Ιστορικό της Αγιά – Σοφιάς
Ο Μέγας Κωνσταντίνος αρχικά, στην τοποθεσία αυτή, έχτισε έναν σχετικά μικρό ναό. Αργότερα αυτόν τον ναό, τον μεγάλωσε ο γιος του Κώνστας (εγκαινιάστηκε το 360 μ.Χ.). Ύστερα όμως από αρκετά χρόνια, ο λαό εξοργισμένος για την εξορία του Αγίου Ιεράρχου, Ιωάννου του Χρυσοστόμου, έκαψε το ναό (404 μ.Χ.). Τον ξανάκτισε (413/415 μ.Χ.) ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος Β’, αλλά πάλι κάηκε, αυτή την φορά από τους στασιαστές, κατά τη «Στάση του Νίκα» (532 μ.Χ.).
Μόλις αποκαταστάθηκε η τάξης, αμέσως ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός (527-565 μ.Χ.) αποφάσισε να χτίσει νέο, αλλά ασύγκριτα πιο ευρύχωρο και μεγαλοπρεπέστερο ναό. Γι’ αυτό τον λόγο ανέθεσε στον μαθηματικό Ανθέμιο τον Τραλλιανό, και τον αρχιτέκτονα Ισίδωρο το Μιλίσιο, τα σχέδια του ναού αφιερωμένο στην «Του Θεού Σοφία». Ακόμα, αναγκάστηκε ν’ απαλλοτριώσει και ν’ αποζημιώσει όλα τα γύρω οικοδομήματα.
Συγκέντρωσε ότι πιο πολύτιμα και σπάνια υλικά βρήκε, απ’ όλη την -τότε γνωστή ως- οικουμένη: Πράσινα μάρμαρα από την Κάρυστο, ροδόχροα με λευκές φλέβες από τη Φρυγία, ανοιχτόμαυρα με γαλάζιες φλέβες από το Βόσπορο, κόκκινα με λευκά στίγματα από τη Θήβα της Αιγύπτου, και μάρμαρα με διάφορους άλλους χρωματισμούς από διάφορες περιοχές.
Αλλά και το διακοσμητικό υλικό ήταν πρώτης τάξης: οι πολύτιμες πέτρες, το χρυσάφι και ασήμι.
Κτίσιμο και περιγραφή του ναού
Οι εργασίες του ναού, ξεκίνησαν στις 23 Φεβρουαρίου 532 και τελείωσαν στις 27 Δεκεμβρίου 537 (δηλαδή, 5 χρόνια, 10 μήνες και 4 ημέρες , οπότε και έγιναν τα εγκαίνια της Αγίας Σοφίας. Για το χτίσιμο εργάστηκαν 10.000 εργάτες και τεχνίτες, ενώ ο ίδιος ο Ιουστινιανός επέβλεπε την πορεία των εργασιών και το συνολικά κόστος για το χτίσιμο, έφτασε τα 360 εκατομμύρια χρυσές δραχμές.
«Δόξα τω Θεώ τω καταξιώσαντι με τοιούτον έργο επιτελέσας. Νεκίκηκά σε, Σολομών!» αναφώνησε –κατά την παράδοση– με ασυγκράτητο ενθουσιασμό ο Ιουστινιανός όταν πρωτοαντίκρυσε το επιβλητικό εσωτερικό με το άπλετο φωτισμό. Από τα 100 παράθυρα και τα 1.000 καντήλια το φως ν’ αντανακλά στους 107 κίονες από λευκά και πολύχρωμα μάρμαρα με εξαιρετικά κιόκρανα και μαζί με τον πλούσιο διάκοσμο, φαντασθείτε, τι θαυμαστή! τι εκπληκτική! τι απερίγραπτη! υπερκόσμια ατμόσφαιρα παρουσίαζε! Προσθέστε τώρα και 525 κληρικούς που ορίστηκαν να υπηρετούν την «Μεγάλη Εκκλησιά» και ψάξτε να βρείτε κοσμητικά επίθετα για να περιγράψουν αυτό το «θαύμα»!!! Οι Βυζαντινοί αποκαλούσαν το ναό επίγειο ουρανό ή δεύτερο στερέωμα «αγγέλων την των χειρών του Θεού ποίησιν».
Ο Ιουστινιανός, για να γιορτάσει όλος ο πληθυσμός της Κωνσταντινούπολης τα εγκαίνια του ναού της Αγίας Σοφίας, διέταξε και σφάξανε χίλια βοοειδή, δέκα χιλιάδες αρνιά, εξακόσιες αίγες, χίλια χοιρίδια και είκοσι χιλιάδες όρνιθες και όλα αυτά, παρασκευάστηκαν και μοιράστηκαν στον κόσμο που πανηγύριζε.
Σχετικά με την εξυπηρέτηση των ναών αναφέρεται ότι μόνο η Αγία Σοφία, επί Ιουστινιανού, είχε χίλιους κληρικούς. Τον έβδομο αιώνα είχαν περιοριστεί σε εξακόσιους και η Νεαρά του Ηρακλείου αναφέρει:
Πρεσβυτέρους 80
Διακόνους 150
Διακόνισσες 40
Υποδιακόνους 70
Αναγνώστες 160
Ψάλτες 25
Θυρωρούς 75
Η Αγία Σοφία είναι ορθογώνιο οικοδόμημα 78,16 μέτρων μήκους και 71,82 πλάτους. Ο τρούλος, σε ύψος 54 μέτρων, γεννά το αίσθημα ότι αιωρείται. Στηρίζεται πάνω σε τέσσερις πεσσούς που σχηματίζουν τετράγωνο και συνδέονται μεταξύ τους με τόξα. Η διάμετρός του είναι 31 μέτρα και έχει στη βάση του 40 παράθυρα. Οι πεσσοί κρύβονται πίσω από δύο κιονοστοιχίες που χωρίζουν το ναό σε τρία κλίτη, με αποτέλεσμα να φαίνονται μόνο τα γιγάντια τόξα.
Ο γυναικωνίτης βρίσκεται στον δεύτερο όροφο του ναού. Ο εσωνάρθηκας με το κύριο μέρος του ναού επικοινωνεί με 9 πύλες, απ’ αυτές οι τρεις μεσαίες ονομάζονται βασιλικές, ενώ η μεσαία είναι πιο πλατειά και πιο ψηλή.
Μπροστά στον εξωνάρθηκα υπήρχε μία μεγάλη αυλή, εκεί βρισκόταν η φιάλη του εξαγνισμού μια καρκινική (= φράση που διαβάζεται και αντίστροφα) επιγραφή που έγραφε:
«ΝΙΨΟΝ ΑΝΟΜΗΜΑΤΑ ΜΗ ΜΟΝΑΝ ΟΨΙΝ».
Δυστυχώς δεν σώζεται σήμερα.
Ο τρούλος της Αγίας Σοφίας κατέρρευσε το Μάη του 558, και ξανακτίσθηκε από τον Ισίδωρο, συνώνυμο ανιψιό, του αρχιτέκτονα της. Αργότερα πάλι, το 867 συγκεκριμένα, ράγισε ο τρούλος μετά από σεισμούς, και τον επισκεύασε ο αυτοκράτορας Βασίλειος Β’. Όμως την μεγαλύτεροι συμφορά συνολικά που βρήκε την Αγία Σοφία, ήταν το 1204 όταν οι Φράγκοι κυρίεψαν και λεηλάτησαν την Πόλη.
Σήμερα η Αγία Σοφία έχει συληθεί και ως ένα βαθμό παραμορφωθεί. Εξωτερικά έχουν προστεθεί τέσσερις μιναρέδες και εσωτερικά έχουν καλυφθεί τα μωσαϊκά με σοβά. Το 1935 μετατράπηκε σε μουσείο.
ΤΟ ΧΤΙΣΙΜΟ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΣΟΦΙΑΣ(Θρακικός θρύλος)
Ένας νεοελληνικός θρύλος από τη Θράκη μας πληροφορεί για το πως χτίσθηκε η Αγια Σοφιά στην Κωνσταντινούπολη από τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό μετά το 530 π.Χ. Ας δούμε λοιπόν αυτόν τον ίδιο το θρακικό θρύλο.
«Ήταν ο καιρός που ο βασιλιάς στην Πόλη είχε αποφασίσει να χτίσει την Αγιά Σοφιά. Είχε καλέσει τον πρωτομάστορα, και ο τελευταίος είχε κάμει ένα, και ύστερα άλλο, και ύστερα άλλα σχέδια, πως να χτιστή η μεγάλη εκκλησιά. Κανένα όμως δεν ευχαριστούσε το βασιλιά. Ήθελε κάτι άλλο, πολύ πιο σπουδαίο. Και ο πρωτομάστορας όλο και σκεφτόταν τι νέο σχέδιο να φτιάσει. Μια Κυριακή, την ώρα που τελείωνε η λειτουργία, ζύγωσε πρώτος ο βασιλιάς να πάρει το αντίδωρο, εκείνο όμως του ξεφεύγει από το χέρι και πέφτει χάμω. Μια στιγμή αργότερα παρουσιάζεται μιά μέλισσα που φτεροκοπούσε προς το ανοιχτό παράθυρο, κρατώντας το πεσμένο αντίδωρο του βασιλιά. Βγάνει αμέσως διαταγή ο βασιλιάς, όσοι έχουνε μελίσσια να τ’ ανοίξουνε και να ψάξουν, για να βρεθεί. Ψάχνει και ο πρωτομάστορας στα δικά του τα μελίσσια και τι βλέπει; Είχανε κάτσει οι μέλισσες μέρες πριν και είχανε φτιάξει με το κερί μέσα στην κυψέλη μιαν εκκλησιά πανέμορφη και σκαλιστή και μεγαλόπρεπη, που δεν είχε την όμοια της σ’ ολόκληρη την Οικουμένη. Όλες οι λεπτομέρειες είχανε γίνει στην εντέλεια, μέσα κι’ έξω στην εκκλησία. Η πόρτα της ανοιχτή, ο τρούλος έτοιμος, οι κολώνες στη θέση τους, ως και η Άγια Τράπεζα τελειωμένη. Την είχαν αποτελειώσει σ’ όλα της την εκκλησιά, και απάνω στην Άγια Τράπεζα της είχε φέρει εκείνη η μέλισσα και είχε αποθέσει το αντίδωρο του βασιλιά .Είδε την εκκλησιά ο πρωτομάστορας και θαύμασε με το τέλειο σχέδιό της. Την είδε κατόπι και ο βασιλιάς και έγινε όλος χαρά. Το σχέδιο, που είχανε φτιάξει οι μέλισσες, έγινε το σχέδιο που χτίστηκε η Αγιά Σοφιά!!!». (βλ. Κ. Ρωμαίος, ΕΛΛΑΣ, λαογραφία-γεωγραφία-ιστορία, τομ. 2ος, σελ. 653).
ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΙ ΘΡΥΛΟΙ ΤΗΣ ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑΣ
- Ο ΜΑΡΜΑΡΩΜΕΝΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ
Όταν μπήκαν οι Τούρκοι στην Πόλη, άγγελος Κυρίου άρπαξε το βασιλιά και τον πήγε σε μια σπηλιά βαθιά στη γη κάτω, κοντά στη Χρυσόπορτα. Εκεί μένει μαρμαρωμένος ο βασιλιάς και καρτερεί να κατεβεί ο άγγελος στη σπηλιά, να τον ξεμαρμαρώσει. Και θα σηκωθεί πάλι ο βασιλιάς και θα μπει στην Πόλη και θα διώξει τους Τούρκους ως την Κόκκινη Μηλιά.
- Ο ΠΑΠΑΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑ-ΣΟΦΙΑΣ
Την ώρα που μπήκαν οι Τούρκοι στην Αγια-Σοφιά δεν είχε τελειώσει ακόμα η λειτουργία. Ο παπάς που έκανε τη λειτουργία πήρε αμέσως το Άγιο Δισκοπότηρο, ανέβηκε στα κατηχούμενα, εμπήκε σε μια θύρα και η θύρα έκλεισε αμέσως. Είναι θέλημα Θεού ν’ ανοίξει μόνη της η θύρα, όταν έλθει η ώρα, και θα βγει από κει ο παπάς, να τελειώσει τη λειτουργία στην Αγια-Σοφιά, όταν θα πάρουμε πίσω την Πόλη.
- Η ΑΓΙΑ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑ-ΣΟΦΙΑΣ
Την μέρα που πάρθηκε η Πόλη, έβαλαν σ’ ένα καράβι την Άγια Τράπεζα της Αγια-Σοφιάς, να την πάει στην Φραγκιά, για να μην πέσει στα χέρια των Τούρκων.
Εκεί όμως στη θάλασσα του Μαρμαρά άνοιξε το καράβι και η Άγια Τράπεζα εβούλιαξε στον πάτο. Στο μέρος εκείνο η θάλασσα είναι λάδι, όση θαλασσοταραχή και κύματα κι αν είναι γύρω. Και το γνωρίζουν το μέρος αυτό από τη γαλήνη, που είναι πάντα εκεί, και από την ευωδία που βγαίνει. Πολλοί μάλιστα αξιώθηκαν να την ιδούν στα βάθη της θάλασσας. (βλ. ΓΙΟΒΑΝΗ, Μεγάλη εγκυκλοπαίδεια, εκδ. 1982, τομ. 1ος, σελ. 97).
- ΤΑ ΨΑΡΙΑ ΤΟΥ ΜΠΑΛΟΥΚΛΗ
Την ημέρα που έπεσε η Πόλη ένας γέροντας τηγάνιζε ψάρια, και όταν του είπαν «Εάλω η Πόλις», είπε πως για να πιστέψει πως έπεσε η Πόλη, έπρεπε να βγουν τα ψάρια από το τηγάνι. Και Ω! του θαύματος, έτσι έγινε. Πότε άραγε θα ολοκληρωθεί το τηγάνισμα των ψαριών που είναι τηγανισμένα μόνο από την μία τους πλευρά;
ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΓΙΑ-ΣΟΦΙΑ
- ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΣΟΦΙΑΣ
Στην Αγια-Σοφιά αγνάντια
βλέπω τα ευζωνάκια.
Τα ευζωνάκια τα καημένα
μες στους ήλιους μαυρισμένα,
κλέφτικο χορό χορεύουν
και τ’ αντίπερα αγναντεύουν.
Κι αγναντεύοντας την Πόλη
τραγουδούν και λένε:
«Πάλι θα γένει δικιά μας
να η μεγάλη εκκλησιά μας.
Τούτα είν’ οι χρυσοί της θόλοι
αχ κατακαημένη Πόλη.
Στην κυρά την δέσποινά μας
πες να μην λυπάται,
στις εικόνες να μην κλαίνε
τα ευζωνάκια μας το λένε».
Κι ο παπάς που είναι κρυμμένος
μέσα στ’ άγιο βήμα,
τα ευζωνάκια δεν θ’ αργήσει
να βγει να τα κοινωνήσει,
και σε λίγο βγαίνουν τ’ Άγια
μέσα σε μυρτιές και βάγια