Λόγου … μορφές

Άγουρα ποιηματοπαιχνιδίσματα.

Δείτε παρακάτω τις πρώιμες ποιητικές απόπειρες του Χρήστου Καρυώτη και του Αντώνη Γαβριηλίδη της Δ’ τάξης.

 

Καρυώτης Χρήστος

IMG 20230615 222401

«Η καλύτερη μέρα του καλοκαιριού».

 

Χθες το βράδυ βρήκα χίλια

Χίλια ολόχρυσα κοχύλια.

 

Τα μάζεψα για τη μαμά μου

που είναι μέσα στην καρδιά μου.

 

Τα έκρυψα σε ένα κουτί

λίγες μέρες πριν τα δει.

 

Έκπληξη για να της κάνω

επειδή είχε γιορτή.

 

Δίπλα στην ακροθαλασσιά

στα καταγάλανα νερά.

 

Κολυμπήσαμε πολύ

όλη η οικογένεια μαζί.

 

Την καλύτερη μέρα του καλοκαιριού

την περάσαμε με χαρά.

 

Καλοκαίρι αντίο

καλώς ήρθες σχολείο.

 

 

Αντώνης Ιωακείμ Γαβριηλίδης

IMG 20230615 222450

Μια μέρα στην Αθήνα.

 

Μια μέρα όμορφη περάσαμε στην Αθήνα,

μια βόλτα κάναμε να βγούμε από τη ρουτίνα.

 

Ο δρόμος ήταν ευχάριστος γεμάτος νέες παραστάσεις

είδαμε πολλά γνωστά, δεν χρειάζονται συστάσεις.

 

Κτίρια μεγάλα, εντυπωσιακά, δρόμοι γεμάτοι κόσμο

πράγματα μοντέρνα μα και παραδοσιακά, χρώματα  , μουσικές  μας χάιδευαν τον ώμο.

 

Στης Ακρόπολης πήγαμε το όμορφο μουσείο,

της αρχαίας Ελλάδας να θαυμάσουμε το μεγαλείο.

 

Μα κάπου κουραστήκαμε μας έπιασε η λόρδα,

στου μουσείου τον 2ο όροφο καθίσαμε  φάγαμε και με φόντο τον Παρθενώνα.

 

Στον γυρισμό είδαμε την όμορφη την Πίνδο,

με δέος αντικρίσαμε τ’ απέραντα τα όρη.

Θεέ μου, αξίωσέ με να τα ξαναδώ

της Ελλάδας τα όμορφα τα μέρη.

 

 

 

 

 

                                                             ΚΑΡΥΩΤΗΣ ΧΡΗΣΤΟΣ (Δ’)

 Το ταξίδι στον χρόνο

Ήμουν μόνος μου στο σπίτι και έβλεπα τηλεόραση. Είχα κλειστά τα παντζούρια και για κακή μου τύχη, έκλεισαν τα φώτα και δεν έβλεπα. Πήγα να ανοίξω τα παντζούρια και άκουσα έναν ήχο παράξενο. Δεν τα άνοιξα και πήγα να πάρω έναν φακό, μα και πάλι άκουσα αυτόν τον ήχο και άρχισα να φοβάμαι. Λίγο πιο μετά, πήγα στην πόρτα και άκουσα κάποιον να τη χτυπάει, χωρίς όμως να φαίνεται κάτι στο ‘ματάκι’. Φοβόμουνα να ανοίξω, νόμιζα πως κάποιος ήταν μέσα και μου έκανε πλάκα.

Το φως ήρθε, αλλά όχι με τον καλύτερο τρόπο. Ήταν μία σκουληκότρυπα, στην οποία όταν μπήκα με πήγε στο 4.000 μ. Χ.. Όλα ήταν πάρα πολύ τεχνολογικά και για καλή μου τύχη, υπήρχε η Αλαμπουρνεζία. Τουλάχιστον μπορούσα να μιλήσω με αυτούς τους ανθρώπους, γιατί εγώ τους δημιούργησα. Ο μπαμπάς μου γύρισε και δεν με βρήκε. Παραξενεύτηκε και εγώ ήμουν λίγο φοβισμένος που δεν μπορούσα να γυρίσω στο σπίτι.

Μετά πήγα σ’ ένα ξενοδοχείο που ήταν στοιχειωμένο· όλοι οι υπάλληλοι ήταν ζόμπι, που όταν κάνουν μαγικά, κόβουν κεφάλια και βγάζουν καρδιές από άλλα ζόμπι. Υπήρχαν μυαλά παντού που πετούσαν στον αέρα, μπαμπούλες, βρικόλακες σκυλιά που περπατούσαν και μιλούσαν όπως εμείς, και δράκοι που μιλούσαν και έβγαζαν φωτιές την ίδια ώρα. Όλα αυτά ήταν τρομακτικά, αηδιαστικά και ανατριχιαστικά. Φοβόμουν πολύ… Ο μπαμπάς, η μαμά και τ’ αδέρφια μου, κι αυτοί είχαν τρομάξει!!!

Ήμουν στο ξενοδοχείο για δέκα ώρες μέχρι να γίνει βράδυ. Όταν έφυγα περπατούσα πολλή ώρα και έφτασα σε μία θάλασσα. Είδα καρχαρίες που μιλούσαν και δεν μιλούσαν μόνο αυτοί, μα όλα τα πλάσματα του βυθού. Ήταν πολύ παράξενο στην αρχή, αλλά μετά άρχισα να το καταλαβαίνω. Κανείς όμως, ούτε από τα ζώα που μιλούσαν, ούτε από του ανθρώπους, δεν μπορούσε να καταλάβει εμένα, επειδή δεν ήμουν άνθρωπος τόσο μεγάλης τεχνολογίας.

Βρήκα ένα κινητό, αλλά δεν είχε πολλή μπαταρία. Εκείνοι οι άνθρωποι είχαν  μπαταρία, που γέμιζε ό,τι ήθελες!! Πήραν λοιπόν τη δύναμη της μπαταρίας αυτής και φόρτισαν το κινητό μου. Κάλεσα αμέσως τον αριθμό του μπαμπά μου, αλλά μου έβγαλε το τηλέφωνο μιας εταιρίας στη Γερμανία, και μου είπαν να πάω εκεί για να βρω τη λύση στο πώς θα γυρίσω σπίτι μου. Στην αρχή νόμιζα ότι μου έκαναν πλάκα, αλλά μετά σκέφτηκα πως ήταν πολύ  τεχνολογικά τα χρόνια κι έτσι πήγα, αν και πίστευα πως δεν ήταν και η καλύτερη ιδέα.

Όταν έφτασα, βρήκα έναν άνθρωπο με άσπρα μάτια, αλλά μετά παρατήρησα ότι αρκετοί άνθρωποι είχαν τέτοια μάτια. Αυτή η εταιρία θα μου έλεγε τον τρόπο για να γυρίσω σπίτι μου και πως θα πιάσει, αλλά με αρκετά δύσκολο τρόπο. Θα έπρεπε να πολεμήσω με τέρατα, αλλά μου είχαν υποσχεθεί πως θα μου έδιναν τον κατάλληλο εξοπλισμό που θα μου χρειαστεί. Εγώ πήρα τα όπλα και πήγα στο μεταφορικό μου μέσο. Ανεβήκαμε εγώ κι ένα ρομπότ, που θα μου έδινε οδηγίες για να φτάσω ασφαλής και να φύγω ασφαλής επίσης. Αυτό το ρομπότ είχε τα κατάλληλα όπλα, όπως κι εγώ. Είχε λέιζερ, ηρεμιστικά βελάκια και σπρέι, για να μπορούμε να ανοίγουμε τις πόρτες με κωδικό.

Αργήσαμε να φτάσουμε και τρόμαξα, γιατί πέντε λεπτά μετά είδα ότι το αμάξι δεν είχε οδηγό και ήταν αυτόματο, καθώς όλα ήταν πολύ τεχνολογικά. Έπιασε  φωτιά εκεί κοντά και όταν το είδα φοβήθηκα, επειδή ήμουν μόνο οκτώμισι χρονών και είχα μόνο ένα ρομπότ μαζί μου. Φτάσαμε αρκετή ώρα μετά και δεν είχαμε και καλή υποδοχή. Μόλις είδα τα τέρατα τρόμαξα, γιατί ήταν πολύ ψηλά και επίσης ήταν ”τέρατα”… Δεν πάλεψα αμέσως, γιατί φοβόμουνα να αναμετρηθώ μαζί τους. Πήγα με το ρομπότ στην πύλη, για να μπούμε και να πολεμήσουμε με τα τέρατα, τα ποία είχαν πολλά μάτια, πολλά χέρια και πόδια, και άλλαζαν μορφή όποτε θέλανε. Μπορούσαν να τηλεμεταφερθούν όπου θέλουν και μεγάλωναν ή μίκραιναν όποτε ήθελαν. Μπορούσαν να εμφανίσουν όπλα από το πουθενά, όποτε χτυπούσαν τα δάχτυλά τους. Αλλά μετά κατάλαβα ότι είχαν κάτι καλώδια συνδεδεμένα με το μυαλό τους και γίνονταν ανίκητα.

Πήγα με το ρομπότ στην πηγή αυτής της μεγάλης δύναμης και την είδα. Ήταν τεράστια η δύναμη. Εκεί είχε ένα βιβλίο, που έλεγε ότι όποιος πολεμούσε με αυτά τα ρομπότ θα έχανε και θα πέθαινε. Αυτό το βιβλίο έδειχνε και φωτογραφίες με τους ανθρώπους, που προσπάθησαν τουλάχιστον να πολεμήσουν. Κανείς από αυτούς δεν τα κατάφερε, κι ας είχε τεχνολογικά όπλα. Ήταν μάταιο…. Και να προσπαθούσα θα έχανα, όμως δεν το έβαλα κάτω. Πήγα λοιπόν στον χώρο και τότε εμφανίστηκε ο……..

 

(συνεχίζεται…….)

 

 

Του μαθητή Χρήστου Καρυώτη

Της Δ’ Τάξης

 

 

 

 

 

 

 

Δημιουργική γραφή, κείμενο και εικόνα από τη Μαρία Ρίσκου.

 

Πρόδρομος Πλεπλές

ΕικόναΑΚ

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Κατερίνα Χειμώνα

ΘΕΙΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑ

Τα μέλη της Εκκλησίας για να αγιαστούν, είναι απαραίτητο να μετέχουν στα Μυστήριά της. Μυστήρια στη χριστιανική ορολογία είναι ιερές τελετές, με τις οποίες μεταδίδεται στον άνθρωπο η χάρη του Θεού. Τα μυστήρια όλα, όπως και κάθε ένα ξεχωριστά, δεν μπορούν να θεωρηθούν αποκομμένα από την φυσική και ιστορική πραγματικότητα, ούτε ως αφηρημένες ή μαγικές πράξεις.

Τα Μυστήρια είναι επτά: Tο βάπτισμα, το χρίσμα, η θεία ευχαριστία, η ιερωσύνη, η μετάνοια, (εξομολόγηση), το ιερό ευχέλαιο και ο γάμος. Ειδικότερα:

Η ΘΕΙΑ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑ

Είναι το Μυστήριο των Μυστηρίων. Το καθιέρωσε ο Κύριος στο Μυστικό Δείπνο, μπροστά στους μαθητές του. Το ψωμί και το κρασί, δύο απλά στοιχεία με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος μεταβάλλονται σε Σώμα και Αίμα Χριστού και γίνονται τροφή για τους πιστούς. Mε τη Θεία Κοινωνία ενωνόμαστε με το Χριστό και ο Χριστός ενώνεται μαζί μας και γινόμαστε μέτοχοι της αιώνιας ζωής.

Ο ΓΑΜΟΣ

Ένας άνδρας και μια γυναίκα άγνωστοι μεταξύ τους, αποφασίζουν να προχωρήσουν στο δρόμο της κοινής ζωής. Στην αρχή αυτού του δρόμου η Εκκλησία παρακαλεί το Θεό να τους ευλογήσει για να στεριώσουν μια χριστιανική οικογένεια. Τα δαχτυλίδια που τους ευλογεί, συμβολίζουν την αγάπη τους και την ελεύθερη δέσμευση που έχουν μεταξύ τους. Τα στέφανα συμβολίζουν την ευλογία και την συναδελφικότητα στο βασίλειο του Θεού. Τέλος το κοινό ποτήριο συμβολίζει τον κοινό αγώνα και τις κοινές προσπάθειες που έχουν να κάνουν στη ζωή τους και ότι η συζυγική και οικογενειακή ζωή τότε μπορεί να υφίσταται και να δημιουργεί προκοπή και χαρά όταν το ανδρόγυνο συμμετέχει στο Ποτήριον της Θείας Κοινωνίας.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Η ΧΩΡΑ ΤΟΥ ΚΟΚΚΙΝΟΥ

 

Καρδιά

 

     Ήταν  μια πολύ όμορφη μέρα του Σαββάτου και είπα να περπατήσω στο δάσος. Ετοιμάστηκα λοιπόν και πήρα το δρόμο. Έκανα μια ωραία και ευχάριστη βόλτα .Όταν κουράστηκα στάθηκα δίπλα σε ένα δέντρο. Ξαφνικά άνοιξε μια πύλη και χάθηκα μέσα σ’ αυτήν.

     Προς μεγάλη μου έκπληξη είδα ανθρώπους που ήταν                                                                   ντυμένοι στα κόκκινα και όχι μόνο αυτό αλλά είχαν και κόκκινα μαλλιά ενώ οι άντρες είχαν και κόκκινα μούσια. Ήταν πολύ φιλόξενοι και μόλις με αντίκρισαν έτρεξαν να με καλοδεχτούν. Μου  πρόσφεραν δροσερό  νερό και κρύα φρούτα. Όμως επειδή βρισκόμουν στη χώρα του κόκκινου το νερό ήταν κόκκινο ενώ οι άνθρωποι εκεί έτρωγαν φρούτα που είχαν κόκκινο χρώμα όπως: φράουλες, κεράσια, βατόμουρα και κόκκινα μήλα. Έπειτα είδα ότι και τα σπίτια τους ήταν κόκκινα. Το πιο ωραίο από όλα ήτανε πως όταν βράδιασε και ο ουρανός έγινε κόκκινος.

 

  Όταν ξύπνησα το πρωί όλα είχαν χαθεί και το μόνο που απέμεινε κόκκινο ήτανε  η ζεστή κόκκινη κουβέρτα μου.

ΤΕΛΟΣ

            ΠΕΓΙΟΥ  ΓΕΩΡΓΙΑ (Ε’)

 

 

 

Η άγν1

Κοιμόμουνα το βράδυ ώσπου ξαφνικά ακούω έναν ήχο. Στην αρχή φοβήθηκα αλλά μετά βγήκα  στο μπαλκόνι να δω τι συμβαίνει.  Είχε προσγειωθεί ένα τετράγωνο ιπτάμενο όχημα και με καλούσε να πάω στον Κρόνο για να μιλήσω με έναν εξωγήινο .Αμέσως ετοιμάστηκα και έφυγα .Ήταν πολύ μακρινό ταξίδι.

 

Μόλις έφτασα, κατέβηκα .Στην αρχή δεν ήταν κανείς ,πιο ύστερα όμως από το πουθενά εμφανίστηκε ένας εξωγήινος. Του μίλησα. Αλλά θα θέλετε να μάθετε τι είπαμε; Ακούστε λοιπόν:

  Γειά σου! Πώς σε λένε;

-Με λένε Άρη.

-Αααα! Μιλάμε την ίδια γλώσσα.

-Πώς βρέθηκες σ’ αυτόν τον πλανήτη ;Είσαι εξωγήινος;

-Δεν είμαι εξωγήινος όμως ζω έξω από τη γη.

-Πώς έγινε αυτό;

-Εγώ και πολύ άλλοι άνθρωποι αποφασίσαμε να φύγουμε μακριά από τη γη γιατί δεν αντέχαμε την αδικία και την κακία του κόσμου στη γη.

 

-Πώς είναι η ζωή σ’ αυτόν τον πλανήτη;

-Η ζωή εδώ πέρα είναι καλύτερη από τη γη .Ζούμε ήρεμα ,δεν βρίζουμε , δεν έχουμε άγχος και αγαπάμε ο ένας τον άλλον. Εσύ;

-Εμείς έχουμε τη ζωή μας ,τις δουλείες και έτσι περνάμε την καθημερινότητα μας.

-Πολύ ωραία .Δεν έχεις και άδικο.

-Τώρα θα πρέπει να φύγω . Γειά σου.

 

-Μπορείς να με πάρεις μαζί σου;

-Αν   το θέλεις!

 

Και μετά τον πήρα μαζί μου .Τον φιλοξένησα  άλλα σύντομα θέλησε να φύγει από τη γη. Έτσι έφυγα κι εγώ και μείναμε  για πάντα φίλοι.

Πέγιου Γεωργία (Ε’)
Βασιλιάς

Η ΧΩΡΑ  ΤΩΝ   ΤΡΑΓΟΥΔΙΩΝ

Κάποτε κάπου μακριά υπήρχε μια χώρα που ονομαζόταν η χώρα των τραγουδιών.Εκεί όλοι τραγουδούσαν κάθε ώρα και στιγμη.Ο βασιλιάς είχε την πιο όμορφη φωνή και όλοι των θαύμαζαν για τα υπέροχα τραγούδια που έλεγε κάθε μέρα.Μια μέρα στη χώρα ενφανίστηκε ένας κακός μάγος που προσπάθησε να κλέψει την όμορφη φωνή του βασιλιά.Τελικά τα κατάφερε και έφυγε αμέσως από τη χώρα.Ο βασιλιάς έβαλε τους φρουρούς να ψάξουν σε όλοι την περιοχή και να βρούν τον μάγο.Οι φρουροί δεν βρήκαν τον μάγο, τότε ο βασιλιάς ανησύχησε ότι δεν θα μπορούσε να τραγουδίσει ποτέ ξανά.Δεν τα παράτησε όμως.Ο βασιλιάς ζήτησε να του ετοιμάσουν το άλογο του επειδή θα πήγαινε να πάρει τη φωνή του μόνος του.Έψαξε και ανακάλυψε μια μικρή καλύβα στην οποία έμενε ο μάγος.Χτύπησε την πόρτα όμως ο μάγος δεν του άνοιξε.Τότε ο βασιλιάς έσπασε την πόρτα και αντίκρισε τον μάγο που εκείνη τη στιγμή έφτιαχνε ένα μαγικό φίλτρο.

  • Φύγε! , του είπε ο μάγος.
  • Όμως ο βασιλιάς αντί να φύγει ζήτησε από τον μάγο πίσω την φωνή του.

Ο μάγος δεν του την έδωσε αλλά του έριξε ένα μαγικό ξόρκι.Ο βασιλιάς, που ήταν προετοιμασμένος σήκωσε την ασπίδα του και το ξόρκι γύρισε από την ασπίδα, πίσω στο μάγο.Εκείνη τη στιγμή ο βασιλιάς άρπαξε το μπουκάλι με τη φωνή του και άρχισε το τραγούδι που τόσο του είχε λείψει.

Χάρης (Δ’)

 

 

Δράκο

ΔΡΑΚΟΪΣΤΟΡΙΑ

 

Γεια  σας , θα σας  πω μια  ιστορία  για  το  σήμερα , που  πρωταγωνιστές   δεν  είναι οι  άνθρωποι  αλλά  με  έναν  σύγχρονο  τρόπο    οι  δράκοι. Ας  σας την διηγηθώ.

Μιά  φορά  λοιπόν  , στην Αθήνα , ζούσε  μια κακή  συμμορία   δράκων.Ήταν  5  με τον κάθε  ένα  να έχει και ένα όνομα  το   οποίο  χαρακτήριζε  τη  συμπεριφορά  του.Τα  ονόματά   τους  ήταν:η Οικονομά,ο Ραπ,η Ζωηρού,η Καβγατζού και  ο Ρυπαντιέσιον.Ξέρω  ότι  τα  ονόματά  τους  σας  φαίνονται  παράξενα  μα  δηλώνουν   κάποιο  νόημα.

Αυτοί  οι  5  λοιπόν  συναντήθηκαν  τυχαία  μια μέρα.Επίσης  η   Οικονομά , η  Καβγατζού  και  η  Ζωηρού  ήταν  φίλες.

-Γεια   σας  όμορφες  κυρίες, είπε  ο  Ραπ.

-Σας  ευχαριστούμε, απάντησαν και  οι  τρεις.

-Ξέρετε  θέλουμε εγώ  και  ο  Ραπ  να  κάνουμε  μια  συμμορία.

Θέλετε να  συμμετέχετε; είπε ο Ρυπαντιέσιον.

-Θα  χαρούμε  πάρα  πολύ!απάντησαν  εκείνες.Και  για να  έχουμε  καλό   ΄ρώτημα  γιατί  κάνετε  αυτή  τη  συμμορία;

-Γιατί  δημιουργώντας  φασαρίες  σπάμε  πλάκα, είπαν τα δύο αγόρια.

Έτσι  οι  ήρωες  μας   συναντήθηκαν τα  μεσάνυχτα  σε ένα  παλιό γκαράζ.Εκεί  συζήτησαν τι θα   κάνουν  στη  συμμορία  τους.Το  επόμενο πρωί  βγήκαν  στους  δρόμους  και  άρχισαν.Η  Οικονομά λήστεψε  δυο  τράπεζες  και έκλεψε  150  πορτοφόλια.Ο  Ραπ  πήρε όλα  τα  ηχεία  και  τα  ραδιόφωνα  της  πόληςανεβάζοντάς τα στο τέρμα.Καταλαβαίνετε  την ηχορύπανση!Η Ζωηρού  έτρεχε  σπρώχνοντας  όποιους  έβλεπε  μπροστά  της.Ο  Ρυπαντιέσιον  άδειασε  όλους  τους  κάδους  στο  έδαφος,μάζεψε και πέταξε  όλα τα  τσιγάρα  στο  ποτάμι  και  έβαλε  φωτιά  σε τρία  δάση.Η  Καβγατζού  μάλωσε με  όλους  με αποτέλεσμα  όλοι  να  νευριάσουν.Αυτό  συνεχίστηκε για τρεις  μήνες.

Όταν  όμως  βαρέθηκαν  και  ωρίμασαν  άρχισαν  να  σκέφτονται πιο λογικά.Έτσι κατάλαβαν  ότι  έκαναν  μεγάλο  λάθος  όλο  αυτόν τον  καιρό.Από  τότε  σταμάτησαν  και  βοηθούσαν  όσους   χρειάζονταν   βοήθεια.

Κατερίνα Χειμώνα (Ε’)

 

 

 

 

 

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *