ΟΙ ΔΟΥΛΕΣ” ΤΟΥ ΖΑΝ ΖΕΝΕ

“ΟΙ ΔΟΥΛΕΣ” ΤΟΥ ΖΑΝ ΖΕΝΕ

Της Δρ ΕΥΤΥΧΙΑΣ ΝΙΚΟΛΑΚΟΠΟΥΛΟΥ

Από το 1945 που το θέατρο γίνεται μεταφυσική αναζήτηση, ο Ζενέ αποκαλύπτει με τους υπαρξιακούς[1] δραματουργούς την τραγικότητα της ανθρώπινης ύπαρξης και τον δυτικό μοντερνισμό. Αυτό το καινούργιο θεατρικό είδος που ονομάζουμε αντι-θέατρο ή πρωτοποριακό θέατρο καλλιεργεί το παράλογο και το κωμικό. Τα πρόσωπα δεν χαρακτηρίζονται πλέον από ψυχολογικά κίνητρα αλλά περιορίζονται σε μια σειρά από χειρονομίες, κινήσεις και λέξεις. Ο ίδιος ο διάλογος είναι πηγή παρεξηγήσεων, και οδηγεί στη σιωπή και την έλλειψη επικοινωνίας. Με τρόπο κωμικά δοσμένο, στήνεται πάνω στο παράλογο και την σκοτεινή παρουσία του γήρατος και του θανάτου η ομιλία που βοηθά στην απόδραση από το άγχος και την τραγικότητα της ζωής.
Το 1947 ο Ζαν Ζενέ γράφει ένα μονόπρακτο θεατρικό έργο που φέρει τον τίτλο οι δούλες και στο οποίο αναπτύσσει μια συμβολική πράξη που ερμηνεύει την δυσκολία να είναι κανείς ο εαυτός του. Για να την ερμηνεύσει, ο δραματουργός επιλέγει δύο υπηρέτριες, την Κλαίρη και την αδελφή της Σολάνζ οι οποίες κατά την απουσία της κυράς τους, ανίκανες να υπάρχουν ανεξάρτητα από αυτήν, μιμούνται τις σχέση μέσα στην οποία νοιώθουν[2] φυλακισμένες και επιδιώκουν την καταστροφή του κόσμου στον οποίο αξεδιάλυτα ανήκουν.
Οι πρωταγωνίστριες κάνουν μια οργισμένη συνειδησιακή επανάσταση ενάντια στον εαυτό τους για να εξαφανίσουν τη βρώμικη σχέση κυράς-δούλας, με την οποία είναι δεμένες ανέκκλητα, αλλά αγωνίζονται μάταια. Από την αρχή της παράστασης είναι εμφανής η κρίση των σχέσεων της κυρίας και των δύο δούλων που οικειοποιούνται τον πολιτισμό της, προσπαθούνε να μπουν στο πετσί της πράγμα το οποίο τις κάνει να γίνονται απάνθρωπες, κυνικές και υποκρίτριες. Οι δύο πρωταγωνίστριες μισούν την κυρία τους. Στην απουσία της, η Κλαίρη παίζει το ρόλο της και η Σολάνζ το ρόλο της Κλαίρης στα καθήκοντα της ως δούλα. Αυτή η μεταμόρφωση, τους δίνει τη δυνατότητα να βγάλουν ότι ο υποσυνείδητος και ο συνειδησιακός χώρος κρύβει ενάντια στη σχέση κυράς-δούλας. Και όλα τους τα λόγια εκφράζουν συγχρόνως το μίσος και τον θαυμασμό που τους εμπνέει η κυρά τους. Ντύνονται τα ρούχα της άλλοτε η μία και άλλοτε η άλλη προετοιμάζοντας έτσι αυθόρμητα το εγκληματικό παιγνίδι τους. Έχει κανείς την εντύπωση ότι πρόκειται για ρεσιτάλ μαύρης μαγείας που παίζεται μπροστά σε ένα αστικό κοινό. Αυτό είναι η κυρία, που με όσο περισσότερες κατάρες και μαντολογήματα την καρφώσουν, θα δουν να πεθαίνει το αληθινό της πρόσωπο. Όμως αυτό το ψυχόδραμα όπως θα μπορούσαμε να το χαρακτηρίσουμε αναπτύσσει και την προσωπική αντιπαλότητα των δύο αδελφών. Οι τελευταίες, την ώρα που συγυρίζουν καθώς διαπληκτίζονται, η Κλαίρη κατηγορεί την Σολάνζ ότι προσπάθησε να σκοτώσει την κυρία.

ΚΛΑΙΡΗ
Μην αρνείσαι σε είδα … Όταν τελειώσουμε την τελετή προστατεύω το λαιμό μου. Εμένα στοχεύεις μέσα από την κυρία ….

Όταν η κυρία επιστρέφει, η Κλαίρη προσπαθεί να την ποτίσει με δηλητηριασμένο τίλιο αλλά αυτή διαφεύγει τυχαία τον κίνδυνο επειδή βιάζεται να συναντήσει τον κύριο. Αυτή η πράξη επαναθέτει σε λειτουργία το αρχικό παιγνίδι όπου η Σολάνζ σκηνοθετεί την δολοφονία της κυρίας και έτσι η Κλαίρη την υποχρεώνει να πιει το δηλητηριασμένο τίλιο.

Το έργο κατανέμει με τελειότητα τις πρακτικές του “θεάτρου μέσα στο θέατρο» με την πολιτική σάτιρα, από τη μια πλευρά και την δραματουργική αγωνία τον εντυπωσιασμό του φόνου και τον παράξενα ελκυστικό και υπερβολικά απελευθερωμένο διάλόγο[3]. Οι δύο δούλες είναι μεν τα υπαρκτά πρόσωπά τους, όμως δεν παύουν επάνω στη σκηνή να γίνονται το υποκατάστατο των προσώπων αυτών. Έτσι, πρόσωπα και υποκατάστατο περιπλέκονται σε ένα πρωτόγονο κανιβαλισμό, από τον οποίο δεν θα γλιτώσουν ούτε τα πρόσωπα ούτε το υποκατάστατο. Αυτόν τον θανάσιμο εναγκαλισμό του υποκατάστατου ενώνεται στην παράσταση με τρόπο τραγικό δίχως να μένει κρυφή η κυνικότητα και η βαρβαρότητα ενός τέτοιου αγώνα Παρουσιάζει τα θεατρικά πρόσωπα στην πρώτη τους αναμέτρηση. Για παράδειγμα, από ένα τηλεφώνημα χάθηκε η ευκαιρία του πνιγμού. Όμως οι δούλες, πιστές στο ρόλο τους συνεχίζουν το παιγνίδι με μια τελετουργική κινησιολογία[4] που έχει όλα τα στοιχεία της στερεότητας, της εξαίρεσης και της υποκριτικής ωριμότητας. Ο δραματουργός περνάει από το ένα επίπεδο στο άλλο. Σε ένα δεύτερο επίπεδο αυτοψυχανάλυσης οι δύο δούλες είναι η μια απέναντι στην άλλη σαν δύο θηρία που αποτελεί ένα νέο επίπεδο παράκρουσης που καταλήγει στη σκηνή της αφοσίωσης των δύο γυναικών που παίζεται πίσω από το παραβάν για να αφήσει στον θεατή την πολυσημασία που μπορεί να έχει αυτή η σχέση.
Με την εμφάνιση της κυρίας στη σκηνή, αρχίζει η υποκρισία και το έσχατο της απανθρωπιάς. Οι δούλες ντοπάρονται για την τελευταία τους αναμέτρηση όπου η φαντασία τις έχει κατακυριεύει, ως το τέλος. Η δε αποχώρησή τους, αποδίδεται με ένα βύθισμα στο χάος και την ανυπαρξία.

Με το έργο του αυτό ο Ζενέ χρησιμοποιεί όλες τις μεθόδους του θεάτρου του παραλόγου δίνοντας έμφαση στο διάλογο, στα ντεκόρ και στην κίνηση. Η αίσθηση του χρόνου είναι ανύπαρκτη. Ο κόσμος στα έργα του καλλιεργεί το παράλογο όπου τα λόγια είναι ακατανόητα και χωρίς έννοια σύμφωνα με το περιβάλλον τους. Οι ήρωες δεν έχουν την ίδια άποψη για τις λέξεις και τα πράγματα και δεν επικοινωνούν επειδή ακριβώς δεν κατανοούν ο ένας τον άλλο. Ζουν μαζί δίχως καν να γνωρίζονται. Έτσι η ομιλία γίνεται πηγή παρεξηγήσεων Αναμφισβήτητα οι σχέσεις του είναι και του φαίνεσθε, η μαγική δύναμη του θεάτρου βρίσκουν στον δραματουργό ένα αντίκρισμα προκλητικό που προπορεύεται στις σύγχρονες θεατρικές έρευνες.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Martin Esslin Το θέατρο του παραλόγου εκδόσεις Δωδώνη 1996 μετάφραση Μάγια Λυμπεροπούλου
Alain Couprie Le Théâtre, éd. Nathan Paris 1999
Potelet Hélène Histoire de la littérature française Hatier Paris 1990
Στάθης Δρομάζος Το Ξένο Θέατρο ΚΕΔΡΟΣ 1987

[1] Φιλοσοφικό σύστημα που προέρχεται από τον Δανό φιλόσοφο Κίκεργκαρντ 1813-1815 και τον Γερμανό φιλόσοφο Χάιντεγκερ 1889-1976. Στη Γαλλία η λέξη έχει κύρος στα 1945 και βρίσκει την έκφρασή της στα έργα του Καμύ και του Σαρτρ. Η βασική ιδέα αυτής της φιλοσοφίας είναι ότι ο άνθρωπος δεν χαρακτηρίζεται παρά μόνον από τις πράξεις του και βρίσκει την ταυτότητά του από την έννοια της ύπαρξής του όπου καμία θεότητα δεν δίνει έννοια στη ζωή του. Ζώντας σε έναν παράλογο κόσμο, ανακαλύπτει με άγχος ότι είναι υπεύθυνος γι αυτό που κάνει είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος και να κάνει τις επιλογές του κάθε στιγμή.
[2]Όπως το συνηθίζει ο Ζενέ στους περισσότερους ρόλους του ρεπερτορίου του, οι δούλες θέλουν να είναι διαφορετικές από αυτό που είναι. Θέλουν δηλαδή να αλλάξουν την ύπαρξή τους.
[3] Στο θέατρο του παραλόγου ο διάλογος δεν οδηγεί σε καμία λογική σκέψη.
[4]Συγκλονιστικές οι μεταμορφώσεις της Κλαίρης σε μια πολυσήμαντη τελετουργική κίνηση. Η Σολάνζ σε απόλυτη ανταπόκριση με την παρτενέρ της έπαιξε με έντονη αμεσότητα προσδίνοντας στο ρόλο ενίοτε μια τυραννισμένη λαϊκότητα.

;


Τα σχόλια είναι κλειστά.

Copyright © Δρ Ευτυχία Νικολακοπούλου           Φιλοξενείται από Blogs.sch.gr
Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση