Bientot les vacances scolaires
Κάτω από : Χωρίς κατηγορία | | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο La famille – Le mari et la femme
Bientot les vacances scolaires
Κάτω από : Χωρίς κατηγορία | | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο La famille – Le mari et la femme
Γεώργιος Δροσίνης
1859 – 1951
Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ
«Το μεγαλύτερο Νόμπελ για μένα είναι να ξέρω πως δυο ερωτευμένοι με τα κεφάλια τους ενωμένα διαβάζουν στίχους μου».
Της Δρ Ευτυχίας Νικολακοπούλου
Σχολικής Συμβούλου Γαλλικής Α/θμιας και Β/θμιας εκπαίδευσης Ν.Αιγαίου
Ο Γεώργιος Δροσίνης γεννήθηκε, στην Αθήνα στις 9 Δεκεμβρίου1859. Ποιητής, πεζογράφος και δημοσιογράφος, ήταν γόνος οικογένειας αγωνιστών του Μεσολογγίου. Σπούδασε νομικά και φιλολογία στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας και στη συνέχεια Ιστορία της Τέχνης στη Λειψία, στη Δρέσδη και στο Βερολίνο. Από το 1889 ως το 1897 υπήρξε διευθυντής του περιοδικού «Εστία», που ο ίδιος μετέτρεψε σε εφημερίδα το 1894. Την ίδια περίοδο ίδρυσε και διηύθυνε τα περιοδικά «Εθνική Αγωγή» και «Μελέτη», καθώς και το ετήσιο «Ημερολόγιον της Μεγάλης Ελλάδος». Το 1899 μαζί με τον Δημήτριο Βικέλα ίδρυσαν το «Σύλλογο προς διάδοσιν ωφελίμων βιβλίων», που εξέδωσε λογοτεχνικά έργα, λαογραφικές και άλλες μελέτες. Το 1901 ίδρυσε τις Σχολικές βιβλιοθήκες και το 1908 το Εκπαιδευτικό μουσείο. Συνέβαλε, επίσης, στην ανέγερση του Οίκου Τυφλών, της Σεβαστοπούλειας Επαγγελματικής Σχολής και της Ελληνικής Λαογραφικής Εταιρίας. Από το 1914 ως το 1923 διετέλεσε τμηματάρχης Δημοτικής Εκπαίδευσης του Υπουργείου Παιδείας, συμβάλλοντας ουσιαστικά στη σύνταξη του Ιστορικού Λεξικού της Ελληνικής Γλώσσας και στην εφαρμογή του εκπαιδευτικού προγράμματος του Ελευθέριου Βενιζέλου. Το 1924, υπό τη διεύθυνσή του, οργανώθηκε το Μουσείο Κοσμητικών Τεχνών. Έγινε τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών από την ίδρυσή της το 1926, διατέλεσε ο πρώτος Γραμματέας των Δημοσιευμάτων του Ιδρύματος (1926-1928) και τιμήθηκε με το Αριστείο των Γραμμάτων και Τεχνών. Στο χώρο της λογοτεχνίας πρωτοεμφανίστηκε το 1879 με ποιήματά του στα περιοδικά «Ραμπαγάς» και «Μη Χάνεσαι». Ένα χρόνο αργότερα κυκλοφόρησε η πρώτη του ποιητική συλλογή υπό τον τίτλο «Ιστοί Αράχνης».Η σταδιοδρομία του, ως νέου ποιητή άρχισε το 1884 με τη συλλογή «Ειδύλλια». Ποιητής της νέας αθηναϊκής σχολής -όπως και ο Κωστής Παλαμάς, με τον οποίο υπήρξε στενός φίλος- χρησιμοποίησε τη δημοτική γλώσσα. Παρά την οικονομική του άνεση, υπήρξε εγκάρδιος και απλός. Πέθανε στις 5 Ιανουαρίου στην Κηφισιά.
Η δεκαετία 1880 – 1890 ήταν γόνιμη σε επιτεύγματα, όσο η προηγούμενη ήταν σημαντική σε προπαρασκευή. Οι ποιητικές του συλλογές ως τις αρχές του αιώνα μας (Αμάραντα 1890, Γαλήνη 1902) βρίσκονται σχεδόν στο ίδιο κλίμα με τις πρώτες του, μόνο ο στίχος και η γλώσσα δείχνουν μιαν άλλη ποιότητα. Οι σημαντικότερες συλλογές του, αυτές που τον εκφράζουν πιο έγκυρα, είναι ασφαλώς εκείνες που κυκλοφόρησαν μέσα στη δεύτερη δεκαετία του αιώνα, τα Φωτερά σκοτάδια (1915) και τα Κλειστά βλέφαρα (1918). Δίπλα στο στιβαρό στίχο και στην αδιάκοπη προσπάθεια του Παλαμά, τον Δροσίνη τον διακρίνει μια διάθεση στατική. Μένει πάντα στην επιφάνεια, δεν προχωρεί σε βάθος. Τα ποιήματα του, ιδίως στα Φωτερά σκοτάδια είναι τα περισσότερα ολιγόστιχα, ποιητικά σκίτσα θα μπορούσαμε να πούμε: μια ιδέα ποιητική, μια σκέψη που γίνεται αμέσως ποίημα, με κάποια έμφυτη ευκολία. Ο Δροσίνης δημοσίευσε κι άλλες ποιητικές συλλογές στα 30 – 35 χρόνια που η μοίρα του είχε γράψει να ζήση ακόμα: Αλκυονίδες, Θα βραδιάζει, Φευγάτα χελιδόνια, Σπίθες στη στάχτη. Στις περισσότερες, κοντά στα άλλα του γνωστά χαρακτηριστικά, έρχεται τώρα να προστεθεί κι ένα καινούριο ιδιαίτερα συγκινητικό, η νοσταλγική αναπόληση του ηλικιωμένου. Ο Δροσίνης ήθελε τα ερωτικά του τραγούδια να βρίσκουν ανταπόκριση στις ερωτευμένες καρδιές. Όταν κάποτε μια κυρία φίλη του, το επισκέφθηκε για να του αναγγείλει ότι τον προτείνουν για το βραβείο Νόμπελ , της απάντησε: «Το μεγαλύτερο Νόμπελ για μένα είναι να ξέρω πως δυο ερωτευμένοι με τα κεφάλια τους ενωμένα διαβάζουν στίχους μου». Φανατικός οπαδός της δημοτικής, ο Δροσίνης θεωρούσε τη γλώσσα ως θεμέλιο στο οποίο θα βασιστεί το άνθισμα της δημοτικής γλώσσας. Εξ άλλου, ο Δροσίνης άνοιξε να παράθυρο προς την λησμονημένη ζωντανή λαϊκή μας παράδοση, προς την ελληνική φύση και ζωή. Χάρη στην ελληνικότητα της ποίησής του, τραγούδησε τη ζωή, την ειδυλλιακή φύση με αίσθημα, με συγκίνηση, σε μια γλώσσα γνήσια δημοτική. Το τραγούδι του, απλό και οικείο, συνειδητά αναζήτησε το ωραίο «Κάτω από τη σκέπη της λαογραφίας», όπως έλεγε ο Παλαμάς. Στα Ειδύλλια και σ’ ολόκληρη την ποιητική του παραγωγή,
Ο ποιητής μας μεταφέρει τη μαγική ατμόσφαιρα των θρύλων και των παραμυθιών και δανείζεται τα μοτίβα του Δημοτικού τραγουδιού, τον ανθρωπομορφισμό και τη φυσιολατρία του, όπως στο ποίημα «Τα χλωμά της κάλλη». Εδώ δημιούργησε μια επικοινωνία ανάμεσα στην πραγματικότητα και το όνειρο, στον θεατό και αθέατο κόσμο ανοίγοντας έτσι το δρόμο στη σύγχρονη ποιητική περιπλάνηση. Ήλιε, ρίξε φλόγα στ’ όμορφο κεφάλι, μάρανε και πάρε τα χλωμά της κάλλη!
Απλό και όμορφο το «Χώμα Ελληνικό», είναι ένα ποίημα που δεν έλειψε από τα σχολικά βιβλία. Πολλοί το έχουν αναγγείλει ως μαθητές κι έμεινε μια αγαπημένη ανάμνηση από τα παιδικά χρόνια. …άφησε να πάρω κάτι κι από σένα,
γαλανή πατρίδα, πολυαγαπημένη. Ο Δροσίνης είναι ο ποιητής του μέτρου, της ολιγάρκειας και της εγκράτειας. Δεν επιδίωκε την άμεση συγκίνηση, δίνοντας διέξοδο σε πολλά αισθήματα τρυφερότητας και παρηγορώντας τις σκοτεινιασμένες ψυχές. Κι όταν εξωτερίκευε τον ιδεολογικό του κόσμο, ήθελε απλώς να φιλοσοφήσει και όχι να εκφράσει φιλοσοφία σχηματισμένη. Η έμπνευσή του πηγάζει από μια άμεση εμπειρία, από μια πραγματική εντύπωση. Έλεγε πως «Ό,τι βρίσκεται στα ποιήματά μου», είχε πει, «πρόσωπα, εικόνες, περιγραφές, τα είδα και τα έζησα». Ο τόνος του είναι χαμηλός. Δεν υπάρχει πάθος. Το τραγούδι του, ακόμα κι όταν είναι πονεμένο, δεν καταθλίβει, δεν απελπίζει. Ακόμη και ο έρωτας, το πιο βίαιο και το πιο σπαραχτικό συχνά από τα πάθη των ποιητών, είναι ένας έρωτας χωρίς αγωνία» . Ο ποιητής δεν μπορεί να νιώσει τη νιότη χωρίς αγάπη, χωρίς έρωτα. Αλήθεια λες, πώς δεν αγάπησες; Κι όμως φοβάται το ασυγκράτητο, ερωτικό πάθος, προτιμά το γαλήνιο χωριάτικο ειδύλλιο. Συνήθως ο ποιητής με την αγαπημένη του ολομόναχοι μέσα στην ειδυλλιακή φύση ζουν μια «ιδανική αγάπη». Το αίσθημα είναι μετρημένο, διακριτικό, γεμάτο ευγένεια και ευπρέπεια. Κυριαρχεί η «ερωτολογία» και τα λυρικά ερωτικά υπονοούμενα Δροσίνης είναι επίσης ένας φυσιολάτρης ποιητής που χαίρεται να παρατηρεί και να θαυμάζει τη φυσική ομορφιά τριγύρω του. Βιώνει τον φυσικό περίγυρο και προσπαθεί να τον περιγράψει και να τον αποδώσει ποιητικά με θερμή ζωγραφική διάθεση. Συχνά η περιγραφή του δε μένει πιστή στα πράγματα του κόσμου, ζωγραφίζει τη φύση «φιλτραρισμένη, περιχυμένη με της ψυχής τα χρώματα», εξωραΐζει, εξιδανικεύει, και είναι τόσο τέλεια η ζωγραφική του που σε κάνει να ξεχνάς τις σκοτούρες της ζωής στην πόλη και να παρασύρεσαι σε μια ειδυλλιακή ενατένιση της ζωής. Με την ποιητική συλλογή Γαλήνη (1902) που ο ποιητής φτάνει στην ωριμότητά του, αρχίζει η δεύτερη συνθετική του περίοδος και αποτελεί, ύμνο στην ελληνική φύση. Ο Δροσίνης είναι απλός, δεν είναι όμως απλοϊκός. Η ωραία και ομοιόμορφη γλώσσα, η ασματογραφική διάθεση, η ακρίβεια της περιγραφής, η λεπτή παρατηρητικότητα, όλα αυτά δείχνουν ότι δεν έγραφε στίχους στην τύχη. Το 1915 εκδίδεται η ποιητική συλλογή Φωτερά σκοτάδια. Μαζί με τα Κλειστά Βλέφαρα (1918) που ακολουθούν θεωρούνται οι πιο σημαντικές συλλογές του, αυτές που τον εκφράζουν πιο έγκυρα. Από τα οποία δεν λείπει η ζωγραφική φυσιολατρία, ούτε τα ποιήματα με ερωτική διάθεση. Όπως όμως γράφει ο Παλαμάς, ο εσωτερικός κόσμος του ποιητή «παίρνει και καθαρότερα ξεσκεπάζεται. Γύρισμα του ματιού στα μέσα» 16. Όσο κι αν ο ποιητής ωριμάζει και η ποίησή του γίνεται σοβαρή ή σκυθρωπή, οι στίχοι που τον χαρακτηρίζουν είναι αυτοί που ακολουθούν. Στο ίδιο κλίμα της νοσταλγίας κινείται και η συλλογή Φευγάτα Χελιδόνια (1936). Συναντάμε πάλι τα βασικά μοτίβα της προηγούμενης ποίησής του, μα κάποτε με ένα ύφος μυστηριακό, «φιλοσοφικό», που πηγάζει όχι από εγκεφαλική προσπάθεια, αλλά από γόνιμη πείρα. Με τα λυρικά και γνωμικά τετράστιχα της συλλογής Σπίθες στη στάχτη (1940), ο ποιητής ασκείται στα επιγράμματα ανακεφαλαιώνοντας την πείρα της ζωής. Το τελευταίο ποιητικό του βιβλίο, οι Λαμπάδες (1947) αποτελείται από εξήντα πέντε ζωγραφικά σονέτα όπου ο ποιητής θρηνεί για το χαμό μιας δωδεκάχρονης παιδούλας. Ο θρήνος ξεχύνεται απαλός και συγκρατημένος, ο ποιητής έμεινε ως το τέλος της ζωής και της δημιουργίας του άνθρωπος του μέτρου. Ο Δροσίνης δεν ήταν μόνο ποιητής, ασχολήθηκε και με τον πεζό λόγο. Δίπλα στον Παλαμά και τον Ψυχάρη, ο Γεώργιος Δροσίνης συγκαταλέγεται στους τρεις μεγάλους ποιητές. Ξεκίνησε είκοσι χρονών και πέθανε ενενήντα. Πολυάριθμες είναι οι ποιητικές του συλλογές, τα πεζά του, διηγήματα, αναμνήσεις, μυθιστορήματα, η άλλη πολύπλευρη κοινωνική και πνευματική του δράση. Όμως η ιδιοσυγκρασία του ήταν διαφορετική από των δύο άλλων. Καλλιέργησε τον δικό του κόσμο. Ένα κόσμο από προσωπικές συγκινήσεις με συγκρατημένους τόνους και τη συγκίνηση μιας δοξαστικής φυσιολατρίας του υπαρκτού κόσμου. Άλλωστε όπως δήλωνε και ο ίδιος: ”Ό,τι βρίσκεται στα ποιήματά μου, πρόσωπα, εικόνες, περιγραφές, είδα και τα έζησα…..».
Βιβλιογραφία
Αγρας Τέλλος, Κριτικά, Ποιητικά Πρόσωπα και Κείμενα, τομ. Β΄, εκδ. Ερμής, Αθήνα 1981, σσ. 29-59.
Βασική Βιβλιοθήκη, Προβελέγγιος- Δροσίνης- Πολέμης- Στρατήγης- Καμπάς, εκδ. Ζαχαρόπουλου, τόμ. 24, Αθήνα 1957.
Γκόλφης Ρήγας, «Ο Δημοτικισμός του Δροσίνη, η ποίησή του και το νόημά της», Νέα Εστία, τομ.583, Αθήναι 15-10-1951.
Δροσίνης Γεώργιος, Σκόρπια Φύλλα της Ζωής μου, τομ. Α΄-Δ΄, επιμ. Γιάννη Παπακώστα, Αθήνα 1982-1986.
Δροσίνης Γεώργιος, ’παντα, τόμ. Α΄-Γ΄ (ΠΟΙΗΣΗ), επιμ. Γιάννη Παπακώστα, «Σύλλογος προς Διάδοσιν Ωφέλιμων Βιβλίων», Αθήναι, 1995-1996.
Καραντώνης Ανδρέας, Φυσιογνωμίες Κριτικά Δοκίμια, εκδ. Δίφρος, Αθήναι 1959.
Μελάς Σπ., Νεοελληνική Λογοτεχνία, εκδ. Γ. Φέξη, Αθήναι 1962.
Μιράσγεζη Μαρία, Νεοελληνική Λογοτεχνία, Αθήνα 1982.
Παναγιωτόπουλος Ι. Μ., «Γ. Δροσίνης, ποιητής Αθηναίος, ποιητής του καιρού του», Νέα Εστία, τομ. 583, Αθήναι 15-10-1951.
Κάτω από : Χωρίς κατηγορία | Με ετικέττες ΑΡΘΡΟ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΡΟΣΙΝΗΣ | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΡΟΣΙΝΗΣ ΑΡΘΡΟ ΤΗΣ ΕΥΤΥΧΙΑΣ ΝΙΚΟΛΑΚΟΠΟΥΛΟΥ ΣΤΑ ΠΕΙΡΑΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ
ΚΑΛΟ ΠΑΣΧΑ ΚΑΙ ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ (1)
Κάτω από : Χωρίς κατηγορία | | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο ΚΑΛΟ ΠΑΣΧΑ 2022
Από το 1945 που το θέατρο γίνεται μεταφυσική αναζήτηση, ο Ζενέ αποκαλύπτει με τους υπαρξιακούς[1] δραματουργούς την τραγικότητα της ανθρώπινης ύπαρξης και τον δυτικό μοντερνισμό. Αυτό το καινούργιο θεατρικό είδος που ονομάζουμε αντι-θέατρο ή πρωτοποριακό θέατρο καλλιεργεί το παράλογο και το κωμικό. Τα πρόσωπα δεν χαρακτηρίζονται πλέον από ψυχολογικά κίνητρα αλλά περιορίζονται σε μια σειρά από χειρονομίες, κινήσεις και λέξεις. Ο ίδιος ο διάλογος είναι πηγή παρεξηγήσεων, και οδηγεί στη σιωπή και την έλλειψη επικοινωνίας. Με τρόπο κωμικά δοσμένο, στήνεται πάνω στο παράλογο και την σκοτεινή παρουσία του γήρατος και του θανάτου η ομιλία που βοηθά στην απόδραση από το άγχος και την τραγικότητα της ζωής.
Το 1947 ο Ζαν Ζενέ γράφει ένα μονόπρακτο θεατρικό έργο που φέρει τον τίτλο οι δούλες και στο οποίο αναπτύσσει μια συμβολική πράξη που ερμηνεύει την δυσκολία να είναι κανείς ο εαυτός του. Για να την ερμηνεύσει, ο δραματουργός επιλέγει δύο υπηρέτριες, την Κλαίρη και την αδελφή της Σολάνζ οι οποίες κατά την απουσία της κυράς τους, ανίκανες να υπάρχουν ανεξάρτητα από αυτήν, μιμούνται τις σχέση μέσα στην οποία νοιώθουν[2] φυλακισμένες και επιδιώκουν την καταστροφή του κόσμου στον οποίο αξεδιάλυτα ανήκουν.
Οι πρωταγωνίστριες κάνουν μια οργισμένη συνειδησιακή επανάσταση ενάντια στον εαυτό τους για να εξαφανίσουν τη βρώμικη σχέση κυράς-δούλας, με την οποία είναι δεμένες ανέκκλητα, αλλά αγωνίζονται μάταια. Από την αρχή της παράστασης είναι εμφανής η κρίση των σχέσεων της κυρίας και των δύο δούλων που οικειοποιούνται τον πολιτισμό της, προσπαθούνε να μπουν στο πετσί της πράγμα το οποίο τις κάνει να γίνονται απάνθρωπες, κυνικές και υποκρίτριες. Οι δύο πρωταγωνίστριες μισούν την κυρία τους. Στην απουσία της, η Κλαίρη παίζει το ρόλο της και η Σολάνζ το ρόλο της Κλαίρης στα καθήκοντα της ως δούλα. Αυτή η μεταμόρφωση, τους δίνει τη δυνατότητα να βγάλουν ότι ο υποσυνείδητος και ο συνειδησιακός χώρος κρύβει ενάντια στη σχέση κυράς-δούλας. Και όλα τους τα λόγια εκφράζουν συγχρόνως το μίσος και τον θαυμασμό που τους εμπνέει η κυρά τους. Ντύνονται τα ρούχα της άλλοτε η μία και άλλοτε η άλλη προετοιμάζοντας έτσι αυθόρμητα το εγκληματικό παιγνίδι τους. Έχει κανείς την εντύπωση ότι πρόκειται για ρεσιτάλ μαύρης μαγείας που παίζεται μπροστά σε ένα αστικό κοινό. Αυτό είναι η κυρία, που με όσο περισσότερες κατάρες και μαντολογήματα την καρφώσουν, θα δουν να πεθαίνει το αληθινό της πρόσωπο. Όμως αυτό το ψυχόδραμα όπως θα μπορούσαμε να το χαρακτηρίσουμε αναπτύσσει και την προσωπική αντιπαλότητα των δύο αδελφών. Οι τελευταίες, την ώρα που συγυρίζουν καθώς διαπληκτίζονται, η Κλαίρη κατηγορεί την Σολάνζ ότι προσπάθησε να σκοτώσει την κυρία.
ΚΛΑΙΡΗ
Μην αρνείσαι σε είδα … Όταν τελειώσουμε την τελετή προστατεύω το λαιμό μου. Εμένα στοχεύεις μέσα από την κυρία ….
Όταν η κυρία επιστρέφει, η Κλαίρη προσπαθεί να την ποτίσει με δηλητηριασμένο τίλιο αλλά αυτή διαφεύγει τυχαία τον κίνδυνο επειδή βιάζεται να συναντήσει τον κύριο. Αυτή η πράξη επαναθέτει σε λειτουργία το αρχικό παιγνίδι όπου η Σολάνζ σκηνοθετεί την δολοφονία της κυρίας και έτσι η Κλαίρη την υποχρεώνει να πιει το δηλητηριασμένο τίλιο.
Το έργο κατανέμει με τελειότητα τις πρακτικές του “θεάτρου μέσα στο θέατρο» με την πολιτική σάτιρα, από τη μια πλευρά και την δραματουργική αγωνία τον εντυπωσιασμό του φόνου και τον παράξενα ελκυστικό και υπερβολικά απελευθερωμένο διάλόγο[3]. Οι δύο δούλες είναι μεν τα υπαρκτά πρόσωπά τους, όμως δεν παύουν επάνω στη σκηνή να γίνονται το υποκατάστατο των προσώπων αυτών. Έτσι, πρόσωπα και υποκατάστατο περιπλέκονται σε ένα πρωτόγονο κανιβαλισμό, από τον οποίο δεν θα γλιτώσουν ούτε τα πρόσωπα ούτε το υποκατάστατο. Αυτόν τον θανάσιμο εναγκαλισμό του υποκατάστατου ενώνεται στην παράσταση με τρόπο τραγικό δίχως να μένει κρυφή η κυνικότητα και η βαρβαρότητα ενός τέτοιου αγώνα Παρουσιάζει τα θεατρικά πρόσωπα στην πρώτη τους αναμέτρηση. Για παράδειγμα, από ένα τηλεφώνημα χάθηκε η ευκαιρία του πνιγμού. Όμως οι δούλες, πιστές στο ρόλο τους συνεχίζουν το παιγνίδι με μια τελετουργική κινησιολογία[4] που έχει όλα τα στοιχεία της στερεότητας, της εξαίρεσης και της υποκριτικής ωριμότητας. Ο δραματουργός περνάει από το ένα επίπεδο στο άλλο. Σε ένα δεύτερο επίπεδο αυτοψυχανάλυσης οι δύο δούλες είναι η μια απέναντι στην άλλη σαν δύο θηρία που αποτελεί ένα νέο επίπεδο παράκρουσης που καταλήγει στη σκηνή της αφοσίωσης των δύο γυναικών που παίζεται πίσω από το παραβάν για να αφήσει στον θεατή την πολυσημασία που μπορεί να έχει αυτή η σχέση.
Με την εμφάνιση της κυρίας στη σκηνή, αρχίζει η υποκρισία και το έσχατο της απανθρωπιάς. Οι δούλες ντοπάρονται για την τελευταία τους αναμέτρηση όπου η φαντασία τις έχει κατακυριεύει, ως το τέλος. Η δε αποχώρησή τους, αποδίδεται με ένα βύθισμα στο χάος και την ανυπαρξία.
Με το έργο του αυτό ο Ζενέ χρησιμοποιεί όλες τις μεθόδους του θεάτρου του παραλόγου δίνοντας έμφαση στο διάλογο, στα ντεκόρ και στην κίνηση. Η αίσθηση του χρόνου είναι ανύπαρκτη. Ο κόσμος στα έργα του καλλιεργεί το παράλογο όπου τα λόγια είναι ακατανόητα και χωρίς έννοια σύμφωνα με το περιβάλλον τους. Οι ήρωες δεν έχουν την ίδια άποψη για τις λέξεις και τα πράγματα και δεν επικοινωνούν επειδή ακριβώς δεν κατανοούν ο ένας τον άλλο. Ζουν μαζί δίχως καν να γνωρίζονται. Έτσι η ομιλία γίνεται πηγή παρεξηγήσεων Αναμφισβήτητα οι σχέσεις του είναι και του φαίνεσθε, η μαγική δύναμη του θεάτρου βρίσκουν στον δραματουργό ένα αντίκρισμα προκλητικό που προπορεύεται στις σύγχρονες θεατρικές έρευνες.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Martin Esslin Το θέατρο του παραλόγου εκδόσεις Δωδώνη 1996 μετάφραση Μάγια Λυμπεροπούλου
Alain Couprie Le Théâtre, éd. Nathan Paris 1999
Potelet Hélène Histoire de la littérature française Hatier Paris 1990
Στάθης Δρομάζος Το Ξένο Θέατρο ΚΕΔΡΟΣ 1987
[1] Φιλοσοφικό σύστημα που προέρχεται από τον Δανό φιλόσοφο Κίκεργκαρντ 1813-1815 και τον Γερμανό φιλόσοφο Χάιντεγκερ 1889-1976. Στη Γαλλία η λέξη έχει κύρος στα 1945 και βρίσκει την έκφρασή της στα έργα του Καμύ και του Σαρτρ. Η βασική ιδέα αυτής της φιλοσοφίας είναι ότι ο άνθρωπος δεν χαρακτηρίζεται παρά μόνον από τις πράξεις του και βρίσκει την ταυτότητά του από την έννοια της ύπαρξής του όπου καμία θεότητα δεν δίνει έννοια στη ζωή του. Ζώντας σε έναν παράλογο κόσμο, ανακαλύπτει με άγχος ότι είναι υπεύθυνος γι αυτό που κάνει είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος και να κάνει τις επιλογές του κάθε στιγμή.
[2]Όπως το συνηθίζει ο Ζενέ στους περισσότερους ρόλους του ρεπερτορίου του, οι δούλες θέλουν να είναι διαφορετικές από αυτό που είναι. Θέλουν δηλαδή να αλλάξουν την ύπαρξή τους.
[3] Στο θέατρο του παραλόγου ο διάλογος δεν οδηγεί σε καμία λογική σκέψη.
[4]Συγκλονιστικές οι μεταμορφώσεις της Κλαίρης σε μια πολυσήμαντη τελετουργική κίνηση. Η Σολάνζ σε απόλυτη ανταπόκριση με την παρτενέρ της έπαιξε με έντονη αμεσότητα προσδίνοντας στο ρόλο ενίοτε μια τυραννισμένη λαϊκότητα.
Κάτω από : Χωρίς κατηγορία | | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο ΟΙ ΔΟΥΛΕΣ” ΤΟΥ ΖΑΝ ΖΕΝΕ
RAPPELLE-TOI BARBARA
JE DIS TU A TOUS CEUX QUE J’AIME
Κάτω από : Χωρίς κατηγορία | | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο Η ΦΩΝΗ ΤΟΥ JACQUES PREVERT ΔΙΑΒΑZEI THN ΒΑRBARA
Κάτω από : Χωρίς κατηγορία | | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ
Κάτω από : Χωρίς κατηγορία | | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο PROFESSEURS DE FRANCAIS A NICE 2013
Κάτω από : Χωρίς κατηγορία | | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο RAPPELLE-TOI BARBARA
Η λέξη μετρό που χρησιμοποιούμε σήμερα προέρχεται από την λέξη μητροπολιτικό, που ονομαζόταν στις αρχές του προηγούμενου αιώνα ο συρμός με τον οποίο μετακινιόντουσαν μέσα στην πόλη, δηλαδή τη μητρόπολη οι κάτοικοί της. METROPOLITAN. Η λέξη συντομεύτηκε σε METRO και ξαναγύρισε στην Ελλάδα. Στη συνέχεια κάναμε κι εμείς ένα μετρό αλλά – ίσως – να θεωρούσαμε ορισμένοι ότι σημαίνει μέτρο, ή μετρό δηλαδή τρένο. Ας ανατρέξουμε στην αρχή του άρθρου μας. ΜΕΤROPOLITAIN=ΜΕΤΡΟ=ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ.
oogle.com/search?q=METROPOLITAIN+PANCARTE+A+L+EXTERIEUR+DU+METRO&sxsrf=APq-WBvHCulF3uEN5UXOR55hNhDMyqcctQ:1643929878266&tbm=isch&source=iu&ictx=1&vet=1&fir=VJUJMr4m-UkbyM
Κάτω από : Χωρίς κατηγορία | | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο ΤΟ ΜΕΤΡΟ
Tη φετεινή χρονιά διδάσκω γαλλικά στο 2 Γυμνάσιο της Σύρου και στο τμήμα Τουρισμού του ΕΠΑΛ.
Όσοι μαθητές επιθυμούν, μπορούν να βρίσκουν σ’αυτό το blog ασκήσεις γαλλικών, άρθρα και παιδαγωγικές οδηγίες.
Υπάρχουν επίσης εκπαιδευτικά βίντεο και διδακτικές προσεγγίσεις του μαθήματος της ξένης γλώσσας.
Ευτυχία Νικολακοπούλου
Κάτω από : Χωρίς κατηγορία | | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο ΓΑΛΛΙΚΑ ΣΤΗΝ ΕΡΜΟΥΠΟΛΗ