12ο Δημοτικό Σχολείο Κορυδαλλού

12ο Δημοτικό Σχολείο Κορυδαλλού

Αρχεία για Νοέμβριος, 2017


ΣΗΜΑΝΤΙΚΕΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΕΣ ΤΟΥ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ

2 Δεκεμβρίου, Παγκόσμια Ημέρα για την Εξάλειψη της Δουλείας

Σχετική εικόνα

Η 2η Δεκεμβρίου καθιερώθηκε ως Παγκόσμια Ημέρα για την Εξάλειψη της Δουλείας το 1949 από τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ.

Παρά τους αγώνες αιώνων, η δουλεία δεν έχει εξαλειφθεί εντελώς στον κόσμο μας. Μορφές της δουλείας είναι η καταναγκαστική εργασία, η παιδική εργασία, το εμπόριο λευκής σαρκός και η διακίνηση των λαθρομεταναστών.

3 Δεκεμβρίου, Παγκόσμια Ημέρα Ατόμων με Αναπηρία

Σχετική εικόνα

Η Παγκόσμια Ημέρα Ατόμων με Αναπηρία (InternationalDayofPersonswithDisabilities) καθιερώθηκε το 1992 με απόφαση της γενικής συνέλευσης του ΟΗΕ και τιμάται κάθε χρόνο στις 3 Δεκεμβρίου.

Η επιλογή της ημερομηνίας αυτής συνδέεται με την υιοθέτηση, από τον διεθνή οργανισμό, στις 3 Δεκεμβρίου 1982, του προγράμματος δράσης για τα ΑΜΕΑ, το οποίο οδήγησε στην υπογραφή της διεθνούς Σύμβασης για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία στις 30 Μαρτίου 2007 (Η Κύπρος την κύρωσε το 2011 και η Ελλάδα το 2012).

Η Ημέρα αυτή δίνει την ευκαιρία στις κυβερνήσεις, στους οργανισμούς και στις κοινωνίες να εστιάσουν την προσοχή τους στα δικαιώματα και τις δυνατότητες των ανθρώπων με αναπηρία.

Σύμφωνα με στοιχεία του ΟΗΕ (2014), γύρω στο 1 δισεκατομμύριο άνθρωποι σε όλο τον κόσμο πάσχουν από κάποιας μορφής αναπηρία, το 80% των οποίων ζει στις αναπτυσσόμενες χώρες.

 

9 Δεκεμβρίου, Διεθνής Ημέρα Μνήμης και Αξιοπρέπειας για τα Θύματα του Εγκλήματος της Γενοκτονίας και της Πρόληψης αυτού του Εγκλήματος

Τον Σεπτέμβριο του 2015 η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ καθιέρωσε την 9η Δεκεμβρίου κάθε έτους ως Παγκόσμια Ημέρα Μνήμης και Αξιοπρέπειας για τα Θύματα του Εγκλήματος της Γενοκτονίας και της Πρόληψης αυτού του Εγκλήματος (InternationalDayofCommemorationandDignityoftheVictimsoftheCrimeofGenocideandofthePreventionofthisCrime).

Η επιλογή της ημερομηνίας αυτής οφείλεται στο γεγονός ότι στις 9 Δεκεμβρίου 1948 υιοθετήθηκε από τον ΟΗΕ η Σύμβαση για την Πρόληψη και την Καταστολή του εγκλήματος της Γενοκτονίας, με αφορμή το Εβραϊκό Ολοκαύτωμα στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο . Η Ελλάδα κύρωσε τη σύμβαση και την ενέταξε στο εσωτερικό της δίκαιο με το Ν.Δ. 3091 της 6/12 Οκτωβρίου 1954 (ΦΕΚ Α’ 250).

Σκοπός της Ημέρας είναι να ενημερώσει το παγκόσμιο κοινό για το νομοθέτημα αυτό και το ρόλο που έχει παίξει στην καταπολέμηση και την πρόληψη του εγκλήματος της γενοκτονίας και της απόδοσης τιμών στα θύματά της.

Γενοκτονία, σύμφωνα με τον ΟΗΕ, νοείται οιαδήποτε εκ των κατωτέρω πράξεων, ενεργουμένη με την πρόθεσιν ολικής ή μερικής καταστροφής ομάδος, εθνικής, εθνολογικής, φυλετικής ή θρησκευτικής, ως τοιαύτης:
α) Φόνος των μελών της ομάδος.
β) Σοβαρά βλάβη της σωματικής ή διανοητικής ακεραιότητος των μελών της ομάδος.
γ) Εκ προθέσεως υποβολή της ομάδος εις συνθήκας διαβιώσεως δυναμένας να επιφέρωσιν την πλήρη ή την μερικήν σωματικήν καταστροφήν αυτής.
δ) Μέτρα αποβλέποντα εις την παρεμπόδισιν των γεννήσεως εις τους κόλπους ωρισμένης ομάδος.
ε) Αναγκαστική μεταφορά παίδων μιας ομάδος εις ετέραν ομάδα.

Ο όρος «γενοκτονία» (genocide στα αγγλικά) πλάστηκε το 1944 από τον πολωνοεβραίο νομικό Ράφαελ Λέμκιν, από τις λέξεις geno (γένος στα ελληνικά) και caedere (σκοτώνω στα λατινικά) και σήμερα αποτελεί ένα καθιερωμενο όρο του Διεθνούς Δικαίου και των Διεθνών Σχέσεων.

10 Δεκεμβρίου, Παγκόσμια Ημέρα Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων

Αποτέλεσμα εικόνας για ελινορ ρουσβελτ ΔΙΑΚΥΡΗΞΗ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑς

Η Έλινορ Ρούσβελτ με μία αφίσα της Οικουμενικής Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου

Η Παγκόσμια Ημέρα Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων γιορτάζεται κάθε χρόνο στις 10 Δεκεμβρίου, σε ανάμνηση της υπογραφής της Παγκόσμιας Διακήρυξης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων από τη γενική συνέλευση του ΟΗΕ στις 10 Δεκεμβρίου 1948. Όραμα των εμπνευστών της, ένας κόσμος με δικαιώματα και ελευθερίες χωρίς διακρίσεις.

Η ιστορία της Οικουμενικής Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου

Η Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, που υιοθετήθηκε από τη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών στις 10 Δεκεμβρίου του 1948, ήταν το αποτέλεσμα των συνεπειών του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.  Με τη λήξη  του  πολέμου και τη δημιουργία των Ηνωμένων Εθνών, η διεθνής κοινότητα ορκίστηκε να μην ξανασυμβούν ποτέ στο μέλλον οι αγριότητες και η κτηνωδία  που προκάλεσε αυτός ο φονικός πόλεμος (60 εκατομμύρια άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους  – 20 εκατ. στρατιώτες και 40 εκατ. άμαχοι).  Οι ηγέτες του κόσμου αποφάσισαν να συμπληρώσουν τον  Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών με ένα οδικό χάρτη που θα εγγυάται τα δικαιώματα για όλους τους ανθρώπους παντού στον κόσμο.  Το κείμενο που είχαν κατά νου, και το οποίο αργότερα αποτέλεσε την Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ήρθε στην πρώτη συνεδρίαση της Γενικής Συνέλευσης το 1946.  Η Γενική Συνέλευση επανεξέτασε το προσχέδιο και  το παρέπεμψε  στο Οικονομικό και Κοινωνικό Συμβούλιο, το οποίο εξουσιοδότησε την Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων να συντάξει και να επεξεργαστεί έναν κατάλογο δικαιωμάτων. Το κύριο μέλημα της επιτροπής ήταν να ξεκαθαρίσει ποια δικαιώματα θα αναφέρονταν και τη νομική φύση του εγγράφου που θα προέκυπτε.   Η Επιτροπή, στην πρώτη της συνεδρίαση στις αρχές του 1947, εξουσιοδότησε τα μέλη  της να συντάξουν «ένα προσχέδιο της Διεθνούς Λίστας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων». Αργότερα την εργασία ανέλαβε μια συντακτική επιτροπή που την απάρτιζαν μέλη της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων από 9 χώρες, που είχαν επιλεγεί με γεωγραφικά κριτήρια. Επικεφαλής της  Επιτροπής ήταν η Ελεάνορ Ρούσβελτ, χήρα του προέδρου των ΗΠΑ Φραγκλίνου Ρούσβελτ. Το τελικό κείμενο ολοκληρώθηκε σε λιγότερο από δύο χρόνια.  Στις 10 Δεκεμβρίου 1948 η Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου υιοθετείται από τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ,  με ψήφους 48 υπέρ, 0 κατά και 8 αποχές (όλο το σοβιετικό μπλοκ κρατών, η Νότια Αφρική και η Σαουδική Αραβία). Είναι σημαντικό ότι καμία από τις χώρες που αντιπροσωπεύονταν στην Γενική Συνέλευση δεν ψήφισε ενάντια στη Διακήρυξη και ότι ακόμη και αυτές που απείχαν από την τελική ψηφοφορία, είχαν συμμετάσχει και συνεργαστεί στις ενδιάμεσες διαδικασίες σύνταξης. Σε μια εποχή όπου κόσμος είχε χωριστεί στο Δυτικό και Ανατολικό μπλοκ, το να βρεθεί ένας κοινός τόπος επί της  ουσίας του κειμένου αποδεικνύει ότι ήταν ένα τεράστιο επίτευγμα.

Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου

Προοίμιο

Επειδή η αναγνώριση της σύμφυτης αξιοπρέπειας καθώς και των ίσων και αναπαλλοτρίωτων δικαιωμάτων όλων των μελών της ανθρώπινης οικογένειας αποτελεί το θεμέλιο της ελευθερίας, της δικαιοσύνης και της ειρήνης στον κόσμο. Επειδή η παραγνώριση και η περιφρόνηση των δικαιωμάτων του ανθρώπου οδήγησαν σε πράξεις βαρβαρότητας που εξεγείρουν την ανθρώπινη συνείδηση, και η προοπτική ενός κόσμου όπου οι άνθρωποι θα απολαμβάνουν την ελευθερία του λόγου και της πίστης, λυτρωμένοι από τον τρόμο και την αθλιότητα, έχει διακηρυχθεί ως η πιο υψηλή επιδίωξη του ανθρώπου. Επειδή έχει ουσιαστική σημασία να προστατεύονται τα ανθρώπινα δικαιώματα από ένα καθεστώς δικαίου, ώστε το άτομο να μην αναγκάζεται να προσφεύγει, ως έσχατο καταφύγιο, στην εξέγερση κατά της τυραννίας και της καταπίεσης. Επειδή έχει ουσιαστική σημασία να προωθηθεί η ανάπτυξη φιλικών σχέσεων ανάμεσα στα έθνη. Επειδή οι λαοί των Ηνωμένων Εθνών, με τον Καταστατικό Χάρτη, διακήρυξαν και πάλι την πίστη τους στα θεμελιώδη δικαιώματα του ατόμου, στην αξιοπρέπεια και την αξία της ανθρώπινης προσωπικότητας, στην ισότητα δικαιωμάτων ανδρών και γυναικών, και έδειξαν  πως είναι αποφασισμένοι να προωθήσουν την κοινωνική πρόοδο και καλύτερες συνθήκες ζωής στο πλαίσιο μιας ευρύτερης ελευθερίας. Επειδή τα κράτη μέλη ανέλαβαν την υποχρέωση να εξασφαλίσουν, σε συνεργασία με τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, τον αποτελεσματικότερο σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών σε όλο τον κόσμο. Επειδή η ταυτότητα αντιλήψεων ως προς τα δικαιώματα και τις ελευθερίες αυτές έχει εξαιρετική σημασία για να εκπληρωθεί πέρα ως πέρα αυτή η υποχρέωση. Η Γενική Συνέλευση ανακηρύσσει την παρούσα Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ως κοινό ιδανικό στο οποίο πρέπει να κατατείνουν όλοι οι λαοί και όλα τα έθνη, έτσι ώστε κάθε άτομο και κάθε όργανο της κοινωνίας, με τη διακήρυξη αυτή διαρκώς στη σκέψη, να προσπαθεί, με τη διδασκαλία και την παιδεία, να αναπτύξει τον σεβασμό αυτών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών, και με προοδευτικά μέτρα, εθνικά και διεθνή, να εξασφαλίσει την παγκόσμια και αποτελεσματική εφαρμογή τους, τόσο ανάμεσα στους λαούς των ίδιων των κρατών μελών όσο και ανάμεσα στους ανθρώπους περιοχών που βρίσκονται στη δικαιοδοσία τους.

Άρθρο 1

Όλοι οι άνθρωποι γεννιούνται ελεύθεροι και ίσοι στην αξιοπρέπεια και τα δικαιώματα. Είναι προικισμένοι με λογική και συνείδηση και οφείλουν να συμπεριφέρονται μεταξύ τους με πνεύμα αδελφοσύνης.

 

Άρθρο 2

Κάθε άνθρωπος είναι υποκείμενο όλων των δικαιωμάτων και ελευθεριών που αναφέρονται στην παρούσα Διακήρυξη, χωρίς καμιά απολύτως διάκριση, όπως το φύλο, η γλώσσα, η θρησκεία, οι πολιτικές ή άλλες πεποιθήσεις, η εθνική ή κοινωνική καταγωγή, η περιουσία, η γέννηση ή οποιαδήποτε άλλη κατάσταση. Επίσης δεν είναι επιτρεπτό να γίνεται καμία διάκριση λόγω του πολιτικού, νομικού ή διεθνούς καθεστώτος της χώρας από την οποία προέρχεται κανείς, είτε πρόκειται για χώρα ή εδαφική περιοχή ανεξάρτητη, είτε για χώρα μη ανεξάρτητη, υπό εποπτεία ή υπό οποιονδήποτε άλλο περιορισμό κυριαρχίας.

 

Άρθρο 3

Κάθε άτομο έχει δικαίωμα στη ζωή, την ελευθερία και την προσωπική του ασφάλεια.

 

Άρθρο 4

Κανείς δεν επιτρέπεται να ζει υπό καθεστώς δουλείας ή καταναγκαστικής εργασίας. Η δουλεία και το δουλεμπόριο υπό οποιαδήποτε μορφή απαγορεύονται.

 

Άρθρο 5

Κανείς δεν επιτρέπεται να υποβάλλεται σε βασανιστήρια ή σε σκληρή, απάνθρωπη, ταπεινωτική μεταχείριση ή ποινή.

 

Άρθρο 6

Κάθε άτομο όπου και αν βρίσκεται έχει δικαίωμα να γίνεται σεβαστό από το νόμο.

 

Άρθρο 7

Όλοι είναι ίσοι απέναντι στο νόμο και έχουν εξίσου δικαίωμα στην προστασία του νόμου, χωρίς καμιά απολύτως διάκριση. Όλοι δικαιούνται να προστατευτούν από διακρίσεις που παραβιάζουν την παρούσα Διακήρυξη αλλά και από προκλήσεις τέτοιων διακρίσεων.

 

Άρθρο 8

Κάθε άτομο έχει το δικαίωμα να ασκεί αποτελεσματικά ένδικα μέσα στα αρμόδια εθνικά δικαστήρια κατά πράξεων που παραβιάζουν τα θεμελιώδη δικαιώματα που του αναγνωρίζουν το Σύνταγμα και ο νόμος.

 

Άρθρο 9

Κανείς δεν μπορεί να συλλαμβάνεται, να κρατείται ή να εξορίζεται αυθαίρετα.

 

Άρθρο 10

Κάθε άτομο δικαιούται ισονομία, σε μια δίκαιη και δημόσια δίκη από δικαστήριο ανεξάρτητο και αμερόληπτο, που θα αποφασίσει για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του και για το βάσιμο της κατηγορίας εναντίον του.

 

Άρθρο 11

  1. Όποιος κατηγορείται για ποινικό αδίκημα πρέπει να θεωρείται αθώος, μέχρι να διαπιστωθεί η ενοχή του σύμφωνα με το νόμο, σε δημόσια δίκη κατά την οποία θα έχουν εξασφαλιστεί όλες οι απαραίτητες για την υπεράσπισή του εγγυήσεις.
  2. Κανείς δεν μπορεί να καταδικαστεί για πράξεις ή παραλείψεις οι οποίες κατά το χρόνο που τελέστηκαν δε συνιστούσαν αξιόποινο αδίκημα κατά το εθνικό ή το διεθνές δίκαιο. Ούτε μπορεί να επιβληθεί ποινή βαρύτερη από εκείνη που ίσχυε κατά το χρόνο που τελέστηκε η αξιόποινη πράξη.

 

Άρθρο 12

  1. Κανείς δεν επιτρέπεται να υποστεί αυθαίρετες επεμβάσεις στην ιδιωτική του ζωή, την οικογένεια, την κατοικία ή την αλληλογραφία του, ούτε προσβολές της τιμής και της υπόληψής του.
  2. Κάθε άτομο έχει το δικαίωμα να τον προστατεύουν οι νόμοι από επεμβάσεις και προσβολές αυτού του είδους.

 

Άρθρο 13

  1. Κάθε άτομο έχει το δικαίωμα να κυκλοφορεί ελεύθερα και να εκλέγει τον τόπο διαμονής του στο εσωτερικό ενός κράτους.
  2. Κάθε άτομο έχει το δικαίωμα να εγκαταλείπει οποιαδήποτε χώρα, ακόμη και τη δική του, και να επιστρέφει στη χώρα του.

 

Άρθρο 14

  1. Κάθε άτομο έχει το δικαίωμα λόγω διωγμών να ζητά άσυλο και να του παρέχεται άσυλο σε άλλες χώρες.
  2. Κανείς δεν μπορεί να επικαλεστεί αυτό το δικαίωμα σε περίπτωση δίωξης που δεν εδράζεται σε πολιτικούς λόγους ή για ενέργειες αντίθετες προς τους σκοπούς και τις αρχές των Ηνωμένων Εθνών.

 

Άρθρο 15

  1. Κάθε άτομο έχει το δικαίωμα σε μια ιθαγένεια.
  2. Κανείς δεν μπορεί να στερηθεί αυθαίρετα την ιθαγένειά του, ούτε το δικαίωμα να αλλάξει ιθαγένεια.

 

Άρθρο 16

  1. Ο άνδρας και η γυναίκα, όταν φθάσουν σε ηλικία γάμου, έχουν το δικαίωμα να παντρεύονται και να δημιουργούν οικογένεια, χωρίς κανέναν περιορισμό λόγω φυλής, εθνικότητας ή θρησκείας.
  2. Και οι δύο έχουν ίσα δικαιώματα ως προς το γάμο, κατά τη διάρκειά του και κατά τη λύση του. Γάμος δεν μπορεί να συναφθεί παρά μόνο με ελεύθερη και πλήρη συναίνεση των μελλόνυμφων.
  3. Η οικογένεια είναι το φυσικό και βασικό κύτταρο της κοινωνίας, και έχει δικαίωμα προστασίας από την κοινωνία και το κράτος.

 

Άρθρο 17

  1. Κάθε άτομο μόνο του ή μαζί με άλλους έχει δικαίωμα στην ιδιοκτησία.
  2. Κανείς δεν μπορεί να στερηθεί αυθαίρετα την ιδιοκτησία του.

 

Άρθρο 18

Κάθε άτομο έχει το δικαίωμα στην ελευθερία της σκέψης, της συνείδησης και της θρησκείας. Το δικαίωμα αυτό περιλαμβάνει την  ελευθερία για αλλαγή θρησκείας ή πίστης, όπως και την ελευθερία, μόνο ή μαζί με άλλους, δημόσια ή ιδιωτικά,  να  εκδηλώνει τη θρησκεία του ή  τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις του με τη διδασκαλία, την πρακτική,  τη λατρεία και με την τέλεση θρησκευτικών τελετών.

 

Άρθρο 19

Κάθε άτομο έχει το δικαίωμα της ελευθερίας της γνώμης και της έκφρασης. Το δικαίωμα αυτό περιλαμβάνει το να εκφράζει τις απόψεις του χωρίς να υφίσταται δυσμενείς συνέπειες καθώς και το να αναζητά, να παίρνει και να διαδίδει πληροφορίες και ιδέες, με οποιοδήποτε μέσο έκφρασης και οπουδήποτε στον κόσμο.

 

Άρθρο 20

  1. Κάθε άτομο έχει το δικαίωμα να συνέρχεται και να συνεταιρίζεται ελεύθερα για ειρηνικούς σκοπούς.
  2. Κανείς δεν μπορεί να εξαναγκαστεί να συμμετέχει σε κάποιο σωματείο.

 

Άρθρο 21

  1. Κάθε άτομο έχει το δικαίωμα να συμμετέχει στη διακυβέρνηση της χώρας του είτε άμεσα, είτε έμμεσα με αντιπροσώπους ελεύθερα εκλεγμένους.
  2. Κάθε άτομο έχει το δικαίωμα να γίνεται δεκτό με ίσους όρους στις δημόσιες υπηρεσίες της χώρας του.
  3. Η λαϊκή θέληση είναι το θεμέλιο της κρατικής εξουσίας. Η θέληση αυτή πρέπει να εκφράζεται με τίμιες εκλογές, οι οποίες πρέπει να διεξάγονται περιοδικά, με καθολική, ισότιμη και μυστική ψηφοφορία ή με αντίστοιχη διαδικασία που να εξασφαλίζει την ελευθερία της εκλογής.

 

Άρθρο 22

Κάθε άτομο ως μέλος του κοινωνικού συνόλου έχει δικαίωμα στην κοινωνική ασφάλιση και δικαιούται, μέσω της εθνικής προσπάθειας και της διεθνούς συνεργασίας και σύμφωνα πάντα με την οργάνωση και τις οικονομικές δυνατότητες κάθε κράτους, να εξασφαλίζει την ικανοποίηση των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτιστικών δικαιωμάτων που είναι απαραίτητα για την αξιοπρέπεια και την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητάς του.

 

Άρθρο 23

  1. Κάθε άτομο έχει το δικαίωμα να εργάζεται και να επιλέγει το επάγγελμά του, να έχει κατάλληλες και ικανοποιητικές συνθήκες εργασίας και να προστατεύεται από την ανεργία.
  2. Όλοι, χωρίς καμιά διάκριση, έχουν δικαίωμα ίσης αμοιβής για ίση εργασία.
  3. Κάθε εργαζόμενος έχει δικαίωμα δίκαιης και ικανοποιητικής αμοιβής, ώστε ο ίδιος και η οικογένειά του να ζουν αξιοπρεπώς, και η οποία συμπληρώνεται, αν είναι απαραίτητο, και με άλλους τρόπους κοινωνικής προστασίας.
  4. Κάθε άτομο έχει το δικαίωμα να ιδρύει μαζί με άλλους συνδικάτα και να συμμετέχει σε συνδικάτα για την υπεράσπιση των συμφερόντων του.

 

Άρθρο 24

Κάθε άτομο έχει το δικαίωμα στην ανάπαυση και στον ελεύθερο χρόνο, όπως και σε λογικό περιορισμό του χρόνου εργασίας καθώς και σε περιοδικές άδειες μετ’ αποδοχών.

 

Άρθρο 25

  1. Κάθε άτομο έχει το δικαίωμα σε ένα βιοτικό επίπεδο ικανό να εξασφαλίσει στο ίδιο και στην οικογένειά του υγεία και ευημερία, ειδικότερα τροφή, ρουχισμό, κατοικία, ιατρική περίθαλψη, απαραίτητες κοινωνικές υπηρεσίες και κοινωνική ασφάλιση. Έχει επίσης δικαίωμα σε ασφάλιση για την ανεργία, την ασθένεια, την αναπηρία, τη χηρεία, τη γεροντική ηλικία, όπως και για όλες τις άλλες περιπτώσεις που στερείται τα μέσα για να συντηρηθεί, εξαιτίας περιστάσεων ανεξάρτητων από τη θέλησή του.
  2. Η μητρότητα και η παιδική ηλικία δικαιούνται ειδική μέριμνα και περίθαλψη. Όλα τα παιδιά, ανεξάρτητα αν έχουν γεννηθεί εντός ή εκτός γάμου, απολαμβάνουν την ίδια κοινωνική προστασία.

 

Άρθρο 26

1.Κάθε άτομο έχει το δικαίωμα στην εκπαίδευση. Η εκπαίδευση πρέπει να παρέχεται δωρεάν τουλάχιστον στη στοιχειώδη και βασική βαθμίδα της. Η στοιχειώδης εκπαίδευση πρέπει να είναι υποχρεωτική. Η τεχνική και επαγγελματική εκπαίδευση πρέπει να εξασφαλίζεται για όλους, ενώ η ανώτατη εκπαίδευση πρέπει να είναι εξίσου προσιτή σε όλους ανάλογα με τις ικανότητές τους.2. Η εκπαίδευση πρέπει να αποβλέπει στην πλήρη ανάπτυξη της προσωπικότητας του ατόμου και στην ενίσχυση του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών. Πρέπει να προάγει την κατανόηση, την ανεκτικότητα και τη φιλία ανάμεσα σε όλα τα έθνη και όλες τις φυλές και τις θρησκευτικές ομάδες, και να προωθεί την ανάπτυξη των δραστηριοτήτων των Ηνωμένων Εθνών για τη διατήρηση της ειρήνης. 3. Οι γονείς έχουν κατά προτεραιότητα το δικαίωμα να επιλέγουν το είδος της παιδείας που θα δοθεί στα παιδιά τους.

 

Άρθρο 27

  1. Κάθε άτομο έχει το δικαίωμα να συμμετέχει ελεύθερα στην πνευματική ζωή της κοινότητας, να απολαμβάνει τις καλές τέχνες και να μοιράζεται την επιστημονική πρόοδο και τα αγαθά της.
  2. Κάθε άτομο έχει το δικαίωμα προστασίας των ηθικών και υλικών αποκτημάτων του που απορρέουν από κάθε είδους επιστημονική, λογοτεχνική ή καλλιτεχνική παραγωγή.

 

Άρθρο 28

Κάθε άτομο έχει το δικαίωμα σε μια κοινωνική, διεθνή τάξη, όπου τα δικαιώματα και οι ελευθερίες που αναφέροντα στην παρούσα Διακήρυξη να μπορούν να υλοποιούνται σε όλη τους την έκταση.

 

Άρθρο 29

  1. Το άτομο έχει υποχρεώσεις απέναντι στην κοινότητα μέσα στο πλαίσιο της οποίας και μόνο είναι δυνατή η ελεύθερη και ολοκληρωμένη ανάπτυξη της προσωπικότητάς του.
  2. Το άτομο κατά την άσκηση των δικαιωμάτων του και την απόλαυση των ελευθεριών του στους μόνους περιορισμούς που πρέπει να υπόκειται είναι αυτοί που ορίζονται από τους νόμους, με αποκλειστικό σκοπό την εξασφάλιση της αναγνώρισης και του σεβασμού των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των άλλων ανθρώπων και της ικανοποίησης των δίκαιων απαιτήσεων της ηθικής, της δημόσιας τάξης και της εν γένει ευημερίας σε μια δημοκρατική κοινωνία. 3. Τα δικαιώματα αυτά και οι ελευθερίες δεν μπορούν σε καμιά περίπτωση να ασκούνται αντίθετα προς τους σκοπούς και τις αρχές των Ηνωμένων Εθνών.

 

Άρθρο 30

Καμιά διάταξη της παρούσας Διακήρυξης δεν μπορεί να ερμηνευτεί ότι παρέχει σε ένα κράτος, σε μια ομάδα ή σε ένα άτομο οποιοδήποτε δικαίωμα να επιδίδεται σε ενέργειες ή να εκτελεί πράξεις που αποβλέπουν στην άρνηση των δικαιωμάτων και των ελευθεριών που εξαγγέλλονται σε αυτήν.

 

 

18 Δεκεμβρίου, Παγκόσμια ημέρα μετανάστη

Η 18η Δεκεμβρίου ανακηρύχθηκε από τα Ηνωμένα Έθνη ως Παγκόσμια Ημέρα Μετανάστη, σε μια προσπάθεια να ενισχυθεί η εκστρατεία του ΟΗΕ για την προστασία του παγκόσμιου μετανάστη.

Την ημερομηνία αυτή το 1990 υιοθετήθηκε από τη γενική συνέλευση του ΟΗΕ η «Διεθνής Συνθήκη για την Προστασία των Δικαιωμάτων όλων των Μεταναστών Εργατών και των μελών των Οικογενειών τους».

Υπολογίζεται ότι το 4% του παγκόσμιου πληθυσμού, γύρω στα 232 εκατομμύρια ψυχές, ζουν εκτός της πατρίδας τους.

 

20 Δεκεμβρίου, Διεθνής Ημέρα Ανθρώπινης Αλληλεγγύης

Η Διεθνής Ημέρα Ανθρώπινης Αλληλεγγύης (InternationalHumanSolidarityDay) καθιερώθηκε με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ το 2005, θεωρώντας ότι η αλληλεγγύη είναι μία από τις θεμελιώδεις και παγκόσμιες αξίες, που θα πρέπει να διέπει τις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων τον 21ο αιώνα. Γιορτάζεται κάθε χρόνο στις 20 Δεκεμβρίου για να τιμηθεί το Παγκόσμιο Ταμείο Αλληλεγγύης, που ιδρύθηκε στις 20 Δεκεμβρίου του 2002 και στοχεύει στην εξάλειψη της φτώχειας στις αναπτυσσόμενες χώρες, μέσω αναπτυξιακών προγραμμάτων.

 

25 Δεκεμβρίου ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ

Ο Πρόγονος του Χριστουγεννιάτικου Δέντρου, η Ειρεσιώνη (από το είρος = έριον, μαλλίον) είναι κλάδος αγριελιάς (κότινος) στολισμένος με γιρλάντες από μαλλί λευκό και κόκκινο και τους πρώτους φθινοπωρινούς καρπούς (σύκα, καρύδια, αμύγδαλα, κάστανα, δημητριακά, κ.λ.π., εκτός του μήλου και του αχλαδιού). Ήταν έκφραση ευχαριστίας για την γονιμότητα του λήξαντος έτους και παράκληση συνεχίσεως της γονιμότητας και ευφορίας και κατά το επόμενο έτος και ήταν αφιερωμένη στην Αθηνά, τον Απόλλωνα και τις Ώρες (Ευνομία, Δίκη, Ειρήνη). Την εβδόμη ημέρα του μηνός Πυανεψιώνος (22 Σεπτεμβρίου – 20 Οκτωβρίου), παιδιά των οποίων και οι δύο γονείς ζούσαν, περιέφεραν την Ειρεσιώνη στους δρόμους της πόλης των Αθηνών τραγουδώντας τις καλένδες (κάλαντα) από σπίτι σε σπίτι, παίρνοντας το φιλοδώρημά τους από τον νοικοκύρη ή την κυρά και όταν έφθαναν στο σπίτι τους κρεμούσαν την Ειρεσιώνη πάνω από την εξώπορτά τους, όπου έμενε εκεί μέχρι την ιδία ημέρα του νέου έτους, οπότε, αφού τοποθετούσαν την νέα, κατέβαζαν την παλιά και την έκαιγαν. Άλλα παιδιά κρεμούσαν την Ειρεσιώνη πάνω από την θύρα του Ιερού του Απόλλωνος. Ένα απόσπασμα από τα κάλαντα : Η Ειρεσιώνη φέρνει κάθε τι καλό, σύκα και αφράτα ψωμάκια που μας τρέφουν και μέλι γλυκό και λάδι απαλό και ξέχειλους κύλικες με καλό κρασί για να μεθύσει και να κοιμηθεί. “Τα κλαδιά των δέντρων τα στόλιζαν με άνθη, ταινίες (κορδέλες), έρια (μαλλιά) και μικράς σφαίρας εκ μετάλλου, που παρίσταναν τους πλανήτας, τον Ήλιον και την Σελήνην.” Ιστορία της λατρείας του Βάκχου. Χ. Ζανμέρ. Εκτός από τα κλαδιά της ελιάς, περιέφεραν επίσης και κλαδιά Δάφνης προς τιμήν του Απόλλωνος στα Θαργήλια, εορτή που ετελείτο την Άνοιξη (27 Απριλίου – 26 Μαΐου), όπου πάλι έκαιγαν την παλιά Ειρεσιώνη και κρεμούσαν την νέα έξω από τις πόρτες τους. Πρόγονος λοιπόν του Χριστουγεννιάτικου δέντρου είναι η Ειρεσιώνη , όπου μέσω αυτής μεταδόθηκε το έθιμο του στολισμένου δέντρου στους βόρειους λαούς από τους Έλληνες ταξιδευτές, οι οποίοι ελλείψεως ελαιοδένδρων, στόλιζαν κλαδιά από τα δέντρα που εφύοντο στον κάθε τόπο. Το έθιμο της Ειρεσιώνης καταδικάστηκε ως ειδωλολατρικό από το θεοκρατικό καθεστώς του Βυζαντίου και απαγορεύτηκε η τέλεσίς του. Αιώνες αργότερα το ίδιο έθιμο επανήλθε με την μορφή Χριστουγεννιάτικου και Πρωτοχρονιάτικου δένδρου από τους Βαυαρούς που συνόδεψαν τον Όθωνα στην Ελλάδα, ως δικό τους Χριστουγεννιάτικο έθιμο. Παρ’ όλα αυτά, το έθιμο της Ειρεσιώνης υπήρχε πάντα στην ιστορική μνήμη των Ελλήνων, γι αυτόν τον λόγο, το Χριστουγεννιάτικο δένδρο υιοθετήθηκε αμέσως. (Πηγές : Λεξικό LIDDEL&SCOTT, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους της ΕΚΔΟΤΙΚΗΣ ΑΘΗΝΩΝ, Φινέα Γιορτές Αρχαίων Ελλήνων, περιοδικό ΙΧΩΡ, Γ. Λεκάκης) Σημείωση : Κότινος = αγριελαία – κοτινάς είναι ο καρπός του κοτίνου. Κότινος ή Ειρεσιώνη – Κλάδος ελαίας στολισμένος με τούφες λευκού ερίου (μαλλιού) που έδιναν ακριβώς την εντύπωση του “βάμβακος”. “Είρια από ξύλου”, “δενδρόμαλλον” Cotton ή coton διεθνώς σημαίνει το βαμβάκι, βαμβακερόν κ.λ.π Στην Γερμανική είναι Baum-Wolle .Δηλαδή “έριον δένδρου”. Ο συνειρμός είναι εκ του Κοτίνου : “είρια από ξύλου

 

Τα κάλαντα

Η λέξη κάλαντα προέρχεται από τη λατινική «calenda», που σημαίνει αρχή του μήνα, τραγουδιόνταν στην αρχή του μήνα, ενώ διαμορφώθηκε από το ελληνικό ρήμα καλώ. Η ιστορία τους συνδέεται με την Αρχαία Ελλάδα. Έχουν βρεθεί αρχαία γραπτά κομμάτια παρόμοια με τα σημερινά κάλαντα (Ειρεσιώνη στην αρχαιότητα). Τα παιδιά της εποχής εκείνης κρατούσαν ομοίωμα καραβιού που παρίστανε τον ερχομό του θεού Διόνυσου. Αλλοτε κρατούσαν κλαδί ελιάς ή δάφνης στολισμένο με καρπούς και άσπρο μαλλί (η λεγόμενη ειρεσιώνη, από το έριο = μαλλί), γύριζαν και τραγουδούσαν και τους έδιναν δώρα. Στις κλωστές έδεναν τις προσφορές των νοικοκύρηδων. Το τραγούδι της Ειρεσιώνης της εποχής του Ομήρου, συναντάμε σήμερα με μικρές παραλλαγές στα κάλαντα της Θράκης: “ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΕΤΟΥΤΟ ΠΟΥ ΗΡΘΑΜΕ ΤΟΥ ΠΛΟΥΣΙΟ ΝΟΙΚΟΚΡΗ Ν’ ΑΝΟΙΞΟΥΝΕ ΟΙ ΠΟΡΤΕΣ ΤΟΥ ΝΑ ΜΠΕΙ Ο ΠΛΟΥΤΟΣ ΜΕΣΑ ΝΑ ΜΠΕΙ Ο ΠΛΟΥΤΟΣ ΚΙ Η ΧΑΡΑ ΚΙ Η ΠΟΘΗΤΗ ΕΙΡΗΝΗ ΚΑΙ ΝΑ ΓΕΜΙΣΟΥΝ ΤΑ ΣΤΑΜΝΙΑ ΜΕΛΙ, ΚΡΑΣΙ ΚΑΙ ΛΑΔΙ ΚΙ Η ΣΚΑΦΗ ΤΟΥ ΖΥΜΩΜΑΤΟΣ ΜΕ ΦΟΥΣΚΩΤΟ ΖΥΜΑΡΙ”.

Μετά, πήρε το έθιμο αυτό και η Ρώμη. Από τον 13ο αιώνα και μετά απέκτησαν σημασία και διαδόθηκαν τα κάλαντα. Στο Βυζάντιο κρατούσαν ραβδιά, ή φανάρια, ή ομοιώματα πλοιαρίων ή και κτιρίων, στολισμένα και τραγουδώντας, συνόδευαν το τραγούδι με κρούση τριγώνου ή τυμπάνου. Σήμερα η βάση, και μάλιστα στους Πόντιους, διασώζεται άθικτη.Τα κάλαντα έχουν τη βάση τους σε παλιά λαϊκά τραγούδια. Πρόκειται για τραγούδια με ευχές για τον νοικοκύρη και τα άλλα μέλη της οικογένειας. Τα κάλαντα είναι μια πράξη τελετουργική, η οποία σύμφωνα με τη λαϊκή αντίληψη έχει ως αποτέλεσμα την ευημερία. Στα παλιά χρόνια τα παιδιά τραγουδούσαν τα κάλαντα το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς και των Φώτων, κρατώντας φαναράκια αναμμένα, άλλα φλογέρα ή φυσαρμόνικα και άλλα πάλι μαζί τραγουδούσαν, σαν σε χορωδία, τα κάλαντα.

 

Κάλαντα ή κόλιεντα ή κόλιαντα ή κόλιντα

Έτσι λέγονται τα τραγούδια που έχουν ως στόχο τους να φέρουν ένα μήνυμα. Τα κάλαντα είναι τραγούδια με στίχους που από τη μια υπενθυμίζουν – αναγγέλλουν-τονίζουν την έλευση είτε κάποιας χαρμόσυνης γιορτής (τη Γέννηση Του Χριστού) είτε κάποιου θλιβερού γεγονότος (Μ. Βδομάδα – Σταύρωση Χριστού) και από την άλλη εκφράζουν ευχές σε φίλο ή γείτονα ή άρχοντα και γενικά σε κάθε νοικοκύρη που επισκέπτονται ή συναντούν εκείνοι που λένε τα κάλαντα (= οι καλαντάρηδες) και τα μέλη της οικογένειάς του ( την «κερά» = η σύζυγος, το γιο, τη θυγατέρα). Το κίνητρο για κείνους που λένε τα κάλαντα είναι να αποκομίσουν είτε την καλούμενη στην Κρήτη «καλή χέρα» (= το φιλοδώρημα) είτε τα καλούμενα στην Κρήτη «καλοχερίδια» (= τα καλούδια» = τα πάσης φύσεως γλυκά ή ακόμη και αγαθά: αυγά, στάρι, λάδι). Για να συγκινήσουν το νοικοκύρη και να δώσει μεγάλα φιλοδωρήματα, οι καλαντάρηδες λένε και πάρα πολλά παινέματα (επαίνους), χαρακτηρισμούς (αφέντη, πρωταφέντη, άρχοντα) τόσο για τον ίδιο όσο και για τα άλλα μέλη της οικογένειάς του και με στίχους που να είναι ποταμός από εικόνες εκπληκτικής ομορφιάς.

 

Έθιμα Χριστουγέννων

 

Το χριστουγεννιάτικο ψωμί – ΕΘΙΜΟ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ

Το φτιάχνουν οι γυναίκες με ιδιαίτερη φροντίδα και υπομονή. Το ζύμωμα είναι μια ιεροτελεστία . Χρησιμοποιούν ακριβά υλικά , ψιλοκοσκινισμένο αλεύρι , ροδόνερο , μέλι, σουσάμι , κανέλα και γαρίφαλα, λέγοντας: “Ο Χριστός γεννιέται, το φως ανεβαίνει, το προζύμι για να γένει.” Πλάθουν το ζυμάρι και παίρνουν τη μισή ζύμη και φτιάχνουν μια κουλούρα. Με την υπόλοιπη φτιάχνουν σταυρό με λουρίδες απ΄ τη ζύμη. Στο κέντρο βάζουν ένα άσπαστο καρύδι. Στην υπόλοιπη επιφάνεια σχεδιάζουν σχήματα με το μαχαίρι ή με το πιρούνι, όπως λουλούδια , φύλλα, καρπούς, πουλάκια. Για το χριστουγεννιάτικο τραπέζι, το Χριστόψωμο είναι ευλογημένο ψωμί. Το κόβουν ανήμερα τα Χριστούγεννα, δίνοντας πολλές ευχές. Απαραίτητος επάνω, χαραγμένος ο σταυρός. Γύρω – γύρω διάφορα, διακοσμητικά σκαλιστά στο ζυμάρι ή πρόσθετα στολίδια. Αυτά τόνιζαν το σκοπό του χριστόψωμου και εξέφραζαν τις διάφορες πεποιθήσεις των πιστών. Την ημέρα του Χριστού, ο νοικοκύρης έπαιρνε το χριστόψωμο, το σταύρωνε, το έκοβε και το μοίραζε σ’ όλη την οικογένειά του και σε όσους παρευρίσκονταν στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι. Μερικοί, εδώ βλέπουν ένα συμβολισμό της Θείας κοινωνίας. ‘Οπως ο Χριστός έδωσε τον άρτον της ζωής σε όλη την ανθρώπινη οικογένειά του. Γύρω από το χριστόψωμο υπάρχουν και άλλες παραδόσεις. Αναφέρονται στην ενότητα της Εκκλησίας και των λαών, με συμβολικό πρότυπο την ένωση των κόκκων του σίτου σ΄ ένα ψωμί. Οι λαοί κάποτε θα ενωθούν μ’ ένα ποιμένα το Χριστό. Από τις προετοιμασίες της παραμονής των Χριστουγέννων πιο χαρακτηριστική είναι εκείνη που αναφέρεται στο ζύμωμα του χριστόψωμου. Κατά τόπους φτιάχνεται σε διάφορες μορφές και έχει διαφορετικές ονομασίες όπως: “το ψωμό του Χριστού”, “Σταυροί”, “βλάχες” κ.ά.” Τα χριστόψωμα, αποτελούν το βασικό ψωμί των Χριστουγέννων και το ευλογημένο, αφού αυτό θα στηρίξει τη ζωή του νοικοκύρη και της οικογένειάς του. Εκτός από το χριστουγεννιάτικο δέντρο, οι νοικοκυρές φροντίζουν και για το ζύμωμα των χριστόψωμων. Το έθιμο αυτό διατηρείται σε ελάχιστα μέρη της Ελλάδας κυρίως στην Κρήτη. Η συνήθεια αυτή είναι πολύ βαθεία ριζωμένη. Το ζύμωμα του χριστόψωμου θεωρείται έργο θείο και είναι έθιμο καθαρά Χριστιανικό. Οι γυναίκες φτιάχνουν τη ζύμη με ιδιαίτερη ευλάβεια και υπομονή. Σε πολλά μέρη τα χριστόψωμα, τα έφτιαχναν κεντημένα με ωραία σχήματα που γίνονταν πάνω στο ζυμάρι με διάφορα ποτήρια, μικρά ή μεγάλα ή κούπες από βελανίδια που συμβόλιζαν την αφθονία που ήθελαν να έχουν στην παραγωγή των ζώων και της σοδειάς του σπιτιού τους. Μερικοί συνήθιζαν στη μέση του χριστόψωμου να βάζουν ένα άβαφο αυγό που συμβόλιζε τη γονιμότητα.

 

Το Χριστόξυλο – ΕΘΙΜΟ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

Στα χωριά της βόρειας Ελλάδας , από τις παραμονές των εορτών ο νοικοκύρης ψάχνει στα χωράφια και διαλέγει το πιο όμορφο, το πιο γερό , το πιο χοντρό ξύλο από πεύκο ή ελιά και το πάει σπίτι του. Αυτό ονομάζεται Χριστόξυλο και είναι το ξύλο που θα καίει για όλο το δωδεκαήμερο των εορτών (από τα Χριστούγεννα μέχρι και τα Φώτα) στο τζάκι του σπιτιού. Πριν ο νοικοκύρης φέρει το Χριστόξυλο, κάθε νοικοκυρά φροντίζει να έχει καθαρίσει το σπίτι και με ιδιαίτερη προσοχή το τζάκι , ώστε να μη μείνει ούτε ίχνος από την παλιά στάχτη. Καθαρίζουν ακόμη και την καπνοδόχο , για να μή βρίσκουν πατήματα να κατέβουν οι καλικάντζαροι, τα κακά δαιμόνια, όπως λένε στα παραδοσιακά χριστουγεννιάτικα παραμύθια. Έτσι το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων , όταν όλη η οικογένεια θα είναι μαζεμένη γύρω από το τζάκι , ο νοικοκύρης του σπιτιού ανάβει την καινούρια φωτιά και μπαίνει στην πυροστιά το Χριστόξυλο. Ο λαός λέει ότι καθώς καίγεται το Χριστόξυλο , ζεσταίνεται ο Χριστός , εκεί στην κρύα σπηλιά της Βηθλεέμ . Σε κάθε σπιτικό , οι νοικοκυραίοι προσπαθούν το Χριστόξυλο να καίει μέχρι τα Φώτα.

 

Το πάντρεμα της φωτιάς

Την παραμονή των Χριστουγέννων σε πολλά μέρη της Ελλάδας “παντρεύουν”, τη φωτιά. Παίρνουν δηλαδή ένα ξύλο με θηλυκό όνομα π.χ. κερασιά και ένα με αρσενικό όνομα, συνήθως από αγκαθωτά έργα. Τα αγκαθωτά δέντρα, κατά τη λαϊκή αντίληψη, απομακρύνουν τα δαιμονικά όντα, όπως τους καλικάντζαρους. Στη Θεσσαλία, τα κορίτσια έβαζαν δίπλα στο αναμμένο τζάκι κλωνάρια κέδρου, ενώ τα αγόρια τοποθετούσαν κλαδιά αγριοκερασιάς. Τα λυγερά αυτά κλωνάρια αντιπροσώπευαν προσωπικές τους επιθυμίες και μια καλότυχη γενικά ζωή. ‘Οποιο κλωνάρι καιγόταν πρώτο σήμαινε ότι ήταν καλό σημάδι για το κορίτσι ή το αγόρι, καθώς και ποιο θα παντρευόταν πρώτο ανάλογα αν ήταν κέδρος ή αγριοκερασιά. Στα χωριά της βόρειας Ελλάδας, από τις παραμονές των εορτών ο νοικοκύρης ψάχνει στα χωράφια και διαλέγει το πιο όμορφο, το πιο γερό, το πιο χοντρό ξύλο από πεύκο ή ελιά και το πάει σπίτι του. Η στάχτη των ξύλων αυτών προφύλασσε το σπίτι και τα χωράφια από κάθε κακό. Το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων, όταν όλη η οικογένεια θα είναι μαζεμένη γύρω από το τζάκι, ο νοικοκύρης του σπιτιού ανάβει την καινούρια φωτιά και λέει: “Παντρεύω σε φωτιά για το καλό του νοικοκυριού”. Σε κάθε σπιτικό, προσπαθούν να διατηρήσουν τη φωτιά αυτή να καίει μέχρι τα Φώτα. Η νοικοκυρά του σπιτιού έχει φροντίσει να έχει καθαρίσει το σπίτι και με ιδιαίτερη προσοχή το τζάκι, ώστε να μη μείνει ούτε ίχνος από την παλιά στάχτη. Καθαρίζουν ακόμη και την καπνοδόχο, για να μη βρίσκουν πατήματα να κατέβουν οι καλικάντζαροι, τα κακά δαιμόνια, όπως λένε στα παραδοσιακά χριστουγεννιάτικα παραμύθια. Ο λαός λέει ότι καθώς καίγονται τα ξύλα αυτά, ζεσταίνεται ο Χριστός, εκεί στην κρύα σπηλιά της Βηθλεέμ.

 

Κλωνάρια στο τζάκι

Στη Θεσσαλία, επιστρέφοντας από την εκκλησία στο σπίτι, τα κορίτσια έβαζαν παραδίπλα στο αναμμένο τζάκι κλωνάρια κέδρου που τα ξεδιάλεγαν, ενώ τα αγόρια τοποθετούσαν κλαδιά από αγριοκερασιά. Τόσο τα κορίτσια όσο και τα αγόρια φρόντιζαν τα κλωνάρια αυτά να είναι λυγερά, αφού αντιπροσώπευαν προσωπικές τους επιθυμίες για την πραγματοποίηση μιας όμορφης ζωής. Παρακολουθούσαν με ενδιαφέρον ποιο κλωνάρι θα καιγόταν πρώτο και τότε έλεγαν πως αυτό ήταν καλό σημάδι για το κορίτσι ή το αγόρι, και συγκεκριμένα πως θα παντρευόταν πρώτο.

 

Πρωτοχρονιά

Στα όμορφα Επτάνησα, ανάμεσα στο Ιόνιο πέλαγος και την Αδριατική θάλασσα, χαίρονται με ξεχωριστό τρόπο τις ημέρες του Δωδεκαημέρου. Οι άνθρωποι γιορτάζουν πηγαίνοντας στην εκκλησία, τρώγοντας, πίνοντας, τραγουδώντας αλλά και κάνοντας αστεία ο ένας στον άλλο. Οι Κολόνιες: Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς το βράδυ οι κάτοικοι της πόλης γεμάτοι χαρά για τον ερχομό του Νέου Χρόνου κατεβαίνουν στο δρόμο κρατώντας μπουκάλια με κολόνια και ραίνουν ο ένας τον άλλο τραγουδώντας: Ήρθαμε με ρόδα και με ανθούς να σας ειπούμε Χρόνους Πολλούς. Και η τελευταία ευχή του χρόνου που ανταλλάσσουν είναι “Καλή Αποκοπή” δηλαδή “με το καλό να αποχωριστούμε τον παλιό το χρόνο”. “Πάλιν ακούσατε άρχοντες πάλι να σας ειπούμε Ότι και αύριο εστί ανάγκη να χαρούμε και να πανηγυρίζομεν περιτομήν Κυρίου, την εορτήν του Μάκαρος Μεγάλου Βασιλείου”. [Από το βιβλίο της Αγγελικής Θ. Μαστρομιχαλάκη, Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά, Φώτα] “Οι παλιοί Αθηναίοι περίμεναν τον Άη Βασίλη από το βράδυ της παραμονής με ολάνοιχτες τις πόρτες των σπιτιών τους και επειδή σύμφωνα με την παράδοση, θα ήταν… κουρασμένος και πεινασμένος από το μακρινό ταξίδι του, έστρωναν ένα μεγάλο τραπέζι και το φόρτωναν με τα πιο εκλεκτά γλυκίσματα και φαγητά για να τον φιλοξενήσουν…γύρω από το τραπέζι αυτό μαζευόταν το βράδυ της παραμονής όλη η οικογένεια και περίμενε για ν’ αρχίσει το φαγοπότι. Τα μεσάνυχτα έσβυναν τις λάμπες τους κι έδιωχναν με γιουχαίσματα τον παλιό χρόνο, πετώντας πίσω του(!) στο δρόμο ένα παλιοπάπουτσο. ” [Μιχ. Κ. Τσώλης, Γιορτές της Ρωμηοσύνης] Το έθιμο του ροδιού της πρωτοχρονιάς διατηρείται και σήμερα. Την ώρα που αλλάζει ο χρόνος στην εξώπορτα του σπιτιού πετάνε και σπάνε ένα ρόδι και μπαίνουν μέσα στο σπίτι με το δεξί πόδικάνοντας το ποδαρικό, ώστε ο καινούργιος χρόνος να τα φέρει όλα δεξιά, καλότυχα. Τα παιδιά κρεμούν, την παραμονή της πρωτοχρονιάς, τα παπούτσια και τις κάλτσες τους στα παράθυρα ή στο τζάκι περιμένοντας να περάσει ο Άη Βασίλης να τα γεμίσει δώρα. [Μιχ. Κ. Τσώλης, Γιορτές της Ρωμηοσύνης] Στις Κυκλάδες θεωρούν καλό οιωνό να φυσάει βοριάς την πρωτοχρονιά. Επίσης θεωρούν καλό σημάδι αν έρθει στην αυλή τους περιστέρι τη μέρα αυτή. Αν όμως πετάξει πάνω από το σπιτικό τους κοράκι τους βάζει σε σκέψεις μελαγχολικές ότι τάχα τους περιμένουν συμφορές… [Μιχ. Κ. Τσώλης, Γιορτές της Ρωμιοσύνης]  Σε μερικά χωριά όταν πλένονται το πρωί της Πρωτοχρονιάς αγγίζουν το πρόσωπό τους μ’ ένα κομμάτι σίδερο, για να είναι όλο το χρόνο… “σιδερένιοι”. [Μιχ. Κ. Τσώλης, Γιορτές της Ρωμηοσύνης] Με την Πρωτοχρονιά είναι συνδεδεμένες και πολλές προλήψεις. Τη μέρα αυτή αποφεύγουν να πληρώνουν χρέος, να δανείσουν λεφτά, να δουλέψουν ή να δώσουν φωτιά. Όλα αυτά ξεκινούν από την προληπτική σκέψη: ό,τι κάνει και πάθει κανείς αυτή τη μέρα θα εξακολουθεί να συμβαίνει όλο το χρόνο ! [Μιχ. Κ. Τσώλης, Γιορτές της Ρωμηοσύνης] Το ρόδι “Χίλιοι μύριοι καλογέροι σ’ ένα ράσο τυλιγμένοι” Τι είναι; Το ρόδι είναι σύμβολο αφθονίας, γονιμότητας και καλής τύχης. Σε πολλά μέρη της Ελλάδας κρεμούσαν στο κάθε σπίτι, από το φθινόπωρο, ένα ρόδι. Μετά τη Μεγάλη Λειτουργία της Πρωτοχρονιάς το πετούσαν με δύναμη στο κατώφλι για να σπάσει σε χίλια κομμάτια κι έλεγαν: “Χρόνια Πολλά! Ευτυχισμένος ο καινούριος χρόνος!” Κολλέγιο Αθηνών Δημοτικό.

 

Το ποδαρικό

Πολλοί άνθρωποι είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί ακόμα και σήμερα ποιος θα κάνει ποδαρικό στο σπίτι τους. ‘Ετσι από την παραμονή λένε σε κάποιο δικό τους άνθρωπο, που τον θεωρούν καλότυχο και γουρλή, να έρθει την Πρωτοχρονιά να τους κάνει ποδαρικό. Μόλις μπει στο σπίτι τον βάζουν να πατήσει ένα σίδερο για να είναι όλοι σιδερένιοι και γεροί μέσα στο σπίτι στη διάρκεια του καινούργιου χρόνου. Η νοικοκυρά φιλεύει τον άνθρωπο που κάνει ποδαρικό για το καλό του χρόνου. Συνήθως του δίνει μήλα ή καρύδια και μια κουταλιά γλυκό κυδώνι ή ότι άλλο γλυκό έχει φτιάξει για τις γιορτές. Αν ανήμερα την Πρωτοχρονιά έχει λιακάδα, πιστεύουν πως ο καιρός θα είναι ο ίδιος σαράντα μέρες. Λένε: “Τ’ άλιασε η αρκούδα τα αρκουδάκια της, δε θα ‘χουμε χειμώνα βαρύ”. Αν όμως ο καιρός είναι άσχημος την Πρωτοχρονιά θα συμβεί το αντίθετο, δηλαδή σαράντα μέρες θα έχουμε βαρυχειμωνιά.

 

Οι μωμόγεροι

Η λαϊκή φαντασία οργιάζει στην κυριολεξία σχετικά με τους Καλικάντζαρους, που βρίσκουν την ευκαιρία να αλωνίσουν τον κόσμο από τα Χριστούγεννα μέχρι τα Φώτα, τότε δηλαδή που τα νερά είναι “αβάφτιστα”. Η όψη τους τρομακτική, οι σκανδαλιές τους απερίγραπτες και ο μεγάλος φόβος τους η φωτιά. Στις περιοχές της Μακεδονίας, Θράκης και Θεσσαλίας εμφανίζεται το έθιμο των μεταμφιέσεων, που φαίνεται πως έχει σχέση με τους καλικάντζαρους. Οι μεταμφιεσμένοι, που λέγονται Μωμόγεροι, Ρογκάτσια ή Ρογκατσάρια, φοράνε τομάρια ζώων (λύκων, τράγων κ.λ.π.) ή ντύνονται με στολές ανθρώπων οπλισμένων με σπαθιά. Γυρίζουν στο χωριό τους ή στα γειτονικά χωριά, τραγουδούν και μαζεύουν δώρα. Οταν συναντηθούν δυο παρέες κάνουν ψευτοπόλεμο μεταξύ τους, ώσπου η μία ομάδα να νικήσει και η άλλη να δηλώσει υποταγή.

 

Οι καλικάτζαροι

Ο μυλωνάς και τα καλικαντζαράκια Το Δωδεκαήμερο βαστάει από τις 25 Δεκεμβρίου τα Χριστούγεννα, έως τις 5 Ιανουαρίου τα Μισόφωτα (Παραμονή των Φώτων). Λένε ότι το Δωδεκαήμερο κάθε νύχτα κυκλοφορούν οι Καλικάτζαροι στους δρόμους και στα σπιτικά. Μα τι είναι αυτοί; Είναι αερικά, λέγανε οι γιαγιάδες πιο παλιά. Ο λαός μας τους βλέπει σαν κάτι μαυριδερά, ψηλά και ξερακιανά όντα που χορεύουνε και σαλταπηδούνε. Όλο το χρόνο βρίσκονται κάτω από τη Γη, στον κάτω κόσμο και ζηλεύουνε τον απάνω κόσμο.

 

Η ροδιά των Χριστουγέννων

Γι’ αυτό, άλλοι με πριόνια και τσεκούρια κι άλλοι με μπαλτάδες, βάζουν όλη τους τη δύναμη, να κόψουν τους στύλους, που πάνω σ’ αυτούς στηρίζεται η Γη, για να την κάνουνε να βουλιάξει. Όταν φθάνει το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων, από φόβο μη βουλιάξει η Γη και τους πλακώσει, φεύγουν ευθύς, κι ανεβαίνουν πάνω στη Γη για να τυρρανέψουν τον κόσμο. Έτσι οι Καλικάτζαροι γυρίζουν στους δρόμους, ανεβαίνουν στα κεραμίδια και καμιά φορά, όπως λένε, μπαίνουν από το τζάκι σε κανένα σπίτι που δεν είχαν θυμιάσει οι νοικοκυραίοι του. Γι’ αυτό, για καλό και για κακό, εκείνες τις μέρες φροντίζουνε και φράζουνε τις τρύπες των τζακιών με πανιά. Ακόμα καίνε λιβάνι σε θυμιατό και το τοποθετούν στο τζάκι, γιατί οι Καλικάτζαροι δεν αντέχουν αυτή τη μυρωδιά.. Διηγιότανε μια γυναίκα πως αφού ετοίμασε τα γλυκά της – βασιλόπιτες, κουραμπιέδες, μελομακάρονα – είδε από το παράθυρο πως ξημέρωσε. Όμως είχε ξεγελαστεί από το φεγγάρι, γιατί λένε “του Γενάρη το φεγγάρι παρά λίγο να ‘ναι μέρα”. Έτρεξε και ξύπνησε τα παιδιά της για να τα στείλει με τα γλυκά στο φούρνο. Τα παιδιά σηκώθηκαν. Όμως η αυγή αργούσε να ‘ρθει και ξαφνικά σ’ έν τρίστρατο ακούσαν φωνές και γέλια. Σε μια στιγμή γέμισε ο δρόμος Καλικάτζαρους. Άρπαξαν τα παιδιά τους πετάξανε ότι κρατούσανε και αρχίσανε ένα διαβολικό χορό τραγουδώντας: – Ω!… στραβά ταψιά, με τα ψεύτικα ψωμιά, άλλα με τα άσχημα, πηδάτε, μπρε μπαγάσικα. Την ώρα που λάλησε ο πρώτος πετεινός, εξαντλημένοι οι Καλικάτζαροι αφήσανε τα ταψιά στα κεραμίδια ενός σπιτιού, κι αρχίσανε να τρέχουνε με στριγγλιές και γέλια, βγάζοντας έξω τις γλώσσες τους “που ‘ναι κόκκινες σαν φλογίτσες φωτιάς” και κουνούσανε τις ουρές τους σαν το “φυσερό” εδώ και εκεί. Σαν ξημέρωσε και βγήκαν τα τρία παιδιά μισολιπόθυμα, χωρίς να έχουν δυνάμεις να σηκωθούν. Τα κουνήσανε, τα ραντίσανε αγιασμό και όταν συνήλθανε, διηγήθηκαν τι τους είχαν κάνει οι Καλικάτζαροι. Αυτά διηγιότανε και όλοι φοβότανε να βγουν αξημέρωτα από τα σπίτια τους όλο το Δωδεκάμερο.

Πολλοί από σας θα ‘χετε ακούσει το παραμύθι για ‘κείνα τα μικρούτσικα πλάσματα, τα μαύρα σαν κατράμι, που τις μέρες του Δωδεκαήμερου κάνουν λογιώ λογιώ τρέλες. Μα ποια είναι αυτά τα πλάσματα που αναγκάζουν όσους βρουν έξω από τα σπίτια τους να χορέψουν μαζί του, εμποδίζουν τα ζώα να περπατήσουν, λερώνουν τα τρόφιμα των νοικοκύρηδων, κλέβουν γλυκά; Ποια είναι; Κι από που ξεφύτρωσαν; Ναι! Ναι! ξεφύτρωσαν… Γιατί βγήκαν από τα βάθη της γης… Είναι τα καλικαντζαράκια… Έναν ολόκληρο χρόνο παλεύουν να κόψουν το δέντρο που στηρίζει τη γη. Ενώ όμως κοντεύουν να τελειώσουν το κόψιμο του δέντρου, φτάνουν τα Χριστούγεννα… Τότε αφήνουν κάτω τα πριόνια και τα τσεκούρια κι αποφασίζουν ν’ ανέβουν στη γη να γλεντήσουν λιγάκι, πειράζοντας τους ανθρώπους… Βράδυ, 24 Δεκεμβρίου, και να τους… Λένε πως η αρχή των μύθων που είναι σχετικοί με τους καλικάντζαρους βρίσκεται στα πολύ παλιά χρόνια. Οι Αρχαίοι πίστευαν πως οι ψυχές σαν έβρισκαν την πόρτα του ‘Aδη ανοιχτή, ανέβαιναν στον απάνω κόσμο και τριγύριζαν παντού χωρίς έλεγχο και περιορισμούς. Πολύ αργότερα οι Βυζαντινοί, γιόρταζαν το Δωδεκαήμερο με μουσικές, τραγούδια και μασκαρέματα. Οι άνθρωποι, έχοντας κρυμμένα τα πρόσωπά τους, έκαναν με πολύ θάρρος και χωρίς ντροπή ό,τι ήθελαν. Πείραζαν τους ανθρώπους στους δρόμους, έμπαιναν απρόσκλητοι σε ξένα σπίτια κι αναστάτωναν τους νοικοκύρηδες: ζητούσαν λουκάνικα και γλυκά για να γλιτώσουν απ’ αυτούς έκλειναν πόρτες και παράθυρα. Οι μασκαρεμένοι όμως έβρισκαν πάντα κάποιους τρόπους να εισβάλλουν στα ξένα σπίτια, ακόμα κι από τις καμινάδες. Κι όλα αυτά για δώδεκα μέρες, ως την παραμονή των Φώτων, οπότε με το Μεγάλο Αγιασμό όλα σταματούσαν κι οι άνθρωποι ησύχαζαν. Με το πέρασμα του χρόνου όλα αυτά τα παράξενα φερσίματα, τα μασκαρέματα και οι φόβοι των ανθρώπων έμειναν ζωντανά στη μνήμη του λαού μας κι η πλούσια φαντασία του γέννησε σιγά σιγά τα μικρά, αλαφροίσκιωτα πλάσματα που τα ονόμασε καλικάντζαρους ή παγανά ή καλιοντζήδες ή τσιλικρωτά… Οι άνθρωποι φαντάζονταν τους καλικάντζαρους αλλού σαν σκυλιά, αλλού σαν γάτες, αλλού σαν ανθρώπους μαλλιαρούς, αλλού σαν στραβοπόδαρους ή στραβομούτσουνους με καμπούρες, όλους, βέβαια, μαύρους σαν κατράμι και με ουρά όμοια με τους διαβόλου

 

Οι καλικάντζαροι – ΑΠΟ ΤΗ ΛΑΪΚΗ ΜΑΣ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΓΙΕΣ ΜΕΡΕΣ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ

Το Δωδεκαήμερο βαστάει από τις 25 Δεκεμβρίου , ημέρα των Χριστουγέννων, μέχρι τις 5 Ιανουαρίου , παραμονή των Φώτων. Λέγανε οι γιαγιάδες τα παλιά χρόνια στα εγγονάκια τους για να κάθονταν ήσυχα ότι κάθε νύχτα του Δωδεκαήμερου στους δρόμους του χωριού και στα χαλάσματα κυκλοφορούσαν οι Καλικάντζαροι. Μα τι ήταν αυτοί οι καλικάντζαροι; Όπως λοιπόν έλεγαν οι παλιές γιαγιάδες , ήταν αερικά , ξωτικά. Τους φαντάζονταν σαν κάτι μαυριδερά , ψηλά και κοκαλιάρικα κακάσχημα όντα, κάτι μεταξύ ζώου και ανθρώπου και που συνέχεια, όλη την ώρα, χοροπηδούσαν γκρινιάζοντας, φωνάζοντας και τραγουδώντας. Όλο το χρόνο βρίσκονταν κάτω από τη γη, στον κάτω κόσμο και ζήλευαν τον απάνω κόσμο. Γι΄ αυτό λοιπόν ,άλλοι με πριόνια , άλλοι με τσεκούρια κι άλλοι με μπαλντάδες έβαζαν όλη τη δύναμή τους να κόψουν τους στύλους, που πάνω σε αυτή στηριζόταν η γη και να την κάνουνε να βουλιάξει. Όταν έφτανε το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων , από φόβο μη βουλιάξει η γη και τους πλακώσει , έφευγαν κι ανέβαιναν στον απάνω κόσμο , στη γη , για να τυραννήσουν τους ανθρώπους που θα έβρισκαν μπροστά τους. Έτσι λοιπόν οι καλικάντζαροι το Δωδεκαήμερο γύριζαν στους δρόμους , ανέβαιναν στα κεραμίδια και καμιά φορά , όπως λέγανε, έμπαιναν από την καμινάδα του τζακιού σε σπίτια που δεν τα είχαν θυμιατίσει οι νοικοκυραίοι τους. Γι΄ αυτό , για καλό και για κακό , εκείνες τις ημέρες φροντίζανε να φράζουν τις τρύπες των τζακιών με πανιά. Ακόμα καίγανε λιβάνι σε θυμιατό κοντά στο τζάκι , γιατί οι καλικάντζαροι δεν άντεχαν αυτή τη μυρωδιά. Λέγανε κάποιοι ,παλιά , πως μια γυναίκα αφού ετοίμασε τα γλυκά της , βασιλόπιτες, κουραμπιέδες, μελομακάρονα, είδε από το παράθυρο πως ξημέρωσε. Όμως είχε ξεγελαστεί από το φεγγάρι, γιατί όπως λένε: “του Γενάρη το φεγγάρι παρά λίγο νά ΄ναι μέρα”. Έτρεξε λοιπόν αυτή η γυναίκα και ξύπνησε τα παιδιά της για να τα στείλει με τα γλυκά για ψήσιμο στο φούρνο. Τα παιδιά σηκώθηκαν πρόθυμα , πήρε το καθένα από ένα ταψί και ξεκίνησαν για το φούρνο. Όμως η αυγή αργούσε να έρθει και ξαφνικά μέσα από τα κοντινά στενά ακούστηκαν αγριοφωνάρες και δυνατά γέλια. Σε ελάχιστο χρόνο ο δρόμος γέμισε με καλικαντζαράκια. Άρπαξαν τα παιδιά , τους πετάξανε ό, τι κρατούσανε και άρχισαν έναν τρελό χορό χτυπώντας τα ταψιά και φώναζαν: “-Ω!… στραβά ταψιά , με τα ψεύτικα ψωμιά , άλλα με τα άσχημα, πηδάτε βρε μπαγάσικα …” Την ώρα που λάλησε ο πρώτος πετεινός , εξαντλημένα τα καλικαντζαράκια αφήσανε τα ταψιά στα κεραμίδια ενός σπιτιού κι αρχίσανε να φεύγουν τρέχοντας με στριγγλιές και γέλια, βγάζοντας έξω τις γλώσσες τους που ήταν κατακόκκινες σαν τις γλώσσες της φωτιάς και κουνούσαν τις ουρές τους εδώ κι εκεί… Όταν ξημέρωσε και βγήκαν οι άνθρωποι να πάνε στις δουλειές τους, βρήκαν στο δρόμο τα τρία παιδιά μισολιπόθυμα , χωρίς να έχουνε δυνάμεις για να σηκωθούν. Τα κουνήσανε, τα ραντίσανε με αγιασμό και όταν συνήλθαν, διηγήθηκαν τι τους είχαν κάνει τα καλικαντζαράκια. Αυτά λέγανε οι παλιοί για τους καλικάντζαρους κι όλοι φοβόντουσαν να βγουν έξω από τα σπίτια τους πριν ξημερώσει, όλο το Δωδεκαήμερο. Εσείς όμως , σήμερα , δεν πιστεύω να φοβηθήκατε , γιατί όλα αυτά είναι ωραία παραμυθάκια του παλιού καιρού! (κείμενα από το βιβλίο της δασκάλας Αγγελικής Μαστρομιχαλάκη “Χριστούγεννα-Πρωτοχρονιά-Θεοφάνεια” Καλικάντζαροι) Tα παγανά, τα γνωστά σε όλους μας καλικαντζαράκια, οι παραδόσεις και οι θρύλοι τα θέλουν να παίζουν σπουδαίο ρόλο και να επηρεάζουν σημαντικά τις συνήθειες και τα έθιμα αυτών των ημερών. Από τα Χριστούγεννα και μέχρι τα Θεοφάνια οι πιστοί στην Ηπειρο έβαζαν άλλοτε στο τζάκι δώδεκα αδράχτια για να τα βλέπουν οι καλικάντζαροι να μη κατεβαίνουν από την καπνοδόχο. Στα Γρεβενά ανάβουν ένα μεγάλο κούτσουρο, στη γωνιά από την παραμονή των Χριστουγέννων και η φωτιά καίει συνέχεια μέχρι τα Φώτα για να προστατεύει την οικογένεια από τους καλικάνταρους. Ενώ, οι πιστοί στις παραδόσεις από την Κρήτη από την παραμονή των Χριστουγέννων μέχρι τα Φώτα, που φεύγουν οι καλικάντζαροι, δεν τρώνε ελιές, φασόλια και σύκα για να μην βγάλουν καλόγηρους. Στην Κρήτη, λένε ότι εκεί κάτω στα έγκατα της γης τα καλικαντζαράκια κρατούν ένα τεράστιο πριόνι κι αγωνίζονται να κόψουν τον τεράστιο ξύλινο στύλο που κρατά στη θέση της τη γη. Θέλουν να τον κόψουν, για να δουν τη γη να γκρεμίζεται και τους ανθρώπους να υποφέρουν. Ο στύλος όμως είναι πολύ χοντρός και γι αυτό χρειάζεται μεγάλη και πολύχρονη προσπάθεια για να τον κόψουν. Σίγουρα κάποια μέρα θα τα καταφέρουν, αν δεν είχαν τη συνήθεια να ανεβαίνουν πάνω στη γη κάθε χρόνο την παραμονή των Χριστουγέννων, για να πειράξουν τους ανθρώπους. Η παραμονή τους στη γη διαρκεί δώδεκα μέρες . Αφήνουν λοιπόν μισοκομμένο το στύλο που στηρίζει τη γη και θα συνεχίσουν αυτή την προσπάθεια, όταν ξαναγυρίσουν στα τάρταρα. Την παραμονή των Χριστουγέννων ξεκινούν τα καλλικαντζαράκια για το μεγάλο ταξίδι τους πάνω στη γη. Είναι χιλιάδες και ξετρυπώνουν στην επιφάνειά της από τις μυριάδες τρύπες που βρίσκονται πάνω στο στερεό φλοιό της. Βγαίνουν μέσα από τα φαράγγια και τα πηγάδια, από τις σπηλιές και τις καταβόθρες, τις καταπαχτές και τα πιο μικρά από τις μυρμηγκιές και διάφορες άλλες μικροσκοπικές τρύπες της γης! Φοβούνται πολύ το φως και γι’ αυτό τη μέρα κρύβονται. Βγαίνουν όμως από τους κρυψώνες τους τη νύχτα και πειράζουν τους ανθρώπους. Μικρά και ευκίνητα, καθώς είναι, μπαίνουν στα σπίτια απ’ όπου βρουν. Από τις καμινάδες, τις κλειδαρότρυπες, τις χαραμάδες των πορτών και των παραθυριών, τους ανηφοράδες των σπιτιών. Τους αρέσει να πλατσουρίζουν μέσα στα δοχεία που έχουν οι νοικοκυρές το λάδι, στα τηγάνια, στα τσουκάλια, στα πιάτα, στους λύχνους που παλαιότερα χρησιμοποιούσαν για το φωτισμό στα χωριά. Λερώνουν τα φαγητά με τα ακάθαρτα νύχια τους και αφήνουν τις ακαθαρσίες τους όπου βρουν. Τίποτε βέβαια δεν κλέβουν, αλλά αναστατώνουν τόσο πολύ το σπίτι που το κάνουν αγνώριστο. Η ονομασία τους προέρχεται από το επίθετο “καλός” και από το “κάνθαρος”. Ο λαϊκός άνθρωπος φανταζόταν τους καλικάντζαρους τριχωτούς με μορφή τράγου που σύχναζαν στα τρίστρατα. Τους εξευμένιζαν καίγοντας αλάτι ή κρεμώντας πίσω από την πόρτα κατωσάγονο ή πανωσάγονο χοίρου. Οι καλικάντζαροι εξαφανίζονταν τα Φώτα με τον αγιασμό των νερών.

 

Το τάισμα της βρύσης

Οι κοπέλες, τα χαράματα των Χριστουγέννων (αλλού την παραμονή της Πρωτοχρονιάς), πηγαίνουν στην πιο κοντινή βρύση “για να κλέψουν το άκραντο νερό”. Το λένε άκραντο, δηλαδή αμίλητο, γιατί δε βγάζουν λέξη σ’ όλη τη διαδρομή. Όταν φτάνουν εκεί, την “ταΐζουν”, με διάφορες λιχουδιές: βούτυρο, ψωμί, τυρί… Και λένε: “Όπως τρέχει το νερό σ’ βρυσούλα μ’, έτσ’ να τρέχ’ και το βιο μ'”. Έπειτα ρίχνουν στη στάμνα ένα βατόφυλλο και τρία χαλίκια, “κλέβουν νερό” και γυρίζουν στα σπίτια τους πάλι αμίλητες μέχρι να πιούνε όλοι από τ’ άκραντο νερό. Με το ίδιο νερό ραντίζουν και τις τέσσερις γωνίες του σπιτιού, ενώ σκορπούν στο σπίτι και τα τρία χαλίκια.

 

Η γαλοπούλα

Κύριο πιάτο την ήμερα των Χριστουγέννων είναι η γαλοπούλα. Την πρωτοχρονιά η συνήθεια ήταν να φτιάχνουν κότα ή”κούρκο” (γαλοπούλα) γεμιστό με κάστανα, καρύδια, σταφίδες, κιμά, κρεμμύδι, πιπέρι και μαϊντανό, όλα καβουρδισμένα. Το έθιμο της Γαλοπούλας έφτασε στην Ευρώπη από το Μεξικό το 1824 μ.Χ. Ωστόσο, σε αρκετές περιοχές της χώρας μας διατηρείται το έθιμο της κοτόσουπας, ιδιαίτερα στη Θεσσαλία και στην Κρήτη. Παλαιότερα η κοτόσουπα αποτελούσε το κυρίως πιάτο που έτρωγαν οι Έλληνες, όταν επέστρεφαν από την εκκλησία. Ενα άλλο συνηθισμένο πιάτο είναι το ψητό χοιρινό κρέας (το ψήσιμο γινόταν στη χόβολη του τζακιού). Υπήρχε όμως και η εποχή που τη μέρα αυτή έτρωγαν χοιρινό με πρασοσέλινο ή όποιο άλλο κρέας με πιλάφι.

ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΑ ΚΑΛΑΝΤΑ ΘΡΑΚΗΣ

Κόολιαντα- κόολιαντα κόοολιαντα –ντα Έτσι τραγουδούσαν, τα μεσάνυχτα προς την Παραμονή των Χριστουγέννων, τα τρανά παιδιά, μόνο αγόρια, από τα δώδεκα έως και τα δεκαπέντε τους χρόνια “οι Κολιαντράδες”, όπως λέγονταν. Ξεχύνονταν σε όλο το χωριό, παρέες -παρέες για να αναγγείλουν πρώτοι αυτοί, τη γέννηση του Χριστού. Ήταν ντυμένοι καλά, γιατί συνήθως, τις μέρες αυτές δεν έλειπαν το κρύο και τα χιόνια, όπως λέει και το γνωστό σε όλους τραγούδι “χιόνια στο καμπαναριό, που Χριστούγεννα σημαίνει, χιόνια στο καμπαναριό, ξύπνησε όλο το χωριό”. Κάθε παιδί κρατούσε το καλοφτιαγμένο από κρανιά δεκανίκι του, που μόνο του μαστόρεψε και φιλοτέχνησε, γι’ αυτή εδώ την τόσο μαγική και ξεχωριστή για τα παιδιά της ηλικίας του, νύχτα. Αυτό το δεκανίκι, που συμβόλιζε “τη ράβδο” των βοσκών, τους βοηθούσε στο να στηρίζονται, να αμύνονται στις άγριες και επικίνδυνες επιθέσεις των σκυλιών αλλά και για να χτυπούν με σημασία την πόρτα του νοικοκύρη εκείνου, που παρά τα μεγαλόφωνα χωρατάδια τους και τα κολιαντίσματά τους, έκανε ότι τάχα δεν τους άκουγε. Κάποιο από την παρέα των 3-5 παιδιών κρατούσε φαναράκι ή φακό τα τελευταία μεταπολεμικά χρόνια. Το φως του βοηθούσε για να βλέπουν που πατούν και να μαζεύουν τα καρύδια, που μαζί με τα “σπορίδια”, σκορπούσε στην αυλή της η νοικοκυρά του σπιτιού φωνάζοντας τα “πουλ’- πουλ’- πουλ’”, ακριβώς έτσι, όπως έκανε καθημερινά για το τάισμα των πουλερικών της. Εκείνα τα χρόνια τα πουλερικά αφθονούσαν στα σπίτια, για την καλύτερη διατροφή της οικογένειας. Σχετικά με τα πάρα πάνω δρώμενα ο Κώστας Καραπατάκης γράφει:“Στην Αγιά- Σωτήρα του Βοΐου, οι νοικοκυρές βάζανε τα “βλιάγματα’” σ’ ένα κόσκινο και σηκώνοντας το ψηλά τα ‘ριχναν κάτω και από κει τα μάζευαν τα παιδιά σπρώχνοντας το ένα το άλλο, φωνάζοντας: “Να γέν’ αρνιά! Να γέν’ κατσίκια! Να γέν’ κλωσσαριές!” Όλα αυτά γίνονταν όπως φαίνεται, για να πάει καλά η σοδειά όλο το χρόνο και ν’ αποκτήσει το σπίτι, πουλερικά, βαμπάκια, σιτηρά και όλα τα αγαθά του θεού. Οι κολιαντράδες γύριζαν από σπίτι σε σπίτι σχεδόν τρέχοντας, χωρίς να μιλούν μεταξύ τους στο δρόμο, για να προλάβουν να πάνε σε περισσότερα σπίτια, πριν από τα άλλα παιδιά. Αυτό το φρόντιζαν ιδιαίτερα γιατί ήξεραν ότι το έθιμο ήταν το κάθε σπίτι να ρίξει μια φορά τα σπορίδια που έβαζε η νοικοκυρά στο κόσκινο. Τα καρύδια που μάζευαν τα έβαζαν στον τρουβά, που είχαν κρεμασμένο στον ώμο τους. Την ώρα που τα μάζευαν, παρά τη βιασύνη τους, πρόσεχαν αν είναι πολλά και γερά. Αλίμονο στη νοικοκυρά που θα τολμούσε να τους ξεγελάσει με λίγα ή κούφια καρύδια. Εξαγριώνονταν τότε οι Κολιαντράδες και άρχιζαν να

απειλούν και να φωνάζουν λέγοντας μεταξύ άλλων: “τουν άντρα σου τουν γ-κιρατά δεσ’ τουν άπου τ’ αμάξι κι παρακαλά του Θιό να στράψει να τουν γ-κάψει” Έφθαναν δε στο σημείο ν’ αρπάξουν την “τρουχλιά” ή την πόρτα της αυλής, που την ξήλωναν από τη θέση της για να τα μεταφέρουν σε άλλο σπίτι ή στην πλατεία του χωριού. Σκοπός τους ήταν να διαπομπεύσουν το νοικοκύρη για την πονηριά του και την τσιγκουνιά του. Αυτό το πετύχαιναν γιατί ο νοικοκύρης, που το πάθαινε, ντροπιασμένος έψαχνε το πρωί για την πόρτα ή το κάρο του. Είχε γίνει πια έθιμο στο χωριό. Όπως μας πληροφορεί ο καθηγητής Φαίδων Κουκούλες αυτό το συνήθιζαν και οι βυζαντινοί Καλαντιστές. Σαν τέλειωναν όλα τα σπίτια του χωριού και γέμιζαν τους τρουβάδες τους με καρύδια, συγκομιδή που τους δικαίωνε για το ξενύχτι και τον κόπο τους, επέστρεφαν στα σπίτια τους ευχαριστημένοι και χαρούμενοι και πήγαιναν για ύπνο μέχρι τα ξημερώματα οπότε θα ακούγονταν κάλαντα από τα μικρότερα παιδιά του χωριού. Το γραφικό και απλό αυτό έθιμο που περιγράψαμε με συντομία, έχει ευετηριακό, ευγονικό, αλλά και ανακοινωτικό χαρακτήρα. Οι Κολιαντράδες αυτής της βάρδιας, με τα νυκτερινά κόλιαντα ή κόλιαντρά τους, συμμετέχουν βέβαια με πάθος στο δρώμενο αυτό, χωρίς να λογαριάζουν τον κόπο και το ξενύχτι τους, αλλά σαν κύριο στόχο τους έχουν να ανακοινώνουν κάτι πολύ πιο σοβαρό και σημαντικό. Με την πράξη τους αυτή γίνονται οι πρώτοι αγγελιοφόροι της γέννησης του θείου βρέφους. Γι’ αυτό και τολμώ να τους παραλληλίσω με τους αγραυλούντες ποιμένες της ουράνιας εκείνης βραδιάς, που αξιώθηκαν να ακούσουν το σωτήριο και θείο μήνυμα από αγγελικά στόματα, που προστακτικά σχεδόν τους έλεγαν “πηγαίνετε… και ευρήσετε βρέφος..” Εκείνοι, έτρεξαν και είδαν, το θείο βρέφος, άκουσαν καθαρά και με κατάπληξη τα πρώτα εκείνα κάλαντα των αγγέλων που λέγανε “Δόξα εν υψίστοις θεώ και επί γης ειρήνη εν….” Και τα ανήγγειλαν σε όλους τους ανθρώπους, αψηφώντας τον κίν-δυνο που διέτρεχαν από τους καραδοκούντες Ιουδαίους και τον τρομερό και αδίστακτο βασιλιά τους, Ηρώδη. Έτσι οι Κολιαντράδες, σαν γνήσιοι συνεχιστές της παράδοσης, των ηθών και των εθίμων, συμμετέχουν χαρούμενοι και σεβαστικοί στη γιορταστική ζωή του χωριού, που είναι τόσο συνταιριασμένη με την καθημερινή ζωή του μόχθου και της αγωνίας για το αύριο. Κι του χρον’ λένε και φεύγουν για να ξανάρθουν τον επόμενο χρόνο, να μας τα πουν, να χαρούν και να μας χαροποιήσουν. Φεύγουν, γιατί σε λίγο θα πάρουν τη σειρά τους τα μικρότερα παιδιά, για να μας επιβεβαιώσουν ότι είναι αλήθεια αυτό που ακούσαμε από τους Κολιαντράδες.

Η Γουρουνοχαρά

Ένα από τα σημαντικότερα χριστουγεννιάτικα έθιμα της Θεσσαλίας είναι το σφάξιμο του γουρουνιού. Πριν το 1940, πολλές οικογένειες έκαναν τα πάντα για να έχουν τον μεγαλύτερο χοίρο, δίνοντάς του να φάει αλεσμένο καλαμπόκι, πίτουρο, ζεστό νερό και αλάτι. Ήταν η εποχή που οι οικογένειες εξέτρεφαν τα χοιρινά για το κρέας και το λίπος τους. Όταν μάλιστα η οικογένεια είχε πολλά μέλη, το γουρούνι έπρεπε να παχύνει πολύ ώστε το λίπος του να είναι αρκετό. Η προετοιμασία για το σφάξιμο του γουρουνιού γινόταν με εξαιρετική φροντίδα, ενώ επακολουθούσε γλέντι μέχρι τα ξημερώματα, για να επαναληφθεί η ίδια διαδικασία την επόμενη και τη μεθεπόμενη μέρα. Τρεις-τέσσερις συγγενικές οικογένειες καθόριζαν με τη σειρά ποια ημέρα θα έσφαζε το γουρούνι της… Για κάθε σφαγή μεγάλου γουρουνιού απαιτούνταν 5-6 άνδρες, εκτός των παιδιών, που έφταναν πολλές φορές τα 20-25. Επειδή όμως η όλη εργασία είχε ως επακόλουθο το γλέντι και τη χαρά, γι’ αυτό και η ημέρα αυτή καθιερώθηκε ως “γουρουνοχαρά ή γρουνουχαρά”. Όταν μάλιστα προσκαλούσαν κάποιον την ημέρα αυτή, δεν έλεγαν “έλα να σφάξουμε το γουρούνι”, αλλά “έλα, έχουμε γουρουνοχαρά”. Το σφάξιμο των γουρουνιών δεν συνέπιπτε τις ίδιες ημερομηνίες κατά περιφέρειες. Σε άλλες περιοχές τα έσφαζαν 5-6 ημέρες πριν από τα Χριστούγεννα και σε άλλες άρχιζαν από την ημέρα των Χριστουγέννων και μετά, ανάλογα με την παρέα. Οι περιοχές που έσφαζαν τα γουρούνια μετά τα Χριστούγεννα, το επειδή πριν νήστευαν και ήθελαν να μεταλάβουν, χωρίς να έρθουν σε επαφή με τη μυρωδιά του κρέατος. Επίσης, ήθελαν να διασκεδάσουν με ένα καλό φαγοπότι, κάτι που τους απαγόρευε η νηστεία, την οποία τηρούσαν. Τα περισσότερα γουρούνια σφάζονταν στις 27 Δεκεμβρίου, ημέρα του Αγίου Στεφάνου. Γι’ αυτό και η γιορτή αυτή ονομαζόταν “γρουνοστέφανος ή γουρουνοστέφανος”. Υπάρχουν όμως και μικρές περιοχές που τα έσφαζαν ένα μήνα ή και περισσότερο, μετά τα Χριστούγεννα. Η εργασία ήταν σκληρή και ο σφαγέας έπρεπε να είναι καλός τεχνίτης. Σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις αναγκαζόταν να χρησιμοποιήσει τσεκούρι για να αποκόψει την καρωτίδα. Πολλές φορές, για ορισμένους λόγους, προπαντός υγείας ή προληπτικούς, το τουφέκιζαν με το όπλο “γκρα” και έμενε στον τόπο, ενώ με πιστόλι τραυματισμένο πολλές φορές το έβαζε στα πόδια. Υπήρχαν περιπτώσεις που δεν το πετύχαιναν, οπότε το γουρούνι έτρεχε να ξεφύγει έως ότου το αποτελείωναν και με άλλες τουφεκιές. Επίσης, το γδάρσιμο απαιτούσε χέρι δυνατό και τεχνικό για να μην κάνει τρύπες, δεδομένου ότι το δέρμα αυτό το χρησιμοποιούσαν και έκαναν τα λεγόμενα γρουνοτσάρουχα, που τα φορούσαν για όλο το χρόνο και προπαντός στα χωράφια. Μετά το γδάρσιμο, άρχιζε το κόψιμο του λίπους (παστού), για να γίνει έπειτα το κόψιμο του κρέατος σε μικρά τεμάχια. Το αλάτιζαν και το έβαζαν σε πιθάρια για να το έχουν σαν ένα από τα κύρια φαγητά τους τις παγωμένες νύχτες του χειμώνα. Παλιότερα, πριν από το 1920, το κρέας αυτό το τοποθετούσαν στο ίδιο το δέρμα του γουρουνιού. Αφού τελείωναν όλες τις δουλειές, καταπιάνονταν ύστερα με το γέμισμα των λουκάνικων, για τα οποία έδειχναν ιδιαίτερη επιμέλεια. Το κρέας το έκοβαν κομματάκια με ψαλίδια ή μαχαίρια. Τ ο έπαιρναν κυρίως από τα πλευρά και το φιλέτο και γι’ αυτήν τη δουλειά ασχολούνταν κυρίως αγόρια και κορίτσια 10-15 χρονών. Αυτό το κομμένο κρέας το έριχναν και έβραζε σε μικρό καζανάκι (σύβρασμα) μαζί με κομμένα πράσα και διάφορα μπαχαρικά, τα οποία έκαναν τα λουκάνικα να ευωδιάζουν. Γι’ αυτή τη δουλειά όλοι οι άντρες ήταν καθισμένοι γύρω από το καζάνι, και όταν κρύωνε λίγο, άρχιζαν με τους γεμιστήρες (κοκκαλάρια) να γεμίζουν τα λουκάνικα. Ενώ που έβραζε το κρέας, η φωτιά με τα κούτσουρα δούλευε και οι μπριζόλες ψήνονταν για να τις γευθούν όλοι οι συγγενείς και φίλοι της “γουρουνοχαράς”. Συγχρόνως, η νοικοκυρά ετοίμαζε τα διάφορα και πλούσια φαγητά, πίτες και μαγειρεμένο κρέας δύο-τριών ειδών, για να περιποιηθεί όλους τους καλεσμένους της γουρονοχαράς. Το στρώσιμο του τραπεζιού δεν αργούσε και τα πιάτα με τα φαγητά ακολουθούσαν το ένα το άλλο. Μετά το φαγητό, συνέχιζαν το κρασί και άρχιζαν τα τραγούδια, προπαντός τα κλέφτικα και το χορό. Την επόμενη όμως μέρα είχαν πάλι γουρνοχαρά στο σπίτι κάποιου από την παρέα. Έτσι η γιορτή διαρκούσε μέρες και οι άνθρωποι γλεντούσαν με την ψυχή τους.Αυτές τις ημέρες, αν περνούσε κανείς από κάποιο χωριό το βράδυ, θα άκουγε τουλάχιστον σε 30-40 σπίτια τα τραγούδια και τις φωνές της γουρουνοχαράς. Τα παλαιότερα χρόνια τα γλέντια αυτά τα συνόδευαν πάντοτε πυροβολισμοί, που ενθουσίαζαν πιο πολύ τους γλεντζέδες. Η γουρουνοχαρά κράτησε, με όλη την αίγλη της, μέχρι το 1940. Συνεχίστηκε βέβαια και αργότερα, μέχρι το 1955, αλλά τα μεγάλα γεγονότα, Κατοχή και εμφύλιος πόλεμος, ανέκοψαν τον ενθουσιασμό και ανέτρεψαν μια παραδοσιακή συνήθεια που κράτησε πολλούς αιώνες. Το λίπος, το λεγόμενο παστό, το έκοβαν μικρά κομματάκια και το έλιωναν μέσα σε καζάνι, που έβραζε κάτω από μεγάλη φωτιά. Για να λιώσει το παστό, η νοικοκυρά πάσχιζε πραγματικά, επί 2-3 ημέρες, ανάλογα με την ποσότητά του. Η φωτιά έπρεπε να καίει με ένταση χωρίς να ελαττώνεται καθόλου, ώστε το λιώσιμο να γίνεται κανονικά για κάθε καζάνι. Αφού άδειαζε το ρευστό λίπος στο δοχείο, έμεναν τα υπολείμματα, μικρά τεμάχια που όχι μόνο δεν τα πετούσαν, αλλά αποτελούσαν τους καλύτερους μεζέδες για όλους. Αυτά τα ροδοκοκκινισμένα κομματάκια, ιδιαίτερα ελκυστικά και γευστικά για πολλούς, ήταν οι τσιγαρίδες. Το γουρουνίσιο κρέας γινόταν μαγειρευτό αλλά ο καλύτερος μεζές του ήταν ο σουφλιμάς στη θράκα με μπόλικη ρίγανη και η τηγανιά, μικρά κομμάτια χοιρινού στο τηγάνι με κοκκινοπίπερο και ρίγανη. Το λιωμένο λίπος το έβαζαν σε δοχεία λαδιού ή πετρελαίου και αφού πάγωνε, διατηρούνταν σχεδόν όλο το χρόνο. Οι κάτοικοι της Θεσσαλίας το χρησιμοποιούσαν όλο το χρόνο και σε όλα σχεδόν τα φαγητά. Υπήρχαν μάλιστα περιπτώσεις που πολλοί δεν το αντικαθιστούσαν με τίποτα. Ακόμα και το καλοκαίρι στα φαγητά τους χρησιμοποιούσαν λίπος, γιατί το θεωρούσαν δική τους παραγωγή και επομένως φθηνό, σε αντίθεση με το λάδι που το αγόραζαν μισή ή μια οκά για να περάσουν ένα και δυο μήνες. Επίσης, πολλές φτωχές οικογένειες δεν αγόραζαν καθόλου λάδι και δεν ήξεραν ούτε ποιο είναι το χρώμα του.

ΒΑΣΙΛΟΠΙΤΑ – ΕΘΙΜΑ ΤΗΣ ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑΣ

Η βασιλόπιτα είναι συνδυασμός του «εορταστικού άρτου» και του «μελιπήκτου» των αρχαίων προσφορών, τόσο προς τους θεούς όσο και προς τους νεκρούς ή τους κακούς δαίμονες για την εξασφάλιση της υγείας, της καλής τύχης και της ευλογίας του Αγίου Βασιλείου. Είναι άρτος χαρούμενος, όταν γίνεται φουσκωτή από ζύμη και κόβεται ανήμερα το μεσημέρι της Πρωτοχρονιάς και επίπεδος, σχεδόν νεκρολατρικός, όταν ετοιμάζεται άζυμη αποβραδίς και κόβεται στο δείπνο ή τα μεσάνυχτα. Είναι οπωσδήποτε μια προσφορά στους θεούς και στους αγίους ή στα αόρατα πνεύματα των νεκρών και των άλλων στοιχειών. Απόδειξη τα κομμάτια που ξεχωρίζουμε για το Χριστό, την Παναγία, τον Αι Βασίλη, το σπίτι, τους αγρούς, τα ζώα, τους πεθαμένους και τους ξενιτεμένους. Μία παράδοση της Κωνσταντινούπολης λέει τα εξής: Όταν ο άγιος Βασίλειος ήταν Επίσκοπος στην Καισαρεία, ο Έπαρχος της Καππαδοκίας πήγε με σκληρές διαθέσεις να εισπράξει φόρους. Οι κάτοικοι φοβισμένοι ζήτησαν την προστασία του ποιμενάρχη τους. «Σας ζητάω αμέσως, τους είπε εκείνος, να μου φέρει ο καθένας ό,τι πολύτιμο αντικείμενο έχει». Μάζεψαν πολλά δώρα και βγήκαν μαζί με το Δεσπότη τους οι κάτοικοι της Καισαρείας να προϋπαντήσουν τον Έπαρχο. Ήταν όμως τέτοια η εμφάνιση και η πειθώ του Μεγάλου Βασιλείου, που ο Έπαρχος καταπραύνθηκε χωρίς να θελήσει να πάρει τα δώρα. Γύρισαν πίσω χαρούμενοι κι ο άγιος Βασίλειος πήρε να τους ξαναδώσει τα πολύτιμα αντικείμενα τους. Ο χωρισμός όμως ήταν δύσκολος γιατί είχαν προσφέρει πολλά όμοια αντικείμενα, δηλαδή δαχτυλίδια, νομίσματα κ.λ.π. Ο Βασίλειος τότε σκέφθηκε ένα θαυματουργό τρόπο: Διέταξε να κατασκευασθούν το απόγευμα του Σαββάτου μικρές πίτες και μέσα σε καθεμιά τοποθέτησε από ένα αντικείμενο. Την επόμενη μέρα έδωσε από μία σε κάθε Χριστιανό. Και τότε έγινε το θαύμα! Μέσα στην πίτα του βρήκε ο καθένας ό,τι είχε προσφέρει! Από τότε, λέει η παράδοση, κάθε χρόνο, στη γιορτή του αγίου Βασιλείου, κάνουμε κι εμείς πίτες και βάζουμε μέσα νομίσματα.

 

Ας δούμε τώρα και μερικές περιγραφές προσφύγων από τις παλιές πατρίδες.

 

Πόντος

Στον Πόντο, για τ’ ανύπαντρα κορίτσια έλεγαν : Εσύ κορίτσι που θέλεις να ονειρευτείς στον ύπνο σου αν θα πάρεις πλούσιο άντρα ή φτωχό, κρύψε κρυφά, χωρίς κανένας να σε δει, την πρώτη σου μπουκιά από τη βασιλόπιτα του τραπεζιού. Σαν κλειστείς μονάχη σου στην κάμαρά σου, άλειψε τηνε με μέλι και με βούτυρο, άνοιξε το παράθυρο που βλέπει κατά το Βοριά και στάσου εκεί τα μεσάνυχτα και πες : Ω! Γενάρη, Καλαντάρη και καλά καλαντισμένε, εκεί στις Άκριες που θα πας κι εκεί που θα γυρίσεις εκεί ‘ναι οι Μοίρες των Μοιρών και η δική μου Μοίρα. Αν είναι πλούσια και καλή, πες της να ‘ρθει να μ’ εύρει, αν είναι και πεντάφτωχη, πάλι να ‘ρθει να μ’ εύρει. Κοιμήσου ύστερα, με τη μπουκιά αφημένη στο παράθυρο και θα δεις στον ύπνο σου αυτό που ευχήθηκες.

Κίος Βιθυνίας (στην Προποντίδα)

Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς η νοικοκυρά έκανε μια πίτα, τον «Αϊ-Βασίλη». Μέσα στην πίτα έβαζε ένα φλουρί κι απάνω πατούσε το δικέφαλο αετό, τέσσερις φορές σταυρωτά, με τις κεφαλές προς τη μέση. Το βράδυ στις 8 έστηναν τον ψημένο Αϊ-Βασίλη στην άκρη του τραπεζιού όρθιο κι ακουμπούσε στον τοίχο. Έπαιρνε τότε ο νοικοκύρης το κλωνάρι της ελιάς που είχε κόψει το πρωί και το κάρφωνε στον Αϊ-Βασίλη λέγοντας τις παρακάτω ευχές : «Με το καλό να μπει Αϊ-Βασίλης», «Να ‘μαι γερός να ξανακάμομε την πίτα». Κατόπιν, αν είχαν χρυσή αλυσίδα την έβγαζαν και την κρεμούσαν στον Αϊ-Βασίλη. Ένα – ένα μέλος της οικογένειας τότε πλησίαζε και κρεμούσε ό,τι χρυσό αντικείμενο είχε κι έλεγαν «Και του χρόνου να ‘μαστε καλά!». Το πρωί, ύστερα από την εκκλησιά, έκοβαν την πίτα. Κάθιζαν όλοι γύρω από το τραπέζι κι ο νοικοκύρης έκοβε την πίτα σε κομμάτια. Το πρώτο ήτανε του νοικοκυριού, το δεύτερο του Αϊ-Βασίλη, το τρίτο της νοικοκυράς, το τέταρτο της δουλειάς, τα υπόλοιπα των μελών της οικογένειας και ένα για τους ξένους. Αμέσως ψάχνει καθένας να δει αν του έτυχε το φλουρί. Κοιτάζουν και το κομμάτι της δουλειάς. Αν τύχει εκεί το φλουρί η δουλειά θα πάει καλά όλο το χρόνο.

Καστανιές Ανατολικής Θράκης

Τη Βασιλόπιτα την έκαναν φυλλωτή. Έβαζαν γόμο (γέμιση) πλιγούρι και ανάμεσα στα φύλλα τον «παρά», το νόμισμα, και άλλα σημάδια. Η νοικοκυρά με τον παρά τη σταύρωνε τρεις φορές κι ύστερα τον έχωνε στο ζυμάρι, θα να βάλει πελεκούδι από την πόρτα ή κλαρί, για το σπίτι, κουκί στάρι για τα χωράφια, σταφίδα για το αμπέλι, κομματάκια τυρί για τα πρόβατα, άχερο για τα γελάδια… Στους λυπημένους που έστελναν πίτα, εκείνοι δεν την έκοβαν με το μαχαίρι αλλά ο καθένας έκοβε με το χέρι ένα κομμάτι. Την παραμονή το βράδυ έβαζαν στο τραπέζι εννιά ειδών φαγητά και πολλών ειδών οπωρικά, στη μέση τη βασιλόπιτα, τρία ψωμιά κι ένα κεράκι αναμμένο στο ένα ψωμί… Αφού έτρωγαν έκοβαν την πίτα. Σ’ όποιον έπεφτε ο παράς, έλεγαν πως εκείνος «βασίλεψε». Τον «βασιλεμένο» παρά τον έριχναν μέσα σε ποτήρι με κρασί, έπιναν από λίγο και εύχονταν : «Και του χρόνου καλύτερα!». Τον παρά τον άφηναν στα εικονίσματα

και τον επόμενο χρόνο τον έβαζαν στην άλλη πίτα.

 

Καππαδοκία

Υπήρχε μια πληθώρα ηθών και εθίμων που συνόδευαν την καθημερινή ζωή των κατοίκων της Καππαδοκίας σε όλες της σχεδόν τις εκδηλώσεις. Τα περισσότερα από αυτά έχουν λατρευτικό χαρακτήρα λόγω του έντονου θρησκευτικού συναισθήματος που διακατείχε τους Καππαδόκες. Ελάχιστα είναι τα εξωχριστιανικά έθιμα και αυτά αναφέρονται στην απομάκρυνση κακών πνευμάτων και δαιμόνων. Καταγράψαμε τα ήθη και τα έθιμα και τα συνθέσαμε κατά ενότητες παρακολουθώντας τα παράλληλα με το χρόνο που τελούνταν. Τα Χριστούγεννα τα έλεγαν οι Καππαδόκες Μικρό Πάσχα. Από την παραμονή 24 Δεκεμβρίου άρχιζαν οι προετοιμασίες, Έσφαζαν κοτόπουλα ή μεγαλύτερα ζώα που τα μοιράζονταν περισσότερες οικογένειες. Σ’ όλα τα σπιτικά ζύμωναν πίττες με αλεύρι, γάλα, αυγά, ζάχαρη και βούτυρο. Οι γυναίκες πήγαιναν στους στάβλους όπου άναβαν κεριά στα παχνιά των ζώων και θυμιάτιζαν. Τη νύχτα της παραμονής, περασμένα μεσάνυχτα χτυπούσε η καμπάνα της εκκλησίας. Αν δεν υπήρχαν καμπάνες χρησιμοποιούσαν σήμαντρα ή ακόμη και συνεργεία από ιεροδρόμους με επικεφαλής τον κανδηλανάφτη που διάβαιναν το χωριό απ’ άκρη σ’ άκρη και ειδοποιούσαν τους πιστούς πως ήρθε η ώρα της εκκλησίας χτυπώντας τις πόρτες τους. Οι άνδρες φορούσαν γιορτινά και οι γυναίκες τις κεντημένες φορεσιές από τσόχα. Πήγαιναν όλοι μαζί οι γείτονες και για να βλέπουν στο σκοτάδι κρατούσαν πυρσούς. Η Λειτουργία, τελείωνε, πριν ξημερώσει και γύριζαν στα σπίτια τους Ασπάζονταν οι μικρότεροι τα χέρια των μεγαλύτερων και ευχόταν «Χριστός γεννάται», «Αληθώς γεννάται», «Χρόνια Πολλά» κ.α. Έστρωναν το Χριστουγεννιάτικο τραπέζι που περιλάμβανε σούπα τραχανά και γιουβαρλάκια. Απαραίτητα έπρεπε να υπάρχει στο τραπέζι την ημέρα αυτή και το ” χερσέ” πιλάφι από ψιλοκομμένο στάρι που είχε βράσει σε ζωμό από κόκαλα. Το φαγητό αυτό το έδωσαν και στην Παναγία να φαει όταν ήταν λεχώνα. Δεν είχε ξημερώσει και οι περισσότεροι έπεφταν πάλι για να κοιμηθούν. Όλες τις μέρες από τα Χριστούγεννα μέχρι του Αγίου Βασιλείου γιόρταζαν, συγκεντρωμένοι στα σπίτια διασκέδαζαν χορεύοντας χωριστά οι άντρες και χωριστά. οι γυναίκες, στα δώματα, στις στέγες που ήταν επίπεδες, σε μικρές πλατείες αν ο καιρός το επέτρεπα.. Το βράδυ της παραμονής της Πρωτοχρονιάς τα παιδιά γύριζαν στα σπίτια και έλεγαν τα κάλαντα Ομάδες, συνήθως από έξι αγόρια η καθεμιά σκόρπιζαν στο χωριό. Τα τρία παιδιά από την κάθε ομάδα ανέβαινα στο δώμα των σπιτιών και από το φεγγίτη (πετζέ) κρατούσαν με σκοινί ένα φανάρι δικής τους κατασκευής και το άφηναν να κατέβει μέσα στο σπίτι. Ανεβοκατέβαζαν μέσα στο δωμάτιο του σπιτιού το φανάρι τους και έψελναν το τροπάριο του Αγίου Βασιλείου ” Εις πάσαν την γην εξήλθεν ο φθόγγος σου …» και πολλές φορές στο τέλος πρόσθεταν : Καλησπέρα στη βραδιά σας, όποιος δώσει να κάμει αγόρι, όποιος δε δώσει, να κάνει κορίτσι, κι αυτό ως το πρωί καμπουριασμένο. Την ίδια στιγμή τα άλλα τρία παιδιά είχαν μπει μέσα στο σπίτι, για να πάρουν τα δώρα που θα τους προσφέρουν, αυγά, πλιγούρι, βούτυρο, ξηρούς καρπούς. Και στων Τούρκων τα σπίτια πήγαιναν παιδιά για να ψάλουν τα κάλαντα τα παιδιά τα έτρωγαν μαζί σε ένα σπίτι . Τη νύχτα εκείνη γινόταν από πολλούς προσκύνημα στα λαξευτά παρεκκλήσια του Αι-Βασίλη και των 40 Μαρτύρων. Οι δρόμοι φωταγωγημένοι από τα κεριά των προσκυνητών που πήγαιναν και έρχονταν παρουσίαζαν υπέροχο θέαμα. Πίστευαν πως τα μεσάνυχτα της Πρωτοχρονιάς ανοίγει ο ουρανός. Αν τη νύχτα της παραμονής γεννιόταν παιδιά, θα ήταν τυχερά. Αν ήταν αγόρια, τους έδιναν στη βάφτιση το όνομα Βασίλης. Ξημερώματα Πρωτοχρονιάς οι γυναίκες έτρεχαν στη βρύση να φέρουν νερό τον Αι-Βασίλη «σουγιού». Γέμισε η κάθε μία τη στάμνα της και κρατούσε ύστερα κάτω από τη βρύση σακούλα μικρή με νομίσματα, για να τρέξει μέσα το νερό και να πολλαπλασιαστούν τα νομίσματα. Ιδιαίτερη ήταν η φροντίδα για το γεύμα το μεσημέρι της Πρωτοχρονιάς. Στο τραπέζι έπρεπε να έχουν κότα γεμιστή με πλιγούρι, ρόδια που επάνω τους κολλούσαν μικρά κεριά και τα άναβαν, μέσα σε ταψί με ξηρούς καρπούς και κεριά αναμμένα, στημένα στη μέση. Το είχαν σε κακό να δανείσουν ή να δώσουν ελεημοσύνη την ημέρα της Πρωτοχρονιάς, θα έφευγε η σοδειά, το μπερεκέτι του σπιτιού. Σαράντα μέρες συνέχεια μετά την Πρωτοχρονιά πολλοί συνήθιζαν να πηγαίνουν στο παρεκκλήσι του Αι-Βασίλη να ανάβουν το καντήλι και να παρακαλούν να τους βοηθήσει. Μια παράδοση αποδίδει την καθιέρωση της βασιλόπιτας στην επινοητικότητα του Αγίου Βασιλείου. Κάποτε κάποιος πολύ σκληρός έπαρχος της Καππαδοκίας πλησίασε την Καισαρεία με άγριες διαθέσεις. Ήθελε να βασανίσει τους χριστιανούς. Τότε ο Μέγας Βασίλειος ζήτησε να του προσφέρουν ότι νόμισμα ή κόσμημα είχε ο καθένας τους, και να τον συνοδεύσουν στην υποδοχή του άρχοντα. Ο έπαρχος αντικρίζοντας το θησαυρό θαμπώθηκε αλλά για λόγους που δε γνωρίζουμε δεν πήρε την προσφορά τους. Ο Άγιος ανακουφίστηκε αλλά βρέθηκε μπροστά σε αδιέξοδο, γιατί δε θυμόταν σε ποιον ανήκε το κάθε αντικείμενο. Βρήκε όμως τη λύση. Έκανε παραγγελία τόσες πίτες όσα ήταν και τα νομίσματα-κοσμήματα και τοποθέτησε σε καθεμία από ένα. Κατόπιν τα μοίρασε στους πιστούς. Σύμφωνα με το θρύλο καθένας έτυχε στην πίτα του ό, τι είχε δωρίσει. Έτσι λένε ότι γεννήθηκε το έθιμο της βασιλόπιτας που κόβουμε την παραμονή ή ανήμερα την Πρωτοχρονιά. Κάλαντα από το Μιστί Αρχήν αρχήν τα κάλαντα Κι αρχή καλά χρόνια Τα πουλιά λαλούν Τσι τα χερώνεια κράζνει} δις Αϊ Βασίλημ καλό ζευγάρη λάμεις Καλόνι αφέντημ καλό τσι ευλογημένο Έχεις τσι ντου αλέτηρ σου Στο χρυσό βουτηγμένο Και το γυνίτσι σου ασημοκαμωμένο Έχεις και τα βουδίτσια σου Της Παναγιάς πουλίτσια καλάντι αφέντημ καλά τσι ευλογημένα άκουντα νουνάκαμ άκουντα αν τσισει τσιάν τσιμάσει γύψει ντου φενέρ μας φώτησε την γενειά μας φώτησε την γενειά μας να σε Φώτης θεός.

 

Έθιμα και παραδόσεις της πατρίδας μας, που δίνουν ξεχωριστό χρώμα στις περιοχές που τα τηρούν ακόμα.

 

Στην πόλη της Χίου την παραμονή της Πρωτοχρονιάς υπάρχει ένα έθιμο, τα αγιοβασιλιάτικα καραβάκια. Σύμφωνα με αυτό, όποιες ενορίες επιθυμούν, κατασκευάζουν (βάσει μακέτας) πλοία, -πολεμικά ή εμπορικά- σε σμύκρινση. Αυτά συναγωνίζονται μεταξύ τους ως προς την ποιότητα κατασκευής και ως προς την ομοιότητα με τα πραγματικά πλοία, ενώ οι ομαδες, το πλήρωμα, του κάθε πλοίου τραγουδούν κάλαντα. Για να έρθουμε τώρα στις μέρες μας στο δίκτυο υπάρχουν διευθύνσεις για χριστουγεννιάτικα δέντρα.Εξάλλου το πλέον απαραίτητο αξεσουάρ των Χριστουγέννων είναι το ωραίο ελατάκι, αληθινό ή ψεύτικο, που φροντίζουμε να το στολίζουμε.

Σύμφωνα με μια άλλη παράδοση, το στόλισμα του δέντρου καθιερώθηκε από τον Μαρτίνο Λούθηρο, ο οποίος, περπατώντας τη νύχτα στα δάση και βλέποντας τα χειμωνιάτικα αστέρια να λάμπουν μέσα στα κλαδιά, συνέλαβε την ιδέα της τοποθέτησης ενός φωτεινού δέντρου στο σπίτι του, που θα απεικόνιζε τον έναστρο ουρανό απ’ όπου ο Χριστός ήρθε στον κόσμο. Ομως σε μερικά μέρη όπως στη Λέσβο το χριστουγεννιάτικο δέντρο δεν είναι από έλατο αλλά από κλαδί ελιάς το οποίο το στολίζουν με χρυσωμένα πορτοκάλια, καρύδια και διάφορα παιχνίδια. Πολλές φορές αντί για κλαδί ελιάς στολίζουν ξύλινα καραβάκια.

 

 

Έθιμα από την Κεντρική Ελλάδα:

«Το τάισμα της βρύσης»

Τα μεσάνυχτα της παραμονής των Χριστουγέννων γίνεται το λεγόμενο “τάισμα” της βρύσης. Οι κοπέλες, τα χαράματα των Χριστουγέννων, αλλού την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, πηγαίνουν στην πιο κοντινή βρύση “για να κλέψουν το άκραντο νερό”. Το λένε άκραντο, δηλαδή αμίλητο, γιατί δε βγάζουν λέξη σ’ όλη τη διαδρομή. Αλείφουν τις βρύσες του χωριού με βούτυρο και μέλι, με την ευχή όπως τρέχει το νερό να τρέχει και η προκοπή στο σπίτι τον καινούργιο χρόνο και όπως γλυκό είναι το μέλι, έτσι γλυκιά να είναι και η ζωή τους. Για να έχουν καλή σοδειά, όταν φτάνουν εκεί, την “ταΐζουν”, με διάφορες λιχουδιές, όπως βούτυρο, ψωμί, τυρί, όσπρια ή κλαδί ελιάς. Έλεγαν μάλιστα πως όποια θα πήγαινε πρώτη στη βρύση, αυτή θα στεκόταν και η πιο τυχερή ολόκληρο το χρόνο. Έπειτα ρίχνουν στη στάμνα ένα βατόφυλλο και τρία χαλίκια, “κλέβουν νερό” και γυρίζουν στα σπίτια τους πάλι αμίλητες μέχρι να πιούνε όλοι από το άκραντο νερό. Με το ίδιο νερό ραντίζουν και τις τέσσερις γωνίες του σπιτιού, ενώ σκορπούν στο σπίτι και τα τρία χαλίκια. «Κλωνάρια στο τζάκι» ή «Πάντρεμα της φωτιάς» Την παραμονή των Χριστουγέννων σε πολλά μέρη της Ελλάδας “παντρεύουν”, τη φωτιά. Παίρνουν δηλαδή ένα ξύλο με θηλυκό όνομα π.χ. κερασιά και ένα με αρσενικό όνομα, συνήθως από αγκαθωτά δέντρα. Τα αγκαθωτά δέντρα, κατά τη λαϊκή αντίληψη, απομακρύνουν τα δαιμονικά όντα, όπως τους καλικάντζαρους. Στη Θεσσαλία, επιστρέφοντας από την εκκλησία στο σπίτι, τα κορίτσια βάζουν παραδίπλα στο αναμμένο τζάκι κλωνάρια κέδρου που τα ξεδιαλέγουν, ενώ τα αγόρια τοποθετούν κλαδιά από αγριοκερασιά. Τα μικρά αυτά κλάδιά δέντρων αντιπροσωπεύουν τις προσωπικές τους επιθυμίες για την πραγματοποίηση μιας όμορφης ζωής. Φροντίζουν μάλιστα τα κλαδιά αυτά να είναι λυγερά και παρακολουθούν με ενδιαφέρον ποιο κλωνάρι θα καιεί πρώτο, καθώς λένε πως αυτό είναι καλό σημάδι για το κορίτσι ή το αγόρι, αντίστοιχα, και συγκεκριμένα πως θα είναι αυτό που θα παντρευτεί πρώτο. «Η γουρουνοχαρά» Ένα από τα σημαντικότερα χριστουγεννιάτικα έθιμα της Θεσσαλίας είναι το σφάξιμο του γουρουνιού. Η προετοιμασία για το σφάξιμο του γουρουνιού γινόταν με εξαιρετική φροντίδα, ενώ επακολουθούσε γλέντι μέχρι τα ξημερώματα, για να επαναληφθεί η ίδια διαδικασία την επόμενη και τη μεθεπόμενη μέρα. Τρεις-τέσσερις συγγενικές οικογένειες καθόριζαν με τη σειρά ποια ημέρα θα έσφαζε το γουρούνι της. Για κάθε σφαγή μεγάλου γουρουνιού απαιτούνταν 5-6 άνδρες, εκτός των παιδιών, που είχαν ηλικία πολλές φορές 20-25 ετών. Επειδή όμως η όλη εργασία είχε ως επακόλουθο το γλέντι και τη χαρά, γι’ αυτό και η ημέρα αυτή καθιερώθηκε ως “γουρουνοχαρά ή γρουνουχαρά”. Όταν μάλιστα προσκαλούσαν κάποιον την ημέρα αυτή, δεν έλεγαν “έλα να σφάξουμε το γουρούνι”, αλλά “έλα, έχουμε γουρουνοχαρά”. Το σφάξιμο των γουρουνιών δεν συνέπιπτε τις ίδιες ημερομηνίες κατά περιφέρειες. Σε άλλες περιοχές τα έσφαζαν 5-6 ημέρες πριν από τα Χριστούγεννα και σε άλλες άρχιζαν από την ημέρα των Χριστουγέννων και μετά, ανάλογα με την παρέα. Τα περισσότερα γουρούνια σφάζονταν στις 27 Δεκεμβρίου, ημέρα του Αγίου Στεφάνου. Γι’ αυτό και η γιορτή αυτή ονομαζόταν “γρουνοστέφανος ή γουρουνοστέφανος”. Υπάρχουν όμως και μικρές περιοχές που τα έσφαζαν ένα μήνα ή και περισσότερο, μετά τα Χριστούγεννα. Μετά το γδάρσιμο, άρχιζε το κόψιμο του λίπους (παστού), για να γίνει έπειτα το κόψιμο του κρέατος σε μικρά τεμάχια. Το λίπος αυτό, αφού το έλιωναν πρώτα, το έβαζαν σε δοχεία λαδιού ή πετρελαίου και αφού πάγωνε, διατηρούνταν σχεδόν όλο το χρόνο. Οι κάτοικοι της Θεσσαλίας το χρησιμοποιούσαν όλο το χρόνο και σε όλα σχεδόν τα φαγητά. Υπήρχαν μάλιστα περιπτώσεις που πολλοί δεν το αντικαθιστούσαν με τίποτα. Ακόμα και το καλοκαίρι στα φαγητά τους χρησιμοποιούσαν λίπος, γιατί το θεωρούσαν δική τους παραγωγή και επομένως φθηνό, σε αντίθεση με το λάδι που το αγόραζαν μισή ή μια οκά για να περάσουν ένα και δυο μήνες. Επίσης, πολλές φτωχές οικογένειες δεν αγόραζαν καθόλου λάδι και δεν ήξεραν ούτε ποιο είναι το χρώμα του. Η γουρουνοχαρά κράτησε, με όλη την αίγλη της, μέχρι το 1940. Συνεχίστηκε βέβαια και αργότερα, μέχρι το 1955, αλλά τα μεγάλα γεγονότα, Κατοχή και εμφύλιος πόλεμος, ανέκοψαν τον ενθουσιασμό και ανέτρεψαν μια παραδοσιακή συνήθεια που κράτησε πολλούς αιώνες.

 

Έθιμα από τη Μακεδονία:

«Το Χριστόξυλο»

Στα χωριά της βόρειας Ελλάδας από τις παραμονές των εορτών ο νοικοκύρης ψάχνει στα χωράφια και διαλέγει το πιο όμορφο, το πιο γερό , το πιο χοντρό ξύλο από πεύκο ή ελιά και το πάει σπίτι του. Αυτό ονομάζεται Χριστόξυλο και είναι το ξύλο που θα καίει για όλο το δωδεκαήμερο των εορτών, από τα Χριστούγεννα μέχρι και τα Φώτα, στο τζάκι του σπιτιού. Η στάχτη των ξύλων αυτών προφύλασσε το σπίτι και τα χωράφια από κάθε κακό.Πριν ο νοικοκύρης φέρει το Χριστόξυλο, κάθε νοικοκυρά φροντίζει να έχει καθαρίσει το σπίτι και με ιδιαίτερη προσοχή το τζάκι , ώστε να μη μείνει ούτε ίχνος από την παλιά στάχτη. Καθαρίζουν ακόμη και την καπνοδόχο, για να μή βρίσκουν πατήματα να κατέβουν οι καλικάντζαροι, τα κακά δαιμόνια, όπως λένε στα παραδοσιακά χριστουγεννιάτικα παραμύθια. Το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων , όταν όλη η οικογένεια θα είναι μαζεμένη γύρω από το τζάκι , ο νοικοκύρης του σπιτιού ανάβει την καινούρια φωτιά και μπαίνει στην εστία το Χριστόξυλο. Σύμφωνα με τις παραδόσεις του λαού, καθώς καίγεται το Χριστόξυλο, ζεσταίνεται ο Χριστός στη φάτνη Του. Σε κάθε σπιτικό, οι νοικοκυραίοι προσπαθούν το Χριστόξυλο να καίει μέχρι τα Φώτα. «Οι Μωμόγεροι» Η λαϊκή φαντασία οργιάζει στην κυριολεξία σχετικά με τους Καλικάντζαρους, που βρίσκουν την ευκαιρία να αλωνίσουν τον κόσμο από τα Χριστούγεννα μέχρι τα Φώτα, τότε δηλαδή που τα νερά είναι “αβάφτιστα”. Η όψη τους τρομακτική, οι σκανδαλιές τους απερίγραπτες και ο μεγάλος φόβος τους η φωτιά. Στις περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης εμφανίζεται το έθιμο των μεταμφιέσεων, που φαίνεται πως έχει σχέση με τους καλικάντζαρους. Στα χωριά Πλατανιά και Σιταγροί του Νομού Δράμας συναντάμε το έθιμο των Μωμόγερων, το οποίο προέρχεται από του Πόντιους πρόσφυγες. Η ονομασία του εθίμου προέρχεται από τις λέξεις μίμος ή μώμος και γέρος και συνδέεται με τις μιμητικές κινήσεις των πρωταγωνιστών. Αυτοί, φορώντας τομάρια ζώων – λύκων, τράγων ή άλλων – ή ντυμένοι με στολές ανθρώπων οπλισμένων με σπαθιά, έχουν τη μορφή γεροντικών προσώπων. Οι Μωμόγεροι, εμφανίζονται καθ’ όλη τη διάρκεια του δωδεκαημέρου των εορτών, και προσδοκώντας τύχη για τη νέα χρονιά, γυρίζουν σε παρέες στους δρόμους των χωριών και τραγουδούν τα κάλαντα ή άλλους ευχετικούς στίχους. Όταν δύο παρέες συναντηθούν, κάνουν ψευτοπόλεμο μεταξύ τους, ώσπου η μία ομάδα να νικήσει και η άλλη να δηλώσει υποταγή. Παραλλαγές του ίδιου εθίμου, συναντώνται σε χωριά της Κοζάνης και της Καστοριάς, με την ονομασία Ραγκουτσάρια.

 

Έθιμα από την Ήπειρο:

«Tα καρύδια»

Τα καρύδια είναι ένα παραδοσιακό ομαδικό παιγνίδι που παίζουν τα παιδιά στην Ήπειρο. Οι κανόνες του παιχνιδιού έχουν ως εξής: Κάποιο παιδί χαράζει στο χώμα μια ευθεία γραμμή. Πάνω σ’ αυτή, κάθε παίκτης βάζει κι από ένα καρύδι στη σειρά. Μετά, ο κάθε παίκτης με τη σειρά του και από κάθετη απόσταση ενός με δύο μέτρα από τη γραμμή των καρυδιών, σημαδεύει σκυφτός, και με το μεγαλύτερο και το πιο στρογγυλό καρύδι του, κάποιο άλλο καρύδι. Όποιο καρύδι πετύχει και το βγάλει έξω από τη γραμμή το κερδίζει και δοκιμάζει ξανά σημαδεύοντας κάποιο άλλο καρύδι. Αν αστοχήσει, συνεχίζει ο επόμενος παίκτης. Το παιχνίδι συνεχίζεται μέχρι να βγουν από τη γραμμή όλα τα καρύδια. «Tο αναμμένο πουρνάρι» Μια ωραία συνήθεια που βασίζεται σε μια παλιά παράδοση. Όταν γεννήθηκε ο Χριστός και πήγαν, λέει, οι βοσκοί να προσκυνήσουν, ήταν νύχτα σκοτεινή. Βρήκαν κάπου ένα ξερό πουρνάρι κι έκοψαν τα κλαδιά του. Πήρε ο καθένας από ένα κλαδί στο χέρι, του έβαλε φωτιά και γέμισε το σκοτεινό βουνό χαρούμενες φωτιές και τριξίματα και κρότους. Από τότε, λοιπόν, έχουν τη συνήθεια στα χωριά της Άρτας, όποιος πάει στο σπίτι του γείτονα, για να πει τα χρόνια πολλά, καθώς και όλα τα παιδιά τα παντρεμένα, που θα πάνε στο πατρικό τους, για να φιλήσουν το χέρι του πατέρα και της μάνας τους, να κρατούν ένα κλαρί πουρνάρι, ή ό,τι άλλο δεντρικό που καίει τρίζοντας. Στο δρόμο το ανάβουν και το πηγαίνουν έτσι αναμμένο στο πατρικό τους σπίτι και γεμίζουν χαρούμενες φωτιές και κρότους τα σκοτεινά δρομάκια του χωριού. Ακόμη και στα Γιάννενα το ίδιο κάνουν. Μόνο που εκεί δεν κρατούν ολόκληρο το κλαρί το πουρνάρι αναμμένο στο χέρι τους – είναι μεγάλη πολιτεία τα Γιάννενα – αλλά κρατούν στη χούφτα τους μια χεριά δαφνόφυλλα και πουρναρόφυλλα, που τα πετούν στο τζάκι, μόλις μπούνε και καλημερίζουν. Κι όταν τα φύλλα τα ξερά πιάσουν φωτιά κι αρχίσουν να τρίζουν και να πετάνε σπίθες, εύχονται: «Αρνιά, κατσίκια, νύφες και γαμπρούς!» Αυτή είναι η καλύτερη ευχή για κάθε νοικοκύρη. Να προκόβουν τα κοπάδια του, να πληθαίνει η φαμελιά του, να μεγαλώνουν τα κορίτσια και τα παλικάρια του, να του φέρνουν στο σπίτι νύφες και γαμπρούς, να του δώσουν εγγόνια που δε θ’ αφήσουν τ’ όνομα το πατρικό να σβήσει.

 

Έθιμα από την Πελοπόννησο:

«Tο σπάσιμο του ροδιού»

Το πρωί της Πρωτοχρονιάς, η οικογένεια πηγαίνει στην εκκλησία και ο νοικοκύρης κρατάει στην τσέπη του ένα ρόδι, για να το λειτουργήσει. Γυρνώντας σπίτι, πρέπει να χτυπήσει το κουδούνι της εξώπορτας -δεν κάνει να ανοίξει ο ίδιος με το κλειδί του- και έτσι να είναι ο πρώτος που θα μπει στο σπίτι για να κάνει το καλό ποδαρικό, με το ρόδι στο χέρι. Μπαίνοντας μέσα, με το δεξί, σπάει το ρόδι πίσω από την εξώπορτα, το ρίχνει δηλαδή κάτω με δύναμη για να σπάσει και να πεταχτούν οι ρώγες του παντού και ταυτόχρονα λέει: “με υγεία, ευτυχία και χαρά το νέο έτος κι όσες ρώγες έχει το ρόδι, τόσες λίρες να έχει η τσέπη μας όλη τη χρονιά”. Τα παιδιά μαζεμένα γύρω-γύρω κοιτάζουν οι ρώγες αν είναι τραγανές και κατακόκκινες. Όσο γερές κι όμορφες είναι οι ρώγες, τόσο χαρούμενες κι ευλογημένες θα είναι οι μέρες που φέρνει μαζί του ο νέος χρόνος.

 

Έθιμα από την Κρήτη:

«Το Χριστόψωμο»

Το ζύμωμα του χριστόψωμου θεωρείται έργο θείο και είναι έθιμο καθαρά Χριστιανικό. Οι γυναίκες φτιάχνουν τη ζύμη με ιδιαίτερη ευλάβεια και υπομονή. Το ζύμωμα είναι μια ιεροτελεστία. Χρησιμοποιούν ακριβά υλικά, όπως ψιλοκοσκινισμένο αλεύρι, ροδόνερο, μέλι, σουσάμι, κανέλα και γαρίφαλα, και κατά τη διάρκεια του ζημώματος λένε: “Ο Χριστός γεννιέται, το φως ανεβαίνει, το προζύμι για να γένει.” Πλάθουν το ζυμάρι και παίρνουν τη μισή ζύμη και φτιάχνουν μια κουλούρα. Με την υπόλοιπη φτιάχνουν σταυρό με λουρίδες απ’ τη ζύμη. Στο κέντρο βάζουν ένα άσπαστο καρύδι ή ένα αυγό, συμβολίζοντας τη γονιμότητα. Στην υπόλοιπη επιφάνεια σχεδιάζουν σχήματα με το μαχαίρι ή με το πιρούνι, όπως λουλούδια, φύλλα, καρπούς, πουλάκια. Σε πολλά μέρη τα χριστόψωμα, τα έφτιαχναν κεντημένα με ωραία σχήματα που γίνονταν πάνω στο ζυμάρι με διάφορα ποτήρια, μικρά ή μεγάλα ή κούπες από βελανίδια που συμβόλιζαν την αφθονία που ήθελαν να έχουν στην παραγωγή των ζώων και της σοδειάς του σπιτιού τους. Για το χριστουγεννιάτικο τραπέζι, το Χριστόψωμο είναι ευλογημένο ψωμί, αφού αυτό θα στηρίξει τη ζωή του νοικοκύρη και της οικογένειάς του. Το κόβουν ανήμερα τα Χριστούγεννα, δίνοντας πολλές ευχές. Απαραίτητος επάνω, χαραγμένος ο σταυρός. Την ημέρα του Χριστού, ο νοικοκύρης παίρνει το χριστόψωμο, το σταυρώνει, το κόβει και το μοιράζει σ’ όλη την οικογένειά του και σε όσους παρευρίσκονται στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι. Μερικοί, εδώ βλέπουν ένα συμβολισμό της Θείας κοινωνίας, όπως ο Χριστός έδωσε τον άρτον της ζωής σε όλη την ανθρώπινη οικογένειά του. Από τις προετοιμασίες της παραμονής των Χριστουγέννων πιο χαρακτηριστική είναι εκείνη που αναφέρεται στο ζύμωμα του χριστόψωμου. Κατά τόπους φτιάχνεται σε διάφορες μορφές και έχει διαφορετικές ονομασίες όπως: “το ψωμό του Χριστού”, “Σταυροί”, “βλάχες” κ.ά.” «Η κοτόσουπα» Κύριο πιάτο την ήμερα των Χριστουγέννων είναι η γαλοπούλα. Την πρωτοχρονιά η συνήθεια ήταν να φτιάχνουν κότα ή “κούρκο” (γαλοπούλα) γεμιστό με κάστανα, καρύδια, σταφίδες, κιμά, κρεμμύδιπιπέρι και μαϊντανό, όλα καβουρδισμένα. Το έθιμο της γαλοπούλας έφτασε στην Ευρώπη από το Μεξικό το 1824 μ.Χ. Ενα άλλο συνηθισμένο πιάτο είναι το ψητό χοιρινό κρέας (το ψήσιμο γινόταν στη χόβολη του τζακιού). Υπήρχε όμως και η εποχή που τη μέρα αυτή έτρωγαν χοιρινό με πρασοσέλινο ή όποιο άλλο κρέας με πιλάφι. Ωστόσο, σε αρκετές περιοχές της χώρας μας διατηρείται το έθιμο της κοτόσουπας, ιδιαίτερα στη Θεσσαλία και στην Κρήτη. Παλαιότερα η κοτόσουπα αποτελούσε το κυρίως πιάτο που έτρωγαν οι Έλληνες όταν επέστρεφαν από την εκκλησία.

 

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ

Την Πέμπτη 7/12/2017 το σχολείο μας θα είναι κλειστό λόγω της συμμετοχής των εκπαιδευτικών στη Γενική Συνέλευση των εκπαιδευτικών Κορυδαλλού – Αγίας Βαρβάρας.

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ

 

Την Παρασκευή 1/12 και ώρα 7:30 στην αίθουσα εκδηλώσεων του 12ου Δημ. Σχ. Κορυδαλλού και στο πλαίσιο της Σχολής Γονέων θα παρακολουθήσουμε εισήγηση με θέμα:

Ασφαλής πλοήγηση των παιδιών στο διαδίκτυο – Οδηγός για Γονείς

Πολυπόθητο δώρο οι υπολογιστές και τα έξυπνα κινητά.

Πόσο ασφαλείς νιώθουμε όταν τα δίνουμε στα παιδιά μας; Πόσο ασφαλή είναι εκείνα;

 

Ενημέρωση & συζήτηση με την κυρία Βάσω Μπελιά καθηγήτρια πληροφορικής

και  συντονίστρια του Δημοτικού Κέντρου Επιμόρφωσης Κορυδαλλού.

Παρακαλείσθε να συμμετέχετε.

 

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ

Τη Δευτέρα, 20/11/2017, το σχολείο θα λειτουργήσει κανονικά.

Τα μαθήματα θα ξεκινήσουν στις 8:15 π.μ.. Στις 9:00 π. μ. με 10:00 π.μ. θα πραγματοποιηθεί η γιορτή που έχει ετοιμάσει η Ε’ τάξη για την Επέτειο της Εξέγερσης του Πολυτεχνείου. Μετά τη λήξη της γιορτής τα μαθήματα θα συνεχιστούν κανονικά.

Αν υπάρξει κάτι νεότερο, θα σας ενημερώσουμε.

ΕΠΕΙΓΟΥΣΑ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ

Σήμερα, Παρασκευή 17 Νοέμβρη 2017, το σχολειο μας θα παραμείνει κλειστό. Η Πειφέρεια Αττικής έκλεισε όλα τα σχολεία ,  λόγω επικίνδυνων καιρικών φαινομένων.


Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση
Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων