Το νέο ιστολόγιο του Συνδέσμου
Το ΚΗ΄Σεμινάριο Ομηρικής Φιλολογίας στην Ιθάκη (3/9/2013), προοίμιο του Διεθνούς Συνεδρίου (3-7/9/2013), δυστυχώς δεν θα πραγματοποιηθεί, λόγω απροθυμίας των συναδέλφων να συμμετάσχουν, ιδίοις εξόδοις, μετά την αδυναμία του Δήμου Ιθάκης να καλύψει τα έξοδα διαμονής, ως είχε αρχικά εξαγγελθεί.
Η Π.Ε.Φ. δηλώνει τη μεγάλη της λύπη και απογοήτευση για τη απροσδόκητη αυτή εξέλιξη, που απομακρύνει, για πρώτη φορά, τους καθηγητές της Β/θμιας Εκπ/σης από τις εργασίες του Ομηρικού Σεμιναρίου, τόσο λυσιτελούς για τους συναδέλφους, στη διοργάνωση του οποίου η Π.Ε.Φ. συμμετέχει ουσιαστικά και επί σειρά ετών, ήδη από το 1995.
Η Πανελλήνια Ένωση Φιλολόγων υπόσχεται να εξετάσει τη δυνατότητα συνέχισης αυτού του θεσμού, για την εφετινή ματαίωση του οποίου δεν ευθύνεται η ίδια.
Αναστάσιος Αγγ. Στέφος
Πρόεδρος Π.Ε.Φ.
Με ιδιαίτερη ανησυχία η Πανελλήνια Ένωση Φιλολόγων πληροφορήθηκε πως συζητείται το ενδεχόμενο να δίδεται ως αντικείμενο πρώτης ανάθεσης το μάθημα της Ιστορίας σε καθηγητές άλλων ειδικοτήτων (ξενόγλωσσους, θεολόγους, κοινωνιολόγους κ.ά.).
Η ΠΕΦ εκφράζει την εντονότατη αντίθεσή της στην υλοποίηση του σχεδιασμού αυτού, ο οποίος θα οδηγήσει σε περαιτέρω υποβάθμιση το πολύπαθο μάθημα της Ιστορίας.
Πρέπει επιτέλους η πολιτεία να παύσει να αντιμετωπίζει το μάθημα της Ιστορίας με τη λογική της κάλυψης κενών και της τυπικής διεκπεραίωσης του ωρολογίου προγράμματος. Οφείλει δε να αντιληφθεί πως η πραγματική δημοκρατική διαπαιδαγώγηση των αυριανών πολιτών στηρίζεται εν πολλοίς στη διαμόρφωση μιας ουσιαστικής ιστορικής συνείδησης.
Σε μια εποχή κατά την οποία τα φαινόμενα τυφλής βίας και μισαλλοδοξίας ολοένα πληθύνονται, είναι αδιανόητο να υποβαθμίζεται ένα μείζονος μορφωτικής και διαπαιδαγωγικής αξίας μάθημα, όπως η Ιστορία, με την ευκαιριακή ανάθεση της διδασκαλίας του σε καθηγητές άλλων ειδικοτήτων, οι οποίοι δεν διαθέτουν την επιστημονική επάρκεια για να ανταποκριθούν στις υψηλές απαιτήσεις του. Είναι χαρακτηριστικό ότι καθηγητές ξενογλώσσων ειδικοτήτων δεν έχουν διδαχθεί την Ιστορία σε προπτυχιακό επίπεδο. Αξίζει επίσης να σημειωθεί πως στον διαγωνισμό του ΑΣΕΠ, από όλες τις άλλες ειδικότητες μόνον οι υποψήφιοι για διορισμό φιλόλογοι εξετάζονται στο μάθημα της Ιστορίας. Πώς είναι δυνατόν λοιπόν να τους αφαιρείται η δυνατότητα διδασκαλίας ενός αντικειμένου που θεωρείται προαπαιτούμενο του διορισμού τους στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση και να ανατίθεται σε άλλες ειδικότητες οι οποίες δεν έχουν τύχει ούτε της στοιχειώδους προπτυχιακής κατάρτισης στο μάθημα;
Η ΠΕΦ ζητεί να αρθεί αμέσως η υποβάθμιση του μαθήματος και να αποκατασταθεί η βαρύτατα πληγείσα τα τελευταία χρόνια αξία του, με την αύξηση των ωρών διδασκαλίας του (και μάλιστα στην Τεχνική Επαγγελματική Εκπαίδευση στην οποία το μάθημα είναι εξαιρετικά υποβαθμισμένο) και με την αποκλειστική ανάθεση της διδασκαλίας της Ιστορίας σε φιλολόγους, οι οποίοι εξ άλλου μπορούν να αξιοποιούν την ιστορική γνώση αναδεικνύοντας την ιστορική διάσταση και στα άλλα διδακτικά αντικείμενα (Αρχαία Ελληνική Γλώσσα και Γραμματεία, Νέα Ελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία, Φιλοσοφία) και μετατρέποντας έτσι σε καθημερινή πράξη το αρχαίο ρητό ὄλβιος ὅστις τῆς ἱστορίης ἔσχε μάθησιν.
Ζητούμε από τα ιστορικά τμήματα των Φιλοσοφικών Σχολών να υπερασπισθούν την ιστορική επιστήμη και γνώση συντασσόμενοι στον αγώνα για την υπεράσπιση του μαθήματος με τους μαχόμενους φιλολόγους της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης.
ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΠΕΦ
ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ, Ο «ΤΡΑΓΙΚΩΤΑΤΟΣ ΤΩΝ ΠΟΙΗΤΩΝ» ΚΑΙ
O «ΑΠΟ ΣΚΗΝΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ»
ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΙ ΝΕΩΤΕΡΙΚΟΤΗΤΑ
Ο Ευριπίδης (485-406 π.Χ.), από τη Σαλαμίνα, βαθύς ερευνητής της ανθρώπινης ψυχολογίας, ο «τραγικώτατος» των ποιητών, κατά τον Αριστοτέλη (Ποιητική 1453 α 29), ανανέωσε τον τραγικό ποιητικό λόγο και καινοτόμησε με την εισαγωγή νεωτερικών στοιχείων. Το έργο του (92 τραγωδίες – 18 σωζόμενες και ένα σατυρικό δράμα), με πολιτικό προσανατολισμό, απηχεί προβλήματα της εποχής του (εμπειρία πελοποννησιακού πολέμου – πολιτική και ηθική κρίση – ιδεολογικές συγκρούσεις) και αποτυπώνει όλες τις νέες ιδέες εκείνης της εποχής. Το θέατρό του, οικείο και συνάμα πικρό, προκάλεσε έκπληξη και συζητήσεις, με έντονο προβληματισμό, πολύ περισσότερο από τους άλλους δύο μεγάλους τραγικούς.
ΘΕΜΑΤΙΚΟΙ ΑΞΟΝΕΣ
Χαρακτηριστικά της ποιητικής του τέχνης (δομικά στοιχεία, γλώσσα, ύφος, σκηνικά μέσα).
Θεματολογία (Πόλεμος, πολιτική, πρόσωπα, διαγραφή χαρακτήρων, «διαχείριση του μύθου»).
Γυναικείες μορφές στο έργο του.
Η νεωτερικότητα του τραγικού και η σχέση του με τις κρατούσες αντιλήψεις και τους θεσμούς. Ο Ευριπίδης και η Σοφιστική. Σύγκριση με τους άλλους τραγικούς.
Η κριτική για τον Ευριπίδη (Αρχαιότητα: Αριστοφάνης κ.ά – και νεότεροι χρόνοι).
Η πρόσληψη του Ευριπίδη και η επίδρασή του στους αρχαίους και σύγχρονους δραματουργούς και στη νέα ελληνική λογοτεχνία. Νεοελληνικές μεταφράσεις. Σκηνική παρουσία: θεατρικές παραστάσεις και κινηματογραφικές μεταφορές.
Ο σχολικός Ευριπίδης.
Οργανωτικό πλαίσιο του Συνεδρίου:
Το Συνέδριο, που τελεί υπό την αιγίδα του Υπουργείου Παιδείας, θα το παρακολουθήσουν οι Περιφερειακοί Διευθυντές Εκπαίδευσης, οι Προϊστάμενοι Επιστημονικής και Παιδαγωγικής Καθοδήγησης κλ. ΠΕ2, οι Σχολικοί Σύμβουλοι, οι Διευθυντές Εκπαίδευσης κλάδου ΠΕ2, οι Πρόεδροι των Τοπικών Συνδέσμων Φιλολόγων και του Συνδέσμου Ελλήνων Κυπρίων Φιλολόγων, φιλόλογοι, εκπρόσωποι από τις Διευθύνσεις Β/θμιας Εκπαίδευσης όλης της χώρας και αντιπροσωπεία φιλολόγων από την Κύπρο.
Οι εισηγήσεις θα έχουν τη μορφή προφορικής εισήγησης, διάρκειας 20΄. Θα επιλεγούν 25 εισηγήσεις περίπου.
Οι προτάσεις για συμμετοχή στο Συνέδριο πρέπει να σταλούν ταχυδρομικώς ή ηλεκτρονικώς το αργότερο ως τις 20 Ιουνίου 2013.
H πρόταση θα περιλαμβάνει τον τίτλο της εισήγησης, περίληψη μιας σελίδας, ιδιότητα, διεύθυνση και τηλέφωνο του εισηγητή.
Οι εισηγήσεις του συνεδρίου θα εκδοθούν σε ειδικό τόμο της Π.Ε.Φ. και οι εισηγητές θα πρέπει να παραδώσουν εγκαίρως το κείμενό τους.
Οργανωτική επιτροπή: Μανώλης Στεργιούλης, Τασούλα Καραγεωργίου, Γεωργία Χαριτίδου, Σπύρος Τουλιάτος, Αντώνης Μαστραπάς, Μπάμπης Παπαδόπουλος, Αναστασία Αβραμίδου, Γιάννης Σπυράλατος.
Για το Διοικητικό Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος Αναστάσιος Στέφος |
Η Γενική Γραμματέας Γεωργία Χαριτίδου |
Διαβάστε τις εισηγήσεις στην επιστημονική ημερίδα που διοργάνωσε ο Σύνδεσμος Φιλολόγων Δράμας με θέμα τα προγράμματα σπουδών της Λογοτεχνίας .
Ο Δήμος Καλαμάτας, η Κοινωφελής Επιχείρηση “ΦΑΡΙΣ” και ο Σύνδεσμος Φιλολόγων Μεσσηνίας προκηρύσσουν βραβείοποίησης πρωτοεμφανιζόμενου ποιητή “Μ. Πολυδούρη”, με χρηματικό έπαθλο 2.000,00 ευρώ (δύο χιλιάδων ευρώ).
Το βραβείο είναι ετήσιο, πανελλήνιο, θα απονέμεται στα Πολυδούρεια και για φέτος θα δοθεί στα Ε΄ Πολυδούρεια.
Η αίτηση συμμετοχής για το βραβείο πρέπει να συνοδεύεται από την ποιητική συλλογή, η οποία έχει εκδοθεί την προηγούμενη χρονιά της βράβευσης (για φέτος έκδοση μέχρι 31/12/12) και κατατίθεται στη Γραμματεία της Κ.Ε. “ΦΑΡΙΣ” (τηλ. 2721095611-13) μέχρι 15 Φεβρουαρίου 2013, πριν τη λήξη της προθεσμίας αυτής, σε πέντε αντίτυπα, με την ένδειξη “Για το βραβείο ποίησης της Μ. Πολυδούρη”.
Εκ μέρους του Συνδέσμου Φιλολόγων Μεσσηνίας
ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ
Η Δημοτική Κίνηση διοργανώνει και φέτος
ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΟ BAZAAR
για ενίσχυση μαθητών άνεργων γονέων του Δήμου Κοζάνης
την Κυριακή, στις 16 Δεκεμβρίου, στο Ξενοδοχείο Ερμιόνιο (ώρες 11.00-14.00),
καθώς επίσης και στις 21, 22 και 23 Δεκεμβρίου,
στην Κεντρική Πλατεία Κοζάνης (ή στον προθάλαμο του κινηματοθέατρου ‘Φίλιππος’ σε περίπτωση κακοκαιρίας)
(ώρες 10.00-18.00)
Τα προς πώληση αντικείμενα και γλυκά είναι όλα χειροποίητα
Το bazaar θα πλαισιώσουν με χριστουγεννιάτικα κάλαντα την Κυριακή 23 Δεκεμβρίου οι Χορωδίες των:
Συνδέσμου Πολιτικών Συνταξιούχων Κοζάνης ώρα 11.30
Λαογραφικού Συλλόγου Λευκόβρυσης ‘Διγενής Ακρίτας’ ώρα 12.00
ΚΑΠΗ Δήμου Κοζάνης ώρα 13.00
Προς:
Αξιότιμο Υπουργό
Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων,
Πολιτισμού και Αθλητισμού
κ. Κων/νο Αρβανιτόπουλο
Αξιότιμε κ. Υπουργέ,
Απευθυνόμαστε σε εσάς για το μείζον, όπως αποδεικνύεται, ζήτημα της διδασκαλίας της Ιστορίας στα σχολεία μας, Γυμνάσια και Λύκεια. Η πρακτική των τελευταίων ετών να ανατίθεται μαζικά η Ιστορία ως μάθημα δεύτερης ανάθεσης σε συναδέλφους άλλων ειδικοτήτων πλην του κλάδου ΠΕΟ2, ο οποίος το διδάσκει σε πρώτη ανάθεση, έχει πλέον υπερβεί τα εσκαμμένα, παραβιάζοντας κάθε επιστημονική και παιδαγωγική δεοντολογία, αλλά και την κοινή λογική. Πού μπορεί να οδηγήσει η πρακτική αυτή, κ. Υπουργέ; Πού αλλού εκτός από την πλήρη απαξίωση του μαθήματος της Ιστορίας, αλλά και την υποβάθμιση της ιστορικής μνήμης των μαθητών μας και ολόκληρου του ελληνικού λαού;
Ας μιλήσουμε χωρίς περιστροφές, κ. Υπουργέ: η Ιστορία έχει καταντήσει ένα μάθημα-άθυρμα, μια «νεκρή ζώνη» του σχολικού προγράμματος, στην οποία κινούνται με άνεση πολλοί και διάφοροι κλάδοι, όχι όμως ο κλάδος που (υποτίθεται ότι) το διδάσκει σε πρώτη ανάθεση!
Γνωρίζουμε, φυσικά, ότι το πρόβλημα δεν ξεκίνησε τώρα, ούτε οφείλεται σε δικές σας ενέργειες. Με υπουργική απόφαση της προκατόχου σας (81504/Δ2/19-7-2011, παρ. 7) οριζόταν ότι η διδασκαλία σε δεύτερη ανάθεση δεν μπορεί να υπερβαίνει τις επτά (7) ώρες ανά εκπαιδευτικό, αλλά αίφνης, λίγους μόλις μήνες αργότερα, με την υπουργική απόφαση 23464/Γ2/6-3-2012 οι επτά ώρες γίνονται δέκα (10) και, το χειρότερο, προβλέπεται ότι «σε εξαιρετικές περιπτώσεις και ύστερα από απόφαση του ΠΥΣΔΕ δύναται να αυξηθεί το ανωτέρω όριο…». Το πόσο «δύναται να αυξηθεί το ανωτέρω όριο» δε διευκρινίζεται, αποτελεί όμως κοινό μυστικό ότι το χωρίο αυτό ερμηνεύεται κατά το δοκούν. Δίνεται, έτσι, η χαριστική βολή στο μάθημα της Ιστορίας, καθώς οι «εξαιρετικές περιπτώσεις» μπορεί πλέον να αποτελούν τη συνήθη πρακτική, ενώ παράλληλα δημιουργείται το παράδοξο να μπορεί να εξαντλεί κανείς το ωράριό του σε ένα αντικείμενο που δεν είναι της ειδικότητάς του και για τη διδασκαλία του οποίου, σε τελική ανάλυση, δε διορίστηκε. Είναι απορίας άξιο, μάλιστα, πώς θα αξιολογηθεί ο συγκεκριμένος συνάδελφος (και από ποιον σχολικό σύμβουλο, του κλάδου του ή του κλάδου ΠΕ02;) για να κριθεί η διδακτική του επάρκεια και, πιθανότατα, το υπηρεσιακό του μέλλον. Ας αφήσουμε ότι με τον τρόπο αυτό η ίδια η Πολιτεία απαξιώνει και κονιορτοποιεί το θεσμό των εξετάσεων του ΑΣΕΠ, καθώς οι μεν υποψήφιοι του κλάδου ΠΕ02 διαβάζουν και εξετάζονται σε εκατοντάδες σελίδες για το μάθημα της Ιστορίας, ενώ οι υποψήφιοι των κλάδων που το διδάσκουν σε δεύτερη ανάθεση δε διαβάζουν και δεν εξετάζονται ούτε σε μία σελίδα, μπορούν όμως να καλύπτουν με το συγκεκριμένο διδακτικό αντικείμενο ενδεχομένως και όλο το ωράριό τους!
Μπορεί, λοιπόν, να μην ευθύνεστε εσείς προσωπικά, κ. Υπουργέ, για το θέατρο αυτό του παραλόγου, είναι όμως στο χέρι σας να το ακυρώσετε, σήμερα κιόλας, περιορίζοντας δραστικά, ειδικά για το μάθημα της Ιστορίας, τις ώρες της δεύτερης ανάθεσης, με προοπτική (λόγω των συνταξιοδοτήσεων που θα προκύψουν) τη σταδιακή μείωση και, εν τέλει, το μηδενισμό των ωρών αυτών σε εύλογο βάθος χρόνου. Θεωρούμε ότι αυτή είναι μια τίμια και ουσιαστική λύση, που αντιμετωπίζει κατάματα το πρόβλημα και αναδεικνύει στην πράξη τη μεγάλη σπουδαιότητα και την τεράστια σημασία του μαθήματος της Ιστορίας, σε μια ευρωπαϊκή χώρα με πλούσιο ιστορικό παρελθόν, που φέρει, μάλιστα, την πατρότητα της ίδιας της λέξης Ιστορία. Ελπίζουμε ότι μια νηφάλια και σοβαρή αντιμετώπιση του όλου ζητήματος θα διαβλέψει την ορθότητα της πρότασής μας και οι μελλοντικές αποφάσεις σας θα προσανατολιστούν ανάλογα.
Για το Δ.Σ.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΕΝ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Μοράτος Ανδρέας Κονδυλόπουλος Ιωάννης
(Αναδημοσίευση από
http://www.kozan.gr)
Όταν πεθαίνει ένας άνθρωπος, ορφανεύουν οι οικείοι του. Όταν πεθαίνει ένας δάσκαλος, ορφανεύουν οι μαθητές του. Όταν πεθαίνει ένας ποιητής, ορφανεύει ο κόσμος όλος. Ο Μίμης Σουλιώτης έχει το εξαιρετικό προνόμιο να ανήκει και στις τρεις κατηγορίες. Η ορφάνια είναι η αίσθηση εκείνη που καθιζάνει πέραν όλων των άλλων, του θρήνου, του πένθους, της απώλειας. Ήταν ο αναντικατάστατος δάσκαλος της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, ο εμβριθής γνώστης των κειμένων, των γνωστών και των αγνώστων, εκείνων που ζούσαν στο ημίφως και στο περιθώριο της ιστορίας της λογοτεχνίας, έως ότου αναθέσει σε κάποιον από τους προπτυχιακούς, μεταπτυχιακούς ή τους υποψήφιους διδάκτορες να διατρυπήσουν το φλοιό της λογοτεχνίας αναζητώντας πάντα τον πυρήνα. Ο ίδιος, με τη σπάνια οξυδέρκειά του, στεκόταν ήδη εκεί, στον πυρήνα, καθώς μυριζόταν εκ προοιμίου τα πορίσματα, πανέτοιμος εντούτοις να υποδεχτεί τα καινά, εκείνα που του προσκόμιζαν όσοι είχαν την τύχη να είναι φοιτητές του. Ένας από αυτούς άφησε χτες σε ηλεκτρονικό μήνυμα το απόσταγμα αυτής της σπάνιας εμπειρίας: «Ήταν μοναδικός στο να αγγίζει ζωές». Πράγματι, ο δάσκαλος Σουλιώτης, όχι μόνο άγγιζε ζωές, αλλά γνώριζε καλά τον τρόπο να τις μεταμορφώνει, με το βαρύτιμο εκτόπισμα της πνευματικής του παρουσίας. Σαν τη μέλισσα στεκόταν και έβγαζε από τον καθένα ό,τι καλύτερο διέθετε, ακόμα και όταν αυτό που διέθετε το αγνοούσε ο ίδιος ή το διατηρούσε σε χειμερία νάρκη.
Όταν ουδείς σχεδόν στην Ελλάδα γνώριζε τον όρο δημιουργική γραφή, ο Μίμης Σουλιώτης ξεκινούσε ήδη τα πρώτα εργαστήρια δημιουργικής γραφής στις Πρέσπες και στο Ευρωβαλκανικό Άσυλο Ποίησης, δημιούργημά του επίσης, που θα οδηγούσαν στο πρωτοποριακό μεταπτυχιακό για τη δημιουργική γραφή, με ξεχωριστούς φοιτητές και διδάσκοντες δίχως υπερβολή από όλο τον κόσμο. Ο Μίμης Σουλιώτης ήδη από τότε, δηλαδή από την αρχή, βρισκόταν τουλάχιστον 100 χρόνια μπροστά. Τόσο με την εξαιρετική εφημερίδα «Κοινή γνώμη», όσο και με το περιοδικό «Εταιρία». Και πολύ περισσότερο ίσως με το «βιβλιολογείο», το εργαστήρι παραδοσιακής βιβλιοδεσίας, και το παραδοσιακό τυπογραφείο, που έστησε εκ του μηδενός κυριολεκτικά εντός του Πανεπιστημίου χάρη στη δική του έμμονη αγάπη που συμπαρέσυρε και όσους βρίσκονταν κοντά του. Ο Μίμης ενέπνεε μικρούς και μεγάλους. Αυτό ήταν το χάρισμά του. Τους έκανε μερακλήδες και επομένως μυρμήγκια που δούλευαν μανιωδώς όπως και αυτός. Ή τον λάτρευες ή χανόσουν.
Αγαπούσε το λόγο ως αφή, δηλαδή ως βιβλίο, αλλά και ως πράξη ανάγνωσης, δηλαδή απαγγελίας, ως μοίρασμα του λόγου και κοινωνία και γι’ αυτό ήταν ένας από τους ελάχιστους, αν όχι ο μοναδικός, που δίδασκε απαγγελία στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, καθώς η απαγγελία στα Τμήματα Φιλολογίας παραμένει μια τέχνη ανύπαρκτη. Σίγουρα όμως, το εργαστήρι απαγγελίας δι’ εραστάς του Λόγου και η Απαγγελτική Ομάδα Καϊλαρίων, που οργάνωσε και δίδαξε, ήταν μοναδική πανελληνίως. «Είναι, προπάντων», σημειώνει κάπου σε ένα βιογραφικό του, «ιδρυτικό μέλος του Σπουδαστηρίου Νέου Ελληνισμού», μα και της Εταιρείας Ελλήνων συγγραφέων.
Εντούτοις η ακριβή και πανάκριβη ακαδημαϊκή παρουσία του λειτούργησε πάντα ως ασπίδα γι’ αυτόν που ήταν και θα παραμείνει πάνω και πέρα απ’ όλα, αυτό που έλεγε και φώναζε η ψυχή του. Και η ψυχή του έγραφε μονάχα ποιητής. Ένας ποιητής βουβός, ένας σιωπηλός παρατηρητής της δικής του ζωής και των άλλων, ένας ποιητής που πήγε την ποίηση παραπέρα, χωρίς να την σπρώχνει παντοιοτρόπως και ιδιοτελώς.
Στη Φλώρινα ζούσε ένας ποιητής που χρόνια τώρα την αφομοίωνε ολόκληρη στους στίχους του. Ένας ποιητής που θα συνεχίσει να διασχίζει τον Ιανουάριο τα Κορέστια, που ζούσε χιλιόμετρα μακριά από όλες τις θάλασσες, αλλά κοντά στο Μοναστήρι, που έμενε στην ίδια όχθη της Αχρίδας, εκεί που ο ήλιος γέρνει σωστά, στην καλή, αντικριστός με τη δύση της Ρέσνας. Ζούσε δηλαδή βορειοδυτικά, γιατί βορειοδυτικά είναι λοξά και ό,τι πρέπει, για να μη λειώνει την ψυχή του νότια κι ανατολικά. Ζούσε μέσα στα Μακεδονικά βουνά, που στέκουν ακόμα γκρίζα, μαυρομέλανα, βαθιά χιονισμένα, αιώνες άλειωτα, βαριά, μεγαλεία της ψύξης. Εδώ όπου, λόγια πολύγλωσσα, τα λόγια τα παλιά μες στα καινούρια, το ανακάτεμα γλωσσών, το σμπαράλιασμα των λαών. Στο Ρούδαρι, όπου κανένας δεν κοιτά για δεύτερη φορά τη λίμνη, στη Μπέσφηνα που ρεύει ακατοίκητη, στο Ρέκαρτσι όταν αστράφτουν τα νερά, ένα μεσημέρι άηχο. Ζούσε στη Δυτική Βαλκανική. Στη χαραδρούπολη που πλαντάζει από σινιάκι κι από χιόνι, δηλαδή στη Φλώρινα, ζούσε μονιμότερα από προσωρινά ο ποιητής της, Μίμης Σουλιώτης.
«Ποίηση που αξίζει» έλεγε ο Μίμης «είναι αυτή που λέει ότι εδώ ζήσαν άνθρωποι, την τάδε Πέμπτη, που ανάπνεαν, πονούσαν, μιλούσαν, γελούσαν και δεν γινόντουσαν βαρετοί». Ποίηση που αξίζει είναι η εν ζωή και όχι η κεκοιμημένη, αυτή που αποσπάται από την καθημερινότητα και σ’ αυτήν επιστρέφει, αυτή που εισβάλλει στο λόγο μας, που μας υποχρεώνει να σιωπήσουμε. Αυτή που θα μπορούσε να την εκστομίσει ο καθένας μας. Γιατί «σήμερα», όπως γράφει αλλού, «στην εποχή του ακροτελεύτιου καταναλωτισμού οι ποιητές έχουν να γράψουν τη μη αναλώσιμη ποίηση: […] μήτε όμορφη, μήτε άσχημη: στην ώρα της, όπως μεταρσιώνεται από την καθημερινή κουβέντα». Χωρίς λόγιες επεξεργασίες ή επιτηδευμένα στρογγυλέματα. Εικόνες άκοφτες, αμοντάριστες, όπως τις βλέπει για πρώτη φορά ο φακός. Εκείνη η «βαθιά επιφάνεια» που φωλιάζει μέσα μας, που έχει κάτι από το πρώτο βλέμμα του ανθρώπου πάνω στη γη, σαν το πρώτο ξύπνημα μετά από αιώνες σκοταδιού. Όπως ο τυφλός, όταν για κάποιο λόγο αρχίζει πάλι να βλέπει. Έτσι και με την ποίηση Σουλιώτη. Ήσουν τυφλός και αρχίζεις και πάλι να βλέπεις.
Τους τελευταίους μήνες είχε κανείς τη βεβαιότητα ότι ο ποιητής παλεύει στο γνωστό αλώνι. Αντίπαλος ο Χάρος, όπως και στο ομότιτλο ποίημα:
«Για την ώρα νικάει αυτός
αλλά θα τον ισοφαρίσω
όταν θα του έχω πεθάνει
και κηδεμένος με σακάκι φωτεινό κίτρινο,
με παπουτσίχρωμη γραβάτα και γραβατιές κάλτσες
και με τη σκελέα της Σκουάντρα Ατζούρα από μέσα
και τον ψιλό μου κασκορσέ, η ωνιά του θα έχει περάσει
και δεν θα μπορεί να με χαλάσει άλλη φορά
γιατί όταν θα έχω σκορπιστεί
μετά από την ήττα στα μαρμαρένια αλώνια
σαν στάχτες στο γυαλί,
εκείνος δεν θα επιχειρήσει τίποτα
γιατί θα αναιρούσε την ιδιότητά του,
γι’ αυτό θα συμπορευόμαστε παράλληλα
εκείνος τεθλιμμένος Χάρος όλο πλήξη
ενώ εγώ έχοντας ξεμπερδέψει μία και καλή,
θα είμαι ολόνεκρος σταυροκούμπωτος ή δίπετος,
παστεριωμένος στους στίχους
που για την ώρα αιωρούνται στην ατμόσφαιρα
σαν γύρη από φτερά
τιναγμένα σαν μικρά χαλιά
στην τύχη».
Νίκησε αυτός που ήταν να νικήσει, όμως Dat’s Life, όπως γράφει, και ως γνωστόν:
«Ο μονόλυκος θάνατος αρπάζει τις ωραίες ψυχές
και πλέει στη λίμνη του πέρατος,
κρατώντας τες ψηλά σαν αθώα περιστέρια.
Ο θάνατος δεν είναι ήρεμος. πασχίζει.
Η δουλειά μου με το δρεπάνι
πρέπει να έχει επιτυχία, σκέφτεται».
Και έχει. Τότε και εφόσον το γεγονός είναι τετελεσμένο, ο ποιητής καλεί τον μαύρο του, ακρίτας και αυτός και καβαλάρης όπως και οι ακρίτες, να περάσουν μαζί απέναντι:
«Μαύρε μου, γοργογόνατε κι ανεμοκυκλοπόδη»:
αξίζει τον κόπο
να περάσεις μ’ αυτήν τη φράση αντίπερα,
αντί γι ασημένιο νόμισμα στα χείλη.
Θα είναι μια όχι βυθισμένη,
αλλά γρήγορη, σαν καταδιωγμένη από την κεκτημένη της,
προπάντων αξιοπρεπής περασιά».
Η επιθυμία του ποιητή υπάρχει αλλού και ως ευχή:
«Να μπορέσεις να φύγεις μια ηλιόλουστη μέρα
με τη χρυσή κουνουπιέρα στα βλέφαρα,
δαγκώνοντας το χαρισμένο σου ναπολεόνι,
τη στιγμή που το μαξιλάρι θα μυρωθεί σαν αθάνατο-
να ξεκινήσεις προτού θολώσουν τα νερά,
σε ώρα που δεν θα είχες γεννηθεί –ό,τι έμεινε
θα φαίνεται στην ύστατη φωτογραφία:
μάτι ψαραγοράς κι ο υπόλοιπος στην ψύχρα,
μάγουλα ρουφηγμένα προς τα έγκατα,
φάτσα λειψή κατά δω, λειψή κατά εκεί,
κατά τον θάνατο μεριά και υπερπέραν.
Για να έρθει έπειτα το ενθάδε κείται, δηλαδή τα «Γυαλιά»:
Ο οφθαλμίατρος μου έγραψε γυαλιά
οπότε πρέπει να λέει-
«Ενθάδε κείται. Φορούσε φακούς θυέλλης.
Απασχολούνταν με χαρτιά-βιβλία
και, δεν πολέμησε στον Μαραθώνα,
αγωνίστηκε όμως στο Χημείο και στο Πολυτεχνείο
στην ηρωική φάση. Δεν νοστάλγησε,
δεν ξαναγύρισε, δεν έφυγε.
Πήρε τη μονόφορη κατεύθυνση
σαν το υνί σε χωράφι μόνο με μήκος.
Τύχαν και περιπτώσεις όπου προάσπισε αξίες,
ενώ αλλιώς, όποτε έπεφτε κα’ να καινούριο χιόνι
άνοιγε, ανάσαινε
κι έπαιρνε τις καλύτερες στροφές του».
Και μετά; Μετά έρχεται το φως, δηλαδή οι σκιές:
Το φως είναι εδάφους-εδάφους στο Πρεβάλι
με ψιλή επίνευση του αέρα,
ανταύγειες περισσότερο αποσιωπημένες
από τα συστατικά: βωξίτες, τεθλιμμένα οστά
που τα’ χουν ξενητέψει με τη βία
και τα παραχώσαν στη Μελβούρνη ή στο Τορόντο,
έρχονται όμως στην λίμνη τους
και περιπολούν στη ντάλα.
Ακριανές, γοερές, φευγάτες
φιγούρες, σκοτεινότερες στο φως.
Προτού όμως γίνει σκιά, φαίνεται πως περιδινήθηκε αρκετά γύρω από το μετά του θανάτου του, ως ψυχή που επιστρέφει μέρες σαράντα γύρω από αγαπημένα πρόσωπα, μα και αγαπημένες έγνοιες:
«Όταν πεθάνω κι εντοπίσουν, αριά και που, τ’ όνομά μου
θα πουν «κι άλλος ένας ακροβολιστής στην επαρχία»
αφού δεν θα φαντάζονται τι έχω αφήσει στα συρτάρια,
φύλλα και τετράδια, σβησίματα, πρόχειρα,
γραφομηχανές, ηλεκτρικές, κομπιούτερ,
και μιλάμε για όσα δεν θα έχω αρχίσει ή σχίσει.
Υπήρξα πολυγράφος και φιλόπονος
κι η ευαισθησία μου καταστράφηκε από δύο μεριές,
πάντως φορτώνω το στίχο
με λαμπικαρισμένες πραγματικότητες»
«Θεούλη μου», γράφει στην τελευταία συλλογή την «Κύπρον ιν ντηντ», «όταν θα έχω πεθάνει κι εγώ όπως τόσοι,
Ας μη ακούγονται τόσο μπόσικα και βαρετά τα δικά μου,
Όχι όλα τουλάχιστον, κι όχι πληκτικά,
Κάμε ν’ ακούγονται σαν εξωποιητικά μα ενδιαφέροντα-
Φώτισέ με, Θεούλη, κι αν μου μέλλεται να το πάθω
Κάλλιο να κόψω το συνήθειο από σήμερα»
Φεύγοντας, ανήμερα του Αγίου Στυλιανού και του Αγίου Αλυπίου, αφήνει χνάρια της αλυπίας στους αγαπημένους, για να’ χουν να παραμυθούνται:
«Στο μονοπάτι του χιονιού που το είχαν φτυαρίσει
σαν χωρίστρα γερασμένων μαλλιών
η Μαυροεντυμένη, πάνω από παγοκοψιές
σέρνοντας το σινιάκι σαν σάρπα
μπαίνει στην υπόθεση με μισοσχισμένες γαλότσες
πασπαλισμένες με άχνη της πάχνης-
αντέχει όλα τα βάσανα
με την τέχνη της αλυπίας
που κατέχει κι ενασκεί».
Αφήνει την αλυπία μέσα από μια μαρτυρία της αγάπης που έρχεται από πολύ παλιά, δίχως όμως να πάλιωσε ποτέ. Οι παλιοί στίχοι του έρχονται και κάθονται δίπλα από τους τελευταίους, για να επιβεβαιώσουν πως «η αγάπη είναι βαθύτερη από το συναίσθημα» και πως πόθος του ήταν μονάχα «να γιαγείρουν με τη μαύρα πλάβα, μαύρο πανί, τη μονόχειρη μ’ ένα κουπί». Αποδέκτης των παλιών και των νεώτερων στίχων μονάχα η Ελένη:
Σ αγαπώ, σε παρακαλώ, μη μου γεράσεις,
θέλω να μη, εσύ, γερνάς-
ας γερνάω εγώ για σένα […]»
Εντούτοις για τον Μίμη ισχύει ο δικός του στίχος πως «Γερνούν τα χρόνια που δεν ζεις».
Ο Νίκος Καρούζος είχε πει το εξής: «Δύο είδη ποιητών υπάρχουν, ωσάν τους καπνιστές: εκείνοι που πάνε τον καπνό κάτω κ’ εκείνοι που όχι».[1] Ο Μίμης Σουλιώτης, όπως και να το δει κανείς, πήγαινε τον καπνό κάτω. Για τούτο και αναρωτιόταν εναγωνίως: «Πόσο ακόμα πρέπει ν’ αποτύχω για να γράψω τα καλά μου, τι μπορώ στο μεταξύ να μοιράσω στους ανθρώπους που πονούνε». Πιστεύω βαθιά πως τα καλά που ήθελε τα έγραψε και πως καθώς όλοι μας είμαστε άνθρωποι που εν δυνάμει πονούνε, μια χαραμάδα φως στο κάτω-κάτω την είδαμε.
Θα’ θελα να αποχωρήσω με κάτι που δεν του το είπα βέβαια ποτέ. Κάθε φορά που για κάποιο λόγο βρισκόμουν στην όμορη πόλη και που τον σκεφτόμουν να περπατά στους δρόμους και τα στενά της ή στους διαδρόμους του Πανεπιστημίου, σε ώρες και μέρες που μονάχα αυτός ήταν εκεί, όπως και ο σκύλος στο κατώφλι της Σχολής, ένιωθα την ανάγκη να φωνάξω, «Προσέξτε τον, είναι ποιητής. Μεριάστε, να περάσει».
Με τον ίδιο τρόπο θα’ θελε μάλλον να κλείσει και ο ίδιος. Γιατί είμαστε αυτό που είναι η ψυχή μας. Και στην ψυχή του μέσα ο Μίμης Σουλιώτης ήταν ποιητής:
«Είμαι ποιητής, ο περιπατών μ’ εμένα
δεν θα περπατήσει στη Σκοτία,
μα στην Αχρίδα και τη Μολδαβία,
και θα σεργιανάει μαζί μου στο δάσος
χαϊδεύοντας τις γενικές φυλλωσιές,
ξεπερνώντας τα δέντρα»
Όλγα Ντέλλα
5π.μ. 28 Νοεμβρίου 2012
Βρέχει τα χλιαρά του Νοεμβρίου
και το φως της μέρας ίδρωσε από υγρασία,
αυτονομούνται οι στοχασμοί
σαν τα ρεψίματα στο σκαμπανέβασμα του περιπάτου,
φρόκαλα και καλούδια του όντως όντος:
«Ο υπερήλικος που παίζει πρέφα στο γωνιακό
κι αυτά που του σκαρώνω εγώ, ο μεσήλικος,
ο εγκάτοικος στη λιμνούλα του Άγιου Αχίλλειου
με τους τρεις Αλβανούς λαθρεργάτες
που ξεφλουδίζουν το φασόλι στις παλιές φλοκάτες,
δείχνουν ότι βαρεθήκαμε τα ίδια πράγματα»
ΜΙΜΗΣ ΣΟΥΛΙΩΤΗΣ, Ήλιος στη σκοτία
[1] Καρούζος Ν., Σημεία της νύχτας, Πεζά κείμενα (φιλολ. επιμ. Ελισάβετ Λαλουδάκη), Ίκαρος, 1998, 136
Από το Σύνδεσμο Φιλολόγων Δράμας μας κοινοποιήθηκε το παρακάτω έγγραφο: