Την Κυριακή, 7 Απριλίου 2024, στο θέατρο Μίκης Θεοδωράκης πραγματοποιήθηκε η εκδήλωση βράβευσης του 40ού Λογοτεχνικού Διαγωνισμού του Συνδέσμου. Στην εκδήλωση παρευρέθηκε η μαθήτρια του Ομίλου Δημιουργικής Γραφής Χρύσα Σπυριδάκη, για να διαβάσει το ποίημα που της χάρισε τον 2ο Έπαινο στην κατηγορία ποίησης Λυκείου.
Σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση του Συνδέσμου Φιλολόγων Νομού Χανίων στον 40ο Παγκρήτιο Διαγωνισμό έλαβαν μέρος 147 μαθητές γυμνασίου, λυκείου, ενήλικους μαθητές με κείμενα και ποιήματα και όπως επεσήμανε η πρόεδρος του “Συνδέσμου Φιλολόγων” κ. Σίτσα Κοτσιφάκη “η ζωηρή ανταπόκριση από πολλά σχολεία της Κρήτης μας γέμισε χαρά, ενθουσιασμό και ευγνωμοσύνη για αυτούς τους νέους ανθρώπους επιμένουν να εκφράζουν τις σκέψεις του στο χαρτί κόντρα στις σειρήνες της εποχής που αποθεώνουν τη γρηγοράδα της επικοινωνίας, τη βιασύνη και την ελαφρότητα της σκέψης».
Συγχαρητήρια λοιπόν σε όλα τα παιδιά που πήραν μέρος στον 40ο Παγκρήτιο Διαγωνισμό και ένα μεγάλο μπράβο στις τρεις μαθήτριες του Πρότυπου ΓΕΛ Ηρακλείου και μέλη του Ομίλου Δημιουργικής Γραφής για τη διάκρισή τους:
- Λεμονάκη Ελένη (Π.Λ.Η. -Τάξη Γ): Διήγημα “Γρηγοριανό Έτος” – 2ο Βραβείο στην κατηγορία Διήγημα-Λυκείου
- Σπυριδάκη Χρυσή (Π.Λ.Η. Τάξη Α): Ποίηση “Ίριδα ζωής” – 2ος Έπαινος στην κατηγορία Ποίηση-Λυκείου
- Αντωνοπούλου Ειρήνη (Π.Λ.Η. Τάξη Β): Ποίηση “Κύματα” – 3ος Έπαινος στην κατηγορία Ποίηση-Λυκείου
Tα αποτελέσματα του 40ου Παγκρήτιου Λογοτεχνικού Διαγωνισμού ανακοίνωσε με Δελτίου Τύπου ο Σύνδεσμος Φιλολόγων Νομού Χανίων (https://www.cretalive.gr/politismos/oi-nikites-toy-40oy-pagkritioy-mathitikoy-logotehnikoy-diagonismoy).
Λεπτομέρειες από την Τελετή Βράβευσης μπορείτε να διαβάσετε πατώντας ΕΔΩ.
Ακολουθούν τα κείμενα των μαθητριών που διακρίθηκαν:
Λεμονάκη Ελένη «Γρηγοριανό Έτος»
Κίτρινη Ημέρα
Σήμερα είναι μια κίτρινη μέρα. Το φως του ήλιου μπαίνει κρυφά από το παράθυρο, στριφογυρίζοντας στο πάτωμα σαν φίδι. Έξω, η φυλλώδης ψευδοκαρυδιά τινάζεται στον αέρα.
Για να είμαι ειλικρινής, δεν γράφω. Κι όταν το κάνω, τις περισσότερες φορές πρόκειται για καταγραφή γεγονότων. Στην πόλη δεν είχα χρόνο για ποίηση ή όμορφα λόγια. Κανείς δεν ήθελε όμορφα λόγια⸱ ούτε τα περίμενε από εμένα. Αλλά τώρα, μόνος με την κρύα πέτρα, το ψυχρό κίτρινο φως και τα κίτρινα φίδια του ήλιου, έχω χρόνο.
Ακούω ένα βουητό στον ανήσυχο αέρα. Ολόκληρη η αίθουσα είναι νευρική. Όλοι περιμένουμε τη μετάδοση της είδησης για τον στρατηγό Κομπάρντ. Οι φρουροί φοβούνται μήπως ξεσπάσουν διαμαρτυρίες μεταξύ των κρατουμένων για τη σύλληψη του Στρατηγού. Μόλις εκείνος φτάσει, θα ξεθωριάσει στο βάθος, σα μια ακόμη ζέβρα με άσπρες και μαύρες ρίγες πιεσμένη στον τοίχο.
Κρυμμένος καθώς είμαι στον περιορισμό, δεν με νοιάζει τίποτα για τον κόσμο.
Κρύα μέρα
Σήμερα κρυώνω. Πάει καιρός από τότε που έγραψα τελευταία φορά. Δεν μου αρέσει να γράφω. Το χέρι μου τρέμει όπως και η ανάσα μου και το μυαλό μου ξεχνάει τις λέξεις που είχα συνθέσει τόσο προσεκτικά μόλις λίγες στιγμές πριν. Όταν ζούσα ακόμη στην Ομοσπονδιακή Περιφέρεια, υπαγόρευα ότι γεγονότα συνέβαιναν. Μια γραμματέας με λεία μαλλιά και σφιχτό φουλάρι στο λαιμό, έγραφε, τόσο γρήγορα που νόμιζες ότι τα δάχτυλά της θα άρπαζαν φωτιά.
Ανακάλυψα ότι τα μισοκαμμένα φυτίλια κεριών που έχουν ξεραθεί στον ιδανικό βαθμό, δημιουργούν ένα υπέροχο μολύβι. Για πολλές ώρες πειραματιζόμουν. Έσπασα ένα κερί, τράβηξα το φυτίλι και έγειρα πάνω από τη φλόγα που τρεμόπαιζε. Τα μάτια μου έκαιγαν και το κερί κάπνιζε στο πρόσωπό μου, μετά από πολλές προσπάθειες, είχε πλέον κάψει τέλεια.
Αφού καεί, αφήνω το φυτίλι δίπλα στο παράθυρο. Το κρύο θα κατέβει από τα βουνά, όταν οι τρόφιμοι θα διασκορπιστούν στην αυλή και η μπουγάδα θα μαστιγώνει τον αέρα σαν κουρασμένα σύννεφα — και τότε το μολύβι μου δημιουργείται.
Και έτσι γράφω.
Έχω το χαρτί — μου φέρνουν το φαγητό τυλιγμένο σε καφετί χαρτί. Μερικές φορές ο φύλακας φέρνει ένα πακέτο από τους συναδέλφους μου ή τη γυναίκα μου και τον γιο μου⸱ μα αυτό το τυλίγουν σε εφημερίδα.
Μπλε Ημέρα
Σήμερα είναι μπλε -βαθύ μπλε. Σιδερένιος κι απρόσωπος ο ουρανός.
Κάτι θα έρθει σύντομα: μια καταιγίδα, ένας τυφώνας από την παραλία, ίσως ακόμα και χιόνι. Ο άνεμος θα μαζέψει και θα πετάξει τα εργαλεία και τα παγκάκια στην αυλή σαν χρησιμοποιημένα παιχνίδια.
Δεν μπόρεσα να γράψω για τα πακέτα μου την προηγούμενη φορά, γιατί μου έφεραν καινούργια και έτρεξα να κρύψω τα λιτά μου σεντόνια μη τυχόν και τα προσέξουν οι φρουροί και γίνουν περίεργοι. Ας δώσει ο Θεός να μη μου πάρουν την μοναδική ψυχαγωγία μου …
Τα δέματά μου έρχονται με το χαρτί σκισμένο και ανοιχτό σε διάφορα σημεία επειδή σε διαφορετικούς σταθμούς τα ελέγχουν. Μερικές φορές, αν η οικονόμος μου Σενιόρα Μοράλες, στείλει τη μαρμελάδα της, λείπει το καπάκι (το κασσίτερο είναι πολύτιμο) και μια σέσουλα στο μέγεθος δακτύλου έχει εξαφανιστεί.
Επόμενη μέρα
Σήμερα είναι ημέρα πακέτου. Οι φρουροί δεν έχουν φέρει ακόμα τα πακέτα μου, αλλά όποτε έρχονται προσεύχομαι να μην λείπει τίποτα.
Οι φύλακες δεν περνάνε καλύτερα από μας. Είναι φίλοι μου —μερικοί από αυτούς. Ο Χοσέ ο κοκκινομάλλης είναι ο καλύτερος, και, όταν είναι σε υπηρεσία, η μαρμελάδα είναι ανέπαφη. Ο Αζούλ είναι αυτός που είναι πάντα λυπημένος. Αυτοί οι δύο, και ο «Μονοφρύδης», όπως τον αποκαλώ, είναι οι καλοί.
Αλλά όταν ο Ντιάμπλο ή ο Ρότε είναι σε υπηρεσία, έχω το κεφάλι μου σκυμμένο. Είμαι αμίλητος, κι αν είναι στις καλές τους, με αφήνουν ήσυχο.
Ο στρατηγός κατέφτασε χθες, την Μπλε Ημέρα. Παρέλασαν προς τιμήν του, τον έφεραν με καροτσάκι και τον τράβηξαν μέσα στην αυλή της φυλακής, όπου όλοι εμείς οι εξορισμένοι μπορούσαμε να τον κοιτάξουμε από ψηλά. Ήταν μια συναρπαστική ημέρα· όχι όμως τόσο για να την χαρακτηρίσω κόκκινη.
Ο ουρανός μπλε ήταν.
Γκρίζα Ημέρα
Είναι καταιγιστικό, όπως είπα. Το παράθυρό μου έχει τρεις μεταλλικές ράβδους, τίποτα άλλο. Μπορώ μόνο να παρακολουθήσω την ψευδοκαρυδιά μου να λυγίζει και να λικνίζεται κάτω από το βάρος των σύννεφων, χαμηλώνοντας μέχρι να ακούσω ράγισμα. Είναι σαν να ακούω το δέντρο να ουρλιάζει.
Το φίδι επέστρεψε. Το πάτωμα μεταμορφώνεται σε φίδι όταν το φως κατευθυνθεί με τον σωστό τρόπο. Υπάρχει μια εσοχή στο πάτωμα. Νομίζω ότι ο άντρας πριν από εμένα το έκανε. Το σχεδίασε έτσι ώστε να είναι αόρατο όταν το φως είναι ατελές. Αλλά σήμερα — κατά τη διάρκεια του κεραυνού, όπως και την Κίτρινη ημέρα, μπορώ να δω το φίδι.
Είναι κουλουριασμένο, ήρεμο και δυνατό. Ο λαιμός του είναι τοξωτός τόσο ελαφρά – ποτέ δεν ήταν τόσο ελαφρά. Το κεφάλι του, σε σχήμα ρόμβου, ευέλικτο και θανατηφόρο. Όταν είμαι σε μια από τις κίτρινες διαθέσεις μου, τις τρελές μου διαθέσεις, νομίζω ότι τρέχει κρυφά προς τα εμπρός, βγάζει τη γλώσσα, πλησιάζει όλο και πιο κοντά για να μου δώσει ένα φιλί.
Άσπρη μέρα
Είναι επίσης η μέρα των πουλιών. Νιώθω ένα δροσερό αεράκι στο πρόσωπό μου και βλέπω τα σύννεφα να κυλούν νωχελικά πίσω από τη ψευδοκαρυδιά όσο αφουγκράζομαι τις φλαμανδικές κίσσες να ζευγαρώνουν και να τραγουδούν μακριά από τους τοίχους της φυλακής.
Πόσο θα ήθελα να ήμουν αυτό το πτηνό, να πετάω ψηλά πέρα από αυτές τις ράβδους και μακριά από τους τοίχους που πονάνε τα μάτια μου. Θα ‘θελα να είμαι ελεύθερος, έστω για μια νύχτα και ας ξέρω ότι θα επιστρέψω στο ίδιο και απαράλλαχτο κελί μου..
Εμείς είμαστε τα πουλιά, οι κίσσες και τα ορτύκια. Είμαι ένα ωδικό πουλί, ελεύθερος αλλά φυλακισμένος. Μια μέρα, η τρέλα μου θα υποχωρήσει, θα γίνω πουλί για πάντα.
Μια μέρα.
Πράσινη μέρα
Έχει περάσει καιρός από την τελευταία φορά που έγραψα. Τα δέματά μου σταμάτησαν να έρχονται και άρχισαν να τυλίγουν το φαγητό με αλουμινόχαρτο, επειδή υπήρχε υπερχείλιση σε ένα εργοστάσιο. Το αλουμινόχαρτο δεν μπορεί να συγκρατήσει τα σημάδια του μολυβιού μου.
Οι μουσώνες έχουν φύγει και η υπέροχη μεξικάνικη ζέστη του βουνού κυλάει προς τα δω. Μ’ αρέσει περισσότερο από το κρύο. Η ψευδοκαρυδιά ορφάνεψε από φύλλα για ένα διάστημα, αλλά σήμερα είναι μια πράσινη μέρα :μπορώ να δω το πράσινο να επανέρχεται. Είναι όμορφο.
Άλλο ένα καλό. Η καταιγίδα έσπασε ένα κλαδί στο δέντρο μου και παρόλο που το γεγονός αυτό ήταν θεωρητικά κάτι αρνητικό, ανάγκασε το δέντρο να δυναμώσει. Κάθε μέρα πλησιάζει όλο και περισσότερο στο παράθυρό μου.Ελπίζω ότι μέχρι να έρθει ξανά η εποχή των πεκάν, θα είναι αρκετά κοντά για να ικανοποιήσω την πείνα που μας μαστίζει όλους εδώ.
Ο στρατηγός Κομπάρντ μεταφέρθηκε στο κελί απέναντι από το δικό μου πριν από λίγες μέρες. Αν και αυτή είναι η λεγόμενη τρελή πτέρυγα, δεν είναι τρελός – δεν κραυγάζει όπως κάνουμε εμείς οι υπόλοιποι. Μερικές φορές τραγουδάει. Μπορώ να τον ακούσω αν ακουμπήσω το αυτί μου πάνω στο αυλάκι της πόρτας μου. Τραγουδάει για αγάπη και έρωτες. Τις περισσότερες όμως φορές ή μένει σιωπηλός ή απαγγέλει ποίηση τόσο σιγανά, που κανένας δεν αναγνωρίζει το νόημα των ψιθύρων του.
“Αν κανείς δεν ξέρει γιατί γελάμε,
ούτε γιατί κλαίμε.
Αν κανείς δεν ξέρει γιατί ζούμε,
ούτε γιατί φεύγουμε”
Μακάρι να μπορούσα να ρωτήσω τον λόγο που είναι εδώ. Οι περισσότεροι φαίνεται ότι είναι τρελοί. Η τρέλα και η θλίψη τους έκανε επικίνδυνους.
Αυτό που έκανα για την εταιρεία μου —τον εργοδότη μου, με έφερε εδώ. Οι άλλοι κρατούμενοι είναι εδώ για φόνο, εμπρησμό, κλοπή… και λοιπά. Είναι απλώς εγκληματίες. Εμείς, οι τρελοί, ψηλά στα κλειστά φτερά της μεξικάνικης αυτής φυλακής, είμαστε τα ωδικά πουλιά, τα φίδια, αυτά που όλοι φοβούνται. Ίσως να ντρέπονται για εμάς.
Έχω αρκετό χαρτί σήμερα και ένα μακρύ μολύβι από χθες. Ο Χοσέ μου δώρισε ένα ψηλόλιγνο κερί. Μου είπε, αν μπορέσει, θα μου φέρει ένα αληθινό μολύβι, με αληθινό χαρτί. Τον συμβούλεψα να μην ασχοληθεί. Αν ο Ρότε υποψιαστεί κάτι, θα υποφέρουμε και οι δύο.
Κίτρινη Ημέρα
Σήμερα είναι μια κίτρινη μέρα, όχι λόγω του φωτός, μα γιατί νιώθω ένα διαφορετικό ξόρκι τρέλας να πλησιάζει. Το δέντρο και το φίδι θα με παρακολουθούν και θα φροντίζουν να μην πληγώσω τον εαυτό μου.
Θα δώσω τα χαρτιά μου στο φίδι. Θα τα προστατέψει, να μην τα σκίσει ο τρελός μέσα μου. Το φίδι θα τα αγκαλιάσει σφιχτά, και αφού τελειώσουν όλα, θα μου δώσει ένα φιλί όταν έρθει η ώρα να τα πάρω πίσω.
Σπυριδάκη Χρυσή “‘Ιριδα ζωής”
Κόκκινο το χρώμα της πρώιμης αυγής, κατεστραμμένων ήλιων· της ήδη ώριμης πληγής, του πόνου και του θρήνου.
Πορτοκαλί ο άτρωτος ο δισταγμός, η πεινασμένη φλόγα· σάπιος καρπός ο ώριμος, το άγχος και η σήψη.
Κίτρινα όξινα δάκρυα του ουρανού, η ξεχασμένη ελπίδα, πνοή αγέννητης ψυχής, η δίψα και το κρίμα.
Πράσινη ματιά η σκυθρωπή, το χρήμα και οι ορέξεις· όλα τα ζοφερά φυτά, η ζήλεια και ο φθόνος.
Μπλε τα δάκρυα του έρωτα, τα βάθη της αβύσσου· η πρωινή η μοναξιά κι η βραδινή γαλήνη.
Μωβ η ξεχασμένη μελανιά, του χρόνου υστερία· κάθε ματιά αγαπητή, χωρίς ίχνος ελπίδας.
Κι όμως … Κόκκινο σου εμφανίζεται, το τρυφερό το ρόδο. Πορτοκαλί είν’ ο ορίζοντας, στο τέλος κάθε χρόνου. Κίτρινες οι αχτίδες οι απαλές, στους ώμους σαν σ’ αγγίζουν. Πράσινη η χλόη η ανάλαφρη, κάτω απ’ τα δάχτυλά σου. Μπλε η απέραντη θάλασσα, το σώμα σου να απλώνεις. Μωβ είναι τα δαμάσκηνα, τους μήνες της Περσεφόνης.
Γιατί πώς θα ‘ταν η ζωή αν δεν υπήρχε χρώμα, Γκρίζα, μουντή και άκαρδη, σαν άγριος χειμώνας. |
Αντωνοπούλου Ειρήνη: «Κύματα» Κυανά νερά αστράφτουν ζωή. Δροσερή αλμύρα φυσάει, με το απαλό αγέρι αγγίζει θόλο ολογάλανο στου ουρανού την άκρη. Κι η θάλασσα κλέβει όλες τις ηλιαχτίδες. Σε βυθό ήρεμο αστερισμοί σπιθίζουν, χορεύουν. Μπλέκει ο άνεμος μαλλιά από μετάξι. Και γαληνά, τα κύματα μεθούν απ’ του ηλίου την πνοή. Και ξάφνου από κάπου μακριά πλησιάζει καλπάζοντας στα ήρεμα νερά ξανθό, δελφινοκόριτσο. Απ’ τις λυτές πλεξούδες στάζει μαγεία, ευτυχίας. Φως πλημμυρίζει• ελπίδα ανθίζει. Καθώς χορεύουν ήρεμα και φωτίζονται του κόσμου όλες οι ομορφιές. Κι εγώ κοιτώ, τα αλλοτινά Κι αναλογίζομαι. Μες σε λέμβο ανισόρροπη, σε μυαλό κενό, το χάος. Τοίχοι μισοί, συντρίμμια Ακόμα τραντάζουν, συθέμελα τα αυτιά το νου τη ψυχή. Βόμβες, φωτιές, κραυγές, Ο εχθρός πλησιάζει Του τρόμου το φως με τυφλώνει. Η απόδραση δεν ήρθε και το μυαλό με σταματάει. Σε σύγχυση κοιτώ, τριγύρω Ψάχνω να βρω να βρω την έξοδο, τη σωτηρία. Και αυτή γύρισε, μα δε με κατάλαβε, Και ξανά γυρνά τη πλάτη. Τέλος. Ερημιά, αλμύρα στη γεύση από αίμα και από θάλασσα. Καμιά ζωή πλέον δε ζω. |
Πρόσφατα σχόλια