Σύντομο Βιογραφικό
Ο Νικόλαος Χαλικιόπουλος Μάντζαρος (26 Οκτωβρίου 1795 – 12 Απριλίου 1872) ήταν Έλληνας συνθέτης.
Γεννήθηκε στην Κέρκυρα από πλούσια οικογένεια και ο πατέρας του Ιάκωβος Χαλικιόπουλος Μάντζαρος ήταν έγκριτος νομικός.
Σπούδασε μουσική στην Κέρκυρα με τους αδελφούς Στέφανο (πληκτροφόρα) και Ιερώνυμο (βιολί) Πογιάγου, τον καταγόμενο από την Ανκόνα Στέφανο Μορέττι (θεωρητικά) και τον πιθανότατα ναπολιτάνικης καταγωγής 'ιππότη' Μπαρμπάτι (θεωρητικά, σύνθεση).
Στη γενέθλια πόλη του παρουσίασε και τα πρώτα του έργα ήδη από το 1815. Από το 1819 συνέχισε τις μουσικές ενασχολήσεις του στην Ιταλία (την οποία επισκεπτόταν κατά διαστήματα), όπου συνδέθηκε ιδιαίτερα με το περιβάλλον του Βασιλικού Ωδείου της Νάπολης και τον διευθυντή του Νικολό Αντόνιο Τσινγκαρέλι.
Θεωρείται ο θεμελιωτής της λεγόμενης "επτανησιακής μουσικής σχολής". Διετέλεσε ισόβιος καλλιτεχνικός διευθυντής της Φιλαρμονικής Εταιρείας Κερκύρας από το 1840.
Σπουδαιότερο έργο του θεωρείται η μελοποίηση του Ύμνου εις την Ελευθερίαν του Διονυσίου Σολωμού, της οποίας το 1865 η πρώτη στροφή της πρώτης μελοποίησής της (1829) καθιερώθηκε ως ο Εθνικός ύμνος της Ελλάδας.
Είναι ο συνθέτης της μονόπρακτης κωμικής όπερας Don Crepuscolo, που είναι η πρώτη σωζόμενη όπερα Έλληνα δημιουργού (1815).
Επίσης, είναι ο συνθέτης του πρώτου γνωστού έργου σε ελληνική γλώσσα για φωνή και ορχήστρα (Aria Greca, 1827), των πρώτων γνωστών ελληνικών έργων για κουαρτέτο εγχόρδων (Partimenti, περίπου 1850), του πρώτου ελληνικού πιανιστικού ρεπερτορίου, του πρώτου ελληνικού έργου σε μορφή φούγκας, της πρώτης μνημονευόμενης ελληνικής συμφωνίας (χαμένη), καθώς και ο συγγραφέας του πρώτου δοκιμίου μουσικής ανάλυση (Rapporto, 1851) και των πρώτωνμουσικοπαιδαγωγικών συγγραμμάτων στην Ελλάδα.
Σελίδα από partimenti του Μάντζαρου |
Η Ζωή του
Ο Ν. Μάντζαρος ήταν υψηλού αναστήματος, ευγενής στους τρόπους και ευχάριστος στις συναναστροφές. Δίδασκε πάντοτε όρθιος και λάτρευε την τάξη` θεωρούσε δε τον καλλιτέχνη ως εμπροσθοφυλακή του ανθρώπινου γένους στην πορεία προς τα ανώτερα ιδανικά. Από το 1826 εγκαταστάθηκε οριστικά στην Κέρκυρα (επισκεπτόμενος τη Νεάπολη σποραδικά) και αφοσιώθηκε στη σύνθεση και στη διδασκαλία της μουσικής, αποποιούμενος στο μεταξύ τις εξαιρετικά ευνοϊκές προτάσεις για να αναλάβει τη διεύθυνση τόσο του Ωδείου "Σαν Σεμπαστιάν" της Νεάπολης (1835) όσο και της "Μουσικής Σχολής" του Μιλάνου (1837).
Επ' αυτού, διασώζεται επιστολή που του απηύθυνε ο καθηγητής του Τσινγκαρέλλι στις 12.7.1835 (Σπ. Μοτσενίγος: "ΝεοελληνικήΜουσική", σ. 102): "Oh quale conforto sarebbe per me poterla rivedere prima di morire! Venga dunque e presto e si assicuri che la sua venuta prolungherebbe ancora la mia vita. Si affretti dunque a venire, perch`e non trovo altro che lei che possa succedermi e quindi a Lei soltanto prima di morire vorrei affidare la bella Scuola di Napoli, poich`e ogni altro non farebbe che quastarmela…", δηλαδή: "Ω, τίπαρηγοριάθαήτανγιαμένα, ανμπορούσανασεξαναδώπρινπεθάνω! Έλα λοιπόν και γρήγορα. Βεβαιώσου ότι η έλευσή σου θα παρέτεινε τη ζωή μου. Πρέπει να βιαστείς να έλθεις, γιατί δεν βρίσκω άλλον που να μπορεί να με διαδεχτεί και μόνο σε σένα θα ήθελα να εμπιστευτώ πριν πεθάνω την ωραία Σχολή της Νεάπολης, γιατί ο οποιοσδήποτε άλλος θα την διέφθειρε…".Ο Μάντζαρος όμως είχε αποφασίσει να παραμείνει στην Κέρκυρα και να στρατευτεί στην Παιδεία της πατρίδας του… και σχολιάζει ο Σπ. Δε-Βιάζης ("Περιοδικό "Απόλλων", 61-62, 1890): "Βεβαίως σπάνιοι εἶναι, πρὸ πάντων παρ΄ἡμῖν, οι μεγάθυμοι ἄνθρωποι, οἵτινες, χάριν μιᾶς ἰερᾶς ἰδέας, να θυσιάζωσι τὸ λαμπρὸν μέλλον, νὰ περιφρονῶσι τὰς τιμὰς καὶ τὰ πλούτη. Ἡ ἱδέα ὅμως αὕτη ἀπηθανάτισε τον Μάντζαρον καὶ κατέστησεν αὐτὸν ἄξιον τῆς αἰωνίας εὐγνωμοσύνης τῆς πατρίδος αὐτοῦ ".
Υπήρξε επίτιμος ισόβιος πρόεδρός του μουσικού τμήματος της "Φιλαρμονικής Εταιρίας" Κέρκυρας, από την ίδρυσή της στην οποία έπαιξε αποφασιστικό ρόλο (1840). Για να μπορέσει να υπάρξει η πρώτη Φιλαρμονική, ο Μάντζαρος δίδασκε νυχθημερόν και δωρεάν` κι όχι μόνο αυτό, αλλά πλήρωνε και από την τσέπη του τους διάφορους καταστηματάρχες, για να εξασφαλίζει άδειες σε ταλαντούχους παραγιούς, ώστε να μπορούν να εξασκούνται στα διάφορα μουσικά όργανα!… Δίδασκε επίσης δωρεάν όλα τα θεωρητικά της μουσικής σε όποιον το επιθυμούσε και μάλιστα δημοσίευε στον επτανησιακό Τύπο και αγγελίες προς τούτο!…Έτσι κατάφερε να μορφώσει ολόκληρη γενιά λαμπρών μουσικών, μεταξύ των οποίων και τους (αλφαβητικά): Δ. Αγαθίδη, Λεωνίδα Αλβάνα, Νικόλαο Αυγερινό, Έλενα Βερσάλοβικ, Αλέξανδρο Βλάχο, Γρηγόριο Γεώργεβιτς, Δημήτριο Α. Διγενή, Φραγκίσκο – Λαμπρινό Δομενεγίνη, Ιωσήφ Καίσαρη, Σπυρίδωνα Καίσαρη, Κων/νο Kάντζη, Αντώνιο Καπνίση, Φραγκίσκο Καραβάνα, Ιωάννη Καρατζά, Παύλο Καρρέρ, Σωσάννη Νεράντζη-Κλάδου, Εδουάρδο Λαμπελέτ, Γεώργιο Λαμπίρη, Αντώνιο Λιβεράλη, Iωσήφ Λιβεράλη, Παναγιώτη Λομβάρδο, Σπυρίδωνα Ξύνδα, Ραφαήλ Παριζίνη, Δομένικο Παδοβάνη ή Παδοβά, Στυλιανό Προσαλέντη – Δόρια, Φρειδερίκο Στήβενς,κ.α. κι έτσι στήθηκε εν πολλοίς το "Επτανησιακό μουσικό θαύμα"… Σχετικά, οι πηγές αναφέρουν τα εξής: "Καίτοι πλουσιώτατος, ἀπέθανεν ὅμως πτωχός καὶ εἰς τὰ τέκνα του ἀφῆκε μόνον δόξαν ἀθάνατον. Ἑδίδασκε ἀμισθὶ καὶ ἐθεώρει ἁμάρτημα ἄν ἐλάμβανε μισθόν, καίτοι εὑρίσκετο εἰς χρηματικὰς δυσχερείας" (Ιππότης γαρ…). Η παροιμιώδης γενναιοδωρία και ανεξικακία του όμως του δημιουργούσε κι άλλου τύπου δυσχέρειες: αναφέρεται ότι το 1843, ενώ απουσίαζε στη Νεάπολη, πλήθος έργων του καθώς και μεγάλο μέρος της αλληλογραφίας του πουλήθηκε από κάποιον υπηρέτη του ως άχρηστο χαρτί (!!). Το κύρος του όμως ήταν τόσο μεγάλο, ώστε: "οἱ ἐκλεκτότεροι τῶν μουσικῶν τῆς Ἰταλίας ἐπεζήτουν τὴν φιλίαν του καὶ διετήρουν ἀλληλογραφίαν μετ' αὐτοῦ. Ἀξιόλογοι μουσικοσυνθέται τοῦ ὑπέβαλλον τὰ ἔργα των καὶ ἐζήτουν τὴν ὑψηλήν του κρίσιν".
Συνδέθηκε στενά με τον Δ. Σολωμό (που άλλωστε υπήρξε μόνιμος ακροατής των μουσικών τουπαραδόσεων) και μελοποίησε πολλά ποιήματά του ("Φαρμακωμένη", "Αυγούλα", "Ξανθούλα", "Ευρυκόμη", "Φωνούλα με πίκρα με κράζει", τις 2 πρώτες στροφές από την "Ωδήν εις τον Μπάυρον", "Εις μοναχήν", "Ο Λάμπρος" [Αποσπάσματα], "Άκου έν όνειρον, ψυχή μου", "Στην κορφή της θάλασσας": 3 μελοποιήσεις, "Επίγραμμα στη Φραγκίσκα Φραίζερ", "Το όνειρο", "Ας χαρούμε της φύσης τα δώρα", κ.λπ.) και ολόκληρο τον "Ύμνον εις την Ελευθερίαν". Άλλοι επώνυμοι τακτικοί θαμώνες στο "σαλόνι" του ήταν οι: Μαρκοράς, Πολυλάς, Τυπάλδος, Τομμαζέο, Λούντζης, Μουστοξύδης, Δε Βιάζης Αρμένης Βράιλας, κ.ά. Το 1845, η αθηναϊκή "Εταιρεία των Ωραίων Τεχνών" (με πρόεδρο τη βασίλισσα Αμαλία) τον ανακήρυξε αντεπιστέλλον μέλος της και στις 28.6.1855, η Ιόνιος Βουλή του απένειμε ισόβια σύνταξη (78 λίρες στερλίνες). Μετά την Ένωση των Ιονίων Νήσων στις 14.6.1865, τιμήθηκε με το Χρυσό Σταυρό του Σωτήρος. Όταν τον κεραυνοβόλησε η Μοίρα, βρισκόταν ακόμα στις δημιουργικές και εκπαιδευτικές «επάλξεις». Ας δούμε πώς περιγράφει το τέλος του ο εκ των μαθητών του λόγιος Σ. Δε Βιάζης: «Ἦτο ἡ 29η Μαρτίου τοῦ έτους 1872 ημέρα Παρασκευή. Την ημέραν εκείνην δεν υπήγον την πρωϊαν περί την εννάτην να κάμω το μάθημά μου. Τα απόγευμα περί την τρίτην εσκέφθην να μεταβώ να εύρω τον διδάσκαλόν μου και να δικαιολογήσω κάπως την απουσίαν μου. Εὕρον αὐτὸν γράφοντα μουσικήν. «-Διατὶ δὲν ἦρθες τὸ πρωϊ;». «-Διότι ἱππότα (πάντες ὠνόμαζον αὐτὸν <ἱππότα>, μάλιστα <καβαλιέρη>) είχον κἅτι ἐργασίαν». «-Καλά, άνοιξε τὸ κλειδικύμβαλον καὶ άς ἀκούσω τὸ μάθημά σου». Ἐκάθησα ἐνώπιον τοῦ κλειδοκυμβάλου ήνοιξα τὴν μέθοδον τοῦ Hertz καὶ ήρχισα τὴν ἐπανάληψιν παλαιῶν μαθημάτων. Μετὰ λεπτὰ μοὶ πλησιάζει καὶ μοὶ λέγει νὰ παίξω τὸ νέον μάθημα. Τὸ νέον μάθημα ήτο διῳδία του <Τροβατόρε>. Μετὰ τὸ τέλος μοὶ είπε` «Καλὰ αύριον να παίξῃς καὶ θὰ σοι εύρω τι καλλότερον. Άς ακούσωμεν τὸ μάθημα τῆς ἁρμονίας. Ἠγέρθην, ἐπλησίασα τὸν μαυροπίνακα καὶ ἠρχίσαμεν τὴν θεωρίαν τῶν accordi di settima diminutiva (συγχορδίες εβδόμης ελαττωμένης) όταν αίφνης προσεβλήθη ὐπὸ δυνατοῦ βηχὸς, καὶ ἐγένετο ἀναίσθητος. Τρέχω διὰ τὴν σύζυγὸν του εἰς τὸ πλησίον δωμάτιον. Προφθαίνει ἡ κόρη του Ἐλισάβετ. Ὁ Μάντζαρος είχε χάσει καὶ τὸν λόγον! Τρέχω διὰ τὸν ἰατρὸν, ὅστις μόλις έφθασεν ἐλυπήθη ἰδὼν αὐτὸν εἰς τοιαύτην ἀξιολύπητον κατάστασιν. Ὅτε προσεβλήθη ὐπὸ τῆς ἁποπληξίας ἧσαν 3. 30 . ΄Εμεινε κλινήρης , άλαλος, ἀλλὰ σχεδὸν πάντοτε μὲ τὰς αἰσθήσεις του μέχρι τῆς 12ης τοῦ Ἀπριλίου, ὅτε περὶ τὴν 3.30 τῆς πρωϊας παρέδωκε τὸ πνεῦμα εἰς τὸν Κύριον. Ἡ κηδεία αὐτοῦ μεγαλοπρεπεστάτη ἐγένετο τὴν ἐπιοῦσαν ἡμέραν Σαββάτου περὶ τὴν 4ην μ.μ.».
Το Έργο του
Ως μουσικοδιδάσκαλος έγραψε για χάρη των μαθητών του πλήθος θεωρητικών συγγραμμάτων, ορισμένα από τα οποία σώζονται στο Αρχείο Γκέλη ("Υπόμνημα περί της αρχαίας μουσικής και της προόδου της νεωτέρας τέχνης", "Πραγματεία της μουσικής", "Πρακτική σπουδή αρμονίας": 4 βιβλία και συμπλήρωμα, "Πρακτική σπουδή αντίστιξης", "Περί πτώσεων ή Λεξικό των μετατροπιών": 4 μεγάλοι τόμοι με πίνακες, κ.λπ.).
Στο προαναφερμένο βιβλίο της "αντίστιξης", ο Γ. Λεωτσάκος(Μουσικολόγος, ιστορικός της έντεχνης Νεοελληνικής Μουσικής και μουσικοκριτικός) ανακάλυψε, δύο "8φωνες φούγκες" σε ιταλικά κείμενα ("μοναδικές ίσως στη Νεοελληνική Μουσική"): "Ω, εξαίσια αριθμοί" ("O numeri splendi") και "Σκορπίστε ολόγυρα" ("Spargete d' intorno").
Επίσης έγραψε το (κατά Ντίνο Κονόμο) εξαιρετικό πόνημα "Σημειώσεις για τον κόμη Σολωμό" ("Cenni sul conte Solomos", 31.12.1848).
Ενδιαφέρθηκε επίσης για τη δημοτική μουσική (συγκέντρωσε τραγούδια από την Κέρκυρα και την Ήπειρο). Η 4φωνη Λειτουργία του (που γράφτηκε το 1834 για χρήση της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας) εκτελέστηκε για πρώτη φορά τη Κυριακή της Πεντηκοστής του ίδιου έτους.
Κατά τον Φοίβο Ανωγειανάκη,ο Μάντζαρος έγραψε 2 ακόμα Λειτουργίες για την Καθολική Εκκλησία.
Εκτός αυτών, συνέθεσε μεγάλο αριθμό ποικίλων έργων (που δυστυχώς σώζεται μόνο τμήμα τους). Πιθανόν την όπερα "Μαστιγοφόρος Αίας" και ορισμένα άλλα σκηνικά έργα. Όπως περιγράφει ο Μουσικολόγος, ιστορικός της έντεχνης Νεοελληνικής Μουσικής και μουσικοκριτικός Γ. Λεωτσάκος στο "Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό" Εκδοτικής Αθηνών: […"Τα εντοπίσαμε στο Αρχείο Μάντζαρου της κ. Φρόσως Γκέλη, τρισεγγονής του συνθέτη: 9 εκτενή έργα για φωνή ή φωνές και ορχήστρα (καντάτες, σκηνές και άριες με ρετσιτατίβα, βοκαλισμούς κ.λπ. στα πρότυπα του 18ου αι.), σε ιταλικά κείμενα αγνώστων, παιγμένα τα περισσότερα στο κερκυραϊκό θέατρο San Giacomo από Ιταλούς. Τα έξι είναι χρονολογημένα, πράγμα σπανιότατο στον μεταγενέστερο Μάντζαρο. Είναι τα εξής:
1) Η αρχαιότερη σωζόμενη ελληνική όπερα, το μονόπρακτο "Ντον Κρεπούσκολο" (Don Crepuscolo, 1815).
2) Σκηνική και άρια "Είμαι ανήσυχος και ταραγμένος" (Sono in quieto ed agitato, 1815) με ήρωα τον Σκιπίωνα.
3) Άρια με ρετσιτατίβο "Τερπνή και ωραία ελπίδα" (Bella Speme lusinghera), παίχτηκε στα μέσα του 1815.
4) Άρια "Σαν αγγελάκι που ψάλλει" (Come angelin che canta, 1815).
5) Ντουέτο (σοπράνο, τενόρος) "Ναι, σε πιστεύω, αγαπημένε" (Si, ti credo amato bene) και
6) Καντάτα για μια φωνή "Η Αυγή" (L' Aurora), αφιερωμένη στον πατέρα του συνθέτη: ερμηνεύτηκαν στο θέατρο το 1818.
7) Καντάτα σε τρία μέρη για γυναικεία (Ναυσικά) και αντρική (Οδυσσέας) φωνή "Ο Οδυσσέας στα Ηλύσια" (Ulisse agli Elisi, 1820).
Εξίσου σημαντικά αχρονολόγητα έργα του είναι, η "Άρια τραγουδημένη από τη σκιά του Πάτροκλου στο όνειρο του Αχιλλέα (Aria cantata dall' ombra di Patroclo nel sogno di Achille) και η Καντάτα με χορωδία (Cantata con cori). "Mία Ελληνική άρια" (Aria Greca) χωρίς όνομα συνθέτη ίσως σχετίζεται με τους 16 "Ελληνικούς σκοπούς" (1830, χαμένους). Σημείωμα του συνθέτη στο χειρόγραφο μιας "Ανακρεόντειας καντσονέτας" (μετάφραση Βιττορέλλι, πρόσθετες στροφές Μαντζάρου) αναφέρει ότι εκτελέστηκε στις 16.8.1823 στο μέγαρο Ναπολιτάνου μεγιστάνα».
Άλλα φωνητικά έργα του Μάντζαρου: "Δοξολογία" ("Te deum") για την άφιξη του καθολικού επισκόπου Νοστράνο (1830, για 4φωνη χορωδία, χαμένο), "Εορτασμοί για τις κρήνες" ("Feste delle fontane", αφιερωμένο στον Αρμοστή sir Frederick Adam, όταν η πόλη της Κέρκυρας απέκτησε πόσιμο νερό, Μάιος 1831, σε κείμενο Πάολο ντα Κόστα, χαμένο), "Η άφιξις του Οδυσσέως εις την νήσον των Φαιάκων" (1832, σε ποίηση Δ. Αρλιώτη, χαμένο), "Χορικά για την Επιείκεια του Τίτου" (τέλη 1832, σε κείμενο του Μεταστάζιο, χαμένο), "Τραγούδι του Κάλιμπαν" και φωνητικό κουαρτέτο (από την "Τρικυμία" του Σαίξπηρ), "Ψαλμοί του Δαυΐδ" (χαμένο), "Τροπάριο της Κασσιανής" (αχρονολόγητο), "Θρήνοι του Ιερεμία" (χαμένο), "Σκοπός" (1861, σε ποίηση Αχ. Παράσχου, Αρχείο Γκέλη), "Ύμνος" (1863, σε κείμενο Π. Κουαρτάνου, για τους γάμους του πρίγκιπα της Ουαλλίας. Εκτελέστηκε στη βρετανική Αυλή), "12 Φούγκες 4φωνες" (1826, αφιερωμένες στον Τσινγκαρέλλι). "Άνθη" (33 ποιήματα, του Γ. Κανδιάνου-Ρώμα, έκδοση 1853, αφιερωμένα στον Σολωμό), "5 τραγούδια" (σε ποίηση αγνώστων), "2 Ωδές του Πετράρχη" ("Chiare, fresche e dolci, acque", "Άνθια, θυμούμαι επέφτανε απ' τα κλωνάρια πλήθος"), Πετράρχη "Σονέτο ΧΧΧIV" (για 4 φωνές και πιάνο. Το ίδιο σονέτο υπάρχει για φωνή και πιάνο, συνολικά σε 9 διαφορετικές μελοποιήσεις!…), "3 Σονέτα του Πετράρχη" (εκτός του προηγούμενου: "Jevomini", "Στη βρύση της Βαλιακιούζα", "Pensieri musicali"), "Καβατίνα της νεαράς νύμφης", το δημοσιευμένο στη "Μουσική" (Σεπτέμβριος 1912) δίφωνο σε βυζ. μουσική "Καλώς ηύραμεν αλλήλους", διάφορα άλλα τραγούδια (αναφέρονται μελοποιήσεις ποιημάτων των Ρεγκάλντ, Πολιτσιάνο, Τομμαζέο, κ.ά). Eπίσης έργα για πιάνο: "2 Πρελούντια" (σε λα ύφ. μείζ. και λα μείζ.), "Μαζούρκες", "Marcia Turca", "Οφηλία", "6 Βαλς" ("Το μπουκέτο", "Η ελπίδα και ο έρωτας", "Il Carattere", "Il Brio", "Gioja", "Walzer"), "Ρομάντσα σε λα μείζ." (για τρομπέτα σε μι και πιάνο). Τέλος, έργα για ορχήστρα: "Χοροί" (1832), "Οδοιπορικόν εμβατήριον" (1832), "Εμβατήριον του Βασιλέως των Ελλήνων" (για Μπάντα), "24 Συμφωνίες" [δηλαδή, ιταλικές εισαγωγές, από τις οποίες σώζονται σε μεταγραφή για πιάνο οι 17: 2 σε post mortem έκδοση του Τζ. Βεντουρίνι (Φλωρεντία-Ρώμη) και 15 χειρόγραφες στην Εθνική Βιβλιοθήκη. Γράφτηκαν μετά το 1832 και ο Γ. Λεωτσάκος θεωρεί ως πιθανά τους πρότυπα τις 57 "Συμφωνίες" σε ένα Μέρος (περ. 1815-35) του Τσινγκαρέλλι. Ορισμένες από αυτές τις "Συμφωνίες" κυκλοφορούν σε δίσκο της Εταιρίας "Motivo", ενορχηστρωμένες για πνευστά από τον Κων/νο Σαμοϊλη και παιγμένες εξαιρετικά από το Συγκρότημα "Νικόλαος Μάντζαρος"].
Στο διαδίκτυο επίσης παρέχεται η δυνατότητα ακρόασης ολοκλήρων ή τμημάτων έργων του Ν. Μάντζαρου όπως:
Ο Ύμνος εις την ελευθερίαν (ολόκληρος)
http://www.youtube.com/watch?v=aYdIzTnjRnY
Partimenti for String Quartet – Book V, Fugue No.1 – Fugue (1851)
http://www.youtube.com/watch?v=gcRe2t8eyqs
Επίλογος
Συνοψίζοντας, οφείλουμε να τονίσουμε ότι ο ιππότης Νικόλαος Χαλικιόπουλος–Μάντζαρος, ο υπέροχος αυτός ευπατρίδης καλλιτέχνης, του οποίου το σπίτι «ἦτο, ἐπὶ ἣμισυ περίπου αἰῶνα, μουσικὸν ἐκπαιδευτήριον, οὗ ἡ εἴσοδος ἦτο ἀείποτε ἐλευθέρα εἰς τὰ τέκνα πάντων. Τὰ τέκνα του πενεστέρου εἶχον τὰ αὐτά δικαιώματα τῶν τέκνων τοῦ κόμητος, τοῦ εὐπατρίδου καὶ τοῦ εὐπόρου» (Δε-Βιάζης, Περιοδικό «Απόλλων» Ιανουάριος-Φεβρουάριος 1890) κατέχει επάξια όχι μόνο τον τίτλο, αλλά κυρίως την ουσία του όρου "Εθνικός συνθέτης των Ελλήνων".