polytexneio.jpgΣήμερα στην αίθουσα καθηγητών συζητήθηκε με αρκετή θλίψη το θέμα της γιορτής του Πολυτεχνείου και της απόστασής μας από αυτήν. «?η γιορτή μοιάζει σαν τον χρυσό σταυρό που κοσμεί τους λαιμούς νεαρών ερωτιδέων ή ηλιοκαμένων καμακιών. Καμιά επαφή με το ουσιαστικό περιεχόμενο του σταυρού. Στολίδι, ένταση του αισθησιασμού. Ετσι και οι γιορτές του Πολυτεχνείου κατέληξαν σε εκτόνωση, σε κομματικό σφετερισμό και σε συνθήματα άσχετα από το ιδεολογικό περιεχόμενο των γεγονότων που η μνήμη τους συνέθεσε τους επί «εθνικού» επιπέδου εορτασμούς της επετείου (?) Το τραγικό είναι που κάθε κυβέρνηση βρίσκει τον τρόπο να συνδεθεί κατευθείαν με τις επετείους αυτές, αγνοώντας τα αληθινά μηνύματα των γεγονότων που τις συνέθεσαν (?)»

Κι όμως, ο Μάνος Χατζιδάκις τα έγραψε αυτά στο «Τέταρτο» ήδη από το 1985. Δώδεκα χρόνια μετά την εξέγερση και η πικρή γεύση της εκμετάλλευσης του νοήματός της, είχε περάσει σε πολλούς σκεπτόμενους ανθρώπους. «Σέβομαι βαθιά αυτές τις γιορτές γι? αυτούς που χάθηκαν κι όχι για τους εναπομείναντες που προσπαθούν να τις επωφεληθούν στο έπακρον (?)», είχε γράψει τότε.

Ένα σχόλιο στο “Η γιορτή του Πολυτεχνείου”
  1. Σαν μια προέκταση όσων γράφεις, σου θυμίζω (και σου το αφιερώνω εξαιρετικά) ένα ωραίο τραγούδι του Τσακνή,
    “Νοέμβρης ’90 (17 χρόνια μετά)” λέγεται. Νομίζω ότι θα σου αρέσει, αν και είναι πολύ πικρό, πονάει. Λέει λοιπόν:
    Τη μέρα αυτή που διάλεξα εδώ μπροστά σας να σταθώ,
    τραγούδια και μισόλογα στο φως να καταθέσω
    πώς πήρα τέτοια απόφαση, δεν ξέρω αν θ’ αντέξω
    η μέρα αυτή θυμίζει μακελειό.

    Νοέμβρης ήταν τη χρονιά που εδώ γινόταν του χαμού,
    εγώ ήμουν δεκαεννιά και αυτή εβδομήντα τρία
    και να που ερωτεύτηκα κάποια χρονολογία
    κι ο έρωτας κρατάει για καιρό.

    Μα έχει ο καιρός γυρίσματα, μεγάλωσε κι αυτή κι εγώ
    μεγάλωσαν κι οι φίλοι μου εκεί γύρω στα σαράντα
    στα κόμματα γαντζώθηκαν κι εγώ δεν ξέρω τι να πω
    κι άλλοι στο σπιτάκι τους για πάντα.

    Η απόσταση μας έσωσε μα οι θύμησες πληγώνουνε
    και λέμε σαν βρισκόμαστε τα ίδια και τα ίδια
    μα νιώθω σαν μικρό παιδί που πάλι το μαλώσανε
    και φεύγω σε μια άγονη επαρχία.

    Κοιτάζω πάλι πίσω μου, δυο γιους απόχτησα κι εγώ
    δεκαεφτά Νοέμβρηδες μου βάρυναν την πλάτη
    σημαίες και γαρίφαλα, εμπόριο κι απάτη
    και λόγοι επισήμων στο κενό.

    Κρατάω το στόμα μου κλειστό, τα χείλη μου ματώσανε
    κι αυτοί που μας προδώσανε ανέραστοι να μείνουν
    Κ…φάλες!…Δεν ξοφλήσαμε, αυτό έχω μόνο να τους πω
    Τα όνειρα των εραστών δεν σβήνουν.

  2.  

Αφήστε μια απάντηση

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση
Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων