Κουβὰ δὲν ἔχεις καὶ τὸ πηγάδι εἶναι βαθύ είχε απαντήσει σε ευαγγέλιο αποδιδόμενο στον Ιωάννη, μια Σαμαρίτισσα, πεντάκις παντρεμένη και με 6ο μνηστήρα, όταν ο Ιησούς που καθόταν στο χείλος του την υποσχέθηκε πως θα την έδινε να πιει ζωντανό νερό.
Πόσο βαθύ ήταν το πηγάδι του ευαγγελιστή μάλλον δεν θα το πιστοποιήσουμε ποτέ, όμως το πηγάδι, το οποίο ανακαλύφτηκε στην κεντρική πλατεία της Κοζάνης το Σεπτέμβριο του 2014, είναι εύκολο να μετρηθεί.
Το δύσκολο στην προκείμενη περίπτωση είναι το άντλημα, αυτό δηλαδή που πρέπει να κατεβάσει κανείς μέσα για να φέρει επάνω το νερό, το σκεύος, το αγγιό, όπως ονομάζεται στην ιδιόλεκτο της περιοχής. Χρειάζεται κάποια τέχνη να το ρίξεις και να το ανασύρεις από το ειρημένο πηγάδι γεμάτο, όχι βέβαια με το υπάρχον, αλλά με το ζωντανό νερό. Συνεπώς περιττεύει να ειπωθεί πως όποιος έχει μικρό αγγιό, αρύει και λίγο ύδωρ ζων ελληνιστί ή λάλον ύδωρ σύμφωνα με τον τελευταίο χρησμό του Μαντείου των Δελφών.
Η διακοίνωση στα ΜΜΕ του ευρεθέντος φρέατος ως πηγαδιού, είναι μάλλον προβληματική. Γενικώς, η λέξη πηγάδι παραπέμπει σε επίρρυτο νερό, τρεχούμενο δηλαδή, ή που πηγάζει μέσα από τη γη. Συνώνυμες ο κρουνός και η ανάβρα ή το αναβρυκό. Το φρέαρ, δηλαδή η περίκτιστη τεχνητή οπή εδάφους όπου συγκεντρώνεται νερό, ονομάζεται στην ιδιόλεκτο της Αιανής μπνάρ(ι), αλλά μπνάργια μόνον έξωθεν του σημερινού βυζαντινού ναού του Αγίου Δημητρίου υπήρχαν, κι αυτά στενάζουν σήμερα σκεπασμένα από λαίμαργους γεωργικούς ελκυστήρες.
Οπότε φρέαρ βρέθηκε στις αρχές του περασμένου Σεπτεμβρίου, κατά την ενεστώσα ευρωβόρα ανάπλαση της κεντρικής πλατείας της πόλης, αχρείαστη κατά τον γράφοντα, όχι πηγάδι. Στην ιδιόλεκτο της πόλης αποκαλούταν παλαιότερα αρβανίκους, προφανώς λόγω Αρβανιτών φρεατωρύχων που είχαν ειδικευθεί στην κατασκευή, αφού η Κοζάνη, δέκτης επιπολάζουσας αστυφιλίας στα μέσα της προηγούμενης χιλιετίας, δεν διέθετε αρκετό νερό τις θερμές εποχές.
Την ανακάλυψή φρέατος ακολούθησαν δημοσιεύσεις διανοητών, φιλιστόρων, αρχαιολόγων, ιστορικών, ιατρών κι αρχιτεκτόνων. Με μια μικρή έρευνα στο διαδίκτυο, απλώνονται αυτές με ευκολία στα μάτια των αναγνωστών, οπότε δεν χρειάζεται να αναφερθούν διεξοδικά εδώ. Διανοητές σαν το Γιώργο Παφίλη και φιλίστορες όπως ο Δημήτρης Βούρκας πρότειναν όχι μόνον να παραμείνει το αποκαλυφθέν φρέαρ στη θέση του, αλλά και να αναδειχθεί ως αξιοθέατο. Φυσικό (και ορθόν) ήταν να συμπλεύσουν μαζί τους δύο αρχαιολόγισσες, εξ επαγγέλματος τουλάχιστον, αφού κάθε εύρημα του παρελθόντος όχι μόνον δεν είναι πρέπον να επιχωματώνεται, αλλά ούτε και να μετακινείται από τον συμφραζόμενο χώρο του. Την άποψή τους συμμερίστηκε και λόγιος, διδάκτορας της ιατρικής.
Εν αντιθέσει με τους ανωτέρω, ιστορικός προσπάθησε να εντάξει τον αρβανίκου στον οικιστικό ιστό. Χαρακτήρισε τη διατήρησή του κακόγουστη πινελιά επάνω, στην ευρωπαϊκών προδιαγραφών, πλατεία και πρότεινε να μεταφερθεί σε άλλο μέρος. Πολεοδόμος, που εν τέλει προτίμησε να αφεθεί επιτόπου το φρέαρ και να αναδειχθεί, θεώρησε πως το εύρημα δεν αποτελεί σημαντικό ιστορικό μνημείο.
Ελκυστικότερα είναι τα σχόλια που ακολούθησαν τις ανωτέρω δημοσιεύσεις, επώνυμα κι ανώνυμα, ιδιαίτερα όσα γράφτηκαν στο Βιβλίο των Προσώπων (Facebook). Αν και τα τελευταία δεν είναι ορατά σε όλους, αποτελούν ικανά χωρία για την εκπόνηση μιας ιστορικής εργασίας για τα παίγνια της μνήμης, την οικιστική εξέλιξη της πόλης, την χαρτογράφηση του εργατικού της δυναμικού, την εξόρυξη και μεταφορά υλικών, την ιδεολογική κατάτμηση εντοπίων κι επήλυδων κοκ. Στα σχόλια είχε εμπλακεί κι ο γράφων υποστηρίζοντας λιτά τόσο την επί τόπου διατήρηση του αρβανίκου όσο και την σπουδαιότητα του ευρήματος.
Πρόκειται για αυθεντική ιστορική πηγή. Αν σήμερα η ανάγνωσή του βασίζεται σε αποσπασματικά στοιχεία, οπότε κρίνεται θαμπή, στο μέλλον, όπου οι μελετητές θα εργάζονται με πιο ρωμαλέα εργαλεία, θα είναι σίγουρα καθαρότερη. Η παλαιά πέτρινη πόλη του Μιχάλη Παπακωνσταντίνου δεν έχει ουδεμία σχέση με τη σημερινή σκυροδεμένη αντίστοιχη και το συνεχή αρχιτεκτονικό δυτικισμό της. Κινδυνεύει άραγε από ένα ατεχνούργητο φρέαρ, έναν ασήμαντο αρβανίκου;
Ας περάσουμε τώρα στην ιστορική ανάλυσή του με όσα τεκμήρια διαθέτουμε μπροστά μας. Περισσότερα υπάρχουν στη Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης, αλλά ο γράφων δυστυχώς προ ετών είχε ξεφυλλίσει ορισμένα μόνον από αυτά. Μία πλήρης μελέτη τους θα φωτίσει αρκετά δυνατά το μεσαιωνικό σκηνικό. Λοιπόν, η απουσία οίκησης της πλατείας φανερώνει τον παλαιόθεν κοινόχρηστο χώρο της. Το φρέαρ είναι κοινοβιακό, όχι ιδιωτικό. Οπότε σχηματίζονται δύο κύριες υποθέσεις εργασίας ως προς τη χρήση του:
α) το νερό του ήταν απαραίτητο για την κατεργασία δερμάτων (σλαβιστί κόζια, κουζίνια στην ιδιόλεκτο της Αιανής, εξ ου και το προκύψαν οικωνύμιο Κόζιανη) από βυρσοδέψες της συνοικίας Βλάθκα (Βλάχικα). Άρα η δημιουργία του προχωρεί βαθύτερα στο χρόνο
β) ανήκε στον γειτνιάζοντα ναό του Αγίου Νικολάου και ήταν απαραίτητο για την επίγεια και μεταφυσική απορρύπανση του εκκλησιάσματος σε περιόδους ξηρασίας
Αν μελετηθεί ο τρόπος κατασκευής του και συγκριθεί με άλλα αντίστοιχα, της περιοχής ή γενικότερα, ποια συμπεράσματα άραγε θα προκύψουν; Σε περίπτωση που ανασκαφεί ο πυθμένας του, τι καινούρια πράγματα θα δείξει;
Ο αρβανίκους πρέπει να διαπρέψει ανέγγιχτος στη θέση του προκαλώντας όσους έχουν αγγιά να τα δοκιμάσουν εντός του!
Το κείμενο δημοσιεύτηκε πρόσφατα πρώτη φορά στο περιοδικό της Κοζάνης Together 7 (Απρίλιος 2015) 80