• φωτόδεντρο
  • Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων

    Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων
  • Aγ. Γραφή

    Aγ. Γραφή
  • kutsal kitap

    startmenu
  • τυπικόν

    content
  • γραφείο νεότητας Αρχιεπισκοπής

    γραφείο νεότητας Αρχιεπισκοπής
  • Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών

    Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών
  • Ι. Μ. Ν. Σμύρνης

    Ι. Μ. Ν. Σμύρνης
  • Συναξαριστής

    Συναξαριστής
  • EDUCATION AND religion

    religion
  • εθελουσία λήθη 2

    biz029
  • εθελουσία λήθη 3

    12 - 1.jpgPadraic MoodCollector
  • Π.Θ.Σ. ΚΑΙΡΟΣ

    foto kairos
  • ΠΑΝΣΜΕΚΑΔΕ

    logo
  • Η ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΜΕΣΟΠΕΛΑΓΑ

    mesopelaga
  • religionslehrer.gr/

    religionslehrer.gr/
  • thriskeutikametaxi

    thriskeutikametaxi
  • θρησκευτικά αλλιώς

    θρησκευτικά αλλιώς
  • e- Θρησκευτικά.

    e- Θρησκευτικά.
  • Virtual School

    Virtual School
  • stavrodromi

    stavrodromi
  • δός μοι τοῦτον τὸν ξένον

    δός μοι τοῦτον τὸν ξένον
  • προφίλ

    SL384668

φῶς τῶν προσώπων καὶ τῶν πραγμάτων

ceb5ceb9cebacf8ccebdceb1-493

γ.κόρδης

Τοῦ Ὀλιβιὲ Κλεμάν

Π ρόσωπα: ἀπὸ ποῦ ἔρχονται; Εἶναι σάρκα, ποὺ κά- ποτε τὴ διαπερνάει ἕνα φῶς, χωρὶς νὰ εἶναι τὸ φῶς τοῦ ἥλιου; Εἶναι σχισματιὲς μέσα στὴν ἀπέραντη φυλακὴ τοῦ κόσμου, ποὺ κανένας δὲν ξέρει σὲ ποιά μυστικὰ ἀνοίγονται; Ὅταν εἴμουνα παιδί, ἀγαποῦσα τὰ πρόσωπα τῶν γέρων χωρικῶν, αὐτὴ τὴν ἀρχαία ἄργιλλο, ποὺ γεμίζει σκασίματα καὶ διαλύεται μέσα στὸ νερὸ τῶν ματιῶν. Αὐτὰ τὰ πρόσωπα τῆς ὑπομονῆς καὶ τοῦ κόπου, δὲν τὰ βλέπω σήμερα, παρὰ μονά- χα στοὺς Καβύλους ἢ στοὺς Πορτογάλους ἐργάτες, ποὺ περπα- τοῦν τρομαγμένοι στὶς πόλεις μας. Στὶς πόλεις μας, ποὺ τὰ συνηθισμένα πρό- σωπα -ὡστόσο ποτὲ ὁλοκληρωτικά- εἶναι φθαρμένα ἀπ’ τὴν ἀσημαντότητα καὶ τὴ νευρικὴ κόπωση καὶ τὴ βιασύνη, ποὺ κάνει τὸν χρόνο ὄχι σύμμα- χο, ἀλλὰ ἐχθρό. Βό- τσαλα, ποὺ τὰ κουβα- λάει μιὰ ἀνθρώπινη θύελλα. Ποὺ μιὰ μη- χανικὴ συνήθεια τὰ στρογγυλεύει. Ποὺ μιὰ καινούργια περι- πέτεια στὴν ἀνθρώπινη ἱστορία τὰ σημαδεύει ὄχι πιὰ σὲ κοῖλα, ἀλλὰ σ’ ἀρρωστημένα πρηξίματα. Μόνο οἱ γυναῖκες εἶναι ὄμορφες, ἀλλ’ αὐτὸ εἶναι συχνὰ μιὰ ἀπρόσωπη μά- σκα, μέσα ἀπ’ τὴν ὁποία ἡ φωνὴ ἠχεῖ λαθεμένα. Μένουν τὰ πρόσωπα τῶν παιδιῶν, ὅταν κοιμοῦνται ἢ ὅταν στέκουν ἐκστατικὰ ἤ, καμμιὰ φορά, τὸ πρόσωπο ἑνὸς πεθαμένου. Τελικά, μένει κάθε πρόσωπο, ὅσο λεηλατημένο κι ἂν εἶναι ἀπ’ τὴν προσωπικὴ ἢ κοινὴ περιπέτεια, ποὺ προβάλλεται ὄχι στὸ ἐπέκεινα, ἀλλὰ μέσα ἀπ’ τὰ σημάδια τῶν τόσων ἀποτυχιῶν καὶ τῶν τόσων πόνων. Τὸ κάθε πρόσωπο εἶναι ἕνας σταυρός, στὸν ὁποῖο ἐγκυμονεῖται ἡ προσωπικότητα. Ἀκόμα καὶ πετρωμένος ὁ σταυρός, εἶναι μιὰ τσακμακόπε- τρα, ἀπ’ τὴν ὁποία μπορεῖ νὰ ξεπεταχθεῖ μιὰ σπίθα. Λοιπόν, τὸ πρόσωπο εἶναι ἡ βίαιη ἐμφάνιση τῆς ἀπορί- ας: τί εἶναι αὐτό, ποὺ ὑπάρχει μέσα στὴν ὕλη; Καὶ τί εἶναι αὐτό, ἂν δὲν ὑπάρχει τίποτα ἄλλο παρὰ μόνο ἡ ὕλη; Πῶς, ὁ ἀέρας, ποὺ πάλλει, μπορεῖ ν’ ἀγγίξει τὴν καρδιά, νὰ κάνει τὰ μάτια νὰ λάμψουν, ν’ ἀνοίξει γιὰ μιὰ στιγμὴ αὐτὴ τὴν ἀπουσία; Ποιός εἶναι αὐτὸς ὁ μυστικὸς χῶρος, ποὺ μέσα σ’ αὐτὸν μιλᾶμε; Ποὺ μέσα σ’ αὐτὸν σκεφτόμαστε; Αὐτὸ τὸ βάθος, ποὺ μᾶς εἶναι κοινό; Αὐτὸ τὸ κέντρο, στὸ ὁποῖο συναντιόμαστε; Ναί, γιατί νὰ ὑπάρχουν πρόσωπα, ἂν ὅλα προέρχονται ἀπ’ τὸ μηδὲν καὶ ξαναγυρίζουν σ’ αὐτό; Ἔτσι, ξαναζωντά- νευα μέσα μου, πέρα ἀπ’ τὶς ἰδεολογίες, τὴν ἔκπληξη τῶν παιδικῶν μου χρόνων. Ἀπ’ τὸ μυστήριο τῶν προσώ- πων, φαίνεται νὰ μὴ ξεχωρίζει τὸ μυστήριο τῶν πραγμάτων. Θυ- μηθεῖτε, στὸν «Πρῶτο Κύκλο» τοῦ Σολζενί- τσυν, αὐτό, ποὺ συμ- βαίνει στὸν Ρουμπίν, κάποιο βράδυ τοῦ χει- μώνα. Ὁ Ρουμπὶν εἶναι ἕνας ζωηρὸς κομμου- νιστής (τὸ ξαναλέω, πὼς μένουμε ἐδῶ πέρα ἀπ’ τὶς ἰδεολογί- ες). Ὕστερα ἀπὸ βίαιες ἠθικὲς ἐκτροπές, ποὺ τὸν ἔκαναν κατηγο- ρούμενο, βγαίνει τὴ νύχτα, στὴν αὐλὴ τῆς φυλακῆς του. Κι ἐκεῖ αἰσθάνεται ξαφνικὰ στὸ πρόσωπό του «τὴν ἀθώα ἐπαφὴ τῶν μικρῶν, ἑξαγωνικῶν κρυστάλλων», χιονίζει. Σταματάει, κλείνει τὰ μάτια, κι «ἕνα ἀπέραντο αἴσθημα γαλήνης» τὸν κυριεύει. «Δοκιμάζει ὅλη τὴ δύναμη τῆς ὕπαρξης, τὴ χαρὰ νὰ μὴν πάει πουθενά, νὰ μὴ ζητήσει τίποτα, νὰ μὴν ἐπιθυμή- σει τίποτα, μονάχα νὰ θέλει νὰ μένει ἐκεῖ, μέσα στὴν καθο- λικὴ χαρά, σὰν τὰ δέντρα, ποὺ μένουν ἐκεῖ, γιὰ νὰ δεχτοῦν τὶς τοῦφες τοῦ χιονιοῦ». Τὰ πράγματα ἐλευθερώνονται τότε ἀπ’ τὴν κοινοτυ- πία καὶ ἀπ’ τὴ λησμοσύνη καί, ταυτόχρονα, ξανοίγονται, μακριὰ ἀπ’ τὴ δική μας κυριαρχία, σὰν τὸν δαυλό, ποὺ ὁ ἄνεμος τὸν ἀπαλλάσσει ἀπ’ τὶς στάχτες του. Ὁ Ρουμπίν, ὅταν τὸν κυριεύει ἡ χαρὰ τῆς ὕπαρξης, πιάνει ἁπαλὰ χιόνι καὶ «βάζει στὸ στόμα του αὐτὴ τὴν ὑπόσταση, ποὺ δὲν ἔχει κανένα βάρος». «Κι ἡ ψυχή του κοινωνεῖ στὴ δροσιὰ τοῦ κόσμου». Ἡ ὕπαρξη, καθὼς ἀποκαλύπτεται, εἶναι διαφά- νεια, ἀλλὰ γιὰ ποιό λόγο;Τότε -εἶναι πιὰ αἰσθητό- ἦρθε σὲ μένα κάτι, σὰ μιὰ πρώτη ἀποκάλυψη. Ὄχι, ἀκόμα, μιὰ μεταστροφή. Ἀλλ’ ἡ ἀνακάλυψη μιᾶς ἄλλης χώρας. Αὐτὴ ἡ ἀόρατη πλευρὰ τοῦ ὁρατοῦ, ποὺ ὁλόκληρη ἡ αἰωνιότητα δὲ θὰ ἀρκοῦσε γιὰ νὰ τὴν ἐξερευνήσει κανείς. Δὲν ἦταν ἀκόμα μιὰ με- ταστροφὴ στὸν Χριστό -τὸ ἀνακάλυπτα κι αὐτό, ὅμως, δίχως νὰ μπορῶ νὰ τὸ τοποθετήσω- ἀλλὰ μιὰ ἀνακάλυψη τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ ἄπειρου. Ἂν οἱ ἐπαγγελματίες θεολόγοι διαβάσουν τοῦτες τὶς γραμμές, θὰ κάνουν τὸν δύσκολο. Δὲν ἀγαποῦν τὴ «θρησκεία». Μᾶς κατασκεύασαν, ἔτσι, μιὰ πίστη ἄδεια καί, τελικά, ἕναν Ἰησοῦ ἄθεο, ἁπλὴ ἐνσάρκω- ση τοῦ ἀνθρώπου. Δὲν καταλαβαίνουν, αὐτοὶ -ποὺ τοὺς ἔχουν μι- λήσει γιὰ τὸν Θεὸ ἀπ’ τὴν παιδικὴ ἡλικία- δὲν καταλαβαίνουν, πὼς γιὰ ἕναν ἄνθρωπο, ποὺ μεγάλωσε μέσα στὸν ἀθεϊσμό, ποὺ ἔχει μορφοποιηθεῖ σ’ ὅλη του τὴν ὕπαρξη κι ὄχι μονάχα στὴ σκέψη του ἀπ’ τὸν ἀθεϊσμό, χρειά- ζεται πρῶτα ἀπ’ ὄλα ἡ ἀποκάλυψη τοῦ ἀόρα- του, τοῦ πνευματικοῦ, ἀκόμα καὶ τοῦ ἀνώνυ- μου Πνεύματος. Χωρὶς αὐτό, δὲν εἶναι σὲ θέση ν’ ἀκούσει ἐκεῖνο, ποὺ ὁ Ἰησοῦς λέει γιὰ τὸν ἑαυτό του. Ἂς ἀφή- σουμε αὐτὴ τὴ διαμά- χη. Δὲν ἰσχυρίζομαι, πὼς ἡ δική μου πορεία εἶναι παραδειγματική. Ἄλλοι θὰ σᾶς κλαυτοῦν περισσότε- ρο. Ἐπιτρέψτε μου νὰ σκέφτομαι πὼς ἡ θρησκεία εἶναι τὸ περιεχόμενο τῆς πίστης. Κι ὅτι ἀκόμα ὅλα εἶναι θρησκεία. Ἀκόμα κι ἡ ἄρνηση τῆς θρησκείας. Ἔτσι ἀνακάλυπτα τὴν πολύμορφη ἐμπειρία τοῦ ἄπει- ρου, ποὺ ποτίζει ὁλόκληρη τὴν ἀνθρώπινη ἱστορία καὶ ποὺ ἀποτελεῖ τὸν χυμὸ τῶν εὐγενέστερων δημιουργιῶν. Σὰν ἱστορικός, ποὺ εἴμουνα, διάτρεχα σχεδὸν μεθυσμένος τὸ «φανταστικὸ μουσεῖο» τῶν ἀποκαλύψεων, τῆς μιᾶς καὶ μοναδικῆς ἀποκάλυψης. «Οἱ λίθοι κεκράξονται» εἶχε πεῖ ὁ Ἰησοῦς σ’ αὐτούς, ποὺ τοῦ ζητοῦσαν νὰ ἐπιβάλει τὴ σιωπὴ στὰ παιδιά, τὰ ὁποῖα τὸν ἐπευφημοῦσαν, καθὼς ἔμπαινε στὰ Ἱεροσόλυμα. Σήμερα, ἔκαναν τὰ παιδιὰ νὰ σιωπήσουν καὶ φωνάζουν οἱ πέτρες. Πιάνω μιὰ πέτρα στὸ χέρι μου κι αὐτὴ φωνάζει σιωπηλὰ διακηρύττοντας τὸ πάθος καὶ τὴ χαρὰ τοῦ Θεοῦ, ποὺ μιλάει καὶ σιωπάει μαζί, γιὰ νὰ τὴν κάνει νὰ ὑπάρχει. Περπατάω στὴν ἄκρη τῆς θάλασσας, ἔχοντας ἕνα ἁλατισμένο βότσαλο στὸ στόμα καὶ τὸ σιωπη- λό μου στόμα φωνάζει τὸν Θεό. Μπαίνω σ’ ἕνα ρωμανικὸ ναὸ καὶ γνωρίζω τὴ σιωπὴ τοῦ Θεοῦ. Γιατί χρειάστηκε ἡ λατρευτικὴ ἀρχιτεκτονικὴ τῶν ἀνθρώπων, γιὰ νὰ ἐγκαθι- δρυθεῖ αὐτὴ ἡ σιωπή, τὴ στιγμή, ποὺ ἡ πιὸ ἔρημη φύση τρίζει ἀπὸ χίλιους κρότους; Μπαίνω κι ὁ χῶρος γίνεται ἐνσάρκωση. Κατεβαίνω στὴν κρύπτη, κι ἡ σιωπή, διπλα- σιασμένη, γίνεται ἡ ἀρχή μου καὶ τὸ τέλος μου καὶ δὲν εἶναι πιὰ ἡ σιωπὴ τοῦ «μηδέν» – μὲ ἀπαλλάσσει ἀπ’ τὴν ἀγωνία, γιὰ τὸ ὅτι γεννήθηκα καὶ γιὰ τὸ ὅτι πρόκειται νὰ πε- θάνω. Βρίσκομαι στὸν νάρθηκα τοῦ ἁγίου Γουλιέλμου τοῦ ἐρημίτη. Προχωρῶ στὸ σῶμα τῆς δόξας, μέσα σ’ αὐτὴ τὴν παρου- σία, ποὺ ἔγινε σῶμα. Πρὸς τὴ θριαμβευτικὴ ἁψίδα, ποὺ στὸ βάθος της εἶναι φτιαγμένος ὁ σταυρός, ἀνάμεσα σὲ δύο oculi (μάτια), στὸ βάθος τοῦ τοίχου. Ἕνας σταυρός, φωτει- νός, ἀνάμεσα στὸ φεγ- γάρι καὶ στὸν ἥλιο. Ὁ σταυρὸς σήμαινε τότε γιὰ μένα τὴν ἀόρατη ὑπερβατικότητα. Ποὺ συμβολιζόταν ἀπ’ τὴν κάθετη διάσταση, ἔτσι, καθὼς διακόπτε τὴν ὁριζόντια διάσταση τοῦ ὁρατοῦ. Δὲ γνώριζα ἀκόμα ποιά τιμὴ ὄφει- λε κι ὀφείλει ἀκόμα νὰ πληρώσει ὁ Θεὸς ὁ ἴδιος, γιὰ νὰ ξαναδώσει στὴ σάρκα αὐτὴ τὴ διαφάνεια. Βγαίνω καὶ περπατάω στὸν ἄνεμο, ἀντίθετα ἀπ’ τὴν ἐκκλησία, πρὸς τὸ «τέλος τοῦ κό- σμου». Στὸν κοσμικὸ νάρθηκα καὶ στὴν κοσμικὴ ἁψίδα. Σ’ αὐτὴ τὴν «ἀσβεστώδη» μάζα. Στὶς ψηλές, ἀπότομες ὄχθες, στὴν αὐστηρότητα τοῦ Θεοῦ, πού, καθὼς κατεβαίνει πρὸς τὰ κάτω, μεταβάλλεται στὸ κελάρυσμα τῆς γλυκύτητας τῶν λιόδεντρων. Ὁ οὐρανὸς εἶναι σὰν ἕνας θόλος. Ἀπὸ κεῖ καὶ πέρα, μὲ τὸν οὐρανὸ γεμάτο, μπορῶ νὰ λέω, «ναί». Ἀνε- βαίνω σὲ μιὰ ἀπόκρημνη ὄχθη. Ξαπλώνω μὲ τὴν πλάτη κι ἀφήνω νὰ μπεῖ μέσα μου τὸ ἄπειρο, τὸ διαφανὲς χάος, ἡ μπλὲ φωτιά. Μπαίνω μὲ γυμνὰ πόδια καὶ σιωπηλὸς μέσα σ’ ἕνα τέ- μενος τῆς Βόρειας Ἀφρικῆς. Ἐπισκέφτομαι τὰ ἀρχαῖα τεμένη στὴν Ἱσπανία. Δὲν ὑπάρχει ἐκεῖ ὁ χῶρος τῆς ἐνσάρκωσης. Ἀλλ’ ἕνα κενό, τόσο καθαρό, τόσο εὐγενικό, μιὰ λύπη, ποὺ μέσα της διαλύεται κάθε βαρειὰ λύπη, μιὰ ἀπόδειξη τοῦ ἀκατάληπτου. Καμπύλες, καμπύλες στὶς πόρτες, στὰ τόξα, στὰ ἀραβουργήματα, στὶς ἐπιγραφές. Καμπύλες, ποὺ ποτὲ δὲν ξανακλείνουν γύρω ἀπὸ ἕνα κέντρο. Διασταυ- ρώνονται, πολλαπλασιάζονται, γιὰ νὰ τὸ πιάσουν, ἀλλὰ πάντοτε ξεφεύγει. Ἐκεῖνος, Ἐκεῖνος! Ἀκόμα, ὅλα αὐτὰ δὲν ἦταν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ἀλλ’ ἡ σιωπή Του. Μιὰ σιωπή, ποὺ στοὺς κόλπους της ὅλα συμ- μαζεύονται, γαληνεύουν, ἀνοίγονται. Μιὰ σιωπὴ πληρότη- τας καὶ νοσταλγίας, ποὺ ἡ σκέψη βρίσκει τὸν ἐλεύθερο χῶρο της. Ἐκεῖ, ποὺ μπορεῖ κανείς, τελικά, ν’ ἀναπνεύσει, νὰ πάρει πνοή, νὰ διαβεῖ πέρα ἀπ’ τὸ σημεῖο ἐκεῖνο τῆς ἀσφυξίας, ποὺ τὸ εἶχα γνωρί- σει στὴν ἀστικὴ ἔρημο, ἐκεῖ, ποὺ οἱ πεταλοῦδες πετοῦν πάνω στὶς βρωμιές. Ἐπιτέλους ἀέρας. Ἐπιτέ- λους ἀναπνοή. Μέσα μου ἀρχίζει μιὰ ἄλλη ἀναπνοή. Τἄξερα ὅλα αὐτά. Τἄξερα. Ὅμως, μοῦ τὰ κρύ- βαν πάντοτε. Τὰ κρύβουν ὅλα. Αὐτά, ποὺ κρατοῦν τὸν πολιτισμὸ τοῦ κενοῦ κι αὐτά, ποὺ τὸν ἀντι- μάχονται. Ὁ Θεὸς ὑπάρχει. Ἀρκεῖ ν’ ἀκούσει κανεὶς τὶς πέτρες. Ἀρκεῖ ν’ ἀκούσει κανείς, στὸ διάστημα τῶν χιλιετιῶν, τὶς ἀναρίθμητες δοξολογίες τοῦ ὀνόματος ποὺ δὲν προφέρεται, τοὺς ἁγίους, τοὺς σοφούς, τοὺς προφῆτες, τοὺς ταπεινοὺς δημιουργοὺς τῆς ἀγάπης καὶ τῆς ὀμορφιᾶς, αὐτούς, ποὺ ὑφαίνουν ἀδιάκοπα, μὲ τὸ σάρκινο ὑφάδι μιὰ κλωστὴ αἰω- νιότητας, γιὰ νὰ ἐμποδίσουν τὸ ὕφασμα νὰ σκιστεῖ. Τοὺς μάρτυ- ρες τῆς Ἀνατολῆς καὶ τῆς Δύσης. Αὐτούς, ποὺ ὁ Θεὸς τοὺς γεμίζει μὲ τὴν ἀκτινοβολία Του. Αὐτούς, ποὺ τοὺς κάνει ν’ ἀνησυχοῦν μὲ τὴν ἀπουσία Του. Αὐτούς, ποὺ πηγαίνουν στὴν ἔρημο καὶ ποὺ τὸ καθαρό τους ὁλοκαύτωμα ἐλευθερώνει τὸν κό- σμο ἀπ’ τὴν ἀσφυξία. Αὐτούς, ποὺ κάθονται στὸ τραπέζι τῶν ἁμαρτωλῶν, γιὰ νὰ ἐνσαρκώσουν τὸ ἄπειρο μέσα στὴν ἀγάπη. Αὐτούς, ποὺ ἔχτισαν, ζωγράφισαν καὶ σκά- λισαν τὴ Σάρτρ, τὴν Ἀγιάντα, τὸ Μπορομπουντούρ, γιὰ νὰ ἐνσαρκώσουν τὸ ἄπειρο μέσα στὴν ὀμορφιά. Σὲ λίγο θὰ διάβαζα στὸν Μπερδιάεφ: «Τὸ κύριο ἐπιχείρημα ὑπὲρ τοῦ Θεοῦ βρίσκεται στὸν ἴδιο τὸν ἄνθρωπο καὶ τὴν κλήση του. Ὁ κόσμος γνώρισε προφῆτες, ἀποστόλους, μάρτυρες, ἥρωες, στοχαστές, ἐρευνητὲς κι ἀνιδιοτελεῖς ὑπηρέτες τῆς ἀλήθειας, δημιουργοὺς τῆς ἀληθινῆς ὀμορφιᾶς, ὄμορφους αὐτοὺς τοὺς ἴδιους, ἀνθρώπους μεγάλης βαθύτητας, ἰσχυ- ροὺς τοῦ πνεύματος. Καὶ προπάντων ἐκείνους, ποὺ ἔδωσαν μαρτυρία, πὼς ἡ μόνη ἱεραρχικὰ ἀνεβασμένη κατάσταση σ’ αὐτὸ τὸν κόσμο, εἶναι νὰ βρίσκεται κανεὶς σταυρωμένος γιὰ τὴν ἀλήθεια. Ὅλα αὐτὰ δὲν ἀποδεικνύουν, ἀλλὰ δείχνουν… ὅλα αὐτὰ ἐπιτρέπουν τὴν ἀνακάλυψη τοῦ Θεοῦ». Ὁ Θεὸς ὑπάρχει. Καὶ γι’ αὐτὸ μποροῦμε νὰ μιλήσουμε μέσα στὴν ὑπομονὴ καὶ στὸν σεβασμό. Εἶναι τὸ κέντρο, στὸ ὁποῖο συγκλίνουν οἱ γραμμές. «Ἐν αὐτῷ» ἔχουν ἀποκοιμηθεῖ κι ἔχουν ξυπνήσει ὁ πατέρας μου κι ὁ Καρλομάγνος. «Ἐν αὐτῷ» καὶ μέσα στὴ θεληματική του ἀπου- σία -γιατὶ εἶναι μυστικὴ κλήση κι ὄχι ἐνέργεια ἐξωτερική- «ἐν αὐτῷ» ξεδιπλώνεται ἡ ἱστορία, ποὺ τὸν ἀναζητάει ἢ ποὺ τὸν ἀρνιέται. «Ἐν αὐτῷ» δὲν εἴμαστε πιὰ χωρισμέ- νοι. Ἀπ’ αὐτὸν προέρχεται τὸ φῶς τῶν προσώπων, τὰ ὁποῖα, κατὰ κάποιο τρόπο, «δὲν ἔχουν γίνει ἀπὸ ἀνθρώπινα χέρια», ὅπως λένε καὶ γιὰ μερικὲς εἰκόνες. Αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι «οὐκ ἐξ αἱμάτων, οὐδὲ ἐκ θελήματος σαρκός, οὐδὲ ἐκ θελήματος ἀνδρός, ἀλλ’ ἐκ Θεοῦ ἐγεννήθησαν» ( Ἰωάν. α΄ 13). «Ἐν αὐτῷ» ἡ ὕπαρξη τοῦ κόσμου πυ- ρακτώνεται. Αὐτὸς εἶναι ὁ χῶρος ὁ ἀπεριόριστος τῆς ἐλευθερίας μας. Χωρὶς Αὐτόν, δὲ θἄμασταν, παρὰ γελοῖα κομμάτια τοῦ σύμπαντος καὶ τῆς ἱστορίας. Φουσκάλες στὴν ἐπιφάνεια τοῦ «τίποτα». Ἀμοιβά- δες, συναρμοσμένες ἀπ’ τὴν τύχη. Στὸ κατώφλι τοῦ θανάτου, ἕνα ἀκράτητο γέλιο, ἕνα τρελὸ γέλιο. Αὐτὸς εἶναι ἡ πύλη, τὸ τόξο κι ὁ σκοπός, ἡ ἀρχή, τὸ μέσο καὶ τὸ τέλος, τὸ κέντρο κι ἡ περιφέρεια, ἡ, καλύτερα, ὁ «ἀδιάστατος, Ἐκεῖνος, ποὺ βρίσκεται πά- ντα στὸ «ἐπέκεινα» κι ὅμως εἶναι αὐτός, ποὺ μᾶς χωράει ὅλους. Γιατὶ εἶναι ὁ ἀπόλυτα ἄλλος καί, ταυτόχρονα, ὁ ἑαυτός μας, περισσότερο ἀπ’ ὅ,τι εἴμαστε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι.

Ἀπὸ τὸ βιβλίο «Ὁ ἄλλος ἥλιος», ἐκδ. Σπορᾶς, 1983.

;


Αφήστε μια απάντηση

Copyright © …για το Μάθημα των Θρησκευτικών          Φιλοξενείται από Blogs.sch.gr
Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση