Το θέατρο βρίσκεται στον αρχαιολογικό χώρο του αρχαίου Δίου, στον Δήμο Δίου του Νομού Πιερίας.
Πρόκειται για θεατρική κατασκευή, με τυπικά ελληνιστική διάταξη, αποτελούμενη από χωμάτινη ορχήστρα (κονίστρα), λίθινο περιμετρικό αποχετευτικό αγωγό, κοίλο κατασκευασμένο με επίχωση από φερτό υλικό και λίθινο κτίριο σκηνής, το οποίο σώζεται σε πολύ κακή κατάσταση.
Τα «εν Δίω Ολύμπια» ήταν για το αρχαίο Δίον, την ιερή πόλη των Μακεδόνων, γεγονός, το οποίο, εκτός από τις αναφορές των αρχαίων συγγραφέων (Διόδωρος XVII,16, 3-4), μαρτυρείται και από επιγραφή, η οποία εκτίθεται στο αρχαιολογικό μουσείο του Δίου και αναφέρει την τέλεση γυμνικών και σκηνικών αγώνων. Ο Αρχέλαος, ο οποίος ελάμπρυνε αυτήν την πανήγυρη, η οποία διαρκούσε εννέα ημέρες, καθώς τελούνταν χάριν των Πιερίδων Μουσών, κάλεσε τον Ευριπίδη, ο οποίος πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του στην Μακεδονία, όπου έγραψε το δράμα «Αρχέλαος», καθώς και τις «Βάκχες». Είναι σχεδόν βέβαιο ότι αυτές οι δυο παραστάσεις ανεβάστηκαν στο θέατρο του Δίου, στην ιερή πόλη των Μακεδόνων.
Σε αυτό το θέατρο της εποχής του Αρχελάου και του Ευριπίδη ανήκει μια σειρά καθισμάτων, που δημιουργείται από μισή πλίνθο όρθια, ως μέτωπο και μια ολόκληρη, ως πάτημα. Αυτή η σειρά είναι χαραγμένη με άλλο κέντρο και η ορχήστρα στην οποία ανήκε θα βρίσκονταν σε ένα επίπεδο λίγο υψηλότερα από τη σημερινή ορχήστρα. Το κτίριο σκηνής αυτού του θεάτρου θα ήταν ξύλινο, όπως άλλωστε και στα άλλα θέατρα της Ελλάδας την ίδια εποχή. Στην ίδια φάση ανήκει τμήμα προεδρίας από πωρόλιθο .
Η σωζόμενη μορφή του θεάτρου είναι αποτέλεσμα ανακαίνισης ή καλύτερα ανακατασκευής εκ βάθρων στην ίδια θέση, η οποία έγινε στο δεύτερο μισό του 3ου π.χ. αιώνα, μια εποχή που τα περισσότερα ελληνικά θέατρα αποκτούν λίθινο κτίριο σκηνής. Πιο συγκεκριμένα θα πρέπει να σχετίζεται με την καταστροφή του Δίου από τους Αιτωλούς, το 220 π.χ., στα χρόνια του Φιλίππου Ε΄, ο οποίος αμέσως μετά την καταστροφή, βοήθησε πολύ να αναστηθούν τα ιερά και η πόλη, κοσμώντας την γενναιόδωρα. Στη χρονολόγηση αυτή συνηγορούν η μορφολογία των αρχιτεκτονικών μελών του μαρμάρινου προσκηνίου και ο μεγάλος αριθμός νομισμάτων Φιλίππου Ε΄, που βρέθηκαν μέσα στο θέατρο.
Μια όψιμη φάση, μετά την εγκατάλειψη του θεάτρου και την αποξήλωση του στα ρωμαϊκά χρόνια, δεν είναι εύκολο να χρονολογηθεί εξ αιτίας της προχειρότητας της κατασκευής της και της κακής κατάστασης διατήρησης της.
Γενική περιγραφή του μνημείου
Το θέατρο του Δίου είναι πολύ κατεστραμμένο εξαιτίας της λιθολόγησής του, ήδη από την αρχαιότητα, καθώς στη ρωμαϊκή περίοδο, στα αυτοκρατορικά χρόνια, εγκαταλείφθηκε μετά από την ανέγερση νέου θεάτρου δίπλα στο ιερό του Δία. Παρόλα αυτά, επειδή δεν δέχτηκε ρωμαϊκή ανακαίνιση, η οποία θα κάλυπτε ή θα εξαφάνιζε στοιχεία της ελληνιστικής φάσης, και εξαιτίας του γεγονότος ότι η ανασκαφή του έγινε πολύ προσεκτικά, ήρθαν στο φως πολύτιμες πληροφορίες, οι οποίες οδήγησαν σε ουσιαστικά συμπεράσματα.
Η θέση του θεάτρου έξω από την πόλη, σε σχέση με τα ιερά, η επιμελημένη κατασκευή του, ο μηχανολογικός εξοπλισμός τον οποίο διέθετε και το μέγεθός του (διάμετρος ορχήστρας περίπου 26 μέτρα), δείχνουν τη σημασία του για την ιερή πόλη των Μακεδόνων και επιβεβαιώνουν τις ιστορικές μαρτυρίες για την τέλεση σκηνικών αγώνων.
Η ορχήστρα (κονίστρα), η οποία ορίζεται από τον καλοδουλεμένο λίθινο, περιμετρικό αποχετευτικό αγωγό που την περιβάλλει, ήταν στρωμένη με χώμα. Ο αγωγός ήταν ανοιχτός και γεφυρώνονταν μόνο μπροστά από την κεντρική κερκίδα και στη βόρεια πάροδο.
Το κοίλο εκτός του ότι είναι διαμορφωμένο επάνω σε τεχνητή επίχωση και όχι στην πλαγιά ενός λόφου, όπως συμβαίνει κατά κανόνα στα ελληνικά θέατρα, παρουσιάζει ιδιομορφία και στις βαθμίδες των καθισμάτων, που είναι κατασκευασμένες από ειδικές πλίνθους διαστάσεων 50x50x7 εκατοστά, τοποθετημένες τη μια πάνω στην άλλη. Χαρακτηριστική είναι η απουσία αναλημματικών τοίχων στα πέρατα του κοίλου κατά μήκος των παρόδων, τα οποία διαμορφώνονται σε πρανή.
Το λίθινο κτίριο της σκηνής, παρά την πολύ κακή κατάσταση διατήρησής του, έσωσε αρκετά στοιχεία, τα οποία επιτρέπουν την αναπαράστασή του και τεκμηριώνουν την ύπαρξη, τη θέση και εν μέρει τη λειτουργία αρκετών από τους θεατρικούς μηχανισμούς που χρησιμοποιούνταν στα αρχαία θέατρα.
Ο Ευριπίδης ερχόμενος από την Αθήνα, όπου είχε εφαρμόσει πολλές καινοτομίες σε σχέση με σκηνικά τεχνάσματα, θα πρέπει να μετέφερε τις εμπειρίες του στο θέατρο του Δίου, δημιουργώντας μια παράδοση, η οποία εξυπηρέτησε με τον καλύτερο τρόπο τις αυξημένες απαιτήσεις της διεξαγωγής των σκηνικών αγώνων που καθιέρωσε ο Αρχέλαος. Από την εποχή του Ευριπίδη έως το δεύτερο μισό του 3ου π.χ. αιώνα, που κατασκευάστηκε το λίθινο κτίριο της σκηνής, θα πρέπει να αποκτήθηκε μια τεχνογνωσία, η οποία εφαρμόστηκε ως μόνιμος πλέον μηχανολογικός εξοπλισμός της νέας σκηνής του θεάτρου.
Κατά την ανασκαφή εντοπίσθηκε χαρώνεια κλίμακα με δυο θαλάμους στα άκρα της, ένα στη θέση του προσκηνίου και ένα στο κέντρο περίπου της ορχήστρας.
Τμήματα μαρμάρινων αρχιτεκτονικών μελών του προσκηνίου, τα οποία σώζουν ίχνη χρώματος, σε συνδυασμό με στοιχεία από τη κάτοψή του, έδωσαν τη δυνατότητα αναπαράστασης της μορφής του με μεγάλη βεβαιότητα.
Δεξιά και αριστερά από το μέσον του τοίχου της πρόσοψης του κτιρίου της σκηνής βρέθηκαν οι θεμελιώσεις δύο μεγάλων πεσσών διαστάσεων 2,70 x 2,70 μέτρων. Στην ανατολική παρειά του ίδιου τοίχου βρέθηκαν τέσσερις λάκκοι, σε θέσεις απόλυτα συμμετρικές ως προς τον άξονα του θεάτρου .Οι δύο είναι τετράγωνοι και προέκυψαν από την αποξήλωση μικρότερων πεσσών από τους προηγούμενους. Οι άλλοι δύο είναι κυκλικοί και προέκυψαν από την αποξήλωση στοιχείων κυκλικής διατομής.
Μπροστά από το νότιο μεγάλο πεσσό αποκαλύφθηκε στο επίπεδο της ορχήστρας γωνιόλιθος «in situ» με οπή ορθογωνικής διατομής (16×22 εκ.) στο κέντρο του, προορισμένη να δεχθεί ξύλινο υποστύλωμα. Παρόμοιοι γωνιόλιθοι υπήρχαν μπροστά από τον δεύτερο μεγάλο πεσσό και τους δύο μικρότερους, όπου εντοπίσθηκαν οι λάκκοι από την αποξήλωσή τους.
Τα στοιχεία αυτά, μαζί με άλλα ανασκαφικά δεδομένα, οδήγησαν σε αναπαράσταση του κτιρίου της σκηνής. Οι δύο μεγάλοι πεσσοί ορίζουν το άνοιγμα της «βασιλείου θύρας» και παράλληλα έδιναν τη δυνατότητα στήριξης της εξέδρας του «θεολογείου». Οι δύο μικροί πεσσοί ορίζουν τα ανοίγματα των θυρών δεξιά και αριστερά από τη «βασίλειο θύρα» ,ενώ οι δύο κυκλικοί λάκκοι βρίσκονται στους άξονες άλλων δύο θυρών στα άκρα του κτιρίου της σκηνής ,στις οποίες ,σύμφωνα με τον Πολυδεύκη, βρίσκονταν οι μηχανισμοί περιστροφής των “περιάκτων”,δηλαδή τρίπλευρων πρισματικών κατασκευών , για την αυτόματη αλλαγή των σκηνικών κατά τη διάρκεια της παράστασης.
Οι δύο μεγάλοι πεσσοί έδιναν τη δυνατότητα στήριξης και εύκολου χειρισμού της «μηχανής» ή «γεράνου», για τη μεταφορά του «από μηχανής θεού», καθώς και της ενσωμάτωσης εσωτερικού κλιμακοστασίου για την αθέατη μετάβαση των ηθοποιών στο «θεολογείο», κατά τη διάρκεια της παράστασης .
Τα κατακόρυφα ξύλινα υποστυλώματα ,τα οποία στηρίζονταν στους γωνιόλιθους με την ορθογωνική εγκοπή που ήταν τοποθετημένοι στους άξονες των πεσσών ,αν θεωρήσουμε ότι στις πλάγιες πλευρές τους είχαν εγκοπές, αυτές θα μπορούσαν να λειτουργούν ως οδηγοί, για τη λειτουργία υφασμάτινων πετασμάτων. Τα υφάσματα αυτά θα λειτουργούσαν ως ένα είδος αυλαίας, χωρισμένης στα τρία, η οποία έπεφτε κάτω από το προσκήνιο μέσω σχισμής στο ξύλινο δάπεδο του λογείου, αποκαλύπτοντας την πρόσοψη της σκηνής .Ο χειρισμός της μπορούσε να γίνεται αθέατα κάτω από το προσκήνιο ,καθώς τα μετακιόνια του καλύπτονταν από πίνακες,
Ο χωρισμός αυτής της προδρομικής αυλαίας σε τρία τμήματα, έλυνε τα προβλήματα που θα προκαλούσε μια ενιαία αυλαία τεράστιων διαστάσεων εξ αιτίας των ανεμοπιέσεων και του βάρους της.
Η κατάσταση διατήρησης του κτιρίου της σκηνής είναι κακή. Με την εφαρμογή της μελέτης «Συντήρηση, ανάδειξη και προσωρινή επαναλειτουργία του ελληνιστικού θεάτρου του Δίου»(1990-1991) έγιναν στερεωτικές εργασίες στους σωζόμενους τοίχους. Οι σωζόμενες βαθμίδες των πλίνθινων καθισμάτων κινδυνεύουν να διαλυθούν σε ελάχιστο χρονικό διάστημα αν μείνουν ορατές. Για το λόγο αυτό έχουν καταχωθεί .Η ορχήστρα και ο περιμετρικός αγωγός μετά από τις εργασίες του 1990-1991 βρίσκονται σε καλή κατάσταση και είναι δυνατή η χρήση τους για θεατρικές παραστάσεις .Για τις ανάγκες αυτών των παραστάσεων στο κοίλο έχουν κατασκευασθεί λυόμενες κατασκευές ,οι οποίες επιτρέπουν τη χρήση του κοίλου από τους θεατές.
Το θέατρο λειτουργεί ως επισκέψιμο μνημείο του αρχαιολογικού χώρου του Δίου. Παράλληλα, ένα μήνα περίπου το χρόνο, λειτουργεί ως χώρος παραστάσεων, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Ολύμπου. Το θέατρο διαθέτει χώρο στάθμευσης, μηχανολογικό εξοπλισμό και καμαρίνια.
Ιστορικό σύγχρονων χρήσεων
Το θέατρο λειτούργησε για πρώτη φορά το 1972.Το 1975 λειτούργησε εκ νέου με παράσταση στην οποία πρωταγωνιστούσε η Α. Συνοδινού. Από το 1991, που ολοκληρώθηκαν οι εργασίες συντήρησης–ανάδειξης και προσωρινής επαναλειτουργίας, έως σήμερα, λειτουργεί ανελλιπώς στο πλαίσιο των εκδηλώσεων του «Φεστιβάλ Ολύμπου».
Γ. Καραδέδος
Αρχαιολόγος, Αρχιτέκτονας
Δ. Παντερμανλής
Αρχαιολόγος
Κάτω από : Χωρίς κατηγορία | Με ετικέττες ΘΕΑΤΡΟ | Δεν υπάρχουν σχόλια »