκια και κατσίκια. Έφαγαν και περίµεναν να ’ρθει ο νοικοκύρης. Όταν τον είδαν όµως τρόµαξαν. Ήταν πανύψηλος κι είχε ένα µονάχα µάτι στο µέτωπο. Ήταν ο Κύκλωπας Πολύφηµος, ο γιος του Ποσειδώνα. Έκλεισε την πόρτα της σπηλιάς µ’ ένα τεράστιο βράχο κι άναψε δυνατή φωτιά. Τότε είδε τους ξένους και τους ρώτησε άγρια. «Ποιοι είστε εσείς»; «Ξένοι ναυαγοί, γυρίζουµε απ’ την Τροία», του είπε ο Οδυσσέας. Αµέσως ο Πολύφηµος άρπαξε δυο συντρόφους και τους έφαγε. Μετά έπεσε για ύπνο. Το πρωί έφαγε άλλους δύο, άνοιξε την πόρτα της σπηλιάς, έβγαλε το κοπάδι, την ξανάκλεισε κι έφυγε. Τότε ο Οδυσσέας, ο πολυµήχανος, πήρε ένα µακρύ κλαδί, το έξυσε στην άκρη, ώστε να είναι µυτερό, και το έκρυψε στις στάχτες.

5
Το βράδυ γύρισε ο Πολύφηµος κι έφαγε κι άλλους δυο από τους συντρόφους. Τον πλησίασε τότε ο Οδυσσέας κρατώντας ένα ασκί µε γλυκό κρασί και του πρόσφερε να πιει. Εκείνος ήπιε, του άρεσε και ζήτησε κι άλλο. «Ποιο είναι το όνοµά σου» ρώτησε τον Οδυσσέα τότε. «Κανένα µε φωνάζουν», απάντησε εκείνος. «Εσένα, Κανένα, θα σε φάω τελευταίο», ξανάπε ο Κύκλωπας και συνέχισε να πίνει, ώσπου τελείωσε όλο το κρασί και µεθυσµένος αποκοιµήθηκε.

4

Σηκώθηκε τότε ο Οδυσσέας, άρπαξε το µυτερό κλαδί και, µε τη βοήθεια των συντρόφων του, το κάρφωσε στο µάτι του Πολύφηµου. Εκείνος πετάχτηκε ουρλιάζοντας και φώναζε βοήθεια.

1 Οι άλλοι Κύκλωπες έτρεξαν έξω απ’ τη σπηλιά «Τι έπαθες, Πολύφηµε», ρωτούσαν. «Με τύφλωσε ο Κανένας». «Αφού κανένας δε σε τύφλωσε, τι φωνάζεις» του απάντησαν κι έφυγαν θυµωµένοι. Τα ξηµερώµατα ο Κύκλωπας άνοιξε την πόρτα της σπηλιάς και κάθισε εκεί µε απλωµένα χέρια για να τους πιάσει. Όµως ο Οδυσσέας έδεσε τους συντρόφους του κάτω από την κοιλιά των πιο µεγάλων κριαριών κι ο ίδιος κρεµάστηκε απ’ τα µαλλιά του πιο µεγάλου ζώου.

6Ο Κύκλωπας χάιδευε στη ράχη τα κριάρια, καθώς έβγαιναν, και δεν κατάλαβε πως από κάτω ήταν οι άνθρωποι.
Όταν βγήκαν όλοι απ’ τη σπηλιά, έτρεξαν στο καράβι και ξεκίνησαν. Καθώς αποµακρύνονταν, φώναξε ο Οδυσσέας.
«Πολύφηµε, αν σε ρωτήσουν ποιος σε τύφλωσε, να πεις ο Οδυσσέας, ο γιος του Λαέρτη απ’ την Ιθάκη». Άρπαξε τότε ένα τεράστιο βράχο ο Κύκλωπας και τον έριξε στο καράβι, µα δεν το χτύπησε.

7Κι αµέσως σήκωσε τα χέρια του στον ουρανό και είπε: «Πατέρα, Ποσειδώνα, τον Οδυσσέα που µε τύφλωσε µην τον αφήσεις να γυρίσει στην Ιθάκη, µα αν είναι να γυρίσει, να περάσει χίλια βάσανα, να φτάσει µόνος, µε ξένο πλοίο, κι εκεί να τον βρουν καινούριες συµφορές .

ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΣΕ ΜΙΑ ΕΙΚΟΝΑ 

ΛΩΤΟΦΑΓΟΥΣ ΚΥΚΛΩΠΕΣ

ΕΛΕΓΞΕ ΤΙΣ ΓΝΩΣΕΙΣ ΣΟΥ , ΠΑΤΗΣΕ ΕΔΩ

Δημοσιεύθηκε στην Γ΄ ΤΑΞΗ, ΙΣΤΟΡΙΑ Γ΄

Τρωικός πόλεμος- εικαστικές δημιουργίες

Οι μικροί μαθητές εμπνεύστηκαν από τον Τρωικό Πόλεμο και δημιούργησαν την ασπίδα της ειρήνης ( η ασπίδα του Αχιλλέα) και την περικεφαλαία των Αχαιών ! 

IMG 20230217 122446 IMG 20230217 122442 IMG 20230217 122402 IMG 20230217 122442 1

Δημοσιεύθηκε στην Γ΄ ΤΑΞΗ, ΙΣΤΟΡΙΑ Γ΄

8. Ο Δούρειος ίππος και η καταστροφή της Τροίας

ΙΠΠΟΣ6Μετά το θάνατο του Αχιλλέα οι Αχαιοί απελπίστηκαν. Δεν πίστευαν πως θα κατάφερναν να κυριεύσουν την Τροία. Τότε ο Οδυσσέας, ο πολυμήχανος, σκέφτηκε ότι η Τροία δεν θα έπεφτε µε τα όπλα αλλά με πονηριά. Συμβούλεψε λοιπόν τους Αχαιούς να φτιάξουν ένα μεγάλο ξύλινο άλογο, κούφιο από μέσα, το Δούρειο ίππο.

ΙΠΠΟΣΤο έφτιαξαν λοιπόν οι Αχαιοί κι έγραψαν πάνω του: «Δώρο των Αχαιών στην Αθηνά».

ΙΠΠΟΣ01 Και μια νύχτα σκοτεινή μπήκαν µέσα στο άλογο ο Οδυσσέας, ο Μενέλαος, ο Διοµήδης, ο Νεοπτόλεµος, που ήταν γιος του Αχιλλέα, και µερικοί ακόµη γενναίοι Αχαιοί.

ΙΠΠΟΣ2

Ο Αγαµέμνονας µε τον υπόλοιπο στρατό, αφού έκαψαν το στρατόπεδο, µπήκαν στα πλοία και πήγαν και κρύφτηκαν πίσω από την Τένεδο.

ΙΠΠΟΣ4
Το πρωί οι Τρώες, κοιτώντας από τα τείχη, δεν πίστευαν στα μάτια τους. Οι Αχαιοί είχαν φύγει και είχαν αφήσει πίσω τους μόνο ένα µεγάλο ξύλινο άλογο, δίπλα στο ακρογιάλι! Βγήκαν λοιπόν από τα τείχη, το πλησίασαν και είδαν πως ήταν αφιέρωµα στην Αθηνά. Πολλοί έλεγαν πως έπρεπε να το ανεβάσουν στην ακρό πολη της Τροίας, για να τους προστατεύει η θεά.

Άδικα η Κασσάνδρα, φώναζε πως µέσα στην κοιλιά του ήταν κρυμμένοι Αχαιοί. Κανένας δεν την πίστευε. Κι ένας Τρώας, ο Λαοκόoντας, που ήταν ιερέας του Απόλλωνα, είπε:

«Να φοβάστε τους Αχαιούς ακόµη κι αν σας φέρνουν δώρα».

ΙΠΠΟΣ5

Αµέσως δυο τεράστια φίδια σταλµένα από τον Ποσειδώνα, βγήκαν από τη θάλασσα κι έπνιξαν τον Λαοκόοντα μαζί µε τα παιδιά του.

ΙΠΠΟΣ7 1
Βλέποντας το θαύµα αυτό οι Τρώες τρόµαξαν κι έσυραν το άλογο στην πόλη. Για να μπει, γκρέμισαν κι ένα µέρος απ’ τα τείχη της. Μετά έφαγαν, ήπιαν και γλέντησαν χαρούµενοι όλη τη μέρα.    Τη νύχτα κοιμήθηκαν κουρασµένοι από το χορό κι από το φαγοπότι. Τα μεσάνυχτα βγήκαν οι Αχαιοί από την κοιλιά του αλόγου. Έτρεξαν κι άναψαν φωτιές ψηλά στα τείχη κι άνοιξαν τις πύλες. Σε λίγο γύρισε κι ο στρατός από την Τένεδο. Μπήκαν όλοι οι Αχαιοί στην Τροία, σκότωσαν τους πολεµιστές και πήραν σκλάβους τα παιδιά και τις γυναίκες.

ΙΠΠΟΣ3
Ο Μενέλαος έτρεξε στο παλάτι του Πρίαµου και πήρε πίσω την Ελένη. Μετά έβαλαν φωτιά κι έκαψαν την πόλη, χωρίς να σεβαστούν ούτε τους ναούς των θεών.
Το πρωί φόρτωσαν τα πλοία τους µε λάφυρα και ξεκίνησαν για να γυρίσουν στην πατρίδα.

ΔΕΙΤΕ ΕΝΑ ΒΙΝΤΕΟ ΜΕ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ 

ΔΕΙΤΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΤΡΩΙΚΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ 

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ 

ΔΕΙΤΕ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ : ΕΔΩ ΚΑΙ ΕΔΩ  

Δημοσιεύθηκε στην Γ΄ ΤΑΞΗ, ΙΣΤΟΡΙΑ Γ΄

7. Το τέλος του Αχιλλέα

11Μετά την ταφή του Έκτορα, ξανάρχισε ο πόλεµος έξω από της Τροίας τα τείχη.

Ο Αχιλλέας σκότωνε τους Τρώες πολεµιστές τον ένα μετά τον άλλο. Μια µέρα όµως που βρισκόταν έξω από τις Σκαιές πύλες, τη μεγαλύτερη πύλη του κάστρου της Τροίας, τον είδε ο Απόλλωνας και συµβούλεψε τον Πάρη να τον χτυπήσει µε τα βέλη του στη δεξιά του φτέρνα.

12
Η µητέρα του, η Θέτιδα, όταν ήταν μικρός, τον είχε κάνει αθάνατο βουτώντας τον στα µαγεµένα νερά της λίµνης Στύγας. 

13Όµως η δεξιά του φτέρνα δεν είχε βραχεί, γιατί από εκεί τον εκρατούσε. Σημάδεψε λοιπόν ο Πάρης τον Αχιλλέα και κάρφωσε ένα φαρμακωμένο βέλος στη δεξιά του φτέρνα.

17.

Βογκώντας ο ήρωας γονάτισε στη γη. Με πονεµένες κραυγές προσπαθούσε να τραβήξει το βέλος απ’ τη φτέρνα του. Μετά από λίγο σωριάστηκε νεκρός.

14
Γύρω από το νεκρό του σώµα έγινε άγρια µάχη. Αγωνίζονταν οι Τρώες να τον πάρουν. Όµως ο Οδυσσέας κι ο Αίαντας τον άρπαξαν και τον έφεραν στα πλοία.
Όλοι οι Αχαιοί θρηνούσαν για το χαµό του ήρωα. Ξαφνικά ακούστηκε µια τροµερή βουή απ’ τη θάλασσα και µέσα από τα κύµατα βγήκε η Θέτιδα και οι Νηρηίδες, οι αδερφές της.

18.

Στάθηκαν όλες γύρω απ’ το νεκρό. Δέκα επτά µέρες έκλαιγαν και τον µοιρολογούσαν. Μετά έκαψαν το σώµα του, έβαλαν τα οστά του στο ίδιο δοχείο µε τα οστά του Πάτροκλου και, για να τον τιµήσουν, έκαναν αγώνες.

16.
Μετά από λίγες μέρες σκοτώθηκε κι ο Πάρης. Τον σκότωσε ο Φιλοκτήτης με ένα από τα δηλητηριασµένα βέλη, που του είχε χαρίσει ο Ηρακλής.

ΔΕΙΤΕ ΕΝΑ ΒΙΝΤΕΟ ΜΕ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ

Δημοσιεύθηκε στην Γ΄ ΤΑΞΗ, ΙΣΤΟΡΙΑ Γ΄

6. Ο Αχιλλέας σκοτώνει τον Έκτορα

1ΑΧΙΛΛΕΑΣ3Οργή κι απελπισία µαζί γέµιζαν την καρδιά του Αχιλλέα µετά το θάνατο του Πάτροκλου και ήθελε να εκδικηθεί τον Έκτορα, που σκότωσε τον αδερφικό του φίλο. Την άλλη µέρα φόρεσε την καινούρια πανοπλία του, έδεσε στο άρμα του τ’ αθάνατα άλογά του και με τους Μυρµιδόνες του πήγε να πολεµήσει.

1ΑΧΙΛΛΕΑΣ2
Μέσα στο κάστρο της Τροίας, ο Έκτορας αποχαιρέτησε την Ανδροµάχη, τη γυναίκα του, πήρε στην αγκαλιά του για τελευταία φορά το μικρό του γιο, τον Αστυάνακτα, και βγήκε κι αυτός να πολεμήσει. Οι Τρώες ήταν έξω από τα τείχη τους έτοιμοι για μάχη. Βλέποντας όµως τον Αχιλλέα να φτάνει, τρόμαξαν. Οι μισοί έτρεξαν μέσα στα τείχη να σωθούν κι οι άλλοι µισοί έτρεξαν προς τον κάµπο. Ο Αχιλλέας τούς κυνήγησε κι έγινε άγρια µάχη. Οι Τρώες έπεφταν νεκροί ο ένας µετά τον άλλο. Ο Πρίαμος, που παρακολουθούσε τη μάχη από τα τείχη, διέταξε κι άνοιξαν τις πύλες να µπει ο στρατός για να σωθεί.

1ΑΧΙΛΛΕΑΣ4Μόνο ο γενναίος Έκτορας δεν κλείστηκε στα τείχη, αλλά έµεινε να αντιµετωπίσει τον εχθρό.

Άδικα του φώναζαν ο Πρίαµος και η Εκάβη, η μητέρα του, και η όµορφη Ανδροµάχη ψηλά από τα τείχη. Κάποια στιγµή τον είδε ο Αχιλλέας κι όρµησε σαν το θεριό επάνω του. Ο Έκτορας τα έχασε κι άρχισε να τρέχει. Τρεις φορές έκανε το γύρο της πόλης τρέχοντας κι ο Αχιλλέας τον κυνηγούσε . Στο τέλος ο Έκτορας σταμάτησε το τρέξιµο και στάθηκε να τον αντιµετωπίσει.

1ΑΧΙΛΛΕΑΣ5

Ο Αχιλλέας όρµησε πάνω του κι άρχισε η πάλη.
Πάλεψαν σκληρά, γιατί κι οι δυο ήταν γενναία παλικάρια. Τέλος ο Αχιλλέας µε το κοντάρι του χτύπησε στο λαιµό τον Έκτορα και τον έριξε στο χώµα.

1ΑΧΙΛΛΕΑΣ1

Ο πιο γενναίος πολεµιστής της Τροίας ήταν πια νεκρός. Ψηλά από τα τείχη κοίταζαν οι Τρώες και θρηνούσαν. Μα πιο πολύ θρηνούσαν ο Πρίαµος και η Εκάβη, η μητέρα του, και η όµορφη Ανδροµάχη.1ΑΧΙΛΛΕΑΣΑμέσως ο Αχιλλέας πήρε τα όπλα τού νεκρού, έδεσε τα πόδια του με δερµάτινα λουριά από το άρμα κι άφησε το κεφάλι του να σέρνεται στο χώµα. Μετά χτύπησε τ’ άλογά του κι εκείνα έτρεξαν γρήγορα προς τα πλοία σέρνοντας το νεκρό Έκτορα µαζί τους.

1ΑΧΙΛΛΕΑΣ6
Την άλλη µέρα οι Αχαιοί έκαψαν το νεκρό Πάτροκλο. Ο Αχιλλέας έκοψε τα μακριά µαλλιά του και τα έβαλε στα χέρια του Πάτροκλου, για να καούν μαζί του. Έπλυνε τα οστά του με κρασί και τα έβαλε σε χρυσό δοχείο, που του είχε δώσει η μάνα του η Θέτιδα.

Ο νεκρός Έκτορας έντεκα μέρες έμεινε άταφος, ώσπου ο Πρίαμος πήγε στον Αχιλλέα, έπεσε στα πόδια του και τον παρακάλεσε να του δώσει το σώμα του παιδιού του να το θάψει.1ΑΧΙΛΛΕΑΣ7Ο Αχιλλέας συγκινήθηκε. Διέταξε να πλύνουν και να στολίσουν το νεκρό και τον έδωσε στο γέρο βασιλιά, για να τον πάει στην Τροία. Και πρόσταξε να σταματήσει ο πόλεµος έντεκα μέρες, για να προλάβουνε οι Τρώες να θρηνήσουν και να κάψουν το νεκρό, όπως είχαν συνήθεια.

ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΕΛΕΓΞΕ ΤΙ ΕΜΑΘΕΣ ! 

Δημοσιεύθηκε στην Γ΄ ΤΑΞΗ, ΙΣΤΟΡΙΑ Γ΄

Η ασπίδα της ειρήνης

ΕΙΡΗΝΗΣ2Βάζει πρώτα τη γη, τη θάλασσα και τον ουρανό µε τον ήλιο, το φεγγάρι κι όλα τ’ αστέρια. Κι έπειτα αρχίζει να σχεδιάζει δυο πολιτείες δίπλα δίπλα. Στην πρώτη οι άνθρωποι έχουν ειρήνη. Παντρεύουν τα παιδιά τους με τραγούδια και χαρές και λύνουν σε κριτές τις διαφορές τους. Στην άλλη πολιτεία έχουν πόλεµο. Μέσα στην πόλη έχουν µείνει οι γυναίκες, τα παιδιά και οι γέροντες, ενώ έξω από τα τείχη δυο στρατοί έχουν πέσει στη μάχη. Οι λαβωµένοι και οι νεκροί κείτονται ολόγυρα. Έτσι ο Ήφαιστος ιστορεί τις χαρές της ειρήνης και τις συµφορές του πολέµου.

ΕΙΡΗΝΗΣ1Έπειτα βάζει τους γεωργούς που όργωναν τα χωράφια τους, τους εργάτες που θέριζαν µε τα δρεπάνια, βάζει αμπέλια φορτωµένα σταφύλια κι ανθρώπους που τα τρυγούσαν τραγουδώντας, βάζει βοσκούς που έβοσκαν τα κοπάδια τους, βάζει αγόρια και κοπέλες που χόρευαν µε άνθη στα μαλλιά τους. Και γύρω γύρω βάζει τον απέραντο Ωκεανό να αστράφτει.Και όταν τελειώνει, στέκεται να την κοιτάξει. Ξέρει πως αν οι άνθρωποι προσέξουν την οµορφιά της ασπίδας, δεν θα θέλουν πια να πολεµούν. Θα θέλουν να χορεύουν και να τραγουδούν, να οργώνουν τα χωράφια τους, να τρυγούν τα αµπέλια τους και να βόσκουν τα κοπάδια τους. Θα θέλουν να ζουν ειρηνικά. Και είναι αυτή η ασπίδα του Αχιλλέα το πρώτο, το μοναδικό όπλο που φτιάχτηκε ποτέ και δεν προσκαλεί σε πόλεµο αλλά σε ειρήνη.

    ΕΙΡΗΝΗΣΜ. Καπλάνογλου, Η ασπίδα της ειρήνης

Δημοσιεύθηκε στην Γ΄ ΤΑΞΗ, ΙΣΤΟΡΙΑ Γ΄

5. Ο θάνατος του Πάτροκλου

.jpgΟ Αχιλλέας δεν πολεµούσε πια κι οι Τρώες πήραν θάρρος. Άγριες µάχες γίνονταν έξω απ’ της Τροίας τα τείχη κι αµέτρητοι Αχαιοί έπεφταν νεκροί.2
Απελπισµένος τότε ο Αγαµέµνονας έστειλε στον Αχιλλέα το γέρο Φοίνικα, το δάσκαλο του Αχιλλέα, τον Αίαντα, τον πιο δυνατό πολεµιστή των Αχαιών, και τον πολυµήχανο Οδυσσέα, να τον παρακαλέσουνε να ξαναβγεί στη µάχη και θα του έδινε πίσω τη Βρισηίδα και δώρα αµέτρητα.

1

Μα ο Αχιλλέας δε δέχτηκε κι είπε ότι θα πολεµούσε µόνο αν οι Τρώες έφταναν στα καράβια του.
Οι μάχες συνεχίζονταν πιο άγριες. Οι Τρώες κυνήγησαν τους Αχαιούς ως το στρατόπεδό τους. Ο Έκτορας έσπασε την ξύλινη πύλη του στρατοπέδου με μια τεράστια πέτρα κι οι Τρώες όρμησαν μέσα κι έβαλαν φωτιά σ’ ένα καράβι. Τους Αχαιούς έσωσε ο Αίαντας, που τραυμάτισε τον Έκτορα και η μάχη σταμάτησε για λίγο.

3
Βλέποντας τις συµφορές των Αχαιών, ο Πάτροκλος πήγε στο φίλο του τον Αχιλλέα.

«Αχιλλέα», του είπε, «οι Τρώες καίνε τα καράβια µας. Αφού εσύ δεν πολεμάς, κανένα δε φοβούνται. Δος μου την πανοπλία σου, το άρµα µε τα αθάνατα άλογά σου και τους γενναίους Μυρµιδόνες, να πολεμήσω εγώ στη θέση σου».

4
O Αχιλλέας δέχτηκε και τον συµβούλεψε να διώξει τους Τρώες από το στρατόπεδο και να γυρίσει πίσω.

Όρμησε ο Πάτροκλος µε τους γενναίους Μυρμιδόνες στη µάχη. Οι Τρώες, όταν τον είδαν, νόµισαν πως ήταν ο Αχιλλέας κι έφυγαν τρέχοντας προς την Τροία.

5
Ο Πάτροκλος ξέχασε του Αχιλλέα τη συμβουλή και κυνήγησε τους Τρώες ως τα τείχη της Τροίας. Όμως εκεί τον γνώρισε ο Έκτορας, πήγε κοντά κι άρχισαν να παλεύουν.

Τότε ο Απόλλωνας χτύπησε τον Πάτροκλο πισώπλατα. Εκείνος έπεσε κάτω κι ο Έκτορας τον σκότωσε και του πήρε τα θεϊκά όπλα του Αχιλλέα.

6
Έγινε µάχη γύρω απ’ το νεκρό. Τ’ αθάνατα άλογα του Αχιλλέα, ο Ξάνθος κι ο Βαλίος, που του τα είχε χαρίσει ο Ποσειδώνας, σαν είδαν τον Πάτροκλο νεκρό, έσκυψαν τα κεφάλια τους και με τα δάκρυά τους έβρεχαν τη γη. Οι Αχαιοί πήραν το νεκρό Πάτροκλο και τον έφεραν στα πλοία.

7
Βλέποντας ο Αχιλλέας το φίλο του νεκρό, ξέσπασε σε θρήνο.

8

Τον άκουσε η μητέρα του η Θέτιδα και βγήκε από τη θάλασσα να τον παρηγορήσει. Και πήγε η ίδια στον Όλυμπο και του έφερε καινούργια πανοπλία, που του την έφτιαξε ο Ήφαιστος.

ΔΕΙΤΕ ΕΝΑ ΒΙΝΤΕΟ 

 ΕΛΕΓΞΕ ΤΙΣ ΓΝΩΣΕΙΣ ΣΟΥ ! ΠΑΙΞΕ ΤΟ ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΚΟΥΙΖ !!

Δημοσιεύθηκε στην Γ΄ ΤΑΞΗ, ΙΣΤΟΡΙΑ Γ΄

4. Ο θυµός του Αχιλλέα

.jpgΕννιά χρόνια πολέμησαν οι Αχαιοί στην Τροία, μα το κάστρο του Πρίαμου ήταν άπαρτο κι οι Τρώες, με αρχηγό τους τον Έκτορα, το υπεράσπιζαν γενναία. 

ΤΡΟΙΑΣ
Το δέκατο όµως χρόνο μάλωσαν ο Αχιλλέας κι ο Αγαμέμνονας για δυο όµορφες σκλάβες, τη Χρυσηίδα και τη Βρισηίδα. Αυτό έφερε πολλές συµφορές στους Αχαιούς.

1
Σκλάβα του Αγαμέμνονα ήταν η Χρυσηίδα. Ο Χρύσης, ο πατέρας της, που ήταν ιερέας του Απόλλωνα, ήρθε ικέτης στο στρατόπεδο των Αχαιών, κρατώντας πλούσια δώρα, το χρυσό ραβδί και τα ιερά στεφάνια του θεού. Έπεσε στα πόδια τού Αγαµέµνονα και τον παρακαλούσε να του δώσει πίσω τη Χρυσηίδα. Ο Αγαµέµνονας δε σεβάστηκε το γέροντα και τον έδιωξε θυµωµένος.

.png
Ο Χρύσης τότε παρακάλεσε τον Απόλλωνα να τιµωρήσει σκληρά τους Αχαιούς. Ο Απόλλωνας τον άκουσε από τον Όλυµπο κι αµέσως πήρε το τόξο του και πήγε στο στρατόπεδο των Αχαιών. Κάθισε παράµερα και αόρατος χτυπούσε µε τα βέλη του τα ζώα και τους ανθρώπους.Έπεσε τότε αρρώστια φοβερή ανάµεσά τους και πέθαιναν οι Αχαιοί, ο ένας µετά τον άλλο.

.pngΕννιά µέρες κράτησε το κακό. Τη δέκατη ηµέρα οι βασιλιάδες ρώτησαν τον µάντη Κάλχα να τους πει γιατί τους βρήκε τέτοια συµφορά. Εκείνος είπε πως ο Απόλλωνας ήτανε θυµωµένος, γιατί ο Αγαµέµνονας δε σεβάστηκε το Χρύση. 

.jpgΓια να σταµατήσει το κακό, ο Αγαµέµνονας έστειλε τη Χρυσηίδα πίσω στον πατέρα της. Όµως διέταξε να φέρουν στη σκηνή του τη σκλάβα του Αχιλλέα, τη Βρισηίδα.

.jpg
Θύμωσε ο Αχιλλέας πολύ, µίσος και οργή γέμισαν την ψυχή του. Θέλησε να σκοτώσει τον Αγαµέμνονα για την προσβολή που του έκανε, µα έτρεξε η θεά Αθηνά και τον συγκράτησε.

1Πικραµένος όμως κλείστηκε στη σκηνή του κι ορκίστηκε να μην ξαναπολεμήσει!

ΔΕΙΤΕ ΚΑΙ ΒΙΝΤΕΟ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ 

ΕΛΕΓΞΕ ΤΙΣ ΓΝΩΣΕΙΣ ΣΟΥ ! ΠΑΙΞΕ ΤΟ ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΚΟΥΙΖ !!

Δημοσιεύθηκε στην Γ΄ ΤΑΞΗ, ΙΣΤΟΡΙΑ Γ΄

3. Οι Αχαιοί φτάνουν στην Τροία

.jpgΤαξιδεύοντας για την Τροία οι Αχαιοί πέρασαν απ’ τη Δήλο. 

ΤΡΟΙΑ1Εκεί, στο ναό του Απόλλωνα, ήταν ιερέας ο Άνιος που είχε τρεις κόρες, τις Οινότροπες.

ΤΡΟΙΑ4 

Το χώµα που άγγιζε η Σπερμώ γινόταν σιτάρι.

Το χώµα που άγγιζε η Οινώ γινόταν κρασί και

το χώµα που άγγιζε η Ελαΐδα γινόταν λάδι.

ΤΡΟΙΑ2Ο Άνιος, που ήταν και μάντης, είπε στους Αχαιούς ότι σε δέκα χρόνια θα έπαιρναν την Τροία και τους κάλεσε να µείνουνε εννιά χρόνια στη Δήλο και το δέκατο χρόνο να πάνε στην Τροία. Εκείνοι όµως δεν δέχτηκαν.
Έφυγαν λοιπόν από τη Δήλο οι Αχαιοί και σε λίγες µέρες έφτασαν στην Τροία.

.jpgΕκεί βασίλευαν ο Πρίαµος και η Εκάβη που είχαν πενήντα γιους και πολλές κόρες. Μια από τις κόρες τους ήταν η Κασσάνδρα που ήταν µάντισσα. Όµως ο Απόλλωνας την είχε τιµωρήσει και κανένας δεν πίστευε τα λόγια της.

ΕΚΑΒΗ
Οι Τρώες, βλέποντας τα αμέτρητα καράβια των Αχαιών, πήραν τα όπλα τους κι έτρεξαν στην ακρογιαλιά για να τους πολεμήσουν. Αρχηγό είχαν τον πιο μεγάλο γιο του Πρίαμου, τον Έκτορα, τον αδελφό του Πάρη. 

ΤΡΟΙΑ5jpg
Από τους Αχαιούς κανένας δεν τολµούσε να πατήσει στη στεριά. Η Θέτιδα τούς είχε πει πως ο πρώτος που θα πατούσε της Τροίας το χώµα θα έπεφτε νεκρός. Τότε ο Οδυσσέας πέταξε την ασπίδα του στη στεριά και µε ένα πήδηµα στάθηκε πάνω της. Ξεγελασμένος από το τέχνασµά του ο Πρωτεσίλαος πήδησε δεύτερος και πάτησε στο χώµα. Κι αμέσως έπεσε νεκρός απ’ το κοντάρι του Έκτορα.

ΤΡΟΙΑ
Άρχισε τότε µάχη φοβερή. Οι Τρώες νικήθηκαν και κλείστηκαν στα τείχη της πόλης.

Οι Αχαιοί τράβηξαν τα πλοία τους στη στεριά κι έφτιαξαν στρατόπεδο που το έκλεισαν με τείχος ξύλινο, γιατί κατάλαβαν ότι θα χρειάζονταν πολύ καιρό μέχρι να καταφέρουν να κυριεύσουν την Τροία. Και οι θεοί κοιτούσαν από τον Όλυµπο. Ο Ποσειδώνας, η Ήρα, η Αθηνά ήταν µε το µέρος των Αχαιών. Ο Άρης, η Αφροδίτη, ο Απόλλωνας µε το µέρος των Τρώων. Κι ο Δίας άλλοτε µε τους Αχαιούς κι άλλοτε με τους Τρώες.

ΤΡΩΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ
Τον τελευταίο χρόνο του πολέµου, που τα τρόφιµα λιγόστεψαν και ο στρατός πεινούσε, ο Αγαµέμνονας έστειλε ένα καράβι να φέρει στην Τροία τις Οινότροπες. Εκείνες όµως φεύγοντας απ’ τη Δήλο παρακάλεσαν το θεό Διόνυσο να τις βοηθήσει. Κι ο Διόνυσος τις έκανε περιστέρια και πέταξαν και γύρισαν στη Δήλο.

Δημοσιεύθηκε στην Γ΄ ΤΑΞΗ, ΙΣΤΟΡΙΑ Γ΄

2. Η θυσία της Ιφιγένειας

4Οργίστηκε πολύ ο Μενέλαος, που ο Πάρης του πήρε την Ελένη, και θέλησε να τον εκδικηθεί και να τη φέρει πίσω. Γι’ αυτό ζήτησε βοήθεια από τον αδελφό του, τον Αγαµέµνονα, που βασίλευε στις Μυκήνες. Εκείνος κάλεσε όλους τους βασιλιάδες των Αχαιών να ετοιµαστούν να πάνε στην Τροία, να πολεµήσουνε να πάρουν πίσω την Ελένη.
Στο λιµάνι της Αυλίδας µαζεύτηκαν όλοι οι Αχαιοί µε τα πλοία και το στρατό τους.

2

Διάλεξαν για αρχηγό τον Αγαµέµνονα κι αφού έκαναν θυσίες, περίµεναν να φυσήξει ο άνεµος, να ξεκινήσουν τα καράβια για την Τροία.

ΤΡΩΙΚΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ

Όµως φύλλο δεν εσάλευε κι οι βασιλιάδες ρωτήσανε το µάντη Κάλχα να τους πει γιατί οι άνεµοι δε φυσούσαν. Εκείνος τότε είπε ότι η θεά Άρτεµη κρατούσε τους ανέµους. Είχε θυµώσει, γιατί ο Αγαµέµνονας είχε σκοτώσει το ιερό ελάφι της. Και δε θα της περνούσε ο θυµός, αν πρώτα ο Αγαµέµνονας δε θυσίαζε στο βωµό της την κόρη του, την Ιφιγένεια.
Αβάσταχτη θλίψη πλάκωσε την καρδιά του Αγαµέµνονα. Δεν ήθελε να θυσιάσει την αγαπηµένη του κόρη. Μέρες θρηνούσε. Τέλος έστειλε µήνυµα στην Κλυταιµνήστρα, τη γυναίκα του, να φέρει στην Αυλίδα την Ιφιγένεια, να την παντρέψει τάχα µε τον Αχιλλέα. Όταν η Ιφιγένεια κι η µητέρα της έφτασαν στην Αυλίδα, µε δάκρυα στα µάτια ο Αγαµέµνονας τους είπε την αλήθεια. Η Κλυταιµνήστρα έκλαιγε και τον παρακαλούσε να µην αφήσει να γίνει η θυσία. Η Ιφιγένεια τελικά αποφάσισε να θυσιαστεί για την πατρίδα της.

.jpgΤη µέρα της θυσίας πήγε στολισµένη στο βωµό και µε θάρρος έσκυψε το κεφάλι. Κι ο µάντης Κάλχας, αφού της φόρεσε χρυσό στεφάνι στα µαλλιά, σήκωσε το µαχαίρι. Όµως εκείνη τη στιγµή η Άρτεµη ήρθε µέσα σε ένα σύννεφο, άρπαξε την κόρη και πάνω στο βωµό άφησε ένα µικρό ελάφι.

1Την Ιφιγένεια την πήγε µακριά στη χώρα των Ταύρων σ’ έναν από τους ναούς της. Αµέσως φύσηξε άνεµος και οι Αχαιοί κίνησαν για την Τροία.