Δημοσιεύθηκε στην ΓΛΩΣΣΑ, Δ΄ ΤΑΞΗ

ΓΙΟΡΤΗ ΤΗΣ ΜΗΤΕΡΑΣ

γιορτή μητέρας

Μάνα. …    Μια τόσο μικρή λέξη που κρύβει μέσα της τόση δύναμη!

Δύναμη ψυχική, πνευματική και σωματική. Δύναμη και ελπίδα για ένα καλύτερο κόσμο για μια κοινωνία πιο ανθρώπινη.

Σ΄ αυτό το μαγικό πλάσμα, που μπορεί με ένα της φιλί να γιατρέψει  κάθε μας πόνο!!! 

Σ’ αυτόν τον υπέροχο και ακούραστο άνθρωπο, που μπορεί να έχει 3 ζευγάρια μάτια, για να προσέχει τα παιδιά της…6 ζευγάρια χέρια για να τα προλαβαίνει όλα…

Χρόνια πολλά!!  σε όλες τις μαμάδες του κόσμου.

Ένας μύθος λέει..

Όταν ο Θεός έφτιαξε τις μαμάδες

Όταν ο καλός Θεός δημιουργούσε τις μητέρες, βρισκόταν στην έκτη μέρα συνεχούς δουλειάς, όταν ο άγγελος εμφανίστηκε και είπε: “Παιδεύεστε πολύ με αυτό το δημιούργημα.”

Και είπε ο Θεός: ” Έχεις διαβάσει τις προδιαγραφές που πρέπει να έχει αυτό εδώ; Πρέπει να είναι εντελώς αδιάβροχο αλλά όχι πλαστικό, να έχει 180 μετακινούμενα μέρη που να μπορούν να αντικαθίστανται, να κινείται πάνω σε χυμένο καφέ και σε άλλα τροφικά κατάλοιπα, να έχει ποδιά που εξαφανίζεται όταν σηκώνεται, ένα φιλί που να θεραπεύει οτιδήποτε από ένα σπασμένο πόδι μέχρι μια ερωτική απογοήτευση, και να έχει έξι ζευγάρια χέρια.”

Ο άγγελος κούνησε το κεφάλι του αργά και είπε: “Έξι ζευγάρια χέρια… με κανέναν τρόπο.”

“Δεν είναι τα χέρια που μου δημιουργούν προβλήματα,” είπε ο Θεός. “Είναι τα τρία ζευγάρια μάτια που πρέπει να έχουν οι μητέρες.”

“Αυτά θα υπάρχουν στο στάνταρ μοντέλο;” ρώτησε ο άγγελος. 

Ο Θεός έγνεψε καταφατικά. “Το ένα ζευγάρι για να βλέπει μέσα από κλειστές πόρτες όταν αυτή ρωτάει, “Τι κάνουν τα παιδιά εκεί;” όταν ήδη αυτή ξέρει. Το άλλο ζευγάρι στο πίσω μέρος του κεφαλιού της για να βλέπει όσα δεν μπορούσε αλλά πρέπει να ξέρει, και φυσικά ένα τρίτο ζευγάρι εδώ μπροστά για να μπορεί να βλέπει πότε ένα παιδί κάνει γκάφες και να λέει, “Καταλαβαίνω και σ’ αγαπώ,” χωρίς να χρειάζεται να βγάλει λέξη.

“Κύριε,” είπε ο άγγελος αγγίζοντας ευγενικά το μανίκι του, “Ξεκουραστείτε τώρα. Αύριο είναι άλλη μέρα.”.

“Δεν μπορώ,” είπε ο Θεός. “Είμαι πολύ κοντά στο να δημιουργήσω κάτι που μοιάζει τόσο πολύ με μένα. Ήδη έχω κάνει μία πού θεραπεύει μόνη της τον εαυτό της όταν είναι άρρωστη, που μπορεί να ταΐσει μια οικογένεια έξη ατόμων με μια μπουκιά ψωμί και που μπορεί να βάλει ένα εννιάχρονο παιδί να σταθεί κάτω από το ντους.” 

Ο άγγελος περιτριγύρισε το μοντέλο της μητέρας πολύ αργά. “Είναι πολύ απαλή,” αναστέναξε.”

“Αλλά και πολύ σκληρή!” είπε ο Θεός με έμφαση. “Δεν μπορείς να φανταστείς τι μπορεί να κάνει ή τι μπορεί να αντέξει μια μητέρα.”

“Μπορεί να σκέφτεται;”

“Όχι μόνο σκέφτεται, αλλά μπορεί να λογικεύει και να συμβιβάζει,” είπε ο Δημιουργός. 

Τελικά ο άγγελος έσκυψε πάνω της  άγγιξε με το δάχτυλο του το μάγουλό της. “Εδώ υπάρχει μια διαρροή,” είπε. “Σας το είπα, προσπαθήσατε να τοποθετήσετε πάρα πολλά σ’ αυτό το μοντέλο.”

“Δεν είναι διαρροή,” είπε ο Θεός. “Είναι ένα δάκρυ.”

“Και σε τι χρησιμεύει;”

“Είναι για χαρά, λύπη, απογοήτευση, πόνο, μοναξιά και υπερηφάνεια.” “Είστε μεγαλοφυΐα,” είπε ο άγγελος.

Ο Θεός κοίταξε μελαγχολικά, “Δεν το έβαλα εγώ εκεί.”

απόφθεγμα Ελύτης

 Ποίημα : 

«Μάνα» κράζει το παιδάκι,
α! τι όνομα γλυκό.
«Μάνα» ο νιος και «Μάνα» ο γέρος,
«Μάνα» ακούς σε κάθε μέρος,

Τη χαρά σου και τη λύπη,
με τη μάνα τη μοιράζεις,
ποθητά την αγκαλιάζεις,
δεν της κρύβεις μυστικό.

Εις τον κόσμον άλλο πλάσμα,
δεν θα βρεις να σε μαντεύει,
σαν τη μάνα που λατρεύει,
σαν τη μάνα που πονεί.

Την υγειά της, τη ζωή της,
όλα η μάνα τ’ αψηφάει,
για το τέκνο π’ αγαπάει,
για το τέκνο που φιλεί.

Όπου τρέχεις, πάντα η μάνα,
με το νου σε συντροφεύει,
σε προσμένει, σε γυρεύει,
μ’ ανυπόμονη καρδιά.

Κι αν σκληρός εσύ φαρμάκια,
την ποτίζεις την καημένη,
πάντα η μάνα σ’ απανταίνει,
με τα ολόθερμα φιλιά.

Δυστυχής όποιος τη χάνει,
ο καημός είναι μεγάλος.
Σαν τη μάνα δεν είν’ άλλος,
εις τον κόσμο θησαυρός.

Κι’ όποιος μάνα πια δεν έχει,
«Μάνα» κράζει στ’ όνειρό του.
Πάντα «Μάνα» στον καημό του,
είν’ ο μόνος στεναγμός!