ΠΟΙΗΣΗ


Διάκριση της μαθήτριάς μας Ελένης Ντρίκα σε διαγωνισμό ποίησης!

13 Ιούνιος 2016

ελ

Το σχολείο μας για μια ακόμη φορά ένιωσε ιδιαίτερη υπερηφάνεια με μια ξεχωριστή διάκριση. Αυτή τη φορά για τη βράβευση της Ελένης, μαθήτριας της  Γ΄  Γυμνασίου στον 5ο Ποιητικό Διαγωνισμό Ελικών για τη Βοιωτία. Απ την πλευρά μας τη συγχαίρουμε θερμά για την ευγενή της αυτή ενασχόληση με τα μεγάλα και υψηλά αλλά και για το ξεχωριστό της ήθος κα ελπίζουμε τέτοια παραδείγματα να βρουν μιμητές στο σχολείο μας και γενικότερα στην Ελλάδα της δημιουργίας και της προόδου. Μπράβο Ελένη!

Η Ελένη Ντρίκα-Χρήστου είναι η νικήτρια του κλάδου του 5ου Ποιητικού Διαγωνισμού ΕΛΙΚΩΝ που αναφέρεται στη Βοιωτία. Το διακριθέν ποίημα του οποίου η βράβευση συνοδεύεται από χρηματικό έπαθλο 300 ευρώ είναι το ακόλουθο:

ΒΟIΩΤIΑ

Στη χώρα των ποιµένων

οι µούσες σκάλισαν τον αιθέρα µε το τραγούδι τους.
Στη γλώσσα του θεού

κάποιος σφύριξε κρυφά έναν σκοπό
αρκαδικό.

Ανά τον Ελικώνα οι Αρβανίτισσες
στήσαν το λαµπρό χορό.
Σφούγγισαν το αίµα του Διστόµου
κι έδεσαν τον οχτρό απ’ το ποδάρι.

Στης Κρύας τον αστραφτερό καθρέπτη
λούστηκε χθες µια νεράιδα ακέφαλη,
µε µατωµένα µάτια

κάποιος της έκλεψε το µαντήλι

και το ‘κανε αερικό στη σκιά των πλατάνων.

Μεγάλη Παρασκευή βούρκωσαν οι εικόνες
στου Όσιου Λουκά το αέτωµα.

Μέθυσε ο ήλιος από τη νυχτιά

και πλάγιασε νωρίς στο λιόγερµα της Αντίκυρας.

Στην Αλίαρτο ψωµί κι αλάτι για το βάσκανο
µε φίλεψε η φουρνάρισσα

κι έγραφε ποιήµατα ερωτικά στο προζύµι.
Στη Θήβα έχασα το δαχτυλίδι του πόθου

ανάμεσα στα μποστανικά και τα μπαμπάκια

Εδωσα πήρα νίκησα το χάρο

Τραγουδώντας ψηλά στο Κυριάκι

με τους ψεύτες και τους αμαρτωλούς

Βοιωτία σε γεύομαι και σε μισώ

που δε χωρείς στην καρδιά μου

Ευριπίδη Ελένη – Το κείμενο των απολυτήριων εξετάσεων του σχολείου

9 Ιούνιος 2016

Helen of Troy.jpg

ΕΛΕΝΗ

……………………………………………

Με δέρνουν δυστυχίες, λύτρωσέ με,                              1020
την τύχη μου έτσι λίγο βοηθώντας.

όλοι μισούνε την Ελένη, βουίζει
ολάκερ’ η Ελλάδα πως δεν ήμουν
στον άντρα μου πιστή και στηΦρυγίας                                                                                              
πήγα να ζήσω τα χρυσά παλάτια.
                                 1025

Όταν ξαναγυρίσω όμως στη Σπάρτη
και μάθουν και το δουν πως απ’ το δόλο
των θεών αφανιζόντουσαν στη μάχη
και πως εγώ δεν πρόδωσα τους φίλους,                                                                 
φρόνιμη θα με πουν και τίμια
πάλι                              1030

θα παντρευτεί κι η κόρη μου, που τώρα
κανείς γαμπρός δεν τη ζητά, θ’ αφήσω
την ξενιτιά μου εδώ τη μαύρη κι όλα
τα καλά θα χαρώ του σπιτικού μου.

Αν χανόταν αυτός κι ήταν θαμμένος,                            1035
μακριά του θα τον έκλαιγα μ’ αγάπη·
τώρα που ζει κι εσώθη, να τον χάσω;
Αχ, μην τον φανερώσεις, σε ικετεύω,
κάνε μου αυτήν τη χάρη και μιμήσου                                                                                                του ενάρετου πατέρα σου τους τρόπους.                       1040
Για τα παιδιά είναι η πιο μεγάλη δόξα,
να θέλουν στους καλούς γονιούς να μοιάσουν.

ΧΟΡΟΣ 

Τα λόγια σου γεμάτα δυστυχία
κι εσύ για λύπηση. Ο Μενέλαος τώρα

για να σωθεί, πώς θα μιλήσει τάχα;                                1045

 

ΜΕΝΕΛΑΟΣ

Δε θα προσπέσω εγώ στα γόνατά σου

μήτε θα κλάψω.13 Τα έργα μου στην Τροία
θα ντρόπιαζα δειλιάζοντας, κι ας λένε
πως κλαίνε κι οι γενναίοι όταν τους βρίσκουν

οι συμφορές. Ωραίο ετούτο αν είναι                            1050                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                ωραίο· όμως εγώ θα προτιμήσω
τ’ αντρίκειο θάρρος. Αν σωστό λογιάζεις,
να σώσεις έναν ξένο που γυρεύει
τη γυναίκα του πίσω, τότε δώσ’ την

και σώσε τον· αλλιώς η δυστυχία                                     1055
για με δε θα ‘ναι η πρώτη, αλλά κι εσένα
θα σε λένε κακιά. Στον τάφο απάνω
θα ριχτώ του γονιού σου 6
και θα πω όσα
κρίνω για μένα αντάξια και δίκαια

κι όσα κεντήσουν την καρδιά σου. Γέρο,                        1060

που κατοικείς στο πέτρινο αυτό μνήμα,
τη γυναίκα μου δώσ’ μου, τη ζητάω·
στην είχε στείλει ο Δίας να τη φυλάξεις
για μένα. Είσαι νεκρός, το ξέρω, κι ούτε

μπορείς να μου την πάρεις πια, μα ετούτη                    1065
ποτέ τον τιμημένο της πατέρα
που από τον Κάτω Κόσμο τον καλούμε,
δε θα δεχτεί να τον κακολογήσουν·

έχει τη δύναμη γι’ αυτό.

 

ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ – Από μέρα σε μέρα

31 Μάιος 2016

Οι ίδιες ταπεινώσεις πάλι σήμερα, τα ίδια λάθη, οι συμβιβασμοί,

το δουλικό χαμόγελο μπροστά σε κείνον που περιφρονείς,

το όρθιο μαχαίρι, που σφάζεις μέσα σου κι αυτόν και το χαμόγελό σου,

η μοναξιά, η μεταμέλεια, η οδυνηρή σου ανάγκη για μεγάλες πράξεις

που δεν έγιναν ποτέ, τα φαγωμένα σου τακούνια,

το ακαθόριστο αίσθημα μιας τρομερής σου αξίας, μιας δύναμης αφανέρωτης

που την κρύβεις μ’ επιμέλεια για την μεγάλη ώρα, και μαζί η πικρή υποψία

πως δεν κρύβεις τίποτα, και πως εκείνη η μεγάλη ώρα δε θαρθεί ποτέ,

ή ακόμα πιο φριχτό, πως πέρασε χωρίς να την αναγνωρίσεις,

η κοπέλα του αντικρινού σπιτιού που τρέχει βιαστική στο ραντεβού της

χωρίς να σου ρίχνει ούτε ένα βλέμμα. Τα όνειρα, α, τα όνειρα που όσο πιο ακατόρθωτα είναι

τόσο τους δίνεσαι με πιο μεγάλη λύσσα, οι αμαρτίες που φοβάσαι, οι αγνότητες που δεν μπορείς,

η σκέψη, πως, εκεί, να, πίσω από την γωνιά του δρόμου σε προσμένουν

όλα τα ενδεχόμενα, ενώ δε συναντάς παρά το ίδιο γαλακτοπωλείο-

την έμαθες τη ζωή σου, χρόνια τώρα.

Έτσι κάθε μέρα ξυπνάς με την πικρή αόριστη απόφαση: αν έπεφτα απ’ το παράθυρο;

Και κάθε βράδι κοιμάσαι μ’ έναν θησαυρό: αυτήν την πολυσήμαντη αυριανή σου μέρα.

ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ

Πηγή:www.stithaghi.blogspot.gr/

ΜΠΕΡΤΟΛΤ ΜΠΡΕΧΤ:ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΕΝΟΣ ΕΡΓΑΤΗ ΠΟΥ ΔΙΑΒΑΖΕΙ

13 Μάιος 2016

 

 

Ποιος έχτισε τη Θήβα την εφτάπυλη; 

Στα βιβλία δε βρίσκεις παρά των βασιλιάδων τα ονόματα. 

Oι βασιλιάδες κουβαλήσαν τ’ αγκωνάρια; 

Kαι τη χιλιοκαταστρεμμένη Bαβυλώνα – ποιος την ξανάχτισε τόσες φορές; 

Σε τι χαμόσπιτα της Λίμας της χρυσόλαμπρης ζούσαν οι οικοδόμοι; 

Tη νύχτα που το Σινικό Tείχος αποτελειώσαν, πού πήγανε οι χτίστες; 

H μεγάλη Pώμη  είναι γεμάτη αψίδες θριάμβου. Ποιος τις έστησε; 

Πάνω σε ποιους θριαμβεύσανε οι Kαίσαρες; 

Tο Bυζάντιο το χιλιοτραγουδισμένο μόνο παλάτια είχε για τους κατοίκους του; 

Aκόμα και στη μυθική Aτλαντίδα, τη νύχτα που τη ρούφηξε η θάλασσα, 

τ’ αφεντικά βουλιάζοντας, μ’ ουρλιαχτά τους σκλάβους τους καλούσαν. 

O νεαρός Aλέξανδρος υπόταξε τις Iνδίες. 

Mοναχός του; 

O Kαίσαρας νίκησε τους Γαλάτες. 

Δεν είχε ούτ’ ένα μάγειρα μαζί του; 

O Φίλιππος της Iσπανίας έκλαψε όταν η Aρμάδα του βυθίστηκε. 

Δεν έκλαψε, τάχα, άλλος κανένας; 

O Mέγας Φρειδερίκος κέρδισε τον Eφτάχρονο τον Πόλεμο. 

Ποιος άλλος τόνε κέρδισε; 

Kάθε σελίδα και μια νίκη. 

Ποιος μαγείρεψε τα νικητήρια συμπόσια; 

Kάθε δέκα χρόνια κι ένας μεγάλος άντρας. 

Ποιος πλήρωσε τα έξοδα; 

Πόσες και πόσες ιστορίες. 

Πόσες και πόσες απορίες. 

BERTOLT BRECHT-(1935)

Το είδαμε:www.vaspik.blogspot.gr/

Η Τράπεζα του Μέλλοντος -Κ.Π. Καβάφης

9 Μάιος 2016

ΘΟΔΩΡΗΣ ΠΡΟΔΡΟΜΙΔΗΣ ΕΚΘΕΣΗ "ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ"

  Την δύσκολη ζωή μου ασφαλή να κάνω
εγώ στην Τράπεζα του Μέλλοντος επάνω
πολύ ολίγα συναλλάγματα θα βγάλω.   

     Κεφάλαια μεγάλ’ αν έχει αμφιβάλλω.
Κι άρχισα να φοβούμαι μη στην πρώτη κρισι
εξαφνικά τας πληρωμάς της σταματήσει.

(Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993)

Περί …Μάνας ο λόγος (3). Χ Ρ Ο Ν Ι Α Π Ο Λ Λ Α !!!

8 Μάιος 2016

 Robert Walter Weir

Η ΚΑΡΔΙΑ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ
Άγγελος Βλάχος

 Ένα παιδί, μοναχοπαίδι, αγόρι,
αγάπησε μιας μάγισσας την κόρη.

 – Δεν αγαπώ εγώ, του λέει, παιδιά,
μ’ αν θέλεις να σου δώσω το φιλί μου,
της μάνας σου να φέρεις την καρδιά
να ρίξω να τη φάει το σκυλί μου.

 Τρέχει ο νιος, τη μάνα του σκοτώνει
και την καρδιά τραβάει και ξεριζώνει.
Και τρέχει να την πάει, μα σκοντάφτει
και πέφτει ο νιος κατάχαμα με δαύτη.

 Κυλάει ο νιος και η καρδιά κυλάει
και την ακούει να κλαίει και να μιλάει.
Μιλάει η μάνα στο παιδί και λέει:
– Εχτύπησες, αγόρι μου; και κλαίει!

 

Πάμπλο Πικάσο – Μητέρα και παιδί

ΜΑΝΑ
Γεράσιμος Μαρκοράς

 Μάνα! Δεν βρίσκεται λέξη καμία
να’ χει στον ήχο της τόση αρμονία,
σαν ποιός να σ’ άκουσε με στήθος κρύο

όνομα θείο;

 Παιδί από σπάργανα ζωσμένο ακόμα,
με χάρη ανοίγοντας γλυκά το στόμα,
γυρνάει στον άγγελο που τ’ αγκαλιάζει
και Μάνα! κράζει.

 Στον κόσμο τρέχοντας ο νέος διαβάτης
πέφτει στ’ αγνώριστα βρόχια τσ’ απάτης,
και αναστενάζοντας, Μάνα μου! λέει,
Μάνα! και κλαίει.

 Της νιότης φεύγουνε τ’ άνθια κ’ η χάρη
τριγύρω σέρνεται με αργό ποδάρι,
ώσπου στην κλίνη του, σα βαρεμένος,
πέφτει ο καημένος.

 Και πριν την ύστερη πνοή του στείλει,
αργά ταράζονται τα κρύα του χείλη,
και με το Μάνα μου! πρώτη φωνή του,
πετά η ψυχή του.

Οι μαθητές και οι καθηγητές του Δεσκείου Γυμνασίου Πάργας με μεγάλη μας χαρά παρουσιάζουμε ¨το όνειρό μας¨

7 Απρίλιος 2016

Η ποίηση πρέπει να ενώνει τους ανθρώπους ,

καθώς αυτό συμβαίνει πάντοτε στην άνθηση:

στα έαρα είν’ όλα ενωμένα τα λουλούδια .

Γι’ αυτό το λόγο η μοναξιά δεν είναι απομόνωση,

μα αντίθετα διαφεντεύει τη συλλογικότητα.

Κανένας άνεμος δεν αναβάλλει τη γαλήνη ,

που είναι κάτι πιότερο απ’ τη νηνεμία.

Κανένα σύγνεφο δεν ετοιμάζει της ξαστεριάς τη συντέλεια.

Όλα τελούν ενότητα κ’ η ποἰηση την κατοικεί για πάντα.

Ν. Καρούζος

Κωνσταντίνος Καβάφης: «Από την σχολήν του περιωνύμου φιλοσόφου»

4 Απρίλιος 2016

Η Πολιτική και κοινωνική παρακμή με την ματιά του Κωνσταντίνου Καβάφη στο ποίημα “Από την σχολήν του περιωνύμου φιλοσόφου”

 

Έμεινε μαθητής του Aμμωνίου Σακκά δυο χρόνια·

αλλά βαρέθηκε και την φιλοσοφία και τον Σακκά.

Κατόπι μπήκε στα πολιτικά.

Μα τα παραίτησεν. Ήταν ο Έπαρχος μωρός·

κ’ οι πέριξ του ξόανα επίσημα και σοβαροφανή·

τρισβάρβαρα τα ελληνικά των, οι άθλιοι.

Την περιέργειάν του είλκυσε

κομμάτ’ η Εκκλησία· να βαπτισθεί

και να περάσει Χριστιανός. Μα γρήγορα

την γνώμη του άλλαξε. Θα κάκιωνε ασφαλώς

με τους γονείς του, επιδεικτικά εθνικούς·

και θα του έπαυαν —πράγμα φρικτόν—

ευθύς τα λίαν γενναία δοσίματα.

Έπρεπεν όμως και να κάμει κάτι. Έγινε ο θαμών

των διεφθαρμένων οίκων της Aλεξανδρείας,

κάθε κρυφού καταγωγίου κραιπάλης.

Η τύχη του εφάν’ εις τούτο ευμενής·

τον έδωσε μορφήν εις άκρον ευειδή.

Και χαίρονταν την θείαν δωρεάν.

Τουλάχιστον για δέκα χρόνια ακόμη

η καλλονή του θα διαρκούσεν. Έπειτα —

ίσως εκ νέου στον Σακκά να πήγαινε.

Κι αν εν τω μεταξύ απέθνησκεν ο γέρος,

πήγαινε σ’ άλλου φιλοσόφου ή σοφιστού·

πάντοτε βρίσκεται κατάλληλος κανείς.

Ή τέλος, δυνατόν και στα πολιτικά

να επέστρεφεν —αξιεπαίνως ενθυμούμενος

τες οικογενειακές του παραδόσεις,

το χρέος προς την πατρίδα, κι άλλα ηχηρά παρόμοια.

Παραθέτουμε σχόλια και ανάλυση του ποιήματος (απόσπασμα από ανάρτηση στην ιστοσελίδα  www.latistor.blogspot.com )

Ο Καβάφης διαγράφει εδώ την προσωπικότητα ενός νέου -μελλοντικού πολιτικού μάλιστα- που ενδιαφέρεται μόνο για την καλοπέρασή του και αντιμετωπίζει με περιφρόνηση οτιδήποτε θα απαιτούσε από αυτόν την παραμικρή προσπάθεια και αφοσίωση. Ο νεαρός Αλεξανδρινός που επιλέγει συνειδητά να αφεθεί στις ηδονές και αδιαφορεί για τη μόρφωσή του και την προσφορά στους συνανθρώπους του αποτελεί σύμπτωμα και αίτιο μιας κοινωνίας που παρακμάζει.

Ο ποιητής, παρουσιάζοντας τις σκέψεις του νεαρού για το πώς να διαχειριστεί τη ζωή του, μας αποκαλύπτει την ευκολία με την οποία ένας νέος άνθρωπος επιλέγει να ριχτεί στις διασκεδάσεις και στις απολαύσεις, μη έχοντας άλλωστε την ανάγκη να εργαστεί και σκεπτόμενος ότι αργότερα μπορεί εύκολα να ασχοληθεί με την πολιτική, όπως είχε κάνει και η οικογένειά του παλιότερα. Παρουσιαζόμενος ως άνθρωπος που ενδιαφέρεται για το κοινό καλό, θα εκμεταλλευτεί την ευπιστία των πολιτών, ενώ στην πραγματικότητα η μόνη του έγνοια θα είναι το προσωπικό κέρδος.

Η πορεία του επίδοξου αυτού πολιτευτή, είναι παρόμοια με την πορεία όλων εκείνων των λαϊκιστών που εμφανίζονται σε παρακμάζουσες κοινωνίες.

Ειδικότερα:Η ειρωνεία στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει ο νεαρός την έννοια της πατρίδας και κάθε άλλης συμβατικά σημαντικής ενασχόλησης είναι προφανής. Όταν δεν θα μπορεί πια να χαρίζεται στις ηδονές, θα επιστρέψει στην πολιτική, αντιμετωπίζοντας εντελώς χρησιμοθηρικά θεσμούς σεβαστούς στους ανθρώπους, όπως είναι η πατρίδα. Με το κλείσιμο, μάλιστα, της πρότασης «κι άλλα ηχηρά παρόμοια», ο νεαρός εκφράζει με σαφή τρόπο πως τόσο την πατρίδα, όσο και οτιδήποτε άλλο ακούγεται σημαντικό και συγκινεί τους ανθρώπους, ο ίδιος απλώς θα το εκμεταλλευτεί για να δείξει πως ασχολείται με ουσιώδη θέματα.

Η απαξίωση με την οποία αντικρίζει ο νεαρός την πατρίδα και ο καιροσκοπισμός με τον οποίο σκοπεύει κάποια στιγμή να πολιτευτεί, αναδεικνύουν μια κατάσταση παρακμής κοινή και επανεμφανιζόμενη σε διάφορες εποχές. Άνθρωποι που δεν χρειάστηκε ποτέ να ανησυχήσουν για τη διαβίωσή τους, άνθρωποι που ουδέποτε εργάστηκαν στη ζωή τους, εκμεταλλεύονται τους δεσμούς της οικογένειάς τους με την πολιτική και πολιτεύονται μόνο και μόνο για να αποκτήσουν καλή φήμη και οικονομικά οφέλη. Άνθρωποι χωρίς κανένα σεβασμό απέναντι στην πατρίδα και στην ευημερία του έθνους, εκμεταλλεύονται καταστάσεις και αντιμετωπίζουν την πολιτική ως μέσο προσωπικής ανάδειξης.

Η εύκολη ζωή του νεαρού που περνά το χρόνο του διασκεδάζοντας και απολαμβάνοντας τις ηδονές, με απώτερη προοπτική να πολιτευτεί για να δείξει πόσο εκτιμά «το χρέος προς την πατρίδα, κι άλλα ηχηρά παρόμοια», αποτελεί κοινό τόπο για τους ευκαιριακούς πολιτικούς, που το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι το προσωπικό όφελος. Πολιτικοί με παρόμοια αδιαφορία για καθετί σημαντικό, εμφανίζονται συχνά στις κοινωνίες και αποτελούν πάντοτε σαφές δείγμα παρακμής.

Η απαξίωση του νεαρού προς το χρέος της πατρίδας και τα άλλα ηχηρά παρόμοια, που συγκινούν τους πολίτες, αλλά προφανώς για τον ίδιο αποτελούν μόνο ένα εκμεταλλεύσιμο πεδίο, ώστε να διασφαλίσει την προσωπική του ανάδειξη, συνιστά μια προφανή ένδειξη πολιτικής και κοινωνικής παρακμής. Την έκδηλη ειρωνεία του ποιητή στους στίχους αυτούς αξιοποιεί διακειμενικά ο Νίκος Εγγονόπουλος σε δύο δικά του ποιήματα.

Έτσι, απήχηση αυτών των στίχων βρίσκουμε στο «Ποίηση 1948»

τούτη η εποχή

του εµφυλίου σπαραγµού

δεν είναι εποχή

για ποίηση

κι άλλα παρόµοια

αλλά και στο «Μπολιβάρ»
Για τις μορφές, τις αυστηρές και τις υπέροχες, του

Οδυσσέα Ανδρούτσου και του Σίμωνος Μπολιβάρ.

Όμως για τώρα θα ψάλω μοναχά τον Σίμωνα, αφήνοντας

τον άλλο για κατάλληλο καιρό,

Αφήνοντάς τον για ναν τ’ αφιερώσω, σαν έρθ’ η ώρα,

ίσως το πιο ωραίο τραγούδι που έψαλα ποτέ,

Ίσως τ’ ωραιότερο τραγούδι που ποτές εψάλανε σ’ όλο τον κόσμο.

Κι αυτά όχι για τα ότι κι οι δυο τους υπήρξαν για τις

πατρίδες, και τα έθνη, και τα σύνολα,

κι άλλα παρόμοια, που δεν εμπνέουν

….

Σημείωση: Ο Αμμώνιος Σακκάς (175-242 μ.Χ.) υπήρξε σημαντικός φιλόσοφος που με τη διδασκαλία του επανέφερε τις ιδέες του Πλάτωνα, θέτοντας ουσιαστικά τις βάσεις για τον Νεοπλατωνισμό. Ο Σακκάς παρόλο που γεννήθηκε από χριστιανούς γονείς αφοσιώθηκε στην εθνική θρησκεία. Η διδασκαλία του ήταν προφορική και όπως ο Σωκράτης παλαιότερα, έτσι και ο Σακκάς δεν έγραψε τίποτα. Τα διδάγματά του έγιναν γνωστά από τους μαθητές του Πλωτίνο και Ωριγένη.

Η αναφορά στον Σακκά τοποθετεί τον νεαρό Αλεξανδρινό, που είναι βέβαια δημιούργημα του Καβάφη, στον 3ο αιώνα μ.Χ., σε μια περίοδο δηλαδή που η Αίγυπτος αποτελούσε τμήμα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Το γεγονός ότι ο νεαρός γεννιέται σε μια χώρα που βρίσκεται υπό ξενική κατοχή, του στερεί την ευκαιρία να αισθανθεί πως ανήκει σε μια ελεύθερη πολιτεία και τον ωθεί στην απαξίωση της πατρίδας του, αλλά και οποιασδήποτε άλλης σημαντικής έννοιας. Το μόνο που απομένει είναι η αφοσίωση στον ίδιο του τον εαυτό.

 

 

Η ομιλία του διευθυντή του σχολείου μας στην πρεμιέρα της ταινίας “Ο Σολωμός στ’ όνειρό μου”

24 Μάρτιος 2016

AFISA

Καλησπέρα σας,

Ευχαριστώ για την αποψινή σας παρουσία.

Δεν θα μιλήσω για την ταινία.

Δεν ξέρω, όπως και για τις προηγούμενες δημιουργίες των μαθητών μας, ούτε το σενάριο, ούτε την πλοκή.

Πρώτη φορά, μαζί σας τώρα, θα την απολαύσω.

Επιτρέψτε μου όμως, τώρα που ζω την ώριμη εφηβεία, ένα συνειρμό και μια προτροπή.

Έχει καρφωθεί στη μνήμη μου η στροφή του Ύμνου προς την Ελευθερία του Διονυσίου Σολωμού. Μιλάει για την Ελλάδα.

« Δυστυχής, λέει, παρηγορία,

μόνη, σου έμελλε να λες,

περασμένα μεγαλεία

και διηγώντας τα να κλαις.»

Σήμερα, αν ήταν σ΄ αυτό το αμφιθέατρο, θα κοιτούσε στα μάτια εμάς, τους Παργινούς, λες και θα μας προσφωνούσε «ευτυχείς»

γιατί θα παρακολουθήσουμε όχι περασμένα μεγαλεία αλλά την ταινία που είναι μεγαλείο και δημιούργημα των παιδιών μας, δηλαδή του μέλλοντός μας.

Ναι, τα παιδιά μας μπορούν να γίνουν δημιουργοί και πλάστες της νέας Ελλάδας.

DSC_0093

Αλήθεια τι προσφέρουμε σήμερα στα παιδιά μας;

Ανοίγουν τις τηλεοράσεις, τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης και παρακολουθούν ένα πλήθος προβλημάτων που φαίνεται στα μάτια τους σαν λιτανεία της δυστυχίας. Φτώχεια, ασχήμια, καταπίεση, τρομοκρατία, διαφθορά, προσφυγιά, βία, κατασπατάληση των φυσικών πόρων του πλανήτη.

Και αυτά, μπορούν, σε πείσμα των καιρών, να ονειρεύονται .

Σήμερα με την ταινία τους κηρύσσουν τη δική τους επανάσταση, κάνουν άλμα μεγαλύτερο από τη φθορά. Απαντούν ότι μπορούν να λύσουν τα δεσμά της φρίκης, να βρουν πού εμείς και η δική μας γενιά απέτυχε, να κινήσουν τον τροχό της κοινωνικής εξέλιξης προς τα μπρος, να κάνουν την κοινωνική μηχανή να δουλέψει.

Εμείς τους προτρέπουμε, χρησιμοποιώντας τη γνώση που παίρνουν στο σχολείο με την καλλιέργεια και την παιδεία, να κτίσουν, με τα καθαρά τους χέρια, έναν καινούριο κόσμο, μια καινούρια κοινωνία.

— Με την τόλμη να βλέπουν με ανοιχτό μυαλό.

— Με την τόλμη να ακούνε αντίθετες απόψεις.

— Με την τόλμη να πιστεύουν ότι κάθε άνθρωπος σ΄ αυτό τον πλανήτη πρέπει να έχει την ευκαιρία να βαδίσει όρθιος, με αξιοπρέπεια και ελευθερία, με περηφάνια.

Καλή πρόοδο στα παιδιά σας. Απολαύστε το δημιούργημά τους

Και κάτι ακόμα. Τα παιδιά χρειάζονται καθοδήγηση με ήθος, αγάπη και γνώση.

Γι αυτή την ταινία συνεργάσθηκαν με τις κυρίες Βαρσακοπούλου Αναστασία, Κωνσταντίνου Κυριακή, Τσούτση Κωνσταντίνα, Κατσαρού Ιωάννα που μας δάνεισε τη φωνή της και  τη δασκάλα του Δημοτικού Αγιάς  Κοσμά Μαρία και τους κυρίους Βογιατζή Χρήστο και Μακρογιαννόπουλο Αναστάσιο, καθοδηγούμενοι από το αστείρευτο πάθος, την απίστευτη ενέργεια και τη γοητευτική ομορφιά της ψυχής του Γιάννη Σύρπα.

 

Πάργα, 23 Μαρτίου 2016

Νίκος Καρούζος: Ὁ Σολωμός στ’ ὄνειρό μου

23 Μάρτιος 2016

1919174_981306475278359_4877899925907286426_n

Πῶς πέφτουμε στὴ νύχτα κι ἀπὸ τί πόθους…
Μὲ κοφτερὴ μοναξιὰ στολισμένος ἄρχισα νὰ κοιμᾶμαι
λευκὸς ἱδρωμένος μέσα στὴν ἀγελάδα τοῦ ὕπνου
κλεισμένος ὁλοῦθε ἀπ’ τὸν ὄνειρο ποὺ κυματίζει στὰ βάθη
κι ὁλοένα κερδίζει τὴν ὕλη πέρα της.
Ἕνα ξημέρωμα καθάριζε τὰ μάτια μου
στοὺς οὐρανοὺς ἄνοιγαν ὅλα τὰ παράθυρα κι ὁ Διονύσιος
μαυροντυμένος μ’ ἄσπρα χειρόκτια κρατοῦσε τὸ σκουληκάκι
στὴν παλάμη ποὺ ἔμοιαζε μὲ στουπέτσι βαμμένη
πλάι του σ’ ὡραία παραλία
ἔπεφταν οἱ κολυμβητὲς νὰ πιάσουν τὸ σταυρὸ τὰ Θεοφάνια
καὶ μακριὰ πῶς ἀκούγονταν ἀθῶα τουφέκια
ὁ βρόντος τῆς ἀγάπης ἡ χαρὰ τῆς συμφορᾶς
μ’ ὅλα τ’ ἄνθη σὲ γαλάζια δευτερόλεπτα μ’ ὅλες τὶς ἀχτίδες
τὴν ἀγαπημένη του πεταλούδα στὸν ἱερὸ γλιτωμὸ της
καὶ δράκοντες εὐωδιᾶς ἀνέβαιναν ἀπὸ κίτρινες σκάλες
ὥς τὰ κοράσια ποὺ δὲ χάρηκαν τὸν ἒρωτα.
Γύρω ἤτανε δάσος χιλιοπράσινο
μὲ τὰ πουλιὰ σὰν ἀναρίθμητους καρποὺς ἀπάνω στὰ δέντρα
μὲ τὰ πουλιὰ σὲ μεθυσμένη σύναξη γιὰ πάντα κ’ ἕνας σκύλος
ἀργὰ πηγαίνοντας οὔρησε στὸ κορμὶ τῆς κοντινῆς ἀμυγδαλιᾶς
μὲ σηκωμένο πόδι κι ἀνάμεσα
ὁ γόος ἒσφαξε τὴ φωνὴ ποὺ τινάχτηκε ἀπὸ τρεῖς λέξεις
οἱ ἀπαίσιες χιλιετηρίδες.

Ἀπὸ τὸν ὙπνόσακκοΠοιητῶν ἀναθήματα στὸν Διονύσιο Σολωμό, ἐπιλογή, ἐπιμέλεια καὶ εισαγωγή: Διονύσης Σέρρας, ἐκδ. Μπάστας-Πλέσας, Ἀθῆναι 1998.

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση